Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2017




MOΡΦΗ ΚΑΙ ΕΜΦΑΝΙΣΙ 

ΤΩΝ ΒΙΒΛΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ





                        του Δρ Κων. ΣΙΑΜΑΚΗ      
                               

                                                   2ον


Ἐπειδὴ οἱ πρωτόπλαστοι Ἀδὰμ καὶ Εὔα εἶναι οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι, ἀπὸ τοὺς ὁποίους κληρονομήθηκε στὴν ἀνθρωπότητα ὅ,τι ὑγιέστερο καὶ ὡραιότερο ἐμφανίστηκε ὁποτεδήποτε, εἶναι φυσικό, ὅτι αὐτοὶ ἦταν ὁ ὑγιέστερος καὶ ὡραιότερος ἄντρας καὶ ἡ ὑγιέστερη καὶ ὡραιότερη γυναίκα. ὁποιοσδήποτε ἀπόγονος μπορεῖ νὰ εἶναι σ’ αὐτὰ τὸ πολὺ ἴσος μὲ τοὺς κοινοὺς προπάτορες, ὄχι ποτὲ ἀνώτερος. αὐτὸ ἰσχύει καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους κοινοὺς προπάτορες ὅλων τῶν ἀνθρώπων, τὸ Νῶε καὶ τὴ γυναῖκα του.

      Γιὰ τὸν Ἀβραὰμ δὲν ἔχουμε καμμία περιγραφή, ἀλλὰ γιὰ τὴ γυναῖκα του Σάρρα ἡ Γραφὴ λέει, ὅτι ἦταν ἰδιαιτέρως ὄμορφη γυναίκα, ἡ ὁποία μάλιστα διατηροῦσε τὴν ὀμορφιά της καὶ σὲ κάπως προχωρημένη ἡλικία (Γε 12,11∙ 20,2). ἀπ’ αὐτὸ μποροῦμε νὰ συμπεράνουμε, ὅτι κι ὁ Ἀβραὰμ ἦταν στὴν ὀμορφιὰ καὶ στὴ σωματικὴ του διάπλασι ἀνάλογος∙ διότι ἦταν καὶ πολὺ ταπεινόφρων, οἱ δὲ ταπεινόφρονες ἄντρες ποτὲ δὲν ἀναζητοῦν γυναῖκες, τῶν ὁποίων οἱ ἴδιοι εἶναι κατώτεροι. ἦταν δὲ μὲ τὴ γυναῖκα του καὶ ἀδέρφια –τότε λόγῳ τῆς ὀλιγανθρωπίας καὶ τῆς μὴ ἀκόμη μεγάλης συσσωρεύσεως κληρονομικῶν ἐπιβαρύνσεων ὁ θεός ἐπέτρεπε νὰ παντρεύωνται οἱ ἄνθρωποι τὶς ἀδερφές των-, κι αὐτὸ εἶναι ἄλλη μιὰ ἔνδειξι, ὅτι ἦταν ἐξ ἴσου ὡραῖος μὲ τὴν ἀδερφή του. δὲν γνωρίζουμε ὅμως κανένα ἄλλο χαρακτηριστικὸ τῶν δυὸ αὐτῶν προσώπων, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ γενικὰ ποὺ ἀνέφερα εἰσαγωγικῶς.

      Γιὰ τὸν Ἰσαὰκ ἡ Γραφὴ δὲν μᾶς λέει τίποτε τὸ σχετικό, ἀλλὰ θὰ πρέπῃ νὰ ἦταν ὡραῖος ἄντρας, τόσο διότι ἦταν γιὸς δυὸ ὡραίων γονέων, ὅσο καὶ διότι παντρεύτηκε τὴν πολὺ ὡραία Ῥεβέκκα (καλὴ τῇ ὄψει σφόδρα Γε 24,16), ἡ ὁποία ἦταν καὶ κόρη πρώτου ἐξαδέρφου του. στὰ γηρατειά του ὁ Ἰσαὰκ δὲν ἔβλεπε σχεδὸν καθόλου∙ προφανῶς ἀπὸ καταρράχτη. γιὰ τὴ  Ῥεβέκκα ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἔκτακτη ὀμορφιά της ἡ Βίβλος μᾶς λέει καὶ ὅτι ἄργησε πολλὰ χρόνια νὰ μείνῃ ἔγκυος, ὅπως καὶ ἡ Σάρρα. ἀλλ’ ἡ μὲν Σάρρα ἔδειξε κάποια ζήλεια καὶ κακία γι’ αὐτὴ τὴν ἀδυναμία της (Γε 16,1-10∙ 21,9-14), ἡ δὲ Ῥεβέκκα δὲν ἔδειξε ποτὲ κάτι τέτοιο.

     Γιὰ τοὺς διδύμους γιοὺς τοῦ Ἰσαὰκ καὶ τῆς Ῥεβέκκας, τὸν Ἠσαῦ καὶ τὸν Ἰακώβ, εἶναι πασίγνωστη ἡ πληροφορία τῆς Γραφῆς καὶ τὸ σχετικὸ ἐπεισόδιο μὲ τὸ τέχνασμα τοῦ Ἰακώβ, ποὺ ἐμφανίστηκε στὸν τυφλὸ πατέρα του σὰν τριχωτὸς Ἠσαῦ. ὁ Ἠσαῦ ἦταν ῥοδοκόκκινος καὶ πολὺ τριχωτὸς στὸ στῆθος, στὰ χέρια, καὶ σ’ ὅλο του τὸ σῶμα, ὁ δὲ Ἰακὼβ ὄχι ἰδιαίτερα τριχωτός (Γε 25,25-26∙ 27,16-23).

      Ἀπὸ τὶς δυὸ κύριες γυναῖκες τοῦ Ἰακώβ, Λία καὶ Ῥαχήλ, ποὺ ἦταν καὶ ἀδερφές, ἡ μὲν μικρότερη Ῥαχήλ, τὴν ὁποία ὁ Ἰακὼβ ἀγαποῦσε φλογερά, ἦταν γυναίκα σπανίας καλλονῆς (καλὴ τῷ εἴδει καὶ ὡραία τῇ ὄψει σφόδρα Γε 29,17), ἡ δὲ Λία δὲν ἦταν ἰδιαίτερα ὄμορφη, κι ἐπὶ πλέον τὴ μείωνε τὸ ὅτι δὲν ἔβλεπε καλὰ (οἱ ὀφθαλμοὶ Λίας ἀσθενεῖς Γε 29,17)∙ εἶχε προφανῶς μυωπία∙ κι ἕνας μύωπας στὴν πρωτόγονη ἐκείνη ἐποχή, ποὺ δὲν ὑπῆρχαν γιαλιά, καταλαβαίνει ὁ καθένας πῶς ἔκανε, ὅταν ἤθελε νὰ δῇ κάτι καθαρά.

       Ὁ Ἰωσὴφ ὁ  γιὸς τῆς ὡραίας Ῥαχὴλ καὶ ὁ ἄντρας τὸν ὁποῖο ἔβαλε στὸ μάτι ἡ ἀκόλαστη κι ἐπίσημη κυρία του, ποὺ τὸν ἀγόρασε δοῦλο, ἦταν πολὺ ὡραῖος ἄντρας (καλὸς τῷ εἴδει καὶ ὡραῖος τῇ ὄψει σφόδρα Γε 39,6)∙ εἶχε δὲ καὶ ἀνάλογη ἁγνότητα ἐκ πίστεως. ἂν ὄχι σὰν τὸν Ἰωσήφ, ὁπωσδήποτε ὅμως ὡραῖοι ἄντρες πρέπει νὰ ἦταν καὶ οἱ 11 ἀδερφοί του καὶ μάλιστα ὁ ὁμομήτριος Βενιαμίν, καὶ ἡ ὁμοπάτρια ἀδερφή του Δίνα, τὴν ὁποία ἐρωτεύτηκε μὲ πάθος ὁ ἡγεμόνας τῶν Εὐαίων Συχέμ, και, γιὰ νὰ τὴν παντρευτῇ, δέχτηκε κατ’ ἀπαίτησι τῆς πατρικῆς της οἰκογενείας νὰ περιτμηθῇ κι αὐτὸς καὶ ὅλοι οἱ ἄντρες τῆς πόλεώς του (Γε 34, 1-29).

      Σὲ μιὰ τόσο ἀρχαία ἐποχὴ (2.000 -700 π.Χ.) καὶ σὲ μιὰ χώρα μὲ κλῖμα ὑποτροπικό, ὅπως εἶναι ἡ Παλαιστίνη καὶ ἡ Αἴγυπτος, ἡ ἐνδυμασία τῶν ἀνθρώπων ἦταν πολὺ ἐλαφριά. ἦταν ὅμως καὶ σεμνή, ἰδιαιτέρως τῶν γυναικῶν, τοὐλάχιστο στὴν οἰκογένεια τῶν πατριαρχῶν Ἀβραάμ, Ἰσαάκ, καὶ Ἰακώβ. τὰ δυὸ κύρια ἐνδύματά τους ἦταν ὁ χιτὼν καὶ τὸ ἱμάτιον. τὸ  καλοκαίρι μὲ τὴν πολλὴ ζέστη φοροῦσαν μόνο χιτῶνα. τῶν ἀντρῶν ὁ χειμερινὸς χιτὼν ἦταν μέχρι τοὺς ἀστραγάλους (ποδήρης), καὶ μὲ μανίκια μέχρι τοὺς καρπούς, καὶ μάλλινος, ὁ δὲ θερινὸς ἦταν μέχρι περίπου τὰ γόνατα, χωρὶς μανίκια, καὶ ἀρκετὰ ἀνοιχτὸς στὸν τράχηλο καὶ στὸ πάνω μέρος τοῦ στήθους∙ καὶ λινός (Γε 27,16-22). οἱ  γυναῖκες ὅμως εἶχαν πάντοτε καλυμμένο τὸ σῶμα ὁλόκληρο καὶ τὸ κεφάλι καὶ τὸν τράχηλο, ἀφήνοντας ἀκάλυπτα μόνο τὸ ἐμπρόσθιο μέρος τοῦ προσώπου (καθ’ ὕψος μέτωπο – σαγόνι,  καὶ κατὰ πλάτος τὰ ζυγωματικὰ τῶν παρειῶν), καὶ τὰ χέρια ἀπὸ τὸν καρπὸ καὶ κάτω, καὶ τὰ πόδια ἀπὸ τὸν ἀστράγαλο καὶ κάτω. τὴν πολλὴ ζέστη οἱ γυναῖκες τὴν ἀντιμετώπιζαν φορώντας τὸ θέριστρον, χιτῶνα δηλαδὴ ἀπὸ λεπτὸ λινὸ ὕφασμα, φαρδὺ χαλαρὸ καὶ κωδωνοειδῆ χωρὶς ζώνη (Γε 24,65). μερικὲς φορὲς ὁ χιτὼν τῶν νέων καὶ τῶν νεανίδων ἦταν πολύχρωμος καὶ μὲ ζωηρὰ χρώματα σὰν τὸν ποικίλον χιτῶνα τοῦ Ἰωσὴφ (Γε 37,3).

      Οἱ ἄντρες διατηροῦσαν μαλλιὰ κουρεμένα σὰν αὐτὰ ποὺ διατηροῦν καὶ οἱ σημερινοὶ σοβαροὶ ἄντρες, καὶ γένεια κουρεμένα, δηλαδὴ περίπου 2-5 ἑκατοστά. στὴν Αἴγυπτο ὅμως ξυρίζονταν. γι’ αὐτὸ κι ὁ Ἰωσήφ, ἀπὸ τότε ποὺ πῆγε ἐκεῖ, ξυριζόταν  (Γε 41,14)∙ δὲν εἶχε γένεια οὔτε μουστάκια. τ’ ἀδέρφια του ὅμως, ἐπειδὴ ζοῦσαν ἀπομονωμένα σὲ εἰδικὴ γι’ αὐτοὺς περιοχὴ τῆς Αἰγύπτου, πιθανῶς διατηροῦσαν τὰ γένεια τους καὶ τὰ μουστάκια τους κατὰ τὴν προηγούμενη συνήθειά τους.

     Κοσμήματα φοροῦσαν καὶ οἱ ἄντρες καὶ οἱ γυναῖκες, κατὰ προτίμησι χρυσᾶ, ἔπειτα δὲ καὶ ἀργυρᾶ. ὁ Ἰωσὴφ  φοροῦσε δαχτυλίδι, τὸ δαχτυλίδι τοῦ φαραώ (Γε 41,42), ποὺ ἡ «πέτρα» του ἦταν καὶ ἡ μεγάλη σφραγίδα τοῦ κράτους. δαχτυλίδι -σφραγῖδα ἀντρὸς ἐλευθέρου καὶ κυρίου– φοροῦσε στὴν Παλαιστίνη καὶ ὁ ἀδερφός του Ἰούδας (Γε 38,18), καὶ προφανῶς ὅλοι οἱ ἀδερφοί του καὶ οἱ πατέρες του Ἰακώβ, Ἰσαάκ, Ἀβραάμ. φοροῦσαν ἐπίσης οἱ ἄντρες καὶ ὁρμίσκον, δηλαδὴ μενταγιὸν κρεμασμένο ἀπὸ τὸν τράχηλο μὲ νῆμα∙ (διότι στὴν ἀρχαιότητα ἡ ἀλυσίδα καὶ τὸ σύρμα δὲν εἶχαν ἀκόμη ἐφευρεθῆ). ἀναφέρεται ὁ ὁρμίσκος τοῦ Ἰούδα (Γε 38,18).   ὁ Ἀβραὰμ διὰ μέσου τοῦ δούλου του Ἐλιέζερ χάρισε στὴ νύφη του Ῥεβέκκα χρυσᾶ  σκουλαρίκια καὶ βραχιόλια τῶν καρπῶν (ἐνώτια καὶ ψέλλια Γε 24,22∙ 24,30). τέτοια καθὼς καὶ περιλαίμια καὶ περιβραχιόνια (βραχιόνια, βραχιόλια) κοσμήματα φοροῦσαν, φαίνεται, κι ὅλες οἱ κοπέλλες, ἀλλὰ στὸν Ἰσραὴλ φαίνονταν μόνο τὰ περικάρπια βραχιόλια (ψέλλια), διότι ὁ τράχηλος, τ’ αὐτιά, καὶ οἱ βραχίονες τῶν γυναικῶν ἦταν πάντοτε καλυμμένα∙ τὰ κοσμήματα τῶν καλυμμένων μερῶν τοῦ σώματος τὰ φοροῦσαν γιὰ φυλαχτὰ ἢ καὶ γιὰ νὰ τὰ βλέπῃ μόνον ὁ μνηστήρας καὶ ὁ ἄντρας τῆς κοπέλλας. πολλὲς φορὲς  τὰ κοσμήματα ἦταν συγχρόνως καὶ φυλαχτὰ καὶ εἴδωλα. ὅπως τώρα τὸ χρυσὸ σταυρουδάκι εἶναι καὶ κόσμημα καὶ φυλαχτὸ καὶ θρησκευτικὸ σύμβολο, ἔτσι καὶ στὴν ἀρχαιότητα κρεμοῦσαν στὸ λαιμὸ σὰ μενταγιὸν ἢ στ’ αὐτιὰ σὰ σκουλαρίκια διάφορα εἰδώλια – φυλαχτά, συνήθως ταυροκεφαλὲς καὶ ἄλλα ὁμοιώματα θεῶν. καὶ μερικὲς φορὲς κυκλοφοροῦσαν τέτοια κοσμήματα καὶ στὸν Ἰσραήλ. γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν σ’ ἕνα φρεσκάρισμα τῆς πίστεως καὶ τῆς λατρείας τοῦ Κυρίου ὁ Ἰακὼβ διέταξε τὰ μέλη τῆς οἰκογενείας του ν’ ἀφαιρέσουν ἀπὸ πάνω τους τοὺς εἰδωλικοὺς θεούς, λέγοντας Ἄρατε τοὺς θεοὺς τοὺς ἀλλοτρίους τοὺς μεθ’ ὑμῶν ἐκ μέσου ὑμῶν καὶ καθαρίσθητε, αὐτοὶ  ἀνταποκρίθηκαν στὸ πρόσταγμά του, καὶ ἔδωκαν τῷ Ἰακὼβ τοὺς θεοὺς τοὺς ἀλλοτρίους, οἳ ἦσαν ἐν ταῖς χερσὶν αὐτῶν (=βραχιόλια, μενταγιόν), καὶ τὰ ἐνώτια (=σκουλαρίκια) τὰ ἐν τοῖς ὠσὶν αὐτῶν (Γε 35,2-4).

      Ὁ Μωϋσῆς, εἴτε ἦταν ἰδιαίτερα ὡραῖος ἄντρας εἴτε ὄχι, ἦταν ὁπωσδήποτε πολὺ ῥωμαλέος, διότι κάποτε σκότωσε μὲ τὶς γροθιὲς ἕναν Αἰγύπτιο, ποὺ τυρρανοῦσε κάποιον Ἑβραῖο (Ἔξ 2,12), καὶ λίγες μέρες ἔπειτα, θέλοντας νὰ προστατεύσῃ μερικὲς βοσκοποῦλες, τἄβαλε μὲ μιὰ ὁμάδα σκληραγωγημένων Ἀράβων βοσκῶν καὶ τοὺς ἔτρεψε σὲ φυγὴ (Ἔξ 2,17). ἦταν ὅμως ἰσχνόφωνος καὶ βραδύγλωσσος (Ἔξ 4,10). αὐτὸ σημαίνει ὅτι εἶχε φωνὴ πολὺ χαμηλή, δὲν μποροῦσε νὰ φωνάζῃ δυνατά, καὶ μιλοῦσε πολὺ ἀργά, ὄχι ἐλαττωματικά. διότι ἐκεῖνος ποὺ μιλάει ἐλαττωματικὰ στὴν ἀρχαιότητα λεγόταν μογιλάλος. ὁ Μωϋσῆς εἶχε καλὴ ἄρθρωσι, ἀλλὰ δὲν μποροῦσε νὰ μιλήσῃ  γρήγορα καὶ δυνατά.

      Μὲ τὸ Μωϋσῆ πιθανῶς ἔμοιαζε στὴ μορφὴ καὶ στὴ σωματικὴ διάπλασι ὁ ἀδερφός του ἀρχιερεὺς Ἀαρών. κι αὐτὸν πιθανῶς ἔμοιαζε ὁ ἔγγονός του ἀρχιερεὺς Φινεές.


      Ὁ Σαμψὼν ἦταν πολὺ δυνατὸς καὶ ῥωμαλέος. σὲ νεαρὴ  ἡλικία σκότωσε μὲ τὴ γροθιά του λεοντάρι (Κρ 14,5-6), κι ἀργότερα, ὥριμος ἄντρας, ἔκοψε μὲ τοὺς μύες του τὰ σχοινιά, μὲ τὰ ὁποῖα τὸν εἶχαν δεμένο, κι’ ἁρπάζοντας  μιὰ γαϊδουροσιαγόνα, ποὺ βρέθηκε δίπλα του, σκότωσε μ’ αὐτὴ 1.000 ἄντρες τῶν ἀλλοφύλων, ποὺ τὸν συνώδευαν (Κρ 15,12-16)∙ ἄλλοτε πάλι σήκωσε στοὺς ὤμους του τὶς πύλες τῆς πόλεως Γάζης καὶ πῆγε τὶς ἄφησε πάνω σ’ ἕνα βουνό (Κρ 16,3)∙ κι ἄλλοτε γκρέμισε ἕνα ναὸ ἁρπάζοντάς τον ἀπὸ δύο κολῶνες καὶ ταρακουνώντας τον (Κρ. 16,29-30). ἡ Βίβλος βέβαια λέει ῥητῶς, ὅτι αὐτὰ δὲν ὀφείλονταν στὴ μυϊκή του δύναμι, ἀλλὰ στὴ θεία δύναμι ποὺ ἐνεργοῦσε κατὰ τὸ θέλημά του, ὅσο ἔμενε ἀφοσιωμένος στὸν Κύριο κρατώντας τὰ μαλλιά του καὶ τὰ γένεια του ἄκοπα (Κρ 13,5∙ 14,6∙ 14,17∙ 16,22∙ 16,28-30). ἦταν ὅμως συνάμα καὶ πολὺ ῥωμαλέος, εἶχε καὶ μαλλιὰ πολὺ πλούσια καὶ μακριά, τὰ ὁποῖα ἦταν τελείως ἄκοπα ἀπὸ τότε ποὺ γεννήθηκε∙ καὶ τὴ γενειάδα του ἐπίσης τελείως ἄκοπη (Κρ 13,5∙ 16,17∙ 16,19).

      Ὁ Σαούλ, πρῶτος βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ, ἦταν ὁ ψηλότερος καὶ ὡραιότερος ἄντρας τοῦ Ἰσραὴλ στὶς μέρες του. τὸ ἀνάστημά του ἦταν ὑπερωμίαν καὶ ἐπάνω ἀπὸ τοὺς ψηλότερους Ἰσραηλῖτες, ἦταν δηλαδὴ ἕνα κεφάλι ψηλότερος ἀπὸ τοὺς ψηλότερους (Α΄Βα 9,2∙ 10,23-24). καὶ  πρέπει νὰ ἦταν περίπου 30 ἐτῶν, ὅταν ἔγινε βασιλεύς. παρόμοιος πρέπει νὰ ἦταν κι ὁ γιός του Ἰωνάθαν.

      Ὁ Δαυῒδ σύμφωνα μὲ τὴ Βίβλο ἦταν ὡραῖος ἄντρας καὶ ῥοδοκόκκινος μὲ πολὺ ὡραῖα μάτια (πυρράκης μετὰ κάλλους ὀφθαλμῶν καὶ ἀγαθὸς ὁράσει Α΄ Βα 16,12∙ 17,42).  ἦταν δὲ πιθανώτατα ψηλὸς στὸ ἀνάστημα, λιγνός, ἀθλητικός, καὶ εἶχε δυνατὰ χέρια. μένω πρῶτα στὸ κάλλος τῶν ὀφθαλμῶν του. στὴν πραγματικότητα τὰ μάτια ὅλων τῶν ἀνθρώπων ὡς πρὸς τὴν ὀμορφιὰ εἶναι ὁλόιδια, διότι ἀπὸ μόνα τους δὲν ἔχουν καμμία ὀμορφιά∙ εἶναι ἀνέκφραστοι στιλπνοὶ βολβοί. ἐκεῖνο ποὺ κάνει τὸ μάτι ὄμορφο κι ἐκφραστικὸ (ἢ ἄσχημο κι ἀνέκφραστο) εἶναι ἡ γύρω ἀπὸ τὸ μάτι περιοχή, ἡ συσπώμενη σάρκινη στεφάνη ποὺ περιβάλλει τὸ κάθε μάτι, ἡ ὁποία εἶναι τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ δυὸ ἐκφραστικώτερα σημεῖα τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος, καὶ μάλιστα τὸ αὐθεντικώτερο. τὸ ἐκφραστικώτερο μέρος τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος εἶναι τὸ πρόσωπο, τὰ δύο ἐκφραστικώτερα σημεῖα τοῦ προσώπου εἶναι ἡ γύρω ἀπὸ τὸ στόμα στεφάνη καὶ ἡ γύρω ἀπὸ τὸ μάτι. ἀλλ’ ἡ ἔκφρασι τῆς στεφάνης τοῦ στόματος,  παρ’ὅλο ποὺ κατ’ἀρχὴν εἶναι πιὸ ἔντονη, ἐπειδὴ εἶναι καὶ πιὸ ἐλεγχόμενη ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, δὲν εἶναι καὶ τόσο αὐθεντικὴ ἔκφρασι τοῦ πραγματικοῦ ἐσωτερικοῦ του. πολλὲς φορὲς δηλαδὴ εἶναι προσποιητή. ὑπάρχει καὶ τὸ προσποιητὸ χαμόγελο, θὰ λέγαμε ἁπλούστερα. ἡ ἔκφρασι τῆς στεφάνης τοῦ ματιοῦ ἐλέγχεται ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο λιγώτερο, σὰν ἔκφρασι τοῦ ἐσωτερικοῦ του εἶναι γνησιώτερη κι αὐθεντικώτερη. ἀπὸ τὴ στεφάνη τοῦ ματιοῦ κυρίως φαίνεται, ἂν ὁ ἄνθρωπος εἶναι καὶ γενικὰ πάντοτε καὶ εἰδικὰ σὲ δεδομένη στιγμὴ εὐδιάθετος, χαρούμενος, καλοσυνᾶτος, ἢ κακοδιάθετος, μελαγχολικὸς, ὠργισμένος, πικρός, σκληρός. ἡ σύσπασι τῆς στεφάνης τοῦ ματιοῦ μὲ δεύτερους συντελεστὰς τὴν κίνησι καὶ τὴν ὑγρότητα ἢ στεγνότητα τῶν βολβῶν εἶναι ἐκεῖνα ποὺ κάνουν τὰ μάτια ὡραῖα ἢ μὴ ὡραῖα∙ κι αὐτὰ εἶναι οἱ γνησιώτερες κι ἐκφραστικώτερες ἐνδείξεις τοῦ ἐσωτερικοῦ τοῦ ἀνθρώπου, τόσο δηλαδὴ τῆς συναισθηματικῆς του καταστάσεως ὅσο καὶ τῆς νοημοσύνης∙ γενικὰ τοῦ χαρακτῆρος του. γιὰ τὸ Δαυῒδ λοιπὸν δίνεται ἄμεσα  κυρίως  αὐτὸ τὸ στοιχεῖο τῆς μορφῆς του, ποὺ θὰ ἦταν ἀσφαλῶς καὶ τὸ κυρίαρχο τῆς προσωπικότητός του. εἶναι τὸ πνευματικώτερο σωματικὸ χαρακτηριστικὸ τοῦ ἀνθρώπου. τὸ ῥοδοκόκκινο χρῶμα του, ποὺ ὠφειλόταν ἀσφαλῶς τόσο στὴν ὑγεία του ὅσο καὶ στὴ συνεχῆ διαβίωσί του στὴν ὀρεινὴ ὕπαιθρο τῆς Ν. Παλαιστίνης, ὅπου ἔβοσκε ἀπὸ μικρὸς τὰ πρόβατα τοῦ πατέρα του, δείχνει τὸ σφρῖγος του καὶ τὴν ὑπόλοιπη ὀμορφιά του. ὅτι δὲ ὁ Δαυῒδ ἦταν καὶ ψηλὸς καὶ λιγνὸς κι ἀθλητικός, φαίνεται στὴ Βίβλο ἔμμεσα ἀπὸ τὴν περιγραφὴ τῶν δύο γνωστοτέρων γιῶν του, τοῦ Ἀβεσσαλὼμ καὶ τοῦ Σολομῶντος, οἱ ὁποῖοι πιθανώτατα τοῦ ἔμοιαζαν∙ καὶ καθὼς ἦταν ἀπὸ δύο διαφορετικὲς μητέρες, ἀσφαλῶς τὰ κοινὰ χαρακτηριστικά τους τὰ εἶχαν ἀπὸ τὸν κοινὸ πατέρα. μέσῳ αὐτῶν φαίνεται, ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ ῥοδοκόκκινος ἦταν καὶ πολὺ λευκός, μὲ μαλλιὰ κατάμαυρα κι ἐκτάκτως πλούσια, καὶ τρίχα χοντρὴ καὶ σπαστὴ σὲ μικροκύματα (μαλλιὰ γκοφρὲ θὰ λέγαμε) (Β΄Βα 14,25-26∙ Ἆσ 5,10-16). τέλος ἡ ἔκτακτη μυϊκὴ δύναμι τῶν χεριῶν του φαίνεται τόσο ἀπὸ τὸ ἀρχικὸ του ἐπάγγελμα ὅσο κι ἀπὸ ὅσα διηγεῖται ὁ ἴδιος στὸ Σαούλ. ὅταν δηλαδὴ ὁ Δαυῒδ προθυμοποιήθηκε ν’ ἀντιμετωπίσῃ τὸ Γολιάθ, ὁ Σαούλ, ποὺ μέχρι τότε τὸν ἀγαποῦσε καὶ πολὺ καὶ εἰλικρινά, τὸν ἀπέτρεπε, ἐπειδὴ φοβόταν μήπως τὸν χάσῃ. καὶ τότε ὁ Δαυῒδ τοῦ ἀποκρίθηκε∙ Βασιλιᾶ μου, ὅταν ἤμουν λίγο μικρότερος, ἔβοσκα τὰ πρόβατα τοῦ πατέρα μου∙ κι ὅσες φορὲς ἐρχόταν κανένα λεοντάρι ἢ καμμιὰ ἀρκούδα κι ἅρπαζε κανένα πρόβατο ἀπὸ τὸ κοπάδι, ἐγὼ ἔτρεχα ἀπὸ πίσω του καὶ τὸ σκότωνα, κι ἔπαιρνα τὸ πρόβατο ἀπὸ τὸ στόμα του. κι ἂν μοῦ ῥιχνόταν, τὸ ἅρπαζα ἀπὸ τὸ λαιμό του καὶ τοῦ ἔσφιγγα τὸ λαρύγγι του μέχρι ποὺ τὸ ἔπνιγα∙ εἴτε λεοντάρι εἴτε ἀρκούδα ἦταν, τὸ ἔπνιγα. ἔτσι θὰ κάνω κι αὐτὸν τὸν ἀλλόφυλο καὶ ἀπερίτμητο, σὰν ἕνα ἀπὸ τὰ θηρία ἐκεῖνα (Α΄Βα 17,34-36). καὶ παραπάνω ἡ Γραφὴ λέει ὅτι, ὅταν ἐκσφενδόνησε τὴν πέτρα, μὲ τὴν ὁποία σκότωσε τὸ Γολιάθ, τὴν ἐκσφενδόνησε μὲ τέτοια δύναμι, ποὺ αὐτή, στὸ σημεῖο τοῦ μετώπου ποὺ χτύπησε, βαθούλωσε τὸ χάλκινο κράνος τοῦ Γολιάθ πάνω στὸ κρανίο του, καὶ τὸν ἔρριξε κάτω ἀναίσθητο (Α΄Βα 17,49). ἐκεῖνα τὰ χέρια τοῦ Δαυΐδ, τὰ δυνατὰ σὰν τανάλιες καὶ σὰ μόρσες τοῦ σιδερᾶ, μπορεῖ νὰ τὰ φανταστῇ κανεὶς καλλίτερα, ἂν ἔχῃ ὑπ’ ὄψι του, πόσο δυνατὰ χέρια καὶ δάχτυλα ἔχουν οἱ βοσκοὶ ποὺ ἀρμέγουν κοπάδια. τὸ ἄρμεγμα, ὅποιος τὸ δοκίμασε, ξέρει, εἶναι πολὺ δύσκολη καὶ σκληρὴ ἐργασία, καὶ κάνει τὰ χέρια τῶν βοσκῶν σὰν τανάλιες, ἀκόμα κι ὅταν στὸ ὑπόλοιπο σῶμα τους δὲν εἶναι ἰδιαίτερα ῥωμαλέοι. ψηλὸς λοιπὸν ὁ Δαυΐδ, λιγνός, ἀθλητικός, μὲ χέρια σὰν τανάλιες. ὁλόλευκος καὶ ῥοδοκόκκινος, ποὺ ἔσταζε ὑγεία, μὲ μαλλιὰ πλούσια κατάμαυρα καὶ γκοφρέ, καὶ μάτια ὡραιότατα κι ἐκφραστικώτατα τοῦ ὡραίου ἐσωτερικοῦ του. ἀνδρικὴ καλλονή. γι’ αὐτὸν πρέπει νὰ προσθέσουμε καὶ ὅτι, πρὶν ἀκόμη γίνῃ ὁτιδήποτε, ὅταν ἦταν ἕνας κατώτερος ἀξιωματικὸς τοῦ στρατοῦ, τὸν ἀγάπησε πολὺ φλογερὰ ἡ ὡραιότατη βασιλοκόρη τοῦ Σαούλ, ἡ Μελχόλ, ἡ ὁποία ἐν τέλει ἔγινε καὶ γυναῖκα του. εἶναι κι αὐτὸ ἄλλη μιὰ ἔνδειξι ὅτι ἦταν κι ἐκεῖνος πολὺ ὡραῖος ἄντρας∙ καὶ φυσικὰ πολὺ ἄντρας.

      Παρόμοιος μὲ τὸ Δαυῒδ ἦταν, ὅπως εἶπα, ὁ γιός του  Σολομών.  κάπως παρόμοιοι πρέπει νὰ  ἦταν καὶ οἱ 20 περίπου ἄλλοι διάδοχοί του βασιλεῖς, ποὺ ἦταν καὶ κατ’εὐθεῖαν ἀπόγονοί του, καὶ οἱ ἐπίσης κατ’ εὐθεῖαν ἀπόγονοι ἐκείνων καὶ πρόγονοι τοῦ Κυρίου, πάνω ἀπὸ 10 στὸν ἀριθμό. ἀλλὰ βέβαια δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι κανεὶς σίγουρος γιὰ τὸ πόσο ἔμοιαζαν στὴ μορφὴ καὶ στὴ σωματικὴ διάπλασί του κάποιον πρόγονο οἱ ἀπόγονοί του σὲ βάθος 30 γενεῶν μὲ ἰσάριθμες ἀγχιστεῖες καὶ συμμετοχὲς ἄλλων οἰκογενειῶν στὴν κληρονομικότητά τους.

      Γιὰ τὸν προφήτη Ἠλία δὲν ξέρουμε ἂν ἦταν ὡραῖος ἄντρας ἢ ὄχι, καταλαβαίνουμε ὅμως ὅτι βγῆκε στὴ δρᾶσι περίπου 30 ἐτῶν (Γ΄Βα 17,1). ὅταν ἔκλεισε τὸν οὐρανό, νὰ μὴ βρέχῃ, κι ὅταν ἔσφαξε τοὺς 850 κιναίδους ἱερεῖς τῶν εἰδώλων, ἦταν περίπου 30 -35 ἐτῶν. ξέρουμε ὅτι ἦταν ψηλὸς λιγνὸς κι ἀθλητικός, ταχύτατος κι ἀνθεκτικὸς δρομέας ποὺ κάποτε σὲ δρόμο μεγάλου μήκους ξεπέρασε στὸ τροχάδην ἄλογα ζεμμένα σὲ ἅρμα (Γ΄Βα 18,46), ἂν καὶ κατὰ τὴ Γραφὴ στὴν περίπτωσι αὐτὴ τὸν βοήθησε καὶ κάποια θεία ἐνδυνάμωσι. ἦταν δὲ καὶ βροντόφωνος καὶ ἰδιαίτερα τριχωτὸς στὸ σῶμα του.

      Γιὰ τὸν προφήτη Ἐλισαῖο, ποὺ ἦταν πρῶτα ἕνας σκληραγωγημένος ἀγρότης, ἡ Γραφὴ μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ἦταν φαλακρὸς (Δ΄Βα 2,23). τὸ ὅτι δὲ ὁ διδάσκαλός του προφήτης Ἠλίας τοῦ ἄφησε τὴ μηλωτή του (Δ΄Βα 2,13), ἴσως νὰ σημαίνῃ ὅτι τοῦ ἐρχόταν καλά, καὶ ὅτι ἄρα ἦταν κι αὐτὸς ψηλός.

      Ὁ προφήτης Ἰωνᾶς, ὅταν κοιμόταν, ῥοχάλιζε (Ἰν 1,5). ἴσως αὐτὸ νὰ σημαίνῃ ὅτι, ὅταν κήρυξε στὴ Νινευή, ἦταν τὸ λιγώτερο 40  ἐτῶν, διότι συνήθως οἱ ἄντρες ῥοχαλίζουν  ἀπ’ αὐτὴ τὴν ἡλικία. δὲν εἶναι ὅμως κι ἀπαραίτητο.

      Ὁ προφήτης Δανιὴλ καὶ οἱ τρεῖς παῖδες ἦταν ἰδιαίτερα ὡραῖοι νέοι, χωρὶς κανένα ψεγάδι, καὶ ἔξυπνοι, διότι ἐπιλέχτηκαν μ’ αὐτὰ τὰ κριτήρια (νεανίσκοι οἷς οὐκ ἔστιν αὐτοῖς μῶμος καὶ καλοὶ τῇ ὄψει καὶ συνιέντες ἐν πάσῃ σοφίᾳ καὶ γινώσκοντες γνῶσιν καὶ  διανοούμενοι φρόνησιν Δα 1,4).

      Μὲ τέτοια κριτήρια ἐπιλέχτηκε ἀργότερα κι ὁ Νεεμίας, γιὰ νὰ εἶναι ἰδιαίτερος τοῦ βασιλέως Ἀρταξέρξου Α΄(Νε 2,1-4).

      Ὁ Δανιὴλ καὶ οἱ τρεῖς παῖδες εἶχαν ἐντελῶς διαφορετικὴ ἐνδυμασία ἀπ’ ὅλους τοὺς βιβλικοὺς ἄντρες. φοροῦσαν παντελόνια περίπου σὰν τὴν ἑλληνικὴ νησιώτικη βράκα ἀλλὰ λίγο πιὸ στενὰ ἤτοι σὰν τὸ μακεδονικὸ μπενιβρέκι (σαράβαρα Δα 3,21). ἀπὸ δὲ τὰ γόνατα καὶ κάτω μόνο κάλτσες (περικνημῖδες Δα 3,21). στὸ κεφάλι φοροῦσαν κάποιο καπέλλο σὲ σχῆμα μᾶλλον κολούρου κώνου (τιάραι Δα 3,21) καὶ εἶχαν κρεμασμένο στὸ λαιμὸ τους ἕνα μενταγιὸν (μανιάκης Δα 5,7∙ 5,16∙ 5,29), ποὺ ἦταν διακριτικὸ τοῦ ἀξιώματός των∙ διότι ἦταν ἀξιωματοῦχοι τοῦ Βαβυλωνιακοῦ κράτους. τοῦ Δανιὴλ τὸ μενταγιὸν ἦταν χρυσὸ (χρυσοῦς μανιάκης), ἐπειδὴ τὸ ἀξίωμά του ἦταν πολὺ ὑψηλὸ (πρωθυπουργός).

      Παντελόνια, κάλτσες ἐμφανεῖς, τιάρα, καὶ μενταγιὸν φοροῦσαν πιθανώτατα καὶ ἄλλοι δύο βιβλικοὶ ἄντρες, ὁ Ζοροβάβελ κι ὁ Νεεμίας, διότι ἦταν κι αὐτοὶ ἀξιωματοῦχοι τοῦ Περσικοῦ κράτους.

      Ὁ Ἰωάννης ὁ βαπτιστής, γιὰ τὸν ὁποῖο δὲν ξέρουμε πῶς ἦταν στὴ μορφὴ καὶ στὸ ἀνάστημα, ὅταν κήρυττε, ἦταν ἕνας νέος 30 ἐτῶν μὲ μαλλιὰ γένεια καὶ μουστάκια τελείως ἄκοπα ἀπὸ τὴ γέννησί του∙ διότι ἦταν ναζιραῖος (=ἀφιερωμένος) σὰν τὸ Σαμψών. φοροῦσε μόνο χιτῶνα ἀπὸ μαλλὶ καμήλας καὶ μιὰ δερμάτινη ζώνη. λόγῳ τῆς διαίτης του ἦταν ὁπωσδήποτε ξερακιανός (Μρ 1,6∙ Λκ 1,15).

      Γιὰ τὰ περισσότερα πρόσωπα τῆς Π. Διαθήκης δὲν γνωρίζουμε τίποτε σχετικὸ μὲ τὴ μορφή  τους καὶ τὸ ἀνάστημά τους. τὰ γενικὰ ὅμως φυλετικὰ κι ἐθνικὰ χαρακτηριστικά τους καθὼς καὶ ἡ ἐνδυμασία τους εἶναι δεδομένα. νομίζω ὅτι ἄνθρωποι ὅπως οἱ Ἰησοῦς τοῦ Ναυή,  Βαράκ, Γεδεών, Ἰεφθάε, Σαμουήλ, Νάθαν, Ἐζεκίας, Ἰωσίας, Ἠσαΐας, Ἰερεμίας, Βαρούχ, Ἰεζεκιήλ, Ζοροβάβελ, Ἔσδρας, καὶ οἱ 12 προφῆτες μὲ τὰ μικρὰ βιβλία, ἦταν ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον πρόσωπα κοινότυπα στὴ μορφὴ καὶ στὸ ἀνάστημα, ἡ δὲ ἐνδυμασία τους εἶχε ἴσως μιὰ μικρὴ διαφορὰ ἀνάλογη πρὸς τὴν κατὰ κόσμον κοινωνική τους θέσι καὶ τὴν οἰκονομική τους κατάστασι∙ ἀλλὰ δὲν θὰ πλησίαζε ποτὲ οὔτε ἀπὸ μακριὰ τὰ ὅρια τῆς κοινωνικῶς προκλητικῆς διαφορᾶς. ὁ συγγενὴς ἢ φίλος τοῦ βασιλέως προφήτης Ἠσαΐας κι ὁ φτωχὸς ἐργάτης καὶ γιδοβοσκὸς προφήτης Ἀμὼς ἀσφαλῶς δὲν φοροῦσαν τὰ ἴδια ῥοῦχα, παρ’ ὅλο ποὺ ἦταν πατέρας καὶ γιὸς. ἀλλ’ ἡ σεμνότης καὶ τὸ ἀπέριττο ἦταν ὁπωσδήποτε κοινὸ χαρακτηριστικό τους.


7 σχόλια:

  1. Συνεπώς κάθε απεικόνιση βιβλικού προσώπου της Π.Δ. και βιβλικού προσώπου της Παλαιστίνης της Κ.Δ. με

    -ξανθά ή χρυσά ή κόκκινα μαλλιά
    -γαλανά, πράσινα, μπλε μάτια
    -μακρυά θηλυπρεπή μαλλιά (πλην Σαμψών και Βαπτιστού)

    δεν είναι "ιερή" εικόνα αλλά ασεβής απεικόνιση, συκοφαντική για τους βιβλικούς άντρες αυτούς και για τον ίδιο τον Κύριό μας Ιησού Χριστό που δεν είχε ούτε ξανθά μαλλιά ούτε γαλάζια μάτια ούτε μακρυἀ σαν γυναικεία μαλλιά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Οι αγιογραφήσεις εμφανίστηκαν αρκετούς αιώνες μετά την ἰδρυση της Εκκλησίας και είναι λογικό να απεικονίζουν υποθετικές μορφές. Το πιο απαράδεκτο είναι ότι κάνουν λάθη και στην ηλικία, παρουσιάζοντας τη Μαρία τη Μαγδαληνή κοριτσόπουλο ενώ ήταν 60 -70 ετών και τον Ιωσήφ γέρο ασρομάλλη κατά τη γέννηση του Κυρίου και κατά τη φυγή στην Αίγυπτο ενώ τότε ήταν νεότατος, με μαύρο κοντό μαλλί και μαύρα κοντά γένεια. Η μνηστεία της Μαρίας με τον Ιωσήφ ήταν φυσιολογική, δύο νέων, που τους αρραβώνιασαν οι οικογένειές τους με σκοπό τη δημιουργία οικογένειας, ενώ το ότι η Παναγία ήταν σαν κορίτσι στο Ναό, ότι δήθεν τη μνήστευσαν με φροντίδα τους οι ιερείς με έναν δήθεν χήρο και ηλικιωμένο (τον Ιωσήφ), ακόμα και ότι οι γονείς της λεγόταν Ιωακείμ και Άννα είναι από τα ασεβή απόκρυφα. Η Αγία Γραφή κατονομάζει μεν τους γονείς του Ιωάννη του Προδρόμου, δεν κατονομάζει όμως ούτε τους γονείς της Παναγίας, ούτε δέχεται τα περί αφιερώσεώς της στο Ναό.

      Διαγραφή
    2. Ακριβώς! Πολύ ωραία τα γράφεις! Εκτός των άλλων στις αγιογραφίες όλες οι αγίες και η Παναγία απεικονίζονται με καλυμμένη την κεφαλή τους! Πού το είδαν αυτό γραμμένο; Κι έχω και τη γυναίκα μου να κοτσάρει τη μαντίλα στο κεφάλι και όλο με τις φούστες...λέει το είπε ο απόστολος Παύλος...και της λέω τζιχαντίστρια μου γινες;;;
      Ο άντρας λέει έχει από επάνω του το Θεό ενώ η γυναίκα είναι κάτω από την σκέπη του άντρα της και κάτι τέτοια...
      Πού σαι βρε Χριστόδουλε που φώναζες ελάτε όπως είστε, αρκεί να έλθετε στην εκκλησία...με σκουλαρίκια, με σκισμένα τζην..με ό,τι θέλετε!
      Με έχει πρήξει αυτή η γυναίκα μου με τους πατέρες και τους πατέρες! Άμα είναι έτσι , όλα πρέπει να τα αλλάξουμε σήμερα...και πού τα λέει αυτά το ευαγγέλιο;;;
      Δε φτάνει που είμαστε καθώς πρέπει άνθρωποι;

      Διαγραφή
    3. Και όμως, ο άγιος Επιφάνιος Κύπρου έχει διαφορετική άποψη για τον Ιωσήφ και τη Μαρία:
      Περί της αειπαρθενίας της Θεοτόκου
      Απόσπασμα από την επιστολή του Αγ. Επιφανίου προς τους Χριστιανούς της Αραβίας, κατά των Αντιδικομαριανιτών, δηλαδή των αιρετικών, οι οποίοι δεν εδέχοντο την αειπαρθενία της Θεοτόκου. Η επιστολή εγράφη το 367, μόλις ανέλαβε τα επισκοπικά του καθήκοντα. Η επιστολή σώζεται αυτούσια στο Πανάριο, που συνεγράφη το 375 (PG 42.705-740).
      Σύμφωνα με την επιστολή αυτή:
      Ο Ιακώβ (επονομαζόμενος Πάνθηρ) είχε δυο υιούς:
      α/ Ιωσήφ τον μνήστορα
      β/ Σίμωνα Κλωπά
      Ο Ιωσήφ νυμφεύθηκε μια γυναίκα από την φυλή Ιούδα και γέννησε έξη (6) παιδιά, τέσσερα αγόρια και δυο κορίτσια (τούτο αναφέρουν Ματθαίος 13.53, Μάρκ. 6.3)
      Ο Ιωσήφ έμεινε χήρος και σε ηλικία 80 ετών μνηστεύθηκε τη Μαρία.
      Ο Ιωσήφ αποθνήσκει μετά τα 92 του χρόνια.
      Τα έξη παιδιά του Ιωσήφ αναφέρονται με τα ονόματά τους:
      Ιάκωβος, Ιωσής, Σίμων, Ιούδας, Μαρία, Σαλώμη.
      Ο Ιάκωβος (αποκαλούμενος αδελφόθεος, ωβλίας = τείχος, δίκαιος, ναζωραίος = άγιος). Εγέννησεν τούτον ο Ιωσήφ σε ηλικία 40 ετών. Αδελφός του Ιησού εξ αγχιστείας, ήταν 40 ετών όταν γεννήθηκε ο Ιησούς. Κατά δε την Πεντηκοστή ήταν 73 ετών και ανέλαβε πρώτος επίσκοπος Ιεροσολύμων. Ο Παύλος αναφέρει: «Έτερον δε των αποστόλων ουκ είδον, ει μη Ιάκωβον τον αδελφόν του Κυρίου» (Γαλ. 1.19). Ο Ιάκωβος τελευτά σε ηλικία 96 ετών, παρθένος, με το μαρτύριο του λιθοβολισμού. Δεν αναφέρεται στους 12 Αποστόλους, όπως ο Ιάκωβος ο του Αλφαίου και ο Ιάκωβος ο του Ζεβεδαίου. Είναι ένας εκ των 71 αποστόλων. Αναφέρονται στο πρόσωπό του: η επιστολή Ιακώβου στην Καινή Διαθήκη, καθώς και η λειτουργία του, ως Ιακώβου του αδελφοθέου. Επίσης αναφέρεται και το Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου, απόκρυφο κείμενο με μυθώδεις αφηγήσεις. Η μνήμη του εορτάζεται στις 23 Οκτωβρίου.
      Ο Σίμωνας ο αδελφόθεος (και Συμεών και Κλεόπας επονομαζόμενος), εκ των 71 αποστόλων, δεύτερος επίσκοπος Ιεροσολύμων μετά τον Ιάκωβο τον αδελφόθεο και ιερομάρτυρας. Η μνήμη του εορτάζεται στις 27 Απριλίου.
      Ο Ιωσής ο αδελφόθεος. Η ονομασία του είναι εξελληνισμένος τύπος του εβραϊκού ονόματος Γιωσέφ = Ιωσήφ.
      Ο Ιούδας ο αδελφόθεος, αδελφός του Κυρίου εξ αγχιστείας (και Θαδδαίος και Λεββαίος επονομαζόμενος), εκ των 71 αποστόλων, αναφέρεται ως ο συγγραφέας της επιστολής Ιούδα στην Καινή Διαθήκη. Ο Ιούδας με τη σύζυγό του έχουν ιεραποστολικό έργο: «ως και οι λοιποί απόστολοι και οι αδελφοί του Κυρίου και Κηφάς;» (Κορινθ. Α΄ 9.5). Η μνήμη του τιμάται στις 19 Ιουνίου.
      ΠΗΓΗ : Αγίου Επιφανίου: Πανάριον
      Επομένως, κατά τον άγιο Επιφάνιο, ο Ιωσήφ είχε νυμφευθεί και είχε κάνει 6 παιδιά από τον γάμο του και ήταν 80 χρονών ασπρομάλλης, όταν γεννήθηκε ο Χριστός.

      Διαγραφή
    4. Το ερώτημα (και η απάντηση) είναι ότι, ο Επιφάνειος Κύπρου, 350 χρόνια (τρεις ολόκληρους αιώνες) μετά τον Ιωσήφ, δεν μπορεί να γνωρίζει τίποτε το αξιόπιστο για τον Ιωσήφ, πλην των αποκρύφων και των διαδόσεων, σε μια εποχή μάλιστα που οι πληροφορίες και οι επικοινωνίες ήταν με το σταγονόμετρο. Βασίζεται, υποθέτω σε φήμες ή και στα απόκρυφα ψευτοευαγγέλια, τα οποία με πονηρό τρόπο επιχειρούσαν να εισάγουν στην εκκλησία σατανικά (συνήθως) μυθεύματα που δήθεν θα απαντούσαν σε όσες πληροφορίες το σχέδιο του Θεού δεν έκρινε απαραίτητες να καταγραφούν στην Αγία Γραφή.

      Ο Ιωσήφ ήταν νέος διότι νέα, επίσης, ήταν η Παναγία η μνηστή του. Ούτε κουσούρι είχε η Παναγία για να παντρευτεί γέρο, διότι όταν τους μνήστευσαν (αραβώνιασαν) οι πατρικές τους οικογένειες, οι δυο νέοι είχαν σκοπό έναν φυσιολογικό γάμο, ούτε η Παναγία ήταν αφιερωμένη στο ναό από νήπιο, όπως θέλουν τα απόκρυφα. Τα ονόματα των γονέων της Παναγίας δεν τα αναφέρει η Βίβλος. Ούτε έχουμε υποχρέωση να αποδεχόμαστε ό,τι μας πλασσάρουν τα πονηρά απόκρυφα, έστω κι αν αυτό σε σκοτεινές εποχές έχει εισχωρήσει στην υμνολογία ή στο εορτολόγιο. Ακμαίος, παρθένος και νεότατος ο Ιωσήφ, κατόπιν οδηγίας του θεού μέσω αγγέλου, οδήγησε τον Ιησού και τη Μαρία στην Αίγυπτο, τους προστάτευσε, εργαζόμενος πιθανώς, και με την οικονομική αξιοποίηση των χρυσών νομισμάτων που τους πρόσφεραν ως δώρα οι μάγοι, ώστε να επιβιώσουν ασφαλώς στην εξορία, τους επανέφερε μετά το θάνατο του Ηρώδη. Πώς μπορεί να ήταν εσχατόγηρος 80 ετών και να μπορούσε να εκτελέση μια τέτοια θεία αποστολή ο Ιωσήφ! Επίσης, ο Ιησούς εργάστηκε μαζί του, ως τἐκτων, από τα 17 -20 ίσως έως περίπου τα 30 του έτη (δεν γνωρίζουμε πότε πέθανε ο Ιωσήφ) ! Πώς δούλευε σκληρά, επί 5-10 τουλάχιστον χρόνια ο Ιωσήφ μαζί με τον Χριστό, εσχατὀγηρος 100 ετών ών(αν όπως λέει ο Επιφάνειος ήταν 80 όταν γεννήθηκε ο Χριστός;). Και τα προηγούμενα 20; Οι λεγόμενοι αδελφοί του Χριστού είναι οι εξάδελφοί του, το ἐχει απαντήσει αλλού ο Κ. Σιαμάκης διότι τότε, στην Ελληνική γλώσσα δεν υπήρχε η λέξη εξάδελφος και λεγόταν "αδερφοί" και οι εξάδερφοι.

      Διαγραφή
    5. Εσείς, αυτά που γράφετε τα έχετε συμπεράνει από μόνος σας, τα έχετε πάρει από τον Σιαμάκη ή τα έχετε πάρει από άλλον άγιο της Εκκλησίας μας;

      Διαγραφή
  2. Σχολιαστἀ 10 Φεβρουαρίου 2017 - 9:47 π.μ., υποθέτω πως μπορείτε ανενδοίαστα να πείτε στη γυναίκα σας, ότι όλα αυτά που φρονεί, τα περί ενδυμασίας και κομώσεως των γυναικών είναι σωστά και τα διδάσκει το Ευαγγέλιο και οι Πατέρες που το ερμηνεύουν. Η υπερβολή, όμως, ας μην είναι υποκριτική. Είναι δηλαδή σε όλα τα άλλα της αγία, επιπλέον εφάρμοσε και το "έτι έν" (Λουκ. ιη 18-27) και επιμένει και στη λεπτομέρεια της μαντήλας όχι μόνο στη λατρεία εντός των Ναών αλλά και εκτός; Ας είναι ευλογημένη! Κι εσείς τυχερός. Οι αγιογράφοι αν και αυθαιρετούν κατά μεγάλο ποσοστό στις απεικονίσεις ανθρώπων που δεν γνωρίζουν καν πως ήταν, ζωγράφησαν τις αγίες έτσι, με μαντήλια, μακριά φουστάνια και μανίκια, όχι διότι το λέει η Γραφή, αλλά διότι έτσι ντύνονταν όλες οι γυναίκες, άρα και οι απεικονιζόμενες, έτσι ήταν τότε οι γυναικείες ενδυμασίες, από την εποχή των Αποστόλων, μέχρι τα τέλη του 20ου αιώνα: Εμείς οι ηλικιωμένοι θυμόμαστε τις γυναίκες στα χωριά να ντύνονται με μακρυά φουστάνια, μακρυά μανίκια και μαντήλι στο κεφάλι. Και στους χορούς τους δημοτικούς, να χορεύουν ή μόνο γυναίκες, ή να πιάνουν τον άντρα από το μαντήλι. Εν προκειμένω, υπάρχει διδασκαλία στο τί (κατά την Καινή Διαθήκη) πρέπει να φοράνε ή να μην φοράνε άντρες και γυναίκες, τι μαλλί να έχουν κ.λπ. Αν δεν εφαρμόζεται γενικώς από τους Χριστιανούς της εποχής μας, και αν επί πλέον ντύνονται κάθε χρόνο καρναβάλια και συμμετέχουν σε διονυσιακές τελετές και σε βουρβούλεια και θέλουν να είναι χριστιανοί ... πόσα κιλά χριστιανισμού ζυγίζει έκαστος εξ ημών; Το τι γίνεται στις βαπτίσεις και στους γἀμους, συνευδοκούσης της εκκλησίας, αρκεί να το απαντήσει.

    Το σεμνό ντύσιμο είναι απαραίτητο για τις γυναίκες, αλλά αν και η σωστή χριστιανική ενδυμασία των γυναικών είναι το μαντήλι, τα μακρυά μανίκια και τα μακρυά μέχρι τον ποδόγυρο φαρδιά αδιαφανή φουστάνια, αυτό θα επικρατήσει όταν το εφαρμόσουν όλες οι γυναίκες της εκκλησίας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου