1. Ὑποκρισία καὶ ἀντίφαση τῶν μεταπατερικῶν
Ἔχουμε ἐπισημάνει πολλὲς φορὲς ὅτι ἡ Ἐκκλησία, ποὺ ταυτίζεται μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, χαρακτηριζόμενη στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως ὡς «Ἀποστολική», θὰ μποροῦσε κάλλιστα νὰ χαρακτηρισθεῖ καὶ ὡς «Πατερική», ἂν ἐπιτρεπόταν προσθῆκες στὸ κείμενο αὐτό, τό «βραχὺ ρήματι καὶ πολὺ συνέσει», τὸ ὁποῖο οἱ Πατέρες «θεοπνεύστως ἀπεφθέγξαντο»[1].Ἡ ἴδια ἀπαγόρευση ἐμπόδισε τοὺς Ἁγίους Πατέρες νὰ προσθέσουν καὶ τὴν λέξη «Θεοτόκος», διδασκαλία ποὺ ἀποτελεῖ ἀστασίαστο πλέον δόγμα τῆς Μιᾶς, ῾Αγίας, Καθολικῆς, Ἀποστολικῆς καὶ Πατερικῆς Ἐκκλησίας. Μόνον ἡ σατανικὴ ἔπαρση τοῦ Παπισμοῦ ἀγνόησε τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀπαγόρευση καὶ πρόσθεσε τὸ αἱρετικὸ «Filioque» στὸ Σύμβολο, τὴν ἐκπόρευση δηλαδὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ», μὲ συνέπεια νὰ προκαλέσει τραύματα καὶ πληγὲς στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, νὰ ὁδηγήσει στὴν αἵρεση καὶ στὸ σχίσμα ὁλόκληρη τὴ Δύση, καὶ νὰ ἐπιμένει μέχρι σήμερα ἑωσφορικὰ καὶ ἐγωϊστικὰ στὴν μεγάλη αὐτὴ δογματικὴ πλάνη.
Περὶ τοῦ ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἐκτὸς ἀπὸ Ἀποστολικὴ εἶναι καὶ Πατερικὴ εἶναι ὁλοφάνερο καὶ μυριομαρτυρημένο. Θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ παραθέσουμε ἀμέτρητες μαρτυρίες. Θὰ ἀρκεσθοῦμε ἐνδεικτικὰ σὲ λίγες γιὰ τοὺς ἀπληροφόρητους μόνον καὶ θεολογικὰ ἀμαθεῖς ἢ ἡμιμαθεῖς, γιὰ νὰ τοὺς ἀποτρέψουμε ἀπὸ τὴν θρασύτατη ἀγνόηση, ἢ ὑποτίμηση τῶν Ἁγίων Πατέρων, ποὺ σημαίνει ὑποτίμηση καὶ προσβολὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ ὁποία εἶναι ἀδύνατον νὰ ὑπάρξει χωρὶς τοὺς θεοκινήτους Ἁγίους Πατέρες. Στὸ κοντάκιο τῆς Κυριακῆς τῶν Πατέρων, λέγεται ὅτι ἡ Πίστη τῆς Ἐκκλησίας ἐκρατύνθη καὶ ἐστερεώθη ἀπὸ τῶν Ἀποστόλων τὸ κήρυγμα καὶ τῶν Πατέρων τὰ δόγματα: «Τῶν Ἀποστόλων τὸ κήρυγμα καὶ τῶν Πατέρων τὰ δόγματα τῇ Ἐκκλησίᾳ μίαν τὴν πίστιν ἐκράτυνεν». Στὸ ἀπολυτίκιο τῆς ἴδιας ἑορτῆς δοξάζουμε καὶ εὐχαριστοῦμε τὸν Χριστό, διότι θεμελίωσε στὴν γῆ ὡς φωστῆρες τοὺς Πατέρες, μέσῳ τῶν ὁποίων ὁδηγηθήκαμε στὴν ἀληθινὴ πίστη: «Ὑπερδεδοξασμένος εἶ, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ φωστῆρας ἐπὶ γῆς τοὺς Πατέρας ἡμῶν θεμελιώσας, καὶ δι᾽ αὐτῶν πρὸς τὴν ἀληθινὴν πίστιν πάντας ἡμᾶς ὁδηγήσας· πολυεύσπλαχνε, δόξα σοι». Πανηγυρικὰ ἐπίσης διακηρύσσουμε τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔστω καὶ ἂν κακῶς ἔχουμε κολοβώσει καὶ ἀποκρύψει τό «Συνοδικὸν τῆς Ὀρθοδοξίας», μὲ τὴν ἀντιπατερικὴ καὶ ἀντορθόδοξη περικοπὴ τῶν ἀναθεμάτων ἐναντίον τῶν αἱρέσεων καὶ τῶν αἱρετικῶν, ὅτι «Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τὴν οἰκουμένην ἐστήριξεν».
Πόσο τραγικὴ εἶναι ἡ ἀντίφαση καὶ ἡ ὑποκρισία ποὺ χαρακτηρίζει ὅσους διπλοπρόσωπους καὶ δίψυχους κληρικοὺς καὶ θεολόγους ἔχουν υἱοθετήσει τὴν μεταπατερικὴ αἵρεση, μὲ τὸ νὰ εἶναι ὑποχρεωμένοι ὡς «Ὀρθόδοξοι» νὰ ἑορτάζουν καὶ νὰ τιμοῦν τοὺς Ἁγίους Πατέρες, ἐξαπατώντας τοὺς Ὀρθοδόξους πιστούς, ὡς ὑπέρμαχοι ὅμως τῆς παναίρεσης τοῦ Οἰκουμενισμοῦ νὰ τοὺς ὑποτιμοῦν καὶ νὰ τοὺς ξεπερνοῦν, διότι ἡ διδασκαλία τους εἶναι ἐμπόδιο στὸ νὰ ἀθωώσουν τὶς αἱρέσεις καὶ τὶς θρησκεῖες στὰ πλαίσια τοῦ διαχριστιανικοῦ καὶ διαθρησκειακοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τοῦ νέου αὐτοῦ Συγκρητισμοῦ ποὺ ἀπειλεῖ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ! Γι᾽ αὐτὸ καὶ δὲν ἐτόλμησαν στὴν οἰκουμενιστικὴ ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης τοῦ 2016, οὔτε νὰ ἀναγνώσουν τοὺς ὅρους καὶ τὶς ἀποφάσεις τῶν προηγουμένων συνόδων καὶ νὰ ἰσχυρισθοῦν ὅτι ἀκολουθοῦν τοὺς Ἁγίους Πατέρες, «ἑπόμενοι τοῖς θείοις Πατράσι», οὔτε νὰ καταδικάσουν τὶς αἱρέσεις ποὺ ἐκεῖνοι κατεδίκασαν, οὔτε τὶς νέες ποὺ ἐμφανίσθηκαν. Ἡ λέξη αἵρεση ἀπουσιάζει ἀπὸ τὰ ψευδοσυνοδικὰ κείμενα. Καὶ τὸ πρωτοφανὲς καὶ ἀπαράδεκτο, ποὺ ἔπρεπε νὰ συνεγείρει τὶς ὀρθόδοξες συνειδήσεις, εἶναι ὅτι ἐβλασφήμησαν εἰς τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, διότι καταδικασμένες αἱρέσεις ἀπὸ συνόδους καὶ Ἁγίους Πατέρες, θεοκινήτους καὶ πνευματοκινήτους, τὶς ὀνόμασαν ἐκκλησίες καὶ καυχώμενοι ἀποφάσισαν νὰ ἐξακολουθήσει ὁ ἐξευτελισμὸς τῆς νύμφης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, μὲ τὸ νὰ τὴν ἐξισώνουν καὶ νὰ τὴν συναριθμοῦν ὡς ἐλάχιστο τμῆμα τοῦ συρφετοῦ τῶν αἱρέσεων στὸ λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν».
Κάναμε πολλὲς προσπάθειες καὶ ὁ γράφων καὶ ἀρκετοὶ ἄλλοι νὰ ὑποδείξουμε ὅτι ἡ πορεία ποὺ ἀκολουθοῦν οἱ πρωτοβάθμιοι ἐκκλησιαστικοὶ ἡγέτες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς εὑρίσκεται ἐκτὸς τῆς ὁδοῦ τῶν Ἁγίων Πατέρων. Σὲ ἕνα ἐξαιρετικὸ κείμενο μάλιστα τῆς «Συνάξεως Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» ποὺ κυκλοφορήθηκε τὸν Νοέμβριο τοῦ 2011 μὲ τίτλο «Οὐκ ἐσμὲν τῶν Πατέρων σοφώτεροι» καὶ ὑπότιτλο «Ἀναίρεση τῆς ἐπιχειρηματολογίας τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μὲ ἀφορμὴ τὴν ὁμιλία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου στὴν Μεγίστη Λαύρα»[2] τοῦ Ἁγίου Ὄρους, παραθέταμε ἕνα χαρακτηριστικὸ καὶ ἀκαταμάχητο γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη ἀντιμετώπιση τῶν Ἁγίων Πατέρων χωρίο τοῦ μεγάλου θεολόγου τῆς Καππαδοκίας Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, αὐταδέλφου τοῦ Μ. Βασιλείου καὶ συναγωνιστοῦ καὶ φίλου τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, μετὰ τοῦ ὁποίου πρωταγωνίστησε στὶς ἐργασίες τῆς Β´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (381). Πόσο διαφορετικὴ θὰ ἦταν σήμερα ἡ κατάσταση τῆς Ἐκκλησίας, ἂν οἱ ἐπίσκοποι καὶ οἱ θεολόγοι μας, ὅσοι μάλιστα διαθέτουν καὶ κοσμικὴ παιδεία, εἶχαν τὴν ταπείνωση νὰ ἀναγνωρίζουν, ὅπως ὁ ἐπίσκοπος Νύσσης, τὴν σοφία καὶ τὸν φωτισμὸ τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ νὰ ἀκολουθοῦν τὴν πορεία τους, χωρὶς νὰ ἐπιδιώκουν νὰ γίνουν τῶν διδασκάλων διδάσκαλοι; «Παυσώμεθα τοῦ θέλειν εἶναι τῶν διδασκάλων διδάσκαλοι. Μισήσωμεν τὸ λογομαχεῖν ἐπὶ καταστροφῇ τῶν ἀκουόντων. Πιστεύσωμεν ὡς οἱ Πατέρες ἡμῶν παραδέδωκαν. Οὐκ ἐσμὲν τῶν Πατέρων σοφώτεροι· οὐκ ἐσμὲν τῶν διδασκάλων ἀκριβέστεροι»[3].
2. Ποιῶν εἶναι διάδοχοι ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος καὶ ὁ μητροπολίτης Ἄνθιμος;
Ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖον ἀποφασίσαμε νὰ παρουσιάσουμε στὸ παρὸν μικρὸ ἄρθρο τὶ λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς γιὰ τὸν Παπισμὸ συνδέεται μὲ τὴν εἰσαγωγὴ ποὺ προηγουμένως ἀναπτύξαμε· νὰ φανεῖ δηλαδὴ πόση ἀπόσταση, πόση ἄβυσσος χωρίζει πολλοὺς σημερινοὺς ὑψηλόβαθμους κληρικοὺς καὶ θεολόγους ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες, ἀπὸ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, τὸν ἐφάμιλλο καὶ ἰσοστάσιο τῶν μεγάλων Πατέρων καὶ Διδασκάλων τῆς πρώτης χιλιετίας καὶ ἀναμφιβήτητα τὸν μεγαλύτερο Πατέρα καὶ Διδάσκαλο τῆς δεύτερης χιλιετίας. Γόνος εὐκλεὴς τῆς Κωνσταντινούπολης, ἡ ὁποία τὸν ἀνέθρεψε μὲ τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν παιδεία της, καὶ μητροπολίτης τῆς μαρτυροπλούτιστης καὶ ἁγιοτόκου Θεσσαλονίκης καθιστᾶ ἀναπολόγητους τοὺς σημερινοὺς κατόχους τῶν θρόνων τῶν δύο μεγαλουπόλεων, οἱ ὁποῖοι μὲ τὸν φιλοπαπισμὸ καὶ τὴν λατινοφροσύνη τους ἐσκανδάλισαν καὶ σκανδαλίζουν τὸ ὀρθόδοξο πλήρωμα, διαψεύδοντες τό «Καὶ θρόνων μέτοχος καὶ τρόπων διάδοχος». Ἡ ἀποστολικὴ διαδοχὴ διακόπτεται, ὅταν διακοπεῖ ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία. Καὶ ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία διὰ τῶν αἰώνων θεωρεῖ αἵρεση καὶ πλάνη τὸν Παπισμό, κατασκεύασμα τοῦ Διαβόλου. Βιβλία ὁλόκληρα μπορεῖ νὰ γεμίσει κανεὶς μὲ τὶς φιλοπαπικὲς ἐγκωμιαστικὲς δηλώσεις τοῦ πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, ἰδιαίτερα κατὰ τὶς συναντήσεις του καὶ τὶς συμπροσευχὲς μὲ τοὺς τελευταίους πάπες στὸ Φανάρι καὶ στὴ Ρώμη. Δὲν ὑστερεῖ σὲ φιλοπαπισμὸ ὁ μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ. Ἄνθιμος, ἂν καὶ τὸν ἐκδηλώνει σπανιώτερα. Δὲν τὸν ἄκουσε πάντως κανεὶς ὅσα χρόνια ποιμαίνει τὴν Θεσσαλονίκη νὰ ὁμιλήσει ἐναντίον τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καὶ μᾶλλον τὸ ἴδιο ἔπραξε καὶ ὅταν ἐποίμαινε τὴν Ἀλεξανδρούπολη. Ἀπὸ ἐκεῖ μάλιστα ἦταν ὁ μόνος μητροπολίτης ποὺ μᾶς ἐπέπληξε δι᾽ ἐπιστολῆς, ὅταν ἀγωνιζόμασταν τὸ 2001 μὲ σύσσωμο τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ πλῆθος Ὀρθοδόξων πιστῶν νὰ ἀποτρέψουμε τὴν ἔλευση τοῦ πάπα στὴν Ἑλλάδα. Μὴ ἔχοντας νὰ ἀντιτάξει κανένα θεολογικὸ ἐπιχείρημα ὑπὲρ τῆς ἐλεύσεως τοῦ πάπα, σοφιστικὰ μετὰ τὴν ἀναχώρησή του ἔλεγε στὰ διάφορα τηλεοπτικὰ κανάλια: «Καὶ τὶ ἐπάθαμε ποὺ ἦλθε ὁ πάπας στὴν Ἑλλάδα;»
Ἐπάθαμε δυστυχῶς πολλά, διότι στὴν ἀρχὴ τοῦ εἰκοστοῦ πρώτου αἰώνα, ποὺ ἐκτιμοῦσαν πολλοὶ ὅτι θὰ ἦταν ὁ αἰώνας τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ Διάβολος διὰ τοῦ πάπα καὶ τῶν φιλοπαπικῶν ἐχάραξε ἄλλη πορεία, φιλοπαπική, φιλοδυτική, οἰκουμενιστική, ἐκκοσμικευμένη, ἀνατρεπτικὴ τῶν θεσμῶν καὶ τῶν Παραδόσεων τῆς Ὀρθοδοξίας, ποὺ ὁδήγησε, παράλληλα μὲ τὴν προετοιμασία καὶ τὴν σύγκληση τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης, στὴν κατάργηση τοῦ Ὀρθοδόξου μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν καὶ στὴν νομιμοποίηση τοῦ Σοδομισμοῦ τῆς Ὁμοφυλοφιλίας μὲ ἐλάχιστη ἕως μηδενικὴ ἀντίδραση τῶν ἐπισκόπων, πολλῶν μάλιστα καὶ συνευδοκούντων. Μεταλλάξαμε τὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας μὲ τὸ ψεῦδος τῶν αἱρέσεων τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, γι᾽ αὐτὸ καὶ μᾶς παρέδωσε ὁ Θεὸς σὲ πάθη ἀτιμίας καὶ ἀκαθαρσίας, ὅπως λέγει ὁ ᾽Απόστολος Παῦλος γιὰ τοὺς προγόνους μας εἰδωλολάτρες: «Διὸ καὶ παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς ἐν ταῖς ἐπιθυμίαις τῶ καρδιῶν αὐτῶν εἰς ἀκαθαρσίαν τοῦ ἀτιμάζεσθαι τὰ σώματα αὐτῶν ἐν αὐτοῖς, οἵτινες μετήλλαξαν τὴν ἀλήθειαν τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ ψεύδει»[4].
Ὑψηλόβαθμοι κληρικοὶ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, ἐνισχυμένοι ἀπὸ τὸν μητροπολίτη, ἐδίδασκαν καὶ διδάσκουν, μπροστὰ σὲ ἔκπληκτους καὶ σκανδαλιζόμενους πιστούς, ὅτι ὁ Παπισμὸς εἶναι ἐκκλησία, ὅτι ἔχει Χάρη, καὶ τὰ μυστήριά του εἶναι ἔγκυρα, καὶ δὲν πρέπει νὰ ἀκοῦν κάποιους ἀκραίους καὶ ζηλωτές. Αὐτὲς τὶς βλάσφημες θέσεις γιὰ τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὶς αἱρέσεις, ποὺ τὶς καλλιεργοῦν ἐπὶ αἰώνα τώρα οἱ Οἰκουμενιστές, νομιμοποίησε συνοδικὰ ἡ ψευδοσύνοδος τῆς Κρήτης, ποὺ ἔδωσε τὴν δυνατότητα στὸν ἀρχέκακο ὄφι νὰ σηκώνει τώρα θρασύτερα τὸ κεφάλι του ἐναντίον ὅσων ἀντιδροῦμε καὶ ἀντιστεκόμαστε στὰ σκοτεινά του σχέδια. Γι᾽ αὐτό, πρὶν περάσουμε στὰ ὅσα λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, παραθέτουμε, γιὰ ἄλλη μιὰ φορά, ὅσα λέγει ἕνας ἄλλος ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ὁμόθρονος καὶ ὁμότροπος τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, ὁ Ἅγιος Συμεὼν Θεσσαλονίκης ὁ Μυσταγωγός (1416/17-1421), μὲ τὰ ὁποῖα μᾶς διδάσκει ὅτι οἱ Παπικοὶ ἔχασαν τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δὲν ὑπάρχει Ἅγιο Πνεῦμα σ᾽ αὐτούς. Τελικῶς ποιῶν εἶναι διάδοχοι οἱ κ.κ. Βαρθολομαῖος καὶ Ἄνθιμος; Τοῦ Μ. Φωτίου, τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, τοῦ Ἁγίου Μάρκου Εὐγενικοῦ, τοῦ Ἁγίου Συμεὼν ἢ τῶν φιλοπαπικῶν καὶ λατινοφρόνων Ἰωάννη Βέκκου καὶ Ἰωάννη Καλέκα; Λέγει ὁ Ἅγιος Συμεών: «Βλασφημοῦσιν ἄρα οἱ καινοτόμοι καὶ πόρρω τοῦ Πνεύματός εἰσι βλασφημοῦντες κατὰ τοῦ Πνεύματος, καὶ οὐκ ἐν αὐτοῖς ὅλως τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον· διὸ καὶ τὰ αὐτῶν ἀχαρίτωτα, ὡς τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος ἀθετούντων καὶ ὑποβιβαζόντων αὐτό... διὸ καὶ τὸ Πνεῦμα οὐκ ἐν αὐτοῖς τὸ Ἅγιον, καὶ οὐδὲν πνευματικὸν ἐν αὐτοῖς καὶ καινὰ τὰ πάντα καὶ ἐξηλλαγμένα τὰ ἐν αὐτοῖς καὶ παρὰ τὴν θείαν παράδοσιν»[5].
3. Πειθήνια ὄργανα τοῦ Σατανᾶ οἱ Παπικοὶ
Ἐγνώριζε ἀσφαλῶς ὁ Κωνσταντινουπολίτης Ἅγιος Συμεὼν Θεσσαλονίκης τὶς περὶ τῶν Λατίνων θέσεις τοῦ συμπατριώτη του Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, προκατόχου του στὸν θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης (1347-1359), ἀλλὰ καὶ πολλῶν ἄλλων Κωνσταντινοπολιτῶν καὶ λοιπῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ Διδασκάλων, ὅταν ἐδίδασκε ὅτι οἱ Λατῖνοι δὲν ἔχουν Χάρη οὔτε μυστήρια, ὅτι σ᾽ αὐτοὺς ἀπουσιάζει, ἔχει φύγει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Εἶναι ὄντως αὐστηρὸς ἀλλὰ ἀληθινὸς καὶ πνευματοκίνητος ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, ὁ κατ᾽ ἐξοχήν «κῆρυξ τῆς Χάριτος» τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅπως ψάλλουμε στὸ ἀπολυτίκιό του. Τίνος «Χάρη» κηρύττουν οἱ φιλοπαπικοί, οἱ λατινόφρονες, οἱ Οἰκουμενιστὲς τοῦ Συγκρητισμοῦ καὶ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, μᾶς τὸ ἀποκαλύπτει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος.
Ὅσα ἐνδεικτικὰ ἐδῶ θὰ παρουσιάσουμε προέρχονται ἀπὸ τοὺς δύο «Ἀποδεικτικοὺς Λόγους, Περὶ τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», τοὺς ὁποίους συνέγραψε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος τὸ 1335 στὸ ἡσυχαστήριο τοῦ Ἁγίου Σάββα ἔξω ἀπὸ τὸ μοναστήρι τῆς Μεγίστης Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπου τότε ἀσκήτευε. ᾽Αρχίζοντας λοιπὸν τὸν πρῶτο Λόγο, χωρὶς περιστροφὲς καὶ δισταγμούς, μᾶς διδάσκει ὅτι καὶ πάλι ὁ ἀρχέκακος ὄφις, ὁ Διάβολος, σηκώνει τὸ κεφάλι του ἐναντίον μας καὶ προσβάλλει τὶς ἀλήθειες τῆς Πίστεως. Αὐτὸς παρεκίνησε τοὺς παλαιοὺς αἱρετικούς, τοὺς Ἀρείους, τοὺς Ἀπολιναρίους, τοὺς Εὐνομίους, τοὺς Μακεδονίους καὶ πολλοὺς ἄλλους νὰ χύσουν τὸ δηλητήριο τῆς αἱρέσεως μέσα στὴν Ἐκκλησία τυλιγμένο μὲ λόγια εὐσεβείας, καὶ νὰ τὴν παρουσιάσουν ὡς ἕνα νέο θαλερὸ φυτὸ γεμᾶτο ἀπὸ ὡραίους καρπούς. Αὐτὸς λοιπὸν ὁ πονηρὸς καὶ καταραμένος ὄφις, «τὸ πρῶτον καὶ μέσον καὶ τελευταῖον κακόν», ὁ ἀκούραστος ἐπιτηρητὴς τῆς ἀπάτης καὶ εὐμήχανος σοφιστής, δὲν ξέχασε καθόλου τὴν χαρακτηριστική του κακοτεχνία, ἀλλὰ μὲ τοὺς Λατίνους, ποὺ εἶναι πειθήνια ὄργανά του, «διὰ τῶν αὐτῷ πειθηνίων Λατίνων», διδάσκει περὶ τοῦ Θεοῦ καινούργιες διδασκαλίες (δηλαδὴ τὸ Filioque), ποὺ φαίνεται νὰ ἔχουν μικρὴ διαφορά, εἶναι ὅμως ἀφορμὲς γιὰ μεγάλα κακὰ καὶ προκαλοῦν στὴν Ὀρθοδοξία πολλὰ καὶ δεινὰ ἔκφυλα καὶ ἄτοπα, τὰ ὁποῖα δείχνουν ὅτι στὰ δογματικὰ θέματα περὶ τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι μικρὸ τὸ παραμικό· «οὐ μικρὸν ἐν τοῖς περὶ Θεοῦ τὸ παραμικρόν»[6].
Ὅπως ἐξηπάτησε τὴν Εὔα ὁ Σατανᾶς, ἔτσι τώρα ἐξαπατᾶ τοὺς Λατίνους, μὲ τὸ νὰ εἰσάγει μέσα στὴν Ἁγία Τριάδα δύο ἀρχές, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ, χωρὶς αὐτὸ νὰ τὸ λέγει φανερά, διότι ἔτσι πάντοτε ἐνεργεῖ ἀποκρύπτοτας τὸ βλαβερὸ τῶν ἐνεργειῶν του: «Τοιαῦτα τὰ βαθέα τοῦ Σατανᾶ, τὰ τοῦ Πονηροῦ μυστήρια».
Στὸ σημεῖο μάλιστα αὐτὸ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος προβαίνει σὲ μία σοβαρὴ ἀξιολόγηση καὶ ἐκτίμηση τῶν σχέσεών μας μὲ τοὺς Λατίνους, βάσει τῆς ὁποίας θὰ ἔπρεπε, ἂν ὑπῆρχε ἁπλῆ ἄγνοια καὶ ὄχι σκόπιμη προσχώρηση στὸν φιλοπαπισμό, νὰ δηλώσουμε, ὅπως ὁ μέγιστος αὐτὸς διδάσκαλος, ἀληθὴς θεολόγος καὶ θεόπτης, ὅτι δὲν πρόκειται νὰ δεχθοῦμε σὲ κοινωνία τοὺς Παπικούς, μέχρις ὅτου ἐξακολουθοῦν νὰ λέγουν ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται «καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ» (=Filioque). Ἐμεῖς, λέγει, μάθαμε ἀπὸ τοὺς θεοφώτιστους Ἁγίους Πατέρες νὰ μὴν ἀγνοοῦμε τὶς μεθοδεῖες καὶ τὰ τεχνάσματα τοῦ Διαβόλου, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀφανῆ στοὺς πολλούς, γι᾽ αὐτὸ καὶ σᾶς λέμε ὅτι «οὐδέποτ᾽ ἂν ὑμᾶς κοινωνοὺς δεξαίμεθα, μέχρις ἂν καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ τὸ Πνεῦμα λέγητε»[7].
Ἔπρεπε νὰ ἐντραπεῖ, νὰ μετανοήσει, νὰ ἀνακαλέσει, νὰ δηλώσει ὅτι παρασύρθηκε ἀπὸ τὸν ἀρχέκακο ὄφι, νὰ παραιτηθεῖ τῆς ἀρχιερωσύνης του ὁ οἰκουμενικὸς πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος γιὰ ἐκείνη τὴν φοβερή, τὴν βλάσφημη δήλωση ποὺ ἔκανε πρὸ ἐτῶν ἐναντίον τῶν Ἁγίων Πατέρων, καὶ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, ὅτι δῆθεν αὐτοί «ὑπῆρξαν θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως», ἀντιστρέφοντας ὅσα λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, «Ὀρθοδοξίας ὁ φωστήρ, Ἐκκλησίας τὸ στήριγμα καὶ διδάσκαλος, τῶν μοναστῶν ἡ καλλονὴ τῶν θεολόγων ὑπέρμαχος ἀπροσμάχητος»[8]. Δὲν πίστεψε κανεὶς τὶς ἀνόητες καὶ σοφιστικὲς δικαιολογίες ποὺ ἔστειλε ὡς ἀπάντηση στοὺς Ἁγιορεῖτες, ποὺ διαμαρτυρήθηκαν τότε γιὰ τὴν ἐξύβριση τῶν Ἁγίων Πατέρων. Τὸ πρᾶγμα εἶναι ἁπλό· ἀρκεῖ ἕνα μικρὸ πατριαρχικὸ κείμενο, στὸ ὁποῖο νὰ λέγει ὅτι συμφωνεῖ μὲ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, περὶ τοῦ ὅτι οἱ Λατῖνοι, οἱ Παπικοί, εἶναι «θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως», καὶ ὄχι οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ὅπως τὸ ἔπραξαν καὶ πολλοὶ προκάτοχοί του πατριάρχες καὶ πάμπολλες σύνοδοι.
Εἶναι τόσο σοβαρὴ καί «ἔκφυλη» ἡ προσθήκη στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, τὸ ὁποῖο πνευματοκινήτως συνέθεσαν οἱ πρόκριτοι Πατέρες, ὥστε θὰ ἦταν ἀπολύτως δικαιολογημένο τὸ νὰ μὴ συνομιλοῦμε μὲ τοὺς Παπικούς, ἂν δὲν βγάλουν τὴν προσθήκη ἀπὸ τὸ Ἱερὸ Σύμβολο: «Ἦν οὖν ἄρα τῶν δικαιοτάτων μηδὲ λόγου ἀξιοῦν ὑμᾶς, εἰ μὴ τοῦ προστιθέναι τῷ Ἱερῷ Συμβόλῳ παύσησθε»[9]. Ἀπολύτως δικαιολογημένα τοὺς ἀπομακρύναμε ἀπὸ τὴν κοινωνία μαζί μας, γιατὶ δὲν βρίσκονται μέσα στὰ δικά μας ὅρια, ποὺ εἶναι καὶ ὅρια τῆς εὐσεβείας: «Ἀλλ᾽ ὁρᾶς, ὅπως παρ᾽ ἡμῶν δικαίως ἀπελήλασθε τῆς κοινωνίας, οὐκ ἐπὶ τῶν ἡμετέρων ὅρων καὶ τῆς εὐσεβείας ἱστάμενοι;»[10].
4. Πεσμένος ἐλέφας ἡ Ρώμη δὲν μπορεῖ νὰ σηκωθεῖ ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἑωσφορικῆς ἀλαζονείας
Στὴν ἀρχὴ τοῦ δευτέρου Λόγου περὶ τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μᾶς προσφέρει μία εἰκόνα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἐντυπωσιακή, μὲ τὴν ὁποία μᾶς ἐξηγεῖ ὅτι εἶναι δύσκολο, σχεδὸν ἀδύνατο, ὄχι βέβαια παντελῶς, τὸ νὰ ἐπιστρέψουν οἱ Λατῖνοι στὴν Ὀρθόδοξη Πίστη, νὰ σηκωθοῦν ἀπὸ τὴν πλάνη ποὺ ἔπεσαν, ὅπως εἶναι δύσκολο νὰ σηκωθεῖ ὁ ἐλέφαντας, ἂν συμβεῖ καὶ πέσει. Μᾶς λέγει λοιπὸν ὅτι κατὰ τὴν πορεία τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας συνέβη πολλὲς τοπικὲς ἐκκλησίες νὰ πέσουν στὴν αἵρεση, ποὺ τὶς ἔβλαψε ἄλλοτε λιγώτερο καὶ ἄλλοτε περισσότερο. Ἐπανῆλθαν ὅμως στὴν Ὀρθοδοξία. Τὸ νὰ πέσει ὅμως καὶ νὰ μὴν ἐπανέλθει, αὐτὸ εἶναι χαρακτηριστικὸ γνώρισμα μόνης τῆς ἐκκλησίας τῶν Λατίνων, μολονότι ἦταν μεγίστη καὶ κορυφαία ἀνάμεσα στοὺς πατριαρχικοὺς θρόνους. Ἔπαθε τὸ ἴδιο, αὐτὴ ἡ μεγίστη, ποὺ παθαίνει τὸ μέγιστο τῶν ζώων, ὁ ἐλέφας. Λέγουν ὅτι δὲν πλαγιάζει στὸ ἔδαφος οὔτε κατὰ τὸν καιρὸ τοῦ ὕπνου γιὰ ξεκούραση, ἀλλὰ κάμπτει λίγο τὰ πλαϊνά του πόδια, ὥστε νὰ ἀναπαυθεῖ. Ἂν πάθει κάτι καὶ πέσει, δὲν μπορεῖ νὰ σηκωθεῖ. Στοὺς ἐλέφαντες βέβαια ἡ πολυσαρκία καὶ τὸ βάρος τοῦ σώματος πιέζουν πρὸς τὰ κάτω σὰν βαρὺ μολύβι, στοὺς Λατίνους ὅμως ἡ ἔπαρση, ἡ ἀλαζονεία, ὁ τύφος εἶναι τὸ ἀνίατο πάθος ποὺ τοὺ ἐμποδίζει νὰ σηκωθοῦν· εἶναι τὸ κατ᾽ ἐξοχὴν γνώρισμα τοῦ Πονηροῦ, γι᾽ αὐτὸ καὶ εἶναι ἀνίατος στοὺς αἰῶνες.
Ἂν οἱ Λατῖνοι ἀποβάλουν αὐτὸ τὸ πάθος -καὶ μποροῦν ὡς ἄνθρωποι νὰ τὸ πράξουν- ἐμεῖς ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι θὰ συναχθοῦμε σὲ ἑνότητα, καὶ ὅπως κάνουν οἱ ἐλέφαντες μὲ τὶς προβοσκίδες τους, ὅταν καταπέσει κάποιος ἐλέφας, ἐμεῖς μὲ τὰ θεόπνευστα δόγματα καὶ λόγια θὰ τοὺς σηκώσουμε καὶ θὰ τοὺς στήσουμε ὀρθίους, ὥστε νὰ ἀκολουθοῦν ἀπαρέγκλιτα τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη. Ἂν ὅμως θέλουν νὰ εἶναι πεσμένοι, δὲν θὰ τοὺς ὠφελήσει τίποτε, ἀκόμη καὶ ἂν ἑτοιμασθεῖ ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς δοθεῖ τὸ θεραπευτικὸ φάρμακο τῆς ψευδοδοξίας τους. Τὸ λέγει αὐτὸ ὁλοφάνερα ὁ προφήτης Ἰερεμίας: «Ἰατρεύσαμεν τὴν Βαβυλῶνα καὶ οὐκ ἰάθη»[11].
Ἐπίλογος
Μεταφερόμενη αὐτὴ ἡ ἐντυπωσιακὴ εἰκόνα, τοῦ μεγίστου μας θεολόγου, στοὺς καιρούς μας, ἀποδεικνύει ὁλοφάνερα τὴν ἐκτροπὴ καὶ παρέκκλιση ἀπὸ τὴν ὁδὸτῶν Ἁγίων Πατέρων. Συναντήθηκαν μὲ τυμπανοκρουσίες καὶ μεγαλαυχίες πολλοὶ Ὀρθόδοξοι στὴν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης· δὲν προσπάθησαν ὅμως, ὅπως ἔπραξαν ὅλοι οἱ Ἅγιοι διαχρονικά, νὰ σηκώσουν, νὰ στήσουν ὀρθίους στὴν Ὀρθόδοξη Πίστη τοὺς αἱρετικούς, παλαιοὺς καὶ νέους, Μονοφυσίτες, Παπικοὺς καὶ Προτεστάντες, νὰ τοὺς θεραπεύσουν τὴν πλάνη, νὰ τοὺς σώσουν. Τοὺς διαβεβαίωσαν πὼς δὲν εἶναι ἄρρωστοι, δὲν εἶναι αἱρετικοί, δὲν εἶναι πεσμένοι σὰν τὸν ἐλέφαντα, εἶναι ὑγιεῖς, δὲν εἶναι αἱρέσεις, εἶναι ἐκκλησίες. Καὶ ἀντὶ μὲ τὴν προβοσκίδα τοῦ ὀρθοδόξου λόγου, νὰ τοὺς βοηθήσουμε νὰ σηκωθοῦν, πέσαμε καὶ πλαγιάσαμε καὶ ἐμεῖς μαζί τους στὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, συναριθμούμαστε μὲ συνοδικὴ ἀπόφαση μὲ τὶς πολυάριθμες αἱρέσεις τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν». Ἡ ἀλαζονεία καὶ ὁ τύφος τοῦ Οἰκουμενικοῦ καὶ τῶν λοιπῶν Προκαθημένων, ποὺ ἀχρήστευσαν τὸ συνοδικὸ σύστημα τῶν ἐπισκόπων καὶ ἔκλεισαν τὰ αὐτιά τους στὴ συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας ποὺ κραυγάζει, μᾶς σέρνουν καὶ μᾶς τραβοῦν κάτω πρὸς τὴν πλάνη καὶ τὴν αἵρεση. Ἂς εὐχηθοῦμε ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ποὺ διαθέτει ἀκόμη ἐπισκόπους μὲ ὀρθόδοξο φρόνημα, μαζὶ μὲ ἄλλους ἐπισκόπους τῆς ἀνὰ τὴν Οἰκουμένη Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, νὰ ἀναθεωρήσει τὴν στάση της ἀπέναντι τοῦ Παπισμοῦ καὶ τῶν ἄλλων αἱρέσεων καὶ νὰ βοηθήσει στὴν ἐπάνοδο καὶ ἐπιστροφή τους στοὺς κόλπους τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς, Ἀποστολικῆς καὶ Πατερικῆς Ἐκκλησίας.
[1]. Στιχηρὸ τῶν αἴνων τῆς Κυριακῆς τῶν Πατέρων.
[2]. Βλ. ὁλόκληρο τὸ κείμενο εἰς Θεοδρομία 13 (2011) 595-640.
[3]. Ἁγίου Γρηγοριου Νυσσης, Εἰς τό «Οὗτός ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός», PG 46, 1112A. Ἐπίσης καὶ εἰς Ἁγίου Ιωαννου Δαμασκηνου, Ἱερὰ Παράλληλα, PG 96, 509D.
[4]. Ρωμ. 1, 24-25.
[5]. Ἐπιστολὴ περὶ τῶν Μακαρισμῶν 5, εἰς D. Balfour, Συμεὼν ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης (1416/17-1429), Ἔργα Θεολογικά, Ἀνάλεκτα Βλατάδων 34, Θεσσαλονίκη 1981, σελ. 226. Βλ. περισσότερα εἰς Ἐπισκόπων Διονυσιου Κυρατσου, μητροπολίτου Δράμας, Ὁ Ἅγιος Συμεὼν Θεσσαλονίκης καὶ ἡ Δύση. Ἡ λατινικὴ Ἐκκλησία καὶ οἱ καινοτομίες της, Διατριβὴ ἐπὶ διδακτορίᾳ, Θεσσαλονίκη 1993.
[6]. Γρηγοριου του Παλαμα, Συγγράμματα, ἐπιμελείᾳ Π. Χρηστου, τόμ. Α´, Θεσσαλονίκη 1962, σελ. 24.
[7]. Αὐτόθι, σελ. 26.
[8]. Ἀπὸ τὸ ἀπολυτίκιο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου.
[9]. Αὐτόθι, σελ. 31.
[10]. Αὐτόθι, σελ. 51.
[11]. Ἰερ. 28, 9 «Ἀλλὰ τοῖς μὲν ἐλέφασι τὸ βάρος τοῦ σώματος αἴτιον καὶ ἡ πολυσαρκία δύσχρηστός τε οὖσα καὶ κάτω πιέζουσα, καθάπερ τις ἐπικειμένη μόλυβδος πολυτάλαντος, τοῖς δὲ Λατίνοις ὁ τύφος οἶμαι, τὸ μόνον, μικροῦ δέω λέγειν, πάθος ἀνίατον, ὅ καὶ τῷ μόνῳ πονηρῷ κρίμα κατὰ τὸν ἀπόστολον ἰδιαίτατον, δι᾽ ὃ κἀκεῖνος εἰς αἰῶνας ἀνίατος... Ἐθελοντὰς δὲ κειμένους ὀνήσει τὸ παράπαν οὐδέν, κἂν παρ᾽ αὐτῶν τῶν οὐρανίων νόων σκευάζηταί τε καὶ προσάγηται τὸ τῆς ψευδοδοξίας ἴαμα· τούτων γὰρ λόγος προφητικοῖς ρήμασιν ἐκπεφασμένος, ὡς “ἰατρεύσαμεν τὴν Βαβυλῶνα καὶ οὐκ ἰάθη”». Αὐτόθι, σελ. 78-79.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου