Πατερα Στεφανε Στεφοπουλε, με ολον μου τον σεβασμον, σας ερωτω: Πως ειναι δυνατον με ολα αυτα που γραφετε τα τοσο εγκριτα, ακριβη και κατατοπιστικα για την ενημερωσι των χριστιανων, να παραμενετε μαζι με τους Θεοκαταρατους και Λαομισητους ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ και να συμπλεετε μαζι τους;
Δεν φοβαστε τον ΜΟΛΥΣΜΟΝ ΤΟΥΣ;
Ο.Τ.
ΚΡΙΣΙΜΑ ΣΗΜΕΙΑ ΣΤΟ ΔΙΑΛΟΓΟ ΜΕ ΤΗΝ ΡΩΜΑΙΟΚΑΘΟΛΙΚΗ ΟΜΟΛΟΓΙΑ (ΙΧ) – Περί Αγάπης, “Διαλόγου της Αγάπης” και Ζήλου.
Πρωτ. Στέφανος Στεφόπουλος
ΚΡΙΣΙΜΑ ΣΗΜΕΙΑ ΣΤΟ ΔΙΑΛΟΓΟ ΜΕ ΤΗΝ ΡΩΜΑΙΟΚΑΘΟΛΙΚΗ ΟΜΟΛΟΓΙΑ (ΙΧ)
Περί Αγάπης, “Διαλόγου της Αγάπης” και Ζήλου.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ 1’ ΜΕΡΟΣ ΕΔΩ - 2’ ΜΕΡΟΣ ΕΔΩ - 3’ ΜΕΡΟΣ ΕΔΩ - 4’ ΜΕΡΟΣ ΕΔΩ
- 5’ ΜΕΡΟΣ ΕΔΩ - 6’ ΜΕΡΟΣ ΕΔΩ - 7’ ΜΕΡΟΣ ΕΔΩ - 8’ ΜΕΡΟΣ ΕΔΩ
Στις μέρες μας πολύς λόγος γίνεται για την αγάπη. Μιά περίεργη αγάπη που συχνά δεν έχει παρά ελάχιστη σχέση ή και μηδαμινή με την αληθινή αγάπη που όπως μας διδάσκει η Εκκλησία μας δεν χωρίζεται της αληθείας.
Αυτή η παραφροσύνη, γνωστή και ως “αγαπολογία”, δημιουργεί εσφαλμένες εντυπώσεις στους αγαπώμενους και αλγεινή εικόνα στο πλήρωμα της Εκκλησίας, όταν το θέμα ή τα πρόσωπα σχετίζονται άμεσα μ’ αυτήν.
Ένα παράδειγμα από τα πολλά είναι οι διαχριστιανικοί και διαθρησκειακοί διάλογοι, στους οποίους οι ορθόδοξοι θεολόγοι επικαλούμενοι την δυσκολία κατανόησης των δογματικών αληθειών μας, επιδίδονται σε μιά άκρατη “αγαπολογία” που τελικά σχετικοποιεί τα δόγματα και θέτει σε κίνδυνο την πίστη μας αλλά και “θολώνει” τα νερά γιά τους ετερόδοξους οι οποίοι τελικά αντί να επιστρέφουν στην μόνη αληθινή Εκκλησία που είναι η Ορθοδοξία, παραμένουν στην πλάνη τους, ενίοτε προσπαθώντας να συγκλίνουν σε επί μέρους δευτερεύοντα στοιχεία αρκούμενοι στην παρεξηγημένη “αγάπη” μας με την ιδέα ότι βαδίζουν σε ένα απ’ τα μονοπάτια που οδηγούν στην ουράνια βασιλεία. Οδηγεί, λοιπόν, η παρεξήγηση αυτή στην αίρεση του Οικουμενισμού.
Απ’ την άλλη πάλι, συχνά βιώνουμε το αντίθετο άκρο του ζηλωτισμού που οδηγεί σε ακρότητες που θίγουν την Εκκλησία μας και δημιουργούν πολύ αρνητική εντύπωση στους συμμετέχοντες στους διαλόγους.
Ας δούμε, όμως, παρακάτω κάποιες θέσεις της Εκκλησίας μας για να διαπιστώσουμε ποιός είχε αληθινή αγάπη γιά τους αντιφρονούντες, τους αιρετικούς, τους αμαρτωλούς. Ο Κύριος, οι Άγιοι, η Παράδοσή μας ή οι σημερινοί θεολόγοι που φωνασκούν υπέρ μιάς άκριτης “αγαπολογίας” που φτάνει στο μεθόριο των δογματικών μας αληθειών;
– Ο Κύριός μας δεν απηύθυνε τα φοβερά “ουαί” εναντίον των Φαρισαίων και Γραμματέων, αποκαλώντας τους “όφεις”, “γεννήματα εχιδνών”, “υποκριτές”, “μωροί”, “οδηγοί τυφλοί”, “τάφοι κεκονιαμένοι”; (Ματθ. κγ’ 13 κ. εξ)
– Ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος δεν αποκάλεσε και αυτός τους Φαρισαίους και Σαδδουκαίους “γεννήματα εχιδνών”; (Ματθ. γ’ 7)
– Ο Απόστολος Πέτρος δεν συνιστά στους πιστούς να αποφεύγουν τους ψευδοπροφήτες και ψευδοδιδασκάλους (Β’ Πετρ. β κεφάλαιο) και τους “εμπαίκτες” και να διέρχονται τη ζωή τους “εν αγίαις αναστροφαίς και ευσεβείαις”; (Β’ Πετρ. γ’, 11)
– Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, ο απόστολος και κήρυκας της αγάπης, δε λέει γιά τους αιρετικούς και πλάνους ότι δεν πρέπει να δεχόμαστε στα σπίτια μας, αλλά ούτε να τους χαιρετούμε, διαφορετικά γινόμαστε κι εμείς σαν αυτούς; (Β’ Ιωάννη α’ 10) ή ότι οι πλανεμένοι λογίζονται ως αντίχριστοι; (Α’ Ιωα. β’, 18, 22)
– Ο Απόστολος Παύλος δεν κράτησε αυστηρή στάση προς τον Ιουδαίο ψευδοπροφήτη και μάγο Ελύμα όταν απευθυνόμενος προς αυτόν είπε : ” Ώ πλήρης παντός δόλου και πάσης ραδιουργίας, υιέ διαβόλου,…Και νυν ιδού χειρ Κυρίου επί σε, και έση τυφλός μη βλέπων τον ήλιον άχρι καιρού”; (Πραξ. ιγ’ 8-11). Ή μήπως δεν τους χαρακτήρισε λύκους βαρείς (Πραξ. κ’ 29) και υιοί οργής; (Εφεσ. β’, 3)
– Ο άγιος Πολύκαρπος Σμύρνης δεν αποκάλεσε τον αιρετικό Μαρκίωνα “πρωτότοκο του Σατανά”;
– Ο αββάς Θεόδωρος της Φέρμης δεν συνιστά να συναναστρεφόμαστε με αμαρτωλούς και να τους βοηθούμε, ενώ αν κάποιος πέσει σε αίρεση και δεν τον πείσουμε να την αποβάλλει, να κόψουμε γρήγορα κάθε σχέση μαζί του γιατί κινδυνεύουμε να βυθισθούμε μαζί του στο βόθρο;
– Ο αββάς Ποιμήν δεν είναι που όταν διαπίστωσε ότι κάποιοι επισκέπτες του κελλιού του ήταν αιρετικοί, ούτε συζήτησε μαζί τους, αλλά είπε στο μοναχό που είχε το διακόνημα της φιλοξενίας να τους δώσει να φάνε γιά την εντολή της αγάπης και ύστερα να τους στείλει στο καλό;
– Μήπως δεν είναι αληθές ότι όταν κάποιοι επισκέπτονταν τον αββά Σισσώη στο όρος του αγίου Αντωνίου, όταν εγκαταστάθηκαν στο όρος αιρετικοί Μελιτιανοί σταμάτησαν να επισκέπτονται τον αββά Σισσώη για να μη τύχει και συναντήσουν τους αιρετικούς;
– Ο άγ. Εφραίμ,…στο έργο του “Κατά Πεύσιν και Απόκρισιν” δεν έδωσε την παρακάτω απάντηση στο ερώτημα πως συμβιβάζεται το μίσος εναντίον των αιρετικών προς την εντολή “οι μισήσεις πάντα άνθρωπον”;
Δε λέει ο Άγιος πως : “Τους αιρετικούς, ως βλασφήμους και εχθρούς του Θεού, η Γραφή ουκ ωνόμασεν ανθρώπους, αλλά κύνας και λύκους και χοίρους και αντιχρίστους,…Τούτους ουν ου χρη αγαπάν, ουδέ συνδυάζειν, ουδέ συνεύχεσθαι, ουδέ συνεσθίειν, ουδέ λαμβάνειν εις οίκον, ουδέ χαίρειν λέγειν αυτοίς. Ίνα μη των πονηρών αυτών έργων κοινωνήσωμεν…”; (Πρωτοπρ. Θεοδώρου Ζήση,” Τα όρια της Εκκλησίας – Οικουμενισμός και Παπισμός”, Εκδ. Βρυέννιος, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 236 κ.εξ.)
– Μήπως ο άγιος Επιφάνιος Κύπρου δεν χρησιμοποιούσε βαρύτατες εκφράσεις γιά τις αιρέσεις και τους αιρετικούς χαρακτηρίζοντάς τους “ιούς, δηλητήρια, ερπετών αινίγματα, χαμαιλέοντα πολύπουν, δυσοσμίαν πνέοντες, σοφισταί και των λόγων διαστροφείς, πεπωρομένοι, ηλιθίως λέγοντες, κενόδοξοι, φρενοβλάβεια, θεήλατοι, φαντασμένοι, εσφαλμένες διάνοιες, Κυριοκτόνοι,…” κλπ; (Αρχιμ. – νυν Επισκόπου Καρπασίας- Χριστοφόρου Τσιάκκα, “Ορθοδοξία και Αίρεση κατά τον Άγιον Επιφάνιον Κύπρου”, Εκδ. Ι. Μ. Τροοδιτίσσης, Λευκωσία-Κύπρος 2000, σελ. 102-113).
Ο Κύριος και όλοι αυτοί οι Άγιοι και πολύ περισσότεροι που δεν μνημονεύονται εδώ υπήρξαν άνθρωποι χωρίς αγάπη, μισαλλόδοξοι και ζηλωτές φονταμενταλιστές σε αντίθεση με τους σημερινούς θεολόγους που ξεχειλίζουν από αγάπη;
Πότε έβαλαν οι Άγιοι την αγάπη πάνω απ’ την αλήθεια;
Σ’ αυτό το θέμα, τον προβληματισμό εντείνει μακαριστός αρχιερέας που σε εισήγησή του στο θεολογικό συνέδριο που έγινε το 1996 και αφιερώθηκε στα 150 έτη από της γεννήσεως του αγ. Νεκταρίου (Πρακτικά Διορθοδόξου Θεολογικού Επιστημονικού Συνεδρίου, Αίγινα 21-23/10/1996, Αθήναι 2000, Μητροπ. Νικοπόλεως Μελετίου “Ο Άγιος Νεκτάριος και η στάσις του έναντι των αιρέσεων και των σχισμάτων“, σελ. 347-357) βασιζόμενος στη διδασκαλία του αγίου Νεκταρίου (στο έργο του “Ποιμαντική”) τόνισε μεταξύ άλλων τα εξής : “Α) Ο Άγιος Νεκτάριος λέγει πως ο επίσκοπος οφείλει να εμμένη αείποτε εν ταις ηθικαίς του ιερού Ευαγγελίου αρχαίς… Τις ηθικές αρχές αυτές του Ευαγγελίου δεν έχει κανένας δικαίωμα να τις παραβαίνει. Ούτε δήθεν λόγω δογματικών διαφορών καθώς το δόγμα δεν καταπολεμεί την αγάπην”.
Πολύ σωστά. Όμως πιο κάτω τα πράγματα μπλέκονται αφού ο μακαριστός επισημαίνει πως “Μερικοί σύγχρονοί μας δεν συμφωνούν… Και τους αγαπάμε! Και προσευχόμεθα γι αυτούς λένε, όμως άλλο αγάπη και άλλο επικοινωνία. Η τοποθέτηση αυτή τον άγιο Νεκτάριο δεν τον ευρίσκει σύμφωνο γιατί η αγάπη ουδέποτε χάριν δογματικής τινος διαφοράς πρέπον να θυσιάζεται… Ο μη αγαπών τους ετεροδόξους επίσκοπος ο μη και υπέρ αυτών εργαζόμενος, από ψευδούς κινείται ζήλου και εστερημένος εστίν αγάπης”!!!
Με άλλα λόγια ο εισηγητής, λέει πως γιά τον άγιο Νεκτάριο, εκείνοι που αρνούνται την επικοινωνία με τους αιρετικούς ή σχισματικούς, είναι πλανεμένοι και έχουν “ζήλον ου κατ επίγνωσιν”. Μάλιστα, ο κυρός Μελέτιος παρακάτω τους χαρακτηρίζει και “μαθητές του Διαβόλου”!!!
Και αναρωτιέμαι, δικαίως πιστεύω, αφού πρέπει να βρισκόμαστε σε συνεχή διάλογο αγάπης με τους αιρετικούς και σχισματικούς, γιατί ποτέ δεν ξεκίνησε όπως με τους αιρετικούς Παπικούς, ένας διάλογος αγάπης και διαρκείας προκειμένου να επιλυθεί το παλαιοημερολογιτικό ζήτημα;
Εδώ, για τους αδελφούς μας τους ΓΟΧ δεν περισσεύει απ’ τους Λατίνους και λοιπούς ετεροδόξους λίγη αγάπη;
Επιπλέον, ισχυρίστηκε ο μακαριστός ότι ουδέποτε θυσιάζεται η αγάπη λόγω δογματικών διαφορών. Που ακριβώς στηρίζεται αυτό; Στην ΚΔ; Στην ΠΔ; Στην Παράδοση;
Και πώς ακριβώς νοείται η αγάπη προς τους ετεροδόξους και αλλοθρήσκους; Με συμπόσια, συνέδρια, αβραμιαίες φιλοξενίες, ξεναγήσεις στα αξιοθέατα, κοινά κείμενα, συμπροσευχές και γιορτούλες με παπαδίνες και επισκοπίνες;
Ή μήπως με την διάδοση των ευαγγελικών αληθειών, με διαλόγους “αγάπης εν αληθεία” (Α’ Ιωα. γ’ 18, Β’ Ιωα 1) και αληθεύοντες εν αγάπη (Εφεσ. δ’ 15);
Μήπως το ενδιαφέρον για τη μεταστροφή των αιρετικών στη μόνη ορθή πίστη και ο πόνος και η προσευχή γιά την άρνησή τους είναι η αληθινή αγάπη γιά τους αδελφούς μας αυτούς;
Τέλος, γράφει ο μακαριστός γιά το καθήκον των επισκόπων να “εργάζονται” και γιά τους ετεροδόξους. Τι σημαίνει η λέξη “εργάζονται”; Σημαίνει ατελείωτους διαλόγους με μη αμοιβαίες υποχωρήσεις, συμπόσια, λουκούλεια γεύματα χάριν της φιλοξενίας, με συμπροσευχές και κείμενα ή μήπως η κατήχησή και η επιστροφή τους;
Τι λέει ο ρκγ’ κανόνας της Καρθαγένης; Δεν προβλέπει την απομάκρυνση του Επισκόπου εκ της επισκοπής του αν αμελεί να κατηχήσει και επιστρέψει στην Εκκλησία τους αιρετικούς; (βλ. και νη’ των Αγ. Αποστόλων)
Κατόπιν, οφείλουμε να επισημάνουμε ένα ακόμη δυσχερές πρόβλημα που έθεσε ο μακαριστός και έχει να κάνει με την μονοσήμαντη αντιμετώπιση του ζήλου από όσους κατά καιρούς βάλλουν κατά των μη δεχόντων a priori τις μονόπλευρες ερμηνείες των οικουμενιστών και…συγγνώμη, των “αγαπούληδων”.
Ας δούμε, λοιπόν, τι διδάσκει ο άγιος Νεκτάριος για τους καλώς εννοούμενους ζηλωτές της πίστεως μέσα από το βιβλίο που εξέδωσε ο Άγιος το 1890 σχετικά με την Ανεξιθρησκεία (Ευγενίου Βουλγάρεως, “Σχεδίασμα περί της Ανεξιθρησκείας”, υπό Αγίου Νεκταρίου Κεφαλά, Μητροπολίτου Πενταπόλεως, Εκδ. Ν. Παναγόπουλος, Αθήναι 2000).
“Θέλομεν τον Ανεξίθρησκον ζηλωτήν ευσεβείας, διά να μην τον έχωμεν αδιάφορον. Ο αδιάφορος δεν πάσχει…εις τι να επιδείξη την αυτού ανοχήν;… Ο τοιούτος είναι άθρησκος… Η ανεξιθρησκεία διά να είναι μία αρετή πρέπει να πατή και αυτή εις το μέσον…από την υπερβολήν και από την έλλειψιν… Υπερβολή ανεξιθρησκείας η του ζήλου έλλειψις, έλλειψις η του ζήλου υπερβολή”.
Άρα ο ζήλος από μόνος του δεν είναι κάτι κακό όπως συχνά χρησιμοποιείται αλλά κακό είναι το άκρο της έλλειψης ζήλου ή ο υπερβολικός ζήλος. Και όπως μιλούμε για” κατ’ επίγνωσιν” και” ου κατ’ επίγνωσιν” ζήλο, έτσι οφείλουμε να θυμόμαστε και την παντελή έλλειψη ζήλου ως αρνητικό στοιχείο των πράξεών μας.
Στη συνέχεια διαβάζουμε για τον εν επιγνώσει ζήλο τα εξής : “Θέλομεν λοιπόν τον Ανεξίθρησκον ζηλωτήν εν επιγνώσει… Ο ζήλος ο υπέρ της πίστεως χρέος και έργον και αγώνισμα υποτίθεται να έχη την μεταχείρισιν μόνων εκείνων των μέσων, τα οποία προς υπερασπισμόν της θρησκείας αυτή η πίστις συγχωρεί, και την αποχήν εκείνων, τα οποία αυτή η πίστις δεν επιτρέπει…
Αυτά δε ποία είναι; Το κήρυγμα, η ακριβής και καθαρά των ενθέων δογμάτων διδασκαλία και έκθεσις, αι προς Θεόν εκτενείς της Εκκλησίας ευχαί και ικεσίαι, η ιδία και ειλικρινής μετάνοια αυτού του διδάσκοντος, η θεοφιλής ζωή και ενάρετος πολιτεία, η άγρυπνος κατά πάντα προσοχή και επίπονος προθυμία, η επιμονή και συνέχεια της προτροπής και διδασκαλίας πότε εις το γλυκύτερον κλίνουσα και πότε, όταν η χρεία το καλέση, εις το αυστηρότερον, αι ποιναί κατά των απειθών (ενν. επί θεμάτων πίστεως και όχι απειθών προς τις οδηγίες των επισκόπων-ιδίως όταν αυτές οδηγούν στην παντελή έλλειψη του ζήλου), η ακοινωνησία, ο αφορισμός,… “.
Έχει καμμία σχέση αυτός ο κατ’ επίγνωσιν ζήλος με αυτό που εκσφενδονίζουν οι “αγαπούληδες” ως κατηγορία κατά των υγιαινόντων τη πίστει και ευλαβεία ζηλωτών; Ή ποιά η σχέση αυτού του ζήλου με τους διαλόγους της αγάπης;
Τα θεραπευτικά μέσα που διαθέτει η Εκκλησία μας, η οποία δεν μπορεί να αγαπά λιγότερο από μας, ίσως φαίνονται σκληρά και διαιρούντα και απομακρύνοντα εμάς από τους ετεροδόξους αδελφούς, αλλά για την Εκκλησία αυτά υπηρετούν την θεραπευτική της αγωγή.
Σύμφωνα με την σύγχρονη “αγαπολογία” πως θα ακουγόταν η παρακάτω φράση: “όταν τα ήπια μέσα δεν αρκούσι, αντικαθίστανται τα στυπτικά και πληκτικά και δριμέα, και το πυρ αν θέλης, και ο σίδηρος. Αλλά σίδηρος όπου νύττει χωρίς να σφάξη, αλλά πυρ όπου καίει χωρίς να κατακαύση…”. Ποιά είναι όλα αυτά τα μέσα της αγάπης της Εκκλησίας;
Διαβάζουμε σχετικά στη σελ. 12, : “Ιδού της Ανοχής οι κανόνες…ήμερα και ανώδυνα, η απαθής και ειρηνική της εκείνου κακοδοξίας έκθεσις, ο απλούς και ακέραιος λόγος της των Γραφών και των Πατέρων διδασκαλίας, η μετά αγάπης παραίνεσις, η μετά πραότητος συμβουλή, η μετά ελέους υποθήκη, τα από καρδίας εκχεόμενα υπέρ αυτού δάκρυα.
Ιατρικά στυφότερα και αυστηρότερα, ο πεπαρρησιασμένος ζήλος, ο ανυπόκριτος και απερικάλυπτος έλεγχος, η εμβριθής επίπληξις, η μετά δεινοπαθείας επιτίμησις, η μετά διαμαρτυρήσεως απειλή, και η των εκκλησιαστικών κανόνων και ποινών παράστασις.
Ακολούθως, υπόλοιπον μένει η εγκατάλειψις του σκληροτραχήλου, και η απόγνωσις και τελευταίον βη απ’ αυτού αποτροπή και αποχώρησις ως από μιαρού και βεβήλου, και η αποκοπή από του της Εκκλησίας σώματος, ως μέλους ήδη νενεκρωμένου και σεσηπότος, διά να μη φθάση να μεταδώση της λύμης και της παραφθοράς και εις τα λοιπά μέλη τα υγιαίνοντα. Τούτο όμως το έσχατον πάντοτε είναι ανάγκη να ευρίσκεται ενωμένον με τα σπλάχνα μιάς φιλανθρώπου και συμπαθούς διαθέσεως”.
Τα συμπεράσματα δικά σας.
Στο σημείο αυτό και πριν κλείσει κι αυτή η ενότητα είναι σημαντικό να διατυπωθούν κάποιες αλήθειες που πολύ εύκολα παραβλέπονται στους διαλόγους της” “αγάπης”.
1) Ο κάθε διάλογος πρέπει να έχει όρια. Τα όρια αυτά οφείλουν να συμπίπτουν αδιαπραγμάτευτα με τις δογματικές αλήθειες της ορθοδόξου πίστεως. Και να μη μένουν σε αβροφροσύνες και επίπλαστες υποκριτικές συμπεριφορές.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ως θεόπνευστος ερμηνευτής διευκρινίζει πως (PG 54, 623) : “αγάπην δείκνυσι γνησίαν, ου κοινωνία τραπέζης, ουδέ πρόσρησις ψιλή, ουδέ κολακεία ρημάτων, αλλά το διορθώσαι και σκοπήσαι το συμφέρον του πλησίον, το τον πεπτωκότα διαναστήσαι”.
2) Ο μακαριστός γέροντας π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος στηριζόμενος στο πιό πάνω χωρίο του αγ. Ιωάννου διατύπωνε την αλήθεια, που συστηματικά παραβλέπεται, ότι “διάλογος αληθείας εν αγάπη διά τον ορθόδοξον σημαίνει, διαλέγομαι μετά τινος ετεροφρονούντος, εξ αγάπης προς αυτόν, ίνα καταδείξω αυτώ πού αστοχεί περί την αλήθειαν και πώς θα οδηγηθή εις αυτήν… Ο σκοπός του Ορθοδόξου θα είναι πάντοτε η άνευ συμβιβασμών και υποχωρήσεων κατάθεσις της μαρτυρίας αυτού περί της αληθείας και η αταλάντευτος εμμονή εις αυτήν!… αν η αλήθεια δεν γένηται δεκτή, απέρχεται εν θλίψει υποτονθορύζων το “κρείττων επαινετός πόλεμος ειρήνης χωριζούσης”… “. (Αρχιμ. Επιφανίου Θεοδωροπούλου, “Τα δύο άκρα: Οικουμενισμός και Ζηλωτισμός, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζήνος, Β’ Έκδοση, Αθήναι 1997, σελ. 40-41).
3) Ο μακαριστός καθηγητής Κ. Μουρατίδης υπογράμμιζε πριν πολλά χρόνια σημαντικά σημεία γιά τον κατ’ ευφημισμόν “Διάλογο της αγάπης” γράφοντας πως “είναι ΔΙΑΙΡΕΣΙΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΑΠΟ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΝΩΣΙΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΜΕΤΑ ΤΗΣ ΑΙΡΕΣΕΩΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΨΕΥΔΟΥΣ…
Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΕΧΑΛΚΕΥΘΗ ΔΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗΝ… Κορυφαίοι Ορθόδοξοι εκήρυτταν αδίστακτα γυμνή τη κεφαλή ότι οι θείοι και ιεροί κανόνες είναι ανθρώπινα κατασκευάσματα ανοησιών και μίσους, τα δε δόγματα πρέπει η Ορθοδοξία να τα κλείση εις το θησαυροφυλάκιόν της… Και αφού έκλεισαν εις το θησαυροφυλάκιον της νοσηράς φαντασίας των τα δόγματα και τους Κανόνας της Εκκλησίας, επεδόθησαν ανενόχλητοι εις την κυκλοφορίαν παραπλανητικών συνθημάτων ως λ.χ. ότι η Θεολογία, δηλαδή η Αλήθεια διαιρεί, ενώ η Αγάπη ενώνει!… “.
Αν τα παραπάνω φαίνονται υπερβολικά, τότε ας διαβάσουμε στο περιοδικό “Ανάπλασις” (Αριθμ. Φ. 402, Νοεμ. – Δεκ. 2002, σελ. 168-172) άρθρο του θεολόγου Αθ. Κοτταδάκη ο οποίος με άρθρο του επιβεβαιώνει πανηγυρικά και μετά από πολλά χρόνια όσα διαβάσαμε ακριβώς παραπάνω.
“Η δυναμική της αγάπης χωρίς όρια και διαχωριστικές γραμμές, ως δυναμική της Εκκλησίας σήμερα, είναι η μόνη που μπορεί να αναπληρώσει την απωλεσθείσα τιμή του χριστιανού. ΑΥΤΗ Η ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΘΑ ΑΠΟΚΡΥΠΤΟΓΡΑΦΗΣΕΙ ΔΟΓΜΑΤΙΚΟΥΣ ΓΡΙΦΟΥΣ, ΘΑ ΤΟΥΣ ΜΕΤΑΛΛΑΞΕΙ ΣΕ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ…Η ΑΓΑΠΗ ΧΩΡΙΣ ΟΡΟΥΣ ΚΑΙ ΟΡΙΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΤΑ ΔΟΓΜΑΤΑ – ΓΡΙΦΟΙ ΘΑ ΞΕΧΩΡΙΣΟΥΝ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟ. ΤΑ ΔΟΓΜΑΤΑ ΙΣΧΥΡΙΖΟΝΤΑΙ ΤΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΗ ΟΡΘΟΔΟΞΟ. ΟΜΩΣ ΩΡΑ ΝΑ ΠΡΟΣΓΕΙΩΘΟΥΜΕ… ΣΕΒΟΜΑΣΤΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ”!!!
Αυτό πρέπει να είναι αυτό που λένε “5η φάλαγγα”!
Στο ίδιο μήκος κύματος ο δικαστικός-κληρικός π. Κων. Μπέης ο οποίος μιλώντας σε εκπομπή του σταθμού της Εκκλησίας της Ελλάδος 89.5FM (Μάρτιος 2007), σχετικά με τις ιερατικές κλίσεις, ανέφερε μεταξύ άλλων τα “δογματικά απολιθώματα” ως εμπόδια γιά την προσέλευση στην ιερωσύνη. Δυστυχώς οι μαρτυρίες της αλλόκοτης αυτής στάσης ορθοδόξων θεολόγων όλο και πληθαίνουν.
Σε δημοσίευμα του μακαριστού ομοτίμου καθηγητού Ιωάννη Κορναράκη (“Ορθόδοξος Τύπος”, 22-12-2006) μαθαίνουμε ότι στο περιεχόμενο του νέου εορτολογίου του 2007, που εξέδωσε η Ι. Μητρόπολη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας, συμπεριελήφθη απόσπασμα τοπικής εφημερίδος (“Το Βήμα της Αιγιαλείας”, 7/5/2006) στο οποίο οι ιεροί Κανόνες χαρακτηρίζονται “σκωληκόβρωτα εκκλησιαστικά κιτάπια“!
4) Μιά ακόμη ισχυρή μαρτυρία μας παρέχει ο μακαριστός λόγιος μοναχός γέρων Θεόκλητος Διονυσιάτης (“Ορθόδοξος Τύπος”, 5/1/2007).
Αφού πρώτα αναφέρεται στο θεόπνευστο χωρίο του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά : “Αν δε σοι και εμπόδιον ώσι και μάλιστα προς την αληθή και σωτήριον πίστιν, ετερόδοξοι τινες όντες, ου μόνον φεύξη, αλλά και μισήσεις ουκ εκείνους μόνους, αλλά και πάντας τους προς γένους και τους κατά πάσαν άλλην φιλίαν και συνάφειαν”, στη συνέχεια σχολιάζει: “Η αγία ψυχή των αγίων Πατέρων ήτο διαπεποτισμένη από την προς Θεόν και τον πλησίον αγάπη, από έλεος προς τα αθλιέστερα όντα, αλλά και από μίσος προς τας κακίας και τας φθειρούσας την αλήθειαν πλάνας των… “!
Ενώ εμείς, αντίθετα, κρατήσαμε την αγάπη προς τον ετερόδοξο αδελφό και την επεκτείναμε ως αποδοχή της δικής του “αλήθειας”.
5) Όσον αφορά στη δική μου θέση οφείλω να ομολογήσω πως με καλύπτει πλήρως η διδασκαλία του μεγάλου Σέρβου αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς.
Ο Άγιος υπογραμμίζει πως “ο σύγχρονος” διάλογος της αγάπης”, ο οποίος τελείται υπό την μορφήν γυμνού συναισθηματισμού, είναι εις την πραγματικότητα ΟΛΙΓΟΠΙΣΤΟΣ ΑΡΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΙΩΔΟΥΣ ΑΓΙΑΣΜΟΥ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ… Η ουσία της αγάπης είναι η αλήθεια. Η αγάπη ζη και υπάρχει αληθεύουσα… Ας μη απατώμεθα. Υπάρχει και ο “διάλογος του ψεύδους”, όταν οι διαλεγόμενοι συνειδητώς ή ασυνειδήτως ψεύδονται ο εις εις τον άλλον. Τοιούτος διάλογος είναι οικείος εις τον πατέρα του ψεύδους, τον Διάβολον,… Οικείος είναι και σε όλους τους εκουσίους ή ακουσίους συνεργάτας του, όταν αυτοί θελήσουν να πραγματοποιήσουν το καλό των διά του κακού, να φθάσουν εις την “αλήθειάν” των με την βοήθειαν του ψεύδους. ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΑΝΕΥ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ”!!!
6) Την ίδια ακριβώς αλήθεια υπερασπιζόταν ο μακαριστός π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος όταν κατακεραύνωνε στην κυριολεξία με παρρησία και το θάρρος της γνώμης του το οποίο στηριζόταν στην Αλήθεια, τον τότε Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα: “Παναγιώτατε, ψάλλετε και Υμείς και οι ακολουθούντες Υμίν, εις πάντας τους ήχους το τροπάριον της “Αγάπης”. Αγάπη, αγάπη, αγάπη! Αγάπη άνευ όρων και ορίων. Περίεργον όμως!… Πώς δεν διατίθενται ολίγαι σταγόνες αγάπης και διά τους ταλαιπώρους Ορθοδόξους;…αίτινες σκανδαλίζονται βλέποντες τον Ορθόδοξον Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως να αθετή ιερούς Κανόνας, να ανατρέπη αιωνοβίους Παραδόσεις… Δι’ αυτούς δεν υπάρχει ούτε μόριον στοργής. Άραγε όμως αγαπάτε τους αιρετικούς; ΟΧΙ! Ημείς αγαπώμεν πραγματικώς και ειλικρινώς τους αιρετικούς, ημείς οι “στενοκέφαλοι” και “φανατικοί”… Ποίον ετερόδοξον ωδηγήσατε Υμείς και οι δορυφορούντες Υμάς μελιστάλακτοι και ασπόνδυλοι Επίσκοποι εις την Ορθοδοξίαν; ΟΥΤΕ ΕΝΑΝ, ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΤΕ!… παρά τα ταξίματα, τα συνέδρια, τα γεύματα, τα δώρα, τα μειδιάματα. Μόνον “φανατικοί” τινες Ορθόδοξοι εγένοντο αφορμή προσελκύσεως αιρετικών εις την αλήθειαν της Ορθοδοξίας”!!!
7) Τον κώδωνα του κινδύνου από την προώθησιν άνευ όρων αληθείας του λεγομένου “Διαλόγου της αγάπης” έχουν κρούσει, κατά καιρούς, επιφανείς ορθόδοξοι θεολόγοι, μεταξύ των οποίων θα μνημονευθούν εδώ οι κάτωθι :
α) Παναγιώτης Τρεμπέλας
” 1) Μόλις είναι ανάγκη να είπωμεν, ότι αντιτίθεται όλως προς πάντα θεολογικόν διάλογον η θεολογία της αγάπης. Προ παντός διαλόγου, η καινοφανής αύτη και όλως κακόδοξος θεολογία δέον όχι απλώς να αποφευχθή και παραμερισθή, αλλά να κατακριθή και αποκηρυχθή”!!!
β) Μακαριστός Μητροπολίτης κυρός Τίτος Ματθαιάκης (Τίτου Ματθαιάκη Μητροπολίτου πρώην Παραμυθίας, Φιλιατών και Γηρομερίου,”Η μετά των ετεροδόξων επικοινωνία”, Αθήναι 1978, σελ. 39):” Ευκταίον θα ήτο, εάν κατά την ανταλλαγήν ευχών προκαθημένων της ημετέρας Εκκλησίας μετά του Επισκόπου Ρώμης αποφεύγοντο φράσεις φιλοφροσύνης, δυνάμεναι απλώς ως λόγοι να προκαλέσωσι παρεξηγήσεις εις τους πιστούς, εκλαμβανόμεναι παρ αυτών ουχί εξ ειλικρινούς και ανυποκρίτου αγάπης, αλλ ως διάθεσις υποτελείας ή έτι μάλλον αναγνωρίσεως της θέσεως την οποίαν ούτος κέκτηται εν τη εκκλησία αυτού”!
Φανταστείτε πόσο έχουν βλάψει την Εκκλησία μας και έχουν κρατήσει σε κατάσταση πνευματικής πορώσεως τον Πάπα φράσεις που του απευθύνθηκαν από Ορθοδόξους, όπως : “πεφιλημένε εν Χριστώ αδελφέ”, “τον διακεκριμένο θεολόγο και διανοούμενο”, “τον άνθρωπο που ζούσε μόνος με τον Θεό, τον φίλο της Ορθοδοξίας”, “προσβλέπωμεν… προς την βαθείαν θεολογικήν παιδείαν της Υμετέρας Αγιότητος και την ευλαβή αφοσίωσίν Της εις την Εκκλησιαστικήν Παράδοσιν σε συνδυασμό με την εξαίρετη γνώση Αυτής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, των Δογμάτων και Παραδόσεων Αυτής…και την διάπυρον επιθυμίαν της Υμετέρας Αγιότητος να επουλώσει τα τραύματα του παρελθόντος και να επιτύχει την ενότητα εν Αληθεία και Αγάπη”, κλπ.
Χριστέ μου, τι διαβάζουμε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου