Πέμπτη 12 Απριλίου 2012



" Πρόσθες αυτοίς κακά Κύριε...."




του Χρυσορρόα ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ



Ο προφήτης εδω ομιλεῖ περὶ τῶν κακῶν ἀνθρώπων ποὺ εἶνε στὴν ἐξουσία.

Ποιός εἶνε, γενικά, ὁ κακὸς ἄνθρωπος; Δὲν εἶνε ἐκεῖνος ὁ ἁμαρτωλός, ποὺ ἀπὸ συναρπα­­γὴ τοῦ διαβόλου διαπράττει κάποιο ἁμάρτημα, καὶ κατόπιν μετανοεῖ καὶ χύνει δάκρυα καὶ ζητάει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Κακὸς εἶνε αὐτὸς ποὺ ἡ κακία – ἡ ἁμαρτία ἔχει διαποτίσει ὅλο τὸν ψυχικό του κόσμο καὶ ἔχει διαφθαρῆ μέ­χρι τὰ κύτταρά του. Ἡ κακία σ᾽ αὐτὸν ἔχει προχω­ρήσει βαθειὰ στὸν ἐσωτερικό του κό­σμο καὶ τοῦ ἔγινε δευτέρα φύσις. Σκέπτεται συνεχῶς τὸ κακό. Τὴ νύχτα ὕπνος δὲν τὸν πιάνει· δι­αλογίζεται καὶ σχεδιάζει τί κακὸ θὰ κάνῃ τὸ πρωῒ ποὺ θὰ σηκωθῇ. Ἡ σκέψι του εἶνε προσηλω­μέ­νη στὸ κακό. Ὅπως εἶπα καὶ ἄλλοτε, πές μου τί σκέπτεσαι τὴ νύχτα, νὰ σοῦ πῶ τί εἶσαι.


Τέτοιοι κακοὶ ἦταν λ.χ. ὁ ᾿Ιούδας, ὅπως τὸν περιγράφουν τὰ τροπάρια τῆς Μεγάλης Ἑ­βδο­μάδος. Εἶχε εἰσχωρήσει μέσα του ἡ κακία – ἡ φιλαργυρία. Δὲν εἶχε ἁπλῶς ἐπιθυμία χρή­ματος· εἶχε «λύσσα φιλαργυρίας» (Μ. Πέμ., β´ ἀ­πόστ. αἴν.). Κακοὶ ἦταν οἱ ψευδομάρτυρες. Κα­κὸς ἦταν καὶ ὁ λαὸς πού, ἐνῷ εὐεργετήθηκε τόσο ἀπὸ τὸ Ναζωραῖο, ὠρύετο «Σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν» (Λουκ. 23,21).


Πρὸ πάν­των ὅ­μως κακοὶ ἦταν οἱ «ἔνδοξοι τῆς γῆς», οἱ θρησκευτικοὶ καὶ πολιτικοὶ ἄρχοντες τῆς ἐποχῆς· ὁ Ἄννας καὶ ὁ Καϊάφας ποὺ δίκασαν τὸ Χριστό, καθὼς καὶ ὁ Πιλᾶτος πού, μολονό­τι ἔνιψε τὰς χεῖρας του καὶ εἶπε «᾿Αθῷός εἰμι ἀπὸ τοῦ αἵ­ματος τοῦ δικαίου τούτου» (Ματθ. 27,24), ἐν τούτοις ὑπέγραψε τὴν θανάτωσί του.


Ποιό ἦταν ἆραγε τὸ τέλος ὅλων αὐτῶν; ᾿Εμέ­να ρω­τᾶτε; Τὸ γράφει ἡ ἱστορία. Οἰκτρό. Ποιό ἦταν τὸ τέ­λος τοῦ ᾿Ιούδα; μιὰ ἀγχόνη! Ἀπελπισμέ­νος ἀπὸ τὴν ἐνοχή, πῆγε καὶ κρεμάστηκε, αὐ­τοκτόνησε.


Οἱ ἀρχιερεῖς Ἄννας καὶ Καϊ­ά­φας εἶχαν κι αὐτοὶ κακὸ τέλος· ἦρθαν οἱ ῾Ρω­μαῖοι, ἀνέσκαψαν τὰ ᾿Ιεροσόλυμα, ἀλέτρι πέρασε ἐ­κεῖ ποὺ ἦταν τὰ μέγαρά τους καὶ τὰ δικαστήριά τους.


Καὶ ὁ Πόντιος Πιλᾶτος ἄσχημο τέ­λος εἶχε· ἔχασε τὴ θέσι του, ἔ­φυγε μακριά (μιὰ παράδοσις λέει, ὅτι ἔφτασε ἐξόριστος στὴν Ἑλβετία), κ᾽ ἐκεῖ ἀπελπισμέ­νος αὐ­τοκτόνησε πέφτοντας ἀπὸ ψηλὰ στὰ νερὰ μιᾶς λίμνης.


Ὁ λαὸς τέλος, ποὺ φώναζε «Σταύ­ρωσον αὐτὸν» καὶ «Τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐφ᾿ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἡμῶν» (Ματθ. 27,25), πλήρωσε μὲ τὸ ἴδιο νόμισμα. Ὅπως λέει ὁ ἱ­στορικὸς ᾿Ι­ώσηπος, τὸ 70 μ.Χ. ἔφτασαν οἱ λεγεῶ­νες τῆς ῾Ρώμης, πολιόρκησαν καὶ κατέλαβαν τὰ ᾿Ιερο­σόλυμα. Δὲν ἄφησαν «λίθον ἐπὶ λίθον» (ἔ.ἀ. 24,2), καὶ ἄρχισαν νὰ σταυρώνουν συνεχῶς ᾿Ιουδαί­ους. Τόσο πολλοὺς σταύρωσαν, ὥστε ἐξαν­τλήθηκαν τὰ ξύλα, δὲν ὑπῆρχαν πλέον ἄλ­λα δέντρα στὸ δάσος γιὰ νὰ κάνουν σταυρούς.


Τί σημαίνουν αὐτά; Ὅτι τέτοιο τέλος θὰ ἔ­χουν καὶ ὅλοι οἱ διῶκτες τοῦ Χριστοῦ, ὅσοι καταδιώκουν τὴν πίστι τοῦ Εὐαγγελίου.


* * *

Καὶ σήμερα παρουσιάζονται τέτοιοι ἰσχυροὶ ἐκκλησιομάχοι, ὅπως λέγαμε χθὲς καὶ προ­χθές. Εἶνε κακοί, ἔχουν κακία μέσα τους. Δὲν εἶνε ἁπλῶς ἁ­μαρτωλοί. Ὁ ἁμαρτωλὸς μετανοεῖ. Ὁ κακὸς ἔχει τὴν ἐμμονὴ τοῦ διαβόλου καὶ δὲν μετανοεῖ. Μισεῖ ὅ,τι ὡραῖο, ὅ,τι ὑψηλό, ὅ,τι μέ­γα· μισεῖ τὴν πίστι – τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τὸν στενοχωρεῖ ἡ παρουσία της. Δὲ θέ­λει νὰ βλέπῃ παπᾶ· ἅμα δῇ ῥάσο στὸ δρό­μο, τὸν πιάνει δαιμόνιο. Εἶνε κι αὐτὸ μία ἀπό­δειξις ὅτι ἡ θρησκεία μας εἶνε ἀληθινή. Δὲν τοὺς βλέπετε πῶς κάνουν; ἀσχημονοῦν, βλαστημοῦν, καταριῶνται, ἀφρίζουν. Νὰ μὴ δοῦν ἱερέα μπροστά τους· τὸ θεωροῦν ὡς κακὸ συναπάντημα.

Στενοχωροῦνται ν᾿ ἀκοῦν κήρυ­γμα· βουλώνουν τ᾿ αὐτιά τους.

Ἐνοχλοῦνται ὅ­­ταν χτυπᾷ ἡ καμπάνα· πότε νὰ σταματήσῃ! λένε.

Στὴ Φλώρινα ὡρισμένους τοὺς πειράζει ἀκόμα κι ὁ σταυρὸς ποὺ μᾶς ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ στήσουμε στὸ ὕψωμα 1.020 καὶ φωταγωγεῖ­ται τὴ νύχτα· τρίζουν τὰ δόντια καὶ θέλουν νὰ τὸν γκρεμίσουν μὲ δυναμίτη· ἄλλο σύμβολο θέλουν αὐτοὶ νὰ στήσουν ἐκεῖ.


Εἶνε ἀνάγκη νὰ ὑπενθυμίσουμε, ποιό θὰ εἶ­νε τὸ τέλος τῶν ἐκκλησιομάχων; Θὰ εἶνε τὸ ἴ­διο μὲ τὸ τέλος ὅλων τῶν διωκτῶν. Πολλοὺς δι­ώκτας ἀναφέρει ἡ ἱστορία. Θὰ ἦταν μακρὸς ὁ λόγος ἂν ἤθελα ν᾿ ἀναφέρω παραδεί­γματα τέτοιων ἀνθρώπων, «ἐνδόξων τῆς γῆς», ποὺ ἀ­­πὸ τὰ ὕψιστα ἀξιώματα ποὺ κατεῖχαν πολέ­μησαν τὸν χριστιανισμὸ καὶ εἶχαν κακὸ τέλος. Σὲ καθεμιὰ ἀπὸ τὶς περιπτώσεις αὐτὲς ἐφαρμόστηκε τὸ «Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσ­θες αὐ­τοῖς κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς».


Ἕνα μόνο χαρακτηριστικὸ παράδειγμα θ᾽ ἀ­ναφέ­ρω ἀπ᾽ τὰ πολλά. Εἶνε ὁ ᾿Ιουλιανὸς ὁ Παρα­βά­της. Αὐτὸς μίσησε πολὺ τὴ χριστιανικὴ πίστι. Ἐνῷ ἀνατράφηκε ὡς Χριστιανὸς καὶ στὴν ἀρχὴ φαινόταν πρᾷος καὶ ἥσυχος, ἐνῷ ἦ­ταν φίλος καὶ συμμαθητὴς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου στὴν ᾿Α­θήνα, κατόπιν ὡς βασιλεὺς ἔ­δει­ξε ἄλ­λη στάσι. Μίσησε τὸ χριστιανισμό, ἀρ­­­νή­θηκε τὸ Χριστὸ σὰν ἄλλος ᾿Ιούδας, καὶ κατε­δί­ωξε τὴν ᾿Εκκλησία.

Ἔλαβε αὐστη­ρὰ μέ­τρα ἐ­ναντίον της μὲ σκοπὸ νὰ τὴν ἐξουδετερώσῃ καὶ νὰ ἐπαναφέρῃ τὴν εἰδωλολατρία. Ἀλλὰ τὸ τέλος του ποιό ἦταν! Νόμιζε ὅτι θὰ ξεῤῥιζώσῃ τὸν χριστιανισμό. Δὲν ξεῤῥιζώθηκε ὅμως ὁ χρι­στιανισμός· αὐτός ξεῤῥιζώθηκε.

Πολεμώντας ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν στὰ βάθη τῆς Περσίας, ἐκεῖ τραυματίσθη­κε θανάσιμα. Τὸν χτύπησε στὸ στῆθος ἕνα βέ­λος, καὶ τὸ τραῦ­μα ἦταν θα­νατηφόρο. Πεσμένος κάτω στὸ χῶ­μα τῆς γῆς, ἔβαλε τὴ φούχτα του κάτω ἀπ᾽ τὴν πληγή, τὴ γέμισε μὲ τὸ αἷμα ποὺ ἔτρεχε, καὶ μετὰ τὸ σκόρ­πισε στὸν ἀέρα λέγοντας· «Νενίκηκάς με, Ναζωραῖε», Ναζωραῖε, μὲ νί­κη­σες!

«Πρόσθες αὐ­τοῖς κακά, Κύριε, πρόσ­θες αὐ­τοῖς κακὰ τοῖς ἐνδό­ξοις τῆς γῆς».

* * *

Τὸ συμπέρασμα, ἀδελφοί μου· ὁ Ναζωραῖ­ος εἶνε ἀήττητος. Καὶ τὸ δίδαγμα ποιό εἶνε· μὴ πτοού­μεθα.


Ἂς λυσσοῦν οἱ ἐχθροὶ τῆς πί­στεώς μας, οἱ ἰ­σχυροὶ τῆς ἡμέρας· ἂς πολεμοῦν τὴν ἁγία μας Ἐκκλησία, ἂς μηχανεύων­ται ὅ,τι θέλουν, ἂς προσπαθοῦν ὅσο μποροῦν. Ἂς χρησιμοποι­­ήσουν ὅλες τὶς μηχανές, ἂς ἐ­φαρμόσουν ὅλα τὰ σατανικὰ σχέδια πρὸς ἐξ­όντωσιν τῆς πίστεως τοῦ Χριστοῦ. Δὲν θὰ τὸ ἐπιτύχουν. Προσωρινῶς θὰ σημειώ­σουν μερικὲς ἐπιτυχί­ες, θὰ ἔχουν ὡρισμένες νίκες· θὰ φανῇ ὅτι κατέβαλαν καὶ ἀποδυνάμωσαν τὸν χρι­στιανισμό. Πάλι ὅμως θὰ τὸν βροῦν μπροστά τους. Γιατί;


Διότι ἡ πίστις μας – ἡ ᾿Εκκλη­σία μας δὲν εἶνε ἕνα ἀνθρώπινο κατασκεύασμα, δὲν εἶνε κάτι ποὺ τὸ δημιούργησε ἄνθρωπος. Ἡ ᾿Εκκλησία μας εἶνε δέντρο ἀθάνατο, ποὺ τὸ φύ­τευσε μέσα στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων ἡ δεξιὰ τοῦ Κυρίου, αὐ­τὸς ὁ Θεός, ἡ ἁγία Τριάς. Κ᾽ ἕνα τέτοιο δέντρο δὲν μπορεῖ νὰ τὸ ξεῤῥι­ζώσῃ κανείς. Ὅλοι οἱ δαίμονες τῆς κολάσεως νὰ μαζευτοῦν, δὲ θὰ μπορέσουν νὰ τὸ κλονίσουν. Τὰ τσεκούρια τους θὰ σπάσουν καὶ οἱ ἴδιοι θὰ συντριβοῦν. Καὶ θὰ βρίσκῃ πάντοτε ἐ­φαρμογὴ ὁ θεόπνευστος λόγος τοῦ προφήτου Ἠσαΐα· «Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσ­­­θες αὐ­τοῖς κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς».

3 σχόλια:

  1. Τὸ παράπονο τοῦ Ἰησοῦ δὲν εἶνε ὅτι τὸν σταύρωσαν τότε οἱ Ἑ­βραῖ­οι· τὸ παράπονό του εἶνε ὅτι ἡ σταύρωσί του ἐξ­ακολουθεῖ. Χριστιανοί, τὸ καταλάβαμε; μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἐμεῖς εἴμεθα οἱ νέοι σταυρωταί του.

    Ὦ Χριστέ, συντετριμμένοι ἐμπρὸς στὸ σταυ­ρό σου, πέφτουμε καὶ παρακαλοῦμε· δῶσε μας κατάνυξι, δῶσε μας μετάνοια, δῶσε μας συγχώρησι γιὰ τὶς ἀναρίθμητες φορὲς ποὺ σὲ σταυρώσαμε. «Μνήσθητι ἡμῶν, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42)· ἀμήν.
    http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=20770

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ο Παπουλάκος, όταν κατά την περιοδείαν του έβλεπε τους φιλαργύρους και πλεονέκτας πλουσίους να τυραννούν και να βασανίζουν τον πτωχό λαό, τουτέστιν ότι χειρότερον απ’ ό,τι τον ετυράννουν και τον εβασάνιζον οι μπέηδες και οι πασάδες των Τούρκων, η φωνή τουν Παπουλάκου υψώνετο και εστηλίτευε τους αδικούντας. Η ηχώ των λόγων του φθάνει μέχρις ημών.
    «Είσθε», έλεγε προς αυτούς, «είσθε φονιάδες! Αφού τους αφαιρείτε τα μέσα που ζουν, δεν τους σκοτώνετε; Κάνετε κάτι χειρότερο. Δίνετε μαχαιριές εις το σώμα του Χριστού μας. Σώμα του Χριστού είναι οι πτωχοί. Κάθε αδικία κατ’ αυτών είναι και ένα καρφί εις τα πόδια Του… Σταυρωταί!».

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ανεπανάληπτος ο π. Αυγουστίνος και στο παρακάτω βίντεο, (σχετικό με τα προλαληθέντα, ανάρτηση και σχόλια), λίαν επίκαιρο, αν και από ιερό κήρυγμα προ 50 ετών.

    http://www.youtube.com/watch?v=NP01IWg5klI

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου