Η ΟΥΝΙΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
Έρευνα: πρωτοπρεσβυτέρου
Δημητρίου Αθανασίου (χημικού)
ΜΕΡΟΣ-Γ
Άγιοι κατά της Ουνίας
Άγιος Μελέτιος Πηγάς: Ο κρητικός πατριάρχης συνομιλητής των
ετεροδόξων
Ο Μελέτιος Πηγάς γεννήθηκε στην πρωτεύουσα της νήσου Κρήτης
Χάνδακα ή Μέγα Κάστρον (σημερινό Ηράκλειον), το έτος 1549 από
γονείς ευσεβείς, ενάρετους και ευκατάστατους. Από παιδί ο Μελέτιος
εμφάνιζε επίδοση στα γράμματα. Φοίτησε κοντά σε σοφούς δασκάλους, μεταξύ των
οποίων συγκαταλέγεται ο περιώνυμος ιερομόναχος Μελέτιος Βλαστός.
Κοντά στο Βλαστό ο Μελέτιος διδάχθηκε την ελληνική και λατινική
γλώσσα, γραμματική, φιλοσοφία και ρητορική και παράλληλα πήρε από αυτόν όλα τα
στοιχεία της ηθικής και ελληνοπρεπούς συμπεριφοράς. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές
στην Κρήτη, σε ηλικία μόλις δέκα οκτώ ετών φτάνει στην πόλη Πατάβιο (σημερινή
PADOVA) για να φοιτήσει στο εκεί περίφημο Πανεπιστήμιο.
Στο Πανεπιστήμιο ο Πηγάς παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας και
θεολογίας και ιατρικής και νομικής. Παρά την αντορθόδοξη και αντεθνική
περιρρέουσα ατμόσφαιρα, ο Μελέτιος έμεινε ένας ακραιφνής ορθόδοξος και ένας
ανυποχώρητος πατριώτης. Να πούμε στο σημείο αυτό μια λεπτομέρεια, η οποία έχει
άμεση αναφορά προς το σήμερα. Στην εποχή του Πηγά αλλά και μέχρι το έτος 1963,
στα καθολικά Πανεπιστήμια επικρατούσε αυστηρά το εξής έθος: κανένας δεν
ελάμβανε δίπλωμα, αν προηγουμένως δεν ορκιζόταν πίστη στον Πάπα.
Από το έτος όμως 1963 και εξής, μετά δηλ. τη Σύνοδο του
Βατικανού Β΄, οι Ορθόδοξοι που συμβαίνει να φοιτούν σε καθολικά ποντιφικά
πανεπιστήμια δεν υποχρεώνονται πια να ομολογήσουν πίστη στον Πάπα.
Επανερχόμενοι όμως στο Μελέτιο Πηγά, έχουμε να πούμε ότι ούτε αρνήθηκε
την πάτρια πίστη ούτε ομολόγησε τα αιρετικά δόγματα του παπισμού, αλλά
αντίθετα, χωρίς δυσκολία αντιπαρήλθε τον πειρασμό και με οργή απέρριψε κάθε
βέβηλη σκέψη, την οποία υπαγόρευε ο οκταετής κόπος και η προσδοκία της
διδακτορικής περγαμηνής. Μπροστά στο μεγαλείο της Ορθοδοξίας όλα έχαναν την
αξία τους.
Με την άρνησή του να παράσχει λατινόφρονα ομολογία (όρκο στον
Πάπα) ανέδειξε τον εαυτό του ορθόδοξο ομολογητή, δίπλα στο μεγάλο όνομα του
αγίου Μάρκου του Ευγενικού. Η πρώτη αυτή ρήξη του Μελετίου προς τον παπισμό
σημάδευσε όλη την ταραχώδη ζωή του ηρωικού Κρητικού. Είναι πολύ χαρακτηριστικά
τα λόγια του Γ. Βαλέτα (Μελέτιος Πηγάς, Χρυσοπηγή, Αθήναι 1958 σ. 28): «Αυτή η
παλληκαριά του, αυτή η σκληρή δοκιμασία της συνείδησής του, εθνικής και
θρησκευτικής, άνοιξε μπροστά στα μάτια του νεαρού σπουδαστή όλο το σκοτεινό
βάθος του παπισμού και τον έκανε να βάλει σαν πρώτιστο σκοπό της ζωής του την
καταπολέμησή του και την απολύτρωση της πατρίδος από την καταστροφική επιρροή
του. Τότε διατυπώνει ένα πρόγραμμα ζωής• να ντυθή το ράσο και να γίνη
στρατιώτης της Ορθοδοξίας να σώση το νησί του και την Ελλάδα και όλη την
ορθόδοξη Ανατολή απ’ τον κίνδυνο του εκλατινισμού, που προκαλούσε τότε στους
μορφωμένους έλληνες χειρότερη ανησυχία και φόβο από τον τουρκικό ζυγό…».
Μετά από οκτώ χρόνια σπουδών στο εξωτερικό, επιστρέφει στην Κρήτη και ασπάζεται τον μοναχικό βίο, σε ηλικία είκοσι πέντε χρόνων κείρεται μοναχός στην κοινοβιακή Μονή της Αγκαράθου επί Σιλβέστρου Ηγουμένου, του μετέπειτα Πατριάρχη Αλεξανδρείας.
Πνεύμα ανήσυχο καθώς ήταν ο Μελέτιος δεν ήταν δυνατόν να
περιοριστεί διά βίου στο κελί του Μοναστηριού του. Βγήκε έξω από το Μοναστήρι
και άρχισε να περιτρέχει πόλεις και χωριά, να εμψυχώνει τους φοβισμένους
ορθοδόξους συμπατριώτες του, να αποκρούει με επιχειρήματα την παπική
προπαγάνδα. Ο βασικός άξονας της διδαχής του ήταν η πίστη στο Χριστό,
απαλλαγμένη κακοδοξιών, και η προσήλωση στα ιδεώδη του Έλληνα. Μετά την εκλογή
του Σίλβεστρου ως Πατριάρχη Αλεξανδρείας εγκαταστάθηκε στη Μονή Σινά,
επιθυμώντας να υπηρετήσει το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας.
Ως κληρικός του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, εργάστηκε από τη νέα
ιεραποστολική του θέση για την οργάνωση του κλήρου και του μοναχισμού, τον
οποίο φιλοδοξούσε να καταστήσει πρωταγωνιστή στους αγώνες υπέρ της ορθόδοξης
πίστης και των δικαίων του Έθνους. Όμως δεν έχει αφήσει το όραμα για την Ένωση
των χριστιανών. Έχει στραφεί προς τους προτεστάντες, οι οποίοι φαίνεται θέλουν
την επικοινωνία με επιφανείς Έλληνες θεολόγους, μεταξύ των οποίων και ο Μελέτιος
Πηγάς. Είναι η εποχή, κατά την οποία διεξάγονται μακρές διαπραγματεύσεις μεταξύ
του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμίου Β΄ και των διαμαρτυρομένων
θεολόγων του Πανεπιστημίου της Τυβίγγης.
Ο Μελέτιος με τις πολλές γνωριμίες που είχε συνάψει κυρίως με
επιφανείς ετεροδόξους θεολόγους με συζητήσεις και με αλληλογραφία προσπαθούσε
να τους πείσει πως η αλήθεια βρίσκεται στην Ορθοδοξία. Αλλά οι ζυμώσεις αυτές
δεν προσπόριζαν το ευκταίο αποτέλεσμα με τους διαμαρτυρομένους. Μπορείτε
να φαντασθείτε έναν Μελέτιο να έχει απέναντί του προτεστάντες αμετάπειστους και
λατίνους που λυσσομανούν ενάντια στην ορθόδοξη Ανατολή. Γράφει, κηρύττει,
συμβουλεύει. Μέχρι τον Αύγουστο του 1582 ο Μελέτιος δρα και εργάζεται στην
Αλεξάνδρεια. Μετά πηγαίνει στο Κάιρο, όπου εργάζεται ως επίτροπος του Πατριάρχη
Σίλβεστρου. Από εκεί τον βλέπουμε να προσκαλείται από τον αυτοκράτορα της
Ρωσίας στη Μόσχα.
Διερχόμενος από την Κωνσταντινούπολη παρακλήθηκε από τους
εδώ ορθοδόξους να παραμείνει και να εργαστεί υπέρ της χειμαζόμενης εκκλησίας.
Στην Κωνσταντινούπολη έμεινε τρία χρόνια, έως ότου κλήθηκε από τον Σίλβεστρο,
να αναλάβει τον θρόνο της Αλεξάνδρειας. Μετά το θάνατο του Σιλβέστρου το 1590,
ο Μελέτιος Πηγάς ανέλαβε τον Πατριαρχικό Θρόνο, κάτω από τις επιδοκιμασίες όλων
των πιστών. Άξιος της εκλογής του ο Μελέτιος με μετριοφροσύνη και με σύνεση
εξακολούθησε να εργάζεται στο νέο του πόστο. Με κατάλληλους χειρισμούς
προκάλεσε απόφαση του Σουλτάνου να απαλλάξει το Πατριαρχείο από τα δυσβάσταχτα
χρέη, ενώ με τους εράνους, ιδιαίτερα στην Κρήτη, ενίσχυσε τα οικονομικά του
Πατριαρχείου.
Αρχές του 1593 βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη, για να πάρει
μέρος στην ενδημούσα σύνοδο επί πατριαρχίας Ιερεμία Β΄. Στη Σύνοδο αυτή ο
Μελέτιος Πηγάς εισηγήθηκε την διακήρυξη στην εμμονή των Ορθοδόξων στις αποφάσεις
των Οικουμενικών Συνόδων, στην ανά έτος σύγκληση ενδημούσας συνόδου. Τότε
απεστάλη ο Συνοδικός Τόμος αναγνώρισης του Πατριαρχείου Μόσχας.
Το 1595 ο Πατριάρχης Μελέτιος Πηγάς έστειλε στην Πολωνία ως
πατριαρχικό Έξαρχο τον ανεψιό του Κύριλλο Λούκαρη, ο οποίος
συνεργάσθηκε με τον έξαρχο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, προκειμένου να
αντιμετωπίσουν την εξάπλωση της Ουνίας και του ρωμαιοκαθολικισμού. Να
σημειώσουμε πως εκείνη την εποχή η Πολωνία ήταν ένα μεγάλο σλαβικό κράτος που
εκτός από τη σημερινή Πολωνία περιλάμβανε επίσης την Πρωσία, την
Λευκορωσία, την Λετονία, την Λιβανία, λίγα τμήματα της Ρωσίας και μέρος
της Μικράς Ρωσίας, σημερινής Ουκρανίας η οποία υπαγόταν εκκλησιαστικώς στο
Οικουμενικό Πατριαρχείο. Όμως το 1597 ο Λούκαρης αναγκάζεται να αποδράσει από
την Πολωνία για να διαφύγει τη φυλάκιση και τη θανάτωσή του. Το έτος 1599
ο πατριάρχης Μελέτιος στέλνει και πάλι στην Πολωνία τον Λούκαρη όπου παρέμεινε
ως τις αρχές του 1601, ενώ κατόπιν μετέβη στη Μολδοβλαχία για να στηρίξει τους
εκεί χειμαζομένους από τους Λατίνους Ορθοδόξους.
Να προσθέσουμε ακόμα ότι ο Μελέτιος Πηγάς έδειξε ενδιαφέρον και
για τους Κόπτες της Αιγύπτου και της Αιθιοπίας και προσπάθησε να συσφίξει τις
σχέσεις τους με την Ορθόδοξη Εκκλησία. Μετά το θάνατο του Οικουμενικού Πατριάρχη
Ιερεμία Β΄ δέχθηκε προτάσεις να τον διαδεχθεί, αλλά το αρνήθηκε, προτιμώντας να
παραμείνει στην Αλεξάνδρεια. Διετέλεσε μόνο τοποτηρητής του Οικουμενικού Θρόνου
μεταξύ των ετών 1597 και 1598. Πέθανε το 1601, σε ηλικία 52 ετών.
Αν και στην αρχή διέκειτο φιλικά στην επαναπροσέγγιση Δυτικής
και Ανατολικής Εκκλησίας, εντούτοις στη συνέχεια αγωνίστηκε με ζήλο και
αποφασιστικότητα ενάντια στην παπική προπαγάνδα και επιρροή. Σώζεται μάλιστα
επιστολή, γραμμένη το 1583 προς το φίλο του λόγιο επίσκοπο Κυθήρων Μάξιμο
Μαργούνιο (1549-1602),στην οποία αναπτύσσει ανθενωτική επιχειρηματολογία,
παίρνοντας το μέρος του άλλου φίλου του, Γαβριήλ Σεβήρου. Να συμπληρώσουμε εδώ
ότι ο Γαβριήλ κατηγορούσε τον Μάξιμο επί λατινοφρονία.
Ανέπτυξε πλούσιο συγγραφικό έργο, μεταξύ του οποίου διακρίνονται
τα έργα: Περὶ τῶν ἀχράντων μυστηρίων, Περὶ Πάπα Κατήχησις, Ὀρθόδοξος Διδασκαλία, Στρωματεῖς, Κατά Λουθήρου καὶ Καλβίνου λόγος, Χρυσοπηγὴ.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν η αλληλογραφία του και τα
κηρύγματά του. Ενώ αλληλογραφούσε σε αρχαΐζουσα γλώσσα, εντούτοις κήρυττε στη
δημοτική, δείγμα και αυτό της επικοινωνιακής του δεξιότητας. Η σύντομη
εξιστόρηση του μεγάλου Κρητικού Ορθοδόξου Ιεράρχη Μελέτιου Πηγά μάς δίνει την
ευκαιρία να θαυμάσουμε μιαν αντάξια των αρχαίων φωτεινών μορφών της Εκκλησίας
προσωπικότητα, που, σε μια εποχή πλημμυρίδας της Ιησουιτικής και ουνιτικής
προπαγάνδας, κράτησε σταθερά το τιμόνι της Ορθόδοξης πίστης και τήρησε απαραχάρακτα
τα δόγματα των πατέρων της Εκκλησίας. Ο Μελέτιος Πηγάς πράγματι υπήρξε ένας από
τους σπουδαιότερους και αξιοθαύμαστους εκκλησιαστικούς άνδρες μετά την άλωση
της Κωνσταντινουπόλεως (1453).
Η μνήμη του Αγίου Μελετίου Πηγά εορτάζεται από την Εκκλησία μας
στις 13 Σεπτεμβρίου, την προηγούμενη της εορτής της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού.
Το συγγραφικό ομολογιακό έργο του Αγίου Μελετίου Πηγά
Ο Άγιος Μελέτιος υπήρξε δεινός πολέμιος του Παπισμού και
ανελέητα σκληρός εχθρός της προπαγάνδας του, χωρίς να επιτρέπει κάποιο
συμβιβασμό ή υποχώρηση στην υπεράσπιση των ορθόδοξων δογμάτων. Ήταν κατά βάση
αγωνιστής, πιστός μέχρι θανάτου στις αρχές τις οποίες πίστευε, έδωσε μαθήματα
ορθοφροσύνης και εμμονής στα παραδεδομένα, παρ’ όλες κάθε φορά τις
εμφανιζόμενες δυσκολίες. Τα κηρύγματά του και οι λόγοι του εκφράζουν τον
πρωταρχικό του σκοπό, δηλαδή τον εγκεντρισμό στις ψυχές των Ορθοδόξων πνεύματος
Ευαγγελίου του Χριστού ως υψίστου πνευματικού ιδεώδους. Ο Χριστόδουλος
Παρασκευαΐδης ( Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος) τον χαρακτηρίζει
χρυσοστομικό στη γλώσσα, πατερικό στο ύφος, προδρομικό στο νου, πρακτικό στη
σκέψη, που θίγει τα ευαίσθητα σημεία των χαρακτήρων των ανθρώπων της εποχής
του. Καταπολεμούσε μεταξύ των χριστιανών την εμπάθεια, τα πάθη και τις κακές συνήθειες
αυτών και τα από την αμάθεια προκύπτοντα σωρευμένα δεινά. Τα συγγράμματά του
ακτινοβολούν το φως της ορθόδοξης πνευματικότητας, οι επιστολές του είναι
γεμάτες με σοφία και σύνεση των Αγ. Πατέρων και οι αρετές διακοσμούν το
χαρακτήρα του, πάντα υποδεικνυόμενες από τις ενέργειές του.
Με τη μέριμνα του δούκα Κωνσταντίνου Οστρόγκσκυ εκδόθηκαν την
11η Ιουνίου 1598 στο τυπογραφείο του Όστρογκ επιστολές του Μελετίου με τίτλο
(Βιβλίο σε δέκα μέρη ) . Η συλλογή περιέχει οκτώ επιστολές του πατριάρχη
Αλεξανδρείας, μία του δούκα και μια του αγιορείτη μοναχού Ιωάννου Βισένσκυ.
Στον πρόλογο του βιβλίου επισημαίνει χαρακτηριστικά ότι εξαιτίας πολλών θλίψεων
και ταραχών στην Εκκλησία της Πολωνίας ο Μελέτιος έσπευσε δια μέσου των
συγγραμμάτων του να προτρέψει τους πιστούς να παραμείνουν ακλόνητοι στην
Ορθοδοξία. Οι επιστολές μεταφράστηκαν στα ρώσικα. Οι συγκεκριμένες οκτώ
επιστολές του Μελετίου έχουν το εξής περιεχόμενο: - διδασκαλία των Αγ. Πατέρων
για την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος, - αποστολή στην Πολωνία ως εξάρχου του
Αποστολικού Θρόνου Αλεξανδρείας του αρχιμανδρίτη Κυρίλλου Λούκαρη, - κατά του
νέου ημερολογίου, - απαντήσεις σε απορίες λειτουργικών και διοικητικών
ζητημάτων, - πρόταση για σύγκληση συνόδου και ανασύσταση της Ιεραρχίας, - κατά
των αποστατών και της συνόδου του Μπρεστ, - μεσολάβηση για την απελευθέρωση του
Νικηφόρου.
Το επόμενο έργο του Μελετίου αναφέρεται κυρίως στο παπικό
πρωτείο, για το οποίο ο ίδιος εκφράζει τις ανησυχίες του σε τέσσερεις επιστολές
του. Αυτές εκδόθηκαν, χωρίς ιδιαίτερο τίτλο, σε συλλογικό τόμο του τυπογραφείου
της Κωνσταντινούπολης (σ. 1-34). Η πρώτη επιστολή απευθύνεται το 1596 στο δούκα
Κωνσταντίνο Οστρόγκσκυ και το χριστεπώνυμο ορθόδοξο πλήρωμα της Πολωνίας. Με
σκοπό να συγκρατήσει τους πιστούς στο πατροπαράδοτο δόγμα ανατρέχει σε
θεμελιώδεις απόψεις των πραγματειών του για την Εκκλησία (Περί εκκλησίας) και
το παπικό πρωτείο (Περί των πρωτείων του πάπα). Επίσης θίγει τα επίμαχα
ζητήματα των άζυμων, του filioque, της μετάληψης μόνο άρτου στο μυστήριο της
θείας Ευχαριστίας και του νέου ημερολογίου. Η δεύτερη επιστολή απευθύνεται
στους ορθοδόξους Ρώσους της Πολωνίας το 1597. Κατ’ αρχήν αναφέρεται στην
αποστολικότητα των πατριαρχείων, ιδιαίτερα στην ιεραρχική τάξη τους, η οποία
τοποθετεί τα Ιεροσόλυμα στην τελευταία θέση, στο πλαίσιο μιας εκκλησιαστικής
νοηματοδότησης. Εν συνεχεία θέτει μερικά ερωτήματα που αφορούν, πρώτον, τον
επίσκοπο ως τύπο Χριστού, στον οποίο υπάγονται οι κληρικοί σε τέσσερεις
πεντάδες, και δεύτερον, το πνεύμα των ορθόδοξων αδελφοτήτων. Τα τρία τελευταία
ερωτήματα θίγουν διατάξεις του εκκλησιαστικού δικαίου.
Η τρίτη επιστολή γράφτηκε το 1598 με αποδέκτες τους
Ορθοδόξους της Χίου. Σ’ αυτήν ο Μελέτιος αποκαλεί τους Ιησουΐτες λύκους με
δορές προβάτων και δασκάλους αντιστρατευόμενους το Χριστό. Μεταξύ άλλων,
αναλύει διαφορές μεταξύ της Ορθοδοξίας και του Ρωμαιοκαθολικισμού, όπως είναι
το filioque, τα άζυμα, η απαγόρευση της μετάληψης εκ του ποτηρίου, το
καθαρτήριο πυρ, η νηστεία Τετάρτης και Σαββάτου, οι συνήθεις στη Δύση
γονυκλισίες την Κυριακή και την περίοδο του Πάσχα. Τέλος υπερασπίζεται την
Ορθοδοξία σχετικά με την εκτοξευόμενη μομφή της Ρώμης ότι έχασε τη χάρη της
ιεροσύνης της ως ευρισκόμενη υπό την κυριαρχία των απίστων. Η τελευταία
επιστολή προέρχεται από το έτος 1598 και απευθύνεται στους έλληνες και ρώσους κληρικούς
και λαϊκούς της Πολωνίας. Ο Μελέτιος αναφέρεται σε αυτή στο μεσιτικό ρόλο του
Χριστού ακόμη και μετά την Ανάληψη, στην αγιογραφία, και συγκεκριμένα στην
απεικόνιση προφητικών οραμάτων, στην απαγόρευση της σιμωνίας, στο διορισμό
πνευματικών, στη νηστεία πριν από την εορτή της Αποτομής της κεφαλής του
Ιωάννου του Προδρόμου και στην εκκλησιαστική μουσική.
Συνεχίζεται...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου