Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2009

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ

ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΘΕΟ

Κυρ Κ΄ Γα 1,11-19 25/10/2009


Στην αποστολική περικοπή της εικοστής κυριακής από την προς Γαλάτας Επιστολή ο απόστολος Παύλος απαντώντας σε συκοφαντίες ψευδαποστόλων αποδεικνύει ότι τόσο η διδασκαλία του όσο και το έργο του προέρχονται από το Θεό. Για να γίνει ο λόγος του πιο σαφής, ας αναφερθούμε στο ιστορικό που ανάγκασε τον Απόστολο να γράψει την Επιστολή του αυτή.


Λέμε λοιπόν ότι οι Γαλάτες προς τους οποίους απευθύνει την Επιστολή του ήταν νομάδες Γάλλοι ή Κέλτες, που μετά πολλές πιέσεις και αποκρούσεις από τους Έλληνες και τους λαούς των Βαλκανίων, με αρχηγό τους πιθανώς τον Λουτάριο, τελικά, τον Γ΄ αιώνα προ Χριστού, εγκαταστάθηκαν στη γύρω από τη σημερινή Άγκυρα της Μικράς Ασίας περιοχή και εξελληνίστηκαν στη γλώσσα και στον τρόπο ζωής και συνάμα απέβαλαν τον προηγούμενο χαρακτήρα τους. Από τότε η περιοχή είναι γνωστή ως Γαλατία.


Αυτούς τους ανθρώπους ο απόστολος Παύλος τους επισκέφθηκε δύο φορές κατά τη δευτέρα και τρίτη περιοδεία του (Πρξ 16,6 και 18,23) και οι άνθρωποι πίστεψαν στο κήρυγμά του και έγιναν Χριστιανοί. Όταν έφυγε όμως, τους επισκέφθηκαν άλλοι ψευτοδιδάσκαλοι αιρετικοί και τους έλεγαν ότι για να σωθεί κάποιος δεν φτάνει να πιστέψει στο Χριστό και να βαπτιστεί, αλλ’ απαραιτήτως πρέπει και να περιτμηθεί και να τηρεί το μωσαϊκό νόμο. Και το χειρότερο, συκοφαντούσαν τον απόστολο Παύλο ότι δεν είναι απόστολος, δεν είναι από τους δώδεκα, δεν διδάχτηκε το ευαγγέλιο από το Χριστό, δεν τον γνώρισε προσωπικά όπως οι δώδεκα, για να καταρρακώσουν το κύρος του και για να γίνουν αυτοί πιστευτοί. Και έπεισαν αρκετούς.


Οι Γαλάτες δεν κατάλαβαν ότι οι επισκέπτες τους αυτοί είναι κακόβουλοι και συκοφάντες του Παύλου και του Χριστού, και κλονίστηκε η πίστη τους. Όταν το έμαθε ο απόστολος Παύλος λυπήθηκε και οργίστηκε. Και για να τους μεταπείσει, μη έχοντας τη δυνατότητα να τους επισκεφθεί, τους έγραψε Επιστολή, την προς Γαλάτας, στην οποία, παρά το ταραγμένο ύφος, σκοπός του ήταν να περισώσει το αποστολικό του κύρος και την αξιοπιστία του κηρύγματός του. Μέσα σ’ αυτό το απαντητικό και απολογητικό πλαίσιο εντάσσεται και η αποστολική μας περικοπή, στην οποία τους λέει.


Σας γνωρίζω, αδερφοί μου Γαλάτες, ότι το ευαγγέλιο που σας κήρυξα δεν είναι ανθρώπινο, αλλά θείο. Ούτε οι άλλοι απόστολοι, οι δώδεκα, ούτε και εγώ το παρέλαβα από άνθρωπο, ούτε το διδάχτηκα από άνθρωπο, αλλά το παρέλαβα και το διδάχτηκα με προσωπική αποκάλυψη του αναστημένου Ιησού Χριστού σε μένα την ώρα που πήγαινα στη Δαμασκό, για να καταδιώξω τους Χριστιανούς. Αυτό το μαρτυρεί και το παρελθόν μου. Θα έχετε ακούσει ασφαλώς για τη συμπεριφορά μου τον καιρό που ακολουθούσα τον ιουδαϊκό νόμο, ότι δεν είχα καμιά σχέση με την εκκλησία του Θεού, με τους αποστόλους της και τους Χριστιανούς της. Αντιθέτως την καταδίωκα και την πολιορκούσα στενά, για να συλλάβω τα μέλη της, τους διδασκάλους και τους απλούς Χριστιανούς, και να τους οδηγήσω στις φυλακές.


Πιο νωρίς, όταν ήμουν στη μαθητική και νεανική ηλικία, προόδευα στο χώρο του ιουδαϊσμού και του έθνους μου παραπάνω από τους συνομιλήκους μου, αναπτύσσοντας μεγαλύτερο ζήλο για τις παραδόσεις των πατέρων μας. Αυτό διαπιστώνεται από τη συμμετοχή μου στο λιθοβολισμό του Στεφάνου, για την οποία τώρα μετανοώ και συντρίβομαι.


Κι όταν ευαρεστήθηκε ο Θεός που με ξεχώρισε από τότε που ήμουν στην κοιλιά της μάνας μου και με κάλεσε η χάρη του με το όραμα εκείνο, για να μου αποκαλύψει το Γιό του, για να τον κηρύττω στα έθνη που τον αγνοούσαν, ευθύς αμέσως δεν παρέδωσα τον εαυτό μου σε κάποιον άνθρωπο ή διδάσκαλο, ούτε ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα για να συναντήσω τους αποστόλους, που είχαν εκλεγεί απόστολοι πριν από μένα, για να μαθητεύσω σε κάποιον από αυτούς, αλλά πήγα στη Αραβία, που εκτείνεται νοτιοανατολικώς της Νεκράς θαλάσσης και συνορεύει με την Παλαιστίνη, και από την Αραβία επέστρεψα πάλι κατ’ ευθείαν στη Δαμασκό της Συρίας. Δεν πέρασα καν από τα Ιεροσόλυμα.


Και αφού πέρασαν έτσι τρία χρόνια από τότε που επέστρεψα στο Χριστό, ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα, για να γνωρίσω τον Πέτρο. Έμεινα τότε κοντά του όλο κι όλο δεκαπέντε μέρες. Άλλον από τους αποστόλους δεν είδα παρά μόνο τον Ιάκωβο τον αδελφό του Κυρίου.


Όλ’ αυτά σας τα λέω, για να σας αποδείξω ότι δεν μαθήτευσα σε κανέναν απόστολο, όπως με συκοφαντούν, αλλά το ευαγγέλιο το παρέλαβα κατ’ ευθείαν από τον ίδιο τον Κύριο. Και τα λέω όχι από υπερηφάνεια ούτε από καταφρόνηση των άλλων αποστόλων, διότι εγώ είμαι ελάχιστος των αποστόλων και δεν αξίζω να λέγομαι απόστολος, ενώ ο Ιάκωβος και ο Πέτρος και ο Ιωάννης είναι οι στύλοι της Εκκλησίας.


Πώς να μη θαυμάσει κανείς την ταπεινοφροσύνη του ανδρός, αλλά και τη φιλαλήθεια και τη διαύγεια των λόγων του και την πειστικότητα; Παραμένει εξάλλου αιώνιο παράδειγμα ενδιαφέροντος για τη σωτηρία των ανθρώπων, αλλά και βράχος αμετακίνητος στο έργο του, παρ’ όλες τις τέτοιες δυσκολίες που συναντούσε, όπως οι ελεεινές και εξοντωτικές συκοφαντίες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου