ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ
τοῦ Ομολογητού Θεολόγου - Φιλολόγου
κ. Νικολάου. ᾿Ιω. Σωτηροπούλου
Ὁ θεολόγος κ. Παναγιώτης Μπούμης, ὁμότ. καθηγητὴς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, διαφώνησε πρὸς ἄρθρο μου ἐπὶ τῇ βάσει τοῦ χωρίου Πράξ. κ´ 28 μὲ τὸν τίτλο «Τὸ αἷμα τοῦ Θεοῦ».
Καὶ τὴ διαφωνία του ἐξέφρασε σὲ ἄρθρο του μὲ τὸν ἐρωτηματικὸ τίτλο «Τὸ αἷμα τοῦ Θεοῦ;». Ἀπάντησα δὲ στὸ ἄρθρο του δι᾿ ἄρθρου μὲ τὸν ἐμφατικὸ τίτλο «Ναί, ὁ Θεὸς ἔχει αἷμα!».
Ἀκούεται παράδοξο, ὅτι ὁ Θεὸς ἔχει αἷμα, ἀλλὰ πολλὰ παράδοξα περιέχονται στὴ Γραφὴ γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἀνέφερα ὡρισμένα.
Κατανοεῖται δὲ ἡ παραδοξότης τῶν χωρίων, ἂν ληφθῇ ὑπ᾿ ὄψιν, ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος. Καὶ ὡς ἄνθρωπος ὁ Θεός, γιὰ ν᾿ ἀναφερθοῦμε στὸ προκείμενο θέμα, ἔχει σῶμα καὶ αἷμα. ῾Η ἀπάντησί μου ἀπὸ τοὺς ἀναγνῶστες τοῦ ἄρθρου κρίθηκε ἱκανοποιητική.
Κατανοεῖται δὲ ἡ παραδοξότης τῶν χωρίων, ἂν ληφθῇ ὑπ᾿ ὄψιν, ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος. Καὶ ὡς ἄνθρωπος ὁ Θεός, γιὰ ν᾿ ἀναφερθοῦμε στὸ προκείμενο θέμα, ἔχει σῶμα καὶ αἷμα. ῾Η ἀπάντησί μου ἀπὸ τοὺς ἀναγνῶστες τοῦ ἄρθρου κρίθηκε ἱκανοποιητική.
Δὲν κρίθηκε ὅμως ἱκανοποιητικὴ ἀπὸ τὸν κ. Μπούμη. Καὶ δημοσίευσε νέο ἄρθρο στὸν «Ο.Τ.» τῆς 13ης ᾿Ιανουαρίου μὲ τὸν τίτλο «Ναί (ἀλήθεια), ὁ Θεὸς ἔχει αἷμα»;
Δηλώνει δέ, ὅτι ὑποχρεώθηκε νὰ ἐπανέλθῃ στὸ θέμα, ἐπειδὴ ἐπιμένω στὶς ἀπόψεις μου, καὶ «γιὰ νὰ μὴ δημιουργοῦνται ἢ νὰ μὴ μένουν στὸν πιστὸ χριστιανὸ ἐσφαλμένες ἐντυπώσεις ἢ διδασκαλίες».
῞Ο,τι ὑποστηρίζω ἐγὼ ἐπὶ τοῦ θέματος, αὐτὸ εἶνε ἐσφαλμένο, ὅ,τι ὑποστηρίζει ἐκεῖνος, αὐτὸ εἶνε ὀρθό!
Καὶ γὰρ καθηγητὴς Πανεπιστημίου ἐκεῖνος.
Στὸ νέο ἄρθρο του ὁ κ. Μπούμης μὲ σχολιάζει ὑβριστικῶς.
Μὲ κατηγορεῖ, ὅτι παρανοῶ ἢ συσκοτίζω τὰ πράγματα· ἔχω ἀντιφάσεις καὶ ἀστάθειες καὶ ὑποκειμενικὲς ἐπιλογές· μπερδεύομαι καὶ μπερδεύω καὶ τοὺς ἀναγνῶστες μου.Εὐχαριστῶ, κ. καθηγητά, γιὰ τὰ εὔσημα!
Πολλὰ δύναμαι νὰ ἀπαντήσω στὸν κ. Μπούμη, ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ἔχω καὶ ἄλλα πράγματα γιὰ ν᾿ ἀσχοληθῶ, ὁ δὲ χρόνος εἶνε συνεσταλμένος καὶ πολύτιμος, θ᾿ ἀναφερθῶ στὰ σπουδαιότερα.
Μὲ κατηγορεῖ ὁ κ. καθηγητής, διότι προκειμένου περὶ τοῦ Πράξ. κ´ 28 χρησιμοποιῶ τὸ κείμενο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τὸ ὁποῖον ὡς ἐκκλησιαστικὸ θεωρῶ αὐθεντικό, ἐνῷ προκειμένου περὶ τοῦ Ζαχ. ιβ´ 10 δὲν χρησιμοποιῶ τὴ μετάφρασι τῶν Ο´, τὴν ὁποία χρησιμοποιεῖ ἡ ᾿Εκκλησία, ἀλλὰ τὸ ῾Εβραϊκὸ κείμενο.
Ἀπαντῶ·
῾Ως πρὸ τὸ κ´ 28, ὅπου ἡ γραφὴ «τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ», προτιμῶ τὸ κείμενο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ὡς ὀρθότερο καὶ αὐθεντικώτερο ἄλλων κειμένων τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Ἀπαντῶ·
῾Ως πρὸ τὸ κ´ 28, ὅπου ἡ γραφὴ «τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ», προτιμῶ τὸ κείμενο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ὡς ὀρθότερο καὶ αὐθεντικώτερο ἄλλων κειμένων τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Καὶ ὡς πρὸς τὸ Ζαχ. ιβ´ 10, ὅπου ἡ γραφὴ «Καὶ θὰ ἐπι βλέψουν πρὸς ἐμέ, τὸν ὁποῖον ἐξεκέντησαν (=ἐλόγχισαν)», προτιμῶ τὸ ῾Εβραϊκὸ κείμενο, διότι συμφώνως πρὸς αὐτὸ παραθέτει ὁ Εὐαγγελιστὴς ᾿Ιωάννης στὸ ᾿Ιωάν. ιθ´ 37.
Γενικῶς δὲ οἱ συγγραφεῖς τῆς Καινῆς Διαθήκης ἄλλοτε παραθέτουν ἀπὸ τὴ μετάφρασι τῶν Ο´ καὶ ἄλλοτε ἀπὸ τὸ ῾Εβραϊκὸ κείμενο.
Καὶ μήπως γι᾿ αὐτὸ πρέπεινὰ κατηγορηθοῦν καὶ αὐτοί, οἱ θεόπνευστοι Ἀπόστολοι, γιὰ ἀντιφάσεις, ἀστάθειες καὶ ὑποκειμενικὲς ἐπιλογές;
Γενικῶς δὲ οἱ συγγραφεῖς τῆς Καινῆς Διαθήκης ἄλλοτε παραθέτουν ἀπὸ τὴ μετάφρασι τῶν Ο´ καὶ ἄλλοτε ἀπὸ τὸ ῾Εβραϊκὸ κείμενο.
Καὶ μήπως γι᾿ αὐτὸ πρέπεινὰ κατηγορηθοῦν καὶ αὐτοί, οἱ θεόπνευστοι Ἀπόστολοι, γιὰ ἀντιφάσεις, ἀστάθειες καὶ ὑποκειμενικὲς ἐπιλογές;
Γράφει ὁ κ. Μπούμης, ὅτι τὸ πλῆθος τῶν ἄλλων μορφῶν τοῦ χωρίου Πράξ. κ´ 28 ὀφείλεται σὲ δυσκολία τῶν Πατέρων τῆς ᾿Εκκλησίας.
Δυσκολεύονταν δηλαδὴ οἱ Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας νὰ δεχθοῦν ὅτι στὸ χωρίο ὁ Ἀπόστολος ὁμιλεῖ γιὰ τὸ αἷμα «τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ»;
Παρακαλοῦμε νὰ μᾶς εἰπῇ ὁ κ. καθηγητὴς ποῖοι Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας καὶ ποῦ στὰ συγγράμματά τους δείχνουν τέτοια δυσκολία.
Δυσκολεύονταν δηλαδὴ οἱ Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας νὰ δεχθοῦν ὅτι στὸ χωρίο ὁ Ἀπόστολος ὁμιλεῖ γιὰ τὸ αἷμα «τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ»;
Παρακαλοῦμε νὰ μᾶς εἰπῇ ὁ κ. καθηγητὴς ποῖοι Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας καὶ ποῦ στὰ συγγράμματά τους δείχνουν τέτοια δυσκολία.
Καὶ τώρα ἐρχόμεθα στὴ σπουδαιότερη διαφορά μας μὲ τὸν κ. Μπούμη.
῞Οταν στοὺς λεγομένους Μάρτυρες τοῦ ᾿Ιεχωβᾶ ὑποδεικνύωμε χωρία, ὅπως τὸ ᾿Ιωάν. α´ 1, ὅπου ὁ Λόγος – Χριστὸς ὀνο μάζεται «Θεός», αὐτοὶ ἀντιτείνουν, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε «Θεός», χωρὶς ἄρθρο, ἀλλ᾿ ὄχι «ὁ Θεός», μὲ ἄρθρο.
Τέτοιο ἰσχυρίζεται καὶ ὁ κ. Μπούμης.
Κατ᾿ αὐτὸν στὸ ἐπίμαχο χωρίο Πράξ. κ´ 28, ὅπου γίνεται λόγος περὶ «τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ», μὲ ἄρθρο, δὲν πρόκειται γιὰ τὸν Υἱό – Χριστό, ἀλλὰ γιὰ τὸν Πατέρα. Καὶ συνεπῶς δὲν πρόκειται γιὰ αἷμα «τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ».
῾Ο κ. καθηγητὴς ἑρμηνεύει τὸ χωρίο ὅπως οἱ ψευδο–Μάρτυρες τοῦ ᾿Ιεχωβᾶ, ἀφοῦ τὸ ἔναρθρο «ὁ Κύριος καὶ Θεός» δὲν ἀποδίδει στὸν Υἱό, ἀλλὰ στὸν Πατέρα, στὸν δὲ Υἱὸ ἀποδίδει τὸ ἄναρθρο «Θεός», ὅπως στὸ Α´ Τιμ. γ´ 16 «Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί».
῞Οταν στοὺς λεγομένους Μάρτυρες τοῦ ᾿Ιεχωβᾶ ὑποδεικνύωμε χωρία, ὅπως τὸ ᾿Ιωάν. α´ 1, ὅπου ὁ Λόγος – Χριστὸς ὀνο μάζεται «Θεός», αὐτοὶ ἀντιτείνουν, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε «Θεός», χωρὶς ἄρθρο, ἀλλ᾿ ὄχι «ὁ Θεός», μὲ ἄρθρο.
Τέτοιο ἰσχυρίζεται καὶ ὁ κ. Μπούμης.
Κατ᾿ αὐτὸν στὸ ἐπίμαχο χωρίο Πράξ. κ´ 28, ὅπου γίνεται λόγος περὶ «τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ», μὲ ἄρθρο, δὲν πρόκειται γιὰ τὸν Υἱό – Χριστό, ἀλλὰ γιὰ τὸν Πατέρα. Καὶ συνεπῶς δὲν πρόκειται γιὰ αἷμα «τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ».
῾Ο κ. καθηγητὴς ἑρμηνεύει τὸ χωρίο ὅπως οἱ ψευδο–Μάρτυρες τοῦ ᾿Ιεχωβᾶ, ἀφοῦ τὸ ἔναρθρο «ὁ Κύριος καὶ Θεός» δὲν ἀποδίδει στὸν Υἱό, ἀλλὰ στὸν Πατέρα, στὸν δὲ Υἱὸ ἀποδίδει τὸ ἄναρθρο «Θεός», ὅπως στὸ Α´ Τιμ. γ´ 16 «Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί».
῍Ας μάθῃ ὅμως ὁ κ. καθηγητής, ὅτι καὶ ὁ Πατὴρ ὀνομάζεται «Θεός», χωρὶς ἄρθρο, π.χ. στὸ Ρωμ. α´ 1–4, Α´ Πέτρ. α´ 2, ᾿Ιούδ. 20–21. Καὶ ὁ Υἱὸς– Χριστὸς ὀνομάζεται μὲ τὴν ὀνομασία «ὁ Θεός», μὲ ἄρθρο, π.χ. στὰ χωρία Ψαλμ. μδ´ 7 καὶ ῾Εβρ. α´ 8 («῾Ο θρόνος σου, ὁ Θεός, εἰς τὸν αἰῶνα»), ῾Ησ. λε´ 4–6 («᾿Ιδοὺ ὁ Θεὸς ἡμῶν κρίσιν ἀνταποδίδωσι καὶ ἀνταποδώσει, αὐτὸς ἥξει καὶ σώσει ἡμᾶς κ.λπ.»), Ματθ. α´ 23 («Καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ ᾿Εμμανουήλ, ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον, Μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός»), β´ Πέτρ. α´ 1 («ἐν δικαι οσύνῃ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν καὶ σωτῆρος ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ»).
᾿Επίσης ὁ Χριστὸς ὀνομάζεται μὲ τὴν ὀνομασία «῾Ο Κύριος», ἐνάρθρως, π.χ. στὰ χωρία Πράξ. ιστ´ 31 («Πίστευσον ἐπὶ τὸν Κύριον ᾿Ιησοῦν Χριστὸν καὶ σωθήσῃ»), Κολ. β´ 6 («῾Ως οὖν παρελάβετε ᾿Ιησοῦν Χριστὸν τὸν Κύριον, ἐν αὐτῷ περιπατεῖτε»), Α´ Θεσ. δ´ 16 («Αὐτὸς ὁ Κύριος καταβήσεται ἀπ᾿ οὐρανοῦ»).
Στὸ ᾿Ιωάν. κ´ 28 τὸ «Κύριος» καὶ τὸ «Θεὸς» γιὰ τὸ Χριστὸ ἀνα φέρονται ἐνάρθρως, «῾Ο Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου», ὅπως στὸ Ψαλμ. λδ´ 23 ἀναφέρονται γιὰ τὸν Γιαχβέ.
Στὸ ἐπίμαχο χωρίο κ´ 28 μὲ τὴν ὀνομασία «ὁ Κύριος καὶ Θεός», ἐπειδὴ εἶνε ἔναρθρη, ὁ κ. Μπού μης, ὅπως εἴπαμε, ἐννοεῖ τὸν Πατέρα, ὄχι τὸν Υἱό – Χριστό. Ἀλλὰ στὸ Λουκ. α´ 16–17 μὲ τὴν ὁμοία ὀνομασία «Κύριος ὁ Θεός», μὲ ἔναρθρη τὴ λέξι Θεός («ὁ Θεός»), ὀνομάζεται ἐκεῖνος, τοῦ ὁποίου ὁ ᾿Ιωάννης προφητεύθηκε ὡς πρόδρομος, ὁ Χριστὸς δηλαδή.
῾Ο ἄγγελος εἶπε στὸ Ζαχαρία, ὅτι ὁ ᾿Ιωάννης «πολλοὺς τῶν υἱῶν ᾿Ισραὴλ ἐπιστρέψει ἐπὶ Κύριον τὸν Θεὸν αὐτῶν· καὶ αὐτὸς προελεύσεται ἐνώπιον αὐτοῦ (=θὰ προηγηθῇ αὐτοῦ)».
Συμφώνως πρὸς αὐτὰ ὁ Υἱός –Χριστὸς εἶνε «ὁ Θεός», ἐνάρθρως,καὶ «ὁ Κύριος», ἐνάρθρως, ὅπως ὁ Πατήρ. Συμβαίνει δὲ τοῦτο, διότιΠατὴρ καὶ Υἱὸς ἔχουν μία καὶ τὴν αὐτὴ οὐσία (᾿Ιωάν. ι´ 30). Στὸ Χριστὸ «κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς» (Κολ. β´ 9).
῾Ο Χριστὸς εἶνε ἡ ὅλη θεία οὐσία, ὁ ὅλος Θεός, ὅπως ὁ Πατήρ, βεβαίως δὲ καὶ τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα. Κατὰ τὸ Φιλιπ. β´ 6 ὁ Χριστὸς εἶνε «ἴσα Θεῷ», ἰσόθεος, κατὰ τὸ Α´ ᾿Ιωάν. ε´ 20 εἶνε «ὁ ἀληθινὸς Θεός», καὶ κατὰ πλεῖστα χωρία τῆς Γραφῆς, π.χ. τὸ Ρωμ. ι´ 13–14 καὶ τὸ Α´ Πέτρ. β´ 3–4 εἶνε «Κύριος», ἑβραϊστὶ Γιαχβέ.
῾Ο κ. Μπούμης, ἐπειδὴ δὲν θέλει νὰ παραδεχθῇ, ὅτι «ὁ Κύριος καὶ Θεός» ἤ, κατ᾿ ἄλλη γραφή, «ὁ Θεὸς» τοῦ Πράξ. κ´ 28 εἶνε ὁ Χριστός, κατακλείει τὴν πρὸς ἐμὲ ἀπάντησί του μὲ τὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ «πνεῦμα ὁ Θεός».
᾿Επικαλεῖται δὲ αὐτὸ τὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ, διότι θέλει νὰ εἰπῇ ὅτι, ἀφοῦ ὁ Θεὸς εἶνε πνεῦμα, δὲν μποροῦμε νὰ λέμε ὅτι ἔχει αἷμα.
Λάθος, κ. Μπούμη!
Ἀφοῦ ὁ Θεὸς ἔγινε ἄν θρωπος, ἀπέκτησε αἷμα, καὶ μποροῦμε νὰ ὁμιλοῦμε γιὰ αἷμα τοῦ Θεοῦ. Ἀγνοεῖτε τὸ δόγμα τῆς ἀντιδόσεως τῶν ἰδιωμάτων;
᾿Επικαλεῖται δὲ αὐτὸ τὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ, διότι θέλει νὰ εἰπῇ ὅτι, ἀφοῦ ὁ Θεὸς εἶνε πνεῦμα, δὲν μποροῦμε νὰ λέμε ὅτι ἔχει αἷμα.
Λάθος, κ. Μπούμη!
Ἀφοῦ ὁ Θεὸς ἔγινε ἄν θρωπος, ἀπέκτησε αἷμα, καὶ μποροῦμε νὰ ὁμιλοῦμε γιὰ αἷμα τοῦ Θεοῦ. Ἀγνοεῖτε τὸ δόγμα τῆς ἀντιδόσεως τῶν ἰδιωμάτων;
Λόγῳ τῆς ὑποστατικῆς ἑνώσεως τῆς θείας καὶ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως στὸ ἑνιαῖο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ἡ Γραφὴ λέγει γιὰ τὸ Θεὸ Χριστὸ ἀνθρώπινα πράγματα, καὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο Χριστὸ θεῖα πράγματα.
῎Ετσι λέγει ὅτι οἱ ἄρχοντες «τὸν Κύριον τῆς δόξης ἐ σταύρωσαν» (Α´ Κορ. β´ 8). Τὸν ἔνδοξο Γιαχβὲ σταύρωσαν ὡς ἄνθρωπο.
῎Ετσι λέγει ὅτι οἱ ἄρχοντες «τὸν Κύριον τῆς δόξης ἐ σταύρωσαν» (Α´ Κορ. β´ 8). Τὸν ἔνδοξο Γιαχβὲ σταύρωσαν ὡς ἄνθρωπο.
᾿Επίσης λέγει ὅτι «ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου», ὁ ἄνθρωπος ᾿Ιησοῦς, κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανό (᾿Ιωάν. γ´13).
῾Ο ἄνθρωπος ᾿Ιησοῦς κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ὡς Θεός.
Ἀνα φέρουμε ἕνα ἀκόμη χωρίο· «῾Ο δεύτερος ἄνθρωπος ὁ Κύριος ἐξ οὐρανοῦ» (Α´ Κορ. ιε´ 47). ῾Ο δεύτερος ἄνθρωπος, ὁ δεύτερος Ἀδάμ, εἶνε ὁ Κύριος ἀπὸ τὸν οὐρανό.
Μὲ ἄλλες λέξεις, ὁ ἄνθρωπος Χριστὸς εἶνε ὁ Γιαχβέ, ὁ Θεός. Παράδοξες ἐκφράσεις, ἀλλὰ θεόπνευστες καὶ ὀρθές.
῾Ο ἄνθρωπος ᾿Ιησοῦς κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ὡς Θεός.
Ἀνα φέρουμε ἕνα ἀκόμη χωρίο· «῾Ο δεύτερος ἄνθρωπος ὁ Κύριος ἐξ οὐρανοῦ» (Α´ Κορ. ιε´ 47). ῾Ο δεύτερος ἄνθρωπος, ὁ δεύτερος Ἀδάμ, εἶνε ὁ Κύριος ἀπὸ τὸν οὐρανό.
Μὲ ἄλλες λέξεις, ὁ ἄνθρωπος Χριστὸς εἶνε ὁ Γιαχβέ, ὁ Θεός. Παράδοξες ἐκφράσεις, ἀλλὰ θεόπνευστες καὶ ὀρθές.
῎Ετσι καὶ οἱ ἐκφράσεις «τὸ αἷμα τοῦ Θεοῦ» καὶ «τὸ αἷμα τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ» ἐπὶ τῇ βάσει τοῦ Πράξ. κ´ 28 εἶνε παράδοξες, ἀλλ᾿ ὀρθές.
Ἀγαπητὲ κ. Παναγιώτη Μπούμη, ἂς μὴ γινώμεθα σοφώτεροι τῆς Γραφῆς.
Ἀγαπητὲ κ. Παναγιώτη Μπούμη, ἂς μὴ γινώμεθα σοφώτεροι τῆς Γραφῆς.
“Μὲ αὐτὸ τὸ ἄρθρον τοῦ κ. Νικολάου Σωτηροπούλου κλείνει ὁ διάλογος ἀπὸ τὰς σελίδας τοῦ «Ο.Τ.» διὰ τὸ ἀνωτέρω θέμα, ποὺ ἤνοιξε μὲ πρωτοβουλίαν τοῦ Καθηγητοῦ κ. Παναγιώτου Μπούμη”.
Ορθόδοξος Τύπος, 10/02/2012
Πάντα φοβερός ο λόγος του Σωτηροπούλου. Τεκμηριωμένος πλήρως.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι βέβαια, ο ο ενανθρωπίσας Θεός, ο Χριστός είχε σώμα και αίμα και όχι μόνον. Είχε ιδρώτα, είχε ούρα και κόπρανα. Και δεν είναι ιεροσυλία να το λέμε, γιατί αν έλειπαν αυτά δεν θα ήταν τέλειος άνθρωπος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν, ο Θεός δεν έχει αίμα, τότε σε κάθε θ. λατρεία τι πίνουμε; Δεν πίνουμε το αίμα, του ενός προσώπου, του Υιού και Λόγου, με τις δυο φύσεις, θεϊκή και ανθρώπινη και έτσι εκτός από ανθρωποφάγοι, γινόμαστε και θεοφάγοι;
ΙΚ