Κυριακή 31 Ιουλίου 2011

Λαρισης Θεολογος:

Ο κεχαριτωμενος

ιεράρχης

που δεν λησμονειται








Ο πιστος λαος της Λαρισης "δεν εδωσε υπνον τοις βλεφαροις του και νυσταγμον τοις οφθαλμοις του" ολα αυτα τα δεκα εξι και πλεον, διαρρευσαντα χρονια, απο τοτε που εφυγε για τον Ουρανο ο κανονικος μητροπολιτης του Θεολογος.
Αλλοτε στον Αγιο Αχιλλειο, αλλοτε στα πεζοδρομια, αλλοτε στα δικαστηρια, αλλοτε στους δρομους, αλλοτε μπροστα απο την μητροπολι αγωνιζεται τον γενναιο αγωνα του.


Ο ιστολογος της ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗΣ ηταν κοντα τους και διπλα τους απο την πρωτη στιγμη και παραμενει κοντα τους και υποστηριζει τον αγωνα τους ανυποχωρητα απο τριακοντετια μεχρι και σημερα.Πριν απο τριαντα χρονια εγραφε στις τοπικες εφημεριδες της Λαρισης κειμενα συμπαραστασεως και θα λεγαμε οτι ειμαστε απο τους λιγους, μαλλον απο τους ελαχιστους που κρατησαμε ψηλα και αναπεπταμενη την σημαια και δεν την κατεβασαμε ουτε για ενα δευτερολεπτο.
Δοξα τω Θεω παντων ενεκεν.
Πιστευουμε οτι ο αγωνας για την αποκαταστασι της Κανονικης ταξεως ειναι αγωνας υπερ των δικαιων Κυριου Παντοκρατορος.

Ο αγιος Ιωαννης ο Χρυσοστομος χαρακτηριζε τους πιστους χριστιανους της εποχης του που τον συμπαρασταθηκαν στον αγωνα του ως μαρτυρες και ως αγιους.

Ενω τους αχρειους αρχιερεις του φθονου και της κακιας της εποχης του ως ΣΤΑΣΙΑΣΤΑΣ δηλαδη ως ΜΑΚΕΛΑΡΗΔΕΣ. Στασιαστες και Μακελαρηδες δεν ειναι οι πιστοι χριστιανοι οταν διαμαρτυρονται για τις ασχημιες των αρχιερεων και των ιερεων. Στασιαστες και Μακελαρηδες ειναι αυτοι οι παραβατες αρχιερεις των οσιων και των ιερων. Αυτοι ειναι οι γοητες και οι διεστραμμενοι που διαστρεφουν ακομα και την ηθικη και το δικαιο. Αυτα ισχυριζεται ο αγιος Χρυσοστομος. Και ετσι τους αποκαλει στασιαστας. Γι αυτο οι αγιοι Πατερες επιτασσουν τους πιστους ΟΛΟΥΣ να τους εξεταζουν και να τους κρινουν και να μην υπακουν σαν τα προβατα και σαν τα μοσχαρια.


Διαβαστε το κειμενο του ιστολογου της ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗΣ που ακολουθει και που ειχε φιλοξενηθει σε τοπικες εφημεριδες της εποχης εκεινης και επεται συνεχεια.


AD


MAGIOREM


GLORIAM


DEI !!!


==========================


Το παρακάτω κείμενο γράφτηκε πρίν από 18 χρόνια όταν στη Λάρισα, και στην πολύπαθη εκκλησία της, ένα κύμα επτακισχιλίων ανθρώπων ανθίστατο γενναία στην άδικη και απαράδεκτη εκδίωξι του επισκόπου των. Η μάχη ήταν άνισος αφού το απειράριθμο πλήθος των χριστιανών κονταροχτυπιούνταν με τις δυνάμεις του σκότους του αιώνος τούτου που η διοικούσα εκκλησία πάντοτε έχει με το μέρος της και πάντοτε την συμπαρίστανται στο ανόσιο έργο της, της ….καταδίωξης των χριστιανών της.


Κατέχω έγγραφο του …Τσαουσέσκου της Εκκλησίας της εποχής εκείνης που καλούσε τα ΜΑΤ να παρέμβουν και να τσακίσουν στο ξύλο τους χριστιανούς της Λάρισας. Ο …Τσαουσέσκου σήμερα δεν ζει. Aφού αργά-αργά καταμαύρισε εξωτερικά, πέθανε και τάφηκε. Όμως η μάχη στη Λάρισα συνεχίζεται ακόμα και σήμερα γενναιότερα και δυναμικότερα με ολιγαριθμότερους βέβαια χριστιανούς, αφού πολλοί κουράστηκαν και αποσύρθηκαν και κάποιοι αίσχιστοι ‘ριψάσπιδες, πρόδωσαν.
Τον θρόνο της Λάρισας σήμερα κατέχει ο τρίτος στη σειρά, κατά την πατερική φρασεολογία μοιχεπιβάτης του θρόνου, και μέγας διώκτης των πιστών της Λάρισας. Στη Λάρισα οι χριστιανοί εδώ και 15 χρόνια, καταταλαιπωρούνται. Και μάλιστα επί καθημερινής βάσεως. Έχουμε αναβίωσι της εποχής του Αρσάκιου και του Αττικού. Είναι όμως βέβαιο, ότι η τύχη και αυτού του διώκτου θα είναι η ίδια με τους προηγούμενους.


==================================


Επέστρεψα από το πεδίον της μάχης. Επέστρεψα από μίαν μεγάλην σύγκρουσιν δυνάμεων. Ο Δαυϊδ μάχεται τον σιδηρόν Γολιάθ, «τας δυνάμεις του σκότους του αιώνος τούτου». Επέστρεψα από μίαν φοβεράν πολεμικήν παράστασιν. Εγενόμην αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυς αυτής της παραστάσεως. Επέστρεψα από την πόλι του πένθους και των δακρύων και του πόνου. Από την ηρωϊκήν πόλιν με τον γενναίον λαόν. Που δεν σταματά με τίποτα. Που «δεν το βάζει κάτω». Που δεν υποχωρεί. Που είναι αποφασισμένος διά τα πάντα αδιαφορών διά πάσαν συνέπειαν. Εις αυτήν την πόλιν εκτυλίσσεται ένα πολεμικόν δράμα. Ένα δράμα του παραλόγου. Ένα δράμα που προκαλεί φόβον και τρόμον και ίλιγγον και σπαραγμόν.
Μάλλον ένα δράμα αλλά ταυτόχρονα και μία κωμωδία. Ένα σκηνικόν με δίμορφον θεατρικήν πράξιν που παίζεται επί μήνες και επί έτη και επί δεκαετίες.
Η δύναμίς του όλο μεγαλώνει, η σφοδρότητά του συνεχώς επαυξάνεται και η τραγικότητά του ακράτητος επιδεινούται. Και πού παίζεται αυτό το δράμα ; Ποιός ο χώρος και ο τόπος του ;


ΤΟ ΑΓΙΩΤΑΤΟΝ ΣΩΜΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.


«Δότε μοι θρηνήσαι τα παρόντα. Δότε μοι στόμα διάραι σήμερον και την κοινήν ταύτην οδύρασθαι συμφοράν. Εύκαιρον νύν ειπείν : αποστείλατε προς τας θρηνούσας και ελθέτωσαν και προς τας σοφάς φθεγξάτωσαν. Τις δώσει τη κεφαλή μου ύδωρ και οφθαλμοίς μου πηγήν δακρύων και κλαύσομαι τον λαόν μου ημέρας και νυκτός ; Τις δώη μου εν τη ερήμω σταθμόν έσχατον ; Επί τα όρη λάβετε κοπετόν και επί τας τρίβους της ερήμου θρήνον» (Ιερεμ. Θ΄1,9).
Και ποίοι οι πρωτοστάται και οι πρωταίτιοι; Ποίοι οι πρωταγωνισταί του δράματος; Και ένας και δύο και πολλοί.
Να τους απαριθμήσωμεν; Να τους επονομάσωμεν; Να τους χαρακτηρίσωμεν; Να τους κριτικάρωμεν; Να τους συγκρίνωμεν; Να τους κατατάξωμεν εις κάποιαν κατηγορίαν ; Να τους εντάξωμεν εις ένα σώμα;
Δεν θα τους εκδικηθώμεν. « Εμοί εκδίκησις, εγώ ανταποδόσω, λέγει Κύριος ο Θεός» (Ρωμ. 12,19). Ημείς μόνον θα τους εντοπίσωμεν. Και θα τους περιγράψωμεν. Ημείς θα τους επισημάνωμεν και θα τους απεικονίσωμεν. Πως άλλως θα γίνουν αντικείμενα φρίκης και αποδοκιμασίας, φυγής και αποτροπιασμού;


Α΄ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΕΜΙΚΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΣ
--------------------------------------------------


Κατ’ αρχάς υπάρχει ο αφανής ήρως. Ο αφανής μάρτυς και ο πρωταγωνιστής. Ο αδελφο-«σκοτωμένος» επίσκοπος. Το «εσφαγμένον αρνίον». Ο παλαιοδιαθηκικός Αβελ. Ο επίσκοπος του Ιησού Χριστού. Ο λιτός, ο ταπεινός, ο ησύχιος, ο αγγελικός, ο ενάρετος επίσκοπος. Ο πένης και πτωχός, ο «μήτε κλίνην, μήτε τράπεζαν, μήτε στέγην έχων», ο μιμητής κατά πάντα του Διδασκάλου του, ός «ουκ έχει πού την κεφαλήν κλίνη»(Ματθ. 20,Cool. Ο ασκητικός και αφιλάργυρος. Ο Μυριήλ του Βίκτωρος Ουγκώ. Ο επίσκοπος με τα διάτρητα θυλάκια, ο επίσκοπος των 20 δραχμών. Ο επίσκοπος «έκπληξις» εις ένα κλήρον κοσμικόν. Ο επίσκοπος «παραφωνία» εις μίαν εποχήν και εις μίαν κοινωνίαν «σκολιάν και δεστραμμένην». Ο επίσκοπος, ο οποίος, κατά τον ιερόν Χρυσόστομον, «τάπητας ούχ ήπλωσε, σηρικά ιμάτια ουκ ενεδύσατο, την γαστριμαργίαν ρασοφόρων ου παρεμυθήσατο». Ο κυριολεκτικά επιστρατευμένος επίσκοπος. Όχι ο γλοιώδης και αιλουροειδής. Όχι ο αρουραίος, ο «εγκλειστος» εις το σκότος και υπό την γήν. Ο απόκοσμος και αλλόκοσμος, ο σταλμένος εις την πόλιν αυτήν, διά να φέρη το μεγάλο μήνυμα, το μήνυμα της μετανοίας και της Χάριτος.


Και οι οπαδοί του, ποίοι; Οι ακόλουθοί του; Οι σωματοφύλακές του; Μήπως η σπάθη και τα όπλα του Καίσαρος; Μήπως τα ροπαλοφόρα ΜΑΤ; Μήπως οι σιδηρόφρακτες κλούβες; Μήπως οι πυροσβεστικές αντλίες; Μήπως οι καπνογόνες βόμβες; Μήπως τα χημικά μέσα; Τίποτα απ’ όλα αυτά. Μόνον Ο ΛΑΟΣ. Ο πιστός και ευσεβής λαός. Διά τον άθλιον επίσκοπον των ΜΑΤ, οι «δήθεν χριστιανοί». Διά τον βωμολόχον αρχιεπίσκοπον των ΤΑΝΚΣ, «οι αιρετικοί και οι χούλιγκανς». Είναι ο πάντα αδικημένος και πάντα προδωμένος πιστός λαός. Το «λείμμα» του Ιησού Χριστού και του Ευαγγελίου Του. Αι «περιεζωσμέναι οσφύες και οι καιόμενοι λύχνοι»(Λουκ.12,35), οι ανοικτοί βραχίονες και τα ανοικτά και ελεύθερα στήθη.
Αυτός ο λαός είναι η ακολουθία του. Αυτός ο λαός είναι οι σωματοφύλακές του. Αυτός ο λαός είναι ο άγρυπνος φύλαξ του αγαπημένου των επισκόπου. Αυτός είναι το ζωντανόν και αδιαπέραστον τείχος. Η συμπαγής μάζα. Αυτός η στοργική και η τρυφερά αγάπη του. Η λατρευτική αφοσίωσις και η αγάπη που δεν εξασθενεί προ ουδεμιάς απειλής, ούτε διώξεως, ούτε φυλακής, ούτε οιουδήποτε μαρτυρίου.


Ω λαέ του Θεού, ώ μικρόν «λείμμα», ώ «κοπαδάκι» του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου! Καυχόμεθα, υπερηφανευόμεθα και καμαρώνουμε διά σας. Σείς μας στέλνετε το φως της ελπίδος. Κωφεύσατε προς τους ιερείς της αισχύνης, προς τους τρώγοντας εις την τράπεζαν Ιεζάβελ και ακολουθούντας τον Θεόν Βάαλ. Βύσατε τα ώτα εις τους βωμολόχους αρχιερατικούς λάρυγγας και εις τας αισχρολόγους δεσποτικάς γλώσσας. Τείνετε ευήκοον ούς και ακροάσθητε την δυνατήν και γλυκίφθογγον χρυσήν γλώσσαν από τα βάθη των αιώνων, τι έλεγεν εις το συνωθούμενον πλήθος, εις τον εκλεκτόν και αφωσιωμένον λαόν του:


« Ευχαριστώ υμάς, διότι παρά τους πειρασμούς, οίτινες εκύκλωσαν υμάς, μού επεδείξατε πίστιν δοκιμασθείσαν κατά πάντα. Υπήρξατε η αγνή σύζυγος, ήτις κλείει τα ώτα εις τας αισχράς προτάσεις κατά την διάρκειαν της απουσίας του συζύγου. Υπήρξατε ο άγρυπνος κύων, όστις φυλάσσει το ποίμνιον κατά την απουσίαν του ποιμένος. Υπήρξατε οι ναύται οι καθοδηγούντες ασφαλώς το πλοίον εν τη απουσία του κυβερνήτου. Οι στρατιώται, οίτινες αποστερηθέντες του αρχηγού των, δεν αφήνουν οι εχθροί να τους αρπασουν την νίκην.
Υμείς εμοί πολίται, υμείς εμοί πατέρες, υμείς εμοί αδελφοί, υμείς εμοί τέκνα, υμείς εμοί μέλη, υμείς εμοί σώμα, υμείς εμοί φώς, μάλλον δε και του φωτός τούτου γλυκύτεροι. Τι γαρ τοιούτον παρέχει μου η ακτίς, οίον η υμετέρα αγάπη;

Τοσαύτας ημέρας ηγρυπνήσατε, και ουδέν υμάς έκαμψεν, ου χρόνου μήκος μαλακωτέρους υμάς εποίησεν, ου φόβοι, ουκ απειλαί. Προς πάντα εγένεσθε γενναίοι. Και τι λέγω εγένεσθε; Τούτο όπερ επεθύμουν αεί, κατεφρονήσατε των βιοτικών πραγμάτων, απετάξασθε τη γή, εις τον ουρανόν μετέστητε. Απηλλάγητε των συνδέσμων του σώματος, προς την μακαρίαν εκείνην αμιλλάσθε φιλοσοφίαν.

Ταύτα εμοί στέφανοι, ταύτα παράκλησις, ταύτα παραμυθία, ταύτα εμοί άλειμμα, ταύτα ζωή, ταύτα αθανασίας υπόθεσις».(Εκ της ομιλίας του ιερου Χρυσοστόμου προς τους «Θεολογικούς» της εποχής του, πρό της αναχωρήσεώς του διά την β΄εξορίαν).


Β΄ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΕΜΙΚΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΣ
------------------------------------------------


Ο «επίσκοπος» των ΜΑΤ. Το ΑLTER EGO του αρχιεπισκόπου των ΤΑΝΚΣ. Ο αλλοτριοεπίσκοπος, κατά τον ιερόν Χρυσόστομον, και κατά τους Ιερούς Κανόνας.
Ο εισελθών εις την αυλήν των προβάτων, όχι διά της θύρας, αλλ’ αλλαχόθεν, ούτε με το φως της ημέρας, αλλά κατά τον χρόνον της νυκτός, ως βρυκόλαξ. Η θλιβερά «φιγούρα» της υποθέσεως. Ο φιλόδοξος και αγενής πλανόδιος επαίτης. Η θεατρινίζουσα σάτιρα. Η επαναλαμβανομένη ηχώ. Το κωμικόν μέρος της υποθέσεως. Η φαιδρά πλευρά διά το ποικιλλόχρουν. Ο κλεπταποδόχος επιδρομέας της νυκτός. Ο σφετεριστής του θησαυρού. Ο χαρακτηρισθείς ως τυφλοπόντιξ και αρουραίος και ως φυτόν χωρίς χλωροφύλλην. Ο περιπατών επί κινουμένης άμμου. Ο μήνυς Αχιλλεύς. Ο εκδικητικός.


Ο κρατών διά του ενός βραχίονος τον σταυρόν και διά του ετέρου την σπάθην. Ο σταυροφόρος ιππότης «με κράνος και κνημίδας και θώρακα και ξίφος και δόρυ και ασπίδα και τόξα και βέλη και φαρέτρα». Ο «μιγείς τοις έθνεσι και μαθών τα έργα αυτών». Ο θηριωδέστερος γόνος του θηριώδους γονέως. Ο αντιπαλαίων και αντιμαχόμενος και αντιπαρατασσόμενος προς ένα ολόκληρον λαόν. Ιδου εστί περιφρουρούμενος υπό παρατεταγμένης ολοκλήρου στρατιάς των αγριωπών ΜΑΤ. Ιδού καλεί συνεχώς εις βοήθειαν τα ροπαλοφόρα ΜΑΤ. Ιδού φυλάσσεται επί 24ώρου βάσεως υπό των ειδικών αντιτρομοκρατικών δυνάμεων των ΜΑΤ. Ιδού φοβείται και τρέμει τον λαόν που ήλθε δήθεν να «ποιμάνη». Ιδού διά σάλπιγγος καλεί τα ανθρωποβόρα ΜΑΤ και την πόλιν όλην «εκ βάθρων ανασκευάσαι παρεσκευασμένος». Τι να είπωμεν προς αυτόν τον αξιοθρήνητον Δον Κιχώτην και μανιώδη επιβάτην;


«Σκληρόν σοι προς κένρα οξέα λακτίζειν. Ουκ αμβλύνεις τα κέντρα, αλλά τους πόδας αιμάσσεις, επεί και τα κύματα την πέτραν ου διαλύει, αλλ’ αυτά εις αφρόν διαλύονται. Εκκλησίαν ο Θεός έπηξε, τις επιχειρεί σαλεύειν; Ούκ οίσθα Αυτού την δύναμίν; Εν τω πλήθει των πιστών η Εκκλησία. Ιδού πόσοι στύλοι εδραίοι, ου σιδήρω δεδεμένοι, αλλά πίστει εσφιγμένοι» (Ιερός Χρυσόστομος).


Γ΄ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΕΜΙΚΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΣ
----------------------------------------------------

Ο εμφανής πρωταγωνιστής. Το όνομά του γνωστότατον. Ονομα προκαλούν φρίκην και αποτροπιασμόν εις τον ιστορικόν του παρόντος και του μέλλοντος. Ο είς από τους περισσότερον κακούς ανθρώπους της εποχής μας, όμοιος Θεοφίλω τω Αλεξανδρείας.η τραγικωτέρα των τραγικοτέρων ύπαρξις. Το πλέον αξιοθρήνητον ανθρώπινον πρόσωπον της συγχρόνου εκκλησιαστικής μας ιστορίας. Ειπον, ανθρώπινον; «Ου γαρ ανθρώπινον, αλλά θηριώδες έχων όμμα». Το «επαιρόμενον ύψωμα». Η επηρμένη και πτωχαλαζών κεφαλή. Η αληθινή μάστιγξ. Ο ευάρεστος εις τους ισχυρούς κολαξ. Ο μέγας μηχανορράφος. Η βαθεία και πυορροούσα πληγή. Ο κατά τον χαρακτηρισμόν αειμνήστου μητροπολίτου «αμαθής και αδιάφορος, άβουλος και απραγος, αδαής και ανερμάτιστος, αμέθοδος και επιπόλαιος, άτολμος και αναποφάσιστος, ακατάλληλος, ανίκανος και ανάξιος, ο ακαταλληλότερος και ανικανότερος και αναξιότερος πάντων των από 150ετίας προϋπαρξάντων Αρχιεπισκόπων». Ο ως εν υαλοπωλείω εισορμήσας μαινόμενος ταύρος. Ο αφήσας την Εκκλησίαν κατακεκαυμένην εις καπνίζοντα ερείπια.
Ποίος ούτος; Αφήνομεν να τον ανακαλύψουν και να τον επινοήσουν οι αναγνώσται του παρόντος. Πάντως είναι μεγαλόσχημος κληρικός, προκαθήμενος ολοκλήρου Εκκλησίας.


Δ΄ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΕΜΙΚΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΣ
-------------------------------------------------------

Εδώ πρέπει περισσότερον να σταθμεύσωμεν. Και να παρακολουθήσωμεν το μυστικόν μέρος της υποθέσεως. Να εντοπίσωμεν τους λοιπούς, αρρήκτως συνδεδεμένους με τον προηγούμενον, αφανείς πρωταγωνιστάς. Τους υποκινητάς και υποδαυλιστάς και ταυτόχρονα απαθείς και νωθρούς και νωχελικούς θεατάς. Τους καμουφλαρισμένους και ταμπουρωμένους και κρυπτωμένους λαγωούς.


Και αυτοί είναι πολλοί. Είναι πολλές δεκάδες. Είναι οι συνωμόται της σιωπής, η μανιώδης φάλαγξ, κατά τον Παλλάδιον. Με ίδιον ή ίσως και περισσότερον μέγεθος συνθλιπτικής ευθύνης και συνενοχής. Με τίτλους ευγενείας. Με μίτρας εις τας κεφαλάς και πατερίτσας εις τας χείρας. Με αλουργίδας αυτοκρατορικάς και υπουργούς και υπασπιστάς και υποκόμους και ευνούχους και θαλαμηπόλους. Με χρυσοϋφαντα πορφυρωτά και μεταξωτά ιμάτια και ενδύματα. Με αυτοκρατορικάς αμάξας και μεγαλοπρεπείς πομπάς και εξαιρετικάς τιμάς. Με ηγεμονικά θηλάκια και άπληστον φιλαργυρίαν. Υπερήφανοι, τολμηροί εις το κακόν, την κακίαν και μοχθηρίαν. «Οι κρίνοντες τον άδικον ως δίκαιον. Οι ακάθαρτοι και βδελυκτοί παρά Κυρίω» (Παρ.17,15), αλλά «σεπτοί και άγιοι αυτοαποκαλούμενοι μεταξύ τους». Οι «τύφω πεπληρωμένοι». Οι έχοντες αχαλίνωτον φιλοδοξίαν. Οι λάτρεις του αθλίου ανθρωπίνου δοξαρίου. Οι αχόρταγοι και ακόρεστοι εις το πάθος του προσκαίρου και εφημέρου μεγαλείου. Οι εφευρέται όλων των σκευωριών και όλων των μηχανορραφιών. Οι ως λυσσώντες κύνες προς εξόντωσιν των αθώων αδελφών των. Οι αθλιώτατοι, κατά τον Παλλάδιον. Οι ψευδείς φίλοι. Οι έχοντες τας πολλάς προσωπίδας και τα πολλά προσωπεία.


Ιδού ποίοι οι πολλοί και μεγάλοι ένοχοι. Και αυτοί δυστυχώς ρασοφόροι. Ομοιάζουν με τον Ιησούν Χριστον τον Εσταυρωμένον; Μήπως με τους Προφήτας και Μάρτυρας και τους Πατέρας; Μήπως με ένα Χρυσόστομον, με ένα Βασίλειον, με ένα Γρηγόριον, με ένα Μάρκον τον Ευγενικόν; Με τι ομοιάζουν; Με ποίον ή με ποιους ομοιάζουν;


Ευρον με ποίον ομοιάζουν. Σωσίας των ο Μέγας Ιεροεξεταστής του Ντοστογιέφσκυ. Είναι όμοιοι και απαράλλακτοι με εκείνον. Ιδου αναδύεται από τα βάθη του ορίζοντος. Ιδού ανίσταται από το παρελθόν. Ιδου αναβιώνει από την ιστορίαν. Έρχεται εις τας ημέρας μας, εις τον τόπον μας, εις την πατρίδα μας, εις την Εκκλησίαν μας. Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Το έργον γίνεται ζωή. Ζωή και αναπαράστασις το έτος 1990 μ.χ. Ας παρακολουθήσωμεν το δραματικόν σκηνικόν. Μας το περιγράφει ο ίδιος ο Ντοστογιέφσκυ:


« Ε Κ Ε Ι Ν Ο Σ απεφάσισε μόνο για μια στιγμή, να εμφανισθή στο λαό. Θέλει να επισκεφθή τα παιδιά Του μόνο για μια στιγμή. Με την άπειρη ευσπλαχνία Του περιφέρεται ακόμη μια φορά μεταξύ των ανθρώπων, με την ίδια ανθρώπινη μορφή, με την οποία είχε ζήσει ανάμεσά τους. Κατεβαίνει στις φλογισμένες πλατείες της αμαρτωλής πόλεως, όπου ακριβώς μία μέρα πρίν, απάνω σε μια λαμπρή φωτιά, έκαψε μονομιάς ο Καρδινάλιος Μέγας Ιεροεξεταστής, επί παρουσία του βασιλέως, της αυλής, των ιπποτών, των καρδιναλίων και των θελκτικοτάτων κυριών της αυλής, σχεδόν μια ολόκληρη ομάδα αιρετικών.


Όλοι τον αναγνωρίζουν. Είναι Α Υ Τ Ο Σ.


Διασχίζει σιωπηλός, με το ήρεμο χαμόγελο άμετρης ευσπλαχνίας τους συνωθουμένους. Απλώνει επάνω τους τα χέρια Του, τους ευλογεί. Την ίδια στιγμή περνά ο Καρδινάλιος Μέγας Ιεροεξεταστής. Είναι ένας γέρος εννενήντα χρόνων, μεγαλόσωμος και ευθυτενής, βλοσυρός. Σε μια απόστασι τον ακολουθούν οι σκυθρωποί του βοηθοί και δούλοι, η «αγία φρουρά» του. Σταματά και παρατηρεί από μακρυά. Τα είδε όλα. Μαζεύει τα πυκνά φρύδια του και στο βλέμμα του καίει μια κακή φωτιά. Σήκωσε το δάκτυλο και έδωσε διαταγή στους φρουρούς να Τον συλλάβουν. Και δές: Τόσο μεγάλη ήταν η δύναμί του, και τόσο καλά παιδαγωγημένος, ταπεινός και τρεμουλιαστά υπάκουος είναι σ’ αυτόν ο λαός, ώστε το πλήθος κάνει αμέσως στους φρουρούς τόπο. Αυτοί τον συλλαμβάνουν και τον οδηγούν μακριά. Και αμέσως, ολόκληρο το πλήθος, σαν ένας άνθρωπος υποκλίνεται μπρός στον Ιεροεξεταστή μέχρι τη γή. Και αυτός ευλογεί σιωπηλά το πλήθος και προσπερνά.


Φέρνουν τον συλληφθέντα σε μιά στενή, σκοτεινή, θολωτή φυλακή, στο παληό οικοδόμημα του Αγίου Δικαστηρίου και τον κλείνουν εκεί. Η ημέρα περνά και αρχίζει η σκοτεινή, η φλογισμένη, η αγωνιώδης νύκτα. Στο βαθύτατο σκοτάδι ανοίγει ξαφνικά η σιδερένια πόρτα της φυλακής, και ο γηραιός Μέγας Ιεροεξεταστής, σιγά, με ένα φανάρι στο χέρι, μπαίνει στην ειρκτή. Είναι μόνος και αμέσως κλείνει πίσω του η πόρτα. Σταματά στην είσοδο και Τον ατενίζει αδιάκοπα στο πρόσωπο. Επειτα έρχεται πλησιέστερα, τοποθετεί το φανάρι στο τραπέζι και του μιλεί:


--Εισαι Σύ Αυτός ;;; Σύ;;;


Μην απαντάς, σώπαινε. Και τι θα μπορούσες να πής; Δεν έχεις το δικαίωμα να προσθέσης έστω και μια μόνο λέξι.
Γιατί ήρθες να μας ενοχλήσης;
Δεν ξέρω αν εισαι Αυτός ή μόνον το ομοίωμά Του. Αυριο θα σε δικάσω και θα δώσω εντολή να σε κάψουν σε μια φωτιά σαν τον χειρότερο αιρετικό. Μας μεταβίβασες το έργο Σου, μας έδωσες το δικαίωμα «του δεσμείν και λύειν» και τώρα δεν σου επιτρέπεται καθόλου να σκέπτεσαι να μας πάρης αυτό το δικαίωμα.


Γιατί ήρθες να μας ενοχλήσης;
Μας τα μεταβίβασες όλα και κατά συνέπεια κατέχουμε τα πάντα. Είπες στους ανθρώπους: Θέλω να σας ελευθερώσω. Δεκαπέντε αιώνες βασανιστήκαμε με αυτή την ελευθερία και τώρα το έργο μας τελείωσε και τελείωσε καλά. Οι άνθρωποι μας φέρανε οι ίδιοι την ελευθερία τους και την καταθέσανε υποτακτικά μπρός στα πόδια μας. Αυτό ίσα-ίσα είναι το έργο μας. Εμείς θα χορτάσουμε τους ανθρώπους εν τω ονόματί Σου, γιατί θα τους πούμε ψέμματα, ότι αυτό γίνεται εν τω ονόματί Σου. Θα καταλάβουν ότι δεν μπορούν να είναι ποτέ ελεύθεροι, γιατί είναι αδύνατοι, γεμάτοι ελαττώματα, τιποτένιοι, ταραχοποιοί. Θα μας θαυμάζουν και θα μας θεωρούν για θεούς. Εμείς θα πούμε ότι υπακούομε σε Σένα και ότι εξουσιάζουμε εν τω ονόματί Σου. Θα τους εξαπατήσουμε πάλι, γιατί δεν θα σε ξαναφήσουμε πλέον νάρθης σε μας.


ΕΣΥ τι έκανες; Αντί να γίνης κύριος της ελευθερίας των ανθρώπων, τους μεγάλωσες ακόμη την ελευθερία τους, τους την επολλαπλασίασες. Ζητούσες την ελεύθερη αγάπη του ανθρώπου για να τον παρασύρης και να τον δελεάσης να σε ακολουθήση θεληματικά. Αντί να συμμορφώνεται με τον σταθερό παλαιό νόμο, ώφειλε τώρα ο άνθρωπος με ελεύθερη καρδιά να αποφασίζη ο ίδιος, τι είναι καλό και τι είναι κακό και κατά την εκλογή ειχε μόνο Εσένα για υπόδειγμα.


Με την ελευθερία που τους έδωσες, τους έσπρωξες σε μεγαλύτερη σύγχυσι και μαρτύριο, γιατί τους άφησες πίσω τόσες έγνοιες και τόσα άλυτα αινίγματα. Απόρριψες τη δύναμι της Εξουσίας. Ακουσες την προσφορά και την απέρριψες. Δεν υπέκυψες στον πειρασμό και δεν πήδησες κάτω. Αυτό κάναμε εμείς. Βελτιώσαμε το έργο Σου και το θεμελιώσαμε στο Θαύμα, στο Μυστήριο και στην Εξουσία. Και οι άνθρωποι χάρηκαν, ότι ακολουθούσαν πάλι σαν ένα κοπάδι και ότι τους αφαιρέθηκε επιτέλους από την καρδιά τους το τρομερό δώρο που τους έκανε τόσο μαρτύριο.


Εμείς τους πείσαμε ότι μόνο τότε θα γίνουν ελεύθεροι όταν παραιτηθούν της ελευθερίας τους προς όφελός μας και όταν είναι αφοσιωμένοι σε μας. Θα τους δείξουμε πώς είναι αδύνατοι και πως είναι μόνον πτωχά παιδιά. Θα γίνουν φοβιτσιάρηδες και ντροπαλοί και θα μας κοιτάνε με σεβασμό και τρομαγμένοι θα μαζεύωνται γύρω μας όπως τα κλωσσόπουλα στην κότα. Θα τους επιτρέπουμε ακόμη και τα αμαρτήματα και θα μας αγαπούν διότι θα τους συγχωρούμε τα αμαρτήματα. Θα τους πούμε ότι σβήνονται όλες οι αμαρτίες όταν γίνωνται με την συγκατάθεσί μας. Θα μας θαυμάζουν και θα μας φοβούνται. Πές και Σύ, δεν είχαμε δίκηο έτσι να διδάσκουμε και έτσι να κάνουμε;


Γιατί, λοιπόν, ήρθες να μας ενοχλήσης;
Τι με κοιτάς βουβά και διαπεραστικά με τα τρυφερά Σου μάτια; Θέλεις να ακούσης το μυστικό μας; Λοιπόν, ΑΚΟΥΣΕ:
Δεν είμαστε με Σένα, αλλά με Αυτόν. Αυτός είναι το μυστήριό μας. Πάει καιρός πολύς τώρα, που δεν είμαστε με Σένα, αλλά μ’ Αυτόν. Πάνε οκτώ αιώνες. Τότε δεχτήκαμε απ’ Αυτόν, εκείνο που Σύ αγανακτισμένος απέκρουσες. Πήραμε απ΄Αυτόν τη Ρώμη και το σπαθί και την πορφύρα του Καίσαρος και κηρύξαμε τους ίδιους τους εαυτούς μας, επίγειους βασιλείς.


Εμείς δεχτήκαμε το ξίφος του Καίσαρος και έτσι απορρίψαμε Εσένα και ακολουθήσαμε Αυτόν. Όλα όσα σου λεω, έγιναν και θα γίνουν και το Κράτος μας θα θεμελιωθή.
Σου το ξαναλέω. Αύριο θα σε κάψω γιατί ήρθες να μας ενοχλήσης. Γιατί αν υπάρχη ένας που να αξίζει περισσότερο από κάθε άλλον να καή, Αυτός ΕΙΣΑΙ ΕΣΥ. Αύριο θα σε κάψω.


Ο Φυλακισμένος σιωπά και μόνο τον κοιτάζει βαθειά και διαπεραστικά στα μάτια.
Ξάφνου προχωρεί αμίλητος στο γέρο, τον πλησιάζει και τον φιλεί στα σιγανά, αναιμικά και ενενηντάρικα χείλη του.

Ο γέρος συνταράσσεται.

Πηγαίνει στην πόρτα, την ανοίγει και του λέει:


ΠΗΓΑΙΝΕ ΚΑΙ ΜΗΝ ΞΑΝΑΡΘΗΣ ΠΟΤΕ. ΠΟΤΕ ΜΗΝ ΞΑΝΑΡΘΗΣ…ΠΟΤΕ…ΠΟΤΕ….ΠΟΤΕ….
Τον αφήνει να βγή έξω, στις σκοτεινές, έρημες πλατείες της πόλεως και ο Φυλακισμένος πηγαίνει…
Και ο άγγελος της Εκκλησίας αναχώρησε μαζί με Αυτόν.

ΝΑΙ, αυτά δυστυχώς επαναλαμβάνονται και στις μέρες μας εκ μέρους πολλών εκπροσώπων του απλού και ταπεινού Ιησού του Ναζωραίου, τα οποία είναι προς όνειδος και ταπείνωσί μας.
Ποιος μπορεί να μεταβάλη την τάξι των πραγμάτων;
Ευτυχώς πάλι μόνον ο Ιησούς ο Ναζωραίος, καθώς και οι πιστεύοντες ειλικρινώς και ακραδάντως εις Αυτόν.

4 σχόλια:

  1. Ο Μητροπολίτης Λαρίσης Θεολόγος Πασχαλίδης στην ζωή του υπήρξε Άγιος.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. "Οία η μορφή, τοιάδε και η ψυχή".

    Άραγε, όταν κάποιου η μορφή μαυρίζει, μαυρίζει και η ψυχή;

    ΙΚ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Θεολόγος Λαρίσης και Αρτέμιος Σερβίας Αξιοι και άγιοι των ημερών μας, διωχθέντες απο τους οικουμενιστάς.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΑ ΠΟΛΥ ΣΠΟΥΔΑΙΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
    ΕΜΠΝΕΟΥΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΓΕΝΑΙΟΤΗΤΑ !!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου