Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2009







Δεύτερη


Απάντησι


στους εν δράσει


Λατινόφρονας


Καθηγητάς


Το πιό κάτω, γιά πρώτη φορά δημοσιευόμενο κείμενο, δίνει κάποιες πληροφορίες και αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές και στοχοθεσίες των διοργανωτών της Ημερίδας της Θεσσαλονίκης (20/5/09) που είχαν για θέμα τον διεξαγόμενο Θεολογικό Διάλογο. Γράφτηκε εν είδει επιστολής τον Αύγουστο 2009, ως απάντηση στην Επιστολή που μας έστειλε ο καθηγητής κ. Π. Βασιλειάδης (την οποία είδαμε δημοσιευμένη ταυτόχρονα και σε κάποια ιστοσελίδα και παραθέτουμε στο τέλος του παρόντος). Κάποια πρώτα σχόλια για την Επιστολή του κ. Βασιλειάδη έκανε το blog thriskeftika, το οποίο και μας παρότρυνε να απαντήσουμε σε ό,τι μας αφορούσε. «Τεχνικοί» λόγοι, όμως, δεν μας επέτρεψαν τότε να το ολοκληρώσουμε και να το δημοσιεύσουμε. Το κάνουμε τώρα, που ξαναήρθε το θέμα στην επικαιρότητα με αφορμή δημοσίευση στο apotixisi.blogspot.com κειμένου του καθηγητού της δογματικής Χρυσ. Σταμούλη και στη συνέχεια του καθηγητή Παν. Τελεβάντου.


Κύριε Βασιλειάδη,


Στις 20 Ιουνίου 2009 λάβαμε Επιστολή σας με αφορμή μικρό κείμενο του «Κοσμά Φλαμιάτου» που σας εστάλη και κυκλοφόρησε στο Διαδίκτυο με τίτλο: «Εξωφρενικές θέσεις από εκπρόσωπο του Αρχιεπισκόπου Αθηνών!». Με το κείμενο εκείνο, παρουσιάζαμε τις τοποθετήσεις του π. Παύλου Κουμαριανού στην Ημερίδα που διοργανώσατε στην Θεσσαλονίκη (20/5/09). Στο κείμενό μας εκείνο τοποθετούσαμε απλώς τα λόγια του π. Παύλου σε αντιπαράθεσή με τα λόγια δυο Αγίων της Εκκλησίας μας, έτσι ώστε να μπορεί ο αναγνώστης να διακρίνει μόνος του, ότι η αναπάντεχη και απαράδεκτη θέση που ο π. Παύλος διατύπωσε, βρισκόταν στον αντίποδα της Πατερικής διδασκαλίας. Μετά τη δημοσιοποίηση του κειμένου εκείνου, ο ηλεκτρονικός εκκλησιαστικός τύπος (κι όχι εμείς) προχώρησε σε κριτική της τοποθετήσεως αυτής του π. Παύλου για τους Διαλόγους, χαρακτηρίζοντάς την ως μια καθαρά «ουνίτικης» φιλοσοφίας τοποθέτηση.


Αυτό φαίνεται πως ενόχλησε ιδιαίτερα εκτός των άλλων κι εσάς, επειδή εμφάνιζε γυμνή την αλήθεια που επιμελώς κρύβουν οι εμπνευστές και διεκπεραιωτές των Διαλόγων, αφού περιέγραφε την απ’ αιώνων στοχοθεσία και τη φιλοσοφία της Παπικής Ουνίας, και αποκάλυπτε πως στόχος των διαλεγομένων είναι οπωσδήποτε και γρήγορα μια «ένωση των εκκλησιών» και με οποιοδήποτε τίμημα, χωρίς να επιστρέψουν οι ετερόδοξοι στην ΜΙΑ Εκκλησία και την ΜΙΑ Αλήθεια, χωρίς να εξασφαλίσουν οι Ορθόδοξοι διαλεγόμενοι ως προϋπόθεση της «Ενώσεως», το «ΕΙΣ Κύριος, ΜΙΑ πίστις, ΕΝ βάπτισμα…», χωρίς να ληφθούν υπόψιν οι συγκεκριμένες διαδικασίες που επιτάσσουν οι Ιεροί μας Κανόνες για την επιστροφή των αιρετικών, αφού απροκάλυπτα πλέον παραμερίζονται και διαγράφονται όλες αυτές οι διαδικασίες των Ι. Κανόνων. Μάλιστα, δεν επικαλούνται οι ορθόδοξοι «εκπρόσωποί» μας στους Διαλόγους ούτε εκείνους τους Ι. Κανόνες που προβλέπουν τις πιο φιλάνθρωπες «κατ’ οικονομίαν» διατάξεις για την επιστροφή των ετεροδόξων. Αντίθετα, γίνονται αποδεκτοί οι αιρετικοί (εκ μέρους των Επισκόπων και θεολόγων μας που συμμετέχουν στους Διαλόγους και από το Φανάρι) σαν Εκκλησία ισότιμη με τη Μία, Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού, τη στιγμή, μάλιστα, που αυτοί δεν χάνουν ευκαιρία να δηλώνουν –παρά τις δεσμεύσεις που απορρέουν από τον «επί ίσοις όροις» συμφωνηθέντα Διάλογο– ότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία είναι η ΜΙΑ Εκκλησία, ενώ εμείς είμαστε Εκκλησία με ελλείψεις!


Η ενόχλησή σας, κ. Βασιλειάδη, φαίνεται από το ύφος και το περιεχόμενο της Επιστολής που μας αποστείλατε, αφού δεν είχε απολύτως καμία σχέση με την ουσία του δικού μας κειμένου. Απλώς πήρατε αφορμή, κυρίως από μια και μόνο λέξη του κειμένου μας, τη λέξη «εκπρόσωπος» του Αρχιεπισκόπου, που αναφερόταν στον π. Παύλο, για να οδηγήσετε το λόγο εκεί που θέλατε. Έτσι αναφέρεστε α) στους στόχους της Ημερίδας, β) στο ποιοι απέστειλαν χαιρετισμούς και επιστολές, γ) ποιοι χάλασαν βάναυσα την αγγελική ακαδημαϊκή-δημοκρατική ατμόσφαιρα της Ημερίδας, δ) και τέλος, το πλέον άσχετο, για να καταγγείλετε την «Ομολογία Πίστεως» που διακινείται από άλλους φορείς, την οποία χαρακτηρίζετε αναπόδεικτα ως «πρακτική όλως αμάρτυρη στην Ορθόδοξη εκκλησιαστική μας παράδοση».


Τολμάτε, επί πλέον, να την χαρακτηρίσετε και ως «απείθεια», η οποία -όπως αποφαίνεσθε- «υπό ορισμένες προϋποθέσεις επισύρει ακόμη και καθαίρεση», (άποψη που έμπρακτα απέρριψε προσφάτως η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος) επιχειρώντας έτσι έμμεσα να εκφοβήσετε (ως άλλη «Ιερά Εξέτασις») όσους διακινούν και υπογράφουν την «Ομολογία Πίστεως». Αφιερώνετε, βέβαια, ως εν παρόδω, και κάποιες σειρές για τον εκπρόσωπο του Αρχιεπισκόπου π. Παύλο Κουμαριανό, προσπαθώντας να υποβαθμίσετε το γεγονός, δεν κάνετε δε καμιά νύξη για την επίμαχη τοποθέτησή του στην Ημερίδα, στην οποία αναφερόταν το κείμενο που σας αποστείλαμε.


Σας διαβεβαιώνουμε, ότι με την επιστολή αυτή πετύχατε το αντίθετο, αφού ενισχύσατε κάποιες υποψίες μας, που μας είχε δημιουργήσει η ξαφνική παρουσία του π. Παύλου και το γεγονότος, ότι δεν διάβασε από κάποιο Έγγραφο το Μήνυμα του Αρχιεπισκόπου, αλλά χαιρέτησε την Ημερίδα προφορικά! Να υπενθυμίσουμε δε, πως ως τη στιγμή που εστάλη η Επιστολή σας, δεν είχε τεθεί το θέμα αν ο π. Παύλος ήταν όντως εκπρόσωπος του Αρχιεπισκόπου, ούτε είχε αποκαλυφθεί ακόμα η απάτη, το να μας τον παρουσιάσετε δηλ. ως εκπρόσωπός του, χωρίς –όπως ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος αποκάλυψε– να τον έχει στείλει ως εκπρόσωπό του!


Και βέβαια, όπως ήταν δικαίωμά σας, κοινοποιήσατε την Επιστολή που αποστείλατε σ’ εμάς και στον ηλεκτρονικό τύπο, πράγμα που ενισχύει τη θέση μας ότι άλλους στόχους εξυπηρετούσε η Επιστολή αυτή.


Είχαμε λόγο, να μη σας απαντήσαμε αμέσως, εξ άλλου είδαμε δημοσιευμένη και μια πρώτη απάντηση από ενδιαφερόμενο για την αλήθεια ιστολόγιο. Τώρα, όμως, που έγινε η δήλωση του Αρχιεπισκόπου, με την οποία σας διαψεύδει, έχουμε άλλα δεδομένα και σας απαντούμε τα κάτωθι:


1. Όπως προελέχθη, η ουσία της κειμένου μας, αφορούσε τις ουνιτικές τοποθετήσεις του π. Παύλου, για τις οποίες εσείς, δεν κάνετε καμία τοποθέτηση. Η δήλωση, όμως, του π. Παύλου ήταν σημαντικότατη, όπως διετυπώθη και κάτω από τις συνθήκες που ελέχθη, γιατί παρουσίαζε τους ανομολόγητους σκοπούς και την όλη ουνιτική φιλοσοφία της Ημερίδας και του οικουμενιστικού Διαλόγου. Πώς φτάνουμε σ’ αυτό το συμπέρασμα; Από τα εξής:


α) Σας θυμίζουμε αρχικά, την δήλωση του π. Παύλου(1), ο λόγος του οποίου είχε άλλη βαρύτητα, αφού μας τον είχατε παρουσιάσει ως εκπρόσωπο του Αρχιεπισκόπου.


β) Το γεγονός ότι ο Αρχιεπίσκοπος αυτό το διαψεύδει, αποδεικνύει ότι χρησιμοποιήσατε το κύρος του Αρχιεπισκόπου για να προσδώσετε κύρος στην Ημερίδα, τις τοποθετήσεις των εισηγητών και τα συμπεράσματά της.


γ) Σημαντική λεπτομέρεια: «αφετηρία» της τοποθετήσεως του π. Παύλου και προέκτασή της -της ιδίας ουνιτικής φιλοσοφίας- ήταν η προηγηθείσα τοποθέτηση του καθηγητή της Θεολογικής Θεσσαλονίκης κ. Κωνσταντίνου, που -κατά δήλωσή του- ήταν τοποθέτηση και άλλων εισηγητών της Ημερίδας. Η τοποθέτηση του κ. Κωνσταντίνου έγινε στο τέλος των πρωϊνών εισηγήσεων και υπήρξε η «αφετηρία» της τοποθετήσεως του π. Παύλου, ο οποίος την ανέλυσε για καλύτερη κατανόησή της και την προχώρησε περισσότερο. Είπε ο κ. Μιλτ. Κωνσταντίνου:


«…Ένας Διάλογος της Αλήθειας δεν μπορεί να αναζητεί την Αλήθεια συνέχεια∙ ή είναι Αλήθεια ή δεν είναι Αλήθεια. Μήπως, αντί για Διάλογο της Αλήθειας ή για Θεολ. Διάλογο, στην πραγματικότητα αυτό που χρειαζόμαστε είναι αυτό που τελικά οι εισηγήσεις κατέληξαν και ιδιαίτερα ο κ. Βλέτσης κατέληξε∙ …σαφώς, ότι αυτό που χρειαζόμαστε δεν είναι μια αναζήτηση της Αλήθειας, τουλάχιστον μιας αντικειμενικής Αλήθειας με επιστημονικά κριτήρια, τα οποία έτσι κι αλλιώς δεν τα έχουμε, … αλλά μια αλληλοαναγνώριση και αλληλοκατανόηση, μια αλληλοπροσέγγιση των Εκκλησιών έτσι ακριβώς όπως την οραματίστηκαν οι πρωτοπόροι της κίνησης…».


δ) Δεν πρέπει να ξεχάσουμε, όμως, και μια φράση που διαβάσαμε στα Συμπεράσματα της Ημερίδας. Ανήκει στον Ν. Ματσούκα, αλλά μας την μετέφερε-υιοθέτησε ο καθηγητή δογματικής κ. Χρυσόστομος Σταμούλης, τονίζοντας, ότι η άποψη αυτή «ίσως συμβάλλει στον προβληματισμό, που σήμερα (20.5.09) αναπτύχθηκε. Όταν η ένωσι θα πραγματοποιηθή. Οταν κάποτε τα διαιρεμένα μέλη της Μιάς Εκκλησίας, θα βρεθούν μαζί σε μια κοινή θεία λειτουργία, στην οποία θα απαγγείλουν από κοινού το Σύμβολο της Πίστεως, χωρίς την προσθήκη του φιλιόκβε.Και όλα τα άλλα θα ακολουθήσουν. Δεν λέω πώς είναι το καλύτερο, δεν λέω πως είναι το μόνο».

ε) Αν προσθέσουμε σ’ αυτά και τα συνδυάσουμε, αφ’ ενός μεν με την δήλωση του καρδινάλιου Κάσπερ(2), και εκ τρίτου με τις θέσεις του Αρχιεπισκόπου στην συνέντευξη προς το Ιταλικό περιοδικό Avennire(3) θα δείτε πως δένουν τα πράγματα προς την κατεύθυνση του χαρακτηρισμού μας περί ουνιτικών θέσεων, πόσο συνταιριάζουν αρμονικά οικουμενιστικές και ουνιτικές απόψεις!


2. Τα λεγόμενα του π. Παύλου ήταν αναπάντεχα ακόμα και για σας, ίσως γιατί ήσαν περισσότερο αποκαλυπτικά, απ’ όσα άντεχαν οι ακροατές της Ημερίδας, ή καλύτερα, γιατί ήταν αναπάντεχη η σύνθεση του ακροατηρίου, με την παρουσία πιστών με ορθόδοξα αντανακλαστικά. Έτσι, αντιλαμβανόμενος την θύελλα που είχε αρχίσει να ξεσπά μετά την τοποθέτηση αυτή του π. Παύλου, πήρατε αμέσως τον λόγο και αποκαλέσατε την τοποθέτησή του «προβοκατόρικη»(!), ο δε καθηγητής Μαρτζέλος παρενέβη εν μέσω έντονων διαμαρτυριών και «άδειασε» τον π. Παύλο δηλώνοντας: «Θα κάνω μία παρέμβαση... Η ενότητα της Πίστεως, προηγείται της ενότητος της (κοινωνίας). Για να υπάρχει δηλαδή ενότητα στα μυστήρια, πρέπει να υπάρχει και εκ των προτέρων ενότητα στην πίστη.


Επομένως, νομίζω, ότι αυτό και μόνο δεν αφήνει χώρο για μια τέτοια νύξη», δεν έχει, δηλαδή, περιθώρια εφαρμογής η σκέψη-ευχή του «π. Παύλου».


Εσείς, λοιπόν, χρησιμοποιείτε το κείμενό μας μόνο ως αφορμή, προσπερνάτε την ουσία του και περί άλλων τυρβάζετε. Το δεδομένο από το οποίο αφορμάστε, κ. Βασιλειάδη, έχει σαφή περιεχόμενο και μήνυμα. Ο π. Παύλος «αποκαλύπτει» (στοιχών στα όσα ελέχθησαν στην Ημερίδα από τους εισηγητές) ότι η κατάληξη του Διαλόγου θα είναι κάποια εφαρμογή ουνιτικής εμπνεύσεως. Αυτό το σαφέστατο μήνυμα, το παραβλέπετε, και ασχολείστε με το «άνηθο και το κύμινο»!


Έτσι λοιπόν, αντί να ασχοληθείτε με την ουσία την οποία καταγγέλλαμε με το κείμενό μας, την βάναυση δηλαδή κακοποίηση της αλήθειας από τον π. Παύλο και τους ομόφρονές του ή, έστω, να αποδείξετε την αλήθεια της τοποθέτησή του, αν συμφωνούσατε με αυτήν, αντί γι’ αυτό, παίρνετε αφορμή από το κείμενο μας για να συσκοτίσετε τα πράγματα, και δεν αποφεύγετε να προδώσετε το στόχο σας, που δεν είναι άλλος από το να «καλύψετε» τον Αρχιεπίσκοπο (του οποίου ως εκπρόσωπος εμφανίστηκε ο π. Παύλος Κουμαριανός) και τα κατά λάθος αποκαλυφθέντα από τους σχεδιασμούς των Διαλόγων. Και ασχολείστε, λοιπόν, όχι με το κείμενό μας, αλλά με άλλα θέματα: αποδίδετε την κατηγορία της «βάναυση κακοποίηση της αλήθειας» σε ελάχιστα άτομα του ακροατηρίου της Ημερίδας, τους οποίους χαρακτηρίζετε «ομοϊδεάτες» των μελών της Ενώσεώς μας «Κοσμάς Φλαμιάτος», (άρα έμμεσα και σε μας;) και γράφετε: «Προς αποκατάσταση της αλήθειας -η οποία βάναυσα κακοποιείται από ορισμένους ομοϊδεάτες σας…».


Δεν κάνετε τον κόπο να εξηγήσετε, ποιοι ήταν αυτοί οι «ομοϊδεάτες» μας, πώς κακοποιήθηκε απ’ αυτούς η αλήθεια και πώς, αφού ούτε εμείς δεν τους γνωρίζουμε, είμαστε «ομοϊδεάτες» τους! Διαφωνήσαμε με την τακτική της παρακώλυσης της Ημερίδας από ελάχιστους, όχι βέβαια και με τις αυθόρμητες παρεμβάσεις ακροατών, που όχι μόνο δεν «κακοποίησαν βάναυσα την αλήθεια», αλλά την προάσπισαν, όταν αυτή κακοποιήθηκε από τους επίσημους εισηγητές του ακαδημαϊκού ήθους -όπως εκ των υστέρων αποκαλύφθηκε- και εγγυητές της ελευθερίας του λόγου.


Μήπως, το «βάναυση κακοποίηση της αλήθειας» αναφέρεται στις διαφορετικές θέσεις, στάσεις και επιχειρήματα ενάντια στις λανθασμένες εκείνες πρακτικές των Διαλόγων, που επισημάνθηκαν με την παρέμβασή μας; Μήπως στην διανομή επώνυμης έντυπης διαμαρτυρίας μας ή στο βιβλίο που μοιράσαμε δωρεάν έξω από το Πανεπιστημιακό κτίριο, ή ακόμα στις ερωτήσεις μας, που σας δόθηκαν με σημειώματα; Αν εννοείτε τα παραπάνω, γι’ αυτά ευθυνόμαστε, αλλά αυτά δεν αποτελούν καμιά κακοποίηση της αλήθειας, αλλά αποκατάσταση της Αλήθειας που εσείς στην Ημερίδα κακοποιήσατε.


Ή μήπως, ως «επιστήμονες» έχετε το μονοπώλιο της Αλήθειας ex officio; Κατά την γνώμη μας, λοιπόν, την Αλήθεια, την ελευθερία και τη δημοκρατική διεξαγωγή της Ημερίδας διατάραξαν και κακοποίησαν ο π. Παύλος, οι εισηγητές της Ημερίδας, ο συμπρόεδρος κ. Μαρτζέλος κι εσείς, που απαγορεύσατε στον πρόεδρο της Ενώσεώς μας (ο οποίος είχε επίσημα προσκληθεί) να εκφράσει την ώρα της συζητήσεως των Εισηγήσεων μια γνώμη του∙ στην επιμονή του δε να εκφραστεί του υποδείξατε την έξοδο από την αίθουσα(!) και χρησιμοποιήσατε γλώσσα πεζοδρομιακή ή έστω προσβλητική των συνέδρων ή ακροατών. Μήπως, λοιπόν, αντιστρέφονται τα πράγματα; Μήπως -όπως νομίζουμε- η βαναυσότητα προήλθε εκ μέρους σας και από μέρους των ομιλητών και του προεδρείου(4);


3. Δεν είχαμε ομοϊδεάτες στο συνέδριο, γιατί δεν είχαμε καμιά ιδεολογία να προβάλλουμε ή να υπερασπίσουμε. Το μόνο που κάναμε ήταν να σας θυμίσουμε τη Πατερική διδασκαλία που έχετε ξεχάσει, συμποσιαζόμενοι με τον Κάσπερ και τους ομοίους του. Ιδέες και ιδεολογήματα ξένα προς την Εκκλησιαστική Παράδοση, και σαφώς μη εγκεκριμένα (ως τώρα τουλάχιστον) από την Εκκλησία (Οικουμενική Σύνοδο αποδεκτή από το Σώμα της Εκκλησίας), τέτοια, λοιπόν, ιδεολογήματα παρατηρήσαμε στις δικές σας ομιλίες και τα συγγράμματα περί «ενώσεως» ή «προσεγγίσεως» με τους ετερόδοξους, οι οποίες όχι μόνο αφίστανται των Πατέρων και των αποφάσεων των Οικουμενικών Συνόδων, αλλά και της κοινής λογικής.


4. Μας γράφετε: «Η ημερίδα την οποία διοργάνωσε τον περασμένο μήνα το Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ ήταν καθαρά επιστημονική… Δεν υπήρχαν "εκπρόσωποι" ούτε Εκκλησιών, ούτε ιδρυμάτων. Απλώς χαιρέτησαν την ημερίδα» κάποιοι Πανεπιστημιακοί μας -γράφετε (και κάποιοι πολιτικοί, συμπληρώνουμε, που φαίνεται ξεχάσατε την παρουσία τους, και σας το θυμίζουμε). Και συνεχίζετε: «Ο π. Παύλος Κουμαριανός απλώς "χαιρέτησε" την ημερίδα εκ προσώπου του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου. Μάλιστα, επειδή δεν ήταν προγραμματισμένη καμιά επιπλέον προσφώνηση, ως πρόεδρος έκρινα ότι θα έπρεπε να ενημερώσω τους συμμετέχοντας συναδέλφους στην ημερίδα - πράγμα που έπραξα - και έπειτα να δώσω κατ' εξαίρεση για ένα λεπτό το λόγο».


α) Ζητάμε συγγνώμη γιατί η παιδεία μας δεν φτάνει στο ύψος της δικής σας παιδείας, αλλά δεν κατανοούμε την διαφορά μεταξύ «εκπροσώπου» και «εκ προσώπου». Περιμένουμε την διασάφηση της διαφοράς σε άλλη ευκαιρία. Επί της ουσίας τώρα: γράψαμε ότι ο π. Παύλος παρουσιάστηκε ως εκπρόσωπος του Αρχιεπισκόπου και απηύθυνε χαιρετισμό. Εσείς το αρνείστε στην μία παράγραφο («δεν υπήρχαν εκπρόσωποι», σημειώνετε) και το επιβεβαιώνεται στην …επόμενη! Αλλά υπάρχει και συνέχεια. Στη μεσημεριανή συζήτηση, εσείς ο ίδιος, καλέσατε τον π. Παύλο να τοποθετηθεί και είπατε αναβαθμίζοντάς τον κιόλας σε εκπρόσωπο της Εκκλησίας της Ελλάδος: «Βασιλειάδης: Ο π. Παύλος Κουμαριανός, εκπροσωπών την Εκκλησία της Ελλάδος…». Κι όλα αυτά τα μπερδεμένα για να καλύψετε μια σκηνοθετημένη απάτη: το ότι ο π. Παύλος δεν ήρθε ως εκπρόσωπος κανενός! Αλήθεια, πρέπει να καταφύγουμε σε ψυχαναλυτή για να μας εξηγήσει το φαινόμενο αυτής της αντίφασης.


Και επειδή δεν θα φτάσουμε ως εκεί, «ρωτήσαμε» τον Αρχιεπίσκοπο αν έστειλε εκπρόσωπο και απάντησε με Έγγραφο, το υπ’ αριθμ. Πρωτ./Χ/ΕΞ. 2278/2009, 8/7/09: «σας διευκρινίζουμε σεπτή εντολή του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ Β΄, ότι ο αναφερόμενος (κληρικός) στό παραπάνω άρθρον ούτε παρέστη ως εκπρόσωπος του Αρχιεπισκόπου ούτε καμμία εντολήν εκφωνήσεως κάποιου μηνύματος του Μακαριωτάτου είχε».


β) Στη θέση, που επίσης διατυπώνεται στην Επιστολή, πως «η ημερίδα …ήταν καθαρά επιστημονική» και ως εκ τούτου δεν υπήρχαν σ’ αυτή «"εκπρόσωποι" Εκκλησιών» έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής: Αν η υψίστη επιστημονικότητα, στο χώρο της θεολογίας, είναι η συμφωνία με τους Αγίους Πατέρες και τις Οικουμενικές Συνόδους, αμφιβάλουμε για την επιστημονικότητα της Ημερίδας με τον τρόπο που την εννοείτε.


Λέτε δεν υπήρχαν «εκπρόσωποι Εκκλησιών». Οι Επίσκοποι και διάκονοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας και οι «επίσκοποι» της Παπικής και της Ουνιτικής(5), όταν έκαναν την Εισήγησή τους είχαν χάσει την «επισκοπική» τους ιδιότητα; Με ποια άλλη ιδιότητα, εκτός του επιστήμονος-Επισκόπου, μίλησαν ο Ιωάννης Ζηζιούλας, Χρυσόστομος Σαββάτος, Δημήτριος Σαλάχας, Ιωάννης Σπιτιέρης, Βάλτερ Κάσπερ; Είναι δυνατόν να λένε άλλα ως Επίσκοποι και άλλα ως καθηγητές; Μήπως θέλετε να μας τους παρουσιάσετε και ως διχασμένες προσωπικότητες;


Άρα η Ημερίδα δεν ήταν ακαδημαϊκό γεγονός μόνο, αλλά ήταν και μεγίστης σημασίας εκκλησιαστικό γεγονός, καθόσον οι Ομιλητές, δεν συμμετείχαν και δεν είχαν μόνο την ιδιότητα του Ακαδημαϊκού, αλλά και του εκφραστού των θρησκευτικών τους κοινοτήτων. Ήταν παρόντες ως εισηγητές-ομιλητές οι συμπρόεδροι-επικεφαλής του Θεολογικού Διαλόγου, καρδινάλιος Βάλτερ Κάσπερ και Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης, ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος, ο «εκπροσωπήσας» τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών π. Παύλος Κουμαριανός και ο Αρχιδιάκονος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, π. Μάξιμος Βγενόπουλος.


Είναι, λοιπόν, ή δεν είναι ολοφάνερο, ότι η συζήτηση δεν είχε αυστηρά και μόνο Ακαδημαϊκό χαρακτήρα, αφού εκεί συζητούντο και τα ουσιαστικά και ιερά της πίστεως; Και περιμέναμε, οι θέσεις και οι τοποθετήσεις των ομιλητών να έχουν επιστημονική, δηλ. θεολογική-Πατερική κατοχύρωση. Και η επιστημονικότητά τους εκρίνετο όχι από την ορθοδοξοφάνεια η σπουδαιοφάνεια της Εισηγήσεως, αλλά από το αν οι Εισηγήσεις και η συζήτηση ήταν σύμφωνες και στηρίζονταν στους Ι. Κανόνες, τη διδασκαλία και την πρακτική των Αγίων Πατέρων, την Αγία Γραφή και όχι σε συγγράμματα καθηγητών που αρνούντο η διαφοροποιούντο από τη «Συμφωνία των Πατέρων». Αντ’ αυτών, ακούσαμε θέσεις «καινοτόμες» -άρα αντιεπιστημονικές στη γλώσσα της Εκκλησίας- για τη ζωή και το μέλλον της.


Ο ισχυρισμός ότι το περιεχόμενο των ομιλιών είχε μόνο «ακαδημαϊκό» περιεχόμενο, όπως δίνουν παραπλανητικά την εντύπωση οι διοργανωτές, αυτό αποτελούσε πρόφαση -κατά την γνώμη μας- για να στερήσουν τους προσκεκλημένους που ήθελαν να πάρουν το λόγο ως μη ειδικούς. Όμως, το ότι οι εισηγήσεις δεν είχαν ακαδημαϊκό μόνο χαρακτήρα, είναι εύκολο να συμπεράνει κανείς από την ανάγνωση όσων έχουν ήδη δημοσιευθεί. Όλες αναφέρονται σε εκκλησιολογικά, κανονικά, δογματικά, θεολογικά θέματα μεταξύ της Ορθόδοξης Εκκλησίας και του Παπισμού. Πιθανόν η δομή του λόγου και η μέθοδος να είχε και μια «επιστημονικότητα», αλλά όλα τα θέματα ενδιέφεραν αμεσότατα τους πιστούς ως μέλη του σώματος της Εκκλησίας, την ακεραιότητα της Πίστεως ή την παραφθορά της. Δεν πιστεύουμε να υποστηρίξετε ότι οι Διάλογοι γίνονται για ακαδημαϊκούς λόγους, για να γραφούν επιστημονικά συγγράμματα ή για να έχουν «δουλειά» οι προφέσορες; Οι Διάλογοι και τα κείμενα που συντάσσονται από τη Μικτή Επιτροπή (όπως αυτό της Ραβέννας) έχουν καθαρά εκκλησιαστικό και όχι ακαδημαϊκό χαρακτήρα∙ γίνονται -όπως ισχυρίζονται οι ίδιοι οι συμμετέχοντες- για την πραγματοποίηση της επιθυμίας-Εντολής του Χριστού «ίνα πάντες εν ώσιν».


Επειδή, λοιπόν, οι εισηγήσεις είχαν μια μέθοδο -κατ’ ευφημισμό «επιστημονική»- την βαπτίσατε «ακαδημαϊκή», ώστε να μη μπορούν τα μέλη της Εκκλησίας να συμμετάσχουν. Γιατί εδόθη ο λόγος μόνο στους Ακαδημαϊκούς θεολόγους και απαγορεύτηκε από τους υπόλοιπους θεολόγους που προσκληθήκαμε στην Ημερίδα;


Εμείς δεν είμαστε επιστήμονες θεολόγοι; Ο ορισμός του επιστήμονα έχει σχέση με την πανεπιστημιακή καρέκλα ή με την οικουμενιστική του παιδεία; Όσοι φιλομαθείς ερευνούν και γράφουν απορρίπτονται; Ακόμη περισσότερο: όσοι ηγούμενοι και μοναχοί που βιώνουν τα θεία θεωρητικά και πρακτικά και όχι μόνο «επιστημονικά» γιατί αποκλείστηκαν από το διάλογο ως μη μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας; Γιατί αυτός ο διαχωρισμός; Πόσο εκκλησιαστική-συνοδική-δημοκρατική είναι αυτή η νοοτροπία;


Και καλά, στερήθηκαν τότε το λόγο -κακώς- όσοι του μοναχικού τάγματος ή όσοι θεολόγοι το ζητήσαμε∙ δεν είναι εις βάρος της ακαδημαϊκής έρευνας και της ελεύθερης διακίνησης του λόγου να το επικαλείστε αυτό («η ημερίδα …ήταν καθαρά επιστημονική» και ως εκ τούτου δεν υπήρχαν σ’ αυτή «"εκπρόσωποι" Εκκλησιών») και να επιμένετε και εκ των υστέρων; Φαίνεται, ότι όλα έγιναν για να αποκλεισθούν οι ενοχλητικές –για τις κατευθυνόμενες απόψεις των εισηγητών– παρεμβάσεις των μελών της Εκκλησίας, ακόμα και των θεολόγων.


5. Το παρακάτω τμήμα της Επιστολής σας αποφεύγουμε να το χαρακτηρίσουμε, θα παραθέσουμε μόνο λίγα σχόλια. Μας γράφετε:


«Ειδικά για την προσωπική παρέμβαση του π. Παύλου ειλικρινά δεν καταλαβαίνω την αντίδρασή σας, αφού επί της ουσίας συμφωνεί -σε ηπιώτερο βέβαια τόνο- με την...διακοπή κάθε διαλόγου πριν επέλθει - του Θεού συνεργούντος βέβαια - η πλήρης ένωση των εκκλησιών».


Τα σχόλιά μας:


α) Η προσωπική παρέμβαση του π. Παύλου δεν συμφωνεί ούτε επί της ουσίας ούτε επί της διατυπώσεως με τις θέσεις μας, όπως ειρωνικά γράφετε.


β) Δεν διαφωνούμε για τους Διαλόγους∙ ο γραμματέας της Ενώσεως έχει γράψει δύο βιβλία (δεν είναι βέβαια του δικού σας ακαδημαϊκού επιπέδου) με περιεχόμενο τα διαδραματιζόμενα στους διαλόγους(6), και τοποθετείται ως προς το θέμα: Διάλογοι ναι, αλλά με τον τρόπο των Πατέρων και από αγάπη στους ετερόδοξους και όχι με τον τρόπο των οικουμενιστών που αποβαίνει εις βάρος του σώματος της Εκκλησίας, της ακεραιότητος της Πίστεως και των ετεροδόξων, αφού θα τους προσφέρει όχι την αυθεντική πίστη του Χριστού, αλλά μια μπασταρδεμένη πίστη, ένα αχταρμά και μια σύνθεση ορθοδοξίας και ετεροδοξίας.


γ) Δεν ομιλούμε, ασφαλώς, εμείς για Ένωση Εκκλησιών, αλλά για επιστροφή των αιρετικών στη ΜΙΑ Εκκλησία. Εκτος αν, κύριε Βασιλειάδη, αλλάξετε και την ορθόδοξη Εκκλησιολογία, αν δηλαδή δέχεστε ότι υπάρχουν πολλές Εκκλησίες. Σας παραπέμπουμε πρόχειρα στους μεγάλους (αν δεν έχετε αντίρρηση) θεολόγους του 20ου αιώνος π. Γεώργιο Φλωρόφσκυ, τον π. Ιουστίνος Πόποβιτς, και τον λόγιο Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιερόθεο και τον Νικοπόλεως Μελέτιο, για να μη αναφέρουμε άλλους σύγχρονους ορθόδοξους θεολόγους και πρωτοπρεσβυτέρους, που πιθανόν το όνομά τους να σας προκαλεί αλεργία, ως αντι-οικουμενιστών.


δ) Τέλος, δεν πιστεύουμε σε μια «μαγική» ένωση των Εκκλησιών (αν ερμηνεύουμε καλά την ειρωνική φράση σας) «με την...διακοπή κάθε διαλόγου πριν επέλθει -του Θεού συνεργούντος βέβαια- η πλήρης ένωση των εκκλησιών», αλλά σ’ ένα διάλογο θεοπρεπή και θεοκίνητο, που θα φέρει σε συναίσθηση τους ετερόδοξους και αν θέλουν εν ελευθερία και μετανοία θα επιστρέψουν στην ΜΙΑ Εκκλησία.


Η έμμονη ιδέα, της «σώνει και καλά» Ενώσεως δια των Διαλόγων, παρά την καταστρατήγηση (κατά την διεξαγωγή των Διαλόγων αυτών) δεκάδων Ιερών κανόνων, δεν βρίσκει ερείσματα ούτε στην Πατερική Παράδοση ούτε στην Αγία Γραφή, αντίθετα απαγορεύεται από τον ίδιο το Χριστό και τους Αποστόλους.


Έχει δε φτάσει στο σημείο να καταργεί -κάτω από τις συμφωνίες που έχουν συναφθεί- την ουσιαστικότερη αποστολή της Εκκλησίας που είναι η ιεραποστολή, αφού την απαγορεύει, υπό την απατηλή προσδοκία μιας ανυπόστατης «Ενώσεως».


Για την «Φιλορθόδοξη Ένωση “Κοσμάς Φλαμιάτος”»

Ο Πρόεδρος Λαυρέντιος Ντετζιόρτζιο

Ο Γραμματέας Παναγιώτης Σημάτης


Υποσημειώσεις:


(1) Στο κείμενό μας εκείνο, παρουσιάζαμε αποσπάσματα από όσα «αντιεπιστημονικά» και «βάναυσα» για την πίστη μας είπε ο π. Παύλος, αφού έρχονταν σε φανερή αντίθεση με τους δικούς μας “επιστήμονες” και τα δικά μας “Πανεπιστημιακά κέντρα”, που δεν είναι παρά οι άγιοι της Εκκλησίας και οι Οικουμενικές Σύνοδοι και όχι υποχρεωτικά και οι καθηγητές, απόφοιτοι ή θαυμαστές των αιρετικών παπικών-προτεσταντικών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Ο π. Παύλος, λοιπόν, είχε πει τα εξής εξωφρενικά: «Θα ήθελα να κάνω μια απλή ερώτηση σε προέκταση της ερωτήσεως και της θέσεως που διετύπωσε ο κ. Μιλτ. Κωνσταντίνου Ο Διάλογος είναι πάντα γόνιμος, όταν αποκατασταθεί η ενότητα... Λοιπόν, σαν κληρικός και σαν ορθόδοξος χριστιανός, σκέπτομαι μερικές φορές μήπως θα ήτανε φρόνιμο, η επόμενη φάση του Διαλόγου να είναι αφού αποκατασταθεί η ενότητα και όχι πλέον στο χώρο του χωρισμού. Μήπως δηλαδή, θάχουνε κι οι δύο Εκκλησίες, αφού αναγνωρίσανε η μία την εκκλησιαστική και ευχαριστιακή υπόσταση της άλλης, και την πραγματικότητα της άλλης, ότι αποτελούμε δύο κακώς χωρισμένα κομμάτια του σώματος του Χριστού, να προχωρούσαμε στην αποκατάσταση της ενότητας και να συνεχίζαμε τον Διάλογο μετά. Θάτανε πιο γόνιμο. Άλλωστε διαφορές έχουμε και μεταξύ μας οι Ορθόδοξοι»!


(2) Και ο Walter Kasper σε συνέντευξη που έδωσε (30/12/08) και στην ερώτηση: «Είναι εφικτός ο στόχος της αποκατάστασης της ενότητας Ορθόδοξης και Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας;», απάντησε τα εξής ανατριχιαστικά: «Δεν μιλάμε για ένωση Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών. Δεν πρόκειται περί μείξεως των δύο, αλλά περί της ακεραίας αποκαταστάσεως της κοινωνίας μεταξύ Ανατολής και Δύσεως. Ενότητα, διατηρώντας την διαφορετικότητά μας. Δεν πρόκειται περί ενωμένης Εκκλησίας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία θα διατηρήσει την παράδοσή της».


(3) Ο Αρχιεπίσκοπος μπορεί να αρνήθηκε ότι ο π. Παύλος ήταν εκπρόσωπός του, αλλά -δυστυχώς- δεν αποδοκίμασε τις ουνιτικές τοποθετήσεις του «εκπροσώπου» του! Γι’ αυτό αδίκως χαίρεται ο «Ορθόδ. Τύπος» όταν τιτλοφορεί τη σχετική Δήλωση του Αρχιεπισκόπου: «Διαφωνεί ο Αρχιεπίσκοπος με θέσεις Οικουμενιστικάς». Εκτός αυτού, είναι νωπές οι κριτικές που δέχτηκε ο Αρχιεπίσκοπος για την συνέντευξη που παραχώρησε στην Παπική εφημερίδα “Avennire”, 15-04-2009. «Ερώτηση: Στις απομακρυσμένες περιοχές στην ελληνική Εκκλησία παραμένει ισχυρότατη η αντικαθολική προκατάληψη …σχετικά με την αναγνώριση των ιερών Μυστηρίων (των Παπικών). Τι μπορείτε να πείτε σχετικά; Αρχιεπ. Ιερώνυμος: … Κάποιες μεμονωμένες απόψεις ή ακραίες αντιδράσεις, δεν εκφράζουν τις επίσημες θέσεις της Εκκλησίας… Ερώτ.: Πως κρίνετε τις προόδους που έγιναν στο θεολογικό διάλογο…; Αρχιεπ.: Είναι ένας διάλογος που χαρακτηρίστηκε εξαρχής από την σοβαρότητα, τη σοφία …μια επιβεβαίωση της θετικής του πορείας. Ειδικότερα σε ότι αφορά το κείμενο της Ραβέννας, εκείνο που θέλει να επιτύχει η θεολογική επιτροπή, είναι να προσδιορίσει το ρόλο και την εφαρμογή του πρωτείου (του Πάπα). Ως αναγκαίας προϋπόθεσης στη δομή και τη λειτουργία της Εκκλησίας, με σεβασμό προς την αρχή της πενταρχίας των Πατριαρχών. Είναι ένα θετικό βήμα, που τώρα περιμένει να συνεχιστεί. …με άλλα λόγια είναι ένας δρόμος δίχως γυρισμό». Όπως βλέπετε, ο κ. Ιερώνυμος είναι θετικός στον όπως γίνεται Θεολογικό Διάλογο και θεωρεί ότι η μη αναγνώριση των Παπικών μυστηρίων είναι άποψη «μεμονωμένων» κύκλων ή «ακραίες αντιδράσεις», πάντως όχι «επίσημη θέση της Εκκλησίας». Και όπως σχολιάζουν και οι ίδιοι οι Παπικοί: «Σχετικά με την αναγνώριση των ιερών Μυστηρίων ο Μακαριότατος δεν απαντά» (εφημ. Παπικών "Ενοριακές Καμπάνες" 10/05/09, αρ. 708). Και ερωτάμε: Η επίσημη θέση της Εκκλησίας, καθορίζεται μόνο από τον Αρχιεπίσκοπο και την Ι. Σύνοδο, ή από τις Οικουμενικές Συνόδους και τους Αγίους Πατέρες, στις οποίες οφείλουμε όλοι, ως Σώμα Χριστού, υπακοή;


(4) Παραθέτουμε το συμβάν, κατά το οποίο υβρισθήκαμε πεζοδρομιακά από το Προεδρείο: Τα λεγόμενα του καρδινάλιου Κάσπερ (κατά την δευτερολογία του) προκάλεσαν την παρέμβαση του προέδρου της Ενώσεώς μας κ. Ντετζιόρτζιο, ο οποίος είπε: Το συμπέρασμα αυτών που λέτε είναι, πως «οι Ορθόδοξες Εκκλησίες θα γίνουν ουνιτικές Εκκλησίες».

Το ακροατήριο επιδοκιμάζει την παρέμβαση με ηχηρά χειροκροτήματα, αποδοκιμάζοντας ταυτόχρονα τον Καρδινάλιο.

Ντετζιόρτζιο: «Αυτό δεν θα γίνει ποτέ…να χτυπιέστε. Κάντε ό,τι θέλετε, μιλάτε, διαλέγεσθε, αυτό ποτέ δεν θα γίνει…». Βασιλειάδης: «Σας παρακαλώ, σας ανεχθήκαμε, σας ανεχτήκαμε αρκετά…». Ντετζιόρτζιο: «Μας καλέσατε και …ελευθέρως, και σεις πρέπει να μας ακούσετε…». Βασιλειάδης: «Αυτά στα πεζοδρόμια μόνο». Ντετζιόρτζιο: (Διαμαρτύρεται έντονα) «γιατί ο κ. Κάσπερ (μ’ αυτά που λέει) μιλάει για ουνιτική Εκκλησία. Αυτό θέλει». Από το ακροατήριο: «Να γίνουμε ουνίτες, ε;…». Από προεδρείο: «Αυτό καταλάβατε σεις;». Ντετζιόρτζιο: «Βεβαίως αυτό καταλάβαμε». Από το ακροατήριο: «Κι εμείς αυτό καταλάβαμε». Από προεδρείο (Μαρτζέλος;): «Λυπούμαι πάρα πολύ». Από προεδρείο: «Δεν καταλάβατε τίποτα, αν συμπεριφέρεσθε με τέτοιο τρόπο...». Από το ακροατήριο εντονότατες φωνές: «Ντροπή σας… Αίσχος…». Μαρτζέλος (Ειρωνικά): «Αυτό είναι αγάπη!». Από προεδρείο: «Ευχαριστούμε…». Βασιλειάδης: «Σας παρακαλώ πάρα πολύ, μπορείτε να απέλθετε;». Μαρτζέλος: «Σας παρακαλώ πάρα πολύ. Ως πρόεδρος της οργανωτικής επιτροπής θα παρακαλούσα τους πάντες να μη μεταβάλλουν το Πανεπιστήμιο σε φρενοκομείο… Σας παρακαλώ πάρα πολύ, εδώ είναι Πανεπιστήμιο και ως Πανεπιστήμιο είμαστε υποχρεωμένοι να διακονήσουμε τον ακαδημαϊκό λόγο και τις διαφορετικές απόψεις… Σας παρακαλώ ένα επίπεδο να υπάρχει…». Από το ακροατήριο εντονότατες φωνές. Ακούγετε: «Μας λέτε φρενοκομείο, εσείς είστε…». Μαρτζέλος: «Νομίζω πως απευθυνόμαστε σε λογικούς ανθρώπους και όχι σε κουκουλοφόρους, ε». Από το ακροατήριο: Εντονότατες φωνές. «Ποιοί (που) είναι κουκουλοφόροι;…». Βλέτσης: «Θεωρώ ότι η διαμαρτυρίες του κυρίου (Ντετζιόρτζιο) είναι απόλυτα δικαιολογημένες… Πιστέψτε με…». Από το ακροατήριο: «Να ανακαλέσει ο κ. Μαρτζέλος ότι οι λαϊκοί που παρακολουθούν εδώ είναι κουκουλοφόροι…». Βασιλειάδης: «Σας παρακαλώ πάρα πολύ… Λάθος καταλάβατε…». Μαρτζέλος: «Δεν είπα αυτό το πράγμα. Εάν καταλαβαίνετε ωρισμένα πράγματα με τη δική σας λογική είναι δικό σας πρόβλημα. Εγώ δεν είπα αυτό το πράγμα. Σας παρακαλώ πολύ να καταλαβαίνουμε τι λέω». (Από το ακροατήριο): Διαμαρτυρίες… Μαρτζέλος: «Όχι αυτά που θέλετε εσείς, αυτά που λέμε εμείς να καταλάβετε». Βλέτσης: «Θεωρώ ότι η διαμαρτυρίες του κυρίου (Ντετζιόρτζιο) είναι απόλυτα δικαιολογημένες», αλλά δεν νομίζω πως ο καρδινάλιος εννοούσε αυτό που προκάλεσε την δίκαιη αντίδρασή του…


(5) Να τι γράφει και ένας μη ορθόδοξος, ο Αρχιεπίσκοπος της Παλαιάς ΡΚαθολικής Εκκλησίας, Γ. Παπαθανασίου, στο http://panagiotisandriopoulos.blogspot.com, (7/7/2009): «Σ' αυτό το αστείο θέατρο που το αποκαλούν και επιστημονική μερίδα στο ΑΠΘ, ουσιαστικά ποιοι έλαβαν μέρος; 1. Ο καρδινάλιος Κάσπερ. Είναι αυτός που συνομιλεί οικουμενικά με σέκτες, με εκκλησίες της γυναικείας ιερωσύνης … 2. Ο Έξαρχος Ουνίτης Δ. Σαλάχας. Ένας εκπρόσωπος μιας προβληματικής Εκκλησίας που δεν είναι ούτε Ορθόδοξη - ούτε καθολική και που "ιερείς του" συκοφαντούν και υβρίζουν Ιεράρχες άλλων Εκκλησιών που δεν συμπλέουν με την δική τους τακτική και πίστη. Έχω προσωπική εμπειρία και τα στοιχεία όλα είναι στην διάθεσή σας. 3. Ο "Σεβασμιώτατος" κ. Ιωάννης Σπιτέρης, του ιδίου φυράματος με τον Έξαρχο Σαλάχα… 4. Ο Συμπρόεδρος Σεβ/τος κ. Ι. Ζηζιούλας. Ενας σεβαστός γέροντας με ακαδημαϊκό πνεύμα και ευρεία μόρφωση, γεμάτος λάθη από τις κακές του συμμαχίες με τα άτομα ως ανωτέρω.


(6) «Διαχριστιανικοί και Διαθρησκειακοί Διάλογοι» (Εκδ. ΤΗΝΟΣ) και «Η Πατερική στάση στους Θεολογικούς Διαλόγους και ο Οικουμ. Πατριάρχης Βαρθολομαίος» (Πρότυπες Θεσσαλικές Εκδόσεις).


Η επιστολή που μας έστειλε ο κ. Βασιλειάδης

(οι υπογραμμίσεις δικές μας):


«Αγαπητέ κ. Ντετζιόρτζιο,

Πήρα το ηλεκτρονικό σας μήνυμα με τίτλο "Εξωφρενικές θέσεις από εκπρόσωπο του Αρχιεπισκόπου Αθηνών!" και σας ευχαριστώ.

Προς αποκατάσταση όμως της αλήθειας -η οποία βάναυσα κακοποιείται από ορισμένους ομοϊδεάτες σας- οφείλω ως Πρόεδρος του τμήματος που διοργάνωσε την εν λόγω ημερίδα να σημειώσω τα ακόλουθα:


α. Η ημερίδα την οποία διοργάνωσε τον περασμένο μήνα το Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ ήταν καθαρά επιστημονική και είχε στόχο να ανταλλάξουν απόψεις και να υποβάλουν κριτικά ερωτήματα οι συνάδελφοι καθηγητές προς τους άμεσα εμπλεκομένους συντελεστές του επίσημου θεολογικού διαλόγου της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας με την αντίστοιχη Ρωμαιοκαθολική. Δεν υπήρχαν "εκπρόσωποι" ούτε Εκκλησιών, ούτε ιδρυμάτων. Απλώς χαιρέτησαν την ημερίδα, όπως άλλωστε σημειώνεται και στο επίσημο πρόγραμμα, ο οικοδεσπότης του εκπαιδευτικού ιδρύματος στο οποίο έλαβε χώρα, Πρύτανης του ΑΠΘ καθ. κ. Αναστάσιος Μάνθος, και η διοργανούσα αρχή, ο Πρόεδρος δηλ. του Τμήματος (και συντάκτης αυτού του σημειώματος) καθ. κ. Πέτρος Βασιλειάδης. Αρκετοί ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος έστειλαν ευχετήριες επιστολές, ή επικοινώνησαν μαζί μου δηλώνοντας με λύπη ότι αδυνατούν να παρευρίσκονται στις εργασίες της, ευχόμενοι παράλληλα ευόδωση των εργασιών της. Κρίναμε ότι δεν θα έπρεπε να τις αναγνώσουμε, γιατί έτσι θα χαλούσαμε τον αυστηρά επιστημονικό χαρακτήρα της ημερίδας, μετατρέποντάς την σε κοσμικό-επικοινωνιακό γεγονός. Αυτό δεν το σεβάστηκαν - πάλι ορισμένοι από τους ομοϊδεάτες σας - επιχειρώντας να μετατρέψουν την αίθουσα από ακαδημαϊκό εργαστήρι σε...πολιτική συγκέντρωση, εν ονόματι μάλιστα της ... υπεράσπισης της Ορθοδοξίας. Γι' αυτό απευθύνθηκα σε σας για την επαναφορά τους στην αρμόζουσα σε ...Ορθοδόξους διαλεγομένους τάξη. Μάλιστα σας ευχαρίστησα για την παρέμβασή σας.


β. Ο π. Παύλος Κουμαριανός απλώς "χαιρέτησε" την ημερίδα εκ προσώπου του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου. Μάλιστα, επειδή δεν ήταν προγραμματισμένη καμιά επιπλέον προσφώνηση, ως πρόεδρος έκρινα ότι θα έπρεπε να ενημερώσω τους συμμετέχοντας συναδέλφους στην ημερίδα - πράγμα που έπραξα - και έπειτα να του δώσω κατ' εξαίρεση για ένα λεπτό το λόγο.


γ. Ό,τι ελέχθη στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια δηλ. της ημερίδας, ήταν ευθύνη αποκλειστικά των ιδίων. Ειδικά για την προσωπική παρέμβαση του π. Παύλου ειλικρινά δεν καταλαβαίνω την αντίδρασή σας, αφού επί της ουσίας συμφωνεί - σε ηπιώτερο βέβαια τόνο - με την...διακοπή κάθε διαλόγου πριν επέλθει - του Θεού συνεργούντος βέβαια - η πλήρης ένωση των εκκλησιών. Ευτυχώς που υπάρχει το απομαγνητοφωνημένο κείμενο, το οποίο μας στείλατε, και αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Τα περί intercommunion κλπ. που προβοκατόρικα ακούστηκαν από τους φωνασκούντες, που όπως θα διαπιστώσατε και εσείς δεν ήρθαν για να εκφράσουν την αγωνία τους για τα συζητούμενα (όπως εσείς και ορισμένες μοναχές), αλλά για να επιβάλουν ετσιθελικά την άποψή τους, και όπως ομολόγησαν ορισμένοι σε δημοσιογράφους για να διαλύσουν την εκδήλωση, αποδεικνύουν το επίπεδο διαλόγου εκ μέρους των.


δ. Επειδή, με αφορμή την ημερίδα, ήρθαν στην ηλεκτρονική (και όχι μόνο) επικαιρότητα φαινόμενα τα οποία υποκρύπτουν μια έντονα "μεσσαλιανική" νοοτροπία, και μάλιστα με την μορφή ατομικής υπογραφής (και δή ...από επισκόπους) "ομολογίας" πίστεως, πρακτική όλως αμάρτυρη στην Ορθόδοξη εκκλησιαστική μας παράδοση, με την οποία μάλιστα επιδιώκεται "γυμνή τη κεφαλή" απείθεια, όχι σε άτομα, όσο υψηλά και αν ίστανται στην εκκλησιαστική ιεραρχία (αυτό μπορεί να είναι με προϋποθέσεις συγγνωστό), αλλά στους βασικούς εκκλησιαστικούς θεσμούς της Ορθόδοξης Εκκλησίας (πράγμα που υπό ορισμένες πρϋποθέσεις επισύρει ακόμη και καθαίρεση)(*), σας επισυνάπτω ολόκληρη την απόφαση της Γ΄ Προσυνοδικής σχετικά με τα υπό ... ηλεκτρονική συζήτηση θέματα. Να υπενθυμίσω ότι υπάρχει και άλλο κείμενο για τους διάφορους διμερείς διαλόγους της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας.

Η απόφαση αυτή της Γ΄ Πανορθόδοξης Προσυνοδικής Διάσκεψης, αν και δεν έχει ακόμη «κανονική ισχύ», μέχρι την ψήφισή της από την μέλλουσα να συνέλθει Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, έχουν εντούτοις, λόγω της φύσεως των θεμάτων, «άμεση εφαρμογή» (βλ. Επίσκεψις, 15.12.86, σελ. 9 υπ.).

______________________________

(*) Απάντησαν σ’ αυτό το σημείο οι συντάκτες της ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ. Όσο για την απειλή περί καθαίρεσης, αυτό και μόνο αποδεικνύει την υψηλή «δημοκρατική» υφή της επιστημονικής και εκκλησιαστικής σας συνείδησης, αποδεικνύει την ποιότητα του «φιλελεύθερου» και «προοδευτικού» κατά τα άλλα ακαδημαϊκού δασκάλου, όταν δεν μπορεί να κρύψει την οργή, επειδή χάλασαν τα σχέδια και όλος ο προπαγανδιστικός μηχανισμός που φαίνεται πως είχε στηθεί με το πρόσχημα της Ημερίδας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου