ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
1.Στὴ Φλωρεντία Ἔναρξη Συνόδου 26-2-1439
2.Ἀπαγόρευση νὰ ὁμιλεῖ ὁ Μάρκος Ἐφέσου
3.Νοθεία τῶν Πατερικῶν κειμένων
4.Πορεία πρὸς τὴν Οὐνίαν Ἕνωση
5.Μάχη Μάρκου μὲ λατινόφρονες
6.Μάχη Μάρκου μὲ λατινόφρονες
7.Βία κατὰ Μάρκου
8.Παρέμβαση Παπικῶν
9.Πιέσεις αὐτοκράτορα καὶ Πατριάρχου
10.Πρὸς τὴν ὁμολογίαν Ἕνωσης-Οὐνίας
------------------------------------------------------------------------------------------------------
Στὴ Φλωρεντία Ἔναρξη Συνόδου 26-2-1439
Εἶναι ἀδύνατο ἀδύνατον νὰ περιγράψουμε καὶ νὰ ἐξηγήσουμε ἐδῶ, σ’ ὅτι φορᾶ τὴ παροῦσα ὑπόθεση, τὰ τότε γεγονότα στὴν Φλωρεντία ἀναλυτικά. Γι’ αὐτό, μὲ μεγάλη συντομία θὰ δείξω τὸ θαῦμα τοῦ μέγα ἡρῶα. Ἔγιναν ἑπτὰ γενικὲς συνελεύσεις στὸ παλάτι τοῦ Πάπα [τὸν Μάρτιο τοῦ 1439], Σ’ ὅλες μόνος αὐτὸς φαινόταν ν’ ἀγωνίζεται, μόνο αὐτὸς ἀπαντοῦσε, αὐτὸς ἔλεγχε τὰ σοφίσματα καὶ τὶς παρερμηνεῖες κι αὐτὸς μόνο φαινόταν στόμα τῶν θεολόγιον καὶ ὕπερμαχός της
πατροπαράδοτης πίστης. Καὶ γιὰ νὰ στολίσου μὲ τὰ μαργαριτάρια τοῦ σοφότατου Σχολάριου τὴν ἱερή του κεφαλὴ λέει:
Ὑπεράσπιζε τὸ πατρικὸ δόγμα, μόνος ἀνάμεσα στοὺς Λατίνους. Γιατί σὲ μᾶς, πού ὀφείλαμε νὰ εἴμαστε σύμμαχοί του, ἀντὶ γιὰ τέτοιους, ἀλίμονο, ἔβρισκε ἐχθρούς.
Στ’ ἀλήθεια
εἶναι ἀνυπόστατος ἐκεῖνος ὁ μύθος πού ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι ΄Ἕλληνες, ὅτι κάτω ἀπὸ τὴν πλάση, εἶναι κάποιος ’Ἄτλας πού βαστᾶ ὅλο τὸν κόσμο. Ἀλλὰ ἂν ἐκεῖνο ἦταν ὄντως μύθος, ὁ Μάρκος τῆς Ἐφέσου σίγουρα στάθηκε
πραγματικὸς
κι ἀληθινὸς Ἄτλας, ἐπειδὴ αὐτὸς μόνος βάσταξε πάνω
του ὅλο
το σύστημα τῶν
Ἀνατολικῶν ἡ γιὰ νὰ τὸ πῶ ὀρθότερα τὴν Ὀρθόδοξη Καθολικὴ Ἐκκλησία. Ἐπειδὴ σχεδὸν ὅλοι οἱ ἄλλοι παρεξέκλιναν κι ἐξαχρειώθηκαν, ἄλλοι ἀπὸ φθόνο, ἄλλοι ἀπὸ φόβο, ἄλλοι ἀπὸ κολακεῖες καὶ μάταιες ὑποσχέσεις, κι οἱ περισσότεροι ἀπὸ τὴν πίεση τῆς μακροχρόνιας
ταλαιπωρίας καὶ
τοῦ
ἀναπόφευκτου λιμοῦ, κανένα ὅμως ἀπὸ τὰ προηγούμενα δὲν μπόρεσε νὰ ἔχει τὴν παραμικρὴ ἐπιρροὴ σὲ κείνη τὴν ἀδαμάντινη ψυχὴ τοῦ Μάρκου.
Ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴ φανεῖ πώς ἐγὼ ἐπιχειρῶ νὰ ἐγκωμιάσω αὐτὸ τὸ μέγα θαῦμα τῆς οἰκουμένης, πράγμα ἀδύνατο στὴ στεγνὴ ἀπὸ κάθε δροσιὰ ρητορικῆς εὐγλωττίας γραφίδα μου, ἀκολουθῶ μόνο μὲ τὴ λιτή μου γλώσσα τὴν ἁπλὴ διήγηση τοῦ λόγου, λέγοντας ὅτι στὸ τέλος, μ’ ἕναν ὁλόκληρο λόγο τὸν ὅποιοσυνεθεσε μὲ τὴ σοφία τοῦ Πνεύματος καὶ τὸν ὅποιοεκφωνησε στὴν τελευταία, δηλαδὴ στὴν ἕβδομη συνέλευση
[17.3.1439], μ’ αὐτὸν τὸ λόγο ἀπέδειξε λαμπρότατα ἀπὸ τὶς θεῖες Γραφὲς κι ἀπὸ τὶς ἅγιες Οἰκουμενικὲς Συνόδους κι ἀπὸ τοὺς ἐπιμέρους ἅγιους καὶ τοὺς ἔγκριτους δασκάλους, ὅτι ἡ Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία ἔχει καὶ διαφυλάττει ἐκείνη τὴν ἴδια πίστη, τὴν ὁποία παρέδωσαν στὸ κόσμο οἱ θεῖοι Ἀπόστολοι, δηλαδὴ τὴν εἰλικρινῆ, τὴν ἀληθινὴ κι ὀρθόδοξη.
Ἀπαγόρευση
νὰ ὁμιλεῖ ὁ Μάρκος Ἐφέσου
Καὶ μόλις εἶπε αὐτὸ τὸ λόγο ἀτὸ μέσον ὁ Μάρκος Ἐφεσου στ μέσον της
Συνόδου, σιώπησε στὸ
ἕξης, ἐπειδὴ κατάλαβε καὶ πληροφορήθηκε, ὅτι οἱ παπιστὲς ὅμοια σχεδὸν μὲ τὸ διάβολο, προτιμοῦν νὰ μείνουν στὴν κακοφροσύνη τους,
μόνο γιὰ
νὰ μὴ φανεῖ πώς ἔσφαλλαν. Παλιὸ χαρακτηριστικὸ στ’ ἀλήθεια αὔτού του ἔθνους, τῶν Λατίνων ἐννοῶ, ἡ ἔπαρση, ἡ ὑπεροψία, ἡ ἀλαζονεία κι ἀξιόπιστος μάρτυρας αὔτου εἶναι ὁ μέγας δάσκαλος τῆς οἰκουμένης, ὁ φωτισμένος ἓξ οὐρανοῦ Βασίλειος, πού ἄκμασε τὸν τέταρτο αἰώνα, λέγοντας γι’ αὐτούς, ὅτι :
«Οὔτε
ξέρουν τὴν
ἀλήθεια, οὔτε καταδέχονται νὰ τὴν μάθουν»
Ὅταν σιώπησε λοιπὸν ὁ θεῖος Μάρκος, ἀναγκαστικὰ σταμάτησαν κι οἱ διαλέξεις. Γιατί οἱ ἀγωνιζόμενοι δὲν εἶχαν στὸ ἕξης τὸν ἀνταγωνιζόμενο. Καὶ μάλιστα δὲν πῆγε πιὰ οὔτε στὶς δύο κοινὲς συνελεύσεις πού ἔγιναν ἀκόμα [21.3 καὶ 24.3.1439]. Ἀλλὰ αὖτο λένε ὅτι τὸ ἔκανε καὶ δὲν πῆγε, μὲ βασιλικὴ διαταγή.
Τί ἔγινε
ἔπειτα; Ἄραγε σιώπησε τελείως κι
ἔκεῖνό το θεολογικότατο
στόμα ἔκλεισε;
Μιμήθηκε τάχα κι αὖτος,
κατὰ
κάποιον τρόπο ἐκείνους
τοὺς
λιποτάκτες καὶ
προδότες τῆς
πατροπαράδοτης πίστης; Ὄχι,
μακάρι νὰ
μὴν κάνει κανεὶς τέτοιες ἄτοπες σκέψεις γιὰ τὸν δικό μας τρεῖς φορὲς ἄριστο. Μάλιστα μπορῶ νὰ πῶ, ὅτι ἀπ’ αὖτό το σημεῖο καὶ μετὰ ἀρχίζουν τὰ ὑπερθαύμαστα καὶ ὑπερφυσικά του ἀγωνίσματα καὶ παλέματα.
Γιατί ναί, πρὸς
τοὺς
Λατίνους σιώπησε. Ἀλλὰ ἄνοιξε καὶ πλάτυνε ἐκεῖνο τὸ θεῖο στόμα πρὸς τοὺς λατινόφρονες.
Σταμάτησε: τὶς
διαλέξεις μὲ
τοὺς
Δυτικούς, ἀλλὰ τὶς ἄνοιξε ὕστερα μὲ τοὺς Ἀνατολικούς. Τώρα τὸν πόλεμο τῶν ἑτερογενῶν παπιστῶν διαδέχτηκε ἐκεῖνος τῶν ὁμογενῶν οὐνιτῶν. Καὶ γιὰ τὸ πώς ἔγινε, προσέξτε γιὰ ν’ ἀκούσετε ὄντως θαυμαστὰ κι ἐξαίσια πράγματα.
Νοθεία τῶν Πατερικῶν κειμένων
Ὅπως
πρέβλεπαν πολλοὶ
ἀπὸ τοὺς δικούς μας ὅτι θὰ γίνουν τὰ πράγματα, ἔτσι καὶ ἔγιναν.
Δηλαδή, ὅταν
σταμάτησαν οἱ
συζητήσεις μὲ
τὸν Μάρκο, οἱ Λατίνοι παρουσίασαν
τελικὰ
ἐκεῖνα τὰ ρητὰ πού διαφήμιζαν πώς ἔχουν, τὰ ὅποια λένε ὅτι ΄τὸ ΄Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ΄. Αὐτοὶ ἔλεγαν, πώς τὰ ρητὰ ἐκεῖνα εἶναι παλαιῶν δυτικῶν ἅγιων, πού εἶναι δηλαδὴ ἀποδεκτοὶ καὶ στὶς δύο Ἐκκλησίες καὶ στὴ Δυτικὴ καὶ στὴν Ἀνατολική. Γι’ αὐτὸ καὶ παρουσιάζονταν μὲ πολὺ θάρρος κι ἔλεγαν, νά, φανερά το
λένε οἱ
Δυτικοὶ
ἅγιοι, ὅτι τὸ ΄Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ. Τί ἀπαντᾶτε λοιπόν; Δῶστε ἀπάντηση σ’ αὐτά. Κι ἀποχοαρισαν στὰ ἰδιαίτερα, περιμένο-ντᾶς τὴν ἀπάντηση.
Ὁ βασιλιὰς ἄρχικα εἶπε, πώς πρέπει οἱ δικοί μας νὰ κάνουν τὴ ζητούμενη ἀπολογία καὶ αὐτὸ τὸ βάρος ἀνατέθηκε πάλι σ’ αὐτὸν τὸν μέγα δάσκαλο. Ἐκεῖνος ἀπάντησε στὸ βασιλιὰ μ’ αὐτὰ τὰ λόγια:
Βλέπω, λέει, ὅτι
αὐτὲς οἱ διαλέξεις δὲν θὰ τελειώσουν ποτέ, οὔτε θὰ ἀποκομίσουμε ἐμεῖς ἀπ’ αὐτὲς κάτι καλό. Γι’ αὐτό, προτιμῶ νὰ μὴν μιλῶ ἄσκοπα καὶ νὰ διαμάχομαι μάταια. Ἐπειδὴ καὶ γι’ αὐτὸ ἔλαβα χάρη πού μου
παραχωρήθηκε ἀπὸ τὴν ἁγία σου βασιλεία, γιὰ νὰ πῶ ὅσα εἶπα στὴν τελευταία ὁμιλία καὶ νὰ σταματήσω. Ἂν ὅμως ἐσὺ προστάζεις ἔτσι, ἄς μιλήσει κάποιος ἄλλος κι ἄς δώσει ἀπολογία.
Ἔτσι
μίλησε αὐτὸς ὁ μέγας, ἀλλὰ ποιὸς ἄλλος βρισκόταν ἱκανὸς καὶ ποιὸς εἶχε τόση δύναμη γιὰ νὰ πάρει ἄξια τὴ θέση του; Ἀλλὰ τί εἶπα ἄξια; Οὔτε στὸ παραμικρὸ δὲν βρέθηκε ἄλλος ν’ ἀπαντήσει ὕστερα ἀπ’ αὐτόν. Μάλιστα κι ὁ βασιλιὰς πού ἀπέβλεπε ὁλωσδιόλου στὴν ἕνωση καὶ ὄχι σὲ διάσταση καὶ χωρισμό, ἐπειδὴ σκέψτηκε πώς ἂν ἄναγκασει τὸν Μάρκο νὰ κάνει τὴν ἀπολογία, θὰ γράψει ὅπως ἤξερε νὰ γράφει, δηλαδὴ ἔπροκειτο ν’ ἀπαντήσει πώς τὰ ρητὰ ἐκείνων τῶν Δυτικῶν ἅγιων ἡ Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία δὲν τὰ δέχεται, γιατί:
Πρώτον, διατηρεῖ
ἄμφιβολιες μήπως εἶναι νόθα, δηλαδὴ ψευδεπίγραφα ἡ παραφθαρμένα.
Δεύτερον, γιατί ἀκόμα
κι ἂν
εἶναι ἀληθινά, πάλι δὲν τὰ δέχεται, ἐπειδή, πρῶτα, προτιμᾶ τὸ δεσποτικὸ στόμα τοῦ Χριστοῦ, πού ἔκεῖνο τὸ ἴδιο λέει, ΄ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἀπὸ τὸν Πατέρα ΄ὃ παρὰ τοῦ Πατρὸς ἐκπορεύεται΄ καὶ δεύτερον, ἄκολουθεῖ τὴν αὐθεντία τῶν ἑπτὰ ἅγιων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ὅπου ὅλες διαβάζουν τὸ ἅγιο Σύμβολο χωρὶς τὴν προσθήκη.
Τρίτον, ἄκολουθεῖ τὴ συμφωνία ὅλων των ἔγκριτων δασκάλων τῆς Ἐκκλησίας, τόσο τῶν Ἀνατολικῶν ὅσο καὶ τῶν Δυτικῶν, βγάζοντας τοὺς τρεῖς ἐκείνους ἡ τέσσερις Δυτικούς, στοὺς ὁποίους λένε ὅτι ἄνηκουν αὐτὰ τὰ ρητά. Γιατί εἶναι μεγάλη ἄφροσυνη ν’ ἄφησει κανεὶς τὸ ἄπειρο πλῆθος τῶν Θεολόγων, τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους καὶ προπάντων τὸ στόμα τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ, ὁ ὅποιος δίδαξε στοὺς ἄνθρωπους τὴν πίστη καὶ ν’ ἀκολουθήσει δύο ἡ τρεῖς ἅγιους. Αὐτοὶ οἱ ἅγιοι δὲν γνωρίζουμε ἀπὸ ποιὲς αἰτίες, πού μποροῦσαν νὰ ὑπάρχουν τότε, ἔφθασαν νὰ γρὰτ[ἰουν ἡ νὰ μιλήσουν ἔτσι (δηλαδὴ ἀκόμη καὶ στὴν περίπτωση πού εἶναι δικά τους τὰ ρητά), κι αὐτὴ ἀκόμα ἡ ἄνθρωπινη ἀδυναμία εἶναι ἄρκετη αἰτία, ἀπὸ τὴν ὅποια ἦταν δυνατὸ νὰ λαθέψουν κι ἐκεῖνοι ὡς ἄνθρωποι κι ὄχι ἀπὸ τὴν κακογνωμία τους.
Στοχαζόμενος, λέω, ὁ βασιλιὰς πώς ἔτσι περίπου ἔπροκειτο ν’ ἀπαντήσει ὁ μέγας θεολόγος, ὅπως καὶ τὸ εἶπε καὶ βεβαιότατα ἦταν ἔναντιόν της γνώμης του,
γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ἔδωσε ἄδεια στὸ ἕξης νὰ ἔρθουν σὲ διαλέξεις μαζὶ μὲ τὸν Μάρκο τὸν Ἐφέσου. Κι ἄρχισε νὰ σκέφτεται ἂν εἶναι δυνατὸν νὰ βρεθεῖ ἴσως κάποιος τρόπος καὶ κάποιο μέσο γιὰ νὰ ἕνωθουν, χωρὶς νὰ γίνει ἕνα ἀπὸ τὰ δύο ἄδυνατα, δηλαδή, οὔτε οἱ Λατίνοι νὰ βγάλουν τὴ προσθήκη, οὔτε οἱ Ἀνατολικοὶ νὰ τὴ δεχτοῦν.
Πορεία πρὸς τὴν Οὐνίαν Ἕνωση
Ἔτσι ἀπὸ αὐτὸ ἄρχισαν τὰ μυστικὰ συμβούλια [’Ἀπρίλιο καὶ Μάιο τοῦ 1439]. Κάθε μέρα δὲν παρέλειπε νὰ συσκέπτεται, πότε μὲ τὸν Ρωσίας Ἰσίδωρο, τὸν μετέπειτα ἄναρριχηθεντα στὸ ἀξίωμα τοῦ καρδινάλιου, πότε μὲ τὸν Νίκαιας Βησσαρίωνα καὶ πότε μὲ τὸν πνευματικὸ Γρηγόριο, τὸν ὅποιον κι ἄνεδειξε μέγα πρωτοσύγκελλο, γιὰ νὰ ἔχει στὸ ἕξης καὶ μεγαλύτερη ἰσχὺ ὁ λόγος του. Αὐτοὶ τὸν πλησίαζαν, αὐτοὶ ἦταν οἱ καθημερινοί του συμβουλάτορες, ἡ γιὰ νὰ τὸ ποῦμε καλύτερα, οἱ ἐκ δεξιῶν του δορυφόροι καὶ περιτρεχόμενοι. Μ’ αὐτοὺς λοιπὸν συσκεπτόταν γιὰ νὰ βρεῖ τοὺς ἕνωτικους τρόπους καὶ τὰ μέσα κι αὐτοὺς ἄγαπουσε, κι αὐτοὺς τιμοῦσε καὶ τοὺς ἔκρινε ἄξιους κάθε εὔμενειας κι ἀποδοχῆς. Κι ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους Ρωμιοὺς πού ἦταν ἐκεῖ καὶ ἔλεγαν ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ βρεθεῖ ἄλλο μέσο γιὰ νὰ ἑνωθοῦμε, παρὰ νὰ βγεῖ ἡ προσθήκη ἀπὸ τὸ σύμβολο, αὐτοὶ χλευάζονταν καὶ περιψρονοῦνταν. Ἀκόμη μὲ μεγάλο θυμὸ ὑβρίζονταν βαριά, ἐπειδὴ εἶναι δῆθεν ἀπειθεῖς καὶ μὴ σὺ-νεργαζόμενοι στοὺς ἕνωτικους τρόπους, καὶ δὲν ἄγαπουσάν το καλὸ πού ἔπροκειτο τάχα νὰ γίνει στὴν πατρίδα ἀπὸ τὸν Πάπα μετὰ τὴν ἕνωση [23]. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν συνάχθηκαν ὅλοι μία μέρα ἀτὰ βασιλικὰ δωμάτια μὲ βασιλικὴ διαταγή, δημηγόρησε ὁ αὔτοκρατορας λέγοντας, ὅτι ΄στὸ ἕξης πρέπει νὰ ξέρει ὁ καθένας, πώς ἂν ἐναντιωθεῖ στοὺς τρόπους πού ζητοῦν νὰ βροῦν καὶ γίνει ἐμπόδιο στὴ ἕνωση, πρόκειται νὰ λάβει τὸν ἀναγκαῖο περιορισμὸ καὶ τὴν ποινὴ γιὰ τὴν αὔθα-δειά του, γιὰ νὰ γνωρίζει, λέει, τὰ μέτρα καὶ ν’ ἀκολουθεῖ τὴν γνώμη τῶν πολλῶν΄.
Μάχη Μάρκου μὲ λατινόφρονες
Ἄλλα
ποιὸς
νὰ μὴ θαυμάσει Α καὶ νὰ μὴν ἐκπλαγεῖ μὲ τὸ θάρρος καί. τὴ γενναιότητα τοῦ θείου Μάρκου; Ἀμέσως ἐκείνη τὴν ὥρα, μετὰ ἀπ’ αὐτὴ τὴ φοβερὴ καὶ αὐστηρὴ δημηγορία τοῦ Βασιλιά, μόνο αὐτὸς ὁ Μάρκος βρέθηκε ἐνάντιος στὶς δικές του ἀποφάσεις. Κι ὁ βασιλιὰς ρώτησε τοὺς παρόντες λέγοντας, ὅτι ἂν οἱ Λατίνοι δέχονται τὸ ρητό του ἁγίου Μάξι-μου, ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ πρὸς Μαρίνο, τάχα δὲν εἶναι, καλὸ νὰ ἑνωθοῦμε γι’ αὐτὸ μ’ αὐτούς; Κι ἀμέσως τὰ δοχεῖα τοῦ Σατανᾶ, ὁ Ρωσίας, ὁ Νίκαιας καὶ ὁ μέγας πρωτοσύγκελλος
Γρηγόριος εἶπαν
΄ναί, βασιλιά, εἶναι
τὸ καλύτερο΄. Κι ἀγωνίζονταν νὰ τὸ παρουσιάσουν ὡς καλὸ καὶ νὰ πείσουν τοὺς πάντες νὰ τὸ δεχτοῦν.
Ὄχι΄, ἀπάντησε μόνος ὁ Μάρκος. ΄Ὄχι αὐτὸ δὲν εἶναι καλό, γιατί οἱ Λατίνοι πιστεύουν τὸ ἀντίθετο ἀπ’ αὐτὸ πού λέει ὁ ἅγιος Μάξιμος. Καὶ πώς πρόκειται νὰ ἑνωθοῦμε μ’ αὐτούς, ἂν ἴσως λένε μόνο μὲ τὰ λόγια ὅτι δέχονται τὸ ρητό του ἅγιου Μάξιμου κι ἔπειτα αὐτοὶ νὰ πιστεύουν τὸ ἀντίθετο κι ἀκόμα περισσότερο νὰ κηρύττουν στὶς Ἐκκλησίες τοὺς τὸ δικό τους φρόνημα; Ὄχι (λέει), αὐτὸ δὲν γίνεται. Ἀλλὰ πρέπει πρῶτα αὐτοὶ νὰ ὁμολογήσουν τὴν δική μας γνώμη καθαρὰ καὶ ἄδολα κι ἔτσι νὰ ἑνωθοῦν μέ μας΄.
Εἶδες ἔνσταση ἀγαπητέ; Εἶδες ἄφοβια καὶ σταθερότητα γνώμης; Εἶδες φρόνημα ὄντως ἐκκλησιαστικὸ καὶ πατερικό; Ἐκεῖνοι, λέει, νὰ ὁμολογήσουν τὴ δική μας γνώμη. Καὶ πῶς; ΄καθαρὰ καὶ ἄδολα΄. Ὄχι δηλαδὴ μ’ ἀσάφεια, ὄχι μὲ σοφίσματα, ὄχι μὲ τεχνάσματα καὶ πονηριά, ἀλλὰ ΄καθαρὰ καὶ ἄδολα΄. Κι ἔτσι τί νὰ γίνει; Νὰ ἔνιυθουν ἐκεῖνοι μέ μας, ὄχι ἐμεῖς μὲ κείνους, ἀλλὰ κεῖνοι μέ μας, γιατί ἐμεῖς σταθήκαμε μὲ τὴ χάρη τοῦ Χριστοῦ καλὰ καὶ σωστὰ ἐξαρχῆς στὸ ἀληθινὸ θεμέλιό της πίστης. Ἔμεῖς δὲν ἀποκλίναμε ἀπὸ τὴν πατροπαράδοτη εὐσέβεια. Γι’ αὐτὸ ἐκεῖνοι οἱ ἀποκλίνοντες, οἱ ἀποσχισθέντες παπικοί, οἱ πλανηθέντες μακριὰ ἀπὸ τὴν ἀλήθεια, ἐκεῖνοι νὰ ἔπιστρεψουν, ἐκεῖνοι νὰ ἑνωθοῦν μέ μας. ”Ω, μεγάλη καὶ θεία ἀμυχή! Ω. ὑψηλὴ κι οὔρανοφρονη διάνοια!
Μάχη Μάρκου μὲ λατινόφρονες
Ὡστόσο,
παρόλο πού αὐτὸς ὁ θεῖος δάσκαλος μίλησε τόσο
ἀκριβέστατα κι ἁγιότατα, ὕπε ρίσχυσαν οἱ περὶ τὸν βασιλιά, λέγοντας, ὅτι ἂν δεχτοῦν τὴν ἐπιστολὴ τοῦ Μάξιμου, ἐπειδὴ γνώριζαν πώς ἦταν ἐλλιπής, ἑνωνόμαστε μέσω αἰπὴς μ’ αὐτοὺς κι ἐπειδὴ ὑπῆρχε ἀμφιβολία μήπως δὲν τὴν δεχτοῦν, ἄρχισαν νὰ σκέφτονται κι ἄλλους τρόπους καὶ μέσα γιὰ τὴν ἕνωση. Ἀλλὰ ὁ θεῖος δάσκαλος, ξέροντας
πώς δὲν
ὑπάρχει (ἄλλο μέσο ἀκίνδυνο γιὰ τὴν ἕνωση παρὰ νὰ βγάλουν ἐκεῖνοι τὴν προσθήκη ἀπὸ τὸ Σύμβολο, διαφωνοῦσε φανερὰ καὶ χωρὶς φόβο μὲ τοὺς τρόπους πού ἐφεύρισκαν ἐκεῖνοι καὶ γιὰ νὰ πιὸ τὰ ἴδια τὰ λόγια τοῦ ἱστορικοῦ, προέβαι,νὲ σὲ ἀντιπαράθεση. Γι’ αὐτό, αὐτοὶ πού διαφωνοῦσαν μαζί του ἔδειχναν τὸ πάθος τους, ἀκόμα κι ἀπὸ τὴ θέση πού κάθονταν.
Γιατί κάθονταν ἀπέναντί
του καὶ
καταφέρονταν ἐναντίον
τοῦ
μὲ μεγάλη ὁρμὴ καὶ ἄμετρο πάθος.
Σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο, ὁ δύστυχος ὁ Ἀντώνιος Ἡράκλειας, βλέποντας τὴν ἐμπάθεια καὶ τὸ φιλόνικο πνεῦμα αὐτῶν πού ἀντέλεγαν, τοὺς εἶπε:
Στ’ ἀλήθεια
παθιασμένα μιλᾶτε
ὅλοι ἐσεῖς΄. Τόσα πρόφτασε νὰ πεῖ. Κι ἀμέσως ὁ Νίκαιας καὶ ὁ Ρωσίας ἀπάντησαν μὲ θυμό:
Κοίτα πώς μᾶς
βρίζεις; Τί κακὸ
λέμε καὶ
μᾶς βρίζεις;΄
Καὶ
ὁ Ρωσίας ἐπιχείρησε νὰ καταφερθεῖ ἐνοχλητικὰ ἐναντίον τοῦ Ἥρακλειας. Κι ὁ βασιλιάς, ἀφοῦ διέταξε τὸν Ρωσίας νὰ σωπάσει, καταφέρεται ὁ ἴδιος μὲ θυμὸ ἐναντίον τοῦ Ἥρακλειας. Καὶ γιὰ νὰ μὴν ἀναφέρει) αὐτολεξεὶ τὴ λεκτικὴ ἐπίθεση τοῦ βασιλιά, λέω μὲ συντομία, ὅτι ἔκανε στὴν πράξη, αὐτὰ πού εἶχε πεῖ προηγουμένως στὴ δημηγορία του κι ἔπιτιμησε, ὄνομαζοντας τὸν ἀνίδεο, ἀπαίδευτο, χῶ-ρίατη κι ἀναίσχυντο κι ἔσωστρεφη καὶ βάναυσο κι ἀναιδῆ κι ἄλλα πολλά, τὰ ὅποια ἔλεγε μ’ ἄμετρο θυμὸ κι ὀργὴ δύο καὶ τρεῖς φορές, ξοδεύοντας
μιάμιση ὥρα
καὶ
δείχνοντας μ’ αὐτό,
καὶ
μ’ ἐκεῖνες τὶς πολλὲς φοβέρες, μὲ πόσο πάθος ἐπιδίωκε τὴν ἕνωση κι ἄς γινόταν ὅπως κι ἂν γινόταν καὶ πόσο δυσαρεστοῦνταν κι ὀργιζόταν ἐναντίον ἐκείνων πού τὴν ἔμποδιζαν.
Ἀλλὰ ἐδῶ γεννιέται μία ἀπορία. Τί μεγάλο κακὸ εἶπε ἐκεῖνος ὁ καλὸς ἀρχιερέας καὶ ἀκοῦσε ἀπὸ τὸ βασιλιὰ ὅσα ἄκουσε; Ὁ λόγος τοῦ Ἥρακλειας ἦταν σύντομος. Στὶς διαλὲ ξεῖς δὲν ἦταν ἱκανός. Τί μεγάλο ἐμπόδιο λοιπὸν ἔφερε πρὸς τὴν ἕνωση καὶ ξέσπασε μὲ τόση ὀργὴ ἐναντίον τοῦ ὁ βασιλιάς; Τὴν ἕνωση πού ζητοῦσε αὐτὸς κανεὶς ἄλλος δὲν τὴν ἐμπόδιζε τόσο φανερὰ καὶ σταθερὰ καὶ μὲ κάθε τρόπο, πάρα μόνο ὁ Ἐφέσου. Πχ7χ λοιπόν, ἀφήνοντας αὐτὸν φανερὰ καὶ ὅμολογουμενως νὰ ἐναντιώνεται στὸ σκοπό του, ξέσπασε ὅλη τὴν ὀργὴ τοῦ κατὰ τοῦ φτωχοῦ Ἡρακλείας; Βέβαια ἦταν ἄλλη ἡ αἰτία ἔνω ἀντίθετα ἄνεχοταν τὸν Μάρκο, ἐπειδὴ δὲν τὸν ὑπολόγιζε ὡς ἕναν ἀπὸ τοὺς λοιποὺς ἀρχιερεΐς, ἀλλὰ τοῦ ἐΐχε μία ξεχωριστὴ ἐκτίμηση δηλαδὴ τὸν σεβόταν καὶ τὸν τιμοῦσε καὶ ὡς σοφότατο καὶ ὡς ἁγιότατο ὅπως κι ἔμπρακτά το ἔδειξε μετὰ τὸ τέλος τῆς συνόδου. Καὶ ὅτι ὁ Μάρκος σχεδὸν μόνος του ἐμπόδιζε τὴν ἕνωση, τὸ μαθαίνουμε ἀπὸ τ’ ἀκόλουθα ἐκείνης τῆς ἱστορίας.
Βία κατὰ Μάρκου
Κάθονταν λέει ὑποφέροντας καὶ λιώνοντας ἀπὸ τὴν πείνα ἐπειδὴ πάλι ὁ οὐρανὸς τοῦ Πάπα, ὀργισμένος γιὰ τὴν σκληροκαρδία τῶν Γραικῶν πού δὲν ὑποτάσσονται, ἔκλεισε γιὰ πολὺ καιρὸ καὶ δὲν ἔβρεχε τὸ σιτηρέσιο. Κι ὅλοι ὕπεφεραν, ἀλλὰ περισσότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους οἱ ΄γενίτσαροι΄ τοῦ βασιλιά, ὡς ἐνδεέστεροι καὶ πένητες, τόσο πού ἄλλος ἔβαλε ἔνεχυρό τα φτωχικά του
ροῦχα,
ἄλλος πούλησε τ’ ἅρματά του. κι ἄλλος ἀναγκάστηκε νὰ κάνει κάτι ἄλλο, γιὰ νὰ μὴν πεθάνει ἀπὸ τὴν πείνα. Ἄλλα τελικά, ἐπειδὴ τὸ κακὸ δὲν ἦταν μικρό, πιεσμένοι ἀπὸ τὴν ἔσχατη ἄναγκη, προστρέχουν στὺν μέγα πρωτοσύγκελλο
πού τὸν
ἔβλεπαν ὅτι. εἶχε μεγάλο θάρρος μὲ τὸ βασιλιά, νὰ μεσολαβήσει πρὸς τὴ βασιλεία του, γιὰ νὰ τοὺς ἐλεήσει μὲ τ’ ἀπαραίτητα ἔξοδα. Κι αὐτός, ἂν καὶ παρακάλεσε δύο καὶ τρεῖς φορές, δὲν κατόρθωσε τίποτα.
Γι’αὐτό,
ἐπειδὴ ἔρχονταν πάλι, σ’ αὐτὸν καὶ μὴ μπορώντας ν’ ἄντεξει τὴν ἐνόχληση, τοὺς εἶπε:
Πηγαίνετε στὸν
Ἐφέσου καὶ στὸν μέγα σακελάριο, καὶ κάντε μ’ αὐτοὺς ὅπως νομίζετε, γιατί ἐκεῖνοι ἔμποδιζουν τὴν ἕνωση κι ἀπ’ αὐτοὺς ὑποφέρετε κι ἐσεῖς καὶ ὅλοι ἐμεῖς. Καὶ δὲν πρόκειται νὰ καταφέρουμε νὰ ἐπιστρέφουμε στὴν πατρίδα μας΄.
Παρέμβαση Παπικῶν
Ἀλλὰ ἄς
ἔπανελθουμε στὸ προκείμενο. Πέρασαν πολλὲς μέρες κι οὔτε ἀπολογία
δινόταν σὲ
κεῖνα τὰ
λατινικὰ ρητά, οὔτε μποροῦσε νὰ
βρεθεῖ τρόπος καὶ μέσο γιὰ τὴν
ἕνωση. ΄Ὅσα κι ἂν συσκὲ-φτηκαν μεταξύ τους οἱ Ἀνατολικοί,
μ’ ὅσα κι ἂν συζήτησαν καὶ συσκέφτηκαν μὲ τοὺς
Λατίνους, ὅπως
τὸ ζήτησε ὁ βασιλιὰς καὶ
συνέρχονταν γιὰ
πολλὲς μέρες, δέκα ἀπὸ
τὸ ἕνα
μέρος καὶ δέκα ἀπὸ
τὸ ἄλλο,
γιατί ἴσως, λέει, ἀπὸ
τὶς πολλὲς συσκέψεις, ἔπροκειτο νὰ βρεθεῖ ἐκεῖνο τὸ
ἱκανοποιητικὸ μέσον γιὰ τὴν
ἐπιθυμητὴ ἕνωση.
Παρόλα αὐτὰ
λέω, δὲν μπόρεσε νὰ βρεθεῖ ἄλλο
μέσο, ἐκτὸς
ἀπὸ
κεῖνο πού ἔλεγε ὁ
μέγας δάσκαλος, δηλαδὴ
ν’ ἀποβληθεῖ ἡ
προσθήκη ἀπὸ τὸ
Σύμβολο τῆς
Πίστης. Ἀλλὰ
ἐπειδὴ
αὐτὸ
ἀπὸ
τὴ μεριὰ
τῶν Λατίνων ἦταν τὸ
πλέον ἀδύνατο (γιατί, ἔλεγαν ἀποφασιστικά, ἔγκατα-λεῦψτε αὐτὸ τὸ
ζήτημα, γιατί ἀφοῦ προστέθηκε ἅπαξ, εἶναι ἀδύνατο
νὰ βγεῖ).
Ἔτσι οἱ
Ἀνατολικοὶ ἄρχισαν
νὰ ζητοῦν
ἐπίμονα μὲ δάκρυα καὶ θερμὲς
δεήσεις πρὸς
τὸν βασιλιά, νὰ ἐπιστρέφουν
στὴ πατρίδα. ΄Ὅταν τὸ
ἔμαθε αὐτὸ
ὁ Πάπας ταράχτηκε. Κι ἔστειλε ἀμέσως καρδινάλιους κι ἐπισκόπους στὸν βασιλιὰ κι ὅπως
ἦταν ὅλοι
ἐκεῖ
συγκεντρωμένοι μὲ
διαταγὴ τοῦ
βασιλιά, δημηγόρησαν πάνω ἀπὸ δύο ὧρες,
κατηγορώντας μὲ
πίκρα καὶ αὐστηρότητα
τοὺς δικούς μας γιὰ τὴν
ἀμέλεια, τοὺς, λέγοντας κι ἀπαριθμώντας τὰ ὅσα
ἀπὸ
τὴν ἄρχη
ὡς τότε ἔκανε ὁ
Πάπας γι’ αὐτούς,
δηλαδὴ πώς τοὺς ἔφερε
ἐκεῖ
μὲ δικά του πλοῖα κι ἔξοδα
πού δὲν ἦταν
εὐκαταφρόνητα γιὰ τόσο λαό, πώς τοὺς δέχτηκε καὶ τοὺς
ἀνάπαυσε μὲ κάθε ἀγάπη καὶ τιμή, πώς τοὺς ἔτρεφε
καθημερινὰ
μὲ δικά του σιτηρέσια, ἤδη πάνω ἀπὸ
δύο χρόνια, πώς δὲν
ἔλειψε ποτὲ ἐκεῖνος ἀπ’
ὅσα ἦταν
ἀναγκαία καὶ χρήσιμα στὸ θεῖο
ἔργο τῆς
ἕνωσης. Καὶ στὸ
τέλος εἶπαν κι Ἀποφάσισαν, πώς εἶναι ἀνάγκη,
εἴτε νὰ
δεχτοῦν τὶς
μαρτυρίες τῶν
ἁγίων πού τοὺς παρουσίαζαν κι ἔτσι νὰ
ἑνωθοῦν,
εἴτε ἂν
ἀμφιβάλλουν γι’ αὐτές, εἶπαν, ὅτι
πρέπει νὰ συζητήσουν ὥσοτου λυθοῦν οἱ
ἀπορίες τους καὶ προσχιορήσουν στὴ λατινικὴ ἀλήθεια
κι ἔτσι καὶ πάλι νὰ ἑνωθοῦν. Αὐτὰ εἶπαν,
θέλοντας νὰ
τοὺς δώσουν μ’ αὐτὰ
νὰ καταλάβουν, ὅτι χωρὶς νὰ
γίνει ἕνωση, μάταια φαντάζονταν καὶ ζητοῦσαν
τὴν ἐπάνοδό
τους στὴν πατρίδα.
Πιέσεις αὐτοκράτορα καὶ Πατριάρχου
Ὁ
βασιλιὰς ἤθελε
βέβαια καὶ
διψοῦσε γὶ
αὐτὸ
καὶ μαζί, μ’ αὐτὸν
κι ὁ Πατριάρχης, ὁ ὅποιος
ἔδειχνε πάντα πώς δῆθεν δὲν
τοῦ ἀρέσουν
οἱ κινήσεις τοῦ βασιλιὰ καὶ
ὅμως πάντα ἀκολουθοῦσε σὰν
ἀργυρώνητος δοῦλος. Αὐτὸ
τὸ ἤθελαν
βέβαια κι ἄλλοι
τρεῖς τέσσερις ἡ καὶ
περισσότεροι, οἱ
ὅποιοι ἀπὸ
μόνοι τους κι ἀπὸ καιρὸ
ἔσπευδαν νὰ προσχωρήσουν στὸ λατινισμὸ κι ἀκόμα
περισσότερο αὐτοὶ ἔσπρωχναν
καὶ τὸν
ἴδιο τὸν
βασιλιά. Ἀλλὰ δὲν
ἦταν εὔκολο
νὰ μεταστρέψουν κι ὅλους τους ἄλλους, καὶ ἰδιαίτερα
τὴν ἀδαμάντινη
ψυχὴ τοῦ
Μάρκου, ἀπὸ
τὸν ὅποιομαλιστα
δυνάμωναν κι ὅλοι
οἱ ἄλλοι
κι ἀντιστέκονταν στὶς προσβολές.
Ἔτσι ἄρχισαν
νὰ γίνονται συχνότερα τὰ μυστικὰ συμβούλια μεταξύ του βασιλιὰ καὶ
τοῦ Πατριάρχη καὶ αὐτῶν πού μελετοῦσαν αὐτὰ μαζί τους. Κι ὁ Πατριάρχης ἄρχισε νὰ μιλᾶ
γιὰ συγκατάβαση καὶ νὰ
ὑποκινεῖ τὴν
ἕνωση καὶ τὴν
εἰρήνη τῶν Ἐκκλησιῶν, ὡς
ἀναγκαία καὶ ὠφέλιμη
γιὰ τὸ
γένος. Καὶ
τοὺς παρακινοῦσε πατρικὰ νὰ
μεταχειριστοῦν
στὴν ἀνάγκη
κάποια οἰκονομία καὶ νὰ
κάνουν κάποια παραχώρηση, ὥστε
νὰ βροῦν
μεγάλη βοήθεια γιὰ
τὴν ἀνασυγκρότηση
τῆς πατρίδας μέσα ἀπὸ
τὴν ἕνωση
μὲ τοὺς
παπικούς. Καὶ
αὐτοὶ
πού ἦταν παρόντες καὶ ἄκουγαν
τὴν προσπάθεια πρὸς τὸν
λατινισμὸ καὶ
ὅτι παρασύρονταν σιγὰ σιγὰ
τὰ πράγματα πρὸς τὴν
ἕνωση, ἀπαντοῦσαν
μὲ θάρρος σ’ αὐτόν, ὅτι
΄δὲν χωρᾶ
συγκατάβαση στὰ
ζητήματα τῆς
πίστης΄. Κι αὐτὸς πάλι ἀπαντοῦσε,
ὅτι ΄μπορεῖ νὰ
γίνει κι αὐτό,
ἂν ἀποβλέψουμε
στὸ μέγα κέρδος πού πρόκειται ν’ ἀποκτήσουμε μέσα ἀπ’ αὐτὴ τὴ
συγκατάβαση΄.
Πρὸς τὴν ὁμολογίαν Ἕνωσης-Οὐνίας
Ἐνῶ ἔλεγαν
καὶ μελετοῦσαν αὐτά,
οἱ Λατίνοι στέλνουν στὸ βασιλιὰ ἔκθεση
πίστης, πού ἀνακήρυττε
λαμπρὰ καὶ
τρανὰ τὴ
δική τους αἱρετικὴ παπικὴ γνώμη, λέγοντας ἀποφασιστικά, ὅτι ἂν
δεχτεῖτε κι ὁμολογήσετε ὅσα περιέχονται σ’ αὐτή, ἄμεσως
θά ἑνωθοῦμε.
Ὁ βασιλιὰς ἔτυχε
νὰ εἶναι
ἄρρωστος κι ἀφοῦ
πέρασαν μερικὲς
μέρες, μαθεύτηκαν τὰ
ὅσα αὐτὴ ἡ
παπικὴ ἔκθεση
περιεῖχε κι ὅλοι πιὰ ἐκπλήσσονταν
καὶ ταράζονταν κάπως, ἄκουγοντας πώς ὁ βασιλιὰς πρόκειται νὰ τοὺς
καλέσει γιὰ
νὰ λάβει τὴ γνώμη τοὺς ἐγγράφως.
Συγκεντρώθηκαν λοιπὸν
στὰ βασιλικὰ δωμάτια μὲ βασιλικὸ πρόσταγμα, μαζὶ μέ τόν Πατριάρχη. Αὐτὸς
τοὺς εἶπε
ἔκεῖνο
πού ἦταν ἀλήθεια
κι ὅτι δὲν
τοὺς κὰ-λεσε
ἀμέσως, ἔξαιτιάς της ἀρρώστιας του. Ἔπειτα μὲ πρόσταγμα ἀναγνώστηκε ἐκεῖνο
τὸ λατινικὸ γράμμα κι ἄμεσως ὅλοι, πλὴν ἀπὸ κείνους τοὺς τέσσερις, κι ἐννοῶ
τὸν Ρωσίας, τὸν Νίκαιας, τὸν Μυτιλήνης καὶ τὸν
μεγάλο πρωτοσύγκελλο, ὅλοι
οἱ ἄλλοι
λέω, φώναξαν μὲ
πολὺ θόρυβο καὶ ταραχὴ λέγοντας:
Πῶς μποροῦμε νὰ
δεχτοῦμε τέτοια ἔκθεση, ἡ ὁποία
περιέχει ἐντελῶς τὸ
ἀντίθετο ἀπ’ αὐτὸ πού πιστεύει ἡ δική μας Ἐκκλησία;΄ Τότε ἐκεῖνοι
οἱ τέσσερις ἀπάντησαν:
Ἂν ἀλλάξουμε
κάποια ἀπ’ αὐτὰ πού περιέχει αὐτή, μποροῦμε νὰ
τὴν δεχτοῦμε;΄.
Καὶ ποιὰ
ἄλλαγη, ἀπάντησαν οἱ δικοί μας, μπορεῖ νὰ
τὴ διορθώσει; Εἶναι ἄδιορθωτη
ἐξαρχῆς΄.
Ἀλλὰ
ὁ Ρωσίας καὶ ὁ
Νίκαιας ἄρχισαν ἄμεσως νὰ τὴν
ὑπερασπίζονται καὶ ν’ ἀποδεικνύουν
πώς μποροῦμε
νὰ τὴ
δεχτοῦμε κι εἶπαν:
«΄Ἔκ του .διά του»
Ἐπειδή, τὸ διὰ
τοῦ Υἵου,
εἶναι ἰσοδύναμο
μὲ τὸ
ἐκ τοῦ
Υἵου. Οἱ
ἀνατολικοὶ ἅγιοι
λένε, ὅτι τὸ
΄Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται
ἐκ τοῦ
Πατέρα διὰ
τοῦ Υἵου,
οἱ δυτικοὶ λένε ἐκ τοῦ
Πατρὸς καὶ
ἐκ τοῦ
Υἵου. Κι οἱ μὲν
λένε διὰ τοῦ
Υἵου, οἱ
δὲ ἐκ
τοῦ Υἵου,
συμφωνοῦν ὡστόσο
σὲ μία καὶ τὴν
αὐτὴ
ἔννοια, ἐκεῖνοι
μὲ τὴν
πρόθεση Διὰ’
καὶ αὐτοὶ μὲ
τὴν πρόθεση Ἐκ’ .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου