Τρίτη 30 Δεκεμβρίου 2025

Η διδασκαλία για τα άκυρα και ανυπόστατα μυστήρια, είτε από το υγιές είτε από το άρρωστο τμήμα της Εκκλησίας




 

Εισαγωγικά

Στην ενότητα αυτή εξετάζεται η άποψη ότι τα μυστήρια (όπως η Θεία Κοινωνία ή το Βάπτισμα) μπορεί να στερούνται τη θεία χάρη και να θεωρούνται άκυρα.

Η ανάλυση επικεντρώνεται στο πώς αυτή η διδασκαλία επηρεάζει τις δύο πλευρές:

Το "νοσούν" τμήμα: Δηλαδή όσοι πιστοί και κληρικοί παραμένουν σε κοινωνία με επισκόπους που θεωρούνται ότι κηρύττουν πλάνες.

Το "υγιές" τμήμα: Δηλαδή όσοι διέκοψαν την εκκλησιαστική κοινωνία (αποτειχίστηκαν) για λόγους καθαρότητας της πίστης.

Το κείμενο υποστηρίζει ότι αν οποιαδήποτε από τις δύο πλευρές αρχίσει να θεωρεί τα μυστήρια της άλλης πλευράς ως "άκυρα" πριν από μια επίσημη συνοδική απόφαση, οδηγείται σε σοβαρά θεολογικά και εκκλησιολογικά σφάλματα.

π.Δ.Α

Η διδασκαλία για τα άκυρα μυστήρια και οι συνέπειές της

Στην ενότητα αυτή εξετάζονται δύο περιπτώσεις σχετικά με την άποψη ότι τα μυστήρια μπορεί να είναι άκυρα ή ανύπαρκτα.

Η Πρώτη Περίπτωση:
Εξετάζουμε τι συμβαίνει όταν το «νοσούν» τμήμα της Εκκλησίας (δηλαδή όσοι πιστοί δεν έχουν διακόψει την κοινωνία με αιρετικούς επισκόπους) υποστηρίζει ότι το «υγιές» τμήμα (όσοι αποτειχίστηκαν) βρίσκεται εκτός Εκκλησίας. Αν το «νοσούν» τμήμα θεωρεί ότι οι αποτειχισμένοι δεν σώζονται και ότι τα μυστήριά τους είναι άκυρα, τότε προκύπτουν τα εξής προβλήματα:

  1. Ακυρώνεται ο 15ος Κανόνας της Πρωτοδευτέρας Συνόδου: Αυτός ο κανόνας επαινεί όσους διακόπτουν την κοινωνία με έναν επίσκοπο που κηρύττει αίρεση, ακόμη και πριν αυτός καταδικαστεί επίσημα από Σύνοδο. Αν θεωρήσουμε ότι όσοι εφαρμόζουν αυτόν τον κανόνα βγαίνουν «εκτός Εκκλησίας», τότε ο κανόνας αυτός είναι άχρηστος και η Εκκλησία έκανε λάθος που τον συμπεριέλαβε στους ιερούς κανόνες της.
  2. Επιβάλλεται ένας ακραίος «Επισκοποκεντρισμός»: Με αυτή τη λογική, ο πιστός υποχρεώνεται να μνημονεύει τον επίσκοπό του ακόμη και αν αυτός είναι αιρετικός, προκειμένου να μη χάσει τη σωτηρία του.
  3. Ομοιότητα με τον Παπισμό:  Αν ένας επίσκοπος κηρύττει φανερά μια αίρεση (π.χ. το Filioque) και το ποίμνιο είναι αναγκασμένο να τον ακολουθεί και να τον μνημονεύει για να θεωρούνται έγκυρα τα μυστήριά του, τότε η εγκυρότητα της Θείας Ευχαριστίας εξαρτάται αποκλειστικά από το όνομα του επισκόπου και όχι από την αλήθεια της πίστης.

Το συμπέρασμα
Αν ισχύουν τα παραπάνω, τότε όποιος σταματήσει να μνημονεύει το όνομα του επισκόπου (ακόμη και για λόγους προστασίας της πίστης), θεωρείται αυτόματα ότι χάνει τη χάρη των μυστηρίων.
Αν επικρατήσει η άποψη ότι όποιος δεν μνημονεύει τον επίσκοπο χάνει τη σωτηρία του, τότε οδηγούμαστε σε ακραίες θέσεις, όπως αυτές του Μητροπολίτη Ιωάννη Ζηζιούλα. Εκείνος υποστηρίζει ότι:

  • Όποιος δεν μνημονεύει τον επίσκοπό του στη Θεία Ευχαριστία, διαγράφει τον εαυτό του από τους ζωντανούς πιστούς.
  • Η Θεία Ευχαριστία δεν έχει σωτήρια αξία αν δεν τελείται στο όνομα του τοπικού επισκόπου.
  • Δεν μπορούμε να προσευχόμαστε απευθείας στον Χριστό, αλλά πρέπει πάντα να μεσολαβεί ο επίσκοπος ως «εικόνα» Του.

Αυτές οι θέσεις ταυτίζονται με τον Παπισμό, όπου όλα εξαρτώνται από την κοινωνία με τον Πάπα. Επίσης, αν δεχτούμε αυτή τη λογική, καταργείται η έννοια του «συμμολυσμού» (δηλαδή ότι οι Ορθόδοξοι μολύνονται όταν κοινωνούν με ακαθαίρετους αιρετικούς), κάτι που διδάσκει η Ε' Οικουμενική Σύνοδος και η πατερική παράδοση.


Η Δεύτερη Περίπτωση (Β):
Τι συμβαίνει όταν το «υγιές» τμήμα (οι αποτειχισμένοι) υιοθετεί τη διδασκαλία ότι τα μυστήρια του «νοσούντος» τμήματος (όσων δεν αποτειχίστηκαν) είναι άκυρα; Οι συνέπειες είναι οι εξής:

Μεγαλώνει το σχίσμα: Αντί αυτή η διδασκαλία να βοηθήσει στην ένωση των δύο πλευρών, βαθαίνει το χάσμα και κάνει τη θεραπεία της Εκκλησίας αδύνατη.

Αυθαίρετη άσκηση εξουσίας: Το «υγιές» τμήμα συμπεριφέρεται σαν να είναι ολόκληρη η Εκκλησία και αποφασίζει μόνο του ότι κάποιος άλλος στερήθηκε τη Θεία Χάρη.

Παράκαμψη της Συνοδικής διαδικασίας. Για να κηρυχθεί ένας κληρικός (και πολύ περισσότερο ένας Επίσκοπος ή μια ολόκληρη τοπική Εκκλησία) ως αμετανόητος αιρετικός, είναι απαραίτητο να γίνει επίσημο εκκλησιαστικό δικαστήριο. Πρέπει να κληθεί τρεις φορές σε απολογία και, αν επιμείνει στην πλάνη του, τότε μόνο καθαιρείται και αποκόπτεται από το σώμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Όταν μια ομάδα πιστών προχωρά μόνη της σε μια τέτοια τολμηρή ενέργεια χωρίς να έχει την αρμοδιότητα, τότε κλέβει εξουσίες και δικαιώματα που ανήκουν μόνο στην επίσημη Εκκλησία. Αυτή η ομάδα έχει το καθήκον να διακόψει την κοινωνία με τον αιρετικό (να αποτειχιστεί), αλλά δεν επιτρέπεται να ξεπεράσει τα όρια που ορίζουν οι ιεροί Κανόνες. Αν το κάνει, καταπατά τους Κανόνες και το Εκκλησιαστικό Δίκαιο.

Επιπλέον, ένας από τους βασικούς στόχους όσων αποτειχίζονται είναι να πιέσουν για τη σύγκληση μιας Οικουμενικής Συνόδου. Σκοπός της Συνόδου είναι να αποκαταστήσει την Ορθοδοξία, διώχνοντας τους αμετανόητους αιρετικούς Επισκόπους και τοποθετώντας στη θέση τους Ορθοδόξους.

Όταν όμως μια ομάδα κληρικών και λαϊκών έχει ήδη βγάλει μόνη της την καταδικαστική απόφαση πριν από τη Σύνοδο, τότε αλλάζει εντελώς το νόημα και ο στόχος του αγώνα της. Με αυτή τη λογική δεν υπάρχει πλέον ανάγκη για Σύνοδο, αφού η ομάδα θεωρεί ότι η κρίση έχει ήδη γίνει από την ίδια. Θεωρεί ότι οι θέσεις των Επισκόπων είναι ήδη άδειες, παρόλο που οι Επίσκοποι παραμένουν εκεί χωρίς να έχουν δικαστεί ή απολογηθεί.Η ομάδα αυτή βιάζεται να βρει και να τοποθετήσει δικούς της Επισκόπους με κάθε μέσο.

Τελικά, με αυτόν τον τρόπο, μια ομάδα που ξεκίνησε ως ένα απλό κομμάτι της Εκκλησίας, μετατρέπεται αυθαίρετα σε μια ξεχωριστή «Εκκλησία» από μόνη της.

Επιπλέον, το ακόμα χειρότερο είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζει το άλλο τμήμα. Αντί να δείξει αγάπη και να βοηθήσει τους αδελφούς του «άρρωστου» τμήματος (αυτούς που δεν αποτειχίστηκαν) ώστε να επιστρέψουν στην αλήθεια, αδιαφορεί και τους εγκαταλείπει, με το σκεπτικό ότι δεν αποτελούν πλέον Εκκλησία. Έτσι, οι πιστοί αυτοί αφήνονται απροστάτευτοι στους αιρετικούς που εμφανίζονται σαν πρόβατα αλλά είναι λύκοι, οι οποίοι πλέον τους εκμεταλλεύονται ανενόχλητοι και τους οδηγούν στην πνευματική καταστροφή.

Για παράδειγμα, ποιος ορθόδοξος ενδιαφέρθηκε ποτέ πραγματικά για το τι κάνουν οι Προτεστάντες ή για την τύχη των πιστών τους; Εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, κανείς. Ποια όμως θα ήταν η αντιμετώπιση αυτής της κοινότητας, αν θεωρούνταν πραγματικά Εκκλησία και αποτελούσε τμήμα Της, έστω και «άρρωστο»;

Αν γίνει αποδεκτή αυτή η διδασκαλία (περί ακύρων μυστηρίων), οδηγούμαστε και σε ένα άλλο άτοπο: αφήνει μετέωρο το τμήμα που διέκοψε την εκκλησιαστική κοινωνία. Διότι, όσο κι αν φαίνεται ότι λειτουργεί ως ξεχωριστή Εκκλησία στήνοντας δικό του θυσιαστήριο.

Στην πραγματικότητα, το τμήμα που αποτειχίστηκε εξακολουθεί να είναι μέρος εκείνης της Εκκλησίας από την οποία αποσπάστηκε, και από εκεί αντλεί την κανονική του υπόσταση. Όταν όμως στην συνείδησή του η Εκκλησία αυτή παύει πλέον να υπάρχει (επειδή τη θεωρεί άκυρη), τότε από πού θα αντλήσει την εγκυρότητά του; Αναγκάζεται, λοιπόν, να αυτοπροσδιοριστεί ως «Εκκλησία» με τρόπο που θυμίζει τους Προτεστάντες, γεγονός που αποτελεί ολοφάνερη παρανομία και παραβίαση των κανόνων.

Κατά συνέπεια, αν το «υγιές» τμήμα της Εκκλησίας αποδεχτεί τη διδασκαλία ότι τα μυστήρια του «άρρωστου» τμήματος είναι άκυρα και ανύπαρκτα, οδηγείται σε πολλά λάθη. Τότε παύει και το ίδιο να είναι το υγιές τμήμα της Εκκλησίας και μετατρέπεται επίσης σε «άρρωστο».

Συμπερασματικά, η διδασκαλία ότι τα μυστήρια είναι άκυρα ή ανυπόστατα, από όπου κι αν προέρχεται —είτε από το ένα τμήμα της Εκκλησίας είτε από το άλλο— είναι κατακριτέα και δημιουργεί τεράστιες ευθύνες.

(ΠΗΓΗ.  Το βιβλίο του ιερομονάχου Ευγενίου0Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΜΟΛΥΣΜΟΥ,(Το κείμενο είναι γλωσσικά διαμορφωμένο)

 

 

Συνοπτικά συμπεράσματα

Τα βασικά σημεία του κειμένου που παραθέσατε, συνοψισμένα σε απλή γλώσσα, είναι τα εξής:

  1. Η ακυρότητα των Μυστηρίων είναι επικίνδυνη θεωρία: Το κείμενο υποστηρίζει ότι η άποψη πως τα μυστήρια είναι "άκυρα" (δηλαδή χωρίς θεία χάρη) προκαλεί σοβαρά προβλήματα, είτε την υιοθετεί η επίσημη Εκκλησία είτε οι αποτειχισμένοι.
  2. Κριτική στην επίσημη Εκκλησία (το "νοσούν" τμήμα):
    • Αν η επίσημη Εκκλησία θεωρεί άκυρα τα μυστήρια όσων αποτειχίστηκαν, τότε ακυρώνει τον 15ο Κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, ο οποίος επαινεί τη διακοπή κοινωνίας με αιρετικούς.
    • Αυτή η στάση οδηγεί σε έναν "Παπισμό", όπου η σωτηρία εξαρτάται τυφλά από τη μνημόνευση του επισκόπου, ακόμη κι αν αυτός διδάσκει πλάνες.
  1. Κριτική στους αποτειχισμένους (το "υγιές" τμήμα):
    • Αν οι αποτειχισμένοι θεωρούν άκυρα τα μυστήρια της επίσημης Εκκλησίας, τότε σφετερίζονται την εξουσία μιας Συνόδου. Μόνο ένα επίσημο εκκλησιαστικό δικαστήριο μπορεί να καθαιρέσει κάποιον και να κηρύξει τα μυστήριά του άκυρα.
    • Αν θεωρούν τους άλλους "άκυρους", τότε δεν έχει νόημα να ζητούν Σύνοδο (αφού έχουν ήδη βγάλει απόφαση μόνοι τους) και καταλήγουν να συμπεριφέρονται σαν αυτόνομη "προτεσταντική" ομάδα.
  1. Η εγκατάλειψη των πιστών: Η θεωρία περί "ακυρότητας" οδηγεί τους αποτειχισμένους να αδιαφορούν για τους πιστούς που έμειναν πίσω, αφήνοντάς τους απροστάτευτους στους αιρετικούς, αντί να προσπαθούν με αγάπη να τους επαναφέρουν στην αλήθεια.

Συμπέρασμα: Η διδασκαλία ότι τα μυστήρια είναι άκυρα πριν από μια συνοδική απόφαση είναι λάθος και για τις δύο πλευρές. Το "υγιές" τμήμα παύει να είναι υγιές αν υιοθετήσει τέτοιες ακραίες και αντικανονικές απόψεις.

Πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Αθανασίου

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου