«Ο ακούων υμών, εμού
ακούει»
(Λουκ.
10, 16)
Αναμφίβολα,
οι λόγοι των ανθρώπων είναι εφήμεροι, ατελείς, χωρίς τελειωτικές απαντήσεις,
όσο βαθειά και αν σκάψουν τον κτιστό κόσμο και την συνείδηση της ανθρωπότητας.
Ισχύει:
«ignoramus et ignorabius», αγνοούμε δηλ. και θα αγνοούμε.
Όμως,
το μυστήριο της Εκκλησίας δεν ξεκινάει από αισθητηριακές εμπειρίες, από
πραγματικότητες της κτίσεως – φύσεως ή από γεγονότα της ζωής. Στη Γραφή,
διαβάζουμε: «Η σοφία ωκοδόμησεν εαυτή οίκον και υπήρεισε στύλους επτά» (Παροιμ.
Θ, 1).
Η
Εκκλησία αποτελεί Θεανθρώπινο οργανισμό, με γήινη παρουσία αλλά ταυτόχρονα και
ουράνια. Έχει δηλ. παρουσία στο «χθες», στο «νυν» και στο «αεί», ενωμένα χωρίς
σύγχυση μεταξύ τους, ακριβώς όπως η θεότητα και η ανθρωπότητα στο πρόσωπο του
Χριστού, που είναι η κεφαλή της.
Η
Εκκλησία «ωκοδόμηται επί τω θεμελίω των Αποστόλων και προφητών», υπογραμμίζει ο
Μ. Βασίλειος (Εις Ησαΐαν, P.G.
30). Είναι, οι άγιοι Απόστολοι, οι γνήσιοι φορείς της διδασκαλίας του Χριστού.
Υπό την έννοια αυτή η Ορθόδοξη Εκκλησία ονομάζεται και Αποστολική, διότι
διατηρεί ακέραια την πίστη των Αποστόλων, την διδασκαλία τους και την αδιάκοπη
(Αποστολική) διαδοχή. Η μη τήρηση του ενός (Αποστολική διδαχή – Αποστολική
διαδοχή) σε εισάγει στο χώρο των αιρετικών παρεκκλίσεων εκ της Ορθοδοξίας, εκ
της ορθής δηλ. Εκκλησιαστικής παραδόσεως.
«Η
δε διχοστασία πόθεν; από των δογμάτων των παρά την διδαχήν των Αποστόλων»,
διευκρινίζει ο Ι. Χρυσόστομος (Εις Ρωμ. Ομιλία 32).
Στις
Πράξεις διαβάζουμε: «ήσαν δε προσκαρτερούντες τη διδαχή των Αποστόλων και τη
κοινωνία» (Πράξ. 2,2). Ως πνευματικοί Πατέρες, είχαν την ευθύνη – μέριμνα
ολοκλήρου του πεδίου των χριστιανικών κοινοτήτων.
Ειδικά,
για την επισκοπική εξουσία των Αποστόλων και τα αγιαστικά μέσα της Εκκλησίας, ο
Απ. Παύλος τονίζει: «Ούτως ημάς λογιζέσθω άνθρωπος, ως υπηρέτας Χριστού και
οικονόμους μυστηρίων Θεού» (Α΄ Κορινθ. Δ, 1).
Εργάτες
δηλ. στον πνευματικό αμπελώνα του Κυρίου, διαχειριστές του λόγου του Θεού και
των Μυστηρίων Του.
Ομιλούσαν
για τον Χριστό και την Εκκλησία Του με αφετηριακή εμπειρία τους τον ίδιο τον
Κύριο.
Να
θυμηθούμε, δύο κρίσιμα υψηλά – αφετηριακά σημεία της Αποστολικής υπόστασης:
-
«Αυτού ακούετε» (Ματθ. 17,5)
-
«Ο ακούων υμών, εμού ακούει» (Λουκ. 10,16).
Άφησαν
δηλ. οι Απόστολοι το χώρο της συστηματικής ανθρώπινης σκέψης – λογικής και
εισήλθαν στην περιοχή της πνευματικής εμβίωσης του λόγου του Θεού.
Η
Αποστολική – Εκκλησιαστική διδαχή, ως αλήθεια του Χριστού, δεν επιδέχεται
μετασχηματισμούς – αιρέσεις.
Ο
επίσκοπος δεν είναι οδηγητικός μίτος για ετεροδιδασκαλία, όπως συμβαίνει
σήμερα, με τους οικουμενιστές.
Ο
Αποστολικός λόγος και ο οικουμενιστικός λόγος αποτελούν ασυμβίβαστα μεταξύ τους
μεγέθη.
Ο
Αποστολικός λόγος σε θέτει μέσα στην μοναδική – αληθινή Εκκλησία ενώ ο
οικουμενιστικός σε θέτει εκτός Εκκλησίας.
Ο
αγ. Γρηγόριος Νύσσης, διδάσκει:
«Οίδατε
γαρ τίνων απορρηγνύμεθα και τίσιν αεί προσραπτόμεθα· της γαρ αιρέσεως
αποσχιζόμενοι, τη ευσεβεία δια παντός ενραπτόμεθα, τότε άρρηκτον βλέποντες τον
της Εκκλησίας χιτώνα, όταν απορραγή της προς την αίρεσιν κοινωνίας». Μετάφραση:
«Βλέπετε από ποια γίνεται η απόσπασή μας και σε ποια προσραπτόμαστε πάντοτε. Αποσχιζόμαστε
δηλ. από την αίρεση και ραβόμαστε για πάντα πάνω στο ύφασμα της ευσεβούς
πίστης, βλέποντας πια τότε ακέραιο τον χιτώνα της Εκκλησίας, όταν αποσπαστεί
από τη σχέση με την αίρεση» (Στον Εκκλησιαστή, Ομιλία Ζ΄. Ε.Π.Ε. 6).
Ερωτήματα:
Όταν ένας οικουμενιστής επίσκοπος ενεργεί (φανερά) ως οδηγητικός μίτος στην
αίρεση, τότε η μνημόνευσή του στην Θ. Λειτουργία, δημιουργεί βίωμα Ορθόδοξης
ενότητας και Αποστολικής συνέχειας; Ισχύει, τότε, ο κατηγορηματικό λόγος του
Χριστού: «Ο ακούων υμών, εμού ακούει»;
Εκείνο
που πρέπει ιδιαίτερα να τονισθεί, είναι πως τα Μυστήρια και οι ιεροπραξίες δεν
γίνονται «εξ ονόματος του Επισκόπου» αλλά «εν τω ονόματι Ιησού Χριστού»!
Ο
Ι. Χρυσόστομος λέγει:
«Πάρεστι
και νυν ο Χριστός την τράπεζαν κοσμών· ου γαρ άνθρωπος εστίν ο ποιών τα
προκείμενα γενέσθαι σώμα και αίμα Χριστού. Σχήμα πληρών μόνον εστηκεν ο
ιερεύς και δέησιν προσφέρει, η δε χάρις και η δύναμις εστιν η του Θεού, η πάντα
εργαζομένη. Τούτο μου εστίν το σώμα φησί. Τούτο το ρήμα τα προκείμενα
μεταρρυθμίζει» («Τα Μυστήρια της Εκκλησίας μας», Απ. Διακονία 1953).
ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ
Η μνημόνευση του Επισκόπου καθορίζει την ιεραρχική τάξη στην επί γης Αγία Εκκλησία, και ταυτόχρονα δίδεται από τον Ιερουργό στο φρικτό Θυσιατήριο η διαβεβαίωση πως ο Επίσκοπος Ορθοτομεί τον Λόγο Της Αληθείας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕάν δεν Ορθοτομεί ο Επίσκοπος φανερά και απροκάλυπτα τον Λόγο Της Αληθείας, τότε ο Ιερουργος ψεύδεται ασύστολα μπροστά στο φρικτό Θυσιαστήριο.
Όποιος είναι με την Αλήθεια είναι με τον Χριστό γράφει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, όποιος είναι με το διηνεκές ψεύδος για λόγους κοσμικής σκοτεινής σκοπιμότητας, είναι του διαβόλου, τα γεννήματα εχιδνών, τέκνα του διαβόλου και όχι τέκνα του Ουρανίου Πατρός, που κατονόμασε ο Κύριος στους Αρχιερείς της δικής του Εκκλησίας όχι για λόγους αίρεσης
αίρεση, μόνο και μόνο για την υπερφυαλη υποκρισία, με τα 14 ουαί.