Πέμπτη 10 Φεβρουαρίου 2011



ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΑ 150 ΧΡΟΝΙΑ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΜΟΛΟΓΙΑΚΗ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΟΥ
ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΤΗΣ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΠΑΠΟΥΛΑΚΟΥ


Ἀρχιμ. Νεκταρίου Ν. Πέττα, δρ. Φ. &
Προέδρου τοῦ μή κερδοσκοπικοῦ Ἰνστιτούτου:
«ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΠΑΠΟΥΛΑΚΟΣ»

Ἑκατόν πενήντα χρόνια συμπληρώνονται ἀπό τήν ὁμολογιακή κοίμηση τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Χριστοφόρου τοῦ Παπουλάκου (+ 18-1-1861). Ὡστόσο ἡ βιωτή καὶ ἡ τιμή του, ἂν καί παρῆλθε ἐνάμιση αἰώνας, μένει πολύ ζωντανή στό σύγχρονο ρωμιό. Οἱ διῶκτες του νόμιζαν ὅτι μέ τό νά τόν φιμώσουν θά τόν «σκότωναν». Μπορεῖ νά τόν σκότωσαν σωματικά, ὅμως τό πνεῦμα καί ἡ Διδαχές του πῆραν σάρκα, ἔμειναν ζωντανές καί δυναμώνουν. Στή συνέχεια παρατίθεται ἕνα σύντομο βιογραφικό τῆς θρυλικῆς αὐτῆς μορφῆς.

Ὁ Μοναχός Χριστοφόρος Παναγιωτόπουλος ἤ Παπουλᾶκος εἶναι ἕνας σύγχρονος ἀπόστολος τῶν Ρωμιών καί τῆς Ὀρθοδοξίας. Παρά ταῦτα ἡ μορφή καί ἡ δράση του ἐπί ἑκατόν πενήντα καί πλέον χρόνια τελοῦσε ὑπό ἀμφισβήτηση καί παρεξήγηση μέσα στήν τεχνητή ὁμίχλη, τήν ὁποία εἶχαν δημιουργήσει ἡ κακία καί ἡ ἀντινομίες τῆς ἐποχῆς του, καί μόλις στίς μέρες μας ἀποκαθίσταται μέ ὅλη της τή λαμπρότητα.

Ὁ Παπουλᾶκος/κης γεννήθηκε μετά τό 1770 στόν Ἄρμπουνα τῶν Καλαβρύτων. Μετέρχονταν τό οἰκογενειακό ἐπάγγελμα τοῦ κρεοπώλη. Ἦταν ἄνθρωπος φιλήσυχος καί δίκαιος. Σέ ὥριμη ἡλικία βλέπει ἕνα οὐράνιο σημεῖο στήν οἰκία του, πού τόν προστάζει νά ἀφιερωθεῖ ἐξ ὁλοκλήρου στόν Χριστό ὡς κήρυκας μοναχός. Πιό ψηλά ἀπό τό χωριό του χτίζει τήν ἰδιόκτητη Σκήτη τῆς «Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου». Ἦταν ἁπλός καί κατεῖχε στοιχειώδεις γραμματικές γνώσεις· ὡς ἐκ τούτου δέν θά μποροῦσε νά κατακτήσει κάποια ὑπεύθυνη θέση στόν ἀνώτερο κλῆρο. Εἶχε ὅμως τήν τύχη νά ζήσει στήν πιό ἔντονη περίοδο τοῦ Ἔθνους μας. Συμμετεῖχε στή μεγάλη προετοιμασία καί στόν ἀγώνα γιά τήν ἀπελευθέρωση τῆς Ἑλλάδος ἀπό τό μακρόχρονο ὀθωμανικό ζυγό.

Ἔτσι ζυμώθηκε μέ τά ἐθνικά νάματα καί τήν πνευματικότητα, πού ἀπορρέουν ἀπό τή μακραίωνη παράδοσή μας καί τήν ἄνευ ὅρων καί ὁρίων προσήλωση τῆς ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας στήν Μεγάλη Μητέρα Ἐκκλησία. Καί ὅταν οἱ Βαυαροί καί τά ὄργανά τους θέλησαν νά ἀλλοιώσουν τό ἑλληνορθόδοξο πνεῦμα μέ ἀπαράδεκτες καί ὕποπτες καινοτομίες, ὁ Χριστοφόρος τέθηκε ἐπικεφαλῆς στόν ἀγώνα γιά τήν ἀλήθεια καί τήν ἐλευθερία. Μαζί του λόγιοι καί ὁσιώτατοι ρασοφόροι τῆς εποχής του, ὅπως ὁ ἐκ Κεφαλληνίας Κοσμᾶς Φλαμιάτος, ὁ Μεγαλοσπηλιώτης Ἰγνάτιος Λαμπρόπουλος, ὁ Κωνσταντῖνος ὁ ἐξ Οἰκονόμων, ὁ Διονύσιος Ἐπιφανιάδης, καί ἄλλοι Κολλυβάδες καί πνευματικοί ἄνθρωποι ἀπό ὅλα τά κοινωνικά καί μορφωτικά στρώματα.


Ὁ Παπουλᾶκος περιοδεύει σέ ὅλη τήν Πελοπόννησο, στήν Ἀττική καί σέ πολλά νησιά, ὅπως στίς Σπέτσες, στήν Ὕδρα, στόν Πόρο καί στήν Ἐλαφόνησο, διδάσκοντας τό Λόγο τοῦ Θεοῦ. Οἱ Διδαχές του εἶναι βάλσαμο καί ἐλπίδα γιά τούς ταλαίπωρους ἀνθρώπους τῶν περιοχῶν αὐτῶν. Παντοῦ στηλιτεύει τίς προσπάθειες τῆς ξενόφερτης ἐξουσίας καί τῶν προστατῶν αὐτῆς, πού προσπαθοῦν νά ἀλλοιώσουν τήν παράδοσή μας. Μέ τό λόγο του μεταμορφώνει τό λαό, ὥστε νά ἐπικρατεῖ ἀγάπη, δικαιοσύνη καί συγχώρηση. Ὁ Τύπος τῆς ἐποχῆς γράφει πώς: «ὅ,τι δέν κατάφεραν οἱ νόμοι, τό κατόρθωσε μέ τό κήρυγμά του ὁ Χριστοφόρος». Ἡ φιλανθρωπία καί ἡ καλοσύνη ἐξαπλώνονται παντοῦ, ἀπ’ ὅπου περνᾷ. Ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀρχικά προτείνει νά τόν ἀφήσουν ἐλεύθερο, διαπιστώνοντας: «ὅτι ὅπου ἂν ἀπῆλθε, κηρύξας τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, οὔτε ἀγυρτίαν, οὔτε ἰδιοτέλειάν τινα ἐφάνη μετελθών, ἀλλ’ ἀφιλοκερδής ὤν, καὶ ἀκτήμων, καὶ ὡς ὁ ὑπὸ ἁπλοῦς ἁπλούστατος τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ κηρύξας, συνέστειλε καὶ παντελῶς ἔπαυσε διὰ τῆς διδασκαλίας του τὴν ζωοκλοπήν, τήν δενδροκοπίαν, τὴν ψευδορκίαν κ.τ.λ. καί … θεωρεῖ αὐτὸν τῆς κατ’ αὐτοῦ γενομένης κατηγορίας Ἀθῶον». Ὡστόσο οἱ ἰσχυροί φοβοῦνται καί πιέζουν τήν Ἱ. Σύνοδο νά ἐκδώσει ἀργότερα ἀπαγορευτική ἐγκύκλιο γιά τά κηρύγματά του. Ὁ Παπουλᾶκος ἐπιστρέφει στόν Ἄρμπουνα γιά περισυλλογή· ἀλλ’ ὅμως ὄχι γιά πολύ.


Ὁ ἀγώνας ἔχει γίνει γι’ αὐτόν σκοπός τῆς ὑπάρξεώς του. Ὅταν σέ λίγο ξαναβγαίνει στά χωριά καί στήν ὕπαιθρο, ἡ Πελοπόννησος ὁλόκληρη καί πολλά νησιά δονοῦνται ἀπό ἐνθουσιασμό. Τοῦ ἐπιφυλάσσουν πρωτοφανῆ γιά τά χρονικά ὑποδοχή. Μιά μεγάλη πνευματική λιτανεία διασχίζει ἀπ’ ἄκρου εἰς ἄκρον τό Μοριά μέ ἐπικεφαλῆς τόν Παπουλᾶκο. Παντοῦ τό πλῆθος μαζί μέ τόν κλῆρο τόν ἀποθεώνει καί τόν ἀκολουθεῖ ψάλλοντας τό «Τῇ Ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ…».


Ἡ μεγάλη πορεία τῆς πίστεως φθάνει μέχρι τήν Καλαμάτα. Τότε ἡ Κυβέρνηση καί ἡ Ἱ. Σύνοδος ἀνησυχοῦν καί ἀποφασίζουν νά ἀντιδράσουν. Στρατός καί στόλος ἀποστέλλονται ἐναντίον τοῦ ἄοπλου Γέροντος, γιά νά καταστείλουν τό «κίνημα». Ὁ Παπουλᾶκος καταφεύγει στά ἀπρόσιτα βουνά τῆς Μάνης, ὅπου τόν προστατεύει μὲν ἡ ἀγάπη τῶν κατοίκων, θά τόν καταδώσει ὅμως τό πάθος τῆς φιλαργυρίας. Ἡ ἀμοιβή τῆς συλλήψεώς του εἶχε ὁριστεῖ σέ ἕξι χιλιάδες δραχμές καί ὁ προδότης, δυστυχῶς, βρέθηκε ἀνάμεσα στόν κλῆρο.


Ὁ ἀγωνιστής γιά ἕνα χρόνο ἐγκλείεται στίς ὑγρές καί ἀνήλιες φυλακές τοῦ Ρίου. Ὅταν μεταφέρεται στήν Ἀθήνα, γιά νά δικασθεῖ, κλῆρος καί λαός, μέ κλάματα καί δεήσεις, ὑποκλίνονται σέ ἐκεῖνον, ἀπ’ ὅπου περνᾶ. Τό Κράτος δέν τολμᾶ νά τόν δικάσει, γιατί ὁ λαός εἶναι μέ τό μέρος του καί ἕτοιμος νά ἀναιρέσει τίς συκοφαντίες. Μέ πιέσεις τῆς πολιτείας στήν Ἱ. Συνόδο περιορίζεται σωματικῶς διά βίου, περιφρουρούμενος στή Μονή Προφήτου Ἠλιού Θήρας καί ἀργότερα στή Μονή Παναχράντου Ἄνδρου. Οἱ ἐντολές τῆς ἐξουσίας σέ ὅλη τή διάρκεια τῶν ἐξοριῶν τοῦ Παπουλάκου εἶναι ἰδιαίτερα αὐστηρές. Οἱ διαταγές θυμίζουν δικτατορικά καθεστῶτα. Ἀκόμα οἱ ἀρθρογράφοι ἀναφέρονται σέ ἕνα δυσάρεστο γεγονός, ὅπου ὁ ἐπίσκοπος Ἄνδρου Μητροφάνης, σάπισε στό ξύλο τόν ὁμολογητή Χριστοφόρο:

«Προσεκλήθη εἰς τήν Μονήν Παναχράντου Άνδρο ὁ λειτουργός Μητροφάνης... ἐξέρχεται καί προσκαλεῖ τόν γέροντα Παπουλᾶκον, ἵνα τόν νουθετήσῃ ὁ χρείαν ἔχων νουθεσίας καί ἀκούει παρ’ αὐτοῦ τό «ἰατρέ, θεράπευσον πρῶτον σεαυτόν». Ἀλλ’, ἀντί ἑνός λόγου τοῦ θείου Εὐαγγελίου, ραπίζει τόν δυστυχῆ αὐτόν γέροντα καί κατασυντρίβει ἐπί τῆς κεφαλῆς του παχεῖαν ράβδον. Εἴτα καταδεσμεύει αὐτόν εἰς κάθυγρόν τι καί σκοτεινόν δωμάτιον τῆς Μονῆς, ὅπως ἐκεῖ ἀποδώσῃ τάς τελευταίας πνοάς του.

Ὁ παράτολμος Μητροφάνης κατεβαίνει εἰς τήν πόλιν καί διαδίδει ψευδῶς ὅτι ὁ πνέων τά λοίσθια γέρων ὕβρισε τό ἱερόν τοῦ Βασιλέως πρόσωπον. Μεσολαβήσει τοῦ δικηγόρου Ν. Σαριπόλου πρός τόν ἀπηνῆ Μητροφάνην, μεταφέρεται ὁ δυστυχής γέρων εἰς ἄλλο δωμάτιον, ἄλλως ὁ Χριστοφόρος Παπουλᾶκος ἤθελε κατακλείεσθαι σήμερον εἰς ἕνα ψυχρόν τάφον καί ὁ λεγόμενος Ἱεράρχης ἤθελεν εἶσθαι ὁ προφανής του ἀνθρώπου φονεύς». Μετά ἀπό αὐτό τό γεγονός ὁ δικηγόρος Ν. Σαρίπολος ζητᾶ νά δεῖ τόν τραυματισμένο γέροντα καί σημειώνει μεταξύ ἄλλων στήν ἀναφορά του:

«Περιεργείας χάριν ἐζήτησα νά ἴδω τόν Παπουλᾶκον, καί τοῦτο μοί ἐπετράπη. Εἰς τήν θέαν λοιπόν ἀνδρός γέροντος ἐν καθύγρῳ κεκλεισμένου δωματίῳ, καί ἐπί τῆς ὑγρᾶς γῆς κειμένου, τό ράσον αὐτοῦ μόνον ὡς κλίνην ἔχοντος, πικρῶς συνεκινήθην, ἡ δέ λύπη μου ηὔξησε ὅτ’ ἔμαθον ὅτι ἦν καί ἀσθενής, καί ὅτι τῷ ἐγένετο καί ἀφαίμαξις ἐκείνην τήν ἡμέραν. Καίτοι ἐγίνωσκον τήν αἰτίαν, δι’ ἥν ὁ Παπουλᾶκος ἐτιμωρεῖτο οὕτως, ἠρώτησα ὅμως αὐτόν, οὗτος δέ μοί εἶπεν ὅτι τόν ἐκτύπησεν ὁ ἀρχιερεύς καί τόν ἐφυλάκισε, διότι ἐλάλησε πρός αὐτόν τήν ἀλήθειαν. Τίς δέ ἦτο ἡ κατά Παπουλᾶκον ἀλήθεια αὕτη; Ὅτι ὁ ἀρχιερεύς ἠγόρασε χρήμασι τήν ἐπισκοπήν, ὅτι τά δαπανηθέντα, ὡς εἰκός, ἔμελλε νά εἰσπράξῃ παρά τοῦ ποιμνίου του, ἵνα μή ζημιωθῇ, καί πρός τοῦτο μάλιστα ἔφερε τῷ ἀρχιερεῖ καί αὐτός ὁ Παπουλᾶκος τήν εἰσφοράν του δραχμήν μίαν».


Ἀλλά ὁ λαός δέν τόν λησμονεῖ. Ἀπ’ ὅλα τά Βαλκάνια ἔρχονται προσκυνητές στά σιδερόφρακτα κελλιά, ὅπου φυλάσσεται, γιά νά πάρουν τήν εὐχή του ἤ κομμάτι ἀπό τό ράσο του γιά ἁγιασμό. Κοιμήθηκε στήν Ἄνδρο στίς 18 Ἰανουαρίου 1861. Λίγο νωρίτερα ὁ φρουρός του ζήτησε συγγνώμη ἀπό τό Γέροντα καί τήν εὐλογία του, γιά νά γίνει Μοναχός. Εἶχε τήν πεποίθηση ὅτι κάτω ἀπό τήν κατάλευκη γενειάδα του ἐκπορεύονταν φῶς καί ἀλήθεια.


Ὁ Παπουλᾶκος κοιμήθηκε ἀγνοημένος ἀπό τούς ἰσχυρούς, πού προσπάθησαν καί μετά τό θάνατό του νά κηλιδώσουν τή μνήμη του. Ἀλλά ὁ κλῆρος καί ὁ λαός τόν ἤθελε πάντα κοντά του. Πολλοί Ναοί χτίζονταν στό ὄνομά του, ὅσο ἀκόμα ζοῦσε, προσωπικά του ἀντικείμενα τοποθετοῦνταν, μαζί μέ τή μορφή του σε δαγκεροτυπία, στά εἰκονοστάσια ὡς λείψανα. Ἀπό πατέρα σέ παιδί μέ εὐλάβεια μεταφέρεται ὁ σπόρος, πού ἔρριξε ὁ φωτισμένος αὐτός, ἀλλά καί θαρραλέος, ἀγωνιστής–μοναχός. Μέ σεβασμό ἀναφέρονται ὅλοι στήν πορεία τῆς ζωῆς του, ἀπό τό σπίτι του στόν Ἄρμπουνα Κλειτορίας μέχρι τή Μονή Παναχράντου, «ἐδῶ γεννήθηκε ὁ Παπουλάκος», ἤ «ἀπό ἐδῶ πέρασε», ἤ «σέ αὐτή τήν πέτρα ἀνεβασμένος κήρυξε».


Στήν ἐποχή του ὁρισμένοι ἀπό σύγχυση ἤ ἐμπάθεια τόν ἀποκάλεσαν ἀγύρτη, τό ἐπίσημο κράτος τόν συνέλαβε καί ἡ Ἱερά Σύνοδος, ὑπό τήν πίεση τῆς ἐξουσίας, τόν περιόρισε διά βίου σέ Μονές τῆς Θήρας καί τῆς Ἄνδρου. Ἀλλά ὁ λαός ἀπό γενιά σέ γενιά, σάν μέσα σέ θρύλο, μᾶς μεταλαμπαδεύει μέ εὐλάβεια καί σεβασμό τή μνήμη, τή φήμη καί τά σημεῖα του. Ἔτσι, τώρα πού ὁ χρόνος τόν ἀπομάκρυνε ἀπό τίς σύγχρονες περιστάσεις, μποροῦμε νά τόν δοῦμε καί νά τόν κρίνουμε καλύτερα.

Μετά πολλά χρόνια ἔρχεται ἡ ἀναγνώριση. Εἶναι καί αὐτό ἕνα ἀπό τά χαρακτηριστικά τῆς φυλῆς μας. Ἐδῶ οἱ ἥρωες, οἱ Ἅγιοι καί οἱ μεγάλες προσωπικότητες δέν ἀνακηρύσσονται οὔτε ἐπιβάλλονται μέ δόγματα μέ διατάγματα. Ἐδῶ τούς μεγάλους τούς ἀναδεικνύει ὁ λαός, ἀφοῦ ὁ χρόνος ξεκαθαρίσει τίς ὕποπτες ἀλληλεπιδράσεις τῆς ἐποχῆς καί τῶν συνανθρώπων τους.

Ἔτσι, ὁ Παπουλᾶκος, ὁ φτωχός Μοναχός, περνᾶ ἤδη στή χορεία τῶν Ἁγίων τῆς Ὀρθοδοξίας καί τιμᾶται τήν ἡμέρα τῆς κοίμησής του, τή 18η Ἰανουαρίου, καθώς καί τή 18η Αὐγούστου σέ ἀνάμνηση τῆς λιτάνευσης τῆς εἰκόνος καί τῆς τιμίας κάρας του, κατά τό θέρος τοῦ 1973, στήν Ἀχαΐα.


Ὅλοι ἐμεῖς ἀναγνωρίζουμε τήν προσφορά καί τήν τιμή τοῦ Παπουλάκου, στοιχώντας ἄλλωστε μέ τή σοφή καί θεόπνευστη κρίση τῆς σεπτῆς κορυφῆς τῆς Ὀρθοδοξίας, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, ὁ ὁποῖος ἐπευλογώντας σχετικό πόνημα τῆς ταπεινότητός μου (29.12.09) γράφει:


«Τῷ Ὁσιολογιωτάτω Ἀρχιμανδρίτῃ κυρίῳ Νεκταρίω Ν. Πέττα, τέκνῳ τῆς ἡμῶν Μετριότητος ἐν Κυρίω ἀγαπητῷ, χάριν, ἔλεος καὶ εὐλογίαν παρὰ τοῦ ἐν Τριάδι προσκυνουμένου Θεοῦ ἡμῶν.

Μετὰ χαρᾶς ἐδεξάμεθα τὴν ἀπὸ ε΄ Αὐγούστου λήγοντος ἔτους ἐπιστολὴν τῆς ὑμετέρας ἀγαπητῆς Ὁσιολογιότητος, ὑποβαλλούσης τὸ ὑπὸ ἔκδοσιν πόνημα αὐτῆς, τιτλοφορούμενον «Ὁ Ὁσιώτατος Μοναχὸς Χριστοφόρος ὁ Παπουλᾶκος στὴ Θήρα (1854) καὶ στὴν Ἄνδρο (1854-1861)», ἐν ᾧ ἐμπεριέχονται τὰ ἀφορῶντα εἰς τὸν βίον καὶ τὴν δράσιν τοῦ θερμουργοῦ τούτου κήρυκος τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου, καὶ δὴ τὰ περὶ τοῦ ἀναγκαστικοῦ ἐγκλεισμοῦ αὐτοῦ εἰς τὰς Ἱερᾶς Μονὰς Προφήτου Ἠλιοῦ Θήρας καὶ Παναχράντου Ἄνδρου.

Ὁ Ὁσιώτατος Μοναχὸς Χριστοφόρος, ὁ ἐπικληθεὶς «Παπουλᾶκος», ἀπεστάλη ὑπὸ τοῦ Θεοῦ ἐν ζήλῳ Ἠλιοῦ, διὰ νὰ κηρύξῃ τὰ θεῖα δικαιώματα, νὰ διδάξῃ τὴν πατρῴαν πίστιν καὶ νὰ ἐλέγξῃ ὀθνείας ἐπιδράσεις εἰς τὴν λειτουργίαν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ καὶ κοινωνικοῦ σώματος.


Ἠγαπήθη μὲν σφόδρα ὑπὸ τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ὅστις ἀνεγνώρισεν ἐν τῷ προσώπῳ αὐτοῦ τὸν ἐκφραστὴν τὴν γνησίας ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως καὶ εὐσεβείας, ἐδιώχθη δὲ ὑπὸ τῶν κρατούντων, δι’ οὓς ἐγένετο κατὰ τὸ ψαλμικὸν «βαρὺς καὶ βλεπόμενος» ὡς δῆθεν ὑποκινητὴς στάσεως κατὰ τοῦ πολιτεύματος, καὶ ἐκοιμήθη ὁσιακῶς ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονῇ Παναχράντου τῆς Ἀνδρου, διανύων ἐν αὐτῇ τὴν ἐπιβληθεῖσαν αὐτῷ ἐκκλησιαστικὴν ποινὴν ἐγκλεισμοῦ.


Ἡ μνήμη του ἐπεβίωσε μέχρι σήμερον ἀγαθὴ ἐν τῷ ἐκκλησιαστικῶ πληρώματι, ἣν προβάλλει καὶ ἡ ὑμετέρα Ὁσιολογιότης διὰ τοῦ ἀξιολόγου αὐτοῦ πονήματος, τὸ ὁποῖον εἴμεθα βέβαιοι ὅτι θὰ ὠφελήσῃ ποικιλοτρόπως τοὺς ἀναγνώστας καὶ θὰ ἐπιδράσῃ εἰς τὰς καρδίας αὐτῶν πρὸς πνευματικὴν οἰκοδομήν, ἐμμονὴν εἰς τὴν πίστιν καὶ καλλιέργειαν ὑγιοῦς ἐκκλησιαστικῆς συνειδήσεως.


Ἐπὶ δὲ τούτοις, συγχαίροντες πατρικῶς τῇ ὑμετέρᾳ Ὁσιολογιότητι διὰ τὸν κόπον αὐτῆς, παρέχομεν ἐκθύμως τὴν Πατριαρχικὴν ἡμῶν εὐλογίαν πρὸς εὐόδωσιν καὶ καρποφορίαν τῆς ἀξιολόγου ταύτης ἐκδόσεως, καὶ ἐπικαλούμεθα ἐπ’ αὐτὴν τὴν χάριν καὶ τὸ ἄπειρον ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

‚βθ΄ Δεκεμβρίου κδ΄
διάπυρος πρὸς Θεὸν εὐχέτης
Ὁ Κωνσταντινουπόλως Βαρθολομαῖος».


Πρός τόν σκοπόν τῆς προβολῆς καί ἀναδείξεως τοῦ βίου καί τοῦ ἔργου τοῦ ὁσίου Χριστοφόρου, προβήκαμε στήν ἵδρυση τοῦ φερωνύμου Ἰνστιτούτου, στήν ὀργάνωση ἐπιστημονικῶν συνεδρίων καί στήν ἔκδοση βιβλίων σχετικῶν μέ τόν Ἁγιοπατέρα καί μέ ἄλλες, ἄγνωστες ὡς τώρα, μορφές τοῦ Γένους καί τῆς Ἐκκλησίας. Ἕνα ἱστορικό ἔργο, πού εἶναι ἀφιερωμένο στά ἑκατόν πενήντα ἔτη ἀπό τήν κοίμησή του καί προβάλει τόν πραγματικό Παπουλᾶκο μέσα ἀπό ἱστορικά ντοκουμέντα εἶναι τά: Πρακτικά τοῦ Α' Πανελληνίου Ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου ἐν Κλειτορίᾳ τῇ 26ῃ καί 27ῃ τοῦ μηνός Σεπτεμβρίου 2009 μέ θέμα: «Ὁ Ὅσιος Χριστοφόρος Παπουλᾶκος» & «Πρακτικά τῆς Α' Ἐπιστημονικῆς Ἡμερίδος ἐν Θήρᾳ τῇ Πέμπτῃ 23ῃ τοῦ μηνός Ἰουλίου 2009 μέ θέμα: «Ὁ Ὁσιώτατος Μοναχός Χριστοφόρος Παπουλᾶκος στή Θήρα καί στήν Ἄνδρο».


Πρόκειται γιά ἱστορική ἔκδοση ἐπ’ εὐκαιρίᾳ τῆς συμπληρώσεως 150 ἐτῶν ἀπό τήν κοίμηση τοῦ ἀοιδίμου Μοναχοῦ (+18/1/1861-2011). Στήν προσεγμένη πολύτιμη αὐτή ἔκδοση, πού ἀποτελεῖται ἀπό 260 σελίδες καί κοσμεῖται ἀπό σπάνιο ἔγχρωμο φωτογραφικό ὑλικό, καταγράφεται γιά πρώτη φορά ἐπιστημονικά καί μέ βάση πρωτογενεῖς πηγές ὁ βίος, ἡ δράση καί ἡ προσφορά τοῦ Παπουλάκου. Παράλληλα παρατίθενται ὑπεύθυνες κρίσεις γιά τήν προσωπικότητα τοῦ σημειοφόρου καί ὄντως χριστοφόρου ἐκείνου Γέροντος ἀπό τόν Παναγιώτατο Οἰκουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαῖο, τόν Μακαριώτατο Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας κ.κ. Θεόδωρο, πλῆθος Ἱεραρχῶν τῆς Ἑλλαδικῆς καί ἄλλων Ἐκκλησιῶν, Πανεπιστημιακούς καθηγητές, λογίους καί ἀνθρώπους τῶν Γραμμάτων.

Κεντρική διάθεση βιβλίων γιά τόν Παπουλᾶκο: κ. Μαρία, τηλ. 2610-312151, 2610-323243, τηλεομοιότυπο: 2610-344629 & Βιβλιοπωλείο: Ἅγιον Ὄρος, Γερανίου 20, 105 52 Ἀθῆναι, τηλ. 210-5243275.

Γιά τόν Παπουλᾶκο βλέπε περισσότερα στήν ἱστοσελίδα: www.papoulakos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου