συνέχεια απο το προηγούμενο
ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΕΩΝ (Γ)
Toῦ Βασίλειου Εὐσταθίου, Δρ. Φυσικοῦ, πτ. Θεολογίας (Τμ.Κοιν.Θ.ΕΚΠΑ)
επιμέλεια κειμένου: πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Αθανασίου
3) Τὸ
τρίτο σημεῖο
ἀμφισβητήσεως ἀφορὰ
τὴν σχέση τοῦ ἅγιου
Γέροντος μὲ
τὸν Δαυίδ Μπάλφουρ, ἕναν ἄνθρωπο
ποὺ ἐνῶ βαπτίστηκε Ὀρθόδοξος, ἔγινε μοναχὸς καὶ
χειροτονήθηκε ἱερέας,
στὴν συνέχεια ἐγκατέλειψε τὴν ἱεροσύνη,
ἀλλὰ
καὶ τὴν
Ὀρθοδοξία καὶ ἐργαζόταν
γιὰ τὰ
συμφέροντα τῆς
πατρίδας του Ἀγγλίας
στὶς ὑπηρεσίες
πληροφοριῶν,
ἔχοντας μάλιστα παντρευτεῖ καὶ
ἀποκτήσει ἕνα παιδί, χωρὶς ὁ
γέροντας νὰ
παύσει νὰ ἐπιμένει
στὴν ἀγάπη
του πρὸς αὐτόν.
Πολλοὶ ἔχουν
ἰσχυριστεῖ ὅτι
ὁ πράκτορας τῆς «Ἰντέλιτζενς
Σέρβις» ἦταν ἤδη
πράκτορας, ὅταν
διακονοῦσε ὡς
ἱερέας, καὶ μετέφερε ὅσα μάθαινε ἀπὸ
τὶς ἐξομολογήσεις
τῆς βασιλικῆς οἰκογένειας
στοὺς Ἄγγλους,
ἦ ἄλλοι
ἔχουν διαδώσει ὅτι ὁ
παπά Δημήτρης, ὅπως
λεγόταν, δὲν
χειροτονήθηκε στὴν
πραγματικότητα ποτέ. Πολλοὶ
πάλι τὸν κατηγόρησαν ὅτι εὐθύνεται
καὶ γιὰ
τὴν αυτοκτονία τοῦ πρωθυπουργοῦ Ἀλεξάνδρου
Κορυζὴ καὶ
ἄλλοι ὅτι
ἔπαιξε ρόλο στὰ Δεκεμβριανά. Πρὶν ἀπὸ τὴν
Συμφωνία τῆς
Βάρκιζας ἀποκαλύφθηκε
ὅτι δὲν
ἔπαψε νὰ συνομιλεῖ μὲ
ἐξέχοντα σχετικὰ τῶν
τότε γεγονότων πρόσωπα. Κάποιοι ὑποστήριξαν
ὅτι ἔπαιξε
ὕποπτο ρόλο καὶ στὸ
σχηματισμὸ
τῆς κυβέρνησης συνασπισμού, ὑπὸ
τὸν ἄλλοτε
διοικητὴ τῆς
Ἐθνικῆς
Τράπεζας, Δημήτρη Μάξιμο. Ὁ
παπα Δημήτρης πέταξε τὰ
ράσα, ὅταν ἀναχώρησε
μὲ τὸ
τελευταῖο πρὸς
ἐκκένωση ἰστιοφόρο,
τὸ «Κορινθία», ἀπὸ
Πειραιὰ πρὸς
Κάιρο, πέντε μέρες πρὶν
μποῦν στὴν
Ἀθήνα οἱ Γερμανοί, μάλλον ὅταν εἶχε
φθάσει στὸν
προορισμό του, ὅπου
ἔμεινε μέχρι τὴν ἀπελευθέρωση,
ξαναγυρνώντας τότε γιὰ
νὰ συνεχίσει τὴν δράση του ὡς στέλεχος τῆς Βρετανικῆς Πρεσβείας.
Ὁ
Δαυὶδ Μπάλφουρ ἀποτελεῖ, πραγματικά, μία τραγικὴ φιγούρα. Κάποτε ὁ ἴδιος
ὁμολόγησε: «Ἡ ζωή μου εἶναι μία θλιβερὴ ἀμφιταλάντευση»
καὶ ἀκόμα
στὸ ἀποκορύφωμα:
«Ἔχασα τὴν πίστη ὅτι ἡ
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἡ
μόνη ποὺ κατέχει τὴν ἀλήθεια
σὲ ὅλο
τὸ πλήρωμά της». Τὰ χρόνια ποὺ ἀκολούθησαν
τὰ χαρακτήρισε ὡς «χρόνια τελείας ἀθεΐας». Παρόλα αὐτὰ
σὲ ὅλη
αὐτὴ
τὴν δύσκολη γι’ αὐτὸν
περίοδο ὁ Γέροντας Σωφρόνιος δὲν ἔπαψε
νὰ προσεύχεται γι’ αὐτόν, νιώθοντας ὅτι ἔχει
εὐθύνη γιὰ τὴν
ψυχή τοῦ Μπάλφουρ. Αὐτὴν
τὴν σχέση του μὲ τὸν
Μπάλφουρ, πολλοὶ
δὲν τὴν
κατενόησαν καὶ
δὲν τὴν
εἶδαν μὲ
καλὸ μάτι, φθάνοντας νὰ ὑποπτευθοῦν ἀκόμα
καὶ τὸν
γέροντα μπροστὰ
στὰ ὅσα
διέπραττε τὸ
ἀγαπητό του αὐτὸ
πρόσωπο, ποὺ
ἔφθαναν νὰ προβάλλονται ἐνίοτε ὡς ἐγκλήματα
κατὰ τῆς
δικῆς μας πατρίδας. Ἔφθασε ὡς καὶ
νὰ ἀκουστεῖ ὅτι
ὁ γέροντας ἦταν πράκτορας τῶν Ἐγγλέζων.
Ὅμως τὸ
θαῦμα ἔγινε
καὶ μετὰ
ἀπὸ
22 χρόνια, τὸ
1962, ὁ Μπάλφουρ ἦρθε μὲ
τὶς ἐνδάκρυες
εὐχὲς
τοῦ γέροντα σὲ ἐπίγνωση
καὶ μὲ
τὴν χάρη τοῦ Κυρίου, ποὺ δέχεται τοὺς πάντες μετανοοῦντες ἐπανήλθε,
παρακαλῶντας νὰ γίνει ἀποδεκτὸς στὴν
Μητέρα ὅλων μας Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς λαϊκὸς πλέον. Ὁ πατέρας Νικόλαος στὴν Ἱερὰ Μονὴ
στὸ Ἔσσεξ
σημειώνει: «Ἀπὸ ἐκείνη
τὴν στιγμὴ ὡς
τὸ τέλος τῆς ζωῆς
του ὁ Μπάλφουρ φρόντιζε μὲ κάθε ἐπιμέλεια τὴν πίστη του στὴν Ὀρθοδοξία,
μεταλαμβάνοντας συχνὰ
τῶν ἁγίων
τοῦ Χριστοῦ μυστηρίων. Πολλοὶ θυμοῦνται
τὰ καυτὰ
δάκρυα μετανοίας, ποὺ
ἔχυνε στὴ θεία Λειτουργία. Ἀπὸ
τότε ἀνανεώθηκε καὶ ἡ
πνευματικὴ
ἐπαφή του μὲ τὸν
γέροντα Σωφρόνιο». Ὁ
ἅγιος γέροντας Σωφρόνιος γιὰ τὸν
ἀγώνα ποὺ ἔκανε
νὰ τὸν
κερδίσει γράφει: «Ἡ
ἐμπειρία τῆς πνευματικῆς πατρότητος εἶναι ἐξαιρετικὰ ἐνδιαφέρουσα,
ἀλλὰ
ἡ ἄσκησή
της, δηλαδὴ
ὁ ἀγώνας
στὴν καρδία τοῦ ἀδελφοῦ ἐνάντια
στὸ πάθος ποὺ τὸν
βασανίζει, ὑπερβολικὰ δύσκολη. Μὲ ἄλλα
λόγια εἶναι ἀνάγκη
νὰ τὸν
δεχθεῖς στὴν
καρδία σου καὶ
νὰ ζήσεις τὸν πειρασμό του ὡς προσωπικὰ δικό σου». Στὸν Μπάλφουρ τοῦ ἀπεύθυνε
ὁ Γέροντας τὰ ἐξῆς λόγια τοῦ Ἁγίου
Συμεῶν τοῦ
Νέου Θεολόγου: «διὰ
πολλῆς ὑπομονῆς καὶ
πόνου σφοδροῦ,
καὶ καθημερινῶν δακρύων, ἀγκαλὰ
καὶ σὺ
δὲν ἐγνώρισες
κανένα ἀπὸ
τούτα ὅπου ἐδοκίμασα
ἐγὼ
διὰ σέ». Ἡ ἀγάπη
τοῦ Ἅγιου
γέροντα ἔφθανε στὸν τάφο καὶ πέρα ἀπὸ
αὐτόν: «Σᾶς ὑπόσχομαι
ὅτι θὰ
προσεύχομαι γιὰ
σᾶς ὡς
τὸν τάφο καί, ἄν ὁ
Κύριος δώσει σὲ
μένα τὸν ἄθλιο
τέτοια χάρη, τότε καὶ
μετὰ τὸν
θάνατό μου θὰ
προσεύχομαι γιὰ
σας, ὡς τὴν
πιὸ ἀγαπητὴ καὶ
συγγενὴ σὲ
μένα ψυχή».
Ὅταν
εἶχε πιὰ
ἐπιστρέψει στὴν Ἐκκλησία
ὁ Μπάλφουρ συνέχιζε νὰ μαθαίνει τί λεγόταν γι’ αυτόν στὴν Ελλάδα καὶ εἶχε
πολλὲς φορὲς
σκεφθεῖ νὰ
ἀπαντήσει στὶς ὑπερβολικὲς κατηγορίες – συκοφαντίες αυτές, ὅπως ἔγραψε
σὲ ἐπιστολή
του πρὸς τὸν
πρώην Ἀρχιεπίσκοπο Θυατείρων κ. Μεθόδιο καὶ μετέπειτα Μητροπολίτη Πισιδίας:
«Είμαι 85 ετών (ἑνάμιση
χρόνο πρὶν κοιμηθεῖ τὸν
Ὀκτώβριο τοῦ 1989) καὶ τὰ
τελευταία 42 χρόνια ὑπήρξα
ἀντικείμενο τῆς πιο χυδαίας συκοφαντίας, ἡ ὁποία,
ἀνθρωπίνως εἰπεῖν,
ἔχει καταστρέψει ἀνεπανόρθωτα τὴν ζωή μου. Ἐν τούτοις, ὑπακούοντας στὸν πνευματικό μου πατέρα, τὸν Ἀρχιμανδρίτη
Σωφρόνιο, δὲν
ἔχω ποτὲ ἀνταπαντήσει
ἤ ἐκστομίση
μιὰ λέξη γιὰ αὐτοάμυνα,
ἀλλὰ
ἔχω μάθει νὰ παίρνω κυριολεκτικῶς κατὰ
λέξη τοὺς λόγους τοῦ Χριστοῦ: “Μακάριοι ἐστε ὅταν
ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς
καὶ διώξωσι καὶ εἴπωσι
πᾶν πονηρὸν ρήμα καθ’ ὑμῶν
ψευδόμενοι ἔνεκεν
ἐμοῦ»
(Μτ. 5, 11). Ὁ
Μητροπολίτης Πισιδίας εἶχε
γράψει: «Ἀπέβαλε
τὸ ἱερατικὸ σχήμα, γιατὶ ἔχασε
τὴν πίστη του. Ὅταν ἀνάνηψε
καὶ ἤθελε
νὰ ἐπανέλθει
στὴν ἐνεργὸ διακονία τῆς ἱερωσύνης
ἦταν ἀδύνατο,
γιατὶ στὸ
μεταξὺ εἶχε
συνάψει πολιτικὸ
γάμο. Ἡ γυναίκα του, μοῦ εἶπε
τὸν ἀπειλοῦσε πῶς
θ’ αὐτοκτονοῦσε, ἐὰν τὴν
ἐγκατέλειπε γιὰ νὰ
μείνει Μοναχός. Ἔτσι
παρέμεινε μετέωρος μέχρι τοῦ
θανάτου του. Μοὺ ζήτησε νὰ τὸν
ἐπαναφέρω στὴν ἐνεργὸ ἱερωσύνη
καὶ τὸν
παρέπεμψα στὸ
Ρῶσο Μητροπολίτη Ἀντώνιο, γιατὶ ἦταν
κληρικὸς τῆς Ἐκκλησίας
τῆς Ρωσίας. Ἡ ἀπάντηση
ἦταν, φυσικά, ἀρνητική. Ἐρχότανε τακτικὰ στὴν
Θ. Λειτουργία στὴν
Ὀξφόρδη μὲ τὸ
πρόσφορό του καὶ
τὰ ὀνόματα
γιὰ νὰ
μνημονευθοῦν
στὴν Ἱερὰ Προσκομιδή. Εἶχε μετανοιώσει πικρά, γιατὶ ἐξέπεσε
τοῦ ἱερατικοῦ ὑπουργήματος.
Ἔχω μερικὰ γράμματά του στὸ ἀρχεῖο μου. Παρακαλῶ τὸν
Κύριο νὰ τὸν
συγχωρήσει».
Συμπερασματικά, ὁ
ἅγιος Γέροντας ἔκανε τὰ πάντα μὲ τὴν
προσευχή του καὶ
τὴν ἀγάπη
του γιὰ νὰ
ἐπαναφέρει μὲ μετάνοια στὴν Ὀρθοδοξη
Ἐκκλησία τὸν Δαυίδ Μπάλφουρ καὶ μὲ
τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ
τὰ κατάφερε. Ὅμως γιὰ νὰ
τὸ πετύχει αὐτὸ
πέρασε στὴν
διάρκεια τοῦ
μακροχρόνιου ἀγώνα
του μέσα ἀπό
πολλὲς πνευματικὲς καταστάσεις, γεγονὸς ποὺ
τὸν κατέστησε ἰκανὸ
πλέον νὰ μπορεῖ νὰ
καθοδηγεῖ ἔμπειρα
μὲ διάκριση τὰ πνευματικὰ του παιδιά, ποὺ τοῦ
ἐμπιστεύθηκε ἠ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ.