![](https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEidQi43RDoQWxl8Yhbdd-fQmkACn7Sn3XoEniIGZBz-RCFHtRrakrCxLXLvj7BPfXlA-oORm8Vx1OQw3vGOc-t0s562kH2u_hPVTQs2MX7THZU35ehiCaFfvt0mch5tdyASSqowibu45yJJ/s400/papoulakos-agia+marina.jpg)
Ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
(1770-1861)
Ὁ Μοναχός Χριστοφόρος Παναγιωτόπουλος ἤ Παπουλάκος είναι ἕνας σύγχρονος ἀπόστολος τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί τῆς Ὀρθοδοξίας. Παρά ταῦτα ἡ μορφή καί ἡ δράση του ἐπί ἑκατόν πενήντα καί πλέον χρόνια τελοῦσε ὑπό ἀμφισβήτηση καί παρεξήγηση μέσα στήν τεχνητή ὁμίχλη, τήν ὁποία εἶχαν δημιουργήσει ἡ κακία καί ἡ ἀντινομίες τῆς ἐποχῆς του, καί μόλις στίς μέρες μας ἀποκαθίσταται σέ ὅλη της τή λαμπρότητα.
Στήν ἐποχή του ὁρισμένοι ἀπό σύγχυση ἤ ἐμπάθεια τόν ἀποκάλεσαν ἀγύρτη, τό ἐπίσημο κράτος τόν συνέλαβε καί ἡ Ἱερά Σύνοδος, ὑπό τήν πίεση τῆς ἐξουσίας, τόν περιόρισε διά βίου σέ Μονές τῆς Θήρας καί τῆς Ἄνδρου. Ἀλλά ὁ λαός ἀπό γενιά σέ γενιά, σάν μέσα σέ θρύλο, μᾶς μεταλαμπαδεύει μέ εὐλάβεια καί σεβασμό τή μνήμη, τή φήμη καί τά σημεῖα του. Ἔτσι, τώρα πού ὁ χρόνος τόν ἀπομάκρυνε ἀπό τίς σύγχρονες περιστάσεις, μποροῦμε νά τόν δοῦμε καί νά τόν κρίνουμε καλύτερα.
Ὁ Παπουλᾶκος/κης γεννήθηκε μετά τό 1770 στόν Ἄρμπουνα του δήμου Κλειτορίας τῶν Καλαβρύτων. Μετέρχονταν τό οἰκογενειακό ἐπάγγελμα τοῦ κρεοπώλη. Ἦταν ἄνθρωπος φιλήσυχος καί δίκαιος. Σέ ὥριμη ἡλικία βλέπει ἕνα οὐράνιο σημεῖο στήν οἰκία του, πού τόν προστάζει νά ἀφιερωθεῖ ἐξ ὁλοκλήρου στόν Χριστό ὡς κήρυκας μοναχός. Πιό ψηλά ἀπό τό χωριό του χτίζει τή σκήτη τῆς «Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου». Ἦταν ἁπλός καί κατεῖχε στοιχειώδεις γραμματικές γνώσεις· ὡς ἐκ τούτου δέν θά μποροῦσε νά κατακτήσει κάποια ὑπεύθυνη θέση στόν ἀνώτατο κλῆρο. Εἶχε ὅμως τήν τύχη νά ζήσει στήν πιό ἔντονη περίοδο τοῦ Ἔθνους μας. Συμμετεῖχε στή μεγάλη προετοιμασία καί στόν ἀγώνα γιά τήν ἀπελευθέρωση τῆς Ἑλλάδος ἀπό τό μακρόχρονο ὀθωμανικό ζυγό.
Ἔτσι ζυμώθηκε μέ τά ἐθνικά νάματα καί τήν πνευματικότητα, πού ἀπορρέουν ἀπό τή μακραίωνη παράδοσή μας καί τήν ἄνευ ὅρων καί ὁρίων προσήλωση τῆς ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας στήν Μεγάλη Μητέρα Ἐκκλησία. Καί ὅταν οἱ Βαυαροί καί τά ὄργανά τους θέλησαν νά ἀλλοιώσουν τό ἑλληνορθόδοξο πνεῦμα μέ ἀπαράδεκτες καί ὕποπτες καινοτομίες, ὁ Χριστοφόρος τέθηκε ἐπικεφαλῆς στόν ἀγώνα γιά τήν ἀλήθεια καί τήν ἐλευθερία. Μαζί του λόγιοι ρασοφόροι τῆς εποχής του, ὅπως ὁ ἐκ Κεφαλληνίας Κοσμᾶς Φλαμιάτος, ὁ Μεγαλοσπηλιώτης Ἰγνάτιος Λαμπρόπουλος, ὁ Κωνσταντῖνος ὁ ἐξ Οἰκονόμων, ὁ Διονύσιος Ἐπιφανιάδης, καί ἄλλοι Κολλυβάδες καί πνευματικοί ἄνθρωποι ἀπό ὅλα τά κοινωνικά καί μορφωτικά στρώματα.
Ὁ Παπουλᾶκος περιοδεύει σέ ὅλη τήν Πελοπόννησο, στήν Ἀττική καί σέ πολλά νησιά, ὅπως στίς Σπέτσες, στήν Ὕδρα, στόν Πόρο καί στήν Ἐλαφόνησο, διδάσκοντας τό Λόγο τοῦ Θεοῦ. Οἱ Διδαχές του εἶναι βάλσαμο καί ἐλπίδα γιά τούς ταλαίπωρους ἀνθρώπους τῶν περιοχῶν αὐτῶν. Παντοῦ στηλιτεύει τίς προσπάθειες τῆς ξενόφερτης ἐξουσίας καί τῶν προστατῶν αὐτῆς, πού προσπαθοῦν νά ἀλλοιώσουν τήν παράδοσή μας. Μέ τό λόγο του μεταμορφώνει τό λαό, ὥστε νά ἐπικρατεῖ ἀγάπη, δικαιοσύνη καί συγχώρηση. Ὁ Τύπος τῆς ἐποχῆς γράφει πώς: «ὅ,τι δέν κατάφεραν οἱ νόμοι, τό κατόρθωσε μέ τό κήρυγμά του ὁ Χριστοφόρος». Ἡ φιλανθρωπία καί ἡ καλοσύνη ἐξαπλώνονται παντοῦ, ἀπ’ ὅπου περνᾷ. Ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀρχικά προτείνει νά τόν ἀφήσουν ἐλεύθερο, διαπιστώνοντας: «ὅτι ὅπου ἂν ἀπῆλθε, κηρύξας τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, οὔτε ἀγυρτίαν, οὔτε ἰδιοτέλειάν τινα ἐφάνη μετελθών, ἀλλ’ ἀφιλοκερδής ὤν, καὶ ἀκτήμων, καὶ ὡς ὁ ὑπό ἁπλοῦς ἁπλούστατος τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ κηρύξας, συνέστειλε καὶ παντελῶς ἔπαυσε διὰ τῆς διδασκαλίας του τὴν ζωοκλοπήν, τήν δενδροκοπίαν, τὴν ψευδορκίαν κ.τ.λ. καί … θεωρεῖ αὐτὸν τῆς κατ’ αὐτοῦ γενομένης κατηγορίας Ἀθῶον». Ὡστόσο οἱ ἰσχυροί φοβοῦνται καί πιέζουν τήν Ἱ. Σύνοδο νά ἐκδώσει ἀργότερα ἀπαγορευτική ἐγκύκλιο γιά τά κηρύγματά του. Ὁ Παπουλᾶκος ἐπιστρέφει στόν Ἄρμπουνα γιά περισυλλογή· ἀλλ’ ὅμως ὄχι γιά πολύ.
Ὁ ἀγώνας ἔχει γίνει γι’ αὐτόν σκοπός τῆς ὑπάρξεώς του. Ὅταν σέ λίγο ξαναβγαίνει στά χωριά καί στήν ὕπαιθρο, ἡ Πελοπόννησος ὁλόκληρη καί πολλά νησιά δονοῦνται ἀπό ἐνθουσιασμό. Τοῦ ἐπιφυλάσσουν πρωτοφανῆ γιά τά χρονικά ὑποδοχή. Μιά μεγάλη πνευματική λιτανεία διασχίζει ἀπ’ ἄκρου εἰς ἄκρον τό Μοριά μέ ἐπικεφαλῆς τόν Παπουλᾶκο. Παντοῦ τό πλῆθος μαζί μέ τόν κλῆρο τόν ἀποθεώνει καί τόν ἀκολουθεῖ ψάλλοντας τό «Τῇ Ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ…».
Ἡ μεγάλη πορεία τῆς πίστεως φθάνει μέχρι τήν Καλαμάτα. Τότε ἡ Κυβέρνηση καί ἡ Ἱ. Σύνοδος ἀνησυχοῦν καί ἀποφασίζουν νά ἀντιδράσουν. Στρατός καί στόλος ἀποστέλλονται ἐναντίον τοῦ ἄοπλου Γέροντος, γιά νά καταστείλουν τό «κίνημα». Ὁ Παπουλᾶκος καταφεύγει στά ἀπρόσιτα βουνά τῆς Μάνης, ὅπου τόν προστατεύει μὲν ἡ ἀγάπη τῶν κατοίκων, θά τόν καταδώσει ὅμως τό πάθος τῆς φιλαργυρίας. Ἡ ἀμοιβή τῆς συλλήψεώς του εἶχε ὁριστεῖ σέ ἕξι χιλιάδες δραχμές καί ὁ προδότης, δυστυχῶς, βρέθηκε ἀνάμεσα στόν κλῆρο.
Ὁ ἀγωνιστής γιά ἕνα χρόνο ἐγκλείεται στίς ὑγρές καί ἀνήλιες φυλακές τοῦ Ρίου. Ὅταν μεταφέρεται στήν Ἀθήνα, γιά νά δικασθεῖ, κλῆρος καί λαός, μέ κλάματα καί δεήσεις, ὑποκλίνονται σέ ἐκεῖνον, ἀπ’ ὅπου περνᾶ. Τό Κράτος δέν τολμᾶ νά τόν δικάσει, γιατί ὁ λαός εἶναι μέ τό μέρος του καί ἕτοιμος νά ἀναιρέσει τίς συκοφαντίες. Μέ πιέσεις τῆς πολιτείας στήν Ἱ. Συνόδο περιορίζεται σωματικῶς διά βίου, περιφρουρούμενος στή Μονή Προφήτου Ἠλιού Θήρας καί ἀργότερα στή Μονή Παναχράντου Ἄνδρου. Ἀλλά ὁ λαός δέν τόν λησμονεῖ. Ἀπ’ ὅλα τά Βαλκάνια ἔρχονται προσκυνητές στά σιδερόφρακτα κελλιά, ὅπου φυλάσσεται, γιά νά πάρουν τήν εὐχή του ἤ κομμάτι ἀπό τό ράσο του γιά ἁγιασμό. Κοιμήθηκε στήν Ἄνδρο στίς 18 Ἰανουαρίου 1861. Λίγο νωρίτερα ὁ φρουρός του ζήτησε συγγνώμη ἀπό τόν Γέροντα καί τήν εὐλογία του, γιά νά γίνει Μοναχός. Εἶχε τήν πεποίθηση ὅτι κάτω ἀπό τήν κατάλευκη γενειάδα του ἐκπορεύονταν φῶς καί ἀλήθεια.
Ὁ Παπουλᾶκος κοιμήθηκε ἀγνοημένος ἀπό τούς ἰσχυρούς, πού προσπάθησαν καί μετά τό θάνατό του νά κηλιδώσουν τή μνήμη του. Ἀλλά ὁ κλῆρος καί ὁ λαός τόν ἤθελε πάντα κοντά του. Πολλοί Ναοί χτίζονταν στό ὄνομά του, ὅσο ἀκόμα ζοῦσε, προσωπικά του ἀντικείμενα τοποθετοῦνται, μαζί μέ τή μορφή του σε δαγκεροτυπία, στά εἰκονοστάσια ὡς λείψανα. Ἀπό πατέρα σέ παιδί μέ εὐλάβεια μεταφέρεται ὁ σπόρος, πού ἔρριξε ὁ φωτισμένος αὐτός, ἀλλά καί θαρραλέος, ἀγωνιστής–μοναχός. Μέ σεβασμό ἀναφέρονται ὅλοι στήν πορεία τῆς ζωῆς του, ἀπό τό σπίτι του στόν Ἄρμπουνα Κλειτορίας μέχρι τή Μονή Παναχράντου, «ἐδῶ γεννήθηκε ὁ Παπουλάκος», ἤ «ἀπό ἐδῶ πέρασε», ἤ «σέ αὐτή τήν πέτρα ἀνεβασμένος κήρυξε».
Μετά πολλά χρόνια ἔρχεται ἡ ἀναγνώριση. Εἶναι καί αὐτό ἕνα ἀπό τά χαρακτηριστικά τῆς φυλῆς μας. Ἐδῶ οἱ ἥρωες, οἱ Ἅγιοι καί οἱ μεγάλες προσωπικότητες δέν ἀνακηρύσσονται οὔτε ἐπιβάλλονται μέ δόγματα μέ διατάγματα. Ἐδῶ τούς μεγάλους τούς ἀναδεικνύει ὁ λαός, ἀφοῦ ὁ χρόνος ξεκαθαρίσει τίς ὕποπτες ἀλληλεπιδράσεις τῆς ἐποχῆς καί τῶν συνανθρώπων τους.
Ἔτσι, ὁ Παπουλᾶκος, ὁ φτωχός Μοναχός, περνᾶ ἤδη στή χορεία τῶν Ἁγίων τῆς Ὀρθοδοξίας καί τιμᾶται τήν ἡμέρα τῆς κοίμησής του, τήν 18η Ἰανουαρίου, καθώς καί τήν 18η Αὐγούστου σέ ἀνάμνηση τῆς λιτάνευσης τῆς εἰκόνος καί τῆς τιμίας κάρας του, κατά τό θέρος τοῦ 1973, στήν Ἀχαΐα. Ἤδη ἡ Ἱερά Μητρόπολις Θήρας Ἀμοργοῦ & Νήσων προβαίνει σέ ὅλες τίς ἀπαραίτητες ἐνέργειες γιά τήν ἐπίσημη ἀναγραφή τοῦ Ὁσίου Μοναχοῦ στίς δέλτους τοῦ Ὀρθόδοξου ἑορτολογίου.
© Ἀρχιμ. Νεκτάριος Ν. Πέττας, Πρόεδρος τοῦ μή κερδοσκοπικοῦ: «ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΠΑΠΟΥΛΑΚΟΣ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου