O Συνεορτασμός του Πάσχα.
του Χαράλαμπου Βουρουτζίδη
Τό κέντρο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐφθάρη!
Ἄρχοντες παράνομοι κατά τῆς Ὀρθοδοξίας πονηρά βουλεύονται.
Βάπτεται κάλαμος ἀποφάσεως παρά κριτῶν ἀδίκων
Μέ πρόσχημα τή συμπλήρωση 1700 χρόνων ἀπό τή σύγκληση τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου στή Νίκαια ὁ Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαῖος μελετᾶ καί βουλεύεται τήν παράδοση τῶν Πατρίων καί τόν συνεορτασμό τοῦ Πάσχα μέ τούς αἱρετικούς Παπικούς στά πλαίσια τοῦ «βιωμένου Οἰκουμενισμοῦ»!
Ἡ προοπτική «ἑνώσεως» τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέ τούς Λατίνους ὑπῆρξε ὁ μύχιος πόθος πολλῶν Προκαθημένων «ἐκ τῶν ἀσθενῶν τῇ γνώμῃ καί τῇ πίστει χλιαρῶν» στήν Πατριαρχική ἕδρα τῆς Βασιλεύουσας τῶν Πόλεων. Πατριάρχες μέ πάσχουσα τήν προσήλωσή τους στό Ὀρθόδοξο Δόγμα, καθώς ἐπηρεάστηκαν ἀπό τίς λατινικές ἢ προτεσταντικές κακοδοξίες, ὡς ἐξέχοντα μέλη Μασονικῶν Στοῶν πρωτοστάτησαν στήν ἐκκλησιαστική κακοένωση Ἀνατολῆς καί Δύσης.
Πατριάρχες καί Μητροπολίτες πού, ἀντί νά προστατεύουν τό λογικό ποίμνιο τοῦ Κυρίου κατά τήν προτροπή καί τό λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καί παντί τῷ ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς τό Πνεῦμα τό ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τήν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ, ἥν περιεποιήσατο διά τοῦ ἰδίου αἵματος», ἀναζήτησαν καί ἐφευρίσκουν τρόπους διαφθορᾶς καί ἀπώλειας τοῦ ἁγίου Ἀμπελῶνος μέ τή δημιουργία καί διεύρυνση νεώτερων καί παλαιῶν ρηγμάτων στή μάντρα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ρῆγμα παλαιό, πληγή πού οἱ θεοφόροι Πατέρες τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου κατάφεραν καί θεραπεύσουν, ὑπῆρξε ὁ χρόνος ἑορτασμοῦ τῆς ἡμέρας πού «Χριστός ὁ Θεός, ἐκ θανάτου πρός ζωήν καί ἐκ γῆς πρός οὐρανόν, ἡμᾶς διεβίβασεν».
Ὅσοι ἐκκλησιαστικοί ταγοί ἐκπίπτουν τοῦ φωτός καί τό σκότος ἐνδύονται αὐτό τό ρῆγμα ἀνασκάπτουν, αὐτό τό θεραπευμένο ἕλκος ἐπιχειροῦν νά καταστήσουν πυορροοῦσα πληγή. Πατριάρχες καί ἐπίσκοποι πού ἐδουλώθηκαν αἰσχρῶς στό θέλημα καί στό πνεῦμα «τοῦ παρόντος αἰῶνος τοῦ ἀπατεῶνος» ἔγιναν διαπρύσιοι κήρυκες τῆς παναίρεσης τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Μέ περίσσια θράσους μερικοί καινοτομοῦν, καί ἄλλοι, ὡς διάδοχοι τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὑποκρίνονται τούς «ὑπερασπιστές» τοῦ ἀκηράτου καί ἀρχαιοπαραδότου φρονήματος τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐνῶ στήν πραγματικότητα εἶναι «λύκοι βαρεῖς μή φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου».
Μέ πρόσχημα τά ἀφόρητα δεινά πού προέκυψαν στήν ἀνθρωπότητα ἀπό τόν Α´ Παγκόσμιο Πόλεμο ὁ μασόνος καί ὑπερασπιστής τῶν προτεσταντικῶν θεολογικῶν κακοδοξιῶν τοποτηρητής τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου Μητροπολίτης Προύσης Δωρόθεος πρότεινε τόν Ἰανουάριο τοῦ 1919 κατά τό πρότυπο τῆς «Κοινωνίας τῶν Ἐθνῶν» τή δημιουργία τῆς «Κοινωνίας τῶν Ἐκκλησιῶν», πού εἶναι ὁ πρόδρομος καί ἡ φύτρα τοῦ Παγκόσμιου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν. «…Τό βαρυσήμαντον ἄγγελμα… ἑνώσεως τῶν διαφόρων χριστιανικῶν Ὁμολογιῶν πρός σχηματισμόν “Κοινωνίας Ἐκκλησιῶν” πρέπει [δήλωσε ἐν Συνόδῳ ὁ Προύσης Δωρόθεος] νά προέλθῃ [ὅπως καί κάθε κακοδοξία καί κακοπραξία τά νεότερα χρόνια] ἐκ τῆς ἐν τῇ Ἀνατολῇ μεγάλης Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως»! Ἡ σύμπηξη «τοιαύτης τινός τουλάχιστον τό κατ᾽ ἀρχάς συναφείας καί κοινωνίας μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν … οὐκ ἀποκλείεται ὑπό τῶν ὑφισταμένων μεταξύ αὐτῶν δογματικῶν διαφορῶν [ἐνῶ πέραν τῆς ἀντιμετωπίσεως πρακτικῶν ἐκκλησιαστικῶν ζητημάτων θά εἶναι χρήσιμη εἰς τήν] διευκόλυνσιν τῆς πλήρους ποτέ, σύν Θεῷ, καί εὐλογημένης ἑνώσεως»! δήλωσε ὁ μασόνος τοποτηρητής τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου Μητροπολίτης Δωρόθεος.
Ἀπό τό 1582, πού ὁ Ρώμης Γρηγόριος ΙΓ´ καθιέρωσε τό ὁμώνυμο ἡμερολόγιο προτρέποντας τόν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ἱερεμία Β´, τόν ἐπιλεγόμενο Τρανό, νά τό ἀποδεχθεῖ, ὑπῆρξαν Μητροπολίτες ὅπως ὁ Φιλαδελφείας Γαβριήλ Σεβῆρος πού συνέστησαν στή Μία Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία τήν ἀποδοχή τοῦ νέου ἡμερολογίου, ἀδιαφορώντας γιά τίς ἐπιπτώσεις πού θά προέκυπταν ἀπό τήν κραυγαλέα παράβαση τοῦ 7ου Κανόνα τῶν Ἀποστόλων, τοῦ 1ου Κανόνα τῆς Συνόδου τῆς Ἀντιόχειας καί τήν ἀγνόηση Διατάξεως τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, στή δογματική καί ἐκκλησιολογική βάση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἀπορρίπτοντας τήν παπική πρόταση υἱοθέτησης τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου, πού ὁ Πατριάρχης Ἱερεμίας Β´ ὁ Τρανός ὀνόμασε «παγκόσμιον σκάνδαλον», ἔγραφε σέ συνοδική ἐπιστολή τῆς 20ῆς Νοεμβρίου τοῦ 1583: «Ἡ μέν Ἐκκλησία ἡμῶν διακρατεῖ τά παραδοθέντα αὐτῇ…Τό σεβάσμιον τοίνυν Πάσχα, ἐν ᾧ τό κεφάλαιον τῆς περί ἡμᾶς τοῦ Κυρίου οἰκονομίας ἐξείργασται, παρά τοῦ τε θείου Κλήμεντος διετάγη, καί παρά τῆς ἐν Νικαίᾳ Συνόδου καλῶς ἐθεωρήθη, κανόνιον τε ἄριστα συνετέθη αὐτοῖς αἰώνιον… Οὐ γάρ ὑπέρτεροι κανόνων ἡμεῖς, δι᾽ ὅ πολλοί τῆς εὐθείας ἐξετράπησαν… Σύμπας τῶν Ἁγίων Πατέρων χορός σκοπόν ἔχει περί τούτου, οὐχί περί θεωρημάτων μαθηματικῶν, ἀλλά περί Χριστοῦ μαθημάτων, τοῦ μή συνεορτάσαι τοῖς Ἰουδαίοις». Ἡ ἐνδημοῦσα Σύνοδος στό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως τό 1593 ὑπό τήν προεδρία τοῦ Πατριάρχου Ἱερεμία Β´ καί παρουσίᾳ τῶν Πατριαρχῶν Ἀλεξανδρείας Μελέτιου Πηγᾶ καί τοῦ Ἱεροσολύμων Σωφρονίου ὅρισε ὅτι: «Ἀσάλευτον διαμένειν βουλόμεθα τό τοῖς Πατράσι διορισθέν περί τοῦ Ἁγίου Σωτηρίου Πάσχα ἔχειν… Εἰ δέ τις τῶν προεστώτων τῆς Ἐκκλησίας Ἐπίσκοπος ἢ Πρεσβύτερος ἤ Διάκονος… ἰδιάζειν καί μετά τῶν Ἰουδαίων ἐπιτελεῖν τό Πάσχα, τοῦτον ἡ Ἁγία Σύνοδος ἐντεῦθεν ἤδη ἀλλότριον ἔκρινε τῆς Ἐκκλησίας»!
Ἀπό τήν ἀπόρριψη τοῦ παπικοῦ ἡμερολογίου ὑπό τῆς Συνόδου τοῦ Κωνσταντινουπόλεως ἐπί Ἱερεμία Β´ πέρασε χρόνος μεγαλύτερος τῶν τεσσάρων αἰώνων, γιά νά βρεθεῖ στό θρόνο τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου ὁ μασόνος Πατριάρχης Ἰωακείμ ὁ Γ´, ὁ φέρων τήν ἐπωνυμία «Μεγαλοπρεπής», πού μέ Πατριαρχική καί Συνοδική ἐπιστολή του στίς 12 Ἰουνίου τοῦ 1902 πρός τίς Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες ζήτησε κατ᾽ ἀρχάς Συνοδική γνώμη γιά τό ἐάν ἀποδέχονται τούς Παλαιοκαθολικούς σέ πλήρη ἕνωση μέ τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ὅμως, στήν ἐπιστολή αὐτή ὁ Πατριάρχης Ἰωακείμ ὁ Γ´ «πρός ἀγλαωτέραν καί δαψιλεστέραν θρησκευτικήν καρποφορίαν!» βάζει δόλια καί πονηρά ἐρωτήματα «περί κοινοῦ ἑορτολογίου… ἀποδοχῆς τοῦ Γρηγοριανοῦ… καί περί τῆς κατ᾽ ἀναγκαίαν ἀκολουθίαν μεταστάσεως τοῦ καθ᾽ ἡμᾶς ἐκκλησιαστικοῦ ἡμερολογίου… ὡς εὐοίωνον ἀπαρχήν τῆς ἐλπιζομένης καί ποθητῆς παγκοσμίου χριστιανικῆς ἑνότητος».
Ἡ ἀρνητική ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ἀπάντηση στό ἐρώτημα περί ἀλλαγῆς τοῦ ἡμερολογίου πού ἔθετε ἡ Πατριαρχική καί Συνοδική ἐπιστολή τοῦ Πατριάρχου Ἰωακείμ τοῦ Γ´ ὑποχρέωσε τόν μασόνο Πατριάρχη νά δηλώσει μέ ἐπιστολή του πρός τούς προκαθημένους τῶν Ἐκκλησιῶν πώς: «Περί δέ τοῦ καθ᾽ ἡμᾶς ἡμερολογίου τοιαύτην ἔχομεν γνώμην· αἰδέσιμον εἶναι καί ἔμπεδον τό ἀπό αἰώνων μέν ἤδη καθωρισμένον, κεκυρωμένον δέ τῇ διηνεκεῖ τῆς Ἐκκλησίας πράξει Πασχάλιον, καθ᾽ ὅ τήν Λαμπροφόρον τοῦ Κυρίου Ἀνάστασιν ἑορτάζειν δεδιδάγμεθα τῇ πρώτῃ Κυριακῇ τῇ μετά τήν πανσέληνον τῆς ἑαρινῆς ἰσημερίας, ἤ συμπιπτούσῃ ἤ μεθεπομένῃ, ὡς οὐκ ἐξόν περί τοῦτο καινοτομῆσαι· τό δέ παραφυλάσσοντας τό Ἰουλιανόν ἡμερολόγιον καί ἑορτολόγιον ἡμῶν ἀμετακίνητον, ὑπερπηδῆσαι μόνον 13 ἡμέρας, ὥστε συμπίπτειν τάς μηνολογίας ἡμῶν τε καί τῶν τῷ ἑτέρῳ ἡμερολογίῳ κατακολουθούντων ἀνόητον καί ἄσκοπον εἶναι, τῆς μέν παραλείψεως τοσούτων ἡμερῶν ὑπ᾽ οὐδενός ἐπιβαλλομένης λόγου, οὔτε ἐκκλησιαστικοῦ οὔτε ἐπιστημονικοῦ… Ἀλλά καί τό μεταρρυθμίσαι τό Ἰουλιανόν ἡμερολόγιον, ὡς δῆθεν ἐπιστημονικῶς ἀνακριβές καί τό μέσον πολιτικόν ἔτος καταστῆσαι οὕτω συμφωνότερον τῷ τροπικῷ, πρόωρον, τό γε νῦν, καί ὅλως περιττόν ἡγούμεθα· ἡμεῖς τε γάρ οὐδαμῶς ἀπό ἐκκλησιαστικῆς ἀπόψεως ὑποχρεούμεθα μεταλλάττειν ἡμερολόγιον…». Ὀκτώ χρόνια ἀργότερα καί, παρά τήν ἀρνητική ἀπόφαση ἀλλαγῆς τοῦ ἡμερολογίου ἀπό τήν ἐνδημοῦσα Σύνοδο τοῦ 1593 καί τή σαφέστατη δήλωση τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ἰωακείμ Γ´ πρός τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ὅτι «οὐδαμῶς ἀπό ἐκκλησιαστικῆς ἀπόψεως ὑποχρεούμεθα μεταλλάττειν ἡμερολόγιον», ὁ μασόνος καί τοποτηρητής τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου Μητροπολίτης Προύσης Δωρόθεος σέ Διάγγελμα τόν Ἰανουάριο τοῦ 1920 «πρός τάς ἁπανταχοῦ Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ» κάνει σαφέστατη τήν πρόθεση τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως: «διά τῆς παραδοχῆς ἑνιαίου ἡμερολογίου πρός ταυτόχρονον ἑορτασμόν τῶν μεγάλων χριστιανικῶν ἑορτῶν ὑπό πασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν»!
Στήν Ἑλλάδα ὁ περιβόητος μασόνος Ἀρχιεπίσκοπος Μελέτιος Μεταξάκης ὑποστηρίζει ὅτι «τό μόνον πρόσκομμα, ὅπερ παρουσιάζεται εἰς τό ζήτημα [ἀλλαγῆς τοῦ ἡμερολογίου] εἶναι ἡ διάταξις τοῦ σχετικοῦ Ἀποστολικοῦ Κανόνος μή τελεῖν μετά Ἰουδαίων τό Πάσχα καί μή πρό τῆς ἑαρινῆς ἰσημερίας μετά Ἰουδαίων», ζήτημα πάντως, κατά τή γνωμάτευση «εἰδικῆς» ἐπιτροπῆς πού συνέστησε, τό ὁποῖο «δέν προσκρούει σέ δογματικούς καί κανονικούς λόγους»! Τόν πολυσυζητημένο γιά τά ἔργα καί τίς ἡμέρες του μασόνο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν Μελέτιο Μεταξάκη διαδέχθηκε ὁ ἐκλεγμένος ἀπό ἀριστίνδην Σύνοδο καί μοιχεπιβάτης στήν Ἀρχιεπισκοπή μασόνος καθηγητής Πανεπιστημίου Χρυσόστομος Α´ Παπαδόπουλος, πού κατά τήν ἐνθρόνισή του ὑποστήριξε: «Ζητοῦντες δέ τήν ἕνωσιν τῶν λοιπῶν Ἐκκλησιῶν καί χριστιανικῶν κοινοτήτων μετά τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δέον, πρό παντός νά ἐπιδιώξωμεν τήν πραγματικήν ἑνότητα καί ἀδιάλειπτον ἐπικοινωνίαν καί συναντίληψιν τῶν δογματικῶς συνηνωμένων αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν (καί στή συνέχεια γιά τήν) συνεργασίαν καί ἀλληλεγγύην (μετά τῶν ἑτεροδόξων)δέν εἶναι ἀναγκαία ἡ δυσεπίτευκτος, δυστυχῶς, δογματική ἕνωσις, διότι ἀρκεῖ ἡ ἕνωσις τῆς ἀγάπης τῆς χριστιανικῆς, ἥτις, ἄλλως τε, δύναται νά προλειάνη τήν ὁδόν πρός τήν τελείαν ἕνωσιν τήν πρός τό πνεῦμα τοῦ χριστιανισμοῦ ἀνταποκρινομένην». Ὁ Ἀθηνῶν Χρυσόστομος Α´ Παπαδόπουλος, πού, ὡς καθηγητής, «ἀπεφάνθη ὅτι ἡ μεταρρύθμισις τοῦ ἡμερολογίου ἐν γένει δέν προσκρούει οὔτε εἰς δογματικούς οὔτε εἰς τούς κανονικούς λόγους…!» πρότεινε, χωρίς καμία συνεννόηση μέ τίς ὑπόλοιπες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, τήν προσθήκη 13 ἡμερῶν στό Ἰουλιανό ἡμερολόγιο ἀντιγράφοντας πρόταση τοῦ Μητροπολίτη Βιζύης Ἀνθίμου σέ ἐπιτροπή τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.
Ὅπως τό 1204 τήν «πύλη τῆς Γυρολίμνης» στήν Κωνσταντινούπολη ἀνέλαβε νά ἀνοίξει στούς Λατίνους ὁ προδότης αὐτοκράτορας Ἀλέξιος Δ´, μετά ἀπό ἑπτά αἰῶνες ἄνοιξαν καί πάλι στούς «προπομπούς τοῦ Ἀντιχρίστου» τίς Πύλες τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως οἱ μασόνοι Πατριάρχες Μελέτιος Δ´ ὁ Μεταξάκης καί, ὁ πρωτοστάτης τῆς παναίρεσης τοῦ ἐκκλησιομάχου οἰκουμενισμοῦ Ἀθηναγόρας ὁ Α´ ἐνῶ, ὁ «Μέγας τῆς Οἰκουμένης καί Ἄκρος Ἀρχιερεύς»!!!, ὁ «πρῶτος ἄνευ ἴσων»!, Βαρθολομαῖος Ἀρχοντώνης τίς κρατᾶ ὀρθάνοικτες. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πυρπολεῖται ἀπό τούς «ὑπερασπιστές» της! πού κανοναρχοῦνται «ἀπό σοφίας ἐπιγείου, ψυχικῆς καί δαιμονιώδους». Ἡ ἕνωση τῶν «Ἐκκλησιῶν» εἶναι ἡ δαιμονιώδης ἀποστολή τους. Στόχος τῶν διαιρετῶν, τῶν ἐμπρηστῶν, τῶν ληστῶν τῆς ἁμαρτίας ἡ παράδοση τῆς φιλτάτης Ὀρθοδοξίας, τό δόσιμο «τῶν ἁγίων τοῖς κυσί».
Ὁ ἀπό Ἀθηνῶν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως μασόνος Μελέτιος ὁ Δ´ «ἱκανοποιώντας ἁμαρτωλές θελήσεις καί ἰδιοτελεῖς ἐπιθυμίες ἀλλόδοξων ἐκκλησιῶν καί μυστικῶν ἑταιρειῶν» ὀργάνωσε στή Βασιλεύουσα τό Μάϊο-Ἰούνιο τοῦ 1923 «Πανορθόδοξον Συνέδριον», στό ὁποῖο ἔστειλαν ἀντιπροσώπους μόνον οἱ Ἐκκλησίες τῆς Ρωσίας, Ρουμανίας, Κύπρου καί Ἑλλάδος!
Τό χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως τήν 1η Ἰουνίου τοῦ 1923 ἔδιωξε κακήν κακῶς τόν «θλιβερᾶς μνήμης» πατριάρχη Μελέτιο Δ´ Μεταξάκη, ὅμως ἡ ζημιά στήν Ἐκκλησία ἀπό τίς ἀποφάσεις τοῦ «Πανορθοδόξου Συνεδρίου», σῶμα ἀντικανονικό, χωρίς καμία αὐθεντία στή συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, εἶχε προκληθεῖ.
Τά Πατριαρχεῖα Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας καί Ἱεροσολύμων, ὅπως καί οἱ σλαβόφωνες Ἐκκλησίες ἀπέρριψαν «τάς ἀποφάσεις (τοῦ παρανόμου «Πανορθοδόξου Συνεδρίου») συλλήβδην πάσας», ἐνῶ τό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως «ἀπεδέξατο καί ἐνέκρινεν ὡς ἔχουσιν πάσας τάς ἀποφάσεις τοῦ Π.Σ.» πού, σήμερα, ὁ π. Βαρθολομαῖος ἔχει ὡς χρυσό ὁδηγό του γιά τό οἰκουμενιστικό του ἔργο. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἀπό τίς ἀποφάσεις τοῦ Π.Σ. δέχθηκε μόνο τήν ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου, διότι τό «Πανορθόδοξο Συνέδριο», ὡς μή ὄφειλε, «ἀποφάσισε» γιά μιά σειρά ἀπό σοβαρότατα θέματα, μεταξύ τῶν ὁποίων ὁ δεύτερος γάμος τῶν κληρικῶν, ἡ προτεραιότητα τῶν μυστηρίων γάμου καί ἱερωσύνης καί, μεταξύ ἄλλων, ὁ ἑορτασμός τῆς 1600ης ἐπετηρίδος τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τό 1925. Τώρα ἑκατό χρόνια ἀργότερα, τό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως ἑτοιμάζεται νά γιορτάσει μέ κοινό ἑορτασμό τό Πάσχα τοῦ 2025 μέ τούς Παπικούς!
Τό μασόνο Μελέτιο Δ´ Μεταξάκη διαδέχθηκε στόν Οἰκουμενικό Θρόνο ὁ Γρηγόριος Ζ´ Ζερβουδάκης πού ἀποδέχθηκε τό Γρηγοριανό ἡμερολόγιο καί μετά ἀπό αὐτόν ἄλλοι πέντε Πατριάρχες πού, πάντως, ἐξ αἰτίας τοῦ Β´ Παγκοσμίου Πολέμου δέν προώθησαν μέ ἐνθουσιασμό τά σχέδια τῶν οἰκουμενιστῶν, γι᾽ αὐτό καί οἱ Ἀμερικανοί προκάλεσαν, ὅταν ὁμαλοποιήθηκαν μετά τόν μεγάλο Πόλεμο οἱ συνθῆκες, τήν παραίτηση τοῦ Πατριάρχη Μαξίμου Ε´ ἀνεβάζοντας στόν Οἰκουμενικό θρόνο τόν περιώνυμο μασόνο Ἀθηναγόρα Α´, πού ὑπῆρξε περισσότερο μεθοδικός στήν ἐπιβολή τοῦ κακοῦ στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀπό τούς μασόνους προκατόχους του, ἀλλά ὄχι στό βαθμό πού διαπρέπουν οἱ διάδοχοί του. Ὁ μασόνος π. Ἀθηναγόρας, διπρόσωπος καί πλάνος, ἐνῶ στίς ὁδηγίες τῆς Ὀρθοδόξου ἀντιπροσωπείας στό Π.Σ.Ε. στήν Λούνδη τό 1952 ὅριζε νά μήν «ἀναμιχθῆ εἰς δογματικάς συζητήσεις», διότι «ἐν τῇ Ἑλληνικῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ αἱ ἀτομικαί θεολογικαί γνῶμαι δέν ἔχουν ἀφ᾽ ἑαυτῶν καμμίαν ἀπολύτως ἀξίαν. (Ἀφοῦ) μόνον ἡ ὅλη Ἐκκλησία, Κλῆρος καί λαός, καί πρό παντός ἡ Ἱεραρχία αὐτῆς, τό σύνολον τῶν ἐπισκόπων αὐτῆς, ἐκφραζομένων οὐχί ἀτομικῶς ἀλλ᾽ ἐν ἱεραῖς Συνόδοις ὑπό τήν ἐπιστασίαν τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ἐκφράζει καί διατυποῖ τήν διδασκαλίαν τῆς πίστεως αὐτῆς», στήν πράξη, ὡς συνεργός τοῦ δαίμονα τῆς κακίας, ὡς διδάσκαλος τῆς πονηρίας, ὡς κενόδοξος υἱός τῆς ἀπειθείας μόνος αὐτός, χωρίς τή γνώμη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, προέβη αὐθαίρετα στήν ἄρση τῶν ἀναθεμάτων μέ τόν πάπα Παῦλο Στ´ τό Δεκέμβριο τοῦ 1965.
Παρά τίς προσπάθειες τῶν μασόνων Πατριαρχῶν Κωνσταντινουπόλεως καί τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Χρυσοστόμου Α´ Παπαδόπουλου τό ζήτημα ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα μέ τούς αἱρετικούς Λατίνους καί τίς προτεσταντικές παραφυάδες παρέμεινε στάσιμο. Οἱ Ὀρθόδοξοι λαοί μέ παρρησία ὁμολογοῦσαν καί ὁμολογοῦν ὅτι «οὐ μετατίθεμεν ὅρια ἅ ἔθεντο οἱ πατέρες ἡμῶν, ἀλλ᾽ ἀποστολικῶς διδαχθέντες, κρατοῦμεν τάς παραδόσεις ἃς παρελάβομεν».
Τό 1960 τήν εὐθύνη διάβρωσης τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μαζί μέ τούς πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως συνεπωμίζεται τό Βατικανό, πού γιά μιά ἀκόμη φορά ἀναλαμβάνει μέ τούς μηχανισμούς του νά προωθήσει τόν συνεορτασμό «τῆς κλητῆς καί ἁγίας ἡμέρας». Ὁ μασόνος Πατριάρχης Ἀθηναγόρας Α´ υἱοθετεῖ τό στόχο τῆς Β´ Βατικανικῆς Συνόδου καί προτείνει, χωρίς τή γνώμη τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, αὐθαίρετα καί ἀνερυθρίαστα, ἡ δεύτερη Κυριακή τοῦ μήνα Ἀπρίλη νά θεσμοθετηθεῖ ὡς ἡμέρα κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα μεταξύ τῶν αἱρετικῶν παπικῶν καί Ὀρθοδόξων χριστιανῶν!
Τόν Πατριάρχη Ἀθηναγόρα Α´ διαδέχθηκε ὁ εὐεπηρέαστος ἀπό τόν «κακογέροντα» Χαλκηδόνος Μελίτωνα Πατριάρχης Δημήτριος Α´, πού, ὁ τάλας, ὅταν τό 1975 συνέπεσε ἡ Ἀναστάσεως ἡμέρα τῶν Ὀρθοδόξων χριστιανῶν μέ τό «πάσχα» τῶν Λατίνων, ἐπαναπρότεινε στό Βατικανό τήν πρόταση τοῦ προκατόχου του νά συνεορτάζουν οἱ Φαναριῶτες μέ τούς Παπικούς σταθερά τή δεύτερη Κυριακή κάθε Ἀπρίλη μήνα τό «φάσκα», ἀρχῆς γινομένης ἀπό τό 1975.
Τόν πατριάρχη Δημήτριο Α´ διαδέχθηκε ἡ μεγάλη ἐλπίδα τῶν οἰκουμενιστῶν, ὁ ὑλομανής Βαρθολομαῖος (Δημήτριος) Ἀρχοντώνης, πού στασιάζει πρός τά παραδοθέντα ὑπό τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Οἰκουμενισμός «τό ἐκτός τοῦ περιβόλου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας κυοφορηθέν τοῦτο καί ξενίζον ὕπουλον πνεῦμα, τό ὀλεθρίως ἐπιδρῶν ἐπί τῶν ἀπαιδεύτων καί τῶν παιδευθέντων τήν κατά κόσμον μόνον σοφίαν, πάντα προφασιζόμενον καί πάσῃ μηχανῇ καί μεθοδείᾳ χρώμενον κοσμικαῖς ὑπηρετεῖ τάσεσι καί ἐν τῷ περιβόλῳ τῆς τοῦ Θεοῦ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας σπέρματα παρεισάγει ἐνεργείας ἐπικρατήσεων λαϊκῶν ὑποθέσεων» διά τοῦ Βαρθολομαίου Ἀρχοντώνη πού «τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ ἀτεχνῶς θεραπαινίδα καί ὄργανον κοσμικῶν σκοπῶν καί πολιτικῶν προγραμμάτων καταστήσειν ἐπαγωνίζεται», προκαλεῖ τό μεγάλο σχίσμα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέ τή δαιμονική παρέμβαση τοῦ Κωνσταντινουπόλεως στήν Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας.
Αὐτός ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος μέ ξένο καί ὀθνεῖο πνεῦμα διατάραξε τήν εἰρήνη καί εὐστάθεια τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησιῶν συμπροσευχόμενος μέ αἱρετικούς καί ἀποκαλώντας «τούς προπάτορες ἡμῶν, τούς Ἁγίους (τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας) ἀτυχῆ θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως, τοῦ διαβόλου» ἔτι δέ «τάς ἀκηράτους διατάξεις καί τά σωτήρια διδάγματα τῆς παλαιᾶς καί αἰδεσίμου ἀρχαιότητος, τό θεμέλιον καί οὐσιωδέστατον γνώρισμα τῆς Ὀρθοδοξίας (πού συγκροτεῖ) τό ὅλον αὐτῆς κανονικό καί διοικητικό οἰκοδόμημα «τό μή κινεῖν ὅρια αἰώνια, ἅ οἱ Πατέρες ἡμῶν ἔθεντο» ὁ π. Βαρθολομαῖος «ἀπό σοφίας ἐπιγείου, ψυχικῆς καί δαιμονιώδους» ὑπονομεύει ὀνομάζοντας τούς «Ἱερούς Κανόνας τείχη τοῦ αἴσχους τά ὁποῖα πρέπει νά γκρεμίσουμε»!
Περισσότερο ἀπό τούς μασόνους προκατόχους του ὁ π. Βαρθολομαῖος ἀγάπησε τήν ἐξουσία ἢ τήν Ἐκκλησία. Ἐπιθύμησε τή δόξα τοῦ μεταρρυθμιστή Μεταξάκη Δ´, τή φήμη τοῦ ἀνατροπέα τῆς Τάξεως καί Παραδόσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας Ἀθηναγόρα Α´ καί, ὑπερβάλλοντας γιά χάρη κοσμικῶν, πολιτικῶν, κοινωνικῶν καί οἰκουμενιστικῶν σκοπῶν συμφώνησε μέ τούς Λατίνους, ἐρήμην τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, νά πετύχουν τό στόχο τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ «πάσκα», ὡς πρῶτο βῆμα τῆς κακοένωσης φαναριωτῶν καί παπικῶν μέσα στόν χρόνο τοῦ τρέχοντος αἰῶνος.
Ὁ π. Βαρθολομαῖος στρατευμένος στούς στόχους τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀδιαφορεῖ γιά τό Ὀρθόδοξο Δόγμα καί τίς συνέπειες πού θά προκύψουν ἀπό τήν παράβασή του. Νομίζει πῶς, δημιουργώντας τετελεσμένα ὅπως οἱ μασόνοι προκάτοχοι τοῦ Μεταξάκη Δ´ μέ τό «Πανορθόδοξο Συνέδριο», Ἀθηναγόρας ὁ Α´ μέ τήν ἄρση τῶν ἀναθεμάτων καί αὐτός μέ τήν κακοσύνοδο στό Κολυμπάρι πού ὀνόμασε «ἁγία», ἀλλά πού ἀπέναντι στή Συνείδηση τοῦ χριστεπώνυμου πληρώματος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας δέν ἔχει καμία αὐθεντία, ἀφαιρεῖ λίθους ἀπό τήν ὀρθόδοξη οἰκοδομή πού κάποτε, κατά τήν προσδοκία του θά πέσει, δυστυχῶς, ὅμως γιά αὐτόν, στήν κεφαλή του.
Δέν εἶναι «ἀκίνδυνον διασείεσθαι καί διασαλεύεσθαι τό ἀπό Συνόδων Οἰκουμενικῶν καί Ὅρων Πατέρων ἀποπηγάζον σεμνόν καί ἱερώτατον σύστημα τῶν ἁγιωτάτων Πατριαρχικῶν Ἐκκλησιῶν, ὧν καί τά θεμέλια ἀποστολικά καί ὁ διά εἴκοσι αἰώνων βίος τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας ἣν περιεποιήσατο ὁ Θεός διά τοῦ ἰδίου αἵματος, πόνοις ἀτρύτοις καί μόχθοις καί ἀγῶσιν ἀνεκδιηγήτοις καί αἵμασιν μαρτυρικοῖς ἐσφυρηλάτηται…».
Οἱ Πατέρες τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου φιλάνθρωποι καί μέ γνώμονα τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας μετά τήν «καταδίκη τοῦ Ἀρειανισμοῦ καί (τή) θετική διατύπωση τῆς ὀρθοδόξου δογματικῆς διδασκαλίας περί τοῦ δευτέρου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος» ἀπέφυγαν νά συμπεριλάβουν τήν ἀπόφαση τῆς Συνόδου περί τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα στούς Ἱερούς Κανόνες, ἀπόφαση, ὅμως, πού οἱ Πατέρες τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Συνόδου ὀνομάζουν «Ὅρον» καί «Πάντας τούς τολμῶντας παραλύειν τόν ὅρον τῆς ἁγίας καί μεγάλης συνόδου τῆς ἐν Νικαίᾳ… ἀκοινωνήτους καί ἀποβλήτους εἶναι τῆς ἐκκλησίας…» ὁρίζουν.
Ἐάν οἱ 318 θεοφόροι Πατέρες τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καθόριζαν ἀμέσως τό θέμα τοῦ ἑορτασμοῦ «τῆς ἁγίας ἑορτῆς τοῦ σωτηριώδους Πάσχα» ὡς δογματικό, ὅπως ἔκαναν οἱ Πατέρες τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Συνόδου μέ τόν Α´ Κανόνα, θά ἔπρεπε νά ἀναθεματίσουν τούς Τεσσαρασκαιδεκατίτες προκαλώντας ἕνα νέο σχίσμα μέ τούς κατά πάντα ὀρθοδόξως φρονοῦντας ἀδελφούς. Ἡ σοφία καί ἡ σύνεση τῶν θεοφόρων Πατέρων τῆς ἐν Νικαίᾳ Συνόδου δέν ἀποτελεῖ ἄλλοθι γιά τούς ὑπονομευτές τῶν Πατρίων καί Δογμάτων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Ὁ «Ὑπερδεδοξασμένος Χριστός ὁ Θεός ἡμῶν, ὁ φωστῆρας ἐπί γῆς τούς (ἐν Νικαίᾳ) Πατέρας ἡμῶν θεμελιώσας καί δι᾽ αὐτῶν πρός τήν ἀληθινήν πίστιν πάντας ἡμᾶς ὁδηγήσας», ὅρισε δι᾽ αὐτῶν «Ὅρον» ἑορτασμοῦ τῆς ἐνδόξου Ἀναστάσεώς Του, πού προσεγγίζει σέ ἀξία τούς δογματικούς ὅρους τῆς πίστεως. Ὁ συνεορτασμός τοῦ Πάσχα μέ τούς αἱρετικούς Ἰταλούς καί τήν πλειάδα τῶν προτεσταντικῶν αἱρέσεων εἶναι, βέβαια, ὁ κυρίαρχος στόχος τῆς παναίρεσης τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὅμως ἡ ἀλλαγή ἀκόμη καί ἑνός ἐκ τῶν τεσσάρων προϋποθέσεων πού ἔθεσαν οἱ Πατέρες τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἐπειδή ἐπηρεάζει τήν ὑπάρχουσα κανονική τάξη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀντίκειται πρός τή δογματική διδασκαλία. «Οὐδείς δικαιοῦται, ἄνευ πανορθοδόξου ἀποφάσεως, νά μεταβάλῃ τόν Πασχάλιον Κανόνα, ἤτοι νά παραβιάσῃ τήν περί ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα διάταξιν τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου…» εἶχε ἀποφανθεῖ ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τόν Μάρτιο τοῦ 1924, διότι γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὁ ἑορτασμός τοῦ Πάσχα εἶναι λειτουργικό καί ὄχι χρονολογικό ζήτημα.
Ὡς πρῶτο βῆμα στήν ἐπίτευξη τοῦ δαιμονικοῦ στόχου τῆς ἀπροϋπόθετης «ἕνωσης» τῶν «Ἐκκλησιῶν» ἀπό τό 1960 οἱ Παπιστές ἔθεσαν τόν κοινό ἑορτασμό τοῦ Πάσχα. Ἀπώτερος στόχος τους ἡ ἐπιδίωξη τῆς παναίρεσης τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ ἐπιβολή μιᾶς νέας «πίστης» ὡς ἔκφραση τῶν «Ἀβρααμικῶν θρησκειῶν», ὅπως ἔπραξαν τό 2022 πού ἑόρτασαν ἀπό κοινοῦ οἱ Παπιστές τό «πάσχα», οἱ Ἰουδαῖοι τό «πεσάχ» καί οἱ Μουσουλμᾶνοι τό Ραμαζάνι. Κατά τή διάρκεια τοῦ 21ου αἰώνα καί ἀρχῆς γινομένης ἀπό τό 2025 τό Πάσχα τῶν Ὀρθοδόξων θά συμπέσει 21 φορές μέ τό «φάσκα» τῶν Λατίνων.
Τί τό κοινό ὅμως ἔχουν οἱ Ὀρθόδοξοι χριστιανοί μέ τούς Λατίνους; Μήπως «τό αὐτό πνευματικό βρῶμα ἐσθίουσιν, καί πάντες τό αὐτό πόμα πνευματικόν πίνουσιν»; Ὁ αὐτός Χριστός γιά τούς Ὀρθοδόξους καί τούς αἱρετικούς; Τό «Ἀναστήτω ὁ Θεός, καί διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροί αὐτοῦ, καί φυγέτωσαν ἀπό προσώπου αὐτοῦ οἱ μισοῦντες αὐτόν», ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία γιά ποιούς τό βροντοφωνάζει, ἐάν ὄχι γιά τούς αἱρετικούς; Ὁ μόνιμος ἑορτασμός τοῦ Πάσχα μέ τούς αἱρετικούς Παπιστές πού, δυστυχέστατα, μέ δαιμονικό ζῆλο προωθεῖ τό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως ὡς τό πρῶτο βῆμα γιά τήν τάχα πολυπόθητη «ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν χωρίς προϋποθέσεις», θά ἔχει σάν ἀναπόδραστο ἀποτέλεσμα γιά τούς Ὀρθοδόξους τό συνεορτασμό τοῦ Πάσχα μέ τό «πεσάχ» τῶν Κυριοκτόνων καί, βεβαίως, τήν ἰσότιμη προβολή τῆς τερατουργούσας ποτέ Μωσαϊκῆς ράβδου μέ τήν «τοῦ θανάτου νέκρωση, τοῦ Ἅδου τήν καθαίρεση, τήν ἀρχή ἄλλης βιωτῆς αἰωνίου, τήν ἔνδυση τοῦ θνητοῦ μέ τήν εὐπρέπεια τῆς ἀθανασίας, τή διάβαση ἀπό τό θάνατο στή ζωή καί ἀπό τή γῆ στόν οὐρανόν, τήν Ἀνάσταση Χριστοῦ ἐκ τοῦ τάφου καί τή συνανάσταση τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων».
Οἱ θεοφόροι Πατέρες τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου μέ τό νά θεσπίσουν τόν Πασχάλιο Κανόνα αὐτήν τή σύγχυση νοημάτων καί γεγονότων σωτηρίου σημασίας γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους ἀποσόβησαν, ὥστε νά μή συγχέονται μέ συμβάντα ἱστορικῆς σημασίας γιά ἕνα μόνον λαό.
• Τό Πάσχα ἡμῶν ὑπέρ ἡμῶν ἐτύθη Χριστός καί ἡμᾶς ἐξηγόρασεν ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου
• Τό Πάσχα ἡμῶν πανηγυρίζομεν τοῦ Κυρίου τήν Καινήν Διαθήκην καί ὄχι νόμον Μωϋσέως
• Τό Πάσχα ἡμῶν δοξολογοῦμεν Ἀνάστασιν Κυρίου καί Θεοῦ, δέν χειροκροτοῦμε τερατουργήματα Μωσαϊκῆς ράβδου
• Τό Πάσχα ἡμῶν διαβαίνουμε ἀπό τό θάνατο πρός τή ζωή, δέν διασχίζουμε ρῆγμα θαλάσσης
• Τό Πάσχα ἡμῶν ἀκοῦμε τό ζείδωρο Λόγο τοῦ Κυρίου «Χαίρετε!» καί ὄχι τή λαλιά ἰσχνόφωνου ἡγέτη
• Τό Πάσχα ἡμῶν πίνουμε ὕδωρ ζωῆς καινόν ἐκ πηγῆς ἀφθαρσίας καί ὄχι ὑγρό ἐκ πέτρας ἀγόνου τερατουργούμενον
• Τό Πάσχα ἡμῶν ἐσθίομεν ἀμνό ἐξ Οὐρανοῦ καί ὄχι πρόβατο ἀγέλης
• Τό Πάσχα ἡμῶν σιτούμεθα ἄρτο Ζωῆς καί ὄχι ὀρτυγομήτρα
• Τό Πάσχα ἡμῶν ἀγγέλομεν Ἅδου νέκρωσιν καί ὄχι κατάλυσιν δυναστείας Αἰγυπτίων
• Τό Πάσχα ἡμῶν ἐπισιτίζουμε ἄρτο Οὐράνιο καί ὄχι τό μάννα ὅσων ἐκίνησαν τήν πτέρνα κατά τοῦ εὐεργέτου
• Τό Πάσχα ἡμῶν ἑορτάζουμε οἰκτίρμονος Θεοῦ τήν Ἀνάσταση καί ὄχι Φαραώ τήν ταπείνωση
• Τό Πάσχα ἡμῶν φῶς ἱλαρόν Ἁγίας Δόξης καί ὄχι σκότος ψηλαφητόν ἐπί γῆς Αἰγύπτου
• Τό Πάσχα ἡμῶν ἐκ θανάτου πρός Ζωήν καί ὄχι φυγή ἐξ Αἰγύπτου πρός Χαναναίαν γῆν
• Τό Πάσχα ἡμῶν ὁ τῆς δόξης Βασιλεύς εἰσελεύσεται εἰς Ἅδην καί ὄχι εἰς τομήν Πόντου Ἐρυθροῦ
• Τό Πάσχα ἡμῶν ὁ Ἀναστάς Κύριος ἐξελεύσεται τήν ἄπειρον ἀπαγόμενος τοῦ ἅδου αἰχμαλωσίαν καί ὄχι τήν ἐξ Αἰγύπτου ὁδοιπορίαν
• Τό Πάσχα ἡμῶν γεγόναμεν ἀϊδίου Ζωῆς μέτοχοι καί ὄχι προσκαίρου ἐλευθερίας κάτοχοι
• Τό Πάσχα ἡμῶν Ἀνέστη Χριστός καί τήν οἰκουμένην ἑαυτῷ συνανέστησε
• Τό Πάσχα ἡμῶν τέτρωται Ἅδης δέν διηρέθη θάλασσα
• «Τό Πάσχα ἡμῶν οἱ τῆς Μόνης Ἀληθείας τό αὐτό φρονοῦντες καί λέγοντες, οἱ τῆς Σοφίας Θεοῦ εὐσύνετοι, οἱ τοῦ Φωτός τῆς Ζωῆς ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημονοῦντες, οἱ τῆς Ὁδοῦ τῆς Ἀναστάσεως πάντες εὐθυποροῦντες, γεγόναμεν τοῦ Ἑνός ἕν, καί τῆς Τριάδος συμφυεῖς, καί ὁμόψυχοι καί ὁμότιμοι τοῦ Ἀναστάντος Θεανθρώπου».
Διό, ἑπόμενοι τοῖς θεοφόροις Πατράσι τῆς Ἑβδόμης Οἰκουμενικῆς Συνόδου διακηρύσσοομεν:
«τέκνα ὑπακοῆς ἐσμέν, καί ἐγκαυχώμεθα ἐν προσώπῳ μητρός τῇ παραδόσει τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας… Ἡμεῖς τούς θεσμούς τῶν Πατέρων φυλάττομεν. Ἡμεῖς τούς προστιθέντας τι, ἤ ἀφαιροῦντας ἐκ τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας ἀναθεματίζομεν… Ἡμεῖς δέ καί πάντα τῶν θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν τά δόγματα καί πράγματι κρατοῦντες κηρύσσομεν ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ, μηδέν προστιθέντες, μηδέν ἀφαιροῦντες τῶν ἐξ αὐτῶν παραδοθέντων ἡμῖν, ἀλλά τούτοις βεβαιούμεθα, τούτοις στηριζόμεθα…»
«Χριστός ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τά ἀμφότερα ἕν»
Περιοδικό Θεοδρομία, ἔτος ΚΕ´, τ. 3 (Ἰούλιος – Σεπτέμβριος 2023) 357-369
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου