Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2020

embryo laboratory 10
Γράφει ο Παναγιώτης Ι. Μπούμης στην Romfea.gr
Ομότ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών

Τό ἐν λόγῳ χωρίο τοῦ κατά Ἰωάννην Εὐαγγελίου ἔχει ὡς ἑξῆς: «Οἵ (οἱ ὁποῖοι χριστιανοί) οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδέ ἐκ θελήματος σαρκός, οὐδέ ἐκ θελήματος ἀνδρός, ἀλλ' ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν».
1) Συνήθως οἱ ἐξηγητές καί οἱ σχολιαστές τοῦ ἐν λόγῳ χωρίου ἀποδίδουν μία πνευματική διάσταση καί ἔννοια στό περιεχόμενο τοῦ στίχου καί στό ρῆμα «ἐγεννήθησαν»1.
2) Αὐτό τό στηρίζουν στό ὅτι ὁ προηγούμενος στίχος 12 λέει ὅτι ὅσοι πιστεύουν στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί παρ(έλαβαν) αὐτόν «ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι».
3) Νομίζουμε ὅμως ὅτι ὁ λόγος αὐτός τοῦ Ἰω. 1,13 ἐκτός ἀπό τήν ὑπερφυσική καί πνευματική ἔννοια ἔχει καί μαρτυρεῖ καί τή φυσική ἤ φυσιολογική πλευρά καί διάσταση καί αὐτῶν πού παρέλαβαν τόν Χριστό καί ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
4) Τήν ἄποψη αὐτή μποροῦμε νά τή στηρίξουμε καί στό γεγονός ὅτι ἀκριβῶς στό στίχο 12 λέει «ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι» (μέλλων). Δηλαδή ἔδωσε ἐξουσία, δικαίωμα, δύναμη, χάρη νά γίνουν (στό μέλλον) τέκνα Θεοῦ. Ἀντιθέτως στόν ἑπόμενο στίχο 13 λέει ὅτι «ἐγεννήθησαν» (ἀόριστος, παρελθόν) φυσικά πρό τοῦ «γενέσθαι». Ἔγιναν, γεννήθηκαν ἀπό ἕνα προηγηθέν, ἀπό ἕνα προηγούμενο γεγονός, γιά νά γίνουν στή συνέχεια τέκνα Θεοῦ.
5) Ἀλλά καί τό ὅτι στόν ἑπόμενο στίχο 14 μιλάει ἐκ νέου ἤ μᾶλλον συνεχίζει τόν λόγο περί τῆς ἀφίξεως τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο (στίχ. 11)2, ἀρχίζοντας μέ τόν συμπλεκτικό σύνδεσμο «καί» καί λέγοντας «Καί ὁ λόγος σάρξ ἐγένετο», μᾶς ὠθεῖ νά νοήσουμε ὅτι οἱ στίχοι 12-13 καί ἰδίᾳ ὁ 13 εἶναι παρέμβλητοι. Παρεμβάλλονται μεταξύ τῶν ὑπερφυσικῶν γεγονότων τῆς (προ)ὑπάρξεως καί τῆς γεννήσεως τοῦ Ἰησοῦ μεταξύ τῶν ἀνθρώπων καί ἄρα μπορεῖ σ' αὐτούς τούς στίχους νά κάνει λόγο καί γιά τήν κάθε γέννηση καθενός ἀνθρώπου.
6) Ἐπίσης πρέπει νά προσθέσουμε καί τό ἑξῆς: Σέ μερικούς κώδικες καί ἐκκλησιαστικούς συγγραφεῖς ὑπάρχει ἡ γραφή «ὅς οὐκ ἐξ αἱμάτων οὐδέ ἐκ θελήματος σαρκός οὐδέ ἐκ θελήματος ἀνδρός, ἀλλ' ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθη». Ἀσφαλῶς ἐννοοῦν τόν Χριστό. Ἀλλά αὐτή ἡ γραφή προφανῶς δέν εἶναι ὀρθή. Δέν μπορεῖ νά εἶναι ὀρθή, γιατί ὁ Ἰησοῦς γεννήθηκε «ἐκ τῶν ἁγνῶν αἱμάτων τῆς Παρθένου», ὅπως λέει καί ὁ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός3. Ἄρα τό «οἱ . . . ἐγεννήθησαν» εἶναι ἡ ὀρθή γραφή καί ὄχι τό «ὅς . . . ἐγεννήθη». Ἑπομένως μιλάει γιά ὅλους τούς ἄλλους ἀνθρώπους χριστιανούς καί μή καί ὄχι γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό.
7) Καί ἐρχόμαστε εὐθύς ἀμέσως σέ μία ἐξήγηση καί ἑρμηνεία τοῦ χωρίου Ἰω. 1,13.


α) Λέει: «Οἵ οὐκ ἐξ αἱμάτων . . . ἐγεννήθησαν». Ἀκόμη καί οἱ πιό πιστοί καί ἅγιοι ἄνθρωποι δέν γεννῶνται μόνο ἐξ αἱμάτων. Μόνο ὁ Ἰησοῦς γεννήθηκε ἀπό τά αἵματα τῆς Παρθένου Μαρίας μόνο, ὅπως εἴπαμε προηγουμένως. Ὅλοι οἱ ἄλλοι χρειάζονται καί τή συνεργεία (ἑνός) ἀνδρός.
β) «Οὐδέ ἐκ θελήματος σαρκός». Δέν γεννήθηκαν οἱ ἐκλεκτοί αὐτοί πιστοί οὔτε ἀπό τή θέληση ἤ σαρκική ἐπιθυμία καί σύμπραξη ἀνδρογύνου. Δέν γεννήθηκαν οὔτε ἀπό (κατά) τή φυσιολογική ἕνωση καί γονιμοποίηση. Ὡστόσο οὔτε καί (κατά) ἀπό τήν τεχνική ἕνωση, ἐξωσωματική γονιμοποίηση μόνο, δηλ. κατά ἀνθρώπινη ἐπιστημονική θέληση, ἔχουμε γέννηση ἀνθρώπου.
γ) Δηλαδή θά διερωτᾶτο, κανείς, δέν μποροῦν νά γίνουν τέκνα Θεοῦ, νά (παρα)λάβουν τόν Χριστό, ὅλοι ὅσοι γεννήθηκαν μέ φυσικό ἤ τεχνικό τρόπο (ἐπιθυμία); Δέν λέει αὐτό, δέν ἐννοεῖ τή γέννηση, τή δημιουργία, τῆς σωματικῆς οὐσίας ἤ φύσεως τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ἀλλοῦ θέλει νά καταλήξει· μᾶλλον στήν πραγματική γέννηση τοῦ ἀνθρώπου, μᾶλλον στή δημιουργία τῆς ψυχικῆς οὐσίας, μᾶλλον στήν ἐμψύχωση τοῦ σωματικοῦ ὑλικοῦ τοῦ ἐμβρύου θέλει νά καταλήξει, ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια.
δ) Καί γιά νά μή μείνει καμμία ἀμφιβολία περί αὐτοῦ, ἀλλά μᾶλλον καί γιά νά τό ἐνισχύσει προσθέτει κάτι πού θά παρατηροῦσε κάποιος ὅτι εἶναι περιττό, ἀφοῦ γράφει ἀμέσως προηγουμένως «οὐδέ ἐκ θελήματος σαρκός». Αὐτό τό κάτι εἶναι ἡ πρόταση «οὐδέ ἐκ θελήματος ἀνδρός», ἡ ὁποία θά ἔλεγε κάποιος ὅτι εἶναι ἡ ἴδια μέ τήν προηγούμενη. Ὅμως στήν Ἁγία Γραφή δέν εἶναι τίποτε περιττό. Κάτι προσθέτει καί αὐτή ἡ πρόταση.
ε) Μᾶλλον ἐδῶ (τό «οὐδέ ἐκ θελήματος ἀνδρός») ἐννοεῖ ὅτι ἡ γέννηση-δημιουργία ἑνός ἀνθρώπου (ἐκ σώματος καί ψυχῆς) εἴτε πιστός χριστιανός εἶναι εἴτε ὄχι δέν γίνεται μόνο ἀπό τόν ἄνδρα καί (ἤ) τή θέλησή του. Καί νά θέλει ὁ ἄνδρας (ἐάν θέλει) ἕνα παιδί, τό θέλημά του δέν μπορεῖ νά πραγματοποιηθεῖ. Ὁ ἄνθρωπος δέν γεννιέται-γίνεται μέ τό θέλημα τοῦ ἀνδρός μόνο. Ἀλλά χρειάζεται τουλάχιστον καί ἡ συνεργεία τῆς γυναίκας.
στ) Ἀσφαλῶς μπορεῖ τό σπέρμα νά δίδεται ἀπό τόν ἄνδρα γιά τήν ἀρχή τοῦ νέου ὄντος, ἀνθρώπου, ἀλλά πάντα ὑπάρχει καί γυναίκα συνεργός. Γι' αὐτό καί στό Ματθ. 1,1 ἑξ. (στό «Βίβλος Γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ») λέγεται ὅτι «Ἰούδας δέ ἐγέννησε τόν Φαρές καί τόν Ζαρά ἐκ τῆς Θάμαρ» (στίχ. 3). Τό ἴδιο καί στό στίχ. 5 λέει: «Σαλμών δέ ἐγέννησε τόν Βοόζ ἐκ τῆς Ραχάβ, Βοόζ δέ ἐγέννησε τόν Ἰωβήδ ἐκ τῆς Ρούθ». Πρβλ. καί τόν στίχ. 6. Καί μπορεῖ νά ἀναφέρονται μόνο αὐτές οἱ περιπτώσεις γιά κάποιο εἰδικό λόγο, ὅπως εἶναι γνωστό ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, ἀλλά καί στίς ἄλλες περιπτώσεις ὁπωσδήποτε ὑπάρχει κάποια γυναίκα «ἐκ τῆς ὁποίας» γεννήθηκαν οἱ ἀναφερόμενοι στήν ἐν λόγῳ «Βίβλο γενέσεως» ἄνδρες.
ζ) Τό σπουδαῖο ὅμως εἶναι ὅτι, ἐνῶ λέει «οὐδέ ἐκ θελήματος ἀνδρός», δέν λέει «οὐδέ ἐκ θελήματος γυναικός». Μήπως ἔτσι ὑπονοεῖ ὅτι μπορεῖ νά γεννηθεῖ ἄνθρωπος μόνο ἀπό γυναίκα; Δέν νομίζουμε. Ἀλλά δέν ἀποκλείει τή βούληση, τό θέλημα τῆς γυναίκας στή γέννηση ἑνός ἀνθρώπου. Μήπως γεννήθηκαν οἱ ἀναφερθέντες πιστοί ἄνθρωποι καί μέ τή θέληση (τῆς) γυναίκας ἤ ἔστω μέ τή συγκατάθεσή της; Αὐτό δέν μποροῦμε νά τό ἀποκλείσουμε παντελῶς, ἐάν θυμηθοῦμε ἰδίως τήν περίπτωση τῆς Θεοτόκου, ὅταν εἶπε μέ τή θεληματική ὑπαταγή της «Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά σου» (Λουκ. 1,38).
η) Ἐπίσης, στήν τεχνική εἰδικῶς γονιμοποίηση ἡ θέληση-συγκατάθεση τῆς γυναίκας φανερώνεται ἰδιαιτέρως κατά τήν ἐμφύτευση τοῦ γονιμοποιημένου ὠαρίου στό ἐνδομήτριό της. Μήπως «προέβλεπε» καί αὐτήν τήν περίπτωση ὁ Ἰωάννης μέ προφητικό χάρισμα; Μήπως δηλ. τελικῶς ἡ θέληση-συγκατάθεση τῆς γυναίκας εἶναι προϋπόθεση γιά τή γέννηση ἑνός ἀνθρώπου, γιά νά γεννηθεῖ ἄνθρωπος διά μέσου αὐτῆς;
θ) Ἀλλά ἀρκεῖ ἡ θέληση γιά τή γέννηση-δημιουργία ἀνθρώπου; Ἡ θέληση δέν εἶναι μία οὐσία γιά διάπλαση σώματος. Ἴσως ἀκόμη μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι εἶναι μία ψυχική τάση ἤ ἐνέργεια, ἀλλά ὄχι μία ψυχική οὐσία. Ἐκεῖνο ὅμως πού εἶναι ἀπαραίτητο γιά τή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ψυχική οὐσία, γιά νά γεννηθεῖ ὁ τέλειος ἄνθρωπος, ἀποτελούμενος ἀπό σῶμα ὑλικό καί ἀπό ψυχή νοερή καί λογική. Ἄρα καί μέ τή θέληση τῆς γυναίκας μπορεῖ τελικά νά γίνεται ἡ ἐμψύχωση τοῦ ἐμβρύου, ἡ χορήγηση δηλαδή ἀπό τό Θεό τῆς ψυχικῆς οὐσίας (ψυχῆς) καί ἡ ἕνωσή της μέ τή σωματική οὐσία, ἀλλά δέν ἀρκεῖ μόνη ἡ θέλησή της.
ι) Ἴσως θά ἀντέτεινε κάποιος: Δέν θά μποροῦσε ὁ Ἰωάννης νά ἀναφέρει κατά κάποιο τρόπο τήν περίπτωση αὐτή, τήν προϋπόθεση δηλαδή τοῦ θελήματος τῆς γυναίκας γιά τή γέννηση τοῦ νέου ἀνθρώπου; Ἡ ἀπάντηση μπορεῖ νά εἶναι καί ἡ ἑξῆς: Μήπως ὁ Ἰωάννης εἶχε ὑπόψη του ἤ καί προέβλεπε τήν ὕπαρξη πολλές φορές μιᾶς «ἀνεπιθύμητης» ἐγκυμοσύνης καί γι' αὐτό ἀπέφυγε νά μιλήσει συγκεκριμένως περί «θελήματος γυναικός»;
ια) Καί ἦρθε ἡ ὥρα, γιά νά ποῦμε πού ἤθελε νά καταλήξει τό Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννου. Νομίζουμε ὅτι σ' αὐτό ἤθελε νά καταλήξει, στό ὅτι καί οἱ πιστοί, ὅπως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, «ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν». Ὁ Θεός δίνει τήν ψυχή καί τή ζωή στόν ἄνθρωπο. Αὐτός τή δημιουργεῖ στόν ἄνθρωπο. Αὐτός δημιουργεῖ τόν ἄνθρωπο, πού διαφέρει ἀπό τά ἄλλα ὄντα. Καί αὐτός μάλιστα ἐκ κοιλίας μητρός ἐκλέγει τούς δικούς Του πιστούς κατά τό ρηθέν ἀπό τόν Κύριο στούς μαθητές Του: «Οὐχ ὑμεῖς με ἐξελέξασθε, ἀλλ' ἐγώ ἐξελεξάμην ὑμᾶς» (Ἰω. 15,16).
ιβ) Ἔτσι ὁδηγούμαστε καί στήν πρώτη ἐκείνη δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου-Ἀδάμ μέ τό «ἐμφύσημα» τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι προκύπτει ἡ περίπτωση ἡ ψυχή νά τίθεται στό ἔμβρυο δημιουργούμενη-προερχόμενη ἀπό τό πρῶτο ἐκεῖνο ἐμφύσημα-πνοή τοῦ Θεοῦ, ἤ ἀλλιῶς ἀπό τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Αὐτό μᾶλλον πραγματοποιεῖται κατά τήν ὥρα τῆς συλλήψεως. Μέ τήν ἐμψύχωση, λοιπόν, αὐτή γεννιέται ὁ ἄνθρωπος, γίνεται ἀπό ἄψυχο ἔμβρυο (ἕνας) ἄνθρωπος.
ιγ) Κατόπιν τούτων τό ἔμβρυο-ἄνθρωπος δέν μπορεῖ κάποιος νά ἰσχυριστεῖ ὅτι εἶναι μία προέκταση τοῦ σώματος τῆς γυναίκας καί ἄρα μπορεῖ νά τό ἀντιμετωπίσει ὅπως αὐτή θέλει. Οὔτε γίνεται ἄνθρωπος ἀπό αὐτήν, ἀφοῦ ἡ χορήγηση τῆς ψυχῆς γίνεται ἀπό τό Θεό κατά τό «ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν». Αὐτά πρέπει νά τά ἔχουν ὑπ' ὄψη τους ὅσοι ἀσχολοῦνται μέ τά συναφῆ θέματα. Βεβαίως ὅσοι ἔχουν ἐμπιστοσύνη στήν ἀλήθεια τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Οἱ ἄλλοι ἄς ἀποφασίζουν οἱ ἴδιοι, ἄν ἔχουν ψυχή ἤ ὄχι.
ιδ) Ἐν τέλει ὡς μία ἄλλη προέκταση μπορεῖ νά λεχθεῖ καί τό ἑξῆς: Ἀφοῦ οἱ ψυχές δημιουργοῦνται τήν ὥρα τῆς συλλήψεως ἀπό τό προϋπάρχον ἐμφύσημα τοῦ Θεοῦ, τοῦτο σημαίνει ὅτι τό προπατορικό ἁμάρτημα δέν μεταδίδεται διά τῆς ψυχῆς, διά τοῦ θείου ἐμφυσήματος, ἀλλά διά τοῦ σώματος, διά τοῦ σωματικοῦ ὑλικοῦ, διά τῆς ἑνώσεως τοῦ σπέρματος ἀνδρός καί τοῦ ὠαρίου (γυναίκας).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου