Τρίτη 14 Ιουλίου 2009






Είναι αδύνατη

η ζητούμενη ένωση


Ε΄


ΘΕΟΥ ΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑ

Κατ’ αρχάς, η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν δέχεται τη θεωρία, ότι μόνη πηγή της Πίστης είναι η Αγία Γραφή, όπως ισχυρίζονται οι Προτεστάντες, ούτε ότι δυο είναι οι πηγές της Πίστης, ήτοι η Αγία Γραφή και η Ιερή Παράδοση, όπως ισχυρίζονται οι ΡΚαθολικοί, αλλά ότι η μόνη πηγή της Πίστης είναι η Αποκάλυψη - Φανέρωση του Θεού στους αγίους μέλη της Εκκλησίας - Σώματος του Χριστού, οι οποίοι καταγράφουν την εμπειρία τους αυτή, τόσο στην Αγία Γραφή, όσο και στα δόγματα.
Πως γίνεται όμως αυτή η αποκάλυψη, αυτή η Θεοφάνεια;


Ο Θεός υπάρχει εκτός του κόσμου «κατ’ ουσίαν» (στις ενδοτριαδικές σχέσεις) και εντός του κόσμου «κατ’ ενέργειαν» (στις εξωτριαδικές σχέσεις).
Ο Άγ. Επιφάνιος καταγράφει χαρακτηριστικά:
Ο Θεός «εντός πάντων εστί και εκτός των όλων».
Τόσον ο Υιός όσον και το Άγ. Πνεύμα είναι προϊόντα του προσώπου του Θεού Πατέρα και όχι της βούλησης ή της ενέργειάς του.
Ο Θεός είναι το Άκτιστον, το «Ον».
Ο Κόσμος είναι τα Κτιστά, δηλ. τα «ουκ όντα», ο δε κτιστός κόσμος ήλθε εις το «είναι» «εκ του μη όντος».

Βέβαια ο Θεός-Πατέρας δημιούργησε τον κόσμο «μη πάσχων», όπως γέννησε τον Υιόν «μη πάσχων», ούτε υφίσταται κόπο. «Πάντα γαρ τα εν ημίν παθητικώς συμβαίνοντα εν Θεώ απαθώς συνέστηκεν» (Άγ. Επιφάνιος).
Δημιουργεί τον κόσμον δια του Υιού και εν Αγίω Πνεύματι («εκ Πατρός, δι’ Υιού, εν Αγίω Πνεύματι»), τον δε άνθρωπο τον δημιουργεί ως συμμέτοχο της δόξης του και ως συνδημιουργό.

Ο Θεός γνωρίζεται, δια των ενεργειών του και όχι δια της ουσίας του, διότι αυτή είναι ακατάληπτη και αμέθεκτη για κάθε κτιστό δημιούργημα, αγγέλους, αγίους και για την Θεοτόκο ακόμη.


Οι ενέργειες του Θεού από τις οποίες καθίσταται γνωστός είναι:

α/ η αγαθότητα,

β/ οι δωρεές,

γ/ οι χάριτες,
αυτές δε οι ενέργειες γεφυρώνουν την απόσταση της άκτιστης ουσίας με τα κτιστά. Έτσι τα κτιστά μετέχουν μέσω των ενεργειών του Θεού στη θ. μακαριότητα.

Η Δυτική θεολογία δεν διαχωρίζει την ουσία από τις ενέργειες (τις οποίες θεωρεί κτιστές) και ουσιαστικά οδηγεί στην εξομοίωση και ταύτιση Θεού και κόσμου, που με τη σειρά της οδηγεί στη λατρεία των ειδώλων (=ειδωλολατρία).

Ο Πατέρας είναι το Αρχέτυπο, ο Υιός είναι η Εικόνα του Αρχέτυπου και το Άγ. Πνεύμα είναι το Φως του Αρχέτυπου.
Ο άνθρωπος είναι το μόνον απ’ όλα τα κτιστά που κατέχει το «κατ’ εικόνα Θεού», γι’ αυτό και μόνον αυτός δύναται να έλθει σε κοινωνία με τον Θεό.
Αυτή η κοινωνία διέρχεται μέσα από την γνώση του Θεού, που αρχίζει από το Άγ. Πνεύμα και δια μέσου του Υιού καταλήγει προς τον Πατέρα. (Ματθ. 11. 27):
«και ουδείς επιγινώσκει τον υιόν ει μη ο πατήρ, ουδέ τον πατέρα τις επιγινώσκει ει μη ο υιός και ώ εάν βούληται ο υιός αποκαλύψαι».


Αυτή η κοινωνία με τον Θεό γίνεται με τον νου, κέντρου της καρδιάς, η οποία καρδιά αποτελεί το κέντρο της ψυχής.
Για να επιτευχθεί αυτό πρέπει να υπάρξει πρώτα κάθαρση της καρδιάς με την εξομολόγηση, να υπάρχει πνευματική παρακολούθηση, πλήρης συμμετοχή στην μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας και απόλυτη τήρηση των θείων εντολών, ώστε να μπορέσει να φωτιστεί ο νους με τη Χάρη του Αγ. Πνεύματος.
Για να εμπλισθεί ο πιστός με τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, πρέπει περνώντας από τα στάδια της κάθαρσης της καρδιάς και του φωτισμού του νου, να έχει αποδιώξει κάθε ηδονή και κάθε οδύνη, να έχει συνεχή μνήμη Θεού και να οδεύει προς την απάθεια (την απαλλαγή από τα πάθη), οπότε τότε θα δυνηθεί να έχει κοινωνία με τη Θεότητα, μέσω της κατάστασης του δοξασμού και της θέωσης (δηλ. της αγιότητας). Αυτό το τελευταίο σαφώς αναφέρεται από τον Παύλο, όπου ακριβώς γράφει, ότι μόνο με την αγιότητα μπορεί κανείς να βλέπει το Θεό και βέβαια, αν δεν τον βλέπει σ’ αυτή τη ζωή, δεν πρόκειται να τον δει στην άλλη ζωή: Ειρήνην διώκετε μετά πάντων, και τον αγιασμόν, ου χωρίς ουδείς όψεται τον Κύριον» (Εβρ. 12. 14).

Ο φωτισμός του νου γίνεται με το φως του Αγ. Πνεύματος (3ο φως), που αποκαλύπτει το φως του Υιού (2ο φως), που γνωστοποιεί το φως του Πατέρα (1ο φως), όπως χαρακτηριστικά λέγει η Π.Δ. (Ψαλμ. 35. 10):
«ότι παρά σοί πηγή ζωής, εν τω φωτί σου οψόμεθα φως».
Το ότι δε ο Υιός είναι εικόνα του Πατέρα το αναφέρει σαφώς η Κ.Δ. (Κορ. Β΄ 4. 4): «... τον φωτισμόν του ευαγγελίου της δόξης του Χριστού, ος εστιν εικών του Θεού», (Κολ. 1. 15): «ος εστιν εικών του Θεού του αοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως».
Επομένως, ένα από τα επακόλουθα της διαφορετικής θεώρησης της Θεότητας μεταξύ Ανατολής και Δύσης αποτελεί το θέμα της Ουσίας και των ενεργειών του θεού.

Η ορθή διδασκαλία σ’ αυτό το ζήτημα είναι, ότι αφού η Ουσία του Θεού είναι άκτιστη, άκτιστες είναι και οι ενέργειές Του.
Αντίθετα, η Δύση θεωρεί κτιστές τις Ενέργειες και κτιστή τη χάρη του Θεού, δηλ. στη Θεότητα ενυπάρχει και το κτιστό, ενώ το κτιστό ενυπάρχει σε ένα μόνο από τα τρία πρόσωπα, μόνο στο πρόσωπο του Χριστού.


Είναι λοιπόν, δυστυχώς και τούτο μια από τις πολλές διαφορές Ανατολής και Δύσης, που πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη στο θεολογικό διάλογο με τους ΡΚαθολικούς.
Αν δεν δεχθούν οι ΡΚαθολικοί, ότι η Χάρη του Θεού είναι άκτιστη και όχι κτιστή, τότε δεν μπορούμε να ενωθούμε μαζί τους, διότι ποιος θα ενεργήσει τη θέωση, αν η θ. Χάρη είναι κτίσμα και όχι άκτιστη ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος;


Ι. ΚΑΡΔΑΣΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου