Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2013

Κυριακὴ ΙΒ΄ Λουκᾶ (Λουκ. 17,12-19)

 

ΑΜΑΡΤΙΑ, Η ΛΕΠΡΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

 

«Ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροὶ ἄνδρες, οἳ ἔστησαν πόρρωθεν, καὶ αὐ­τοὶ ἦραν φωνὴν λέγοντες· Ἰησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς» (Λουκ. 17,12)

 

 

του Μοναδικου και Ανεπαναληπτου 

 

Χρυσοστομου των ημερων μας ιεροκηρυκα 

 

ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ

 

 

ο π. Αυγ. ευλογει ιστ 






















ΥΠΑΡΧΟΥΝ, ἀγαπητοί μου, ἡμέρες χαρᾶς, ποὺ ὁ ἱεροκήρυκας νιώθει σὰ νά ᾽χῃ φτερά, καὶ ἡμέρες λύπης, ποὺ ὅποιος ἔχει ἕνα κόκκο πίστεως αἰσθάνεται τὸν ἑαυτό του περίλυπο καὶ μαζὶ μὲ τὸ Δαυῒδ λέει· «Τίς δώσει μοι πτέ­ρυγας ὡσεὶ περιστερᾶς καὶ πετασθήσομαι καὶ καταπαύσω;», ποιός θὰ μοῦ δώσῃ φτερὰ νὰ πε­τάξω καὶ νὰ πάω μακριὰ σὲ μιὰ ἐρημιά; (Ψαλμ. 54,7).  


Μὴν πάῃ τὸ μυαλό σας στὸ ἄλφα ἢ στὸ βῆ­τα γεγονὸς τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἢ πολιτικῶν μας πραγμάτων. Ἂς ὑψωθοῦμε σὲ μία κορυφή. Ἀπὸ ᾽κεῖ νὰ δοῦμε τὰ πράγματα καὶ νὰ παραδε­χθοῦμε· εἴμαστε ὅλοι ἔνοχοι γι᾿ αὐτὸ τὸ χάος. Ἡ πατρίδα μας ἔπεσε σὲ ἀτιμία καὶ ἐξαθλίωσι, κ᾽ εἴμαστε ὅλοι ὑπεύθυνοι γι᾿ αὐ­τό. Νὰ θυμηθοῦμε τὸν Ἰώβ, ποὺ λέει· «Τίς καθα­ρὸς ἔσται ἀ­πὸ ῥύπου; ἀλλ᾽ οὐ­δείς, ἐὰν καὶ μία ἡμέρα ὁ βίος αὐτοῦ ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἰὼβ 14,4-5). Ναί, ἐνώπιον τοῦ Κυρίου εἴ­μαστε ὅλοι ἁμαρτωλοί.  


Ἐγὼ τοὐλάχιστον τέτοιες μέρες θὰ ἐπιθυμοῦσα νὰ φύγω μακριά, νὰ πιάσω μιὰ ἐρημιά, νὰ κρυφτῶ σὲ μιὰ σπηλιά, καὶ νὰ κλάψω τὰ ἁ­μαρτήματα τὰ δικά μου, τὰ ἁμαρτήματα τοῦ κλήρου, τῶν ἀρχόντων, μικρῶν καὶ μεγάλων.  


Εἴμαστε ὅλοι ἔνοχοι. Εἴμαστε ἀκάθαρτοι. Ἀκούσατε τί λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος σήμερα; «Νεκρώσατε τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορ­νείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολα­τρία»· δι­ότι ἐξ αἰτίας αὐτῶν, λέει, «ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας» (Κολ. 3,5-6).  


Κάτι κακὸ θὰ μᾶς βρῇ γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας. Καὶ μία μόνο διαφυγὴ ὑπάρχει, ἡ στε­νὴ ὁδὸς τῆς μετανοίας. Ἀλλά, γιὰ νὰ μετανο­ήσουμε, πρέπει νὰ κατανοήσουμε τί κακὸ εἶ­νε ἡ ἁμαρτία, νὰ τὴ μισήσουμε, καὶ ν᾽ ἀγαπήσουμε τὴν ἀρετὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χρι­στοῦ. Γιατὶ τώρα ὅλοι μας ἔχουμε ἔρωτα – οἶστρον ἁμαρτίας.  


Ἂν μπορούσαμε νὰ συλλάβουμε τὸ ἀληθινὸ πρόσωπο τῆς ἁμαρτίας, πόσο ἀποκρουστικὴ θὰ μᾶς φαινό­ταν! Μία φρικιαστικὴ εἰκόνα τῆς ἁ­μαρ­τίας μᾶς δίνει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. 



Ὁ­μιλεῖ γιὰ δέ­κα ἀρρώστους, οἱ ὁποῖοι ἔπασχαν ἀπὸ μιὰ ἀσθένεια ποὺ καὶ τώρα εἶνε φοβερή, πολὺ πιὸ φοβε­ρὴ καὶ ἀπεχθὴς ὅμως ἦταν στὰ χρόνια τοῦ Χριστοῦ. Εἶχαν λέπρα. Ἡ λέπρα λοιπόν, κατὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο, εἶνε μιὰ εἰ­κόνα τῆς ἁ­μαρτίας. Γιατὶ ἡ ἁμαρτία προσ­βάλλει καὶ τὸ σῶμα μὰ προπαντὸς προσ­βάλλει τὴν ψυχή, τὸν ἔσω ἄνθρωπο· εἶνε λέπρα τῆς ψυχῆς. Ὑπάρχουν πράγματι μερικὲς ὁμοιότητες μεταξὺ σωματικῆς λέπρας καὶ ἁμαρτίας. Σᾶς παρουσιάζω δύο – τρεῖς ἀπὸ αὐτές.

* * *





⃝ Πρώτη εἶνε ὁ βασανισμός. Ἡ λέπρα τοῦ σώματος ὀφείλεται σ᾽ ἕνα ἀόρατο μικρόβιο, ποὺ εἰσχωρεῖ στὸ αἷμα καὶ ἀλλοιώνει τὸ δέρμα· τὸ γεμίζει ἄσπρα σπυράκια, δημιουργεῖ λέπια, καὶ κάνει νὰ σαπίζουν οἱ σάρκες. Ὁ ἄνθρωπος, σὰ νά ᾿χῃ πέσει μέσα σὲ τσου­κνίδες, αἰσθάνεται κνησμό, θέλει σενεχῶς νὰ ξύνεται. Βασανίζε­ται μέρα καὶ νύχτα ὅπως ὁ Ἰώβ, ποὺ καθόταν πάνω σ᾽ ἕ­να σωρὸ ἀπὸ κοπριά, κρατοῦσε ἕνα κεραμίδι καὶ ξυνόταν δι­αρκῶς (βλ. Ἰὼβ 2,8). Πάνω στὸ ξύσιμο αὐτὸ πέφτουν λέπια καὶ σαπισμένα κομμάτια τοῦ δέρματος. Κι ὁ πιὸ ὡραῖος ἄν­τρας κ᾽ ἡ πιὸ ὡραία γυναίκα γίνονται ἄσχημοι.  


Βασανίζει λοιπὸν ἡ λέπρα, ἀλλὰ πολὺ περισ­σότερο βασανίζει ἡ ἁμαρτία. Τὴ νύχτα ὅ­λοι κοιμοῦνται· τ᾽ ἀθῷα παιδάκια στὶς κούνιες, τὰ πουλιὰ στὰ κλαδιά, κι αὐτὰ τὰ θηρία ἀκόμα στὶς φωλιές τους. Ποιοί δὲν κοιμοῦνται; οἱ μεγάλοι ἁμαρτωλοί. Ὁ φιλάργυρος καὶ πλεονέκτης σκέπτεται πῶς ν᾽ αὐξήσῃ τὰ κέρδη του, ὁ φιλόδοξος πῶς ν᾽ ἀναρριχηθῇ σὲ πολιτι­­κὰ καὶ ἐκκλησιαστικὰ ἀξιώματα, ὁ ἀκόλαστος πῶς νὰ κατορθώσῃ νὰ κατακτήσῃ τὸ ἀντικείμενο τοῦ αἰσχροῦ ἔρωτός του, ὁ φθονερὸς καὶ ἐκδικητικὸς πῶς θὰ βρῇ τρόπο νὰ ἐξον­τώσῃ τὸν ἀντίπαλό του… Ὦ νύχτες πλεονεξί­ας, φιλοδοξίας, ἀκολασίας, ἐκδικήσεως, ἐγκλη­μάτων καὶ κραιπάλης! ἐλᾶτε νὰ διηγηθῆτε καὶ νὰ βεβαιώσετε ὅτι, ἐνῷ ὁ ἀθῷος κοιμᾶται, οἱ ἁ­μαρτωλοὶ δὲν κοιμοῦνται, ἀλλὰ βασανίζον­ται ἀπὸ τὸν κνησμὸ τῆς ἁμαρτίας – λέπρας.  


⃝ Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἄλλη ὁμοιότης· εἶνε ἡ με­ταδοτικότης. Ἡ λέπρα ἀνήκει στὴν κατηγορία τῶν ἀσθενειῶν ποὺ μεταδίδονται. Ἄλλες φοβε­ρὲς ἀσθένειες, ὅπως π.χ. ὁ καρκίνος, δὲν μεταδίδον­ται· αὐτὴ μεταδίδεται πιὸ πολὺ κι ἀπὸ τὴ φθίσι. Θυμᾶμαι ἀπὸ τὴν ἐργασία μου στὴν ἐ­παρχία, ὅτι κάποιο ὀρεινὸ χωριὸ στὴν Ἀκαρνα­νία εἶχε μεταβληθῆ σὲ λεπροκομεῖο· καὶ ἡ μόλυνσι εἶ­χε ἀρχίσει ἀπὸ ἕνα ἄτομο, ποὺ προσ­εβλήθη ἀρ­χικά, καὶ αὐτὸ μετέδωσε τὴ νόσο καὶ σὲ ὅ­λους τοὺς ἄλλους. Γι᾿ αὐτὸ ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα ἀπομόνωναν τοὺς λεπροὺς σὲ ἔ­ρημα μέρη ἢ ξερονήσια, ἢ τοὺς ὑποχρέωναν νὰ ἔ­χουν στὸ λαιμὸ κουδούνια, ὥστε νὰ εἰδοποιοῦνται οἱ ἄλλοι καὶ νὰ φεύγουν μακριά. Ἀλλ᾽ ἐὰν ἡ λέπρα εἶνε μεταδοτική, ἡ ἁμαρτία δὲν πάει πίσω. Ἡ εὐκολία καὶ ἡ ταχύτητα ποὺ διαδίδονται ἀνέκαθεν οἱ διάφορες ἁμαρτωλὲς ἐπινοήσεις δείχνουν, ὅτι ἡ λέπρα τῆς ψυ­­χῆς εἶνε περισσότερο μεταδοτική. Κι αὐτὸ ἐ­πιβεβαιώνεται περισσότερο σήμερα, ποὺ τὰ μέσα ἐπικοινωνίας καὶ ἐνημερώσεως ἔχουν τελειοποιηθῆ. Θέλετε παραδείγματα; Ποιός ἔχει τὴ δύναμι ν᾽ ἀντισταθῇ στοὺς νέους τρόπους διασκεδάσεως; Ἡ μόδα λανσάρει διαρκῶς νέες μορφὲς στὸ ντύσιμο καὶ τὸ χτένισμα, καὶ ὅλοι πειθαρχοῦν. Σατανικὲς μέθοδοι, ὅπως ἡ ἀποφυγὴ τῆς τεκνογονίας καὶ οἱ ἐκτρώσεις, προπαγανδίζονται καὶ κατακτοῦν ἔδαφος κάθημερινῶς, καὶ ἐλάχιστες οἰκογένειες μένουν ἀμόλυντες ἀπὸ τὰ μιάσματα αὐτά.  


⃝ Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἕνα τρίτο σημεῖο συγ­κρί­σεως, κι αὐτὸ εἶνε τραγικό· εἶνε ἡ συν­αίσθη­σι τῆς ἀκαθαρσίας. Οἱ δέκα λεπροί, τοὺς ὁποί­ους θεράπευσε ὁ Κύριος, εἶχαν ἐπίγνωσι τῆς καταστάσεώς τους. Κανένας ἀπ᾿ αὐτοὺς δὲν ἔ­λεγε, Ἐγὼ εἶμαι καθαρός, εἶμαι μιὰ χαρά. Εἶ­χαν συναίσθησι τῆς ἀκαθαρσίας τους καὶ πόνο στὴν καρδιά. Γι᾿ αὐτό, μόλις εἶδαν τὸ Χριστό, ἀ­πὸ μακριὰ «ἦραν φωνὴν λέγοντες· Ἰησοῦ ἐπι­στάτα, ἐλέησον ἡμᾶς» (Λουκ. 17,12). Κι ὁ Χριστός, ποὺ ἄκουσε τὴ φωνή τους, τοὺς θεράπευσε.  


Τὸ αἴσθημα τῆς ἀκαθαρσίας, σὲ πολὺ μεγαλύτερο βαθμό, συνοδεύει τὴν διάπραξι τῆς ἁμαρτίας, κάθε ἁμαρτίας καὶ ἰδιαιτέρως τῶν σαρκικῶν. Γι᾽ αὐτὸ στὸ τελετουργικὸ πολλῶν θρησκειῶν, ὅπως καὶ τῆς ἰουδαϊκῆς, βλέπει κανεὶς νὰ θεσπίζωνται διάφορες πλύσεις, βαπτισμοὶ καὶ καθαρμοί. Ἀλλὰ καὶ τὸ Εὐαγγέλιο διδάσκει, ὅτι ἡ ἁμαρτία «κοινοῖ», δηλαδὴ μολύ­νει, καὶ γι᾽ αὐτὸ ὁ Κύριος εἶπε· «Ἐκ τῆς καρ­δί­ας ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, φόνοι, μοι­χεῖαι, πορνεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι. ταῦτά ἐστι τὰ κοινοῦντα τὸν ἄν­θρωπον» (Ματθ. 15,19-20). Αὐτὰ στὸν φυσιολογικὸ ἄν­θρω­πο. Ὁ πεπωρωμένος ὅμως, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν ἐπανάληψι τῆς ἁμαρτίας ἐθίζεται σ᾽ αὐτήν, χάνει τὴ συναίσθησι καί, ἐνῷ κολυμπάει στὴ λάσπη, αὐτὸς νομίζει ὅτι δροσίζεται! Καὶ ἐδῶ εἶνε τὸ τρα­γικό. Γιὰ νὰ μετανοήσῃ καὶ νὰ καθαριστῇ, πρέπει προηγουμένως νὰ συναισθανθῇ τὴν ἀ­θλιότητά του, νὰ ἀνησυχήσῃ, νὰ ἀναγνωρίσῃ τὴν ἀσθένειά του, νὰ πονέσῃ καὶ νὰ κλάψῃ γι᾽ αὐτήν, ὥστε νὰ ζητήσῃ τὴ θεραπεία.

* * *




Ἀδελφοί μου, ἐδῶ ἀκριβῶς εἶνε τὸ μυστήριο. Ἐμεῖς συχνά, ἐνῷ εἴμαστε «λεπροί», τί λέ­με· «Εἶμαι καθαρός· μακάρι νὰ ἦταν κ᾽ οἱ ἄλλοι σὰν ἐμένα». Σὰν τὸ φαρισαῖο, ποὺ πίστευε πὼς εἶνε καθαρός (βλ. Λουκ. 18,11-12). Μοιάζουμε μὲ τὴ μοιχαλίδα ἐκείνη πού, ἐνῷ συλλαμβάνεται ἐπ᾽ αὐ­τοφώρῳ, αὐ­τὴ νίπτει τὰς χεῖρας καὶ διατείνεται ὅτι εἶνε ἄ­μεμ­πτη. Φθάσαμε σὲ τέτοιο σημεῖο ἀν­αισθη­σί­­ας, ὥστε ὄχι μόνο δὲ νιώθουμε συστο­λὴ γιὰ τὴν ἁ­μαρτία, ἀλλὰ καὶ καυχώμεθα γι᾽ αὐ­τὴν κ᾽ ἔ­­χουμε τὴν ἀξίωσι νὰ μᾶς τιμοῦν γιὰ τὰ «κατορ­θώματά» μας. Διότι τρία στάδια διαφθο­ρᾶς ὑ­πάρχουν· στὸ πρῶτο ἡ ἁμαρτία γίνεται κρυ­φά, στὸ δεύτερο παίρνει θάρρος, βγαίνει στὸ δρόμο καὶ χορεύει ἀδιάντροπα, καὶ στὸ τρίτο χειροκροτεῖται καὶ στεφανώνεται. Διαβάστε τὴν Ἀποκάλυψι, ποὺ λέει ὅτι τὰ κέρατα τοῦ δράκον­τος θά ᾽νε στεφανωμένα (Ἀπ. 12,3· 13,1). Ὅταν φτάσου­­με ἐκεῖ, «τότε ἥξει τὸ τέλος» (Ματθ. 24,14) τοῦ κόσμου.  


Γιὰ νὰ μετανοήσουμε, ἀδέρφια μου, πρέπει νὰ νιώσωμε κ᾽ ἐμεῖς σὰν τοὺς λεπροὺς τὸ μεγάλο κακὸ ποὺ ἔχουμε στὴν καρδιά, νὰ αἰ­σθαν­θοῦμε πόνο καὶ νὰ φωνάξουμε· Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν μας. Καὶ ὅπως ὁ Κύριος τότε εἶπε στοὺς λεπροὺς «Πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυ­τοὺς τοῖς ἱερεῦσι» (Λουκ. 17,14), ἔτσι καὶ σ᾽ ἐμᾶς ἡ μετάνοια ὡς μυστήριο πρέπει νὰ γίνῃ ἐνώπιον τοῦ ἐντεταλμένου προσώπου ποὺ ὥρισε ὁ Κύριος, ἐνώπιον τοῦ ἱερέως – πνευματικοῦ. 


  Ἂς δώσουμε ἐνώπιον Κυρίου τὸ λόγο τῆς τι­­μῆς μας, ὅτι θὰ ἀγωνιστοῦμε ἀποφασιστικὰ κα­τὰ τῆς ἁμαρτίας. Τότε θ᾽ ἀνατείλουν ἡμέρες χαρᾶς καὶ ἀ­γαλλιάσεως, καὶ τότε θὰ ποῦμε «Αὕτη ἡ ἡμέρα, ἣν ἐποίησεν ὁ Κύριος· ἀγαλλιασώμεθα καὶ εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ» (Ψαλμ. 117, 24).




(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱερό ναὸ των Ἁγίων Ἀποστόλων Ὑμηττοῦ – Ἀθηνῶν 21-1-1962

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου