Τετάρτη 8 Ιουνίου 2011



Στόν ἀσθενοῦντα ἀδελφό


ἐν ἀγάπῃ


του μητροπολίτου Αττικής

και Μεγαριδος ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ


Τούτη τήν ὥρα πού ὁ ἀδελφός καί συλλειτουργός Ἱερώνυμος, ὁ προκαθήμενος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, βρίσκεται στό κρεβάτι τῆς δοκιμασίας καί τοῦ πόνου, ἀφήνω πίσω κάθε προσωπική μου ἀμφισβήτηση ἤ παράπονο, καί στέκομαι κοντά του ἐν ἀγάπῃ καί προσευχῇ.
Ἕνα ὀλισθηρό βῆμα σέ ἀτμόσφαιρα καταιγίδος τοῦ στέρησε τήν ἐλευθερία τῆς κινήσεως καί τῆς δράσεως. Ἡ εὐχή ὅλων μας, νά ἐπιστρέψει συντόμως ὑγιής στό ὑπεύθυνο ἔργο του.
Ὅταν πρό τριετίας ἐβάδιζε πρός τόν Ἀρχιεπισκοπικό θρόνο τόν συνόδευσα μέ πολλές ἐλπίδες. Παρακάτω ἀναδημοσιεύω τό σχετικό κείμενο τῆς ἀδελφικῆς ὑποδοχῆς καί τῶν χρηστῶν ἐλπίδων(Τό κείμενο αὐτό δημοσιεύτηκε στό τεῦχος 224, τῆς 1ης Μαρτίου 2008, τῆς «Ἐλεύθερης Πληροφόρησης»).


Συμπτώματα καί... μηνύματα


Ἡ τροχιά τοῦ Χριστοδουλικοῦ ἄστρου ὁλοκληρώθηκε. ᾿Εκεῖνος τή σχεδίασε, ὡς ἔκπαγλη λάμψη φωτός. ῾Η ἱστορία τήν ἔζησε καί θά τή ζήσει πιεστικότερα καί πειστικότερα, ὡς χαοτική, ἐπικίνδυνη περιδίνηση κοσμικῶν φιλοδοξιῶν. Δέ θά δυσκολευτεῖ νά συνοψίσει τίς κρίσεις της. Καί δέ θά ἀποφύγει ἀκόμα καί ἄν κάποιοι τό θέλουν νά ἀποτιμήσει ἀκριβοδίκαια τά κίνητρα, τούς προγραμματισμούς καί τά ἀποτελέσματα.

Ἀκροβατώντας, τούτη τήν ὥρα, στήν περιοχή τῆς κρίσιμης ἀλλαγῆς, στό μετέχμιο τῆς ἀντικατάστασης φρουρᾶς στόν ἀρχιεπισκοπικό θρόνο, δέ θεωροῦμε πρόσφορο τό κλίμα γιά μιά ἀπό ἀπόσταση ἐπιστημονικῆς νηφαλιότητας σφαιρική ἐπισήμανση τῶν προβληματισμῶν καί τῶν κενῶν, πού ἀφήνει πίσω του ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος. Καί γι᾿ αὐτό, δέ θά μποῦμε στόν πειρασμό, νά συνθέσουμε ἱστορικό δοκίμιο γιά τή δεκαετία τῆς ἀρχιεπισκοπείας του καί γιά τά καμώματα τοῦ περιβάλλοντός του. Προτίμησή μας νά μιλήσουμε γιά τό «αὔριο». Γιά τήν καινούργια σελίδα τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας ἱστορίας, πού ἔχει ἀρχίσει νά γράφεται. Νά ἐμπιστευτοῦμε τά ὁράματά μας καί τίς ἀνησυχίες μας στίς διάδοχες προσωπικότητες, πού ἐπωμίζονται τήν εὐθύνη νά διαχειριστοῦν τά ἀτίμητα δῶρα τοῦ Οὐρανοῦ καί τίς εὐαίσθητες ἐλπίδες τοῦ λαϊκοῦ πληρώματος.

Θά στηλώσουμε τό βλέμμα στό βάθος τοῦ ὁρίζοντα. Στό «αὔριο» καί στό «μεθαύριο». ᾿Αλλά μέ θησαύρισμα ἐμπειρίας καί μέ φακούς ἐκτίμησης, πού ἀναπόφευκτα προέρχονται ἀπό τό παρελθόν. Διαθέτοντας τό προνόμιο ἤ τήν ἀτυχία τῆς ἄμεσης, ὀπτικῆς, ἀκουστικῆς καί δημοσιογραφικῆς ἐπαφῆς μέ τά ἐκκλησιαστικά γεγονότα ὁλόκληρης τῆς τελευταίας, προβληματικῆς τριακονταπενταετίας καί ἔχοντας νωπές τίς ἐγγραφές τῆς Χριστοδουλικῆς δεκαετίας, θά ἦταν ἐξωπραγματικό καί ἀπρόσφορο νά ἰσχυριστοῦμε, πώς ἀποκόπτουμε δυναμικά τό λῶρο, πού μᾶς συνδέει μέ τό βιωμένο παρελθόν, γιά νά ἰχνογραφήσουμε τά ὄνειρα καί τίς προσδοκίες γιά τή μέρα, πού ἀνατέλλει. ῾Απλά, θά προσπαθήσουμε νά κρατήσουμε τή θέση μας στήν κερκίδα τοῦ θεατή καί ἐπεξεργαστή ἐκείνης τῆς ἐποχῆς. Καί, σταθμίζοντας κάποιες φάσεις καί κάποιες συμπεριφορές τῶν πρωταγωνιστῶν της, θά μεταφέρουμε τά ἐρεθίσματα, πού προκύπτουν, ὡς μηνύματα ἐνδεικτικά καί δεσμευτικά, στή νέα, προεδρική, προσωπικότητα τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος καί στό ἀνανεωμένο ὀργανωτικό ἐπιτελεῖο της.

Πόθος, παράκληση καί ἀδελφική προτροπή, τά κοσμικά ὁράματα τοῦ παρελθόντος νά μή σκιάσουν τόν ὁρίζοντα τοῦ κοντινοῦ μέλλοντος. Οἱ ἀμφίσημες καί ἀμφισβητήσιμες ἐπιλογές, πού στιγμάτισαν ἀρνητικά τό ἡγετικό κέντρο καί καταλέκιασαν τό χιτώνα μεγάλης μερίδας τῶν ἀνώτατων Λειτουργῶν τοῦ ῾Ιεροῦ Θυσιαστηρίου, νά μή πρυτανεύσουν καί νά μή λειτουργήσουν κατά τήν καινούργια ἀγωνιστική διαδρομή τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος. Μετά τή στάθμιση καί ἐκτίμηση τῶν συνειδητῶν ἤ ἀσυνείδητων, τῶν ἠθελημένων ἤ τῶν ἀθέλητων ἀποκλίσεων καί μετά τή διασάφηση τῶν λαθῶν, νά ἀναθεωρηθοῦν τά ὁράματα καί τά προγράμματα, νά ἀναβαπτιστεῖ καί νά ἀναβαθμιστεῖ τό Συνοδικό προνόμιο τῶν διαδόχων τῶν ἁγίων ᾿Αποστόλων καί νά ἐγκαινιστεῖ σελίδα διάφανης καί ῾Αγιοπνευματικῆς ποιμαντικῆς στόν ὀγκώδη τόμο τῆς νεότερης ἐκκλησιαστικῆς μας ἱστορίας. ῾Η χάραξη τοῦ νέου δρομολογίου νά σηματοδοτήσει ἐπανεντροχιασμό στή χρυσή καί χαρισματική διαδρομή τῶν ἁγίων ᾿Αποστόλων καί τῶν Πατέρων μας. Στή δημόσια, πειστική κατάθεση τῆς ἀναλλοίωτης ἀλήθειας. Τοῦ λόγου γιά τόν ὑπερούσιο «Λόγο». Καί τήν ἀνάδειξη τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ βιώματος σέ κυρίαρχη, λυτρωτική ἐμπειρία γιά τούς δρομεῖς τοῦ σύγχρονου βίου.

***


1. ῾Ο νέος ᾿Αρχιεπίσκοπος δέν ἐπιτρέπεται καί δέ δικαιοῦται νά κινηθεῖ ὡς ἀπόλυτος μονάρχης. ῾Ως ἐξουσιαστής καί ὡς δυνάστης τῶν συνεπισκόπων του καί ὁλόκληρου τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος. ῾Η προβολή τῆς ἀπαίτησης νά σιωπᾶ ἤ νά ὑποτάσσεται ταπεινά ἡ Συνοδική Συνέλευση στούς σχεδιασμούς καί στίς ἀπαιτήσεις τῆς προεδρικῆς καθέδρας ἐκφράζει πνεῦμα καί νοοτροπία ἀλλότρια τῆς ᾿Αποστολικῆς καί τῆς Πατερικῆς μας Παράδοσης. ᾿Οθνεῖο δάνειο, πού ἐκτρέπει τήν ἐκκλησιαστική διοίκηση σέ τυραννικό σχῆμα. ᾿Αποενεργοποιεῖ τό νόμο τῆς ἀγάπης. Καί ἀκυρώνει τή θεμελιακή ἐμπειρία τῆς «κοινωνίας» «ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ».

῾Η ἐκκλησιαστική μας ἱστορία, μακρά σέ χρονική διάσταση καί πυκνή σέ περιπετειώδεις ἀναμετρήσεις προσώπων, κατέγραψε τήν κρυστάλλινη βιοτή καί τή θυσιαστική δράση τῶν ᾿Επισκόπων, πού διακινήθηκαν στόν ῾Ιερό Χῶρο, «ἐπισκοποῦντες μή ἀναγκαστῶς, ἀλλ᾿ ἑκουσίως, μηδέ αἰσχροκερδῶς, ἀλλά προθύμως, μηδ᾿ ὡς κατακυριεύοντες τῶν κλήρων, ἀλλά τύποι γινόμενοι τοῦ ποιμνίου» (Α΄ Πέτρ. ε΄ 2-3). Κατέγραψε, ὡστόσο καί τήν προβολή καί παρέλαση σέ χρόνους καί θρόνους ἐκκοσμικευμένης ἀντίληψης τοῦ ἡγετικοῦ ἐπισκοπικοῦ ρόλου ὑπερφίαλων θηρευτῶν τῆς ἐξουσιαστικῆς δόξας, πού βημάτισαν στά μονοπάτια τῆς σταυρωμένης, θεϊκῆς, ἀγάπης μέ βλέμμα ἀγέρωχο καί μέ πρακτική ἀλαζονικῆς ὑπερέξαρσης τοῦ προσώπου τους.

Τή ζημιά, πού προκάλεσαν στήν ᾿Εκκλησία ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ οἱ ἀλαζόνες καταχραστές τοῦ ἐπισκοπικοῦ λειτουργήματος, τή βρίσκουμε πάντα μπροστά μας. Καί τήν πληρώνουμε ἀκριβά, καθώς ὑποχρεωνόμαστε νά σηκώσουμε τά βάρη τῆς ἐσωτερικῆς, ἐκκλησιαστικῆς ἀπορρύθμισης καί νά ἀπολογηθοῦμε στούς ἔξω, πού ἐγκαλοῦν ὁλόκληρη τήν ἐκκλησιαστική κοινότητα, ὅτι ἀνέχεται τήν τυραννία καί σκύβει, ταπεινωτικά, τό κεφάλι στούς σατραπίσκους ἡγεμόνες της.

Στίς ἐξουσίες τοῦ κόσμου, ἐναλλάσσονται ἤ καί ἀντιμάχονται τά δυό σχήματα. ῾Η ἀρχή «τοῦ ἑνός ἀνδρός», πού συσπειρώνει τίς ἡγετικές ἁρμοδιότητες στό ἕνα πρόσωπο καί ἀφήνει ἀνέλεγκτη τήν κούρσα του. Καί ἡ δηλωμένη ὡς δημοκρατική διαχείριση τῆς ἐξουσίας, πού ἀσκεῖται συλλογικά, κοινοβουλευτικά καί ὑπόκειται στόν ἔλεγχο καί στόν καταλογισμό.

῾Η ἐκκλησιαστική ἡγεσία, κατά τούς ἔσχατους καιρούς, συχνά ἀποτόλμησε νά διακηρύξει, πώς ἡ δική της δομή διακινεῖται, ἀποκλειστικά καί μόνο, στίς τροχιές τῆς δημοκρατίας. Πώς ἡ κάθε της πρωτοβουλία ἀποφασίζεται Συνοδικά, μέ διάλογο καί μέ τήν κατάθεση ὑπεύθυνης ψήφου. Καί πώς, πρίν ἀπό τήν ὁριστικοποίηση τῆς ἀπόφασης, ὁ πρόεδρος καί τά μέλη τοῦ Συνοδικοῦ σχήματος ἁπλώνουν τό αὐτί καί τήν κεραία τῆς ψυχῆς τους, γιά νά πιάσουν τήν ἀγωνία καί τόν προβληματισμό τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος. Εἶναι, ὅμως, σέ ὅλους γνωστό, ὅτι αὐτό, πού διακηρύσσεται μέ στεντόρεια φωνή, εἶναι πλαστό ἐπικάλυμμα τῆς τραγικῆς πραγματικότητας. Τοῦ ἄκρατου συγκεντρωτισμοῦ, πού ἀποενεργοποιεῖ τό Συνοδικό Κοινοβούλιο καί, κατά προέκταση, ἀποκόβει τούς πνευματικούς «πατέρες», ἀπό τά πνευματικά τους «παιδιά». Οἱ πολλοί φιμώνονται. Καί ὁ ἕνας καμώνεται πώς διαφεντεύει ἐξ ὀνόματος ὅλων.

Καί πρέπει νά ὑπογραμμίσουμε καί νά τονίσουμε μέ ἔμφαση, ὅτι «ἡ ἀρχή τοῦ ἑνός ἀνδρός» δέν προδίδει μόνο τά σύγχρονα σχήματα τῆς δημοκρατικῆς διακυβέρνησης, ἀλλά ἀνατρέπει καί αὐτό τό «σεπτό» καί Θεοΐδρυτο οἰκοδόμημα τῆς ᾿Εκλησίας.
«᾿Εκκλησία» εἶναι ἡ «σύναξη». ῾Η συναγωγή «ἐπί τό αὐτό» ὅλων τῶν ἀγαπημένων παιδιῶν τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ συγκρότηση καί ἡ λειτουργία τοῦ Εὐχαριστιακοῦ Σώματος. Πού προσκαρτερεῖ «τῇ διδαχῇ τῶν ἀποστόλων καί τῇ κοινωνίᾳ καί τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου καί ταῖς προσευχαῖς» (Πράξ. β΄ 42). Πού τρέφεται καί ἐμποτίζεται μέ τό Σῶμα καί τό Αἷμα ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. Καί πού πορεύεται καταρτισμένο «ἐν τῷ αὐτῷ νοΐ καί ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ» (Α΄ Κορινθ. α΄ 10).

Αὐτή ἡ ταύτιση στήν πίστη καί στή λατρεία καί στό ἁγιοπνευματικό βίωμα δέν χαλκεύεται μέ τό συγκεντρωτισμό ὅλων τῶν ἐξουσιῶν στό ἕνα πρόσωπο, μέ τίς σατραπικές ἐντολές καί μέ τήν ἐπιβολή τοῦ νόμου τῆς ταπεινωτικῆς καί ἐξουθενωτικῆς σιωπῆς. Χαλκεύεται στήν τράπεζα τοῦ ἰσότιμου, ἀδελφικοῦ διαλόγου καί ἐκπέμπεται πρός κάθε κατεύθυνση, μέ τήν ἀναφορά στήν ἀποστολική πρακτική· «ἔδοξε τοῖς ἀποστόλοις καί τοῖς πρεσβυτέροις σύν ὅλῃ τῇ ἐκκλησίᾳ» (Πράξ. ιε΄ 22) καί τήν ἔντιμη καί ὑπεύθυνη δήλωση· «ἔδοξεν ἡμῖν γενομένοις ὁμοθυμαδόν...» (στ. 25) «ἔδοξε τῷ ῾Αγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν...» (στ. 28).

Καθολικό αἴτημα, πού διατρέχει, ἀπ᾿ ἄκρη σέ ἄκρη, τόν ἑλληνικό χῶρο, κατά τή μεταβατική τούτη περίοδο, εἶναι ἡ ἀποκατάσταση τῆς Συνοδικῆς ἰσοτιμίας τῶν Συνοδικῶν Μητροπολιτῶν, ὁ ἐπανεγκαινισμός τοῦ σοβαροῦ, «ἐν προσευχῇ», διαλόγου, ἡ μεταφορά στόν ἱερό χῶρο τῆς Συνοδικῆς Συνδιάσκεψης ὅλων τῶν προβληματισμῶν καί ὅλων τῶν στεναγμῶν τῆς ἐκκλησιαστικῆς βάσης καί ἡ μετάδοση ἀπό τό Συνοδικό κέντρο μηνυμάτων ἀποστολικῆς ἀδελφοσύνης καί συμπορείας τῶν ᾿Επισκόπων στό τραχύ μονοπάτι τῆς σημερινῆς πολυδιασπασμένης ἀνθρώπινης οἰκογένειας, σεβασμοῦ τῶν προσώπων, πού ἀπαρτίζουν τήν εὐρύτατη ἐκκλησιαστική κοινότητα, καί ἀναθέρμανσης τῆς ψυγμένης ἀγάπης.

***


2. Τό δεύτερο, παλλαϊκό αἴτημα, πού ὑποβάλλεται στό νέο ᾿Αρχιεπίσκοπο, εἶναι νά στήσει τό ἐπιτελεῖο του καί νά στελεχώσει ὁλόκληρη τήν ᾿Εκκλησία τῆς ῾Ελλάδος μέ προσωπικότητες, πού θά καταλάμπουν «φῶς Χριστοῦ» καί δέ θά δίνουν τήν παραμικρή ἀφορμή γιά ψόγο καί γιά κατακραυγή.

Βαρύ τό κλίμα, πού συναντάει μπροστά του. ᾿Οργισμένα τά πρόσωπα, πού διακινοῦνται στούς δρόμους. ᾿Επικριτικά καί καταδικαστικά τά σχόλια, πού ἀναρτῶνται στά παράθυρα τῆς δημόσιας ἐνημέρωσης. ῾Η ἔφοδος, κατά τούς ἔσχατους καιρούς, τῆς διαφθορᾶς ἤ, ἀκριβέστερα, τῶν διεφθαρμένων στοιχείων, τῶν «Θεῷ μή ἀρεσκόντων» (Α΄ Θεσ. β΄ 15) στά ἐνδότερα τοῦ καταπετάσματος προκάλεσε καθολική σεισμική ἀναταραχή καί ἄνοιξε ρήγματα στή σχέση τοῦ ποιμνίου μέ τούς ποιμένες.

Τά περιστατικά δέν εἶναι λίγα. Οὔτε ἐπιδερμικά. Εἶναι πολλά καί ὅλα ἐπικίνδυνα. «῎Ισασιν οἱ μεμυημένοι...». ῾Ο νέος ᾿Αρχιεπίσκοπος ἔχει μπροστά του τό χάος. Καί ὁ ἴδιος, ἀναπνέει τή δυσωδία. Χρέος του νά κινηθεῖ δυναμικά καί ἀποφασιστικά. Νά προωθήσει σέ βάθος τίς ἔρευνες. Νά ὁλοκληρώσει τίς διαδικασίες τῆς κάθαρσης. Νά ἀπαλλάξει τό ῾Ιερό Θυσιαστήριο ἀπό τούς «φιλήδονους καί φιλοχρήματους κληρικούς καί ἀπό τά θερμοκήπια ἀθλιοτήτων». Νά φράξει ἑρμητικά τίς διόδους τῆς κολακείας, τῆς τεχνητῆς δουλοπρέπειας καί τοῦ ἐπισκοπικοῦ νεποτισμοῦ, ἀπό τίς ὁποῖες εἰσχωροῦν οἱ ἀνάξιοι καί σκαρφαλώνουν στά ἐκκλησιαστικά ἀξιώματα. Νά ἀνάψει τό λυχνάρι τῆς ἀνησυχίας καί τῆς ὑπευθυνότητας καί νά ψάξει παντοῦ, γιά νά βρεῖ τούς λίγους, τούς κρυμμένους ἤ ἀπωθημένους. Τούς ἄνδρες τῆς στέρεας πίστης, τῆς θερμῆς ἀγάπης καί τῆς ἀμάχητης ἁγιότητας. Πού εἶναι «εὐωδία Χριστοῦ ἐν τοῖς σωζομένοις καί ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις» (Β΄ Κορινθ. β΄ 15). Καί, πού ἔχουν τήν ἱκανότητα νά μεταφέρουν ἀνόθευτο τό Εὐαγγελικό ἄγγελμα στά διψασμένα πλήθη. Αὐτούς νά καλέσει στήν ἐπάνδρωση τῶν ἱερῶν ἐπισκοπικῶν ἐπάλξεων. Αὐτούς νά διορίσει στά πολλαπλά κλιμάκια τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὑπηρεσιῶν. Αὐτούς νά συγκεντρώσει γύρω του, ὡς συμβούλους καί ὡς συνεργούς καί ὡς συνοδοιπόρους στήν ἀναζήτηση τῶν χαμένων προβάτων.

Μέσα στή χαοτική διακίνηση τῶν ἐπικρίσεων καί τῶν διαμαρτυριῶν, γιά τήν ἐκτροπή τοῦ διοικητικοῦ ὀχήματος τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος, ἠχοῦν καί οἱ ἁπαλές, μελωδικές ἀναφορές στούς ἔντιμους καί στούς ἐπάξιους, πού δουλεύουν ταπεινά, λησμονημένοι ἤ περιφρονημένοι, στόν ᾿Αμπελώνα τοῦ Θεοῦ, καί πού ἡ ἀνάδειξή τους καί ἡ ἀξιοποίησή τους μπορεῖ νά συντελέσει στή σωστή καλλιέργεια καί στήν πλούσια καρποφορία.

***


3. Πρόκληση μεγέθους, γιά τό νέο ᾿Αρχιεπίσκοπο, εἶναι ἡ ἀλόγιστη μεταφορά στόν ᾿Ορθόδοξο ἑλληνικό χῶρο τῆς κοσμικῆς προβληματικῆς, πού παγιδεύει, ἐπηρεάζει ἀρνητικά καί ἀλλοτριώνει τά ποιμαντικά ἀνοίγματα κάποιων θρησκευτικῶν κοινοτήτων στόν ἀναπτυγμένο καί στόν ἀναπτυσσόμενο σημερινό κόσμο.

Οἱ διεθνεῖς πολιτικοί καί οἰκονομικοί ὀργανισμοί καί τά κλιμάκια, πού συνεπικουροῦν ἤ ἀντιπολιτεύονται στούς σχεδιασμούς τους, ἔχουν δημιουργήσει ἕνα πλέγμα ὁραμάτων, ἕνα πίνακα στόχων καί ἕνα συμβατικό γλωσσάριο, πού τά προβάλλουν καί τά διαφημίζουν ὡς στοιχεῖα καί ἐκφράσεις τῆς καίριας σύγχρονης προβληματικῆς. Καί καλοῦν τίς ὀργανωμένες ὁμάδες καί τά μεμονωμένα ἄτομα νά στοιχηθοῦν σέ κοινό ἀγώνα. Νά διαγκωνιστοῦν γιά τήν ὑπέρβαση τῶν κατάλοιπων τοῦ «ὁλοκληρωτισμοῦ» καί τῆς «ἐκμετάλλευσης». Καί νά ὑπερμαχήσουν στήν ἀνοικοδόμηση τῆς παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας καί στήν κατακύρωση κάποιων συμβατικῶν προνομίων καί δικαιωμάτων τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας.

Τά συνθήματα γνωστά. ῾Η ἐλευθερία. ῾Ο σεβασμός τῶν ἀνθρώπινων δικαιωμάτων. ῾Η ἀπονεύρωση τῶν ρατσιστικῶν κινημάτων. ῾Η διευρυμένη ἀνεκτικότητα. ῾Η κοινή εὐμάρεια.
῾Η μονόχνωτη καί συνεχής ἐπανάληψη τῶν ἴδιων συνθημάτων τά καθιστᾶ μοναδικά καί ἀποκλειστικῆς προτεραιότητας στό σχεδιασμό ἀνάδειξης τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου. Σά νά μήν ὑπάρχει ἄλλος ὁρίζοντας ὁραμάτων καί προβληματισμῶν τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης.
Τό στένεμα αὐτό τοῦ ὁρίζοντα δέν πρέπει νά περάσει στήν ᾿Εκκλησία ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. Γιατί διαγράφει τήν πνευματική ὑπόσταση τοῦ ἀνθρώπου καί τόν ὑποβιβάζει στή στάθμη τῆς ἄλογης, ζωϊκῆς κτίσης. Τό σύνθημα, πού εἰσάγεται, ἀπό πολλές διόδους, στό σύγχρονο κόσμο· «αὔξηση τοῦ κατά κεφαλήν εἰσοδήματος», εἶναι ταυτόσημο μέ τή μελαγχολική ἐπισήμανση, πού ἀποτυπώνει καί ὑπογραμμίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν ᾿Επιστολή του πρός τούς Κορίνθιους· «φάγωμεν καί πίωμεν, αὔριον γάρ ἀποθνήσκομεν» (Α΄ Κορινθ. ιε΄ 32).
᾿

Αλλά καί ἡ καθημερινή ὑποτίμηση τῶν ἠχηρῶν συνθημάτων, πού διεγείρουν τήν προσδοκία, τή μαχητικότητα καί τήν ἀνταγωνιστικότητα τῆς σημερινῆς ἀνθρωπότητας, ἀπό τούς ἴδιους τούς ἐξαγγελεῖς τους, ἡ ἀδιάντροπη καταπάτησή τους ἀπό τούς παράγοντες τῆς ἐξουσίας καί τούς φορεῖς τοῦ πλούτου, ἐμβάλλει στή σκέψη τῶν ἀμερόληπτων ἀποδεκτῶν τους τίς ὑποψίες, ὅτι, πίσω ἀπό τά διεγερτικά συνθήματα καμουφλάρεται ἡ ἀπάτη.

Τό θέμα εἶναι πελώριο. Προσφέρεται ἀδιάκοπα σέ διερεύνηση καί συζήτηση. Καί ἡ ᾿Εκκλησία ἔχει ὅλο τό δικαίωμα νά στοιχειοθετήσει τήν κριτική Της καί νά ἐκφέρει τήν ἐλεύθερη καί ὑπεύθυνη ἄποψή Της. ᾿Εκεῖνο, πού δέν Τῆς ἐπιτρέπεται, εἶναι ἡ ταύτιση τῆς προβληματικῆς Της μέ τήν προβληματική τοῦ κόσμου καί ἡ ἐξάντληση τῶν πρωτοβουλιῶν Της στήν τυπική, ἐπικοινωνιακή ἀναμάσηση τῶν συνθημάτων τοῦ κοσμικοῦ χώρου, ἤ στόν εὐκαιριακό, ἀνώδυνο καί ἀναποτελεσματικό στιγματισμό τῆς μιᾶς ἤ τῆς ἄλλης, κοσμικῆς ἐπιδίωξης.

Τό σκάφος τῆς ᾿Εκκλησίας ταξιδεύει στήν ἀνοιχτή καί ταραγμένη θάλασσα τοῦ κόσμου. ᾿Αλλά δέν εἶναι «ἐκ τοῦ κόσμου». Γεύεται τήν ἀγωνία τῆς ἐγκόσμιας διαπλοκῆς. ᾿Αλλά ἔχει τήν ἀποστολή καί τήν ὑποχρέωση νά ξεπερνάει τίς φθοροποιές ἐγκόσμιες διαμάχες, νά ὑψώνει νοῦ καί καρδιά στόν κόσμο τοῦ Θεοῦ καί νά βιώνει τήν ὑπερούσια ἀλήθεια καί τήν συνειδησιακή ἐλευθερία. ῾Ο λόγος Της καί τό κήρυγμά Της εἶναι ἄλλης προέλευσης, ἄλλης ποιότητας καί ἄλλης στόχευσης. «Οὐκ ἐν πειθοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγος, ἀλλ᾿ ἐν ἀποδείξει Πνεύματος καί δυνάμεως». Δέν πείθει μέ τό ἀράδιασμα ἀνθρώπινων στοχασμῶν καί διαλεκτικῆς ἐγκόσμιας. ᾿Αλλά μέ τή δυναμική καί ἀποδεικτική παρέμβαση τοῦ Παναγίου Πνεύματος. ῎Ετσι, ὥστε ἡ ἀφομοίωση τοῦ λόγου ἀπό τό πλῆθος τῶν ἀποδεκτῶν «μή ᾖ ἐν σοφίᾳ ἀνθρώπων, ἀλλ᾿ ἐν δυνάμει Θεοῦ» (Α΄ Κορινθ. β΄ 4-5).

῾Ο νέος ᾿Αρχιεπίσκοπος πρέπει νά φέρει στήν ἐπικαιρότητα αὐτά τά μηνύματα. Νά ἀποκλείσει τόν πολιτικό λόγο. Νά διακόψει τή δημοσιογραφική καί τηλεοπτική φλυαρία, πού ἀναζωπυρώνει τά πολιτικά πάθη καί καταψύχει τήν ἐκκλησιαστική διαλεκτική. Νά ἀφήσει στόν ἱερό, μουσειακό τους χῶρο τά φλάμπουρα καί, στά πεζοδρόμια τῆς πολιτικῆς ἀντιπαράταξης, τό συρφετό τῶν λαοσυνάξεων. Καί νά ὑψώσει, μέ δύναμη καί πεποίθηση, τό ἕνα καί μοναδικό σύμβολο. Τό Σταυρό. Τήν ἀλήθεια, πού τή διψάει καί τήν ἀναζητάει ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη. Τήν ἀγάπη, πού τήν πρόδωσε ἡ κοσμική ἐγωπάθεια καί πού μένει θησαυρισμένη καί κρυμμένη στή θυσιαστική πράξη τοῦ Γολγοθά. Τό «πλήρωμα» καί τήν καταξίωση τῆς «νῦν» ζωῆς, πού ὁλοκληρώνεται μέσα στήν ἐκκλησιαστική κοινότητα, «ἐν κοινωνίᾳ» μέ τόν σταυρωμένο και ἀναστημένο Κύριο. Καί τή λάμψη, πού καταυγάζει τόν ἀνοιχτό ὁρίζοντα, καί ἐγκαινίζει τήν αἰωνιότητα.

***


4. ῾Ο νέος ᾿Αρχιεπίσκοπος καλεῖται, ὄχι μόνο νά προβληματιστεῖ καί νά προβληματίσει τούς Συνοδικούς συνεπισκόπους του κατά τούς σχεδιασμούς τῶν νέων ποιμαντικῶν ἀνοιγμάτων, ἀλλά νά κάνει βήματα τολμηρά καί ἀποφασιστικά, ὥστε νά ἀποφύγει ὁ ἴδιος τόν ἐξανδραποδισμό, πού ἐπιβάλλει ὁ δαίμονας τοῦ πλούτου καί τῆς χλιδάτης ἐμφάνισης.

῞Οραμα τῶν βασιλιάδων καί τῶν ἡγεμόνων ἦταν καί εἶναι ἡ ἀτελέσφορη ἅμιλλα, γιά διόγκωση τοῦ συναγμένου πλούτου καί ἡ ἀνταγωνιστική ὑπερφόρτωση τῆς ἐπένδυσης μέ χρυσά καί μέ πολίτιμους λίθους. ᾿Από τήν ἀρχαιότατη ἐποχή, ἴσαμε σήμερα, ὁ ἔρωτας τῆς χλιδῆς καί ἡ δίψα τοῦ πλούτου δέ συνάντησαν τόν κορεσμό. ᾿Αντίθετα, ἡ διήθηση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν καί πρός τά κατώτερα στρώματα τῆς ἀνθρώπινης μάζας, διεύρυνε τόν κύκλο τῶν πεινασμένων καί διψασμένων γιά πλουτισμό καί γιά ἐξεζητημένη ἐπένδυση.

Καί δέν κρύβεται καί δέν ἀμνηστεύεται ἡ διεύρυνση αὐτή, ἔφτασε καί στούς οἴκους τῶν ᾿Αρχιερέων, τῶν ῾Ιερουργῶν τοῦ Μυστηρίου τῆς ἄκρας ταπείνωσης τοῦ Θεοῦ Λόγου καί τῶν συνεχιστῶν τοῦ ᾿Αποστολικοῦ κηρύγματος, πού διδάσκει καί ἐντέλλεται τήν περιφρόνηση στά ἄμετρα πλούτη, τήν ἐπανάπαυση στήν αὐτάρκεια καί τή διοχέτευση τῶν περισσευμάτων στά ἔργα τῆς ἀγάπης.

Πολύς ὁ λόγος, κατά τόν τελευταῖο καιρό, γιά τή χρυσοφόρο ᾿Αρχιερωσύνη, γιά τά ἀποθεματικά τῶν δισεκατομμυρίων, γιά τήν ὑπερφορτωμένη μέ στολίδια καί μέ κεντήματα ἀμύθητης ἀξίας ἀρχιερατική ἀμφίεση, γιά τίς προκλητικές λιμουζίνες καί γιά τίς διακοπές σέ κέντρα καί σέ ξενοδοχεῖα, στά ὁποῖα συνάγεται καί συνευωχεῖται ἡ διεθνής ἀδιαντροπιά τῆς ὑλοφροσύνης καί τῆς ἐξεζητημένης ἐπίδειξης.

Καιρός νά μπεῖ φρένο. Νά πάψουν οἱ ἐκκλησιαστικοί ἡγέτες καί λειτουργοί νά ἐντυπωσιάζονται καί νά μαγεύονται ἀπό τόν πλοῦτο καί νά ὑποκύπτουν στόν πειρασμό τῆς χλιδάτης ἐμφάνισης. ᾿Από τό ῾Ιερό μας Εὐαγγέλιο ἀναδύεται ἕνα παράδειγμα καί ἕνα μάθημα. ῞Οτι ἡ ἠθελημένη «πτωχεία», διαμορφώνει τό ἀληθινό μεγαλεῖο. ᾿Αφήνει νά λάμψει ὁ ἐσωτερικός πλοῦτος. ᾿Ακτινοβολεῖ τήν πράξη, πού ἐμπνέει καί αἰχμαλωτίζει.
«῎Εστω οὐχ ὁ ἔξωθεν ἐμπλοκῆς τριχῶν καί περιθέσεως χρυσίων ἤ ἐνδύσεως ἱματίων κόσμος, ἀλλ᾿ ὁ κρυπτός τῆς καρδίας ἄνθρωπος ἐν τῷ ἀφθάρτῳ τοῦ πραέος καί ἡσυχίου πνεύματος, ὅ ἐστιν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ πολυτελές» (Α΄ Πέτρ. γ΄ 3-4).

Δέ μᾶς συνέχει ἡ ἀφέλεια, ὥστε νά πιστεύουμε, πώς εἶναι δυνατό, μόνο μέ τή λιτή ἐμφάνιση τοῦ νέου ᾿Αρχιεπισκόπου, ἤ μέ κάποια δυναμική πρωτοβουλία του, νά ἐκλείψει ἡ δίψα τῆς χλιδῆς ἀπό τό σῶμα τῶν ᾿Αρχιερέων. Φοβούμαστε, ὅτι ἡ ἀντίσταση θά εἶναι πεισματική. ᾿Αλλά τό φράγμα πρέπει νά στηθεῖ. Καί τά παραδείγματα τῆς Πατερικῆς πτωχείας νά πληθύνουν.

Σύμφωνα μέ τή μακραίωνα παράδοσή μας, οἱ γνήσιοι ποιμένες τῆς ᾿Εκκλησίας μας ἐνσαρκώνουν τό πνεῦμα τῆς λιτότητας καί τῆς αὐθόρμητης, θεληματικῆς υἱοθέτησης τῆς φτώχειας.

῾Η ᾿Εκκλησία πρέπει νά εἶναι πλούσια σέ εἰσφορές τῶν πιστῶν καί σέ προσφορές πρός τά ἀδύνατα καί ἐμπερίστατα μέλη Της. Πρέπει, ὅμως, νά εἶναι φτωχή, πάμφτωχη, στή διαβίωση τῶν ἡγετικῶν στελεχῶν Της.

῾Η ᾿Εκκλησία ἐμπλουτίζεται μέ τίς εἰσφορές τοῦ ποιμνίου Της, πού τίς ἀξιοποιεῖ γιά νά ἐλαφρύνει τίς δοκιμασίες τῶν παιδιῶν Της. ᾿Αλλά τά στελέχη Της, οἱ ποιμένες Της καί διδάσκαλοί Της, πού διδάσκουν, καθοδηγοῦν καί ἁγιάζουν τό λαό, εἶναι ταγμένοι νά διαβιοῦν μέσα στή λιτότητα καί στή στέρηση. Τούς ἀρκεῖ ὁ πνευματικός χορτασμός ἀπό τήν ἔκχυση τῆς θείας Χάριτος καί ἀπό τήν ὑπερούσια Τροφή τοῦ Κυριακοῦ Σώματος καί Αἵματος. Τούς ἱκανοποιεῖ καί ἡ λιτή, μοναστηριακή τράπεζα καί ἡ ἁπλή, διακριτική, ἐξυπηρέτηση τῶν ποικίλων ἀναγκῶν τους. ῞Ολες οἱ ἄλλες ὑλικές παροχές πρέπει νά περάσουν στήν ἐκκλησιαστική κοινότητα, νά κλείσουν ἀνοιχτές πληγές, νά θερμάνουν παγωμένες καρδιές, νά ἀνοίξουν τούς κρουνούς τῆς χαρᾶς καί τῆς εὐγνωμοσύνης.

***


᾿Ανοίξαμε τή βίβλο τῶν συμπτωμάτων, πού ἐμφανίστηκαν στό διοικητήριο τῆς ᾿Εκκλησίας μας κατά τό πρόσφατο παρελθόν καί σκότισαν τόν ὁρίζοντα. Καί ἐγγίσαμε τό δάχτυλο σέ μερικά ἀπό αὐτά. Παράλληλα, ἐπιχειρήσαμε νά φωτίσουμε τά μηνύματα, πού οἱ διαπιστωμένες ἐκτροπές στέλλουν στό νέο πρόεδρο τῆς ῾Ιερᾶς Συνόδου τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος.

῾Ο νέος ᾿Αρχιεπίσκοπος ἔχει ὅλο τό δικαίωμα νά περιφρονήσει ἤ νά ἀπορρίψει τούς στοχασμούς μας καί τίς κρίσεις μας. ῎Εχει, ὅμως πιστεύουμε καί τή σοφία καί τήν εὐχέρεια, νά σκύψει μέ προσοχή, νά ἐπεξεργαστεῖ τό ὑλικό καί νά χαράξει μιά πρακτική ἀπαγγίστρωσης ἀπό τό ἕλος τῆς παρακμῆς καί ἀναζωογόνησης τοῦ ἀποστολικοῦ ἔργου.
῎Αν συμβεῖ τό δεύτερο ἐνδεχόμενο, μιά λάμψη θά διαφανεῖ στόν ὁρίζοντα. Καί στίς ψυχές θά ἀνατείλει ἡ ἐλπίδα.

Ο ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ

Σήμερα μαζί μέ τίς εὐχές θά ἐκφράσω καί πάλι τήν ἐλπίδα μου ὅτι μετά τήν πλήρη ἀνάρρωσή του ὁ ἀδελφός Ἱερώνυμος θά τολμήσει νά ὑπερβεῖ καί τά Ἀρχιεπισκοπικά ὀλισθήματα τά ὁποῖα ἐταλαιπώρησαν καί ἀμαύρωσαν τήν τρι­ετῆ θητεία του στόν Ἀρχιεπισκοπικό θρόνο.

Μ.Α.Μ.Ν.

1 σχόλιο:

  1. Πολύ ισχύει δέησις (αγίου και) δικαίου ενεργουμένη... Παρακαλούμε τον Μητροπολίτη Αττικής και Μεγαρίδος Νικόδημο να προσεύχεται και για τους συντελεστές και για όλους τους επισκέπτες του υπέρ της δικαιοσύνης αγωνιζόμενου παρόντος ιστολογίου.

    Επισκέπτης

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου