Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2025

Λόγος Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Πάριου εἰς τὸν Ἅγιον Μάρκον τὸν Εὐγενικὸν (ΣΤ)-Διάσπαση και λιποταξία Ορθοδόξων κ.α


 


 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1.Διάσπαση καὶ λιποταξία ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη μερίδας Ἀνατολικῶν

2. Παρασκήνια καὶ οἰκονομικὴ τρομοκρατία

3. Πρὸς ἀλλαγὴ τόπου καὶ τοῦ θέματος

-----------------------------------------------------------------------------

 

Διάσπαση καὶ λιποταξία ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη μερίδας Ἀνατολικῶν

Ἀλλὰ ἀλοίμονο αἰσθάνομαι στὴν ψυχή μου ἀδυναμία καὶ θλίψη γιὰ τὴ συνέχεια τῆς διήγησης. Ὡς ἐκείνη τὴ στιγμή, ἦταν μαζὶ μὲ τὸν ἱερὸ Μάρκο κι ὅλοι σχεδὸν οἱ ὑπόλοιποι τῆς ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας. Καὶ παρόλο πού αὐτὸς ἦταν ὁ ἔξοχος ἀγωνιστής. τῶν ἄλλων ἡ βοήθεια ἦταν εἴτε ἀποῦσα εἴτε μηδαμινή, τουλάχιστον δὲν ἦταν ἐχθροί, δὲν πολεμοῦνταν κι ἀπὸ τοὺς δικούς του ὁ Μάρκος. Ἀλλὰ στὴ συνέχεια, ἀλίμονο, οἱ ἄλλοι ὄχι μόνο δὲν βοηθοῦσαν, ἀλλὰ ἄρχισαν νὰ εἶναι καὶ ν’ ἀναγνωρίζονται σὰν ἐχθροὶ καὶ πολέμιοι αὐτοῦ του Μάρκου ἀλλὰ πολὺ περισσότερο καὶ πολέμιοι τῆς ἀλήθειας.
Γιατί σὲ μᾶς, πού ὀφείλαμε νὰ εἴμαστε σύμμαχοι, τοῦ, ἀντὶ γιὰ τέτοιους, ἀλίμονο, ἔβρισκε ἐχθρούς΄. Αὐτὰ εἶναι λόγια τοῦ σοφότατου Σχολάριου.
Ὁ Νίκαιας Βησσαρίων, ἀφοῦ εἶπε ἕνα λόγο πού εἶχε συνθέσει ὁ προαναφερόμενος Σχολάριος, ὅπως τὸ μαρτυρεῖ ὁ ἱστορικός, σταμάτησε καί. βουβάθηκε στὴ συνέχεια κι ἄρχισε ὁ ἀποστάτης καὶ ματαιόδοξος, νὰ ὀνειρεύεται τὴν καρδιναλικὴ πορφύρα, μὲ τὴν ὁποία, ὅπως λένε μερικοί, ὑπόσχονταν νὰ τοῦ ἱκανοποιήσουν τὴ φιλοδοξία του.

Ὁ προαναφερόμενος Γρηγόριος, ὁ μᾶλλον σατανικὸς παρὰ πνευματικὸς Γρηγόριος καὶ κάποιος δάσκαλος Ἀμηρούτζης, λιώνοντας ἀπὸ φθόνο γιὰ τὸν ἅγιο ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ, σὲ μία συνέλευση πού κατατρόπωνε τὸ σοφιστὴ κι ἀπεραντολόγο Ἰουλιανό μὲ τὴν ἀκαταμάχητη δύναμη τῶν λόγων του, καὶ θριάμβευε μὲ τὴν ἀλήθεια στὸ μέσο τῆς συνόδου καὶ δεχόταν ἐκεῖνα τὰ χειροκροτήματα ἀπὸ τοὺς ἔγκριτους Λατίνους καὶ μοναχούς, σὰν νὰ λέμε ἀπὸ τοὺς ἐνάντιους, κι ἀναγνωριζόταν καὶ κηρυσσόταν ὡς πνευματοφόρος, τότε λέω, ἐκεῖνοι οἱ τρισκακοδαίμονες, ὁ φευδοπνευματικὸς κι ὁ Ἀμηρούτζης, κάθισαν κι οἱ δύο σ’ ἕνα μέρος, δηλαδὴ πίσω.) καὶ μακριά, ἀπέναντι, ἀπὸ τὸν ἅγιο κι ἐκεῖ καθισμένοι εἰρωνεύονταν ἔμπαιζοντας καὶ περιγελώντας κρυφά τα λεγόμενά του.
Ἔτσι συνηγοροῦσαν καὶ συναγωνίζονταν ἀντίθετα οἱ δικοί μας στὸν προασπιστὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, πού ἀγωνιζόταν στὸ στάδιο ὑπὲρ τῆς εὔσεβειας.
Αὐτολεξεὶ τὰ λέει αὐτὰ ὁ φιλαληθέστατος Συρόπουλος, ὁ ὅποιος ἦταν κι αὖτος ἐκεῖ παρὼν καὶ ἄκουγε τὸν ἀγωνιστὴ καὶ προασπιστῆ τῆς Ἐκκλησίας κι ἔβλεπε τὶς εἴρωνιες καὶ τὶς ἄσεμνες χειρονομίες ἐκείνων τῶν προδοτῶν. Γι’ αὐτό κι ἀγανακτώντας ὁ δύστυχος καὶ λυπημένος σφοδρὰ βλέποντας τὴν τόση ἀθλιότητα, μὲ δάκρυα κι ἀναστεναγμούς, μᾶς ἄφησε γραμμένο αὐτὸ τὸ ἔπιφωνημά του: ΄Ἔτσι συνηγοροῦσαν καὶ συναγωνίζονταν ἀντίθετα οἱ δικοί μας στὸν προασπιστὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, πού ἀγωνιζόταν στὸ στάδιο ὑπὲρ τῆς εὐσέβειας΄. Τὸ ἔγραφα καὶ δεύτερη φορά, γιατί παρόλο πού εἶναι λυπηρὸ γιὰ τὴν ἐπιβουλή καὶ τὴν ἀγνωμοσύνη ἐκείνων, ταυτόχρονα εἶναι καὶ χαροποιό, γιατί φανερώνει πόσο ἄξιος εἶναι ὁ ἔπαινος γιὰ τὸν Μάρκο, ἐκείνου πού προβάλλουμε ἐμεῖς γιὰ νὰ ἐπαινεῖται. Κι ὁ φθόνος τῶν ἐχθρῶν του δὲν κατάφερε τίποτα ἄλλο, παρὰ ν’ ἀναδείξει ἀκόμα πιὸ λαμπρὸ καὶ πιὸ ἔνδοξο αὖτον πού φθονοῦσαν. Γι’ αὖτο καὶ δίκαια ἔκεῖνοι οἱ ἀποστάτες ὀνομάζονται φθονεροὶ κι ἐπίβουλοι καὶ προδότες τῆς δικῆς τους Ἐκκλησίας, πονηρὰ δημιουργήματα καὶ σκεύη τῆς ἀπώλειας, ἐνῶ αὖτος ὀνομάζεται ἄριστος ἀθλητὴς καὶ γενναῖος ἀγωνιστὴς κι ἀκατάβλητος κι ἀνίκητος πρόμαχος τῶν Πατέρων του, καλὸς μαθητὴς καλῶν δασκάλων καὶ καύχημα καὶ δόξα τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας.

’Ἀλλὰ ἐκεῖνοι, παρακινούμενοι ἀπὸ τὸ διαβολικὸ φθόνο ἔτσι φέρονταν πρὸς τὸν ἅγιο καὶ περισσότερο κατὰ τῆς εὐσεβοῦς πίστης, ὑπὲρ τῆς ὁποίας ἐκεῖνος ἀγωνιζόταν ἔνθερμα. Στὴ συνέχεια ὅμως, κι ἄλλοι πολλοί, μὴ μπορώντας ν’ ἀντέξουν τὴ φωτιὰ τῶν πειρασμῶν, δηλαδὴ τὶς ἐκεῖ κακοπάθειες καὶ ταλαιπωρίες κι ἄλλοι ὑπηρετώντας τὶς ἐπιθυμίες τοῦ βασιλιά, ἄρχισαν σιγὰ σιγὰ νὰ προδίδουν τὴν πατρικὴ εὐσέβεια καὶ νὰ παρεκλίνουν θέλοντας καὶ μὴ πρὸς στὸν παπισμό. ΄Ἔτσι ὁ προστάτης τῶν ὀρθῶν δογμάτων, βρέθηκε στὸ τέλος μόνος, ἔγκαταλελειμμενος σχεδὸν ἀπ’ ὅλους. Γί! αὐτὸ ἀναγκαστικὰ εὕρισκε ἐχθρούς, ὄχι μόνο αὐτοὺς πού εἶχε ἀπὸ τὴν ἀρχή, δηλαδὴ τοὺς παπιστές, ἀλλὰ χειρότερα ἀκόμα, τοὺς δικούς του, τοὺς ὅμοπιστους, τοὺς ὁμογενεῖς καὶ τοὺς ὁμόδοξους.
Γιατί σὲ μᾶς, πού ὀφείλαμε νὰ εἴμαστε σύμμαχοί του, ἀντὶ γιὰ τέτοιους, ἀλίμονο, ἔβρισκε ἔχθρους (Σχολάριος).

Παρασκήνια καὶ οἰκονομικὴ τρομοκρατία

Εἶναι ὅμως καλὸ καὶ ἴσως ὁ καιρὸς τὸ ἐπιτρέπει, ἐπειδὴ ἀναφέραμε ἐκεῖνες τὶς κακοπάθειες, νὰ ποῦμε λίγο καὶ γι’ αὐτές, ὅσο συμβάλλει, στὴν παροῦσα ὑπόθεση, γιοὶ νὰ φανεῖ ἡ ποιότητα τῆς δῆθεν ἐμπιστοσύνης καὶ τῆς ψευδοκαλοκαγαθία ς τῶν παπιστῶν πρὸς τοὺς δικούς μας κι ὁ τρόπος μὲ τὸν ὅποιοεγινε τέλος πάντων ἡ κάκιστη καὶ ψυχοφθόρα ἐκείνη ἕνωση. Ἀπὸ αὐτὰ μάλιστα θὰ λάμψει τὸ γενναιότατο κι ἀήττητο φρόνημα τοῦ δικοῦ μας ἡρῶα, γιατί ἐκεῖνα τὰ μέσα καὶ οἱ τρόποι πού ὅλους τους ἄλλους τοὺς ὁδήγησαν στὴν προδοσία κι ἀπώλεια, σ’ αὐτὸν τὸν Μάρκο ὑπῆρξαν ἄσκηση μεγάλης ὑπομονῆς καὶ καρτερίας καὶ αἰτία ἀθάνατης καὶ μακάριας δόξας.
Ὅταν οἱ δικοί, μᾶς ἔφτασαν στὴ Βενετία, ἀφοῦ τοὺς ὑποδέχτηκαν ὁ δούκας κι οἱ ἔγκριτοί της Βενετίας καὶ τοὺς ἀνάπαυσαν μὲ μεγάλη τιμὴ καὶ φιλανθρωπία, τοὺς ἔδωσαν ὕστερα καὶ συμβουλὴ νὰ μὴν πᾶνε ἀμέσως στὸν Πάπα, ἀλλὰ νὰ σταθοῦν καὶ νὰ σκεφτοῦν μὲ ἴιπομονη, πού τοὺς συμφέρει καλύτερα νὰ πᾶνε, στὸν Πάπα ἡ στὴν σύνοδο στὴ Βασιλεία γιὰ τὴν ὅποια μιλήσαμε πρίν. Καὶ τὸ ἔλεγαν αὐτό, ἐπειδὴ ἤξεραν, ὅτι ὅταν ἦταν ἀκόμα στὴν Κωνσταντινούπολη, ἔστειλαν μύνημα καὶ στὴ σύνοδο ἐκείνη μήπως καὶ τοὺς δέχονται νὰ πᾶνε κι αὐτοὶ ἐκεῖ καὶ νὰ διαλεχθοῦν μὲ κείνους γιὰ τὴν πίστη. Αὐτὴ τὴν πρόταση μετὰ χαρᾶς τὴν δέχτηκαν οἱ συνοδικοί της Βασιλείας κι ἀντάλλαξαν μεταξύ τους συμφωνητικὰ γράμματα κι ἔστειλαν πλοῖα καὶ ὑποσχέθηκαν νὰ καλύψουν τὰ ἔξοδα κι ὅλα τ’ ἀπαραίτητα γιὰ νὰ ξεκινήσουν ἀπὸ τὴν Πόλη, τὰ ὅποια τ’ ἀθέτησαν ὅλα ὕστερα, γιὰ νὰ πᾶνε στὸν Πάπα ἀφοῦ τοὺς μετέπεισαν οἱ ἀπεσταλμένοι ἀπὸ τὸν Πάπα.
Γι’ αὐτὸ λοιπὸν οἱ ἄρχοντες τῆς Βενετίας τοὺς ἔλεγαν νὰ στοχαστοῦν μὲ ὑπομονὴ μήπως τοὺς συμφέρει καλύτερα νὰ πᾶνε στὴ σύνοδο στὴ Βασιλεία. ΄Ὅταν τὰ ἔμαθαν αὐτὰ οἱ περὶ τὸν Πάπα, γιὰ νὰ μὴν τύχει καὶ πᾶνε στὴ Σύνοδο στὴ Βασιλεία πού ἦταν ἔναντια καὶ πολέμια τοῦ Πάπα, βάλθηκαν νὰ προτρέπουν καὶ νὰ παρακινοῦν ἔντονα τὸν Βασιλιὰ καὶ τὸν Πατριάρχη, γιὰ νὰ ξεκινήσουν μία ὥρα νωρίτερα. Γι’ αὐτὸ καὶ γιὰ νὰ κερδίσουν τὴ γνώμη τους καὶ πρὶν ζητήσουν τὰ ἔξοδα, μοίραζαν τὰ φλουριὰ πλουσιοπάροχα.

Βασιλιά, (εἶπε ὁ διορισμένος στὴν ἐπιστασία τῆς διανομῆς), ἔχω προσταγὴ ἀπὸ τὴ μακαριότητά του, νὰ δώσω λίγων ἡμερῶν ἔξοδα, ὅσα ὁρίζει ἡ βασιλεία σου νὰ δώσω.΄
Ὁ Βασιλιὰς ἀπάντησε: ΄Ἐπειδὴ εἶναι γιὰ λίγες μέρες, δῶσε πεντακόσια΄.
Κι ὁ παπιστὴς ἀπάντησε ὅτι :
Ἂν καὶ ὅρισες πεντακόσια, ἐγὼ δίνω ἑξακόσια. Ρώτησε τὸν Πατριάρχη κι εἶπε τριακόσια΄. Κι αὐτὸς εἶπε πάλι:

Ὅρισες τριακόσια, ἐγὼ δίνω τετρακόσια΄.

Ώ, μεγάλη προθυμία κι ἀφθονία! Λίγες μέρες μετὰ ἔρχεται ἄλλος ἀπὸ τὸν Πάπα, καὶ φροντίζει νὰ τοὺς παρακινήσει νὰ ξεκινήσουν τὸ γρηγορότερο καὶ ξανὰ δίνονται πολλὰ φλουριὰ χωρὶς νὰ ζητηθοῦν, στὸν βασιλιὰ 1600 κι΄ ἄλλα τόσα στὸν Πατριάρχη. Κι΄ ἐπιπλέον στὸν Πατριάρχη ξεχωριστά, ἀργυρὲς πιατέλες καὶ λεκάνη ἀργυρὴ γιὰ τὸ νίψιμο τοῦ προσώπου του. Ἔτσι ὑποδουλωμένοι μὲ τέτοιους τρόπους καὶ τέτοια μέσα, πῆγαν μὲ τὸ μέρος τοῦ Πάπα. Ἐκεῖνοι λοιπόν, πού στὴ Βενετία μοίραζαν τὸ χρυσὸ μὲ τόση γενναιότητα, στὴ Φερράρα δὲν εἶχαν πλέον τὴν ἴδια προθυμία.

’Ἀντίθετα, ὅταν οἱ δικοί μας ἀντιστάθηκαν στὴν πρωτοκαθεδρία τοῦ Πάπα, γιατί, παρὰ τὴν ἀρχαία συνήθεια, ζητοῦσε νὰ καθίσει πάνω ἀπὸ τὸ βασιλιά, ἀμέσως σταμάτησαν τὸ σιτηρέσιο, παρόλο πού εἶχαν συμφωνήσει ἔγγραφιος νὰ δίνεται κάθε μήνα, ὅπως εἴπαμε. Κι ὅσο οἱ δικοί μας δὲν συμφωνοῦσαν νὰ ὁρίσουν τὶς καθέδρες ὅπως ἤθελαν ἐκεῖνοι, οὔτε τὸ σιτηρέσιο δόθηκε. Ἀλλὰ δόθηκε μόνο ὅταν ἔστησαν τὸν ἑωσφορικό του θρόνο ὅπως ἤθελαν. Αὐτὸ τὸν τρόπο μεταχειρίστηκαν καὶ στὴ συνέχεια καὶ πότε περνοῦσαν δύο μῆνες, πότε τρεῖς, πότε πέντε καὶ δὲν γινόταν καμιὰ ὑπόμνηση γιὰ τὸ σιτηρέσιο. Ἀλλὰ τί λέω ὑπόμνηση: Ζητοῦνταν καὶ ζητοῦνταν ἐπίμονα καὶ μὲ πολλὲς δεήσεις ἀλλὰ μάταια γινόταν κάθε δέηση. Ἔπρεπε πρῶτα νὰ συγκατανεύσουν σ’ ὅτι ἤθελαν ἐκεῖνοι καὶ τότε νὰ δοθεῖ, ἀλλὰ καὶ τότε ἐλλιπὲς καὶ ὄχι ὁλόκληρο. Γι’ αὐτὸ κι ἀναγκάζονταν οἱ δύστυχοι, ἄλλοι νὰ πουλοῦν ἂν εἶχαν τίποτα ἄξιο λόγου, κι ἄλλοι νὰ βάλουν ἐνέχυρο κι αὐτὰ τὰ ἴδια τ’ ἀρχιερατικά τους ἐνδύματα, γιὰ ν’ ἀποκτήσουν μερικὰ ἔσοδα νὰ ζήσουν καὶ νὰ μὴν πεθάνουν ἀπὸ λιμό. Καὶ δὲν ἀναφέρω τὶς χαμαιποιχίες τῶν περισσότερων πού δὲν εἶχαν οὔτε κρεβάτι οὔτε στρῶμα γιὰ ν’ ἀναπαυτοῦν λίγο, οὔτε τὴν ἐποχὴ τοῦ παγετοῦ. Κι ὄχι γιὰ δέκα μέρες, ἡ τρεῖς ἕβδομαδες, ἥ το πολὺ γιὰ ἕνα ἑξάμηνο. Ἀλλὰ σχεδὸν τρία χρόνια ὕπεφεραν οἱ ταλαίπωροι αὐτὲς τὶς μεγάλες καὶ μακροχρόνιες κακοπάθειες κι ἐκεῖνα τ’ ἀθεράπευτα κακά. Ἀθεράπευτα βέβαια, γιατί δὲν μποροῦσε κανεὶς οὔτε νὰ φύγει καὶ νὰ γλιτώσει, γιατί δόθηκε βασιλικὸ πρόσταγμα στοὺς θυρωροὺς τῆς πόλης, νὰ μὴν ἀφήνουν Γραικὸ πού δὲν ἔχει βούλα, δηλαδὴ διαβατήριο ἀπὸ τὸ βασιλιὰ νὰ βγαίνει ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα. Κάποιοι κληρικοὶ πιεζόμενοι ἀπὸ τὴν ἀνάγκη βρῆκαν τρόπο κι ἔφυγαν γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη. Καὶ ὁ Πατριάρχης ἔγραψε ἀμέσως στὸν ἔπιτροπό του, νὰ θέσει σ’ ἀργία κι ἂν περιφρονήσουν τὴν ἀργία καὶ λειτουργοῦν, νὰ προστάξει τοὺς ὑπηρέτες νὰ τοὺς βγάλουν στὴ λεγάμενη λεωφόρο του Μιλίου, κι ἐκεῖ νὰ τοὺς δείρουν καταγῆς. Νὰ μὲ ποιοὺς τρόπους προχωροῦσε ἐκείνη ἡ ψευδὸ-σύνοδος στὸ σκοπό της, δηλαδὴ στὴν ἕνωση, τοὺς ὁποίους τρόπους τοὺς αὔξησαν ἀκόμα περισσότερο, ὥσπου ἔφτασαν αὐτοὺς τοὺς ἄθλιους στὸ σημεῖο τῆς ἔσχατης ἀνάγκης.

Πρὸς ἀλλαγὴ τόπου καὶ τοῦ θέματος

Ὅταν ἔμαθε ὁ βασιλιὰς τὴν φυγὴ στὰ κρυφὰ ἔκεινών των κληρικῶν κι ἐπειδὴ φοβήθηκε νὰ μὴν ἀκολουθήσουν τὸ παράδειγμά τους καὶ πολλοὶ ἄλλοι καὶ συγχρόνως θέλοντας νὰ περισφίξει ἀκόμα περισσότερο αὐτοὺς πού ἐναντιώνονταν στοὺς σκοποὺς τῆς ψευτοένωσης, συσκέπτεται μὲ τὸν Πάπα κι ἀποφασίζουν νὰ μεταφέρουν τὴ Σύνοδο στὸ ἐσωτερικό της Ἰταλίας κι ἐκεῖ νὰ συζητήσουν ὄχι πλέον σχετικὰ μὲ τὴν προσθήκη, ἂν ἔγινε καλῶς ἡ κακῶς στὸ ἅγιο Σύμβολο, ἀλλὰ γιὰ τὸ δόγμα, καθὼς πολλὲς μέρες πρωτύτερά του τὸ ζήτησαν αὐτὸ μὲ μεγάλη βιασύνη οἱ παπιστές, δηλαδὴ ἂν στ’ ἀλήθεια τὸ ΄Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ ἡ ὄχι, πράγμα πού σημαίνει μὲ λίγα λόγια, ὅτι ἀποφάσισε ἔκεῖ νὰ κάνει τὴν ἕνωση.
Στὰ ἀλήθεια αὐτὸ φάνηκε φοβερὸ στοὺς περισσότερους, δηλαδὴ τὸ νὰ ἐγκαταλείπουν καὶ τὶς συζητήσεις γιὰ τὴν προσθήκη, πού ἦταν τὸ ἰσχυρότερο ὅπλο πηγαίνοντας σ’ ἄλλη πόλη καὶ νὰ σπαταλοῦν μάταια τὶς μέρες τοὺς ἔκεῖ, μὴν ξέροντας, πώς ἔκεῖ σκεφτόταν ὁ ἀσύνετος νὰ κάνει καὶ τὴν κάκιστη ἕνωση. Τελικὰ ἡ ἀπόφαση τοῦ βασιλιὰ ὕπερισχυσε τότε καὶ πέρασαν στὴ Φλωρεντία, ἀπὸ τὴν ὁποία κι ὀνομάστηκε Φλωρεντινὴ σύνοδος ἔκεῖνό το ἀποστατικὸ κι ἀντίχριστο συνέδριο. Καὶ τότε μόνο λοιπόν, ὅταν συμφώνησαν καὶ στὰ δύο, τοὺς δόθηκε καὶ τὸ σιτηρέσιο, ὄχι ὅμως ὅσο τοὺς ἔλειπε, δηλαδὴ πέντε μηνῶν, ἀλλὰ τεσσάρων. Μετὰ ἀπὸ λίγες μέρες λοιπόν, ἄρχισαν καὶ τὶς συζητήσεις, ἔφοσον οἱ Λατίνοι τὸ ζήτησαν μὲ σφοδρὸ πόθο.

Λόγοι ἀλλαγῆς θέματος διαλόγου

Ἀλλὰ ἔδω, ἴσιος κάποιοι ἄπειροι σὲ τέτοιου εἴδους ζητήματα, θὰ ἀπορήσουν, ὀχετικᾶ μὲ τὴν αἰτία γιὰ τὴν ὅποια οἱ Λατίνοι τὸ ζητοῦσαν ἔπι-μόνα, ἔνω οἱ δικοί μας δὲν ἦταν πρόθυμοι νὰ προσέλθουν σ’ αὐτὲς τὶς συζητήσεις. Κι ἡ ἀπάντηση εἶναι ἡ ἕξης: Στὴν προσθήκη γίνονταν οἱ Λατίνοι κατακριτέοι, ὅπως κι ἔγιναν ἀπὸ τοὺς ὅρους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, πού ὁρίζουν κυριολεκτικὰ μὲ φρικτότατα ἀναθέματα, νὰ μὴν ἀφαιρέσει οὔτε νὰ προσθέσει κανεὶς οὔτε ἕνα γιώτα στὸ ἅγιο Σύμβολο. Γι’ αὐτὸ καὶ παρόλο πού φλυάρησαν πολύ, ὅπως εἴπαμε, θέλοντας νὰ δικαιολογήσουν τὴν ἐπάρατη προσθήκη τους, καταλάβαιναν κι ἔξω ἀπὸ τὴν σύνοδο στὸ κόσμο λεγόταν φανερὰ κι ἄκου γάταν μὲ θάρρος, πώς ἡ νίκη τῆς ἀλήθειας εἶναι στὰ χέρια τῶν Γραικῶν. Γι’ αὐτὸ ἁγιονίστηκαν μ’ ὅλους τους τρόπους νὰ περάσουν στὶς συζητήσεις σχετικὰ μὲ τὸ δόγμα, γιατί αὐτὸ τὸ σημεῖο εἶναι ἕνα πλατὺ θέμα, καὶ γιὰ τὴ μία πλευρὰ καὶ γιὰ τὴν ἄλλη, δηλαδὴ τόσο γιὰ τοὺς Ἀνατολικούς, ὅσο καὶ γιὰ τοὺς Δυτικούς. Εἶναι ἕνα θέμα στὸ ὅποιομπορουσαν νὰ παραβιάσουν καὶ νὰ παρερμηνεύσουν καὶ ρητά της θείας Γραφῆς. Μποροῦσαν νὰ φέρουν καὶ μαρτυρίες ἀπὸ θείους Πατέρες παλαιούς, ἄλλα μὲν ἀμφίβολα στὴν σημασία τους κι ἄλλα νόθα καὶ παραποιημένα. Καὶ τὸ μεγαλύτερο καὶ ἰσχυρότερο βοήθημά τους, ἦταν πού ἔλεγαν πώς ἔχουν λατινικὰ ρητὰ παλαιῶν δυτικῶν λατινικῶν ἁγίων, πού λένε τάχα φανερά, πώς τὸ ΄Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ.

Ὅταν λοιπὸν οἱ Παπικοὶ ἔπροκειτο νὰ παρουσιάσουν αὐτὰ τὰ ρητὰ (ὅπως κι ἔγινε ὕστερα στὴν πράξη), καὶ ὁπωσδήποτε ἔπροκειτο νὰ τὰ χρησιμοποιήσουν σύμφωνα μὲ τὴ δική τους ἑρμηνευτικὴ ἐκδοχὴ ἀκόμη καὶ τὴν θεία Γραφή, ἦταν ἐπακόλουθο καὶ νὰ διακηρύξουν πώς ἀπέδειξαν τὴ δική τους γνώμη λαμπρότερα κι ἀπὸ τὸν ἥλιο. Γὶ αὐτὸ στὴ συνέχεια ἦταν ἀνάγκη, εἴτε νὰ πειστοῦν οἱ δικοί μας στὰ δικά τους λόγια καὶ νὰ δεχθοῦν ὡς ὀρθοδοξία τὴν κακοδοξία τους, εἴτε ἂν δὲν συγκατένευαν ν’ ἀποδεχτοῦν τὴν παπικὴ πλάνη τους, ἔπρεπε ἀναγκαστικὰ νὰ τοὺς κηρύξουν ὡς αἱρετικοὺς καὶ κακοφρονες καὶ ὁ Πάπας νὰ δώσει ἄδεια  νὰ τοὺς πιάσουν κι ἴσως καὶ νὰ τοὺς φονεύσουν ὡς ἐχθρούς της πίστης κι ἀπειθεῖς καὶ περιφρονητὲς τῆς παπικῆς του μεγαλειότητας. Όλα αὐτὰ οἱ δύστυχοι Ἀνατολικοί τα σκέφτονταν καὶ πρὶν ξεκινήσουν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ἀλλὰ πολὺ περισσότερό τα σκύφτηκαν καὶ τὰ κατάλαβαν ἀφοῦ τὰ δοκίμασαν ἔμπρακτα κι εἶδαν πόσο πεισματικοὶ καὶ φιλόνικοι εἶναι οἱ Δυτικοί. Οἱ ὅποιοι, παρόλο ὅμολογουμενως φανερὰ ντροπιάστηκαν καὶ δὲν κατάφεραν ν’ ἀπολογηθοῦν μετὰ τὴν ἀνάγνωση τῶν Συνοδικῶν Ὅρων καὶ τοὺς θεοσοφοὺς λόγους τοῦ ἁγιότατου Ἐφέσου, ὅπως οἱ ἴδιοι, οἱ ὁμογενεῖς Ἴταλιωτές τους τὸ ὁμολόγησαν μὲ θάρρος, παρόλο λέω πού μὲ τέτοιο τρόπο ἀποστομώθηκαν καὶ ντροπιάστηκαν, ὡστόσο αὐτοὶ δὲν ντρέπονταν νὰ καυχιοῦνται ἐντελῶς τὸ ἀντίθετο, δηλαδὴ πώς ἀπολογήθηκαν πληρέστατα καὶ πώς ὅλα ἐκεῖνα πού εἶπε ὁ Ἐφέσου τ’ ἀντέκρουσαν μ’ ἀναντίρρητα ἐπιχειρήματα κι ἀπέδειξαν σαφῶς, ὅτι καλὰ κι εὔλογα ἔκαναν τὴν προσθήκη στὸ Σύμβολο.
Νὰ λοιπὸν ποιὰ εἶναι ἡ αἰτία γιὰ τὴν ὁποία οἱ δικοί μας ἀπέφευγαν ἐκεῖνες τὶς συζητήσεις, ὄχι δηλαδὴ ἀπ’ ἔλλειψη ἀλήθειας, (γιατί ὅπως δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ λείψει τὸ φῶς ἀπὸ τὸν ἥλιο, ἔτσι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ λείψει ἡ ἀλήθεια ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ), ἀλλὰ ἐπειδὴ στὴν πράξη κατὰλαβαν, πώς ὄχι μόνο εἶναι ἀδύνατο ν’ ἀλλάξει γνώμη ἐκεῖνο τὸ ἔθνος καὶ νὰ ὁμολογήσει τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ φανεῖ πώς τόσους αἰῶνες ἦταν πλανεμένοι, ἀλλὰ μάλιστα προέβλεπαν, ὅτι ἀμέσως μόλις ριχτοῦν σὲ κεῖνες τὶς συζητήσεις θά συμβεῖ τὸ ἀντίθετο, ὅπως κι ἔγινε.
Ναὶ τὰ σκύφτηκαν καλὰ αὐτὰ ὅλα καὶ πρὶν καὶ μετά, ἀλλὰ δὲν μποροῦσαν ν’ ἀντιλέγουν στὸ βασιλιά. Γι’ αὐτὸ καὶ μετέβηκαν στὴ Φλωρεντία, ὅπως εἴπαμε κι ἀποδέχτηκαν αὐτὸν τὸν ἀγώνα τῶν διαλέξεων.
Ἀλλὰ γιατί εἶπα ἀποδέχτηκαν; Κι αὐτὸν τὸν ἀγώνα στὴν Φλωρεντία μόνος ὁ ἱερὸς καὶ μέγας Μάρκος τὸν διεξῆγε. Ὁ καλὸς καὶ λαμπρὸς καὶ μόνος ἄξιος ἀγωνιστὴς ὑπὲρ τῆς ἀλήθειας, ὁ ὅποιος καὶ γιὰ τὴν λαμπρότητα τῆς εὐαγγελικῆς του ζωῆς καὶ γιὰ τὴν ἐπισημότητα τῆς διπλῆς του ἰδιότητας, τῆς ἀρχιερωσύνης ἔννοω, καὶ τῆς τοποτηρησίας ὅλων των θρόνων τῆς Ἀνατολῆς καὶ ἰδιαίτερα γιὰ τὴν ἱκανότητα καὶ τὴν ἀκαταμάχητη δύναμη τῶν λόγων του, αὐτὸς ὁ ἄνδρας ἦταν κι ἀναγνωριζόταν ὡς ἀρχηγὸς κι ἐπικεφαλῆς καὶ κορυφαῖος της συνέλευσης τῶν Ἀνατολικῶν.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου