Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βαρθολομαίος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βαρθολομαίος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2025

Οι τρείς στόχοι του Φαναρίου για το 2025

 



Εισαγωγικά

Στο παρακάτω απόσπασμα από την ομλία του Οικουμενικού Πατριάρχη την 1η Ιανουαρίου 2025 αποτυπώνονται οι στόχοι του Φαναρίου για το 2025.Αυτοί είναι.

1ον. Η 1700ή επέτειος από τη σύγκληση της Α' Οικουμενικής Συνόδου σε συνεορτασμό με τον αδελφό του Πάπα Ρώμης Φραγκίσκο,

2ον. Το επιδιωκόμενο "κοινό Πάσχα" μεταξύ Ορθοδόξων, Παπικών και λοιπών αιρετικών,

3ον. Η επέτειος της (βλάσφημης) άρσεως της ακοινωνησίας προς τον Παπισμό, γνωστή με την παραπλανητική ονομασία "άρση των αναθεμάτων" του 1965, στην οποία προέβη ο γνωστός Οικουμενιστής, πανθρησκειαστής και μασόνος Πατριάρχης Αθηναγόρας μαζί με τον αδελφό του Πάπα Παύλο τον Στ’ .

ΕΡΩΤΗΣΗ(ρητορική)..

Πόσοι, ραγε, κ τν λλαδιτν μητροπολιτν μας θ επον να βροντερ «ΟΧΙ»; Πόσοι!

---------------------------------------------------------------------------------

Απόσπασμα 

Καί ἐφέτος, ἡ πανέορτος εἴσοδος εἰς τό νέον ἔτος νοηματοδοτεῖται ἔτι περαιτέρω, καθώς τό αὐτό φέρει ὁσμήν εὐωδίας πνευματικῆς, ἀναδυομένης ἐκ τῶν πρώτων χριστιανικῶν αἰώνων, ἀπό ἕν μέγα γεγονός διά τήν ἀδιαίρετον Ἐκκλησίαν, τό ὁποῖον συνετελέσθη κατά τόν τέταρτον αἰῶνα, ὀλίγον χρόνον πρό τῆς γεννήσεως τοῦ σήμερον ἑορταζομένου φωστῆρος τῆς οἰκουμένης, τοῦ φιλανθρώπου ἀσκητοῦ καί κοινωνικοῦ ἀναμορφωτοῦ, τοῦ φιλοπτώχου καί πτωχοτρόφου, τοῦ οὐρανοφάντορος Ἀρχιεπισκόπου Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, γεγονός τό ὁποῖον ἐτροφοδότησε καί ἐτροχοδρόμησεν ἐν συνεχείᾳ τήν θεολογικήν σκέψιν καί ἐκκλησιαστικήν πορείαν τοῦ σπουδαίου τούτου ἱεράρχου ὡς καί τῶν ἄλλων μεγάλων θεολόγων τόσον τοῦ τετάρτου, ὅσον καί τῶν μετέπειτα αἰώνων. Πρόκειται διά τήν Α´ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικήν Σύνοδον, ἀπό τῆς συγκλήσεως τῆς ὁποίας συμπληροῦνται ἐφέτος 1700 ἔτη. Ὁ καθ᾽ ἡμᾶς Ἁγιώτατος Ἀποστολικός καί Πατριαρχικός Οἰκουμενικός Θρόνος καί σύμπασα ἡ Χριστιανοσύνη τιμᾷ τήν ἱεράν καί μεγάλην αὐτήν ἐπέτειον καί ἅπαντες οἱ Χριστιανοί γηθοσύνως ἀνυμνοῦμεν καί γεραίρομεν τούς 318 Ἁγίους Συνοδικούς Πατέρας, τῶν ὁποίων «τοῖς θείοις δόγμασιν ἑπόμενοι, βεβαίως πιστεύοντες λατρεύομεν, ἐν μιᾷ Θεότητι, Τριάδα ὁμοούσιον». 

Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον καί ἡ Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία, ἐν συνεργασίᾳ, συνεκρότησαν κοινήν ἐπιτροπήν διά τήν ὀργάνωσιν τοῦ συνεορτασμοῦ αὐτῆς τῆς ἱστορικῆς ἐπετείου, κατά μῆνα Μάϊον τοῦ νέου ἔτους εἰς τήν Νίκαιαν τῆς Βιθυνίας, ἔνθα ἡ ἡμετέρα Μετριότης ἀναμένει νά ὑποδεχθῇ τόν Ἁγιώτατον Πάπαν Ρώμης Φραγκίσκον. Μέ τήν ἐπέτειον τῆς Συνόδου τῆς Νικαίας συνδέεται ἄμεσα καί ἡ ἐπαναφορά εἰς τό προσκήνιον τοῦ κρισίμου διά τήν ἑνότητα τῶν Χριστιανῶν θέματος τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα.

Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2024

 

Βαρθολομαίος: Παρεξηγήσεις του παρελθόντος τα αίτια του σχίσματος;

Στη θρονική εορτή του Αγίου Ανδρέα στο Φανάρι, μάθαμε πως ο «οικουμενισμός των Αγίων» και o «διάλογος της ζωής» μας οδηγούν στο κοινό ποτήριο.

Το Σάββατο, 30 Νοεμβρίου 2024, πραγματοποιήθηκε Πατριαρχική Θεία Λειτουργία προεξάρχοντος του Πατριάρχη Βαρθολομαίου, με την συμμετοχή πλήθους αρχιερέων.

Συνεχίστηκε η φαρσοκωμωδία που έχει επιβληθεί κατά την Πατριαρχία Αρχοντώνη, όπου κατά τη Θεία Λειτουργία παρίσταται παπική αντιπροσωπεία, με επικεφαλής τον Καρδινάλιο κ. Kurt Koch, Πρόεδρο της Ποντιφικής Επιτροπής (Dicastery) για την Προώθηση της Ενότητας, και τα μέλη της κ. Marek Solczynski, Νούντσιο του Βατικανού στην Τουρκία και το Αζερμπαϊτζάν, κ. Flavio Pace, Γραμματέα της Επιτροπής, κ.Andrea Palmieri, Υπογραμματέα (…), καθώς και τον Ηγούμενο της παπικής Μονής Pannonhalma της Ουγγαρίας κ.Κύριλλος Hortobágyi με πολυμελή Αντιπροσωπεία.

Μεταξύ άλλων φιλοφρονήσεων και απίθανων χαρακτηρισμών ακούσαμε από τα χείλη του κ. Βαρθολομαίου πως: «Όπως γνωρίζουν πολλοί από εσάς, ευρίσκεται εις την Πόλιν μας η επίσημος Αντιπροσωπεία του Αγιωτάτου αδελφού Πάπα Ρώμης Φραγκίσκου, διά να συμμετάσχη εις την Θρονικήν Εορτήν της Κωνσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας, έθος ισχύον ήδη επί πολλάς δεκαετίας, το οποίον αποτελεί ένδειξιν και σύμβολον του διαλόγου της αγάπης και της αληθείας των δύο Εκκλησιών, καθώς και του λεγομένου «διαλόγου της ζωής»της κοινής πορείας, του Θεού ευδοκούντος, προς την ενότητα εν τη πίστει και το κοινόν ποτήριον της Θείας Ευχαριστίας».

Χωρίς να θέλουμε να διαστρέψουμε τους λόγους του Πατριάρχη, η αθώωση της Ουνίας, η νομιμοποίηση των συμπροσευχών με αιρετικούς, η επιχειρούμενη νομιμοποίηση της παναιρέσεως του Οικουμενισμού και η Νέα Εκκλησιολογία που φέρει την υπογραφή του στην ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου Κρήτης, καθώς και το Νέο Σχίσμα στην Ορθοδοξία με τις βίαιες διώξεις των Ορθοδόξων κληρικών και λαϊκών αλλά και τις εκατόμβες των νεκρών ενός πολέμου για τον οποίο φέρει τεράστια ευθύνη, ως ηθικός συναυτουργός, θεωρούνται βήματα προόδου του διαλόγου!

Αντιλαμβανόμαστε πως το κοινό ποτήριο με τους αιρετικούς παπικούς, οι οποίοι μετά το σχίσμα και την πτώση του πάπα έχουν υιοθετήσει και πλήθος αιρέσεων και πλανών στη διδασκαλία τους, αποτελεί διακαή πόθο του Πατριάρχη Βαρθολομαίου.

Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2024

ΠΟΙΜΕΝΕΣ ΚΡΑΤΟΥΝ “ΓΚΛΙΤΣΑ” ΧΩΡΙΣ ΤΟ ΠΟΙΜΝΙΟΝ

 


 

Φωτογραφία ἀπὸ τὴν ἐπίσκεψιν τοῦ Μητρ. Σπάρτης Εὐσταθίου (27 Ἰουλίου 2022), εἰς τὸν Πατριάρχην Βαρθολομαῖον, συνοδευομένου ἀπὸ τὸν μετέπειτα Ἐπίσκοπον Λακεδαιμονίας Θεόφιλον.

Εὐτελίσθη ὁ Μητροπολίτης Σπάρτης καί Μονεμβασίας μέ τάς ὑποδοχάς τοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου

ΠΟΙΜΕΝΕΣ ΚΡΑΤΟΥΝ “ΓΚΛΙΤΣΑ” ΧΩΡΙΣ ΤΟ ΠΟΙΜΝΙΟΝ

 Χριστόδουλος, θῦμα τοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου ὑπαιτιότητί του

Γράφει ὁ κ. Γεώργιος Τραμπούλης, θεολόγος

  Ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος εἶναι γεγονός ὅτι κινεῖται ἀπροκάλυπτα ἀλλά καί προκλητικά. Στήν ἐναρκτήρια ὁμιλία του στήν σύναξη τῶν ἐπισκόπων τοῦ Πατριαρχείου τήν 1η Σεπτεμβρίου 2018, γιά νά τονίση ὅτι δέν ὑπάρχει Ὀρθοδοξία χωρίς τό Πατριαρχεῖο χρησιμοποίησε τόν λόγο τοῦ κοιμηθέντος Μητροπολίτη Γορτύνης καί Ἀρκαδίας Κυρίλλου, ὁ ὁποῖος εἶχε πεῖ ὅτι «Κατά καιρούς ἀντιμετωπίζουμε δυσκολίας καί πειρασμούς, καί τοῦτο ἐπειδή λελανθασμένως τινές νομίζουσιν ὅτι δύνανται νά ἀγαπήσουν τήν Ὀρθόδοξην Ἐκκλησίαν ἀλλ’ οὐχί καί τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, ἀγνοοῦντες ὅτι αὐτό ἐνσαρκώνει τό γνήσιο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος… ἐν αὐτῷ ζωή ἦν, καί ἡ ζωή ἦν τό φῶς τῶν ἀνθρώπων…». Ἡ ἀρχή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, “ἐν αὐτῷ ζωή ἦν, καί ἡ ζωή ἦν τό φῶς τῶν Ἐκκλησιῶν”». Δηλαδή, τό κακόδοξο Πατριαρχεῖο εἶναι τό φῶς τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ἐάν εἶναι δυνατόν!

Πλαστογραφημένη ἑρμηνεία τοῦ 28ου Κανόνος

  Εἶναι γεγονός ὅτι τό Φανάρι κινεῖται ἀνεξέλεγκτα καί ἀδίστακτα μέ στόχο νά ἐπιβάλη παπικό πρωτεῖο καί νά καθ’ ὑποτάξη κάτω ἀπό τό σκῆπτρο του ὅλες τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες καί αὐτό μέ τήν πλαστογραφημένη ἑρμηνεία τοῦ 28ου Κανόνα τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἔτσι, ὅπως ἄλλοτε ἡ παλαιά Ρώμη μέσα ἀπό τήν ψευδο-Κωνσταντίνεια δωρεά καί τίς ψευδο-Ἰσιδώρειες Διατάξεις ἐπέβαλε πρωτεῖο ἐξουσίας σέ ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία, κατ’ ἀνάλογο τρόπο κινεῖται καί σήμερα τό Πατριαρχεῖο. Ἀλλά καί μέ τήν αὐτόβουλη προσθήκη στόν τίτλο του τοῦ ἐπιθέτου “Οἰκουμενικός”, προσπαθεῖ νά στήση ἕνα δεύτερο Βατικανό στίς ἀκτές τοῦ Βοσπόρου καί νά καταστήση ὑπό τήν δικαιοδοσία του ὅλη τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.

  Ἄλλωστε, ἔκφραση αὐτῆς τῆς ἄμετρης ἐπιδιώξεώς του εἶναι καί ἡ σχεδόν καθημερινή ἐμφάνιση τοῦ Πατριάρχου στά μέσα ἐνημέρωσης, πού τόν παρουσιάζουν ὅτι δῆθεν εἶναι ὁ προκαθήμενος ὁλόκληρης τῆς Ὀρθοδοξίας.

  Στά πλαίσια αὐτῆς τῆς χωρίς ὅρια φιλοδοξίας του ἀναπτύσσονται βαθμιαῖα καί σέ ὅλη τήν ἐκτασή τους καί οἱ δραστηριότητές του στόν χῶρο τῆς δικαιοδοσίας τῆς Αὐτοκέφαλης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἔχει ἐπισημανθῆ ὅτι στίς προηγούμενες δεκαετίες προσπαθοῦσε μέ κάθε τρόπο νά εἰσχωρήση καί νά ὑποσκελίση τόν Προκαθήμενο τῆς ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας, μέ τό νά προσαρτήση τίς Μητροπόλεις καί τούς Μητροπολίτες τῆς βορείου Ἑλλάδος, νά ἐγκαταστήση Πατριαρχικό κέντρο στό λεκανοπέδιο τῆς Ἀττικῆς καί ἀπό ἐκεῖ νά ἐκπέμπη κατευθύνσεις καί νά ἐκμεταλλεύεται τά ἑλληνικά μέσα ἐνημέρωσης ὑπέρ αὐτοῦ.

  Γιά αὐτό ἄλλωστε καί ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Σεραφείμ (Τίκας) δέν εἶχε ἐπιτρέψει ἀπό τήν ἐκλογή τοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου, τό 1991, ἕως τήν κοίμησή του, τό 1998, νά ἐπισκεφθῆ τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, διότι γνώριζε πολύ καλά τόν καταστρεπτικό του ρόλο στήν Ἐκκλησία. Καί μάλιστα, ὁ τότε πρωθυπουργός Κωνσταντῖνος Μητσοτάκης, πατέρας τοῦ νῦν πρωθυπουργοῦ, μέ κάθε τρόπο ἀπέρριπτε τήν ἐκλογή Βαρθολομαίου Ἀρχαντώνη, στό τέλος ὅμως ὑπετάγη στίς ἐντολές τῶν ὑπερατλαντικῶν ἀφεντάδων του. Γιά αὐτό τόν προφανέστατο λόγο καί ὁ Κυριάκος Μητσοτάκης οὐδέποτε ἐπισκέφθηκε ἐπισήμως τό Φανάρι. Μόνον ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἐπεδίωκε ἀκρόαση στά διάφορα σημεῖα πού ἐπισκεπτόταν ὁ πρωθυπουργός, ὅπως στό Ντουμπάι. Ἐπίσης κατὰ τὴν σύνταξη τοῦ ἐπιβατηρίου λόγου τοῦ Ἀρχ. Χριστοδούλου, σύμβουλός του ἀπαίτησε νὰ διαγραφῆ ἡ ἄμεσος ἐπίσκεψη στὸ Φανάρι, ἀλλὰ ἐκεῖνος εἶχε ἀρνηθῆ. Ἔτσι, μέσα σέ αὐτό τό μακρῆς πνοῆς πρόγραμμα τοῦ Πατριάρχη, νά εἰσχωρήση δηλαδή καί νά ὑποσκελίση τόν Προκαθήμενο τῆς ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας, ἐντάσσονται οἱ συχνές καί πυκνές πολυήμερες παρουσίες του στίς ἑλληνικές Μητροπόλεις.

  Σήμερα πιά ὄχι μόνον ἔχει ἐγκατασταθῆ Πατριαρχικό κέντρο στήν Ἀττική καί ὁ Προκαθήμενος τοῦ Φαναρίου ἐπισκέπτεται τίς ἑλληνικές Μητροπόλεις ἀπό τήν μία ἄκρη τῆς Ἑλλάδος ἕως τήν ἄλλη, ἀλλά καί τά μέσα ἐνημέρωσης ἀσχολοῦνται ἀποκλειστικά μέ τό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως καί τόν Προκαθήμενό του. Ἐνῶ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος παρουσιάζεται ὡς δευτερεῦον πρόσωπο, ὡς κομπάρσος, στήν προσπάθεια τοῦ Πατριάρχη νά ἀποκτήση ἡγετικό ρόλο.

  Ἔτσι, δέν περνάει δίμηνο πού ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἐπισκέπτεται τίς Μητροπόλεις τοῦ λεκανοπεδίου Ἀττικῆς. Τελευταία φορά ἦταν τόν περασμένο Σεπτέμβριο, ὅταν εἶχε ἐπισκεφθῆ τίς Ἱ. Μ. Πολυανῆς καί Κιλκισίου, Θεσσαλονίκης καί στήν συνέχεια κατέβηκε στήν Ἀθήνα, ἐπισκεπτόμενος τήν Μητρόπολη Νέας Σμύρνης. Δύο μῆνες μετά, ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ξανά ἐπισκέπτεται τίς Μητροπόλεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τῆς Νέας Ἰωνίας, Περιστερίου καί κατεβαίνει στό ἄλλο ἄκρο τῆς ἑλλαδικῆς ἐπικράτειας, στήν Μητρόπολη Σπάρτης.

Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2024

ΑΝΤΙ ΝΑ ΝΤΡΕΠΕΤΑΙ Ο ΑΝΑΙΣΘΗΤΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΑΡΙΘΜΗΤΕΣ ΑΣΧΗΜΕΙΕΣ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΤΟΥ, ΚΟΡΔΩΝΕΤΑΙ, ΚΑΥΧΙΕΤΑΙ ΚΑΙ ΚΑΜΑΡΩΝΕΙ... 

Βαρθολομαίος, ο ξεπλυμενος και απυλωτος: 

“Τους ακούμε να φωνάζουν ότι θέλουν Πατριάρχη οικουμενικό και όχι Πατριάρχη φιλοπαπικό. Εγώ ευτυχώς ή δυστυχώς είμαι και από τα δύο. Είμαι και οικουμενικός και φιλοπαπικός…..Και όταν λέω φιλοπαπικός δεν εννοώ τίποτα άλλο από το να πιστεύω στην αξία και αναγκαιότητα του διαλόγου”, κατέληξε.

Ω ΨΕΥΤΗ ΚΑΙ ΕΜΠΑΙΚΤΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΛΑΟΥ, ΨΕΥΤΟΠΑΤΡΙΑΡΧΑ. 

Οσοι σε καλουν στις μητροπολεις και σε εγκωμιαζουν και σε ρενουν με λουλουδια, σε κοροϊδευουν, σε γελοιοποιουν και σε δουλευουν. 

Αλλα εσυ απο τις πολλες κολακειες, τυφλωνεσαι και δεν το καταλαβαινεις. 

Εισαι αξιος οικτου, ταλαιπωρε.


Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2024

 


Μὲ ὅλον τὸν σεβασμὸν  εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μονεμβασίας καὶ Σπάρτης Εὐσταθίου θέλομεν νὰ τοῦ ἀπευθύνωμεν ὁρισμένα υἱικὰ ἐρωτήματα.

Ὁ Σεβασμιώτατος δὲν ἀκούει, δὲν ἀντιλαμβάνεται, δὲν ἀποκρίνεται εἰς τὰς προκλήσεις τῶν γεγονότων; 

Διατὶ σιωπᾶ; 

Δὲν κατανοεῖ τὸν πόνον, ψυχικὸν καὶ σωματικόν, τοῦ ἀδελφοῦ του Μητροπολίτου Ὀνουφρίου καὶ τῶν συνεπισκόπων του, τοῦ πιστοῦ λαοῦ τῆς μαρτυρικῆς Οὐκρανίας; 

Οἱ πρόγονοί μας ἂν καὶ δὲν εἶχον γνωρίσει τὸν Κύριον τῆς Ἀληθείας ἐτόνιζον ὅτι «φίλος ὁ Πλάτων, φιλτάτη ἡ ἀλήθεια». 

Ὁ Σεβασμιώτατος δὲν ἔχει ἀκούσει ὅτι τὸ Πατριαρχεῖον καὶ ὁ Προκαθήμενός του δὲν διαφυλάττει τὴν παράδοσιν τοῦ εὐσεβοῦς Γένους μας καὶ δὲν μαρτυρεῖ οὔτε περιφρουρεῖ τὴν ὀρθόδοξον πίστιν; 

Δὲν γνωρίζει ὅτι ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, ὁ ὁποῖος ὄντως ἔχει πολλὰ χαρίσματα, ὅμως δὲν τὰ χρησιμοποιεῖ πρὸς δόξαν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ πρὸς διεκδικήσεις πρωτοκαθεδριῶν, ἀνταγωνισμοὺς φιλοδοξιῶν, συμφεροντολογικοὺς ὑπολογισμούς, προσωπικάς φιλοδοξίας καὶ κενοδοξίας. 

Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τονίζουν ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος δὲν ὁμιλεῖ εἶναι συναυτουργὸς τῆς ἀνωμαλίας, σύντεχνος καὶ συνεργάτης τῆς φθορᾶς. 

Ἐπειδὴ ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Εὐστάθιος δὲν ἀνήκει εἰς αὐτούς, θέλομεν νὰ πιστεύωμεν ὅτι κατ’ ἰδίαν και κατα μετωπον θὰ ὑποδείξη εἰς τὸν Πατριάρχην τὰ τραγικὰ λάθη του.


Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2024

ΧΘΕΣΙΝΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ 

ΣΤΗΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙ ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ.
ΔΕΙΤΕ ΠΟΣΟΙ ΦΟΥΣΚΩΤΟΙ ΦΥΛΑΓΟΥΝ 
ΤΟΝ 

ΑΡΧΙΤΡΟΜΟΚΡΑΤΗ ΤΟΥ ΠΛΑΝΗΤΗ, 

ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΚΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ 

ΚΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΙΚΑΝΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΚΑΚΟΔΟΞΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ, 

ΟΠΟΥ ΓΗΣ.


Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2024

Σχετικά με την αλλοίωση της ορθοδόξου περί Εκκλησίας διδασκαλίας στις ενέργειες της ιεραρχίας του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και στις παρεμβάσεις των εκπροσώπων αυτού (Γ)

 


ΜΕΡΟΣ-Γ-ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ 

ΕΝΟΤΗΤΕΣ

-Η «ἀποκατάστασις εἰς οἰκεῖον βαθμόν» των σχισματικών, οι οποίοι δεν διέθεταν κανονική χειροτονία ή καθαιρέθηκαν από ιεροσύνης εξαιτίας της προσχωρήσεως σε σχίσμα.

-Αξιώσεις του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως επί της αποδοχής κληρικών άνευ απολυτηρίου

-Αξιώσεις του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως επί του αποκλειστικού δικαιώματος απονομής αυτοκεφάλου

Η παραβίαση της αρχής της ισότητας των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών

από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως

-Η μονομερής αναθεώρηση από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως πράξεων, που έχουν νομοθεσμική σημασία.

-Αξιώσεις του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως επί του αποκλειστικού δικαιώματος της εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας στη Διασπορά.

-Συμπέρασμα

-------------------------------------------------------------------------

3. Η «ἀποκατάστασις εἰς οἰκεῖον βαθμόν» των σχισματικών, οι οποίοι δεν διέθεταν κανονική χειροτονία ή καθαιρέθηκαν από ιεροσύνης εξαιτίας της προσχωρήσεως σε σχίσμα

 

Αδιαμφισβήτητη αθέτηση των ιερών κανόνων και αποστασία από την μακραίωνη εκκλησιαστική πρακτική αποτελεί η «ἀποκατάστασις εἰς οἰκεῖον βαθμὸν» των Ουκρανών σχισματικών από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.

Με την από 11ης Οκτωβρίου 2018 απόφαση της Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως «ιεράρχες» και «κληρικοί» των δύο σχισματικών δομών στην Ουκρανία, δηλαδή της Ουκρανικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Πατριαρχείου Κιέβου και της Ουκρανικής Ορθοδόξου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας έγιναν δεκτοί σε εκκλησιαστική κοινωνία «εἰς οἰκεῖον αὐτῶν βαθμὸν», χωρίς να εξετασθούν οι περιστάσεις της καταδίκης τους και το εάν διαθέτουν χειροτονία.

Αυτή η απόφαση ελήφθη παρά το γεγονός ότι οι σχισματικοί δεν μετανόησαν και δεν επανενώθηκαν με την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία, από την οποία εξέπεσαν και την οποία εχθρεύονται μέχρι σήμερα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο καταπατήθηκε ο μείζων όρος της αποδοχής των σχισματικών: η μετάνοια και η επανένωση αυτών με την Εκκλησία, από την οποία είχαν αποσχισθεί. Εν τω μεταξύ, ακριβώς με αυτόν τον όρο η Αγία Εκκλησία θεράπευε τα σχίσματα τόσο στην αρχαιότητα, όσο και κατά τη νεότερη εποχή, όπως επιβεβαιώνεται από πολλά παραδείγματα.

Ειδικότερα δε, η εξέταση του προβλήματος του Μελιτιανού σχίσματος έγινε με την απευθείας σύμπραξη της Εκκλησίας της Αλεξανδρείας, εντός της οποίας προέκυψε και η οποία έπασχε από αυτό. Ο επίσκοπος Αλεξανδρείας Αλέξανδρος, όπως αναφέρεται στις συνοδικές πράξεις, «ήταν ο πρωτεργάτης και κεντρικός μέτοχος όλων όσα έγιναν στη Σύνοδο». Είναι χαρακτηριστικό ότι οι επίσκοποι, οι οποίοι είχαν χειροτονηθεί εν σχίσματι τελούντες, επανερχόμενοι στην Εκκλησία, θα έπρεπε να επιβεβαιωθούν με πλέον «μυστικωτέρᾳ χειροτονίᾳ» και τέθηκαν σε υποταγή στους κανονικούς επισκόπους κατά τόπους. Τους συνεστήθη «να μην πράξουν απολύτως τίποτε άνευ της συγκατάθεσης των επισκόπων της Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, των υπό τον [επίσκοπο Αλεξανδρείας] Αλέξανδρο».

Κατά τρόπο παρόμοιο η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος αποφάσισε περί του Νοβατιανού σχίσματος. Σύμφωνα με τον 8ο κανόνα αυτής οι Νοβατιανοί επίσκοποι θα έπρεπε «να ομολογήσουν γραπτώς» ότι θα ακολουθούσουν κατά πάντα τις διατάξεις της Καθολικής Εκκλησίας. Στη συνέχεια, μετά την τέλεση επ’ αυτών χειροθεσίας (ὥστε χειροθετουμένους αὐτούς), επανενώθηκαν με την Εκκλησία και ακριβώς όπως και οι Μελιτιανοί τέθηκαν σε θέση υποταγής έναντι των επιχωρίων κανονικών επισκόπων.

Η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος, η οποία επιλαμβανόταν του ζητήματος της αποδοχής στην Εκκλησία των εικονομάχων επισκόπων, τους ζήτησε γραπτή μετάνοια, το οποίο και έγινε. Παραλλήλως, η υπόθεση του κάθε εικονομάχου επισκόπου εξετάσθηκε από τους πατέρες της Συνόδου ξεχωριστά, όπως αναφέρεται στις συνοδικές πράξεις, και οι επίσκοποι, οι οποίοι ήταν οι πλέον ένθερμοι εικονομάχοι, όπως λ.χ. ο μητροπολίτης Νεοκαισαρείας Γρηγόριος, ανακρίθηκαν με ιδιαίτερη επιμέλεια και κλήθηκαν σε συνεδρίες της Συνόδου κατ’ επανάληψιν.

Στη νεότερη εκκλησιαστική ιστορία η ίδια αρχή εφαρμόσθηκε στη Σύναξη Προκαθημένων και αντιπροσώπων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών το 1998 στη Σόφια: οι σχισματικοί επίσκοποι έγιναν δεκτοί σε κοινωνία μόνον αφού είχαν μετανοήσει και δηλώσει προθυμία να επανενωθούν με την κανονική Ορθόδοξη Εκκλησία της Βουλγαρίας.

Οι σχισματικοί στην Ουκρανία δεν μετανόησαν και δεν επανενώθηκαν με την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία και τον Προκαθήμενό της Μακαριώτατο μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Ονούφριο. Η απόφαση της Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως περί αποδοχής εκείνων των ανθρώπων στην εκκλησιαστική κοινωνία αποδεικνύει την αποστασία από την μακραίωνη πρακτική, που έχει βαθιές ρίζες στην ορθόδοξη δογματική διδασκαλία. Η αποστασία αυτή με τη σειρά της οδηγεί σε αλλοιώσεις ως προς την κατανόηση της φύσεως και της διαρθρώσεως της ίδιας της Εκκλησίας.

Η βαρύτητα της αντικανονικής πράξεως του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως επιδεινώνεται με το ότι όλοι ανεξαιρέτως οι σχισματικοί «επίσκοποι» και «κληρικοί» της σειράς «ἀπεκατεστάθησαν» στον βαθμό τους με αυθαίρετη απόφαση της Συνόδου αυτού, χωρίς να εξετασθεί η αποστολική διαδοχή των χειροτονιών τους. Εν τω μεταξύ σε πολλές περιπτώσεις οι χειροτονίες των Ουκρανών σχισματικών ακόμη και κατ’ άκραν οικονομίαν δεν μπορούν να αναγνωρισθούν ως έγκυρες.

Η ιεραρχία της λεγόμενης «Ουκρανικής Ορθοδόξου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας» (ΟΟΑΕ) ιδρύθηκε από τον πρώην διάκονο της εκκλησιαστικής επαρχίας Τούλας Βίκτωρα Τσεκάλιν (καθαιρέθηκε από ιεροσύνης το 1983) και τον επίσκοπο πρώην Ζιτόμιρ και Όβρουτς Ιωάννη Μποντναρτσούκ (καθαιρέθηκε από αρχιεροσύνης το 1989), οι οποίοι το 1990 «χειροτόνησαν» τους πρώτους επισκόπους της ΟΟΑΕ. Ταυτοχρόνως, ο Βίκτωρ Τσεκάλιν εμφάνιζε τον εαυτό του ως «επίσκοπο Γιάσναγια Πολιάνα Βικέντιο», ουδέποτε και πουθενά (ακόμη και σε μη κανονικές κοινότητες) δεν «χειροτονήθηκε» ούτε επίσκοπος, αλλά ούτε και απλώς πρεσβύτερος.

Η κεντρική μερίδα της εν ενεργεία «ιεραρχίας» της ΟΟΑΕ, που συγκρότησε τη λεγόμενη «Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας», έλκει τη διαδοχή των «χειροτονιών» τους από τα ως άνω δύο πρόσωπα. Ειδικότερα δε, ο «μητροπολίτης Γαλικίας» Ανδρέας Αμπραμτσούκ, ο οποίος συλλειτούργησε με τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο στον ιερό καθεδρικό ναό του Αγίου Γεωργίου στις 6 Ιανουαρίου 2021, «χειροτονήθηκε» με τη συμμετοχή του Β. Τσεκάλιν. Από την «ιεραρχία» του Τσεκάλιν έλαβε την εις επίσκοπο «χειροτονία» του και ο πρώην επικεφαλής της ΟΟΑΕ Μακάριος Μαλέτιτς, ο οποίος αυτοαποκαλείτο «μητροπολίτης Κιέβου και πάσης Ουκρανίας».

Η λεγόμενη «Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία του Πατριαρχείου Κιέβου» (ΟΟΕΠΚ) δημιουργήθηκε ως αποτέλεσμα της μεταπηδήσεως στις 25 Ιουνίου 1992 στην ΟΟΑΕ του μητροπολίτη πρώην Κιέβου Φιλαρέτου Ντενισένκο, ο οποίος δύο εβδομάδες πριν είχε καθαιρεθεί από αρχιεροσύνης από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας εξαιτίας σειράς κατηγοριών, ενώ νωρίτερα είχε τεθεί σε αργία από κάθε ιεροπραξία από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Ουκρανικής Ορθοδόξου Εκκλησίας στις 27-28 Μαΐου 1992.

Αφού προσχώρησε στη σχισματική ΟΟΑΕ ο καθαιρεθείς μητροπολίτης Φιλάρετος επί μακρό χρονικό διάστημα συλλειτουργούσε με τους ιεράρχες «κοπής» Τσεκάλιν, δηλαδή, με όσους ουδέποτε δεν διέθεταν την εις επίσκοπο χειροτονία. Παρά τις προσπάθειες του πρώην μητροπολίτη Φιλαρέτου να «αναχειροτονήσει» κρυφά τους ιεράρχες της ΟΟΑΕ με τη σύμπραξη του βοηθού του επισκόπου Ιακώβου Παντσούκ και του πρώην Λεωπόλεως Ανδρέα Γκοράκ, οι οποίοι επίσης είχαν καθαιρεθεί της ιεροσύνης, μερίδα ιεραρχών εκείνης της δομής αρνήθηκε την «αναχειροτονία». Μετά τη διαίρεση του ουκρανικού σχίσματος το 1993 σε δύο αντικανονικές δομές η «ιεραρχία» του Τσεκάλιν στην ΟΟΑΕ επανειλημμένως μεταπηδούσε στην Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία του Πατριαρχείου Κιέβου και επανερχόταν στην ΟΟΑΕ, συμμετέχοντας κατ’ επανάληψιν σε εις επίσκοπο «χειροτονίες». Ως εκ τούτου, ακόμη και τα τυπικά γνωρίσματα της αποστολικής διαδοχής στις «χειροτονίες» της Ουκρανικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Πατριαρχείου Κιέβου δεν μπορούν να αναγνωρισθούν χωρίς ενδελεχή μελέτη.

Οι περιστάσεις της νομιμοποίησης του ουκρανικού σχίσματος επιβεβαιώνουν ότι δεν διενεργήθηκε καμία απολύτως μελέτη των χειροτονιών των Ουκρανών σχισματικών από το Φανάρι. Τούτο επιβεβαιώνεται και από την ως άνω «ἀποκατάστασιν» του επικεφαλής της ΟΟΑΕ Μακαρίου Μαλέτιτς ως «πρώην μητροπολίτου Λβιφ», παρόλο που δεν καθαιρέθηκε ποτέ και από κανένα, ούτε θα μπορούσε να καθαιρεθεί για τον απλούστατο λόγο, διότι εντάχθηκε στην ΟΟΑΕ ως πρωθιερέας (καθαιρέθηκε αργότερα από ιεροσύνης), ενώ εις επίσκοπο «χειροτονία» και τον τίτλο του «επισκόπου Λβιφ» τον έλαβε πλέον εν σχίσματι τελών. Πολύ περισσότερο, ως αποτέλεσμα της αυτομάτου αποδοχής «εἰς οἰκεῖον αὐτῶν βαθμὸ» όλων των προσώπων, τα οποία συγκροτούσαν εκείνη τη στιγμή τις αντικανονικές ΟΟΑΕ και ΟΟΕΠΚ, η Κωνσταντινούπολη αναγνώρισε τον τίτλο «μητροπολίτη Χερσώνος» του διαβιούντος στο Παρίσι Μιχαήλ Λιαρός[38], ο οποίος αναδείχθηκε «ιεράρχης» της λεγόμενης «Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας». Εν τω μεταξύ η διαδοχή της εις επίσκοπο «χειροτονίας» αυτού του προσώπου ανάγεται στους Έλληνες σχισματικούς παλαιοημερολογίτες.

Οι παράνομες ενέργειες του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως για την «ἀποκατάστασιν εἰς οἰκεῖον βαθμὸν» προσώπων, τα οποία ουδέποτε διέθεταν αυτόν τον βαθμό, αποτιμήθηκαν δεόντως και ιεροκανονικά από σειρά κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες. Κατά τις δηλώσεις του Αγιωτάτου Πατριάρχη Σερβίας Πορφυρίου, «η Εκκλησία είναι Εκκλησία, και η αθέμιτη παρασυναγωγή μπορεί να γίνει Εκκλησία μόνον με τη μετάνοια και την κανονική διαδικασία, αλλά όχι με μονοκονδυλιά οποιουδήποτε»[39]. «Οι αποστατήσαντες από την Εκκλησία και ταυτοχρόνως από ιεροσύνης καθαιρεθέντες δεν μπορούν να αποτελούν υγιή εκκλησιαστικό οργανισμό»[40], δήλωσε η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Πολωνίας.

Όπως δικαίως επισημαίνει ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος στο από 21ης Μαρτίου 2019 Γράμμα προς τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίο, «ἡ διόρθωσις τοῦ Σχίσματος τῶν Μελιτιανῶν και ἡ κατ’ οἰκονομίαν ἔνταξις τῶν ἀκύρως ὑπὸ τοῦ Μελιτίου χειροτονηθέντων περιελάμβανεν τὰς ἐξῆς φάσεις: α) μετάνοιαν, β) ἐπίθεσιν χειρὸς ὑπὸ κανονικοῦ Ἐπισκόπου – τοῦ ἐλαχίστου ἀναγκαίου διὰ τὴν ἐπισφράγισιν τῆς Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς, γ) εὐχὴν καὶ δ) τελικῶς τὴν εἰρήνευσιν. Πρόκειται περὶ ἀρχῆς ἰσχυούσης δι’ ἁπάσας τὰς περιπτώσεις ἐπανεντάξεως σχισματικῶν εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν…». Επίσης, άτοπη είναι η σύγκριση του Ουκρανικού σχίσματος με τη διαίρεση που έλαβε χώρα μεταξύ της Υπερορίου Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και της Εκκλησίας εντός Πατρίδας, η οποία υπερκεράστηκε το 2007. Οι ιεράρχες της Υπερορίου Ρωσικής Εκκλησίας ουδέποτε καθαιρέθηκαν από αρχιεροσύνης και όπως δικαίως γράφει ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος στο προαναφερθέν Γράμμα, «δεν ὑπῆρξαν ἀφορισμοὶ οὔτε ἀναθεματισμοὶ καὶ ἡ ἀποστολικὴ διαδοχὴ δέν ἠμφισβητήθη», πράγμα που επιβεβαιώνεται από πολλαπλά περιστατικά συλλειτουργίας ιεραρχών πολλών κατά τόπους Εκκλησιών, με ιεράρχες της Υπερορίου Ρωσικής Εκκλησίας, της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως μηδέ εξαιρουμένης.

Είναι δέον επίσης να αναφερθεί η επιχειρηματολογία τής από 15ης Νοεμβρίου 2022 ανακοινώσεως της Αρχιγραμματείας της Ιεράς Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Αλβανίας, όπου τίθεται το ζήτημα του έγκυρου της χειροτονίας του σημερινού «προκαθημένου» της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας από τον αφορισθέντα από την Εκκλησία πρώην μητροπολίτη Φιλάρετο Ντενισένκο: «ὅταν ὁ χειροτονῶν εἶναι ἀποκομμένος ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, καθηρημένος, ἀναθεματισμένος καὶ ἀφορισμένος, καθίσταται ἀνενεργὸς, δέν μεταδίδει καμία χάρη, (ὅπως μία ἠλεκτρικὴ συσκευὴ δέν μεταδίδει καμία ἐνέργεια, ὅταν εἶναι ἀποκομμένη ἀπὸ τήν πηγὴ τοῦ ρεύματος). Οὔτε βεβαῖως τὸ μηδέποτε γενόμενον καθίσταται γεγενημένον, ὑπαρκτὸν καὶ ἔγκυρον διὰ ἁπλῆς διοικητικῆς ἀποφάσεως. Ἐδὼ ἀκριβῶς ἔγκειται ἡ ἀνησυχία γιὰ τήν ἐγκυρότητα τῆς χειροτονίας τοῦ Ἐπιφανίου ἀπὸ τόν Φιλάρετο».

Είναι απαραίτητο να αναγνωρισθεί ότι οι «ιεράρχες» της λεγόμενης «Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας», που δημιουργήθηκε με απόφαση του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίου από τις δύο προϋφιστάμενες μη κανονικές δομές της ΟΟΑΕ και ΟΑΕΠΚ, δεν διαθέτουν την κανονική χειροτονία και επομένως δεν είναι επίσκοποι. Οποιοσδήποτε ιεράρχης της κανονικής Εκκλησίας, ο οποίος προχωρεί σε συλλείτουργο με αυτούς, μέσα από αυτό το συλλείτουργο, συμφώνως προς τους εκκλησιαστικούς κανόνες (9ο της Καρθαγένης, 2ο και 4ο της Αντιοχείας, 11ο και 12ο Αποστολικό), ο ίδιος προσχωρεί στο σχίσμα και υπόκειται σε αφορισμό. Μη έχοντας ούτε δικαίωμα, αλλά ούτε και επιθυμία να δέχεται σε ευχαριστιακή κοινωνία τέτοιου είδους «ιεράρχες» μετά την αναγνώρισή τους από την Κωνσταντινούπολη η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία στην από 15ης Οκτωβρίου 2018 συνεδρία της Ιεράς Συνόδου αναγκάσθηκε να διαπιστώσει την αδυναμία ευχαριστιακής κοινωνίας με το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως έως ότου ανακαλέσει τις αντικανονικές αποφάσεις του. Με μεταγενέστερες συνοδικές αποφάσεις[41] η αδυναμία της ευχαριστιακής κοινωνίας επεκτάθηκε επίσης και σ’ εκείνους τους Προκαθημένους και ιεράρχες των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, οι οποίοι θα αναγνωρίσουν τη νομιμοποίηση του Ουκρανικού σχίσματος και θα προχωρήσουν σε συλλείτουργο με πρόσωπα, τα οποία δεν διαθέτουν κανονική χειροτονία.

Πιστή στο πνεύμα και το γράμμα των ιερών κανόνων η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία και εφεξής θα ακολουθεί αυστηρά εκείνες τις ιεροκανονικές διατάξεις, οι οποίες απαγορεύουν το συλλείτουργο με τους σχισματικούς και τους αυτοχειροτόνητους. Οποιαδήποτε αποστασία από αυτούς τους κανόνες αναποφεύκτως οδηγεί στη διατάραξη της διεκκλησιαστικής ειρήνης και την επιδείνωση του σχίσματος.



4. Αξιώσεις του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως επί της αποδοχής κληρικών άνευ απολυτηρίου

 

Ένας άλλος νεωτερισμός του Προκαθημένου Κωνσταντινουπόλεως ήταν η δήλωσή του περί του δικαιώματος, που δήθεν έχει να αποδέχεται κληρικούς οιωνδήποτε τοπικών Εκκλησιών άνευ απολυτηρίου από τους οικείους αυτών ιεραρχών. Με επίκληση δήθεν των περί του Θρόνου αυτού «παραδεδομένων» να ενεργεί ακριβώς κατ’ αυτόν τον τρόπο ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος «ἐδέχθη… ὑπό τό σεπτόν ὠμοφόριον Αὐτοῦ» τους πέντε πρώην κληρικούς της εκκλησιαστικής επαρχίας Βίλνιους[42] τον Φεβρουάριο και τους δύο κληρικούς της Εξαρχίας Λευκορωσίας τον Απρίλιο, καθώς επίσης και τον ἐπανενεχθέντα «εἰς τόν ὅν ἔφερεν ἱερατικόν βαθμόν» κληρικό της εκκλησιαστικής επαρχίας Μόσχας της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας τον Ιούνιο του 2023.

Η μετάβαση κληρικών από μια δικαιοδοσία σε άλλη χωρίς την έγκριση των εκκλησιαστικών Αρχών με τη μορφή του απολυτηρίου γράμματος αποτελεί κανονικό παράπτωμα, τόσο εκ μέρους του κληρικού, όσο και εκ μέρους του δεχθέντος αυτόν επισκόπου. Αυτά αναφέρονται ρητώς σε σειρά ιερών κανόνων[43]. Υπό το φως αυτών των κανόνων οι ενέργειες του Πατριάρχη Βαρθολομαίου αποτελούν πράξεις αθετήσεως των ιεροκανονικών θεμελίων του εκκλησιαστικού πολιτεύματος.

Δικαιολογώντας τις ενέργειές του ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος δεν επικαλείται κάποιο ιερό κανόνα, αλλά μόνον την ερμηνεία του 17ου και 18ου κανόνα της Πενθέκτης και του 10ου κανόνα της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου (που απαγορεύει την αποδοχή κληρικών άνευ απολυτηρίων) από τον Θεόδωρο Βαλσαμώνα. Σχολιάζοντας το περιεχόμενο του 10ου κανόνα της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου ο Βαλσαμών έγραφε: «Διάφοροι κανόνες κωλύουσι τοὺς κληρικοὺς καταλιμπάνειν τὰς παροικίας, ἐν αἷς ἐκληρώθησαν καὶ μεταβαίνειν εἰς ἑτέρας. Ἀκολούθως οὖν τούτοις καὶ ὁ παρὼν κανὼν διορίζεται, μηδένα κληρικὸν χωρὶς τοῦ ἰδίου ἐπισκόπου, ἤτοι δίχα συστατικῆς καὶ ἀπολυτικῆς γραφῆς αὐτοῦ, ἢ ὁρισμοῦ τοῦ πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, ὁπουδήποτε δέχεσθαι, ἤτοι λειτουργεῖν εἰς οἱανδήποτε ἐκκλησίαν…Ἀπὸ δὲ τοῦ παρόντος κανόνος σημείωσαι ἐν ῥητῷ, ὅτι μόνῳ τῷ πατριάρχῃ Κωνσταντινουπόλεως ἐφεῖται κληρικοῦς ἀλλοτρίους δέχεσθαι, καὶ δίχα ἀπολυτικῆς γραφῆς τοῦ χειροτονήσαντος αὐτοὺς, ἐὰν τέως οὗτοι γραφὰς ἐπιφέρωνται, συνιστώσας ὅτι ἐχειροτονήθησαν, ἢ ἐκληρώθησαν˙ ὅθεν καὶ ἐνδυνάμως, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ, ἐκχωρήσει ὁ κατὰ καιροὺς ἁγιώτατος πατριάρχης, καὶ ὁ χαρτοφύλαξ αὐτοῦ, ἀλλοτρίῳ κληρικῷ ἱερουργεῖν ἐν τῇ βασιλιευούσῃ τῶν πόλεων, καὶ δίχα ἀπολυτικῆς γραφῆς τοῦ χειροτονήσαντος αὐτὸν»[44].

Ο Βαλσαμών σε αυτή την ερμηνεία πράγματι κάνει εξαίρεση από την γενική τάξη για τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Παρόμοια εξαίρεση στις ερμηνείες τόσο αυτού, αλλά και άλλων κανόνων, που ασχολούνται με το θέμα της μετακινήσεως κληρικών, δεν υπάρχει σε άλλους έγκριτους κανονολόγους: Ζωναρά, Αριστηνό και Άγιο Νικόδημο Μίλας. Το μόνο κατανοητό κριτήριο εξαιρέσεως του θρόνου της Κωνσταντινουπόλεως και αποδόσεως σε αυτό ιδιαίτερου προνομίου μπορούσε να είναι η ιδιότητα της πρωτεύουσας, της «βασιλευούσης», η οποία επομένως ήταν πόλος έλξεως για κληρικούς, οι οποίοι αυτοβούλως εγκατέλειπαν τους επισκόπους τους, ένα καθεστώς, το οποίο η πόλη αυτή έχει προ πολλού απωλέσει. Εντούτοις, προκύπτει το ερώτημα σχετικά με το τι σκεπτόταν ο Βαλσαμών για τα εδαφικά όρια του προαναφερθέντος από τον ίδιο προνομίου. Ο ίδιος ο ερμηνευτής δεν έχει απάντηση σε αυτό το ερώτημα.

Φως στο εν λόγω πρόβλημα ρίχνουν τα σχόλια του Ιωάννη Ζωναρά στον 9ο και 17ο κανόνα της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου σχετικά με τις εκκλήτους προσφυγές, που διασαφηνίζουν ότι πρόκειται μόνον περί των μητροπολιτών, που υπάγονται στον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως[45]. Κατ’ αναλογία με αυτή την υπόδειξη του Ζωναρά δύναται κανείς να ισχυριστεί ότι και το δικαίωμα του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως να δέχεται κληρικούς άνευ απολυτηρίου, το οποίο επικαλείται ο Βαλσαμών, αφορούσε κατά την εποχή του αποκλειστικά στους κληρικούς του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Πολύ περισσότερο ότι στην ερμηνεία του 17ου κανόνα της Πενθέκτης ο Βαλσαμών ισχυρίζεται ότι το ίδιο προνόμιο ανήκει στον επίσκοπο Καρθαγένης: «Ὑπέξελέ μοι τὸν Κωνσταντινουπόλεως, καὶ τὸν Καρχηδόνος˙ οὗτοι γὰρ μόνοι δύνανται, ὡς πολλάκις εἴρηται, ἀλλοτρίους κληρικοὺς δέχεσθαι παρὰ γνώμην τοῦ χειροτονήσαντος αὐτοὺς»[46]. Πράγματι, ο 55ος (66ος) κανόνας της Καρθαγένης απένειμε στον επίσκοπο Καρθαγένης, ως τότε πρώτου της Αφρικής, το προνόμιο να χειροτονεί επίσκοπο στην χηρεύουσα επισκοπή κληρικούς από άλλες αφρικανικές επαρχίες, χωρίς να ζητείται υποχρεωτικά γνώμη εκείνου του επισκόπου, στον οποίο υπαγόταν ο εν λόγω κληρικός. Όμως, καθίσταται απολύτως σαφές ότι αυτό το προνόμιο δεν επεκτεινόταν πέραν των ορίων της Αφρικής. Καθίσταται επομένως αρκετά σαφές: στον Βαλσαμώνα λόγος γινόταν για το ότι ο επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, κατ’ αναλογία με τον επίσκοπο Καρθαγένης, επίσης κατέχει διευρυμένα έναντι των άλλων ιεραρχών δικαιοδοτικά δικαιώματα, αλλά μόνον εντός της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως.

Μολοντούτο πρέπει να ενθυμούμαστε ότι νομοθετική ισχύ στην Εκκλησία έχουν οι ίδιοι οι κανόνες και όχι οι ερμηνείες αυτών, έστω και οι πλέον έγκριτες. Ενώ το απευθείας νόημα των κανόνων, στα οποία αναφέρεται ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, διαλαμβάνει ακριβώς την απαγόρευση αποδοχής αλλοτρίων κληρικών άνευ απολυτηρίου από τους οικείους αυτών επισκόπους. Γι’ αυτό τον λόγο η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία δεν αναγνωρίζει ούτε θα αναγνωρίσει τέτοια ερμηνεία της ιεροκανονικής παραδόσεως, που θέλει τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως να έχει υπερόρια δικαιώματα και θα ακολουθήσει απαρεγκλίτως την αρχή της δικαιοδοτικής ισότητας των αυτοκεφάλων Εκκλησιών και των Προκαθημένων αυτών ανεξαρτήτως θέσεών τους στα Ιερά Δίπτυχα. Ενώ οι πράξεις αποδοχής από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως στην οικεία αυτού δικαιοδοσία κληρικών από άλλη τοπική Εκκλησία άνευ απολυτηρίων αντιμετωπίζονται από εμάς ως παράπτωμα, το οποίο σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες τιμωρείται με καθαίρεση.

 

5. Αξιώσεις του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως επί του αποκλειστικού δικαιώματος απονομής αυτοκεφάλου

 

Ο θεσμός του αυτοκεφάλου διαμορφωνόταν στην Ορθόδοξη Εκκλησία σταδιακά και στη σημερινή του μορφή αποτελεί καρπό μακραίωνης ανάπτυξης.

Στους θρόνους των Ιεροσολύμων, της Ρώμης, της Αλεξανδρείας, της Αντιοχείας, αλλά και της Κωνσταντινουπόλεως ουδείς απένειμε το αυτοκέφαλο: όλες αυτές οι Εκκλησίες αναδείχθηκαν αυτοκέφαλες λόγω των συγκυριών της ιστορικής εξέλιξης της Εκκλησίας κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες.

Την μεταγενέστερη εποχή τα αυτοκέφαλα εμφανίζονταν και καταργούνταν για διαφορετικούς λόγους και δεν υπήρχε μια κοινώς αποδεκτή διαδικασία απονομής ή καταργήσεως του αυτοκεφάλου. Η Οικουμενική Σύνοδος μπορούσε να απονέμει το αυτοκέφαλο. Έτσι, λ.χ. η Ορθόδοξη Εκκλησίας της Κύπρου έλαβε το Αυτοκέφαλό της με απόφαση της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου το 431 μ.Χ.[47]

Το αυτοκέφαλο μπορούσε να απονέμει και η Μητέρα Εκκλησία, εκ της δικαιοδοσίας της οποίας προέκυπτε μια νέα ανεξάρτητη τοπική Ορθόδοξη Εκκλησία. Λ.χ. το αυτοκέφαλο της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Σερβίας τρεις φορές, το 1219, το 1557 και το 1879, απονεμόταν από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, το οποίο χορηγούσε το αυτοκέφαλο και σε σειρά άλλων κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, οι οποίες προέκυψαν από τη δικαιοδοσία του.

Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία έχει μια υπερχιλιετή ιστορία, που ανάγεται στο 988, όταν η Ρως του Κιέβου βαπτίσθηκε από τον Άγιο Ισαπόστολο Πρίγκιπα Βλαδίμηρο στα ύδατα του Δνείπερου. Κατά τη διάρκεια αρκετών αιώνων η μια μητρόπολη της Ρωσίας με έδρα πρώτα στο Κίεβο, στη συνέχεια στο Βλαντίμιρ και επιτέλους στη Μόσχα, υπαγόταν στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Όμως το 1448 η Ρωσική Εκκλησία απέκτησε έμπρακτη ανεξαρτησία αφότου στον μητροπολιτικό θρόνο της Μόσχας, άνευ συγκαταθέσεως του Κωνσταντινουπόλεως, εξελέγη ο Άγιος Ιωνάς. Η εν λόγω απόφαση ήταν αναγκαστική για τη Ρωσική Εκκλησία: ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως τη στιγμή εκείνη τελούσε σε ουνία με τη Ρώμη και η Ρωσική Εκκλησία απέρριψε κατηγορηματικά την ουνία.

Το αυτοκέφαλο της Ρωσικής Εκκλησίας δεν αναγνωρίσθηκε απευθείας από την Κωνσταντινούπολη και άλλα Πατριαρχεία της Ανατολής. Εν τούτοις το 1589, με τη συμμετοχή του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμία Β΄ ιδρύθηκε το Πατριαρχείο στη Μόσχα και ο Άγιος Ιώβ προήχθη σε Πατριάρχη. Για την ενέργεια αυτή ο Πατριάρχης Ιερεμίας και οι συνοδοί του, καθώς και οι αρχιερείς και οι αρχιμανδρίτες της Ρωσικής Εκκλησίας υπέγραψαν το «Ἱδρυτικόν Γράμμα». Το πατριαρχικό καθεστώς του θρόνου της Μόσχας κατοχυρώθηκε στις Συνόδους των Πατριαρχών της Ανατολής στην Κωνσταντινούπολη το 1590 και το 1593[48].

Αποφάσεις περί απονομής αυτοκεφάλου σε τμήματα του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως ελήφθησαν κατ’ επανάληψιν από την Ιερά Σύνοδο ή Συνόδους της Ιεραρχίας αυτής της Εκκλησίας. Έτσι, το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως απένειμε το αυτοκέφαλο καθεστώς στις Εκκλησίες Ελλάδος (1850), Σερβίας (1879), Ρουμανίας (1885) και Αλβανίας (1937), οι οποίες υπάγονταν σε αυτό.

Αυτοκέφαλο εκτός των Συνόδων απένειμαν ιστορικά, όχι μόνον το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και άλλες Εκκλησίες. Έτσι, τον 5ο αι. το Πατριαρχείο Αντιοχείας απένειμε το αυτοκέφαλο στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Γεωργίας, ενώ τον 20ό αιώνα το Πατριαρχείο Μόσχας απένειμε το αυτοκέφαλο στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Πολωνίας (1948), την Ορθόδοξη Εκκλησία της Τσεχοσλοβακίας (1951) και στην Ορθόδοξη Εκκλησία στην Αμερική (1970). Το 2022 αυτοκέφαλο από την Ορθόδοξη Εκκλησία της Σερβίας έλαβε η Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία (Αρχιεπισκοπή Αχρίδος).

Ο Αγιώτατος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Αθηναγόρας στην από 24ης Ιουνίου 1970 επιστολή προς τον τοποτηρητή του Πατριαρχικού θρόνου της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας μητροπολίτη Κρουτίτσης και Κολόμνας Ποιμένα έγραφε: «Εἰδικοί μέν κανόνες, καθορίζοντες ἐπακριβῶς τά τοῦ αὐτοκεφάλου, ἐλλείπουσιν ἐν τῇ ἐκκλησιαστικῇ νομοθεσίᾳ… ἡ χορήγησις αὐτοῦ ἀνάγεται εἰς τὴν ἁρμοδιότητα τῆς καθόλου Ἐκκλησίας, ἥκιστα δυναμένη, ἵνα θεωρηθῇ δικαίωμα “πάσης Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας”…τῆς τελικῆς οὖν καὶ ὁριστικῆς ἀποφάνσεως ἐπὶ τοῦ αὐτοκεφάλου ἀνηκούσης, κατά τά ἀνωτέρω, τῇ ἁρμοδιότητι τῆς γενικωτέρας, το σύνολον τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιών, ἀντιπροσωπευούσης Συνόδου, και δή της Οἰκουμενικῆς Συνόδου»[49].

Η κατανόηση της τάξεως απονομής του αυτοκεφάλου ως συνοδικής υποθέσεως «συνόλου της Ἐκκλησίας» τέθηκε ως βάση του σχεδίου κειμένου περί του αυτοκεφάλου και των τρόπων ανακηρύξεως αυτού, το οποίο εξετάσθηκε στη συνεδρίαση της Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικής Επιτροπής το 1993 και στην Δ΄ Πανορθόδοξη Προσυνοδική Διάσκεψη του 2009.

Η προβλεπόμενη από τον εν λόγω σχέδιο και προκαταρκτικά συμφωνηθείσα τάξη απονομής αυτοκεφάλου προϋποθέτει: α) συγκατάθεση της τοπικής Συνόδου της κυρίαρχης Εκκλησίας-Μητρός ώστε το τμήμα της να λάβει το αυτοκέφαλο, β) εξασφάλιση από τον Οικουμενικό Πατριάρχη της συναινέσεως όλων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, που εκφράζεται διά της ομοφωνίας των Συνόδων αυτών, γ) βάσει της συγκαταθέσεως της Εκκλησίας-Μητρός και της πανορθοδόξου συναινέσεως επίσημη ανακήρυξη του αυτοκεφάλου με την έκδοση του Τόμου, ο οποίος υπογράφεται από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, «συμμαρτυρούντων ἐν αὐτῷ διά τῆς ὑπογραφῆς αὐτῶν τῶν Μακαριωτάτων Προκαθημένων τῶν ἁγιωτάτων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, πρός τοῦτο προσκαλουμένων ὑπό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου». Σχετικά με το τελευταίο σημείο δεν συμφωνήθηκε πλήρως μόνον η τάξη υπογραφής του Τόμου, που δεν μείωνε τη σημασία των συμφωνιών που επιτεύχθηκαν επί των λοιπών σημείων.

Στις Συνάξεις Προκαθημένων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών το 2014 και το 2016 η αντιπροσωπεία του Πατριαρχείου Μόσχας παραλλήλως με εκπροσώπους ενίων άλλων αδελφών Εκκλησιών, επέμεινε στην ένταξη του ζητήματος του αυτοκεφάλου στην ημερήσια διάταξη της Συνόδου. Ωστόσο το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ζήτησε από τις κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίας να μην παραπεμφθεί το θέμα του αυτοκεφάλου στη Σύνοδο, της οποίας η σύγκληση προγραμματίσθηκε για τον Ιούνιο του 2016. Η Ρωσική Εκκλησία συμφώνησε με την απόσυρση του θέματος αυτού από την ημερήσια διάταξη μόνον αφού ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως στις 24 Ιανουαρίου 2016 κατά τη διάρκεια της Συνάξεως των Προκαθημένων διαβεβαίωσε ότι η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως δεν είχε πρόθεση να προχωρήσει σε οποιεσδήποτε ενέργειες, που αφορούν στην εκκλησιαστική ζωή στην Ουκρανία, ούτε κατά, αλλά ούτε και μετά την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο.

Τώρα κατέστη προφανές ότι ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ήδη από τότε προετοίμαζε την εισπήδηση στην Ουκρανία, γι’ αυτό και απέφυγε να συζητήσει το θέμα του αυτοκεφάλου, επιμένοντας να αποσυρθεί από την ημερήσια διάταξη εξαιτίας δήθεν έλλειψης χρόνου για την λεπτομερειακή επεξεργασία του. Στην πραγματικότητα ο Προκαθήμενος της Κωνσταντινουπόλεως επιθυμούσε να αποποιηθεί όλες τις προκαταρκτικές συμφωνίες, που είχαν επιτευχθεί προηγουμένως σε πανορθόδοξο επίπεδο, εν ονόματι της ψευδούς θεωρίας ότι το δικαίωμα απονομής αυτοκεφάλου ανήκει μόνον και αποκλειστικά στην Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως. Αποτέλεσμα εκείνων των απόψεων κατέστη η έκδοση το 2019 του Τόμου Αυτοκεφαλίας στη λεγόμενη «Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας».

Τα πιστά τέκνα της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας δεν αναγνωρίζουν, ούτε θα αναγνωρίσουν εκείνα τα αυτοκέφαλα, τα οποία η Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως δημιουργεί ή θα δημιουργήσει εφεξής μονομερώς, άνευ συγκατάθεσης των άλλων κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, πολύ περισσότερο, χωρίς την πρωτοβουλία και συγκατάθεση της κυρίαρχης Εκκλησίας. Το θέμα του αυτοκεφάλου χρήζει περαιτέρω συζητήσεως βάσει εκείνων των προκαταρκτικών συμφωνιών, που είχαν επιτευχθεί κατά τη διάρκεια της διαδικασίας προπαρασκευής και ειδικότερα στις Επιτροπές και Διασκέψεις του 1993 και του 2009.

 

6. Η παραβίαση της αρχής της ισότητας των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως

 

Σχετικά με την αλλοίωση της ορθοδόξου περί Εκκλησίας διδασκαλίας στις ενέργειες της ιεραρχίας του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και στις παρεμβάσεις των εκπροσώπων αυτού(Β)

 

 


MEΡOΣ B

1. Διεκδικήσεις του πρωτείου εξουσίας από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως επί της Οικουμενικής Εκκλησίας

 

Η Εκκλησία ιδρύθηκε επί της γης από τον Ίδιο τον Κύριο Ιησού Χριστό. Αποτελεί το σύνολο των πιστών στον Χριστό, όπου από τον Ίδιο καλείται να εισέλθει ο καθένας. Η Εκκλησία δεν είναι μια συνήθης ανθρώπινη κοινότητα, σε αυτήν ενυπάρχει και επενεργεί το Άγιο Πνεύμα.

Η Εκκλησία είναι θεανθρώπινος οργανισμός, μυστικό Σώμα του Χριστού, όπως λέγει σχετικά ο Απόστολος Παύλος: «Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ὁ εὐλογήσας ἡμᾶς ἐν πάσῃ εὐλογίᾳ πνευματικῇ ἐν τοῖς ἐπουρανίοις… καὶ πάντα ὑπέταξεν ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ, καὶ αὐτὸν ἔδωκε κεφαλὴν ὑπὲρ πάντα τῇ ἐκκλησίᾳ, ἥτις ἐστὶ τὸ σῶμα αὐτοῦ, τὸ πλήρωμα τοῦ τὰ πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου» (Εφ. 1.3, 22-23). Η εικόνα του σώματος υποδεικνύει την ενότητα όλων των μελών της Εκκλησίας υπό τη μια Κεφαλή, τον Κύριο Ιησού Χριστό (βλ. Κολ. 1. 18).

Σκοπός της Εκκλησίας είναι η σωτηρία των ανθρώπων και όλου του κόσμου. Η Σωτηρία επιτυγχάνεται μόνον εντός της Εκκλησίας του Χριστού. Κατά τα λεγόμενα του ιερομάρτυρος Κυπριανού Καρθαγένης: «Αυτός που δεν έχει την Εκκλησία ως Μητέρα του, ούτε τον Θεό μπορεί να έχει ως Πατέρα του»[2].

Το Σύμβολο της Πίστεως υποδεικνύει τα τέσσερα ουσιώδη χαρακτηριστικά της Εκκλησίας: τη μοναδικότητα, την αγιότητα, την καθολικότητα και την αποστολικότητα.

Η Εκκλησία είναι μία διότι και ο Θεός είναι ένας. Η Εκκλησία είναι μία και ενιαία διότι ενώνει τους πιστούς με την ενότητα της πίστεως, της Βαπτίσεως, της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος και της ευχαριστιακής κοινωνίας στον Κύριο Ιησού Χριστό. Η Εκκλησία είναι αδιαίρετη: «Ὅπου ἂν ᾖ Ἰησοῦς Χριστός, ἐκεῖ ἡ καθολικὴ ἐκκλησία»[3], «Ὅπου ἂν ᾖ Ἅγιον Πνεῦμα ἐκεῖ ἡ ἐκκλησία»[4].

Η Εκκλησία είναι Αγία διότι Άγιος είναι η Κεφαλή αυτής, ο Ιησούς Χριστός. Τα μέλη της Εκκλησία κοινωνούν στην αγιότητά Του.

Η Εκκλησία είναι συνοδική (καθολική) διότι είναι εξαπλωμένη σε όλο τον κόσμο, είναι ανοικτή για τους πιστούς ανεξαρτήτως χρόνου, τόπου, προελεύσεως και κοινωνικής θέσεως όσων επιθυμούν να ενταχθούν σε αυτή. Η καθολικότητα της Εκκλησίας αντικατοπτρίζεται και στην κοινωνία μεταξύ των κατά τόπους Εκκλησιών, οι οποίες συγκροτούν την Οικουμενική Εκκλησία. Οι επίσκοποι των κατά τόπους Εκκλησιών, παρά τη διαφορά των θέσεων, που κατέχουν, είναι ισότιμοι μεταξύ τους ως έχοντες αυτόν και ίδιον βαθμό ιεροσύνης. Εφόσον ο κάθε επίσκοπος έλαβε εκ Πνεύματος Αγίου ίση με τους άλλους επισκόπους χάρη, το αξίωμα όλων των επισκόπων είναι ίσο: «Ὥστε τὸν τῆς πρώτης καθέδρας ἐπίσκοπον μὴ λέγεσθαι ἔξαρχον τῶν ἱερέων, ἢ ἄκρον ἱερέα» (39ος κανόνας της Συνόδου της Καρθαγένης). Η οικειοποίηση από οιονδήποτε επίσκοπο ιδιαίτερης σημασίας ως προς την μυστηριακή ή θεολογική σχέση αποτελεί αλλοίωση της καθολικότητας.

Η ιδιότητα της καθολικότητας δεν αποκλείει τη διακονία του πρωτείου. Στο έγγραφο με τίτλο «Η θέση του Πατριαρχείου Μόσχας επί του ζητήματος του πρωτείου στην Οικουμενική Εκκλησία», το οποίο υιοθετήθηκε από την Ιερά Σύνοδο της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας το 2013, επισημάνθηκε ότι «στην Αγία του Χριστού Εκκλησία το πρωτείο κατά πάντα ανήκει στην Κεφαλή της, τον Κύριο και Σωτήρα ημών Ιησού Χριστό, Υιό του Θεού και Υιό του Ανθρώπου». 

Στο έγγραφο διαπιστώνεται ότι η υποκατάσταση του καθιερωμένου και ιεροκανονικώς δικαιολογημένου πρωτείου τιμής του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως από τη διδασκαλία περί του δήθεν πρωτείου εξουσίας που του ανήκει, θεμελιώνεται στην αθέμιτη μεταβίβαση των εξουσιαστικών αρμοδιοτήτων από το επίπεδο της επισκοπής στο επίπεδο της Οικουμενικής Εκκλησίας, τη στιγμή που σε διαφορετικά επίπεδα του εκκλησιαστικού γίγνεσθαι το πρωτείο έχει διαφορετική φύση και διαφορετικές πηγές. Αυτά τα επίπεδα είναι: α) η επισκοπή (εκκλησιαστική επαρχία), β) η αυτοκέφαλος τοπική Εκκλησία και γ) η Οικουμενική Εκκλησία.

Στο επίπεδο της επισκοπής το πρωτείο ανήκει στον επίσκοπο. Πηγή του πρωτείου του επισκόπου στην υπ’ αυτόν εκκλησιαστική επαρχία αποτελεί η αποστολική διαδοχή, που μεταδίδεται μέσω της χειροτονίας. Στον εκκλησιαστικό του κλήρο ο επίσκοπος κατέχει το πλήρωμα των εξουσιών: τη μυστηριακή, τη διοικητική και τη διδακτική.

Στο επίπεδο της αυτοκεφάλου τοπικής Εκκλησίας το πρωτείο ανήκει στον επίσκοπο, ο οποίος εκλέγεται Προκαθήμενος της τοπικής Εκκλησίας από τη Σύνοδο των επισκόπων της. Πηγή του πρωτείου στο επίπεδο της αυτοκεφάλου Εκκλησίας είναι η εκλογή του πρώτου επισκόπου από τη Σύνοδο, η οποία κατέχει το πλήρωμα της εκκλησιαστικής εξουσίας. Ο Προκαθήμενος της αυτοκεφάλου τοπικής Εκκλησίας είναι ο πρώτος μεταξύ των ίσων επισκόπων, όπως διαλαμβάνει ο 34ος Αποστολικός κανόνας: «Τοὺς ἐπισκόπους ἑκάστου ἔθνους εἰδέναι χρή τὸν ἐν αὐτοῖς πρῶτον, καὶ ἠγεῖσθαι αὐτὸν ὡς κεφαλήν, καὶ μηδὲν τι πράττειν ἄνευ τῆς ἐκείνου γνώμης· ἐκεῖνα δὲ μόνα πράττειν ἕκαοτον, ὅσα τῇ αὐτοῦ παροικίᾳ ἐπιβάλλει, καὶ ταῖς ὑπ᾿ αὐτὴν χώραις. Ἀλλὰ μηδὲ ἐκεῖνος ἄνευ τῆς πάντων γνώμης ποιείτω τι. Οὕτω γὰρ ὁμόνοια ἔσται, καὶ δοξασθήσεται ὁ θεός, διὰ Κυρίου, ἐν ἁγίῳ Πνεύματι· ὁ Πατήρ, καὶ ὁ Υἱός, καὶ τὸ ἅγιον Πνεῦμα». Οι αρμοδιότητες του Προκαθημένου καθορίζονται από τη Σύνοδο και κατοχυρώνονται στον συνοδικώς εγκριθέντα Καταστατικό Χάρτη. Ο Προκαθήμενος της αυτοκεφάλου τοπικής Εκκλησίας δεν διαθέτει μονοπρόσωπη εξουσία, αλλά τη διοικεί συνοδικώς, σε συνεργασία με τους άλλους επισκόπους.

Στο επίπεδο της Οικουμενικής Εκκλησίας ως κοινωνίας των αυτοκεφάλων κατά τόπους Εκκλησιών το πρωτείο καθορίζεται σύμφωνα με την παράδοση των Ιερών Διπτύχων και αποτελεί πρωτείο τιμής. Πηγή πρωτείου στο επίπεδο της Οικουμενικής Εκκλησίας είναι η ιεροκανονική παράδοση της Εκκλησίας, η οποία καταγράφηκε στα Ιερά Δίπτυχα και αναγνωρίζεται από όλες τις αυτοκέφαλες κατά τόπους Εκκλησίες. Οι ιεροί κανόνες, επί των οποίων ερείδονται τα Ιερά Δίπτυχα δεν αποδίδουν στον πρώτο τιμητικά επίσκοπο οιεσδήποτε εξουσιαστικές αρμοδιότητες εντός όλης της Εκκλησίας[5].

Σχετικά με την αλλοίωση της ορθοδόξου περί Εκκλησίας διδασκαλίας στις ενέργειες της ιεραρχίας του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και στις παρεμβάσεις των εκπροσώπων αυτού (A)

 




Eισαγωγικά

Δημοσιεύουμε σε μέρη ένα αξιόλογο εκκλησιολογικό κείμενο που πέρασε απαρατήρητο απο τα εκκλησιαστικά ιστολόγια και αξίζει να μελετηθεί με προσοχή. Το κείμενο εγκρίθηκε απο την Διάσκεψη των Επισκόπων της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στις 19 Ιουλίου 2023.

 Στο έγγραφο με τίτλο «Για την αλλοίωση της ορθοδόξου περί Εκκλησίας διδασκαλίας στις ενέργειες της ιεραρχίας του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και τις παρεμβάσεις των εκπροσώπων του», που εξέδωσαν τα μέλη της Συνάξεως των Επισκόπων στις 19 Ιουλίου 2023, κατά τη σύναξή τους στη Λαύρα της Αγίας Τριάδος και του Αγίου Σεργίου, οι Ορθόδοξοι Ιεράρχες έκαναν έκκληση να σταματήσουν τα σχίσματα, η έχθρα και η αδικία:

---------------------------------------------------------------------------------

ΜΕΡΟΣ -Α-

Συνελθόντες σε κοινή προσευχή και εν Πνεύματι Αγίω αδελφική συναναστροφή και κοινωνία ενώπιον των τιμίων λειψάνων του Οσίου Σεργίου του Ράντονεζ στην παλαιά Λαύρα της Αγίας Τριάδος, της οποίας τυγχάνει ιδρυτής, εμείς, οι ιεράρχες της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, δεν μπορούμε να αποσιωπήσουμε τον θλιβερό διχασμό, τον οποίο αντιμετωπίζουμε σήμερα εντός του ορθοδόξου κόσμου και δημιουργήθηκε από τις άδικες ενέργειες του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και τις καινοφανείς διδασκαλίες, που διαδίδονται από τον Προκαθήμενο και τους επίσημους εκπροσώπους αυτού. Θεωρούμε καθήκον μας να υψώσουμε τη φωνή μας υπέρ της ορθοδόξου περί Εκκλησίας διδασκαλίας, απευθυνόμενοι τόσο στο θεοφιλές ποίμνιό μας, όσο και στους αδελφούς ιεράρχες του ορθοδόξου κόσμου.

         Πίσω από τις σχισματικές ενέργειες των ιεραρχών της Κωνσταντινουπόλεως στην Ουκρανία, που δίχασαν την παγκόσμια ορθόδοξη οικογένεια, κρύβονται οι επιμόνως επιβαλλόμενες από τους ίδιους ιεράρχες νεωτερισμοί στην περί Εκκλησίας διδασκαλία, οι οποίες αποβλέπουν στην εξαφάνιση των υφισταμένων κανονικών θεσπίων. Το καινοφανές δόγμα του πρωτείου του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος εμφανίζεται ως επί γης κεφαλή της Οικουμενικής Εκκλησίας, του αποδίδει δικαιώματα και προνόμια, τα οποία εκτείνονται πολύ πέραν των ορίων των δικαιωμάτων οιουδήποτε άλλου Προκαθημένου τοπικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και παραβιάζουν τα κανονικά δικαιώματα των άλλων Εκκλησιών.

Ήδη το 2008 η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας στην απόφασή της με τίτλο «Περί της ενότητας της Εκκλησίας» γενίκευσε τις βασικές θέσεις του νέου εκκλησιολογικού δόγματος των εκπροσώπων της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, επισημαίνοντας ότι αυτό το δόγμα έχει αφετηρία την κατανόηση επιμέρους ιερών κανόνων (πρωτίστως του 9ου, του 17ου και του 28ου ιερών κανόνων της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου), την οποία δεν συμμερίζεται όλο το πλήρωμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας και καθίσταται πρόκληση για την πανορθόδοξη ενότητα.

Σύμφωνα με το εν λόγω δόγμα, α) μόνον εκείνη η τοπική Εκκλησία, η οποία έχει κοινωνία με τον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως, θεωρείται ότι ανήκει στην οικουμενική Ορθοδοξία˙ 

β) το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως απολαμβάνει το αποκλειστικό δικαίωμα της εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας σε όλες τις χώρες της ορθοδόξου Διασποράς˙ 

γ) σε αυτές τις χώρες το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως μονοπροσώπως εκπροσωπεί τις απόψεις και τα συμφέροντα όλων των κατά τόπους Εκκλησιών ενώπιον των κρατικών Αρχών˙ 

δ) οιοσδήποτε ιεράρχης ή κληρικός, ο οποίος υπηρετεί εκτός του κανονικού εδάφους της οικείας αυτού τοπικής Εκκλησίας, υπάγεται στην εκκλησιαστική δικαιοδοσία της Κωνσταντινουπόλεως, ακόμη και εάν δεν το συνειδητοποιεί ο ίδιος και επομένως δύναται εφόσον το επιθυμεί να γίνει δεκτός σε αυτή τη δικαιοδοσία άνευ απολυτηρίου˙ 

ε) το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως καθορίζει τα γεωγραφικά όρια των Εκκλησιών και εάν η άποψή του επί του θέματος δεν συμπίπτει με την άποψη της μιας ή της άλλης Εκκλησίας, δύναται να ιδρύει δική του δικαιοδοσία στο έδαφος αυτής της Εκκλησίας˙ 

στ) το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως μονομερώς ορίζει ποια αυτοκέφαλος τοπική Εκκλησία δύναται και ποια δεν δύναται να συμμετάσχει στις διορθόδοξες εκδηλώσεις.

Η Σύνοδος σημείωσε ότι αυτή η θεώρηση των οικείων αυτού δικαιωμάτων και αρμοδιοτήτων από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως έρχεται σε ανυπέρβλητη αντίθεση με τη μακραίωνη ιεροκανονική παράδοση, επί της οποίας ερείδεται το γίγνεσθαι της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και των λοιπών κατά τόπους Εκκλησιών. Η Σύνοδος δέχθηκε ότι όλα τα προειρημένα ζητήματα δύνανται να λάβουν τελική διευθέτηση μόνον σε Οικουμενική Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ενώ έως τότε, μέχρι την πανορθόδοξη εξέταση των εν λόγω νεωτερισμών, κάλεσε την Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως να επιδεικνύει σύνεση και να αποφεύγει κινήσεις, οι οποίες δύνανται να διαλύσουν την ορθόδοξη ενότητα. Τούτο αφορά ιδίως στις προσπάθειες αναθεωρήσεως των κανονικών ορίων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών.

Μέχρι σήμερα στις αξιώσεις της Κωνσταντινουπόλεως, τις οποίες υπέδειξε η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας του 2008, έχουν προστεθεί και νέες. Ειδικότερα, α) ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως επιμένει ότι έχει το δικαίωμα εξετάσεως εκκλήτου προσφυγής επί δικαστικών αποφάσεων, ειλημμένων από οιαδήποτε άλλη τοπική Ορθόδοξη Εκκλησία και εκδόσεως ως προς αυτές τελεσίδικης αποφάσεως˙ 

β) ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως θεωρεί δικαίωμά του να αναμειγνύεται στις εσωτερικές υποθέσεις οιασδήποτε τοπικής Ορθοδόξου Εκκλησίας σε περίπτωση που το κρίνει απαραίτητο˙ 

γ) ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως δηλώνει ότι διαθέτει αρμοδιότητες να αίρει τα ιεροκανονικά επιτίμια, τα οποία έχουν επιβληθεί από άλλες τοπικές Εκκλησίες, να «αποκαθιστά στον οικείο βαθμό» πρόσωπα, τα οποία έχουν στερηθεί την αρχιεροσύνη τους εξαιτίας της προσχωρήσεως σε σχίσμα˙ 

δ) πλέον τούτων, πρόσωπα τα οποία ουδέποτε είχαν καν φαινομενική κανονική εις επίσκοπο χειροτονία (λ.χ. οι χειροτονηθέντες από καθαιρεθέντα επίσκοπο και πρώην διάκονο, ο οποίος εμφάνιζε τον εαυτό του ως επίσκοπο) «αποκαθίστανται» στον οικείο αυτών βαθμό με απόφαση του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως˙ 

ε) ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως θεωρεί δικαίωμά του να δέχεται στην κανονική του δικαιοδοσία κληρικούς οιωνδήποτε εκκλησιαστικών επαρχιών οιωνδήποτε τοπικών Εκκλησιών άνευ απολυτηρίου˙ 

στ) ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως οικειοποιεί το αποκλειστικό δικαίωμα πρωτοβουλίας στην σύγκληση Πανορθοδόξων Συνόδων και άλλων σημαντικών πανορθοδόξων εκδηλώσεων˙

 ζ) τέλος, παρά τις επιτευχθείσες κατά την προπαρασκευή της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας διορθόδοξες συμφωνίες, που προέβλεπαν ότι η απονομή αυτοκεφάλου σε μια ή άλλη τοπική Εκκλησία είναι δυνατή μόνον με τη συγκατάθεση όλων των κοινώς αναγνωρισμένων τοπικών Εκκλησιών, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ανακοινώνει το μονοπρόσωπο δικαίωμά του να ανακηρύσσει τα αυτοκέφαλα νέων τοπικών Εκκλησιών, συμπεριλαμβανομένων και των μη υπαγομένων στη δικαιοδοσία της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, άνευ συμφωνίας των Προκαθημένων και των Συνόδων των λοιπών κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών. Ταυτοχρόνως, η ίδια η έννοια του αυτοκεφάλου ερμηνεύεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε εμπράκτως σημαίνει την υποταγή της αυτοκεφάλου Εκκλησίας στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.

Οι ως άνω αποκλίσεις από την ορθόδοξη εκκλησιολογία με τη μετάθεσή τους από το θεωρητικό πεδίο στο πρακτικό οδήγησαν στη βαθιά κρίση της οικουμενικής Ορθοδοξίας. Άμεση αιτία της κρίσεως στάθηκε η εισπήδηση του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως στην Ουκρανία. Η εν λόγω αντικανονική και εγκληματική πράξη, για την οποία ευθύνεται προσωπικά ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος, αξιολογήθηκε καταλλήλως στις δηλώσεις της Ιεράς Συνόδου της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας στις 14 Σεπτεμβρίου και 15 Οκτωβρίου 2018, στις 26 Φεβρουαρίου 2019, καθώς και στις αποφάσεις της Ιεράς Συνόδου από 28 Δεκεμβρίου 2018 (Πρακτικά υπ’ αριθμ. 98) και από 4 Απριλίου 2019 (Πρακτικά υπ’ αριθμ. 21).

Η επακολουθήσασα από 20 έως 24 Αυγούστου 2021 επίσκεψη του Πατριάρχη Βαρθολομαίου στο Κίεβο αξιολογήθηκε ιεροκανονικά από τη συνεδρία της Ιεράς Συνόδου της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, η οποία συνήλθε στις 23-24 Σεπτεμβρίου 2021 και αποφάσισε: «Να αναγνωρισθεί η άφιξη στο Κίεβο του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίου με τους συνοδούς αυτού άνευ προσκλήσεως του Πατριάρχη Μόσχας και Πασών των Ρωσσιών, του μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Ονουφρίου και των νομίμων ιεραρχών της Ουκρανικής Ορθοδόξου Εκκλησίας ως ωμή παραβίαση των ιερών κανόνων και, ειδικότερα, του 3ου κανόνα της εν Σαρδική και του 13ου κανόνα της εν Αντιοχεία Συνόδου» (πρακτικά υπ’ αριθμ. 60). Μεταξύ των προσφάτων αντικανονικών επισκέψεων του Πατριάρχη Βαρθολομαίου πρέπει να αναφερθούν επίσης η μετάβαση στη Λιθουανία στις 20-23 Μαρτίου και στην Εσθονία στις 16-20 Ιουνίου 2023.

Οι προσπάθειες της Κωνσταντινουπόλεως να πείσει όλες τις κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες για το δίκαιο των ενεργειών στις οποίες προχώρησε, δεν απέδωσαν τους αναμενόμενους καρπούς.

Εν τω μεταξύ, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος έχει ήδη προαναγγείλει νέες αντικανονικές πράξεις. Ειδικότερα, στις 21 Μαρτίου 2023 κατά τη συνάντηση με την Πρωθυπουργό της Δημοκρατίας της Λιθουανίας στο Βίλνιους δήλωσε: «Σήμερα μας ανοίγεται μια νέα προοπτική, καθώς και δυνατότητα του κοινού έργου για την ίδρυση της εξαρχίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου στη Λιθουανία»[1}. Επομένως, προετοιμάζεται η επόμενη κατά σειρά εισπήδηση στο κανονικό έδαφος της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Εφόσον οι παράνομες ενέργειες της Κωνσταντινουπόλεως συνεχίζονται, ενώ οι ιδέες, που στρεβλώνουν την περί Εκκλησίας ορθόδοξη διδασκαλία αναπτύσσονται περαιτέρω, κρίνουμε ως καθήκον μας να υπενθυμίσουμε στο ποίμνιό μας τις βασικές αρχές, επί των οποίων κατά τους αιώνες οικοδομείτο η ορθόδοξη εκκλησιολογία και να μαρτυρήσουμε σε όλο το Ορθόδοξο Πλήρωμα την αφοσίωσή μας σε αυτές τις αμετάβλητες αρχές. Η αθέτηση ακριβώς αυτών από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίο αποτέλεσε την αιτία του διχασμού εντός της οικουμενικής Ορθοδοξίας.

------------------------------------------------------

[1] Βλ. «Το Οικουμενικό Πατριαρχείο στην Λιθουανία» στην ιστοσελίδα «Φως Φαναρίου» (https://fosfanariou.gr/index.php/2023/03/21/to-ecun-patriarxeio-stin-lithouania/)

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2024

Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΠΡΟΚΑΛΕΙ ΝΕΑΣ ΔΙΑΙΡΕΣΕΙΣ ΕΙΣ ΟΥΚΡΑΝΙΑΝ

 


Ὁ Μητροπολίτης Τσερκάσι Θεοδόσιος τραυματισμένος, μετὰ τὴν βιαίαν ἐπίθεσιν νεοναζιστῶν κατὰ πιστῶν καὶ ἱερωμένων.

Πιθανή μία ἀναγκαστική ἑνωποίησις τῆς Οὐκρανικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τῆς σχισματικῆς ψευδοεκκλησίας τοῦ Ἐπιφανίου Ντουμένκο

Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΠΡΟΚΑΛΕΙ ΝΕΑΣ ΔΙΑΙΡΕΣΕΙΣ ΕΙΣ ΟΥΚΡΑΝΙΑΝ

  Μητροπολίτης Κιέβου Ὀνούφριος: «Ἡ πραγματική ἐκκλησιαστική πνευματική ἑνότητα εἶναι ἡ ἑνότητα μέ τόν Χριστό καί ἐν τῷ Χριστῷ»

 Γράφει ὁ κ. Γεώργιος Τραμπούλης, Θεολόγος

   Ὁ νέος Πατριάρχης Βουλγαρίας Δανιήλ, τόν περασμένο Αὔγουστο, μέ ἀφορμή τήν συμπλήρωση δέκα ἐτῶν ἀπό τήν ἐνθρόνιση τοῦ Μητροπολίτου Κιέβου Ὀνουφρίου, τόν χαρακτήρισε ὡς ἑνωτική καί εἰρηνοποιό προσωπικότητα· καί αὐτό τό ἀνέφερε γιά τήν προσπάθειά του γιά ἑνότητα καί εἰρήνη στήν Οὐκρανική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἰδίως ἐν μέσῳ τῶν δύσκολων συνθηκῶν πού ἔχουν διαμορφωθῆ ἀφενός λόγω τῆς ἐμπόλεμης κατάστασης στήν Οὐκρανία, ἀφετέρου τῆς ἀντικανονικῆς ἀπόφασης τοῦ Πατριάρχη Βαρθλομαίου νά παρέμβη στά ἐσωτερικά μίας ἄλλης Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Τόν ρόλο αὐτό καλεῖται νά ἐπιβεβαιώση ὁ Μητροπολίτης Ὀνούφριος μετά τήν ψήφιση τοῦ νομοσχεδίου 8371, ἐξ αἰτίας τοῦ ὁποίου διακυβεύεται τό μέλλον τῆς κανονικῆς Ὀρθόδοξης Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας.

Μυστικόν σχέδιον διά τήν δημιουργίαν ἐξαρχίας

 Στό ἱστολόγιο Κατάνυξη τήν 28η/10/2024 σέ δημοσίευμά του ἀναφέρεται ὅτι «Στίς ἀρχές Αὐγούστου, ὁ δικηγόρος τῆς Οὐκρανικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ὑπό τόν Μητροπολίτη Κιέβου Ὀνούφριο, Ρόμπερτ Ἄμστερνταμ, ἀποκάλυψε μυστικό σχέδιο τῆς οὐκρανικῆς κυβέρνησης γιά τήν δημιουργία ἐξαρχίας (ἐπισκοπῆς) στήν Οὐκρανία ὑπό τήν διοίκηση τοῦ Πατριαρχείου Κων/πόλεως.

– Τήν ἀπαγόρευση τῆς Οὐκρανικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μέσῳ τοῦ Νομοσχεδίου ἀρ. 8371, (τό ὁποῖο ψηφίσθηκε ἀπό τήν οὐκρανική κυβέρνηση τήν 20ή Αὐγούστου 2024).

–Τήν ἀπορρόφηση/ἐνσωμάτωση τῆς Οὐκρανικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἀπό τήν νέα ἐξαρχία. Πρῶτο βῆμα θά εἶναι μία πιθανή ἀναγκαστική ἑνωποίηση τῆς Οὐκρανικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καί τῆς σχισματικῆς ψευδοεκκλησίας [τοῦ Ἐπιφανίου Ντουμένκο]».

  Δύο μῆνες μετά τήν ψήφιση τοῦ 8371 ἀπό τό οὐκρανικό κοινοβούλιο εἶναι καταφανές ὅτι τό νομοσχέδιο λειτουργεῖ ὡς ἐργαλεῖο πίεσης, ὥστε νά ἐπιφέρη τήν Οὐκρανική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία σέ πολύ δύσκολη θέση, ἔχοντας νά ἐπιλέξη ὡς πρός τό ποιό θά εἶναι τό μέλλον της, οἱ κατακόμβες ἤ ἡ ρήξη μέ τό Πατριαρχεῖο Μόσχας. Ἄλλωστε στόχος αὐτῶν πού ἐπέβαλαν τό νομοσχέδιο εἶναι νά καταστῆ ἀδύνατη γιά μία θρησκευτική κοινότητα τῆς Οὐκρανίας ὁποιαδήποτε διοικητική ἐξάρτησή της ἀπό τό Πατριαρχεῖο Μόσχας.

  Σύμφωνα μέ δημοσίευμα τοῦ orthodoxtimes τῆς 25ης/10 κατά τήν Σύνοδο τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, πού συνῆλθε τήν 22α Ὀκτωβρίου, παρουσιάσθηκε ἔκθεση 50 σελίδων ἀπό τήν τριμελῆ ἀντιπροσωπία πού ἐπισκέφθηκε τήν Οὐκρανία τόν Αὔγουστο. Τό κλῖμα, σημειώνει τό δημοσίευμα, ἦταν τεταμένο, καθώς οἱ Συνοδικοί Ἱεράρχες φάνηκαν νά συμπεραίνουν ἀπό τήν ἔκθεση ὅτι ἡ ἐπίσκεψη τῆς ἀντιπροσωπίας δέν ἀπέφερε θετικές ἀξιολογήσεις. Εἰδικότερα, σημειώθηκε ὅτι δέν φαίνεται νά ὑπάρχη προοπτική γιά διάλογο μεταξύ τῶν δύο πλευρῶν στήν Οὐκρανία, καθώς τόσο ὁ Μητροπολίτης Ἐπιφάνιος ὅσο καί ὁ Μητροπολίτης Ὀνούφριος ἔδειχναν ἀπρόθυμοι νά ὑποχωρήσουν ἀπό τίς ἀντίστοιχες θέσεις τους προκειμένου νά βροῦν κοινό ἔδαφος. Ἐνδεικτικό ἦταν τό γεγονός, σημειώνει τό δημοσίευμα, ὅτι ὁρισμένοι ἱεράρχες ἔθεσαν ἀκόμη καί τό ἐνδεχόμενο σύγκλησης νέου ἑνωτικοῦ συμβουλίου. Ἐν τῷ μεταξύ, ὁρισμένοι Συνοδικοί Ἱεράρχες ἐξέφρασαν ἀμφιβολίες ὅτι ἡ ἐπιλογή τοῦ Μητροπολίτη Ἐπιφανίου ὡς ἐπικεφαλῆς τῆς ἐκκλησίας ἦταν τελικά ἡ σωστή. Ἐπιπρόσθετα, κατά τήν ἴδια συνεδρίαση, διαβάσθηκε ἐπιστολή πού ἀπέστειλε ὁ Μητροπολίτης Κιέβου Ἐπιφάνιος, πού ἐπέκρινε τόν Ἔξαρχο τοῦ Πατριαρχείου, ἐπίσκοπο Κομάνα Μιχαήλ. Ὁ δέ Ἔξαρχος ἔστειλε ἐπίσης ἐπιστολή, στήν ὁποία ἔκανε ἀρνητικά σχόλια γιά τόν Μητροπολίτη Ἐπιφάνιο.

  Γίνεται κατανοητό ἀπό τό δημοσίευμα τοῦ orthodoxtimes ὅτι τό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως στούς σχεδιασμούς του γιά τήν ἑνωποίηση τῆς κανονικῆς Οὐκρανικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μέ τήν σχισματική προχωρᾶ, ἐκτός τῶν ἀφόρητων κρατικῶν πιέσεων, σέ διάλογο μεταξύ τῶν δύο πλευρῶν, ἀλλά καί σέ μία πιθανή ἀπομάκρυνση, ἄν παραστῆ ἡ ἀνάγκη, τοῦ σχισματικοῦ Μητροπολίτου Ἐπιφανίου.

  Ἐπίσης, σέ δημοσίευμα τοῦ spzh.live πού ἀναρτήθηκε στό ἱστολόγιο τοῦ Ὀρθοδόξου Τύπου, μέ τίτλο «Τρεῖς μυστηριώδεις Σύνοδοι: Τί ἀποφασίσθηκε ἐν σχέσει μέ τό UOC;», ἀναφέρεται ὅτι ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος συγκλονίσθηκε ἀπό τά γεγονότα πού διαδραματίσθηκαν μέ τόν ξυλοδαρμό τῶν πιστῶν, ἀλλά καί τοῦ ἰδίου τοῦ Μητροπολίτου Θεοδοσίου στό Τσερκάσι.

  Ἔκπληξη προκαλοῦν οἱ δηλώσεις τοῦ Πατριάρχου, ὅτι δηλαδή ἔχει συγκλονισθῆ μέ τόν ξυλοδαρμό τοῦ ἐπισκόπου καί τῶν πιστῶν, καθώς δέν εἶναι ἡ πρώτη φορά πού ἔγιναν παρόμοιες ἐκτροπές, ὅμως τίς προηγούμενες φορές δέν εἶχε ἐκφρασθῆ ἐκ μέρους τοῦ Πατριάρχου καμία ἀντίδραση, οὔτε κἄν εἶχε γίνει μία ἁπλή ἀναφορά. Γιατί ἆραγε ξαφνικά τό Πατριαρχεῖο νά κόπτεται γιά τήν ἑνότητα καί νά ἀναφέρη τό δημοσίευμα ὅτι «Γιά τό Φανάρι ἡ Οὐκρανία ἔχει γίνει ἕνα σοβαρό πλῆγμα στήν ἐξουσία του καί τήν ἱκανότητά του νά λαμβάνη δίκαιες καί ἀμερόληπτες ἀποφάσεις. Ὁ Τόμος γιά τήν OCU δέν ἔδωσε καμία ἀναμενόμενη ἑνότητα.»; Μήπως ἡ νομιμοποίηση σχισματικῶν καί ἀχειροτονήτων θεωροῦνται δίκαιες καί ἀμερόληπτες ἀποφάσεις γιά τό Φανάρι;

  Πρός ἐπιβεβαίωση ὅτι τό Πατριαρχεῖο προσπαθεῖ νά προχωρήση σέ διάλογο μέ τήν κανονική Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας, εἶναι καί τό γεγονός ὅτι προσφάτως ὁ Οὐκρανός ὑπουργός Ἐξωτερικῶν ἔφθασε ἐπειγόντως στήν Κωνσταντινούπολη καί ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος τοῦ ζήτησε νά διασφαλίση ὅτι οἱ ἐπίσκοποι θά μποροῦσαν νά ταξιδεύουν ἐλεύθερα, γιά νά ἐπισκεφθοῦν τό Πατριαρχεῖο. Σημειώνει μάλιστα τό δημοσίευμα τοῦ spzh.live ὅτι «ὁ Πατριάρχης θέλει νά συναντηθῆ μέ τούς ἐπισκόπους τῆς σχισματικῆς ἐκκλησίας καί ἴσως τῆς κανονικῆς, οἱ ὁποῖοι μποροῦν νά τόν ἐνημερώσουν προσωπικά γιά τό τί συμβαίνει στήν Οὐκρανία. Γιά παράδειγμα, ὑπάρχει σημαντική δυσαρέσκεια μέ τό ἡγετικό στύλ τοῦ Ἐπιφανίου..». Μήπως τελικά ὡριμάζουν οἱ καταστάσεις γιά τήν δημιουργία ἐξαρχίας (ἐπισκοπῆς) στήν Οὐκρανία ὑπό τήν διοίκηση τοῦ Πατριαρχείου Κων/πόλεως, ὅπως χαρακτηριστικά ἀνέφερε καί ὁ δικηγόρος τῆς κανονικῆς Ἐκκλησίας;

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου