Παρασκευή 27 Μαΐου 2011



Σουτ βρε Ρωμηοί!


Νατσιός Δημήτρης
δάσκαλος- Κιλκίς



Ακούγοντας, βλέποντας και διαβάζοντας κανείς τις σάπιες τούτες ημέρες, έχει την αίσθηση ότι επίκειται το τέλος του νεοελληνικού κράτους. Μέχρις εδώ ήταν, «εάλω η Πόλις».
Παρόμοια αισθήματα βίωναν και οι δυστυχείς Ρωμηοί, λίγο προ της αλώσεως της Βασιλεύουσας. Το Γένος ανέβαινε στον αιμάτινο δρόμο του Γολγοθά του, στην μακραίωνη σκλαβιά στους αντίχριστους Αγαρηνούς εξαιτίας κυρίως της ηθικής κρίσης. Το διαπιστώνουμε σε κείμενα της εποχής: «Οι άρχοντες συμμετέχουν στις παρανομίες, οι διαχειριζόμενοι τα κοινά είναι κλέφτες, οι δικαστές δωρολήπτες με αποτέλεσμα να επικρατούν οι εγωιστές, οι αλαζόνες, οι αχάριστοι, οι συκοφάντες…


Δεν υπάρχει αγάπη, αδελφών ομόνοια «ουδαμού σπλάχνον χριστιανικόν, ουδαμού δάκρυον συμπαθές», θρηνεί ο μοναχός (και άγιος νομίζω της Εκκλησίας μας) Ιωσήφ Βρυέννιος. (Απ. Βακαλόπουλος, «Ο χαρακτήρας των Ελλήνων», σελ. 81).


Στο ίδιο βιβλίο, ο αείμνηστος καθηγητής, σημειώνει ότι «οι πλούσιοι την εποχή εκείνη, ενώ κατέρρεαν τα τελευταία υπολείμματα της βυζαντινής αυτοκρατορίας, ξένοι τελείως προς το πνεύμα του Χριστιανισμού, ήταν σκληρότεροι απέναντι στους φτωχούς και ταπεινούς της ζωής». Είμαστε και σήμερα ενώπιον μιας νέας άλωσης, περιμένουμε των εχθρών τα φουσάτα…


Γιατί είναι η πατρίδα «αχούρι κοπρισμένο/ από τ’ αλόγατα του οχτρού. Καπίστρια τα φελόνια /και οι κολυμπήθρες γούρνες. Να! Διαγουμιστές όλοι/ των όλων. Τίμιων, ιερών μαγαριστές και σφάχτες».( Παλαμάς, «Η φλογέρα του βασιλιά»).


Κόπρισε, διαγούμισε, μαγάρισε τόσα χρόνια το πολιτικό χτικιό, άχρηστοι και ανίκανοι λεβαντίνοι, οι συμμορίες του κομματισμού και μας παραδίδουν αμαχητί στους Φραγκογερμανούς, στους «Βενετούς», στους εμπόρους των εθνών- τοκογλύφους.


Γιατί δεν ξεσηκωνόμαστε, γιατί δεν επαναστατούν οι νέοι; Αναρωτιέται η μεσόκοπη άνοια και ανία, η συφοριασμένη «γενιά του Πολυτεχνείου»; Επανάσταση; Τι είναι αυτό τρώγεται; Μια διαδήλωση, μια πορεία διαμαρτυρίας για την θεϊκή ομάδα μας, ναι! «Προοδευτικές» συμπλοκές με την αστυνομία και βεβήλωση της ασυλαίας ανοησίας, όλα αυτά που ξεσηκώνουν ενίοτε τη νερουλή νεολαία μας - εικόνα και ομοίωση μας- γίνονται, έτσι περνάει η ώρα, ξεθυμαίνει, απελευθερώνεται και η σωρευμένη ενέργεια.


Η Επανάσταση όμως «θέλει δουλειά πολύ», πριν, όχι τώρα. Πού να ξέρουν οι νέοι από επαναστάτες, ποιος τους δίδαξε; Με ολίγον Τσε Γκεβάρα, ως καρδιοκατακτητή κυρίως και ατίθασο πλουσιόπαιδο, επαναστάτες δεν φτιάχνεις.


«Ο γύφτος και φθισικός» Καραϊσκάκης δεν μας κάνει, του λείπει η πολυπολιτισμική διάσταση, έκοβε και έχτιζε λοφίσκους με τούρκικα κεφάλια, ρατσισμός ασυγχώρητος.


Εσυνηθίσαμε, ως θα έλεγε ο γερο – Κολοκοτρώνης, να μας καταφρονούν οι ξένοι, δυο αιώνες, υποτέλειας και ξενοδουλείας, βιώσαμε. Τώρα, στις γενιές μας ξεβράζεται το κακό. Οι κοπριές, οι κοπρώνυμοι, που κυβέρνησαν ιδίως κατά την λαμπρή τους περίοδο – την ευρωπαϊκή της μακαρίτισσας ΕΟΚ – άφησαν την πατρίδα χωρίς παιδεία εθνική, χωρίς χρηστή δημόσια διοίκηση και μας παραδίδουν στα αρπακτικά της Τρόϊκας.


Γιατί δεν επαναστατούν οι Έλληνες; ιδού η απορία. (Το κίνημα διαμαρτυρίας των «αγανακτισμένων», είναι ελπιδοφόρο. Φοβάμαι όμως ότι θα ξεφουσκώσει. Όπως λένε οι παλιοί είμαστε άμαθοι από τέτοια πράγματα. Eξάλλου τα κινήματα είναι μόνο για ξεσκονίσματα. Εδώ μιλάμε για επανάσταση, για Γουδί ).


Ο χρόνιος εθισμός στην δουλοπρέπεια, η καθημερινή εισπνοή τηλεοπτικών αναθυμιάσεων, μεταμόρφωσαν τον πάλαι ποτέ ατίθασο, αγωνιστή, επαναστάτη και πολεμιστή Ρωμηό σε ασπόνδυλο καλοπερασάκια, σε ήρεμο «τίποτε».


Διασώζει ο Φωτάκος στα «Απομνημονεύματα περί την Ελληνικήν Επανάστασιν», ένα περιστατικό.


Συμβαίνει κατά το πρώτο έτος της Εθνεγερσίας. Οι πολιορκημένοι Τούρκοι του Νεόκαστρου αποφάσισαν να συνθηκολογήσουν και πρότειναν διαπραγματεύσεις. Συμφωνήθηκε συνάντηση των δυο αντιπροσωπειών έξω από το φρούριο. Αλλά οι συνομιλίες δυσκολεύονταν και αργούσαν, επειδή εκατοντάδες αγωνιστές, περίεργοι, χασομέρηδες, και λοιποί «άτακτοι» είχαν συγκεντρωθεί γύρω και θορυβούσαν αδιαφορώντας για τις διαταγές των αρχηγών τους.


Αφηγείται ο Φωτάκος: «Αφού δεν πλέον είδαν οι Τούρκοι ότι οι Έλληνες δεν ακούουν τους καπεταναίους των μια ημέραν ο Τσιντάραγας, κλειδούχος του Φρουρίου, έχασε την υπομονήν κι στραφείς προς τους στρατιώτας εφώναξεν ούτως: σουτ βρε Ρωμηοί! Η φωνή αυτή αμέσως έφερε σιωπήν. Εδώ δε εφαρμόζεται το ρητόν: «Είδε ο δούλος τον δεσπότην και εφοβήθη». Κατ’ ουδένα τρόπον εδύναντο οι καπεταναίοι να απομακρύνουν τους στρατιώτας διά να σταθούν οι Τούρκοι εις ομιλίαν, η δε φωνή του Αγά μόνη τους ησύχασεν».


Και παρατηρεί συγκαταβατικά ο αγωνιστής: «Πόσον ο φόβος είναι δυνατός και ανεξάλειπτος, όταν είναι παιδιόθεν ριζωμένος εις τα ψυχάς των ανθρώπων».


Έτσι ακριβώς. Μόνο που στην τωρινή περίπτωση δεν πρόκειται περί ριζωμένου φόβου, αλλά για ριζωμένη έως μιθιδρατισμού αφασία και παχυδερμία.


Κατ’ αρχάς και η λέξη Επανάσταση έχει ποινικοποιηθεί. Παραπέμπει στις επταετείς καρικατούρες, που ίσως το μεγαλύτερο έγκλημα τους ήταν ότι με τις γελοίες τους πατριδοκαπηλίες και θρησκοληψίες, έδωσαν μια ουρανόπεμπτη δικαιολογία στους μεταπολιτευτικούς νάνους και αρλεκίνους της «προόδου», να ποδοπατήσουν, να στρεβλώσουν αξίες αειθαλείς, ελληνοσώτειρες, «πίστιν και πατρίδα», που, όταν προσβάλλονται και αλυσοδένονται, ξεσηκώνουν λαούς.


Παιδιόθεν, ρίζωσε «εις τα ψυχάς» των σημερινών νεοελλήνων αυτή η αποστροφή, η καχυποψία, η απάρνηση στα τιμαλφή του Γένους μας, ο φόβος του ραγιά. Του ραγιά, του κατακυριευμένου στα βορβορώδη πάθη του. Διότι ψυχή χωρίς θρεμμένη με την Ορθόδοξη πίστη και με την φιλοπατρία, καταντά παλιόψαθα, φανταχτερή ασημαντότητα κι ας νομίζει ότι έχει αξία.


Οι επαναστάσεις δεν γίνονται με μπουκωμένα στόματα και άδειες, νεκρές ψυχές. «Σηκώθηκα και πήγα εις τις εικόνες και κάνω την προσευχή μου και λέγω∙ Κύριε βλέπεις σε τι κατάστασιν έφτασα. Ο μόνος σωτήρας είναι η παντοδυναμία σου και η ευσπλαχνία σου σε μας οπού κιντυνεύομεν και εις την ματοκυλισμένη μας πατρίδα. Πιάνω και φκιάνω μιαν σημαία και γράφω Εθνική Συνέλευση, Σύνταμα. Λέγω. Εις το όνομα του Θεού και της βασιλείας του σηκώνεται η σημαία της πατρίδος». Και επαναστάτησε ο ματοκυλισμένος στρατηγός τον Σεπτέμβριο του 1843 κατά των Μπαυαρέζων και κέρδισε ο βασανισμένος αγωνιστής, μαζί με τον λαό που τον ακολούθησε, αναίμακτα το Σύνταμα. Η επανάσταση δεν θα ξεκινήσει από τους κουκουλοφόρους, μοσχοαναθρεμμένους μοναχογιούς των βορείων προαστίων.


Επανάσταση, αν γίνει και πρέπει να γίνει, θα έλθει από αυτούς που αγαπούν την πατρίδα με τον τρόπο του Μακρυγιάννη. Άνθρωποι «ων ο Θεός κοιλία, οι εχθροί του σταυρού», ο ψευτοεπαναστάτες της σήμερον, στηρίζουν ύπουλα τους κατοχικούς, τους προδότες της πατρίδας. Εξάλλου όποιος πιστεύει στην Ανάσταση του Χριστού, ελπίζει και στην επ-ανάσταση του Γένους.

Απο το ΡΕΣΑΛΤΟ

1 σχόλιο:

  1. Η κακοδαιμονία του τόπου οφείλεται σε δυο κυρίως λόγους:

    1.- Στην ανυπαρξία της γενικής αρχής, που διέπει την Δημοκρατία, το κράτος του Δήμου, η εξουσία του Δήμου, που συνεπάγεται το «ο λαός στην εξουσία» και που με το ισχύον αγγλοσαξωνικό σύστημα φαίνεται, ότι έχει αποτύχει και αντ' αυτού ισχύει το: «τα κόμματα στην εξουσία». Παρατηρείται, ότι ο λαός μετέχει άμεσα σε μια μόνο από τις τρεις εξουσίες (την Νομοθετική), ενώ δεν μετέχει στις άλλες δυο (Εκτελεστική και Δικαστική).

    2.- Στην εμπλοκή των εξουσιών μεταξύ τους (Εκτελεστική, Νομοθετική, Δικαστική), εάν δε δεν γίνει απεμπλοκή τους, δεν μπορεί να υπάρξει σωτηρία του πολιτικού συστήματος:

    Αναλυτικά:

    1.- Ακούγεται η φράση, η οποία έχει γίνει συνείδηση στο λαό: «η κυβέρνηση της Ν. Δημοκρατίας, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, Οικουμενική κυβέρνηση, κυβέρνηση προσωπικοτήτων» και ποτέ «η κυβέρνηση του λαού», διότι πράγματι ο λαός δεν μετέχει της εξουσίας, αλλά πως μπορεί να μετέχει; Ακόμη και στα δικαστήρια, η απόφαση τους εκδίδεται στο όνομα του ελληνικού λαού, αλλά ο λαός δεν μετέχει στην εκλογή της δικαστικής εξουσίας.

    2.- Στη Δημοκρατία, ο λαός κατέχει τη γενική εξουσία, αλλά πως; Ο λαός εκλέγει τους αντιπροσώπους του (Εθνοσυνέλευση), που διαχειρίζονται την γενική εξουσία και αυτή εκλέγει τις τρεις επί μέρους εξουσίες, οι αρμοδιότητες των οποίων είναι σαφώς καθορισμένες.

    3.- Η Εκτελεστική εξουσία είναι η Διοίκηση της χώρας. Δεν νομοθετεί, δεν δικάζει, δεν διορίζει την δικαστική εξουσία, δεν παύει τη νομοθετική εξουσία. Λογοδοτεί μόνο στην Εθνοσυνέλευση.

    4.- Η Νομοθετική εξουσία νομοθετεί. Τα μέλη της δεν πρέπει να μετέχουν άλλης εξουσίας (π.χ. εκτελεστικής, ως υπουργοί) ή δικαστικής (ως προανακριτική επιτροπή) ή ως αντιπρόσωποι του λαού (ως μέλη της Εθνοσυνέλευσης), αλλά ούτε πρέπει να διορίζει Προέδρους Οργανισμών (δεν ανήκει στο νομοθετικό της έργο, που είναι να παράγει νόμους). Δεν πρέπει να καταργεί την Εκτελεστική Εξουσία και πρέπει να λογοδοτεί μόνο στην Εθνοσυνέλευση.

    5.- Η Δικαστική εξουσία έχει σαφώς διακεκριμένο έργο. Τα μέλη της δεν πρέπει να μετέχουν άλλων εξουσιών, ούτε πρέπει να εκλέγονται από αυτές. Έργο της είναι, η σωστή εφαρμογή των νόμων και η επίλυση διαφορών και πρέπει να λογοδοτεί στην Εθνοσυνέλευση.

    6.- Υπάρχουν τέτοια πρότυπα; Ναι. Παράδειγμα η Ελβετία, όπου η Εκτελεστική εξουσία αποτελείται από 7 πρόσωπα, τα οποία εκλέγονται από τα 4 πρώτα κόμματα ανεξάρτητα των ποσοστών στις εκλογές: 2 από το πρώτο, το δεύτερο και το τρίτο κόμμα και 1 από το τέταρτο. Άλλο παράδειγμα, οι ΗΠΑ, όπου η εκτελεστική και η νομοθετική εξουσία δεν ταυτίζονται στο αυτό πρόσωπο. Βουλευτής δεν μπορεί να είναι και Υπουργός και το αντίθετο. Δεν είναι απαραίτητο να είναι η Εκτελεστική και η Νομοθετική εξουσία ταυτόχρονα από το ίδιο κόμμα, κ.λπ.

    7.- Σταθερότητα στις ημερομηνίες εκλογών της Εθνοσυνέλευσης και των τριών εξουσιών.

    ΙΚ

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου