Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2019


«Η επ’ εσχάτων αύξησις»
 (Σοφ. Σειράχ: 2, 1-5)

Δια «τους θέλοντας σωθήναι», τα χωρία  (Σοφ. Σειράχ: 2, 1-5) φανερώνουν βασικούς άξονες αληθείας – αρετών της εν Χριστώ Πίστεως και ζωής.
Στο ιερό κείμενο διαβάζουμε: «κολλήθητι αυτώ (εις τον Θεόν) και μη αποστής, ίνα αυξηθής επ’ εσχάτων σου» (Σοφ. Σειράχ 2,3).
Μετάφραση: «Μένε προσκολλημένος εις τον Θεόν, μη απομακρυνθής απ’ αυτόν, δια να δοξασθής και μεγαλυνθής κατόπιν» (Ι. Κολιτσάρας).
Θα εννοήσουμε το βάθος του χωρίου (ως βίωμα), όταν βιώσουμε Ορθόδοξα την προσδοκία – ελπίδα της σωτηρίας μας και την διδασκαλία περί της δευτέρας παρουσίας του Κυρίου. Ο π. Ιωήλ Γιαννακόπουλος σχολιάζει το χωρίο, ως εξής: «Τα έσχατα αυτά είναι το τέλος της ζωής ή το τέλος της δοκιμασίας. Επομένως προσκολλήσου εις τον Θεόν, ίνα καταρτισθής δια της υπομονής μετά το τέλος των πειρασμών ή αμειφθής εις την πέραν του τάφου ζωήν».
Ετυμολογικά, το «κολλήθητι αυτώ» μας παραπέμπει στην έννοια – λέξη «κόλλα», την συγκολλητική ουσία που, θεολογικά, στην ένωση Θεού και ανθρώπου, ειναι η ορθή πίστη και η Θεία Χάρις. Είναι η αφοσίωση στο Θεό δια μέσου της Εκκλησίας και των μυστηρίων, ιδίως δια της Θ. Κοινωνίας.
Άριστα, ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης υπογραμμίζει το περιεχόμενο της πνευματικής διαλεκτικής μεταξύ «προσκολλήσεως» εις τον Θεόν και της «επ’ εσχάτων αυξήσεως» του πιστού, στην ερμηνεία του τετάρτου αναβαθμού του α΄ ήχου «Εις τα όρη των σων υψώσας με νόμων, αρεταίς εκλάμπρυνον ο Θεός, ίνα υμνώ σε». Γράφει: «... ο νόμος και αι εντολαί του Θεού είναι φυσικά υψηλαί και μετέωροι, όχι μόνον διότι εδόθησαν παρά του Υψίστου Θεού, αλλά και διότι διδάσκουσι θεία και υψηλά πράγματα, και υψηλούς ποιούσι τους εργαζομένους αυτάς» (ΝΕΑ ΚΛΙΜΑΞ).
Επίσης στην αρχή της Ερμηνείας του Αναβαθμού, ο Αγ. Νικόδημος γράφει: «ο δε Θεόδωρος ο Στουδίτης, ο των Αναβαθμών τούτων μελουργός, όρη εννόησε τους νόμους και τα προστάγματα του Θεού· επειδή καθώς τα υψηλά βουνά είναι ανώτερα από την χαμηλήν γην και τα γήινα πάντα, έτσι και οι νόμοι και προσταγαίς του Θεού είναι υψηλότεραις από κάθε γήινο νόημα και αναβιβάζουν ημάς εις τα ύψη της πρακτικής αρετής και της θεωρητικής· μόνον ανίσως όλοι διόλου αποβλέπωμεν εις αυτάς και προθύμως τας εργαζώμεθα» (Σελ. 46).
Αυτή, ακριβώς, η πνευματική αύξηση του πιστού αποτελεί (δυνάμει) ένα καθημερινό γεγονός, το οποίο στηρίζεται επί του θεμελίου της ορθής Πίστεως και ολοκληρώνεται στη Βασιλεία του Θεού, ως έσχατη πραγματικότητα.
Ο Ι. Χρυσόστομος, υπογραμμίζει ως εξής την προτεραιότητα της Πίστεως: «Όπως ακριβώς το φίδι εγκαταλείπει τα πάντα, και αυτό το σώμα του το αφήνει, αν το επιβάλλη η ανάγκη, να κοπή, για να σώση το κεφάλι του, έτσι και συ, λέγει ο Κύριος, να θυσιάζης τα πάντα, εκτός από την πίστι, είτε χρήματα, είτε το σώμα σου, είτε την ζωήν την ίδια χρειάζεται να προσφέρης. Διότι η πίστις ειναι το κεφάλι και η ρίζα, και, όταν διατηρήται αυτή, και αν ακόμη χάσης τα πάντα, θα τα αποκτήσης όλα εκ νέου και μάλιστα με μεγαλύτερη δόξα» (Κατά Ματθαίον, ΛΓ΄, Ε.Π.Ε. 10).


Είναι σαφής στο σημείο αυτό η διαφοροποίηση του Ι. Χρυσοστόμου από τη στάση του σημερινού πληρώματος έναντι του οικουμενισμού. Προσπαθεί, το πλήρωμα, να «ενδυναμώνει» την ατομική ταυτότητα, ως αρετή και ως Άσκηση και αφήνει το θέμα της Πίστεως ως «ανοιχτή» διαδικασία χωρίς τέρμα στην διάθεση του Οικουμενισμού... Με απόλυτη κατηγορηματικότητα, ο Ι. Χρυσόστομος τονίζει: «Ουδέν ωφελεί εγγύς είναι του Χριστού, μη πίστει όντα εγγύς». Στη μετάφραση του κειμένου διαβάζουμε: «Έτσι λοιπόν, και ο Πέτρος, αν και ακόμα ήταν κυριευμένος από τον φόβο, πήρε θάρρος να βαδίση πάνω στα ύδατα, δεν μπόρεσε όμως καθόλου να αντισταθή στην επίθεση του ανέμου, αν και βρισκόταν κοντά στο Χριστό. Έτσι λοιπόν, δεν ωφελεί σε τίποτε το να βρίσκεται κανείς κοντά στο Χριστό, αν δεν είναι κοντά του με την πίστι του» (Ε.Π.Ε. 11, Σελ. 346 – ΟΜΙΛΙΑ Ν΄).
Ο Ι. Πατήρ εντοπίζει την Πίστη στην συνειδητή κανονιστική της ουσία, όπως την ορίζει η διαχρονική Εκκλησία, και όχι όπως την προβάλλει η «αυτοκατανόηση» των σημερινών οικουμενιστών και πολλών αντι-οικουμενιστών ποιμένων και πιστών.
Αγιασμός και Σωτηρία δεν υπάρχουν χωρίς ορθή Πίστη. Το Μαρτύριο εκφράζει την υψίστη εκδήλωση λατρείας του Θεού και αποτελεί την μέγιστη εν Χριστώ πνευματική τελείωση, που εμπεριέχεται στο χαρακτηρισμό της Γραφής, στη διδασκαλία της δηλ. περί «αυξήσεως επ’ εσχάτων».
Να θυμηθούμε τους πράγματι «Ορώντες» της Π. Διαθήκης, τους Προφήτες, τους υπέρμαχους της ακριβούς τηρήσεως του Νόμου του Θεού, των ελεγκτών της αποστασίας.
Όλοι εδιώχθησαν, σ’ αντίθεση με τους σημερινούς «ορώντες» ποιμένες – γέροντες, που ενώ βλέπουν την σημερινή αθέτηση της Πίστεως και την ανατροπήν των Δογμάτων, είναι «μη ορώντες»!
Ο Κύριος, όταν ελέγχει την προφητοκτόνον Ιερουσαλήμ, ταυτόχρονα υμνεί και τους Μάρτυρες της Π. Διαθήκης:
«Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, η αποκτένουσα τους προφήτας και λιθοβολούσα τοις απεσταλμένοις προς αυτήν» (Λουκ. 13, 34).
 Ο Μ. Βασίλειος στην ομιλία του «Διήγησις της παρούσης των Εκκλησιών καταστάσεως» (Προς Αμφιλόχιον – Ε.Π.Ε. τόμος 10), αναφέρεται εις την ευσέβεια των τριών παίδων στην Βαβυλώνα, ως απόλυτη προσήλωση – προσκύνηση στον ζώντα Θεόν. Στο Μαρτύριό τους, ως επισφράγιση της τελείας αγάπης τους προς τον Θεό. Τονίζει δηλ. την υψηλή πραγματικότητα της κατά Θεόν πνευματικής αυξήσεως δια του Μαρτυρίου. Γράφει σχετικά:
«Εδίδαξαν δε ημάς και οι επί της Βαβυλωνίας παίδες, και μηδενός όντος του συντιθεμένου τη ευσεβεία, καθ’ εαυτούς το επιβάλλον εκτελείν· οι γε εκ μέσης της φλογός τον Θεόν ανύμνουν, μη λογιζόμενοι το πλήθος των την αλήθειαν αθετούντων, αλλ’ αλλήλοις αρκούμενοι, τρεις όντες».
Μετάφραση: «Μας εδίδαξαν δε και οι ριφθέντες εις την βαβυλωνίαν κάμινον παίδες, οτι και αν δεν υπάρχη κανείς σύμμαχος της ευσεβείας, πρέπει να επιτελή κανείς και μόνος το καθήκον· αυτοί λοιπόν μέσα από τη φλόγα της καμίνου υμνούσαν τον Θεόν, χωρίς να υπολογίζουν το πλήθος των ασεβών, αλλ’ οι τρεις των ήσαν αρκετοί δια να στηριχθούν μεταξύ των».
Διαβάζουμε, για τους Ομολογητές της Πίστεως:
«... κηρύττουν τα δόγματα και αρνούνται την κοινωνίαν μετά των αιρετικών· κηρύττουν τα δόγματα και ρίπτουν τα προσωπεία των αιρεσιαχών» (π. Σπυρίδων Μπιλάλης).
Δυστυχώς, σήμερα, το πλήρωμα ως ιστορική και θεολογική κατηγορία, έχει χάσει την Ορθόδοξη δυναμική του.
Έναντι του Οικουμενισμού, ούτε τα δόγματα κηρύττει, ούτε την κοινωνία με τους αιρετικούς αρνείται, ούτε τα προσωπεία των αιρεσιαρχών ρίπτει...!
Φοβερά – αφυπνιστικά τα λόγια του Μ. Βασιλείου:
«Πάντως δε τοις το απόκριμα του θανάτου εν εαυτοίς έχουσιν ου το παθείν υπέρ της πίστεως αλγεινόν, αλλά το μη εν αθλήσαι αυτή δυσφορώτατον».
Μετάφραση: Πάντως δι’ αυτούς οι οποίοι φέρουν εντός εαυτών τον θάνατον, φοβερόν δεν ειναι το να πάθουν υπέρ της πίστεως, αλλά ειναι φοβερώτερον το να μην αγωνισθούν δι’ αυτήν» (περί Αγίου Πνεύματος, κεφ. ΚΘ΄, Σελ. 490 – Ε.Π.Ε. 10).

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου