Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2012



AΣΤΕΡΕΣ ΠΟΛΥΦΩΤΟΙ

ΤΟΥ ΝΟΗΤΟΥ ΣΤΕΡΕΩΜΑΤΟΣ



του Υψιπέτου Χρυσορρήμονος Ιεράρχου ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ



ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἑορτή, σχολικὴ ἑορτή. Ἑορτάζουν οἱ διδάσκαλοι.

Δὲν ἐννοῶ τοὺς δασκάλους καὶ καθηγητὰς τῶν ἐκπαιδευτηρίων μας. Αὐτοὶ διδάσκουν μία γενεά. Ὕστερα ἀπὸ μερικὰ χρόνια φεύγουν πλέον ἀπὸ τὴν ὑπηρεσία, ἔρχονται ἄλλοι, καὶ αὐτοὶ θὰ βρίσκωνται στὰ νεκροταφεῖα ἢ θὰ εἶνε συνταξιοῦχοι. Ἐρωτῶ· μπορεῖτε νὰ μοῦ πῆτε ποιός ἦταν ὁ γυμνασιάρχης τῆς Φλωρίνης πρὸ 50 ἐτῶν; ποιοί ἦταν τότε οἱ διδάσκαλοι καὶ καθηγηταί; Πᾶνε, βυθίστηκαν στὸν ὠ­κεανὸ τῆς λήθης.


Οἱ διδάσκαλοι ὅμως ποὺ ἑορτάζουμε σήμε­ρα, εἶνε διδάσκαλοι ὄχι μιᾶς ἀλλὰ πολλῶν γε­νεῶν, ἀπεράντων αἰώνων, χιλιετηρίδων ὁ­λο­κλήρων. Εἶνε οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι· ὁ Βασίλειος, ὁ Γρηγόριος καὶ ὁ Χρυσόστομος. Αὐτοὶ δὲν εἶνε δάσκαλοι μιᾶς γενεᾶς. Νίκησαν τὸ χρόνο· καὶ ἐφ’ ὅσον θ’ ἀνατέλλῃ ἥλιος, θὰ λάμ­πουν ἄστρα καὶ θὰ πνέουν αὖρες καὶ ζέφυροι στὴν πατρίδα μας, ἡ μνήμη τους θὰ εἶνε αἰωνία. Γι’ αὐτό, πρὸς διάκρισιν ἀπὸ τοὺς δασκά­λους ποὺ ἔρχονται καὶ παρέρχονται, αὐτοὶ στὴ γλῶσσα τῆς Ἐκκλησίας ὀνομάζονται οἰκουμενικοὶ διδάσκαλοι, διδάσκαλοι ὁλοκλήρου τῆς οἰκουμένης. Καὶ αὐτὸ δὲν εἶνε λόγος κενός· εἶνε γεγονός. Ὁπουδήποτε κι ἂν πᾶμε, σὲ ὅλα τὰ πλάτη καὶ τὰ μήκη τοῦ πλανήτου μας, στὰ ξένα πανεπιστήμια, διδάσκονται ὁ Βασίλειος, ὁ Γρηγόριος, ὁ Χρυσόστομος.



Καὶ δὲν λέγονται ἁπλῶς οἰκουμενικοὶ διδάσκαλοι. Κοντὰ στὸν τίτλο αὐτὸν ἔχουν κ’ ἕ­ναν ἄλλο τίτλο· λέγονται καὶ εἶνε πατέρες. Ὅ­πως ὁ πατέρας ἀγαπάει τὰ παιδιά του, καὶ αὐτοὶ ἀγάπησαν τὰ παιδιὰ καὶ τοὺς νέους μὲ ὅλη τὴ φλόγα τῆς καρδιᾶς των.

Προτοῦ ὅμως νὰ γίνουν διδάσκαλοι, οἰκουμενικοὶ διδάσκαλοι, ἐξέχουσες καὶ μοναδικὲς φυσι­ογνωμίες μέσα στὸν κόσμο τῶν ἐκπαιδευ­τι­κῶν, προτοῦ νὰ γίνουν διδάσκαλοι ὑπῆρξαν μαθηταί. Κι ὅπως εἶνε ὑποδείγματα διδασκάλων, ἔτσι εἶνε καὶ ὑποδείγματα μαθητῶν. Ἐὰν εἶχα κινηματογράφο ―θέλω ν’ ἀποκτήσω κινη­ματογράφο, τοῦ Θεοῦ, ὄχι τοῦ διαβόλου―, ἐὰν εἶχα κινηματογράφο, θὰ ἔφτειαχνα μιὰ ταινία μὲ τίτλο «Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι ὡς μαθηταί». Ὤωω! Τὸν στήνω λοι­πὸν τὸν κινηματογράφο αὐτὸν νερῶς καὶ ἐνώπι­όν σας πα­ρουσιάζονται τώρα οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι ὡς μαθηταί, στὴν ἡλικία τῶν δέκα – δεκαπέντε – εἴκοσι ἐτῶν. Διότι κάθησαν χρόνια στὰ θρανία, ἕ­ως ὅτου ἀναδειχθοῦν διδάσκαλοι – πρῶτα μαθηταί, καὶ μετὰ διδάσκαλοι.
Τί λέει λοιπὸν ἡ ζωή τους, ὁ βίος τους;

* * *

Ἦταν παιδιὰ ἐκλεκτά, μὲ χαρίσματα, παιδιὰ εὐσεβῶν οἰκογενειῶν. Εἶχαν μεγάλη ὄρεξι μα­θήσεως. Γι’ αὐτὸ ἔφυγαν ἀπὸ τὰ χωριὰ καὶ τὶς πόλεις τους, ταξίδεψαν μακριά. Καὶ ποῦ πῆ­γαν, στὸ Παρίσι, στὸ Λονδῖνο; Δὲν ὑπῆρχαν τότε αὐ­τὰ τὰ κέντρα. Ἐκεῖ ποὺ σήμερα ὑψώνονται οὐρανοξύσται τοῦ ψεύτικου πολιτισμοῦ, ἐκεῖ ἦ­ταν δάση ποὺ κατοικοῦ­σαν ἄ­γρια θηρία. Πῆ­γαν στὴν Ἀθήνα, τὸ ἔνδοξον «πτολίεθρον», ποὺ φημιζόταν ὡς πόλις τῶν τεχνῶν καὶ ἐπιστημῶν. Ἐκεῖ πῆγαν γιὰ νὰ συμπληρώσουν τὶς γνώσεις τους.


Ἀλλ’ ἐὰν οἱ Ἀθηναῖοι ἐξ ἐπόψεως τεχνῶν καὶ ἐπιστημῶν εὑρίσκοντο στὸν κολοφῶνα τῆς δόξης, ἠθικῶς ὅμως καὶ θρησκευτικῶς ἦταν σὲ μεγάλη κατάπτωσι, ὅπως ἀναφέρουν οἱ ἱστορικοὶ τῆς ἐποχῆς. Εἶχαν περάσει τρεῖς αἰῶνες ἀπὸ τότε ποὺ ὁ ἀπόστολος Παῦλος κήρυξε στὸν Ἄρειο Πάγο τὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ· ἐν τούτοις οἱ ῥίζες τῆς εἰ­δω­­λολατρίας τῶν προγόνων μας ἦταν ἀκόμη ἰσχυ­ρές. Ἡ Ἀθήνα ἦταν κατὰ πλειονοψηφία πόλις εἰδωλολατρική. Μέσα στοὺς ἑκατὸ κατοίκους ἕνας ἦταν Χριστιανός, καὶ μόνο μία μικρὴ ἐκκλησία ὑπῆρχε ὅπου ἐκκλησιάζοντο οἱ Χριστιανοί. Οἱ ὑπόλοιποι ἦταν εἰδωλολάτρες. Ἔβλεπες εἴ­δωλα τερά­στια, τῆς Ἀθηνᾶς, τοῦ Βάκχου, τῆς Ἀρτέμι­δος καὶ ἄλλων θεῶν. Καὶ οἱ νέοι; Σὲ ἐκ­φυλισμὸ μεγάλο. Εἶχαν καταπέσει τελείως.


Μέσα λοιπὸν σ’ αὐτὴ τὴ διεφθαρμένη κοινωνία τῶν Ἀθηνῶν, ἐκεῖ ἔζησαν οἱ δύο φίλοι, ὁ Βασίλειος καὶ ὁ Γρηγόριος. Πῶς ἔζησαν, δὲν τοὺς ἐπηρέασε τὸ περιβάλλον; Τὸ περιβάλλον ἀσκεῖ τεραστία ἐπίδρασι. Ἂν ῥίξουμε μιὰ σταγόνα γλυκοῦ νεροῦ μέσα στὸν Ἀτλαντικὸ ὠκεανό, εἶνε δυνατὸν νὰ διατηρήσῃ τὴ γλυκύ­τητά της; Θ’ ἀφομοιωθῇ. Ἔ­τσι καὶ μέσα στὸ πε­ριβάλλον ἐκεῖνο οἱ δύο νέοι ἦταν δύσκολο νὰ μεί­νουν καθαροί. Καὶ ὅμως δὲν ἐπηρεάστη­καν.


Πῶς σώθηκαν; Ἦταν ἐπιμελεῖς μαθηταί, ἀ­γαποῦσαν τὰ γράμματα, μελετοῦσαν τὸν Ὅ­μη­ρο, τὸ Θουκυδίδη, τὸν Πλάτωνα, τὸν Ἀριστο­­τέλη, ὅλες τὶς ἐπιστῆμες. Ὅπως ἡ μέλισσα πετάει ἀπὸ ἄνθος σὲ ἄνθος γιὰ νὰ συλλέ­ξῃ τὴ γῦρι, ἔτσι αὐτοὶ πέταξαν στὸν λει­μῶ­να τῆς ἀρχαίας σοφίας. Μελέτησαν νύχτα μέρα πολλὰ βιβλία· ἀλλὰ παραπάνω ἀπ’ ὅλα μελέτησαν ἕνα βιβλίο, τὸ ἀθάνατο βιβλίο, τὴν ἁγία Γραφή. Τὴν ἤξεραν ὅλη ἀπὸ στήθους, ὅ­λα τὰ βιβλία της ἀπ’ ἔξω. Νά πῶς σώθηκαν· μὲ τὴ μελέτη τῆς ἁγίας Γραφῆς. Νά πῶς σώθηκαν· μὲ τὴν ἄρρηκτη φιλία. Ἦταν, ὅπως λένε, «μία ψυχὴ σὲ δύο σώματα». Αὐτὸ θὰ πῇ ψυχι­κὴ ἑ­νότης· νὰ ὑπάρχουν τὰ ἴδια φρονήματα, τὰ ἴ­δια αἰσθήματα, οἱ ἴδιες ἐπιθυμίες, οἱ ἴδιοι πόθοι. Σπάνιο παράδειγμα φιλίας. Πῶς σώθηκαν; Τὸ λένε οἱ ἴδιοι. Ἡ Ἀθήνα εἶ­χε πολλοὺς δρόμους, ποὺ ὡδηγοῦ­σαν στὰ θέατρα, στὰ γυμνα­στήρια, σὲ τόπους διασκεδάσεως. Ἀπὸ ὅλους αὐτοὺς ὁ Βασίλειος καὶ ὁ Γρηγόριος δύο δρόμους μόνο ἤξεραν· ὁ ἕνας ἦταν αὐτὸς ποὺ πή­γαινε στὴν ἐκκλησία, κι ὁ ἄλλος αὐτὸς ποὺ πή­γαινε στὴ σχολή τους. Ἄλλο δρόμο δὲν ἤξεραν.
Αὐτὰ γιὰ τοὺς δύο αὐτούς. Γιὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο; Πῆγε κι αὐτὸς σὲ σχολεῖο. Εἰδωλολάτρες ἦταν οἱ συμμαθηταί του. Εἰδωλολάτρης ἦταν ὁ διδάσκαλός του, ὁ περι­βόητος Λιβάνιος, ποὺ ὅταν γέρασε καὶ τὸν ρώ­τησαν «Διδάσκαλε ποιόν ἀφήνεις διάδοχο στὴ σχολὴ τῆς ῥητορικῆς;», ἀπήντησε· «Τὸν Ἰωάννη, ἂν δὲν μοῦ τὸν κέρδιζαν οἱ Χριστιανοί».


Δὲν ἐπηρεάστηκαν λοιπὸν μέσα στὸ περιβάλλον ἐκεῖνο. Ὁ Βασίλειος μάλιστα καὶ ὁ Γρηγόριος εἶχαν συμμαθητή τους ἕναν φανατικὸ εἰδωλολάτρη, ὁ ὁποῖος ὅμως κρυβόταν κάτω ἀπὸ τὴ μάσκα τοῦ ψευτοχριστιανοῦ. Προσποιεῖτο ὅτι εἶνε μαζί τους, πήγαινε μ’ αὐ­τοὺς στὴν ἐκκλησία, διάβαζε τὴ Γραφή, ἀλλ’ αὐ­τὰ ὑποκριτικά. Ἦταν ὁ Ἰουλιανός, ποὺ ὕ­στερα ἀπὸ λίγα χρόνια ἔγινε αὐτοκράτωρ καὶ μὲ λύσσα πολέμησε τὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ καὶ προσπάθησε νὰ τὴν ξερριζώσῃ. Ὑπάρχουν θαυμάσιοι λόγοι τοῦ Γρηγορίου τοῦ Ναζιανζηνοῦ πρὸς τὸν Ἰουλιανὸ τὸν Παραβάτη.

* * *

Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ θέλω ν’ ἀπευθυνθῶ τώρα στὰ παιδιὰ καὶ τοὺς νέους γιὰ νὰ τοὺς πῶ·
Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι εἶνε ὑπόδειγμα διδασκά­λων, ἀλλὰ προηγουμένως ἔγιναν ὑπόδειγμα μαθητῶν. Κ’ ἐσεῖς, ἀγαπητά μου παιδιά, ζῆτε μέσα σ’ ἕνα περιβάλλον ἀπὸ τὰ πιὸ διεφθαρμένα ―τ’ ὁμολογῶ― καὶ κινδυνεύετε νὰ παρασυρθῆτε.
Κινδυνεύετε ἀπὸ τὶς κακὲς συναναστρο­φές. Ἦρθε στὸ γραφεῖο μου μιὰ μάνα καὶ ἔ­κλαιγε. Ἔχασα τὸ παιδί μου, ἔλεγε· ἔμπλεξε μὲ κακὲς παρέες· ἐνῷ ἄλλοτε διάβαζε, τώρα γυρίζει μετὰ τὰ μεσάνυχτα σὲ ἐλεεινὴ κατάστασι… Σοβαρὴ ἐφημερίδα τῶν Ἀθηνῶν ἔ­γρα­ψε, ὅτι μέσα σὲ ἕνα χρόνο ἐξαφανίστηκαν 400 κορίτσια καὶ 300 ἀγόρια! ἀλλόφρονες οἱ γονεῖς τ’ ἀναζητοῦν. Κινδυνεύετε ἀκόμη ἀπὸ τὰ θεάματα τῆς ὀθόνης, ἡ ὁποία προβάλλει ἀ­κατονόμαστα ἔργα. Κινδυνεύετε ἀπὸ τὰ ἔν­τυπα, ἀθεϊστικὰ βιβλία καὶ περιοδικά, σπορὰ δαιμόνων, καὶ χωρὶς νὰ ἔχουν ἀποδείξεις διδά­σκουν ὅτι ὁ ἄνθρωπος κατάγεται ἀπὸ τὸν πίθηκο. Κινδυνεύετε ἀκόμη ἀπὸ τὰ ναρκωτικά· σοβαρὴ ἐφημερίδα τῆς Θεσσαλονίκης ἔ­γραψε, ὅτι τὰ ναρκωτικὰ μπῆκαν καὶ στὰ δημοτικὰ σχολεῖα! Κινδυνεύετε ὅμως καὶ ἀπὸ κάποιο ἄλλο ναρκωτικό, ὄχι τοῦ σώματος ἀλλὰ τῆς ψυχῆς, ποὺ εἶνε χειρότερο· εἶνε ἡ τηλεόρασι, τὸ «ναρκωτικὸ μὲ τὴν πρίζα» ὅ­πως εἶ­παν. Ἄθεος, ποὺ κατέλαβε πρὸ ἐτῶν τὴν τη­λεόρασι τῆς Ἑλλάδος, εἶπε· «Μὲ ἕνα κουμπὶ θὰ ἀλλάξω τὰ μυαλὰ τῶν Ἑλλήνων».
Κινδυνεύετε ἀπὸ ὅλα αὐτά, παρὰ τὶς προσπάθειες τῶν καλῶν διδασκάλων καὶ καθηγη­τῶν, τῶν γονέων καὶ τῆς ἐκκλησίας. Τί τὸ ὄ­φε­λος ὁ ἕνας νὰ χτίζῃ καὶ ὁ ἄλλος νὰ γκρεμίζῃ; Ὅ,τι χτίζει ἡ οἰκογένεια, τὸ σχολεῖο, ἡ ἐκκλησία, μέσα σὲ μιὰ νύχτα γκρεμίζεται…


Πονῶ τὴ νεότητα, γι’ αὐτὸ μιλῶ ἔτσι. Ἀλλὰ πιστεύω, ὅτι μπορεῖτε ν’ ἀντισταθῆτε στὸ ῥεῦ­μα. Μείνετε σταθεροὶ καὶ ἀκλόνητοι. Ἀγαπῆ­στε τὴν πατρίδα μας, τὴν ὡραιοτέρα πατρίδα. Ἀγαπῆστε πρὸ παντὸς τὴ θρησκεία μας. Κάτω ἀπὸ τὰ ἄστρα καὶ πάνω ἀπὸ τὰ ἄστρα δὲν ὑ­πάρχει ἄλλο ὄνομα, δὲν ὑπάρχει τίποτα μεγα­λύτερο καὶ ὑψηλότερο ἀπὸ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑ­περυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου