Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2025

Ερανίσματα απο το βιβλίο -Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΜΟΛΥΣΜΟΥ των Ορθοδόξων απο την εκκλησιαστική κοινωνία μη καταδικασθέντων αιρετικών.(Α)

 




ΜΕΡΟΣ Α 
-------------------------
Εισαγωγικά 
(Τα αποσπάσματα που δημοσιεύονται είναι απο το ομώνυμο βιβλίο του ιερομονάχου Ευγενίου σε απλούστερη γλώσσα.Επιμέλεια κειμένων: πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Αθανασίου).
--------------------------------------------------------------------------------------

Υπάρχει πνευματικός μολυσμός για τους Ορθοδόξους όταν κοινωνούν με αιρετικούς που έχουν αποκοπεί από την Εκκλησία. Αυτό προκύπτει από χωρία του Προφήτη Ιεζεκιήλ, όπως τα ερμήνευσαν οι Άγιοι Πατέρες, καθώς και από μαρτυρίες των Αγίων Αποστόλων, της Ε΄ Οικουμενικής Συνόδου και γενικά των Πατέρων της Εκκλησίας. Το ίδιο διδάσκει και ο Μέγας Βασίλειος.

Όπως:

  • η Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος αντιμετώπισε τον Νεστόριο,
  • η Δ΄ τον Διόσκορο,
  • η ΣΤ΄ τον Μακάριο,
  • η Ζ΄ τους Εικονομάχους επισκόπους που επέστρεφαν,
  • και η Θ΄ τον Ιωάννη Καλέκα και τον Γρηγόριο Ακίνδυνο,

έτσι και από τα επίσημα κείμενα και τις αποφάσεις αυτών των Συνόδων φαίνεται ξεκάθαρα ότι όλοι αυτοί είχαν πραγματική και κανονική ιερωσύνη μέχρι τη στιγμή που καθαιρέθηκαν. Τότε μόνο την έχασαν.

Είχαν ιερωσύνη ακόμη και όταν βρίσκονταν σε αμετανόητη αίρεση (γι’ αυτό και καθαιρέθηκαν), ή – στην περίπτωση της Ζ΄ Οικουμενικής – πριν μετανοήσουν.

Παρόλο που σε διάφορες εποχές οι αιρετικοί επικράτησαν σε τοπικές Εκκλησίες και μάλιστα επίσημα, ακόμη και για πολλά χρόνια, και παρόλο που δίδασκαν αιρέσεις που είχαν ήδη καταδικαστεί στο παρελθόν και τις ανανέωναν συνοδικά, ενώ οι Ορθόδοξοι απέφευγαν την κοινωνία μαζί τους, η ίδια η ύπαρξη της ιερωσύνης τους δεν είχε καταστραφεί. Αυτό φαίνεται καθαρά τουλάχιστον από τις Γ΄, Δ΄, ΣΤ΄ και Ζ΄ Οικουμενικές Συνόδους.

Η καθαίρεση, όπως εξηγούν με ακρίβεια οι Οικουμενικές Σύνοδοι, δεν είναι απλώς ανακοίνωση ότι η ιερωσύνη είχε ήδη χαθεί, αλλά η αφαίρεσή της. Δηλαδή, η χάρη της ιερωσύνης αφαιρείται με συγκεκριμένη συνοδική πράξη, σε συγκεκριμένο χρόνο, από τον Θεό και τη Σύνοδο των επισκόπων.

Άρα, η ιδέα ότι ο μολυσμός σημαίνει αυτόματη καθαίρεση ή ότι τα μυστήρια γίνονται αυτόματα άκυρα, δεν στηρίζεται στις πράξεις των Οικουμενικών Συνόδων. Αυτό ισχύει ακόμη και όταν μια αίρεση έχει αναγνωριστεί συνοδικά, όπως έγινε και στη σύνοδο της Κρήτης το 2016.


Τι είναι ο μολυσμός και πώς λειτουργεί

  1. Η ρίζα και η αιτία του μολυσμού είναι η αίρεση, την οποία σπέρνει ο διάβολος στην καρδιά του ανθρώπου. Ο άνθρωπος γίνεται αιρετικός επειδή αποδέχεται την αίρεση.
  2. Η αίρεση μολύνει πρώτα τον ίδιο τον αιρετικό, επειδή τον χωρίζει από τον Θεό. Αυτό είναι το πρώτο και βασικό αποτέλεσμα και επιβεβαιώνεται από την Ε΄ Οικουμενική Σύνοδο και από μαρτυρίες Αγίων, όπως του αββά Αγάθωνα. Μέχρι εδώ ο μολυσμός αφορά μόνο το πρόσωπο του αιρετικού.
  3. Η αίρεση προκαλεί σχίσμα μέσα στην Εκκλησία. Η ενότητα των πιστών γίνεται μέσω της Θείας Κοινωνίας. Ο αιρετικός που δεν έχει ακόμη καταδικαστεί συνοδικά διασπά αυτή την ενότητα, επειδή έχει ήδη αποκοπεί από τον Θεό. Αυτό επιβεβαιώνεται από τις πράξεις της Ε΄ Οικουμενικής και από τον 15ο Κανόνα της ΑΒ΄ Συνόδου, που δικαιώνει όσους διακόπτουν την κοινωνία πριν από συνοδική καταδίκη.
  4. Μολύνονται τα μυστήρια, τόσο του αιρετικού όσο και εκείνων που κοινωνούν μαζί του γνωρίζοντας την κατάστασή του. Αυτό φαίνεται καθαρά στην Ε΄ Οικουμενική, όπου αφαιρέθηκε το όνομα του Πάπα Βιγίλιου από τα δίπτυχα για να μη μολυνθούν τα μυστήρια των Ορθοδόξων επισκόπων.

Δεν αποφεύγουμε τον καθαιρεμένο ή αιρετικό ιερέα μόνο επειδή δεν τελεί πλέον έγκυρα μυστήρια, αλλά και λόγω του φρονήματός του, γιατί από εκεί ξεκινά η μόλυνση.

  1. Η μόλυνση των μυστηρίων σημαίνει κρίση και καταδίκη, τόσο για τον ιερέα όσο και για όσους κοινωνούν μαζί του εν γνώσει τους. Όπως κάποιος που κοινωνεί με βαριά αμαρτία χωρίς μετάνοια, έτσι και εδώ η Θεία Κοινωνία γίνεται εις κρίμα και κατάκριμα.
  2. Ο μολυσμός σημαίνει επίσης:
    • συμμετοχή στην αίρεση,
    • θεϊκή κατάκριση του αιρετικού,
    • και τελικά απομάκρυνση από τη χάρη του Θεού.

Η κοινωνία με αιρετικό, κατά τους Πατέρες, σημαίνει:

  • μνημόνευση ή συλλειτουργία (για κληρικούς),
  • λήψη της Θείας Κοινωνίας από αυτόν (για λαϊκούς),
  • συμπροσευχή ή ακόμη και στενή συναναστροφή.

Σημαντική διευκρίνιση

Καθοριστικό ρόλο παίζει το αν γίνεται “εν γνώσει”. Δηλαδή, αν κάποιος γνωρίζει ότι ο άλλος είναι αιρετικός και παρ’ όλα αυτά κοινωνεί μαζί του. Για όσους δεν γνωρίζουν ή δεν καταλαβαίνουν πλήρως, η ευθύνη ανήκει στην κρίση του Θεού, ο οποίος γνωρίζει τις καρδιές και τα κίνητρα του καθενός.

Όπως λέει και ο Όσιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, δεν μπορούμε να αποφανθούμε απόλυτα για όλους, γιατί οι άνθρωποι διαφέρουν σε γνώση, πρόθεση, ηλικία και ζήλο.

Εμείς έχουμε χρέος να ακολουθούμε όσα μας παρέδωσαν οι Πατέρες, για να μη σφάλουμε. Όσο μεγαλύτερη είναι η γνώση, τόσο μεγαλύτερη είναι και η ευθύνη, όπως διδάσκει η Αγία Γραφή και το Ευαγγέλιο.

Αυτά λένε τα κείμενα.

Η αρχή "ο κοινωνών ακοινωνήτω ακοινώνητος έσται" (δηλ. «όποιος κοινωνεί με κάποιον που είναι εκτός εκκλησιαστικής κοινωνίας, γίνεται και ο ίδιος εκτός κοινωνίας») δεν αφορά μόνο αιρετικούς που έχουν ήδη καταδικαστεί συνοδικά, αλλά και αιρετικούς που ακόμη δεν έχουν καταδικαστεί επίσημα, σύμφωνα με τη διδασκαλία των Αγίων Αποστόλων, της Ε΄ Οικουμενικής Συνόδου, των Ιερών Κανόνων και των Αγίων Πατέρων.

Οι Ιεροί Κανόνες (ο 2ος και ο 10ος Αποστολικός) επιβάλλουν ακοινωνησία όχι ως τιμωρία, αλλά για να αποφευχθεί ο πνευματικός μολυσμός. Όπως ακριβώς η ακοινωνησία επιβάλλεται σε όποιον κοινωνεί με καταδικασμένο αιρετικό για να μη μολυνθεί πνευματικά, το ίδιο ισχύει και όταν κάποιος κοινωνεί με αιρετικό που δεν έχει ακόμη καταδικαστεί.

Ο μολυσμός δεν σταματά στο πρώτο πρόσωπο. Μεταδίδεται:

  • από τον αιρετικό,
  • σε εκείνον που κοινωνεί μαζί του εν γνώσει,
  • και ακόμη παραπέρα, σε τρίτο πρόσωπο που κοινωνεί με τον δεύτερο.

Είναι σαν τα συγκοινωνούντα δοχεία: η συμμετοχή στο σχίσμα του αιρετικού γίνεται είτε άμεσα είτε έμμεσα, όταν υπάρχει συνειδητή κοινωνία.

Με απλά λόγια:
Αφού ο μολυσμός μεταδίδεται από τον μη καταδικασμένο αιρετικό στον Ορθόδοξο που κοινωνεί μαζί του, μεταδίδεται και σε όποιον κοινωνεί με αυτούς. Δηλαδή, υπάρχει άμεση και έμμεση συμμετοχή στο σχίσμα.


Η οἰκονομία και τα όριά της

Η εκκλησιαστική «οἰκονομία» δεν αναιρεί αυτά τα συμπεράσματα, αλλά τα επιβεβαιώνει. Επειδή ακριβώς υπάρχει ο μολυσμός και επειδή οι Ιεροί Κανόνες επιβάλλουν απομάκρυνση από τους αιρετικούς, η Εκκλησία – σε εξαιρετικές περιπτώσεις και συνοδικά – μπορεί προσωρινά να επιτρέψει κάτι που κανονικά απαγορεύεται αυστηρά.

Αυτό γίνεται μόνο:

  • όταν υπάρχει σοβαρότατος λόγος (π.χ. σωτηρία ψυχών),
  • και όταν το αποδέχεται το πλήρωμα της Εκκλησίας.

Η οἰκονομία δεν καταργεί τον μολυσμό:

  • ούτε στον ίδιο τον αιρετικό,
  • ούτε σε όσους τον μνημονεύουν ή κοινωνούν μαζί του,
    όταν η αίρεση διδάσκεται φανερά μέσα στην Εκκλησία.

Εξαιρέσεις υπάρχουν μόνο σε περιπτώσεις ανώτερης βίας (π.χ. απειλή μαζικής σφαγής πιστών) ή σε περιπτώσεις πνευματικής ασθένειας, όπου η οἰκονομία εφαρμόζεται σταδιακά, με στόχο να οδηγηθεί ο άνθρωπος σιγά-σιγά στην πλήρη τήρηση της ακρίβειας.

Η οἰκονομία είναι προσωρινή και παύει όταν ο πιστός φτάσει στην πλήρη εφαρμογή των Ιερών Κανόνων.

Αυτή τη μορφή οἰκονομίας εφάρμοσε και ο Όσιος Θεόδωρος ο Στουδίτης. Μπορεί να εφαρμοστεί μόνο αν τηρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις:

Για Ορθόδοξους κληρικούς:

  • να μη μνημονεύουν αιρετικό επίσκοπο,
  • να μη συλλειτουργούν με αιρετικό κληρικό,
  • να μη μεταδίδουν μυστήρια σε αιρετικό.

Για Ορθόδοξους λαϊκούς:

  • να μη κοινωνούν από το ποτήριο αιρετικού που δεν έχει καθαιρεθεί.

Άρα, η οἰκονομία αποδεικνύει ότι οι Ιεροί Κανόνες είναι υποχρεωτικοί, όχι προαιρετικοί. Αν ήταν προαιρετικοί, δεν θα χρειαζόταν οἰκονομία.


Μαρτυρία από την Ε΄ Οικουμενική Σύνοδο

Η ενότητα της Εκκλησίας διασαλεύεται μόνο από τις αιρέσεις. Όποιος φρονεί διαφορετικά από όσα παρέλαβε η Εκκλησία:

  • χάνει την ενότητα της πίστης,
  • και την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος.

Γι’ αυτό η Ε΄ Οικουμενική Σύνοδος θεωρεί ύψιστο καθήκον των ιερέων τη διαφύλαξη της ενότητας της πίστης.

Όταν ένας ιερέας απομακρύνεται από την Ορθόδοξη πίστη:

  • μολύνει τα μυστήρια που τελεί,
  • χάνει τη χάρη της πνευματικής πατρότητας,
  • και από ποιμένας γίνεται λύκος που καταστρέφει το ποίμνιο.

Γι’ αυτό και αφαιρέθηκε το όνομα του πάπα Βιγιλίου από τα Δίπτυχα, ώστε να προστατευθεί η καθαρότητα των Μυστηρίων.

Στα Δίπτυχα:

  • μνημονεύονται μόνο οι Ορθόδοξοι,
  • και διαγράφονται οι αιρετικοί,
    είτε ζώντες είτε κεκοιμημένοι.

Διότι δεν είναι χριστιανικό να εξισώνεται η αίρεση με την Ορθόδοξη πίστη. Όλοι οι ιερείς πρέπει να έχουν μία γνώμη, ένα φρόνημα, μία πίστη: την Ορθόδοξη αλήθεια.


Τελικό συμπέρασμα (με απλά λόγια)

Ο ιερέας που διδάσκει αίρεση συνειδητά:

  • χάνει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος,
  • προκαλεί σχίσμα,
  • μολύνει τα Μυστήρια όχι επειδή παύει να είναι ιερέας, αλλά επειδή αυτά τελούνται προς κρίση και κατάκριση, τόσο για τον ίδιο όσο και για όσους κοινωνούν μαζί του εν γνώσει.

Γι’ αυτό:

  • αποφεύγουμε την κοινωνία με αιρετικούς,
  • δεν μνημονεύουμε όσους δεν είναι στην Ορθόδοξη πίστη,
  • προστατεύουμε την ενότητα της Εκκλησίας και την καθαρότητα των Μυστηρίων.

Όλοι οι ιερείς οφείλουν να έχουν μία πίστη: την Ορθόδοξη, την Αλήθεια.

 ------------------------------------------------------------------------------------------

Και τώρα ας μας επιτραπεί να καταχωρήσουμε ένα κείμενο το οποίο ανασύρουμε εκ της εισαγωγής του βιβλίου «Η πέμπτη Οικουμενική Σύνοδος» του Μητροπ. Μελετίου:

«…Η ενότητα αυτή παρασαλεύεται μόνον από τας ετεροδοξίας. Ο ετέρως, παρ’ ό παρέλαβε, φρονών, παύει να έχει την ενότητα της πίστεως και την κοινωνίαν του Αγίου Πνεύματος. Δια τούτο κατά την Ε΄ Σύνοδον (πράξις Α΄, § 3,17) υπέρτατον χρέος των ιερέων, φυλάκων της Εκκλησίας, είναι η περιφρούρησις και η διασφάλισις της ενότητος της πίστεως.

Η έκπτωσις ιερέων από την ενότητα της πίστεως μιαίνει τα υπ’ αυτών τελούμενα μυστήρια και αίρει από αυτούς το χάρισμα της πνευματικής πατρότητος. Αντί ποιμένων αποβαίνουν λύκοι, κατατρώγοντες το ποίμνιό τους (βλ. Πράξ. ΣΤ΄ § 15,10 και Πράξ. Α΄ 3,14).

Δια τούτο ο Ιουστινιανός δηλοί (και η Σύνοδος επικυρώνει την «θέσιν» αυτήν [εν Πράξει Ζ΄ § 16,1-2]), ότι ουδέποτε θα ανεχθή να λάβη την θείαν κοινωνίαν από ιερείς υπόπτους επί αιρέσει.

Και οι ορθόδοξοι καθ’ όλον το διάστημα του ακακιανού σχίσματος ηρνήθησαν να κοινωνήσουν των αχράντων μυστηρίων από χειρών απλώς υπόπτων. «Ακοινώνητοι δια τί μένομεν επί τοσαύτα (35) έτη; δια τί ου κοινωνούμεν;» (ACO 3, σελ. 72).

Ιερείς και πατέρες είναι μόνον οι τηρούντες την πίστιν ανόθευτον (Πράξ. Α΄ § 3,14).

Κάθε ιερεύς τελεί τα άχραντα μυστήρια αξίως και επί αγιασμώ, μόνον εφ’ όσον είναι ηνωμένος με την πίστιν της Εκκλησίας. Προς δήλωσιν και παραφύλαξιν αυτής της ενότητος γίνεται η μνημόνευσις των ιερών Διπτύχων.

Εις μεν τα Δίπτυχα των ζώντων αναγράφονται και εκφωνούνται τα ονόματα των «κοινωνικών» ορθοδόξων αρχιερέων και πατριαρχών. Δια τούτο δε και η Σύνοδός μας, προς περιφρούρησιν της καθαρότητος των αγίων μυστηρίων, διαγράφει από τα ιερά Δίπτυχα το όνομα του τότε αρχιερατεύοντος πάπα Βιγιλίου (βλ. Πράξ. Ζ΄ § 16-17).

Εις τα Δίπτυχα των κεκοιμημένων μνημονεύονται μόνον οι ορθόδοξοι πατέρες και διδάσκαλοι. Δια τούτο και, όταν διεπιστώθη ότι ο Θεόδωρος εκήρυττεν ετεροδιδασκαλίας, διεγράφη το όνομά του από τα ιερά Δίπτυχα της εν Μοψουεστία Εκκλησίας.

Είναι «αλλότριον των Χριστιανών να μνημονεύωνται εις τα ιερά Δίπτυχα αιρετικοί», τονίζει η Σύνοδός μας (Πράξ. Ζ΄ § 16,3)· διότι είναι «αλλότριον των χριστιανών να δέχονται την ασέβειαν (=αίρεσιν) εξ ίσου με την ορθόδοξον πίστιν» (Πράξ. Α΄ § 3,13).

Όλοι οι ιερείς πρέπει να έχουν μίαν και μόνην γνώμην (Πράξ. Β΄ § 5,7)· εν φρόνημα· την ορθήν πίστιν· την αλήθειαν».

------------------------------------------------------

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ 

Όσοι επιθυμούν να προμηθευτούν ΔΩΡΕΑΝ το βιβλίο (με μόνα έξοδα τα ταχυδρομικά τέλη) μπορούν να μας στείλουν τα στοιχεία τους στο 

e-mail  : melitinisdometianos@gmail.com


    π.Δ.Α 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου