Ο ΘΕΟΣ
ΠΑΡΑΧΩΡΕΙ
ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ
ΣΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ
ΤΟΥ
«Εβ 11,9-10· 32-40 20/12/2009 Προ Χριστού Γεννήσεως
Η αποστολική περικοπή της προ των Χριστουγέννων κυριακής κατά το μεγαλύτερο μέρος της είναι ίδια με εκείνην της κυριακής των αγίων Πάντων.
Εμείς εδώ θ’ ασχοληθούμε με όσα λέγονται στους δύο επιπλέον στίχους (9-10) που δεν περιλαμβάνονται εκεί.
Από τους υπόλοιπους στίχους θυμίζουμε μόνο ότι ο Απόστολος με τα παραδείγματα πίστεως που αναφέρει στην περικοπή θέλει να πει στους εξ Ιουδαίων Χριστιανούς που είχαν εκδιωχθεί από τον τόπο τους και περνούσαν δύσκολες μέρες σαν πρόσφυγες σε ξένες πόλεις και χώρες, να μη χάσουν την πίστη τους, αλλά να παραμείνουν σταθεροί, διότι ο Θεός παιδεύει αυτούς που αγαπάει. Δεν πρέπει να λυπούνται και διότι εδώ κάτω είναι τα πρόσκαιρα, ενώ πάνω είναι τα μόνιμα. Δεν έχουμε, τους λέει, εδώ μόνιμη πατρίδα, αλλά νοσταλγούμε τη μόνιμη και αιώνια.
Και πρώτα αρχίζει ο ‘Απόστολος από τη δοκιμασία του πιστού και δικαίου γενάρχου Αβραάμ, του πιο σεβαστού προσώπου των Ιουδαίων, που και αυτόν όμως ο Θεός τον δοκίμασε βγάζοντάς τον από τη γενέτειρά του, τη συγγένειά του, και τα πλούτη του, χωρίς να του πει πού θα τον εγκαταστήσει. Λέει λοιπόν ο απόστολος Παύλος ότι «ο Αβραάμ τελικά χάρη στην πίστη του εγκαταστάθηκε σαν ξένος στη χώρα που του υποσχέθηκε ο Θεός. Και δεν έκτισε σπίτι σ’ αυτήν αλλά ζούσε σαν προσωρινός κάτοικός της μέσα σε σκηνές μαζί με τον Ισαάκ και τον Ιακώβ, που ήταν συγκληρονόμοι της ίδιας υποσχέσεως. Και τούτο διότι περίμενε νοσταλγικά να κατοικήσει μόνιμα και παντοτινά στην επουράνια πόλη που έχει αδιάσειστα θεμέλια, που τεχνίτης της και δημιουργός είναι ο Θεός».
Ας δούμε κάποιες λεπτομέρειες από την ιστορία αυτή, για να καταλάβουμε το πνεύμα του αποστόλου Παύλου.
Από την αρχή η Γένεση εξιστορεί τη δημιουργία του φυσικού κόσμου και της ανθρωπότητος. Στη συνέχεια εξιστορεί τη γένεση του έθνους του Ισραήλ, που αρχίζει με τον Αβραάμ, που πρώτα λεγόταν Άβραμ. Όταν, λέει, πέθανε ο Θάρα, ένατος απόγονος του Σημ, στη Χαρράν της Μεσοποταμίας, ο Θεός μίλησε στον Άβραμ, γιο του Θάρα, και του είπε·
«Βγες από τη χώρα σου και αποχωρίσου από την πατρική σου οικογένεια κι έλα στη χώρα που θα σου δείξω. Θα σε κάνω έθνος μεγάλο και θα σ’ ευλογήσω και θα είσαι ευλογημένος. Με το πρόσωπό σου κριτήριο θα κρίνω όλο τον κόσμο. Όποιος σ’ ευλογεί και σ’ ευνοεί, θα τον ευλογώ και θα τον ευνοώ. Όποιος σε καταριέται θα τον καταραστώ. Με σένα θα ευλογηθούν όλες οι φυλές της γης» (Γε 12).
Αυτή είναι η πρώτη υπόσχεση του Θεού στον Άβραμ. Αυτή η υπόσχεση σα σπέρμα περιέχει όλη την Παλιά Διαθήκη, όλο το νόμο του Μωϋσέως και όλους τους προφήτες. Και ολόκληρη η Καινή Διαθήκη είναι η εκπλήρωση αυτής της υποσχέσεως. Στην Καινή Διαθήκη δίνεται η δυνατότητα της σωτηρίας σ’ όλους τους ανθρώπους, αν πιστέψουν στον Κύριο Ιησού Χριστό, που σαν άνθρωπος είναι απόγονος του Άβραμ. Αυτό είναι το νόημα της υποσχέσεως.
Ο Αβραάμ στην εντολή του Θεού δεν είπε όχι. Σηκώθηκε από την ησυχία και μπήκε στην περιπέτεια. Πήρε τη γυναίκα του και όλα τα κινητά του υπάρχοντα και τράβηξε βορειοδυτικά προς τη γη Χαναάν, τη σημερινή Παλαιστίνη. Ήταν τότε 75 ετών. Τη Χαναάν τα χρόνια εκείνα κατοικούσαν οι Χαναναίοι, απόγονοι του Χαναάν, γιού του Χαμ, που από τη ρίζα του ήταν καταραμένος για την ασέβεια που έδειξε στον πατέρα του Νώε. Μεγάλη ταλαιπωρία και δοκιμασία για τον Αβραάμ η πορεία στο άγνωστο. Έδειξε όμως την αδίστακτη αφοσίωσή του στο Θεό.
Και δεν ήταν μόνο η δοκιμασία αυτή. Ήταν και άλλες πολλές. Και η μία πίσω από την άλλη. Σαν έφτασε στη γη της επαγγελίας, δεν αισθανόταν για μόνιμος κάτοικος, αλλ’ ένιωθε σαν πάροικος και παρεπίδημος, δηλαδή προσωρινός. Σα να περίμενε και νέα εντολή του Θεού για αναχώρηση. Και δεν έκτισε σπίτι μόνιμο, αλλ’ έστηνε τη σκηνή του ποτ’ εδώ και ποτ’ εκεί. Ήταν συνεχώς σε ετοιμότητα για αναχώρηση. Μεγάλη και αυτή η δοκιμασία.
Άλλη τώρα μεγάλη δοκιμασία· του υποσχέθηκε ο Θεός ότι θα του δώσει απογόνους πολλούς σαν τα άστρα του ουρανού και σαν τη άμμο της θαλάσσης, κι όμως η γυναίκα του Σάρρα ήταν στείρα και μεγάλης ηλικίας. Ο Αβραάμ όμως το πίστεψε. Αφού το είπε ο Θεός, θα το κάνει, έλεγε μέσα του. Του υποσχέθηκε μια, του υποσχέθηκε δυο, του υποσχέθηκε πολλές φορές. Και κάθε φορά ο Αβραάμ το πίστευε, ώσπου μια μέρα τον ειδοποίησε ο Θεός ότι του χρόνου τέτοιον καιρό η γυναίκα του θα του δώσει παιδί.
Στο διάστημα όμως που έλεγε ο Θεός στον Αβραάμ ότι θα του δώσει παιδί, τον έβαλε σε νέα δοκιμασία. Η ξηρασία και η πείνα που είχε πέσει στη γη της επαγγελίας βρήκε τον Αβραάμ στην Αίγυπτο. Εκεί οι Αιγύπτιοι του άρπαξαν τη γυναίκα του Σάρρα, που ήταν πολύ όμορφη, και την έδωσαν για γυναίκα στο Φαραώ. Έτσι τώρα όχι μόνο παιδί και απογόνους δεν είχε, αλλ’ ούτε και γυναίκα. Κι όμως ο Αβραάμ δεν γόγγυσε. Δεν έπαυσε να πιστεύει ότι ο Θεός θα του δώσει απογόνους. Εννοείται ότι ο Θεός, πριν να την κάνει γυναίκα του ο Φαραώ, με διάφορα χτυπήματα τον ανάγκασε να την επιστρέψει στον Αβραάμ, και μάλιστα με πολλά δώρα, λέγοντάς του·
«Πάρ’ την πίσω, άνθρωπέ μου, παραλίγο να την κάνω γυναίκα μου. Γιατί δεν μού είπες ότι είναι γυναίκα σου;».
Πάλι κερδισμένος από την υπομονή του και την εμπιστοσύνη του στο Θεό ο Αβραάμ.
Η πιο μεγάλη όμως δοκιμασία ήταν όταν ο Θεός του ζήτησε να θυσιάσει το γιό του Ισαάκ. Ένα τον είχε, με τόσους κόπους τον απέκτησε, τον μεγάλωσε, και τώρα ο Θεός του λέει να τον θυσιάσει με το χέρι του. Μεγάλη δοκιμασία! Και σ’ αυτήν τη σκληρή ώρα δεν ολιγοπίστησε. Πήρε το παιδί, το ανέβασε στο βουνό, έστησε το θυσιαστήριο, και σήκωσε το μαχαίρι, όταν ο Θεός τον σταμάτησε, και του είπε·
«Τώρα, Αβραάμ, πείστηκα ότι είσαι πιστός μου δούλος. Πάνω και από το παιδί σου έχεις εμένα».
Από πού αντλούσε τόση δύναμη ο Αβραάμ; Μας εξηγεί ο απόστολος Παύλος·
«Περίμενε νοσταλγικά να κατοικήσει μόνιμα και παντοτινά στην επουράνια πόλη, που έχει αδιάσειστα θεμέλια, που τεχνίτης και δημιουργός της είναι ο Θεός».
Δηλαδή η καρδιά του είχε ξεκολλήσει από τα γήινα. Ο νους του ήταν στον ουρανό, κοντά στο Θεό, την άνω Ιερουσαλήμ, την αιώνια πόλη, την κτισμένη πάνω σε γερά θεμέλια, την τεχνουργημένη από τον ίδιο το Δημιουργό.
Να από πού αντλούσε το κουράγιο την πίστη και την αφοσίωση ο πιστός δούλος του Θεού.
Με το παράδειγμα του Αβραάμ ο απόστολος Παύλος παρηγόρησε τους εξ Εβραίων Χριστιανούς, για να μη δειλιάσουν, αλλά παρ’ όλες τις δοκιμασίες να μείνουν σταθεροί στην πίστη.
Και όχι μόνο εκείνους. Παρηγορεί και τον κάθε Χριστιανό κάθε εποχής, που δοκιμάζεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου