Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2018

ΠΟΙΟΣ ΘΕΣΠΙΣΕ ΤΗΝ MIΣΘΟΔΟΣΙΑ ΤΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ;


Καλε,καλε,η ιδια μαννα σας γεννησε εσας; Βρε τα πιτσουνακια....

                      Α΄


Στις 6 Νοεμβρίου είδε το φως μία κοινή ανακοίνωση Τσίπρα-Αρχιεπισκόπου που μιλούσε για “ιστορική συμφωνία μεταξύ Πολιτείας-Εκκλησίας”. “Οι κληρικοί – έλεγε – δεν θα νοούνται στο εξής δημόσιοι υπάλληλοι και ως εκ τούτου διαγράφονταν από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών”. Αλλά το Δημόσιο “θα καταβάλει ετησίως στην Εκκλησία με μορφή επιδότησης ποσό αντίστοιχο με το σημερινό κόστος μισθοδοσίας των εν ενεργεία ιερέων…”. Ασφαλώς η ανακοίνωση υπήρξε κεραυνός εν αιθρία. Αρχιεπίσκοπος και πρωθυπουργός παζάρευαν στο παρασκήνιο τη ζωή και την αξιοπρέπεια αθώων ανθρώπων. Οι μυστικές διαβουλεύσεις κράτησαν τρία χρόνια (ομολογία Ιερωνύμου) χωρίς να το γνωρίζει κανείς, ούτε και οι άμεσα ενδιαφερόμενοι. Φαίνεται η “ιερή” αυτή συμφωνία εντάσσεται σε ένα πολύ επικίνδυνο και ανήθικο προεκλογικό σχέδιο, δεδομένου ότι το καμουφλάζ, πως οι κληρικοί δε θα χάσουν το μισθό τους, τους μεν υποβιβάζει, αφήνοντάς τους στην αβεβαιότητα, τους δε 10.000 νέους δημοσίους υπαλλήλους που πρόκειται να προσλάβει στις θέσεις των απομακρυνομένων, κατατάσσει στους προνομιούχους μόνο και μόνο για λόγους ψηφοθηρικούς. Μετά την γενική κατακραυγή ο αρχιεπίσκοπος αναγκάστηκε να κάνει ένα βήμα πίσω, μιλώντας για “πρόθεση συμφωνίας”, ώστε να αμβλυνθούν οι αντιδράσεις που εκδηλώθηκαν. Αντίθετα η κυβέρνηση τράβηξε το δικό της δρόμο, δηλώνοντας ότι: «Η Ελληνική Κυβέρνηση θα προχωρήσει άμεσα στην εκπόνηση Σχεδίου Νόμου, στο πλαίσιο του Κοινού Ανακοινωθέντος της 6ης Νοεμβρίου, που αποτελεί ένα ιστορικό βήμα για τον εξορθολογισμό των σχέσεων Εκκλησίας και Κράτους… Το δε καθεστώς της μισθοδοσίας των εκκλησιαστικών λειτουργών, αποτελεί – σε κάθε περίπτωση – ευθύνη και απόφαση της Πολιτείας». Ο κ. Τσίπρας εδώ προσπάθησε να εμφανιστεί ως ο ηγέτης που “λύνει προβλήματα” (Μακεδονικό, αντιρατσιστικό, αναγνώριση ταυτότητας, φύλου, θρησκευτικά στα σχολεία κ.ά.) με την υποστήριξη βέβαια του αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου, που, παρ’ ότι κατά καιρούς απειλούσε ότι, “όποιος τα έβαλε με την Ορθοδοξία, έχασε”, πάντα όμως μετά φορμαρίζονταν στο καλούπι της εκατέρωθεν κυβίστησης! Τούτη την ώρα ο αρχιεπίσκοπος φαίνεται ότι έχασε το παιχνίδι και βάλεται από παντού – Πατριαρχείο, Μητροπολίτες, Ιερείς, κόμματα… – , σχοινοβατεί και δεν ξέρει από ποια μεριά να πέσει. 

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ 


Θα εμφανίσουμε με αδρές πινελιές το “καυτό” θέμα «μισθοδοσία των κληρικών», καθώς και το πότε και πως ανέλαβε η Πολιτεία την μισθοδοσία και την ασφάλεια των ιερέων ώστε να διορθώσουμε τα “εν γνώσει ή εν αγνοία” σφάλματα και παραλείψεις, προκειμένου να τα θυμηθούν οι παλαιοί και να τα μάθουν σωστά οι νεώτεροι. Η ιστορία αρχίζει από το 1833 (18 Ιανουαρίου) όταν ήρθε στην Ελλάδα ο Όθωνας που με ένα βασιλικό διάταγμα διέλυσε περίπου 400 μοναστήρια, και η περιουσία τους περιήλθε στο δημόσιο, όπως και όλες οι περιουσίες των ενοριακών ναών. Στη συνέχεια, με Βασιλικό διάταγμα 25/9/1833 ίδρυσε το “Εκκλησιαστικό Ταμείο διαχείρισης της δημευθείσας περιουσίας των μοναστηρίων”, οι δε χιλιάδες κληρικοί αμείβονταν από τους πιστούς σε είδος. Το 1843 (29 Απριλίου) με άλλο Διάταγμα όλη η κινητή και ακίνητη περιουσία περιέρχεται στο Δημόσιο, αναλαμβάνοντας όμως την υποχρέωση: «της αποκλειστικής βελτίωσης του κλήρου…». Το 1909 ιδρύθηκε το Γενικό Εκκλησιαστικό Ταμείο με σκοπό, μεταξύ άλλων, και την μισθοδοσία των αρχιερέων από την περιουσία των μοναστηρίων, ενώ για πρώτη φορά έχουμε τον νόμο 3596/1910 που ορίζει, οι Ιερείς, ψάλτες και διάκονοι να πληρώνονται από τα έσοδα του ενοριακού ναού. Το καθεστώς αλλάζει το 1921 με τον νόμο 2677 που όριζε, ότι, οι ενορίες υποχρεωτικά να καταθέτουν τα χρήματα στο Δημόσιο Ταμείο προκειμένου να γίνεται η πληρωμή των κληρικών. Είχαμε και άλλες παρεμβάσεις στην πορεία, ώσπου το 1930 ψηφίστηκε ο Νόμος 4684 και ιδρύεται ο Οργανισμός Διοικήσεως Εκκλησιαστικής και Μοναστηριακής Περιουσίας (ΟΔΕΠ) όπου ανέλαβε να μισθοδοτεί όλους τους κληρικούς με πόρους από εκποίηση της Εκκλησιαστικής περιουσίας. Και αυτός ο τρόπος πληρωμής των κληρικών κατάρρευσε σε ένα χρόνο. Έτσι με τον Νόμο 5148/1931 την μισθοδοσία την ανέλαβε το Ταμείο Ασφάλισης Κληρικών (ΤΑΚΕ) με έσοδα από τους ναούς, την εκποίηση μοναστηριακής περιουσίας και δωρεές. Και ένα χρόνο αργότερα, άλλαξε πάλι η νομοθεσία, και η μισθοδοσία επανήλθε να γίνεται από τις ενορίες με το Νόμο 5439/1932. Αυτό κράτησε έως το 1945 όπου εκδόθηκε ο Αναγκαστικός Νόμος 536/1945 “περί ρυθμίσεως των αποδοχών του Ορθοδόξου Εφημεριακού Κλήρου της Ελλάδος, του τρόπου πληρωμής αυτών και περί καλύψεως της σχετικής δαπάνης”. Από την 1 Οκτωβρίου 1945 σταμάτησαν να πληρώνουν τους Ιερείς οι Ενορίες και αναλάμβανε η Πολιτεία με την συμφωνία ότι ο κάθε ναός να καταβάλει εισφορά 25% επί των ακαθαρίστων εισπράξεων στο Δημόσιο Ταμείο. Το 1952 έχουμε νέα παρέμβαση της Πολιτείας (κυβέρνηση Πλαστήρα) με το Β.Δ. «Σύμβαση περί εξαγοράς υπό του Δημοσίου κτημάτων της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος προς αποκατάστασιν ακτημόνων καλλιεργητών και ακτημόνων γεωργικών κτηνοτρόφων» (26.9/8.10.1952 – ΦΕΚ 299 Α΄) που υποχρέωνε την Εκκλησία να παραχωρήσει στο Κράτος τα 4/5 (80%) της καλλιεργούμενης ή καλλιεργήσιμης αγροτικής περιουσίας της και τα 2/3 των Βοσκοτόπων. Στην ίδια σύμβαση καθιερώθηκε και η “μισθοδοσία” των κληρικών να γίνεται από τον κρατικό Προϋπολογισμό, χωρίς την κατάργηση του 25% της καταβολής ανά τρίμηνο στο Δημόσιο Ταμείο από τους ναούς. Οι μισθοί που έπαιρναν οι ιερείς ήταν εξευτελιστικοί, μισθοί “πείνας”. Ο Τύπος της εποχής με άρθρα και πηχυαίους τίτλους διατραγωδούσε την κατάσταση: «Ιερείς με μισθούς πείνας, 722 δραχμάς το μήνα…», «Οι Ιερείς αμείβονται σε είδος…», «Το άλυτον πρόβλημα του εφημεριακού κλήρου», «Η φιλανθρωπία των ενοριτών για να ζήση και αυτός και η οικογένειά του…», «Δεν τιμά την Κυβέρνησιν τοιαύτη τακτική έναντι του Κλήρου», «Με αποδοχάς ολίγων εκατονταδράχμων μηνιαίως… οι ιερείς, οι πλείστοι των οποίων τυγχάνουν προστάται πολυμελών οικογενειών, δυστυχούν». Η εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ” έγραψε: «Πριν ισχύσει ο νόμος 536, περίπου 2.500 ιερείς αμείβονταν σε είδος και 3.000 περίπου, σύμφωνα με την επίσημη έκθεση της Συνοδικής Επιτροπής, έπαιρναν σαν μηνιαίο μισθό 100-500 δραχμές, κρεμώντας δηλαδή τη ζωή τους και την υπόσταση της οικογένειάς τους από την ευφορία των καρπών της Γης, την καλή διάθεση των ενοριτών και την γενναιοδωρία των επιτρόπων, οι οποίοι τους καταντούσαν υποτελείς και υποχειρίους…» (“ΕΘΝΟΣ” 19-1-1959). «… Ότι ιερείς – έγραφε – εργάζονται εις τους δρόμους και σπάζουν πέτρες ή εργάζονται εις τα μεταλλεία ή εις κοπάδια ως βοσκοί, δια να κατορθώσουν να εξασφαλίσουν τα προς το ζην…» (“ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ”, 8-10-1960). «Οι Ιερείς καλούνται να μιμηθούν τον Ιώβ. Δηλαδή να κάνουν υπομονήν δια την λύσιν του εφημεριακού των προβλήματος… Η Κυβέρνησις το αφήνει να “σιτέψει”… πως δεν αντιλαμβάνεται, ότι η προϊούσα εξαθλίωσις του κλήρου, ιδία της υπαίθρου, ενδέχεται να έχη πάρα πολύ δυσάρεστα επακόλουθα…» (“ΕΘΝΟΣ” 13-10-1962). Είμαστε στους τελευταίους μήνες του 1966 και η Ι. Σύνοδος εξέδωσε ανακοίνωση: «Η Ιερά Σύνοδος συνεζήτησεν εκ νέου το θέμα… η Κυβέρνησιςεγνώρισεν εις την Εκκλησίαν, ότι μελετά την περίπτωσιν… πλην όμως εκφράζονται πολλαίαμφιβολίαι περί της πραγματοποιήσεώς της…». Αναφερθήκαμε σε τρία δημοσιεύματα – από τα πολλά – και σε διάφορες χρονικές περιόδους για να δείξουμε την τραγική κατάσταση που ζούσαν οι ιερείς περί τα εκατόν πενήντα χρόνια. Και θα κλείσουμε με ένα μικρό απόσπασμα του ευθυμογράφου Δημ. Ψαθά στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ” και στην στήλη του «ΕΥΘΥΜΑ και ΣΟΒΑΡΑ» που ανέφέρε με σκληρή γλώσσα, ό,τι ακριβώς πάει να γίνει και τώρα, δηλαδή το “επίδομα” (οι μισθοί των Ιερέων) να δίνεται στις μητροπόλεις, και ο κάθε δεσπότης θα το μοιράζει κατά το δοκούν: «Πένεται η πλεμπάγια του κατωτέρου κλήρου – έγραφε – που εξαρτάται από το έλεος των ρασοφόρων φεουδαρχών, από τα γούστα και τις ιδιοτροπίες των οποίων εξαρτάται η τραγική τους μοίρα. Ποιος Θεός ευλογεί αυτή τη τραγική ανισότητα και αδικία; Μήπως ο Κύριος ημών Ιησούς χριστός, την αγία εικόνα του οποίου κρεμάνε στις χονδρές κοιλίες τους, οι άγιοι φεουδάρχαι;…».

απο τον ΑΓΩΝΑ Λαρισης Νοεμβρος 2018. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου