Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου 2025

 ΟΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΙΑΝΝΟΥΛΑΤΟΣ

Ο Μεγαλύτερος ιεραπόστολος όλων 

των αιώνων & γνήσιος Οµολογητής 

Δ΄ µέρος

«Τι δε µε καλείτε Κύριε, Κύριε, και ου ποιείτε ά λέγω;» (Λουκ. 6,46)

(Και γιατί µε καλείτε Κύριε, Κύριε, και δεν κάνετε αυτά που λέγω και διδάσκω; Θα γίνετε και σείς όµοιοι προς τους εµπαίκτας µου και τους υποκριτάς, οι οποίοι µε την γλωσσαν των µε οµολογούν Κύριον, αλλά µε τα έργαν των µε αρνούνται και µε εµπαίζουν)

Ο Κύριός µας φωνάζει δυνατά είκοσι αιώνες και µας παραγγέλλει: «Εγώ είµι η οδός, η αλήθεια και η ζωή» (Ιωάν. 14, 6). Η φωνή του δηµιούργησε συνειδησιακό πρόβληµα ακόµα και στον ειδωλολάτρη Πιλάτο που µε αγωνία ρώτησε το Χριστό στο Πρατώριο «Τι έστιν αλήθεια;» (Ιωάν. 18, 38), ο Χριστός απάντηση δεν έδωσε, διότι η αλήθεια ήταν φανερή και ζωντανή µπροστά του.

Αυτή την Αλήθεια προσπάθησα, για να δώσω σαν απάντηση προηγούµενα: «Ήταν µασόνος ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος» που µέσα από το βιβλίο “Η ΜΑΣΟΝΙΑ ΑΠΟ ΑΥΘΕΝΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ” του µοναχού Αβέρκιου, που το διαφηµίζουν, για να πωλήσουν αντίτυπα, αγωνίζονται να πείσουν τους ακροατές και µελετητές ότι ο µακαριστός Αναστάσιος ήταν εκτός από Οικουµενιστής… και µασόνος! Ποιοι; Που απ΄αυτούς κάποιοι δίδαξαν Οικουµενισµό και έδιωξαν 12 αντιοικουµενιστές και αντιµασώνους αγίους επισκόπους. Τώρα παρουσιάζονται ως Οµολογητές -κακοποιώντας ακόµα και τη λέξη Οµολογητής- αυτοί που διέλυσαν και την ‘’ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ’’.

Στα προηγούµενα φύλλα 333/4- 335/5-2025 µε πολυσέλιδα άρθρα (αφιέρωµα) απάντησα σχετικά µε το τεράστιο έργο του Αρχιεπ. Αναστασίου, αλλά και περί µασονισµού και οικουµενισµού. Έλαβα όµως εκατοντάδες µηνύµατα από ανθρώπους που ξαφνιάστηκαν µε τη ζωή, την πορεία, το τεράστιο έργο του Αρχιεπ. π. Αναστασίου, αλλά και τις χιλιάδες άθεους, αλλόθρησκους, αιρετικούς που τους µετέστρεψε στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Υπήρξαν και κάποιοι – ελάχιστοι ευτυχώς – που θέλησαν να υπερασπισθούν τους π. Θεόδωρο Ζήση, π. Γεώργιο Μεταλληνό (θα ασχοληθούµε ποιο κάτω όχι εκτενώς) και κάποιους άλλους -ισως αργότερα- που τους παρουσιάζουν ως Οµολογητές!.

Γι’ αυτό επανήλθα στο ίδιο θέµα, ώστε να απαντήσω εν συντοµία στους αντιλέγοντες.

Ήταν οµολογητές; Αυτό θα προσπαθήσω να το δούµε µαζί, τι είναι οµολογητής; Και που, πότε και τι, αυτοί “οµολόγησαν;”.

Θα αναφερθώ σε τρείς (από αµέτρητους) Ορθοδόξους Οµολογητές:

α) Ο άγιος Μάξιµος που ονοµάστηκε και οµολογητής, ήταν ένας απλός µοναχός, αλλά µια φωτισµένη θεολογική προσωπικότητα που κατόρθωσε να µεταστοιχειώσει το νοσηρό µυστικισµό του νεοπλατωνισµού. Αυτό ήταν το καρκίνωµα της εποχής, όπως µε τα περίφηµα “Αρεοπαγητικά Συγγράµµατα” που εισχώρησαν στην Ορθόδοξη Θεολογία.

Με τα συγγράµµατα και τους λόγους του ο άγιος Μάξιµος καταδίκασε την αίρεση του µονοθελητισµού. Αυτό θεωρήθηκε από τον Αυτοκράτορα Κώνστα Β΄ στάση κατά του κράτους και έστειλε απόσπασµα στη Ρώµη, όπου τον συνέλαβαν µαζί µε τους τρεις µαθητές και τους έφεραν δέσµιους στην Κωνσταντινούπολη. Προσπάθησαν να τον πείσουν, για να αλλάξει και αφού δεν το κατόρθωσαν, άρχισαν τις απάνθρωπες και σκληρές τιµωρίες, που αυτό ήταν και απαίτηση των αρχόντων, σοφών και των αρχιερέων της εποχής. Η αρχή έγινε µε τριήµερη µαστίγωση, το σώµα του και των µαθητών του έγιναν κοµµάτια και άρχισαν να αναδίδουν δυσοσµία, δε σεβάστηκαν ούτε την 80η κονταετή ηλικία του.

Αφού δεν εκάµφθησαν από τα βασανιστήρια, το επόµενο βήµα ήταν να τους κόψουν τη γλώσσα από το βάθος του φάρυγγα, ώστε να µην ακούγονται οι φωνές τους και να ελέγχουν τις αιρετικές κακοδοξίες, παρ’ όλ’ αυτά κατά θαυµαστό τρόπο αυτοί µιλούσαν και συνέχιζαν να τους ελέγχουν.

Το επόµενο βήµα ήταν να τους κόψουν το δεξί τους χέρι, για να µην µπορούν να γράφουν τους ελεγκτικούς λόγους και εδώ όµως γελάστηκαν!

Ακολούθησε η διαπόµπευσή τους στην αγορά, εµπαίζοντάς τους ως ληστές και κακούργους και µετά ταύτα, τους εξόρισαν στη Λαζική (είναι µια ιστορική περιοχή της Καυκασίας στη Μ. Ασία), σε διαφορετικά και αποµακρυσµένα µέρη από τους µαθητές του, για να µην έχουν µεταξύ τους καµία επικοινωνία.

β) Ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης υπήρξε ένας µεγάλος οµολογητής που δεν έκανε συµβιβασµούς σε θέµατα Ορθοδόξου Πίστεως.

Εξορίστηκε το 796 µ.Χ. από τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΣΤ΄ στη Θεσσαλονίκη, αφού πρώτα βασανίστηκε ραβδιζόµενος από τους στρατιώτες, διότι αντιτάχτηκε στο δεύτερο παράνοµο γάµο µε την ξαδέλφη του π. Θεοδώρου, Θεοδότη και σταµάτησε τη µνηµόνευση του Πατριάρχη Ταράσιου που ανέχτηκε το γάµο, αφού πρώτα φυλάκισαν τη νόµιµη γυναίκα του αυτοκράτορα σε µοναστήρι.

Η δεύτερη εξορία του έγινε στο Νησί Χάλκη το 809 µ.Χ. από τον Αυτοκράτορα Νικηφόρο Α΄ που ως πύρινη ροµφαία τον στηλίτευσε για την σκανδαλώδη εκλογή Πατριάρχου κάποιου Νικηφόρου που ήταν µυστικός σύµβουλός του και ο οποίος αµέσως µετά την “εκλογή” του δικαίωσε τον ιερέα Ιωσήφ που στεφάνωσε τα µεσάνυχτα το παράνοµο ζευγάρι, τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΣΤ΄ µε τη Θεοδότη…

Η τρίτη εξορία ήταν η πιο σκληρή και απάνθρωπη που την υπέβαλε ο εικονοµάχος Αυτοκράτορας Λεόντιος Ε΄ ο Αρµένιος το 814 µ.Χ. για τον αγώνα υπέρ των ιερών εικόνων του Θεοδώρου.

Η εξορία του έγινε στη Σµύρνη, αφού τον φυλάκισαν στο υπόγειο του µητροπολιτικού µεγάρου, µε τις βάρδιες τον µαστίγωναν αλύπητα. Το δε µοναστήρι µε τους χίλιους περίπου µοναχούς το διέλυσαν, µπήκε µέσα ο στρατός και έδιωξε βίαια τους µοναχούς, απ’ αυτούς πολλοί πέθαναν στην εξορία, άλλοι βασανίστηκαν και υπέστησαν διάφορες κακώσεις, αφαιρώντας µέλη του σώµατος και ακόµα την εξόρυξη µατιών επιχειρούσαν οι εντολοδόχοι στρατιώτες και µετά τον παρέδωσαν σε “µοναχούς” εικονοµάχους να τον “περιποιηθούν!...”.

Η τελευταία εξορία του αγίου Θεοδώρου έγινε το 825 µ.Χ. από τον Αυτοκράτορα Μιχαήλ Β΄ τον Τραυλό, τον οποίον ήλεγξε µε σφοδρότητα για την παράνοµη πράξη που έκανε, ώστε να “αρπάξει” τη µοναχή Ευφροσύνη από το µοναστήρι, την κόρη του πρώην αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΣΤ΄ και να την παντρευτεί µε δεύτερο γάµο.

Για χρόνια από εξορία σε εξορία και µακριά από το Στούδιο µοναστήρι που δεν το ξαναείδε ποτέ µετά την κατάληψη από εικονοµάχους καλόγηρους, θλιβόµενος για το εκκλησιαστικό κατάντηµα και προσευχόµενος κυλούσαν οι τελευταίες ηµέρες, ώσπου την 9η Νοεµβρίου 826 προαισθάνθηκε το τέλος του. Κάλεσε τα πνευµατικά του παιδιά και τα έδωσε τις τελευταίες συµβουλές: «Παιδιά µου, φυλάξατε ορθόδοξον την πίστιν και βίον ακηλίδωτον, και ο Θεός µαζί σας» και µετά δύο ηµέρες (11η Νοεµβρίου, Κυριακή) παρέδωσε το πνεύµα του στον ουράνιο πατέρα.

 3) Ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός είναι ο πρόµαχος της Ορθοδοξίας που κράτησε την Εκκλησία αλώβητη, όπως την παρέλαβαν από τους πρώτους αιώνες και καταθέτει µέχρι σήµερα αδιάκοπα τη µαρτυρία της, ότι δεν είναι µια Εκκλησία, αλλά η Εκκλησία ως µία τελική πνευµατική και οντολογική ταυτότητα, µε την ίδια πίστη, το ίδιο πνεύµα και τα ίδια ήθη έως και σήµερα.

Για τη σθεναρά αυτή στάση, στη ψευδοσύνοδο στη Φερράρα της Ιταλίας τον συκοφάντησαν, τον λοιδόρησαν, τον προπηλάκισαν διάφοροι ψευδολόγοι, για να τον πιέσουν να αλλάξει την ορθή γνώµη και πιο πολύ οι παπικοί, κυκλοφόρησαν και φυλλάδιο µε λίστα 54ων υποτιθέµενων αιρετικών δοξασιών των Ορθοδόξων. Οι Παπικοί βλέποντας ότι κάποιοι Ορθόδοξοι αντιπρόσωποι στη Σύνοδο δραπέτευσαν από τις αφόρητες πιέσεις, µετέφεραν την Σύνοδο στη Φλωρεντία, για να τους έχουν εγκλωβισµένους, ώστε να τους αναγκάσουν να υπογράψουν την πολυπόθητη ένωση των Ορθοδόξων µαζί τους.

Εδώ στη Φλωρεντία άρχισαν οι ωµοί εκβιασµοί στους εµµένοντας στην Ορθόδοξη διδασκαλία των Πατέρων, εκτός από τους χλευασµούς άρχισαν να τους στερούν ακόµα και τη διατροφή τους! Αρκετοί πέθαναν από τις στερήσεις και τις κακουχίες, άλλοι αυτοµόλησαν στους Παπικούς – όπως ο γνωστός Νικαίας Βησσαρίων – που αµέσως οι παπικοί τον έκαναν καρδινάλιο προκλητικά.

Για το Μάρκο επίσκοπο Εφέσου (Ευγενικό) διέδωσαν οι Παπικοί ότι τρελάθηκε και πως δεν έπρεπε να τον παίρνουν πια στα σοβαρά για τα όσα ισχυρίζεται! Συνέβη και τούτο το απερίγραπτο, σε κάποια στιγµή στη ρύµη των Ορθοδόξων θέσεων αποκάλεσε τους παπικούς αιρετικούς, τότε δηµιούργησαν επεισόδια και τον ξυλοκοπήσαν άγρια οι “άγιοι” παπικοί σύνεδροι.

Στις 5 Ιουλίου του 1439 ο Αυτοκράτορας Ιωάννης Παλαιολόγος στριµωγµένος από την πίεση των Οθωµανών να πέσει στα χέρια η Βασιλεύουσα ζητούσε από τον Πάπα πάση θυσία, βοήθεια. Τότε επάνω στην απελπισία υπέγραψε την ένωση µαζί µε ‘’όλη’’ σχεδόν την οµάδα των συνοδών επισκόπων, σύµφωνα µε τις επιταγές των παπικών. Ο µόνος που αρνήθηκε ήταν ο Μάρκος Εφέσου (Ευγενικός) και δεν υπέγραψε, µένοντας συνεπής στις Ορθόδοξες θέσεις παρ’ όλες τις πιέσεις και τις απειλές που δέχθηκε από τους άλλους, αλλά και από τον ίδιο τον Πάπα Ευγένιο Δ΄, ακόµα και κατά της ζωής του.

Οι παπικοί περιχαρείς πήγαν στον Πάπα να του αναγγείλουν την πολυπόθητη ένωση. Όταν τον πληροφόρησαν ότι ο Μάρκος Εφέσου δεν υπέγραψε, αναφώνησε το παροιµιώδες: “Μάρκος ούχ υπέγραψεν, ουδέν εποιήσαµεν!”. Ο Πάπας θύµωσε και απαίτησε από τον αυτοκράτορα να καταδικάσει τον Εφέσου Μάρκο (Ευγενικό) και να τον καθαιρέσει.

Τα νέα για την ένωση µαθεύτηκαν στην Ορθόδοξη Ανατολή. Η αντιπροσωπεία από όπου περνούσε επιστρέφοντας, ο λαός την αποδοκίµαζε και επευφηµούσε το Μάρκο Εφέσου που δεν υπέγραψε. Μπροστά στις µεγάλες αντιδράσεις του πιστού λαού, οι συµµετέχοντες της Συνόδου αναγκάστηκαν ταξιδεύοντας να κάνουν δήλωση µετανοίας. «Πεπράκαµεν» (πωλήσαµε) την πίστιν ηµών, αντηλλάξαµεν τη ασεβεία την ευσεβείαν (ανταλλάξαµε µε τον αιρετικό ασεβή παπισµό την Ορθόδοξο Πίστη), προδόντες την καθαράν θυσίαν αζυµίται γεγόναµεν – και δια τι υπεγράψετε; Φοβούµενοι τους Φράγκους – η δεξιά αυτή υπέγραψε, κοπήτω, η γλώττα ωµολόγησεν, εκριζούσθω» (Ιστορία Βυζαντινή – Δούκα – σελ. 216 Α΄).

Φθάνοντας στην Κωνσταντινούπολη τους περίµενε µεγάλη έκπληξη. Σύσσωµος ο πιστός λαός της Βασιλεύουσας βρέθηκε στην προκυµαία και εκεί τους αναθεµάτιζαν για την προδοσία που είχαν κάνει µε το να υπογράψουν την Ένωση! Αντίθετα αποθέωσαν το Μάρκο Εφέσου (Ευγενικό) ως Οµολογητή της Εκκλησίας.

Ο Μάρκος πήγε στην τουρκοκρατούµενη επισκοπή του την Έφεσο κοντά στο ποίµνιό του παρά τις απειλές που δέχονταν από την ενορχηστρωµένη συνεργασία Τούρκων και Ενωτικών που προσπαθούσαν να τον σκοτώσουν.

Κατάκοπος και άρρωστος αποφάσισε να αποσυρθεί στο Άγιον Όρος, τελικά περνώντας από τη Λήµνο, κάποιοι τον αναγνώρισαν, τον συνέλαβαν και τον φυλάκισαν και επί δύο χρόνια τον κακοµεταχειρίστηκαν κατά διαταγή του αυτοκράτορα.

Τελικά δεν πήγε στο Άγιο Όρος, αλλά γύρισε πίσω και εγκαταβίωσε στο µοναστήρι των Μαγγανών και από όπου συνέχισε τον αντιπαπικό του αγώνα. Κουρασµένος, βασανισµένος, ταλαιπωρηµένος και σε ηλικία µόλις 52 ετών άφησε το µάταιο τούτο κόσµο στις 19 Ιανουαρίου 1444. Η Εκκλησία αµέσως τον ανακήρυξε άγιο και οµολογητή.

 Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ 

ΓΙΑΝΝΟΥΛΑΤΟΣ

Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ.

[Θα αναφερθώ πρώτα στον Ιεραπόστολο Αναστάσιο Γιαννουλάτο και µετά στον Οµολογητή, διότι η ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΉ πορεία του είναι µοναδική στην εκκλησιαστική ιστορία από την ίδρυσή της.]

Ακολούθησε πιστά τα βήµατα του “πρώτου µετά τον Έναν” Αποστόλου Παύλου, Θεολόγου και Ιεραποστόλου, ο οποίος διακήρυξε: «Ελεύθερος γαρ ών εν πάντων πάσιν εαυτόν εδούλωσα, ίνα τους πλείονας κερδίσω» (Α΄ Κορινθ. 9, 19). (Όλα µου σχεδόν τα δικαιώµατα τα θυσίασα χάριν του Ευαγγελίου. Διότι παρότι ήµουνα ελεύθερος από όλους, και δεν είχα καµία εξάρτηση, έκανα τον εαυτό µου δούλο θεληµατικά, για να κερδίσω στην εν Χριστώ πίστη, όσο το δυνατόν περισσότερους).

Σ’ αυτά τα ιεραποστολικά βήµατα πορεύθηκε ο ιερέας, ο επίσκοπος και µετά ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος Γιαννουλάτος].

Ο π. Αναστάσιος (Τάσος) ήταν γεννηµένος εκ κοιλίας µητρός για ιεραπόστολος. “Ο Θεός ο αφορίσας µε εκ κοιλίας µητρός µου και καλέσας δια της χάριτος αυτού” (Γαλ. 1, 15). Ήρθε στον κόσµο κατά θαυµαστό τρόπο. Ήταν άνοιξη του 1929, όταν η µάνα του αντιµετώπιζε ένα µεγάλο πρόβληµα υγείας και ο γιατρός που επισκέφθηκε, της είπε: «Κυρία Ρωξάνη, είστε πολύ αδύναµη και το παιδί που κυοφορείτε, δε θα γεννηθεί γερό. Δεν πρέπει να το κρατήσετε, διότι ούτε εσείς θα ζήσετε, ούτε και το παιδί». Ακούγοντας αυτά τα απρόσµενα από το γιατρό η µητέρα του ήταν σαν να τις έφευγε η γη κάτω από τα πόδια της. Σοκαρισµένη δεν πηγαίνει στο σπίτι της και κατευθύνεται στην Εκκλησία της Ευαγγελιστρίας στον Πειραιά. Μπαίνει και γονατίζει στην Εικόνα της Παναγίας, φορτισµένη, καθώς ήταν και µε δάκρυα και πόνο, ψιθυρίζοντας την ικέτευσε: «Παναγία µου, εγώ αυτό δεν µπορώ να το κάνω. Θα κρατήσω το παιδί και ας γίνει ό,τι θέλεις εσύ». Το θαύµα έγινε και το παιδί αυτό γεννήθηκε στις 4 Νοεµβρίου 1929, στο Τζάνειο Νοσοκοµείο και δεν είναι άλλο από τον Αναστάσιο (Τάσο) Γιαννουλάτο.

Η πορεία του ήταν θαυµαστή ,διότι από το Δηµοτικό έως την ογδόη τάξη Γυµνασίου ήταν ο Άριστος του 20η στο Β΄ Αρρένων του Πειραιά. Στις θεολογικές σπουδές στο Πανεπιστήµιο διέπρεψε ως αριστούχος, παράλληλα γνωρίστηκε µε αξιόλογους συµφοιτητές που αργότερα ανεδείχθησαν και πρόσφεραν πολλά στην κοινωνία. Ο ίδιος συµµετείχε σε διάφορους τοµείς της πνευµατικής ζωής, ένας ιδιαίτερος τοµέας που τον απασχολούσε και το είχε ως βίωµα, ήταν η Εξωτερική Ιεραποστολή.

Το έτος 1958 “λαϊκός θεολόγος” βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη για τη Γενική Συνέλευση του Οργανισµού Ορθοδόξου Νεολαίας “ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ”, περιδιαβαίνοντας τα αξιοθέατα, δε βρήκε ιερό ναό των ιεραποστόλων Κυρίλλου και Μεθοδίου, παρότι ήταν και η γενέτειρά τους, αυτό τον προβληµάτισε και αµέσως το έθεσε θέµα στη Συνέλευση.

Αυτό ήταν η αιτία, ώστε το Φεβρουάριο του επόµενου χρόνου (1959) κυκλοφόρησε το πρώτο ιεραποστολικό περιοδικό µε τίτλο “Πορευθέντες” και πριν από το Πάσχα του 1960, επισκέφθηκε το Οικουµενικό Πατριαρχείο µαζί µε το Γενικό Γραµµατέα του “ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ” Ευθύµιο Στύλιο µετά τιτουλάριο επίσκοπο Αχελώου και ενηµέρωσαν τον Πατριάρχη για τις πρωτοβουλίες του “Συνδέσµου” και για την παραµεληµένη εξωτερική ιεραποστολή. Για το θέµα µίλησε και στους σπουδαστές της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Η πορεία του τώρα επιταχύνεται!

Την 1η Αυγούστου, την ίδια χρονιά εκάρη µοναχός στην Ιερά Μονή Πετράκη και στις 7 Αυγούστου χειροτονήθηκε Ιεροδιάκονος από τον Αρχιεπίσκοπο Θεόκλητο Β΄ (Παναγιωτόπουλο). Εδώ έχουµε ένα µικρό φρενάρισµα µε τη διάσπαση που είχε προηγηθεί στην Αδελφότητα “ΖΩΗ” και του δηµιούργησε προβλήµατα. Την Κυριακή 24 Μαΐου 1964 χειροτονείτε, από τον Επίσκοπο Θαυµακού Χρυσόστοµο (µετέπειτα µητροπολίτη Μεσσηνίας) σε πρεσβύτερο και του δίνει και το οφίκιο του Αρχιµανδρίτη και την ίδια ηµέρα το απόγευµα αναχώρησε για την Καµπάλα της Ουγκάντας. Φθάνοντας έκανε την πρώτη του Θεία Λειτουργία. Εδώ βρήκε κάποια διαµορφωµένη κατάσταση, διότι είχε προηγηθεί ο (παππούς όπως τον προσφωνούσαν) π. Χρυσόστοµος Παπασαραντόπουλος και αµέσως ξεκίνησε τις κατηχήσεις, βαπτίσεις, γάµους κ.λ.π., αλλά και τις ιεραποστολικές περιοδείες στα Βορειοδυτικά της Τανζανίας, εδώ δεν υπήρχε σχεδόν τίποτα. Ταξιδεύοντας όµως προς την Αντίς Αµπέµπα της Αιθιοπίας, προσεβλήθηκε από Ελονοσία µε πυρετό 40. Με δυσκολία ανέπνεα, αισθάνθηκα – γράφει ο ίδιος – ότι βρίσκοµαι στις παρυφές του τέλους της ζωής µου, οι γιατροί µε διέγραψαν. Εξαντληµένος καθώς ήµουν, πρόλαβα να ψιθυρίσω µια σύντοµη προσευχή: «Θεέ µου, µπορείς να έχεις πολλά παράπονα από εµένα, αλλά γνωρίζεις ότι προσπάθησα να Σε αγαπήσω». Δε θυµάµαι τίποτα άλλο, διότι αποκοιµήθηκα και όταν ξύπνησα κάποια στιγµή, ο πυρετός έπεσε στα φυσιολογικά όρια. Με προτροπή των γιατρών γύρισε στην Ελλάδα για αποθεραπεία.

Αναλαµβάνοντας το πηδάλιο της Εκκλησίας ο φωτισµένος αρχιεπίσκοπος Ιερώνυµος Α΄ (Κοτσώνης) κάλεσε τον Αναστάσιο να οργανώσει – το άγνωστο µέχρι τότε – το µεγάλο έργο της Εξωτερικής Ιεραποστολής, στην αρχή το αρνήθηκε, µετά συγκατατέθηκε και έτσι ξεκίνησε ένα δηµιουργικό έργο τεράστιο. Με “Κέντρο Ιεραποστολικών Σπουδών” για εκπαίδευση των Ιεραποστόλων.

# Οικοτροφείο για σπουδαστές ιεραποστόλους µε δαπάνες της Εκκλησίας.

# Εκτύπωση λειτουργικών, πνευµατικών… βιβλίων στις γλώσσες, όπου υπήρχαν Ορθόδοξοι Ιθαγενείς για τις λειτουργικές και πνευµατικές ανάγκες.

# Αγοράστηκαν σε ποσότητες απαραίτητα είδη για την τέλεση Λειτουργιών και Μυστηρίων, άµφια για την ευπρεπή εµφάνιση των λειτουργών ιερέων, όπου υπήρχε Ορθόδοξη παρουσία.

Για πρώτη φορά µε απόφαση της Ιεράς Συνόδου συστήθηκε ειδική Συνοδική Επιτροπή “Εξωτερικής Ιεραποστολής” µε Πρόεδρο το µητροπολίτη Αττικής & Μεγαρίδος Νικόδηµο και άρχισε να βοηθά, όπου χρειάζεται πάσης φύσεως συνδροµή ακόµα και σε φυσικές καταστροφές.

Η παρουσία του π. Αναστασίου εδώ υπήρξε καθοριστική, διότι γνώριζε από προσωπική εµπειρία τα προβλήµατα της Ιεραποστολής. Γρήγορα άρχισαν να έρχονται από διάφορα µέρη τα ευχάριστα νέα από νέους που στρατεύονταν στη χορεία των ιεραποστόλων.

Το 1972 εκλέγεται ως έκτακτος καθηγητής της ιστορίας των θρησκευµάτων στο Πανεπιστήµιο Αθηνών και στις 11 Νοεµβρίου του ίδιου χρόνου, η “πρεσβυτέρα” Ιερά Σύνοδος τον εκλέγει ως βοηθό επίσκοπο µε τον τίτλο “Επισκοπής Ανδρούσης” (έτσι αποκαλούνταν µέχρι το 1833 η σηµερινή µητρόπολη Μεσσηνίας). Επί πλέον ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυµος Α΄ του ανέθεσε τη Γενική Διεύθυνση της Αποστολικής Διακονίας, έναν Οργανισµό διαλυµένο και ο Αναστάσιος κατόρθωσε σε σύντοµο χρονικό διάστηµα να τον αναδιοργανώσει ως πρότυπο Οργανισµού. Επίσης του ανέθεσε τη διεύθυνση του πρωτόγνωρου και µεγαλεπήβολου δηµιουργήµατος του αρχιεπισκόπου Ιερωνύµου Α΄, το “Διορθόδοξο Κέντρον της Εκκλησίας της Ελλάδος” που στήθηκε στο χώρο της Μονής Πεντέλης, αποτελούµενο από 60 µονόκλινα διαµερίσµατα, αίθουσες οµιλιών, αναγνώσεων, βιβλιοθήκη, εστιατόριο, καφέ, µε αυτόµατο µεταφραστικό ακουστικό µηχανισµό κ.ά., ένα κέντρο συναντήσεων για συνέδρια θεολογικά και ποιµαντικά από ορθόδοξες χώρες.

Όλα αυτά και πολλά ακόµα, ερχόµενος ο αρχιεπίσκοπος Σεραφείµ, τα κατάργησε ή τα απαξίωσε, τον δε Επίσκοπο Ανδρούσης Αναστάσιο Γιαννουλάτο, αφού τον έδιωξε από υπεύθυνο της “Εξωτερικής Ιεραποστολής” και τη Διεύθυνση του “Διορθόδοξου Κέντρου” προχώρησε και για την αποµάκρυνση από τη Γενική Διεύθυνση της Αποστολικής Διακονίας, εδώ τα βρήκε σκούρα ο Σεραφείµ, διότι δύο αποφάσεις του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου δικαίωσαν τον Αναστάσιο, αναγκάζοντας το Σεραφείµ να τον επαναφέρει και να αποσύρει τους φίλους οµοτράπεζάς του και όλα αυτά τα έκανε ο Σεραφείµ, διότι ο Αναστάσιος ως και οι 12 εκδιωχθέντες επίσκοποι ήταν των Οργανώσεων “Ζωής” & “Σωτήρος”, και το κυριότερο ήταν αντιοικουµενιστές, αντιµασόνοι και δεν είχαν καµιά σχέση µε το Φωστινικό Τάγµα ή τον αρχιεπίσκοπο των δώδεκα ηµερών που ανέτειλε, σκανδάλισε και έδυσε τον Ιανουάριο του 1962, ούτε µε τον αρχιεπίσκοπο Σεραφείµ της Μάχης Μακρή και του Ιωαννίδη, µηδέ των Κυθήρων Ιακώβου και της συνοδείας του και όχι µόνο… που για µήνες οι άπιστοι κάγχαζαν και έραναν για τις ασχήµιες των στα πανάκριβα πλουµισµένα αρχιερατικά άµφια.

 ΑΝΑΤΑΡΑΧΗ – ΣΧΙΣΜΑΤΑ – καλούν… ΑΝΑΣΤΑΣΙΟ

 Το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας τη δεκαετία του ’80 βρίσκονταν σε σοβαρή αναταραχή. Ο Πατριάρχης Νικόλαος 6ος το 1981 καλεί τον επίσκοπο Αναστάσιο να τον βοηθήσει: «Σας αγαπούν και σας έχουν εµπιστοσύνη – του είπε – οι Αφρικανοί… βοήθησέ µου». Η Αρχιεπισκοπή Ειρηνουπόλεως που του ανατέθηκε, να ποιµάνει και να τη συµφιλιώσει ως τοποτηρητής, συµπεριλάµβανε την Ουγκάντα, Κένυα και Τανζανία, εδώ είχαν διασπασθεί στα δύο, µια µε το Πατριαρχείο και η άλλη µε τον επίσκοπο Γαδούλα, ο οποίος είχε και την πλειοψηφία του λαού. Ο προηγούµενος Τοποτηρητής του Πατριαρχείου, επίσκοπος Ιερόθεος περιγράφει µε δραµατικούς τόνους την κατάσταση που υπήρχε: «Κατά τη διάρκεια της θητείας µου ως Τοποτηρητής της Ιεράς Μητρόπολης Ειρηνουπόλεως… δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένας απλός τίτλος. Δεν υπάρχει κανένα σηµάδι ζωής… διότι οι υπάρχοντες ιερείς είναι αδαείς και σχεδόν αναλφάβητοι, ανίκανοι να διδάξουν τους πιστούς… η παρουσία µιας Ορθόδοξης Ιεραποστολής δεν ωφελεί… Αποδείξαµε ότι είµαστε άχρηστοι εδώ στην Κένυα… σε σύντοµο χρονικό διάστηµα, µπορεί να εξαφανιστεί εντελώς… αν συγκρίνουµε τη στρατηγική µας µε αυτήν άλλων χριστιανικών οµολογιών, θα ανακαλύψουµε ότι είµαστε 500 χρόνια πίσω!».

Αυτή την κατάσταση βρήκε ο επίσκοπος Αναστάσιος Γιαννουλάτος, όταν έφθασε τα Χριστούγεννα του 1981 ως τοποτηρητής στην Ανατολική Αφρική – Ειρηνούπολη. Το πρώτο που έκανε, ήταν να συµφιλιώσει την κατάσταση. Το δεύτερο ήταν να επισκευάσει και να οργανώσει τη λειτουργία της Πατριαρχικής Σχολής “Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ΄”, που ρηµαγµένη λόγω της χρόνιας εγκατάλειψης, αφού η κατασκευή που ξεκίνησε το 1972, σταµάτησε µε την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο το 1974 και δεν ολοκληρώθηκε, σε κάποια είχαν µπεί κάποιες στέγες, µε τη δεκαετή εγκατάλειψη, οι στέγες υποχώρησαν, οι τοιχοποιίες διαβρώθηκαν, τα δάπεδα καταστράφηκαν, πόρτες και παράθυρα τα έκλεψαν, έτσι τα προβλήµατα που δηµιουργήθηκαν, ήταν τεράστια. Αντιµετωπίστηκαν κάπως µε την οικονοµική συνδροµή της Αποστολικής Διακονίας και της Εκκλησίας της Κύπρου, ενώ για νερό που δεν υπήρχε, εξυπηρετούνταν µε βυτία, Αυτό τον ανάγκασε να κτυπήσει γεώτρηση και στα 138 µέτρα έβγαλε άφθονο νερό, τη δαπάνη αυτή την κάλυψε ο π. Αναστάσιος έξ΄ολοκλήρου από καθυστερηµένους δύο ετών µισθούς που έλαβε µετά από αγώνα ως Γεν. Διευθυντής της Αποστολικής Διακονίας. Έτσι φυτέψανε περί τα 300 δένδρα δίνοντας ζωή σ’ αυτή την ξεραΐλα. Επίσης άρχισαν να καλλιεργούν κηπευτικά που κάλυπταν όχι µόνο τις ανάγκες της σχολής, αλλά την Ιεραποστολή και το προσωπικό του επισκοπείου που εγκαταστάθηκε και αυτό µε την επέκταση των κτιρίων που προστέθηκαν. Το κτήµα αυτό των 90 στρεµµάτων λόγω των ετών εγκατάλειψης, το κράτος βάσει µιας συµφωνίας που είχε υπογράψει το 1972, προσπάθησε να το πάρει.

Ο επίσκοπος Αναστάσιος έδωσε νοµικές µάχες και στο τέλος κατόρθωσε να το κερδίσει. 

Η εγκαταλελειµµένη αυτή Σχολή τώρα γίνεται πνευµατικό φυτώριο της “ανίκανης” Αφρικανικής Ορθοδοξίας. Τα στοιχεία είναι ορατά και δεν µπορούν να αµφισβητηθούν. Τη δεκαετία πριν τη θητεία του επισκόπου Αναστασίου υπήρξαν όλο κι όλο µόνο τρεις χειροτονίες ιερέων. Αµέσως µετά, την εννεαετία (1981-1990) του επισκόπου π. Αναστασίου έχουµε 79 ιερείς και 11 διάκους και όλοι µε µόρφωση και πνευµατική κατάρτιση και φεύγοντας µετά την επιστράτευσή του από το Οικουµενικό Πατριαρχείο άφησε περί τους 40 σπουδαστές προς Ιερωσύνη. Είχε χειροθετήσει επίσης 42 αναγνώστες και κατηχητές που προέρχονταν από οκτώ διαφορετικές αφρικανικές φυλές.

Έκτισε 30 πέτρινους ναούς, επιδιόρθωσε άλλους 25, έστησε δε πρόχειρους για τις ανάγκες περί τους 40. Ίδρυσε 12 νηπιαγωγεία, 5 δηµοτικά σχολεία, 7 αγροτικές κλινικές και πολλά µικρά ιεραποστολικά κέντρα, συνολικά 28. Επίσης ανήγειρε ένα Κέντρο Νεότητος στο Καµπατίνι. Διοικητικό Κέντρο στην Ισαµάρα. Ενοριακό Κέντρο στο Λουνγκούρι και Εκκλησιαστικό Λύκειο στο Ναϊρόµπι. Για την υγεία, βοήθησε να λειτουργήσει ορθόδοξος κλινική, ο “Τίµιος Σταυρός” στην Καµπάλα υπό τη διεύθυνση του Ουγκαντού ιατρού Δηµ. Μπουµπάλη. Βλέποντας την αγωνιώδη προσπάθεια του Αναστασίου, προθυµοποιήθηκαν να βοηθήσουν διάφορες οργανώσεις και ιδιώτες, έτσι άρχισαν να φθάνουν φάρµακα και πολλά άλλα ιατρικά σκευάσµατα. Το 1986 έφθασε στην κλινική ένα σύγχρονο ακτινολογικό µηχάνηµα αξίας πολλών εκατοµµυρίων, ένα ασθενοφόρο αυτοκίνητο και επιπλέον λειτουργούσαν άλλα τέσσερα (4) αγροτικά ιατρεία σε επαρχίες της Ουγκάντας.

Στην Κένυα εκτός των δύο αγροτικών ιατρείων που λειτουργούσαν, τον Απρίλιο του 1988 έγιναν τα εγκαίνια της Ορθοδόξου κλινικής στο Chavogere Δυτ. Κένυας που κτίσθηκε µε έξοδα Ελληνοαµερικανών. Επίσης δωρίθηκε από κάποιους ένα ασθενοφόρο. 

Στην περιοχή της Δυτ. Κένυας από τον Ιούνιο του 1989 άρχισε να λειτουργεί ακόµα ένα ορθόδοξο αγροτικό ιατρείο.

Στην Τανζανία ανήγειρε τρία Ορθόδοξα αγροτικά ιατρεία και ένα που άφησε στο τελευταίο στάδιο κατασκευής, όταν αναχώρησε για την Αλβανία.

Είναι αδύνατο να περιγράψουµε λεπτοµερώς τον εννεαετή (9) απολογισµό του ΜΕΓΑΛΟΥ αυτού Ιεραποστόλου π. Αναστασίου Γιαννουλάτου ως τοποτηρητή στην Ι. Μητρόπολη της Ειρηνουπόλεως – Ανατολικής Αφρικής, διότι θεωρούνται απίστευτα και ζαλίζεσαι, όταν τα µελετάς και όµως είναι πραγµατικά! Και όλα αυτά µέσα από φοβερές δυσχέρειες, κινδύνους, δοκιµασίες, θλίψεις, πολύµορφες κακοπάθειες, σύνθετες προσπάθειες, µε πόνο πολύ αλλά και µε καρποφορία µεγάλη κατά το ψαλµικό. «Οι σπείροντες εν δάκρυσιν εν αγαλλιάσει θεριούσι» (Ψαλ. 125, 5) (τον καιρό της σποράς βλέπουµε την ξηρασίαν µας παίρνουν τα δάκρυα, µετά την γονιµοποίησιν των αγρών από τις βροχές, στο θερισµό σκιρτούσαµε από αγαλλίαση).

Ένα µικρό ενδεικτικό σηµάδι. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Τανζανίας ήταν ανύπαρκτη και αναπτύχθηκε τα τελευταία πέντε χρόνια της παρουσίας Αναστασίου (1985-1990), ιδρύθηκε σχεδόν από αρχή, στην περιοχή Λαϊκίπια ανήγειρε τέσσερις (4) ναούς και οργάνωσε 5 ενορίες και 15 Ορθόδοξους πυρήνες, στη Δυτ. Τανζανία, κατασκεύασε 5 ναούς, 6 ενορίες και 21 πυρήνες. Μόνο εδώ βάπτισε περί τους 9.000 ανθρώπους.

Με µεγάλη προσπάθεια αγόρασε οικόπεδα σε διάφορα µέρη της επισκοπής του για ανέγερση ναών και άλλων κτισµάτων, συγχρόνως άρχισε να κάνει καταγραφή και συγκεντρώσεις τίτλων κυριότητος από οικόπεδα που κατά καιρούς είχαν δοθεί στην Ορθόδοξη Εκκλησία.

Πριν την απρόσµενη αναχώρηση του π. Αναστασίου για την Αλβανία, είχε έρθει σε συνεννόηση µε το ίδρυµα “Αλέξανδρος Ωνάσης”, το οποίο είχε εκδηλώσει την επιθυµία να ανεγείρει µια οικοκυρική σχολή ή Γυµνάσιο θηλέων, µε την αναχώρηση του Αναστασίου, το θέµα σταµάτησε µάλλον λόγω εµπιστοσύνης!

Άλλο µέληµά του ήταν οι µεταφράσεις για τις ανάγκες των αφρικανών χριστιανών, τις οποίες έκανε σε οκτώ γλώσσες, αρχίζοντας από τη Θεία Λειτουργία, τις ακολουθίες µυστηρίων, Μεγ. Εβδοµάδας, ηµερολόγια, τυπικά, πνευµατικά βιβλία, προσευχητάρια κ.ά..

Σταµατώ τη µικρή µου αφήγηση και αφήνω σε σένα, αναγνώστα, να βηµατίσεις µε τη σκέψη, φυλλοµετρώντας τα ανεξάντλητα οράµατα των υλικών δωρηµάτων που ό,τι σχεδίαζε, το έκανε πράξη, µε µόνη ελπίδα τις διάφορες ενισχύσεις που εναπόθεταν µπροστά του, εκείνοι που θαύµαζαν το ήθος του και µαγνητίζονταν από τα κρυστάλλινα οράµατά του.

Κάποια στιγµή είχε πει: «Ο Κύριός µας τονίζει, “µη φοβού”. Και τελικά µας αναθέτει µια µεγάλη αποστολή: Να συµµετέχουµε στο έργο της σωτηρίας του κόσµου».

Για την τεράστια προσφορά του µε τη συµφιλίωση του σχίσµατος, την ανέγερση δεκάδων ναών, πάνω από 150 ενοριών, τη δηµιουργία Σχολείων, Ιατρείων, ιεραποστολικών σταθµών, δεκάδων χειροτονίών ιερέων κ.ά., σε µια αχανή περιοχή που δεν υπήρχε τίποτα. Το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας το 2009 τον τίµησε, αναγνωρίζοντάς τον ως «Μέγα Ευεργέτη». 

 ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΟΜΟΛΟΓΗΤΕΣ

 (Θα αναφερθώ σε ένα πρόµαχο της “ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΠΙΣΤΕΩΣ” οµολογητή, όπως κάποιοι τον αποκαλούσαν και τον αποκαλούν, θα περιοριστώ σε κάποια µόνο περιστατικά και αυτό λόγω, χώρου και χρόνου).

Ο πατήρ Θεόδωρος Ζήσης είχε δηλώσει το 1975 ότι “από Θεία παρέµβαση και από Θείο φωτισµό”, διεπίστωσε ότι ήταν σε λάθος δρόµο (οικουµενιστικό) και µετανιωµένος πλέον είπε: «Θα προτιµήσω να είµαι µε τους αγίους Πατέρες, παρά µε τους ισχυρούς τους σηµερινούς, τους Οικουµενιστάς», ίσως γι’ αυτό και το βιβλίο του “εκτός της Εκκλησίας δράσις του Αγίου Πνεύµατος” είχε αφαιρεθεί από τα “ΕΚΤΕΝΗ ΕΡΓΑ ΤΟΥ”! Ως -ίσως-και κάποια α…

Πρέπει να είχε δίκαιο ο αρθρογράφος  στο δηµοσίευµα 31/7/2015 µε τίτλο “Η έξοδος του π. Θεοδώρου Ζήση από το Οικουµενιστικό περιβάλλον του Φαναρίου”. Όταν έγραφε ότι, «τα πρώτα έτη της ακαδηµαϊκής σταδιοδροµίας του ο π. Θεόδωρος ασχολούνταν µε θέµατα άσχετα µε τον Οικουµενισµό…». Ο ίδιος πιο πάνω έγραφε: «Στη Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, όπου φοίτησε την περίοδο 1961-65, όλοι οι καθηγητές του ήταν οικουµενιστές. Δεν υπήρχε ούτε ένας αντιοικουµενιστής καθηγητής. Και µάλιστα περιέργως στη Θεολογική Σχολή είχε εισαχθεί το µάθηµα της Οικουµενικής Κινήσεως, “Ιστορία δογµάτων και Οικουµενική Κίνησις”, το οποίο διδάσκονταν ενθουσιωδώς από τον αρµόδιο καθηγητή (ποιο το όνοµα του καθηγητή;), και όλοι οι καθηγητές µε ενθουσιασµό προέβαλαν την «µεγάλη προφητική µορφή» του Πατριάρχου Αθηναγόρου και όλους τους µεγάλους οικουµενιστές. Ο π. Θεόδωρος, λοιπόν, ανατράφηκε µέσα σ’ αυτό το πατριαρχικό κλίµα και το οικουµενιστικό περιβάλλον…».

Και συνεχίζει:

«… Υπάρχουν πατριαρχικά επαινετικά έγγραφα, τα οποία καθιστούν φανερό και γνωστό ότι ο π. Θεόδωρος ήταν του Πατριαρχείου και ανατράφηκε µέσα στο κλίµα αυτό. Ο καθηγητής Παναγιώτης Χρήστου, διευθυντής του Πατριαρχικού Ιδρύµατος Πατερικών Μελετών και διδάσκαλος του π. Θεοδώρου, του οποίου ο π. Θεόδωρος υπήρξε στενός συνεργάτης στο πανεπιστήµιο…» . Ήταν µόνο στο Πανεπιστήµιο; Γιατί δεν µπορεί να ξέχασε ο αρθρογράφος ότι ήταν και στο υπουργείο Παιδείας, όταν έδιωξαν (δολοφόνησαν) τους 12 αγίους µητροπολίτες το 1974; Και ούτε δε θυµάται πως τους εξοστράκισαν µόνο, και µόνο επειδή ήταν αντιµασόνοι, αντιοικουµενιστές και Ζωικοί;

Μετά ενάµισι χρόνο (1/2/2017) ο π. Θεόδωρος Ζήσης στέλνει επιστολή στο µητροπολίτη Θεσσαλονίκης Άνθιµο και του λέει:

«… Είναι όµως σε όλους γνωστό και βεβαιωµένο από αψευδείς πηγές, και απορώ πώς δεν το γνωρίζετε, ότι η απόλυσή µου από το Οικουµενικό Πατριαρχείο, το οποίο µε αφοσίωση και αγάπη υπηρέτησα επί πολλά έτη, και διαθέτω επ’ αυτού πλήθος ευχαριστηρίων επιστολών, οφείλεται στην αυστηρή κριτική που ήσκησα στο επαίσχυντο και προδοτικό κείµενο του Balamand του Λιβάνου (1993), ως εκπρόσωπος της τότε παραδοσιακής Εκκλησίας της Ελλάδος στον Θεολογικό Διάλογο µε τους Ρωµαιοκαθολικούς. Στο κείµενο αυτό όχι µόνο αθωώνεται και αναγνωρίζεται η Ουνία, την οποία προηγουµένως και µε δική µου σηµαντική συµβολή καταδικάσαµε στο Freising του Μονάχου εν Ολοµελεία Ορθόδοξοι και Ρωµαιοκαθολικοί (1991), αλλά επί πλέον για πρώτη φορά “Ορθόδοξοι” ιεράρχες αναγνώρισαν έγκυρα µυστήρια και συνυπεύθυνο µαζί µε την Ορθόδοξη Εκκλησία για την σωτηρία των ανθρώπων…». Και συνεχίζει:

» Η οργή του οικουµενικού πατριάρχου κ. Βαρθολοµαίου εναντίον µου, που τελικά τον οδήγησε στην απόλυσή µου, κορυφώθηκε, όταν οργανώσαµε, το “Τµήµα Ποιµαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας” και την “Εταιρεία Ορθοδόξων Σπουδών”, από 20-24 Σεπτεµβρίου του 2004, το “Διορθόδοξο Θεολογικό Συνέδριο”…».

Εδώ έχουµε µεγάλες αποκαλύψεις:

α) Οµολογεί ο ίδιος ο “οµολογητής” πατήρ ότι “Το Οικουµενικό Πατριαρχείο το υπηρέτησε µε αφοσίωση και αγάπη επί πολλά έτη…”. ΠΟΣΗ; Μας το οµολογεί πάλι ο ίδιος, δηλαδή από το 1975 έως που τελικά τον οδήγησε στην απόλυσή του – Σεπτέµβριος του 2004!,- δεν ήταν ένα τίποτα, µόνο, περί τα 30 χρόνια! Άλλοτε σε πολλή ενεργή δράση, ως µέλος στα Συµβούλια του Παγκοσµίου Συµβουλίου Εκκλησιών. Άλλοτε, ως γραµµατικός, συµβουλάτορας, συνοδός… «δεν ήταν µόνο εκλεκτό στέλεχος, ήταν και εργάτης πιστός και ακάµατος του Οικουµενικού θρόνου… Όπου πήγαινε ο Πατριάρχης διάβαζε κείµενα που είχαν γραφεί από τον π. Θεόδωρο ορθοδόξοτατα και πατερικότατα… Ζώντας, λοιπόν, µέσα σ’ αυτό το κλίµα των διαλόγων και του οικουµενισµού, άρχισε να ωριµάζει µέσα του η άποψη ότι πρέπει τελικώς να πάρει αποστάσεις από το Οικουµενικό Πατριαρχείο…» (Από: Έξοδος του π. Θεόδωρου Ζήση από το Οικουµενιστικό περιβάλλον του Φαναρίου).

Είναι γεγονός ότι πήρε αποστάσεις και αυτό το βλέπουµε ιστορικά, δηλαδή: Μέχρι το 1975 – όπως οµολογεί – δε γνώριζε τίποτα περί Οικουµενισµού – Παπισµού [1971 διδάκτωρ, 1973 υφηγητής Πανεπιστηµίου (!)]. Τα γνώρισε όµως από 1975-1980 που ασχολήθηκε µε τον άγιο Μάρκο τον Ευγενικό και τότε “κατενόησε την πραγµατική εικόνα του Παπισµού, την οποία του απέκρυπταν στο Πανεπιστήµιο…” και “αποκήρυξε” τους ισχυρούς και τους Οικουµενιστές. Με το χρόνο όµως πρέπει να λασκάρισα κάπως – Όπως συµβαίνει µε το χρόνο και το λάστιχο – και έτσι το 1985 µάλλον λασκαρισµένος αναλαµβάνει ως µέλος στο Παγκόσµιο Συµβούλιο Εκκλησιών Π.Σ.Ε. για το διάλογο µε τους Παπικούς και τώρα πάλι ξανάρχισε “να καταλαβαίνει τί σηµαίνει Οικουµενισµός, τί σηµαίνει Διάλογος και τί σηµαίνει Παπισµός, γιατί τα ζούσε πλέον από µέσα…”. Ενώ το κατάλαβε, συνέχιζε όµως να είναι εκλεκτό στέλεχος του Πατριαρχείου και µάλιστα ως ο γραµµατικός των οµιλιών του Πατριάρχου: «Υπάρχουν εκατοντάδες πατριαρχικών λόγων και εκατοντάδες πατριαρχικά και συνοδικά κείµενα, που διάβαζε, όπου πήγαινε ο Πατριάρχης…» και αφού όλα τα είχε καταλάβει από το 1980, επί µια δεκαετία τα είχε ξεχάσει και το Μάρτιο 1991, είχε τη µεγάλη τιµή ο κ. Βαρθολοµαίος να τον χειροτονήσει ιερέα. Ένα χρόνο ενωρίτερα -Ιανουάριος του 1990 – τον ορίζουν και στο Π.Σ.Ε. ως µέλος του Θεολογικού διαλόγου µε τους Παπικούς και ως τέτοιος λαµβάνει µέρος στη Βιέννη και στη συνέχεια τον Ιούνιο στο Freising του Μονάχου. Εδώ εκτός της “καταδίκης” της Ουνίας, οµολόγησε ότι από το 1993 αποφασίστηκε: «… για πρώτη φορά “Ορθόδοξοι” Ιεράρχες και Θεολόγοι να αναγνωρίζουν τον Παπισµό ως Εκκλησία µε αποστολική διαδοχή έγκυρα µυστήρια και συνυπεύθυνο µαζί µε την Ορθόδοξη Εκκλησία για την σωτηρία των ανθρώπων» (επιστολή του προς το Θεσ/νίκης κ. Άνθιµο 1/2/2017). Η απόφαση οι αιρέσεις να γίνουν εκκλησίες, είχε παρθεί – µας λέγει – από το 1993 και όχι από το Κολυµπάρι που µας το σερβίραν το 2016 (δηλαδή πρίν 23 χρόνια) και ο Οµολογητης πατήρ Θεόδωρος το κρατούσε µυστικό και την αποκάλυψη την έκανε , αφού επισηµοποιήθηκε στο Κολυµπάρι και αφού πάλι πέρασαν άλλοι οκτώ (8) µήνες!

 ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΗΝ ΟΛΗ 

ΟΜΟΛΟΓΙΑΚΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ του π. ΘΕΟΔ. ΖΗΣΗ.

  Συνοπτικά και σύντοµα θα εξιστορήσουµε µε ηµεροµηνίες και τα συµβαίνοντα µε βάση τα δικά του οµολογούµενα (το αρχείο µας θα το ανοίξουµε αν χρειαστεί).

Οι Θεολογικοί Διάλογοι µε τους Παπικούς είχαν ξεκινήσει από χρόνια πριν. Το 1990 είχαµε τρεις συναντήσεις, όπως αναφερθήκαµε πιό πάνω: α) Στη Βιέννη από 26-31 Ιανουαρίου 1990, β) Στο Freising του Μονάχου από 6-15 Ιουνίου 1990 και γ) Στην Κωνσταντινούπολη από 11-12 Δεκεµβρίου 1990.

Στη συνάντηση του Ιουνίου έγινε προσπάθεια από την Ελληνική αντιπροσωπία να αναβληθεί το Συνέδριο στο Μόναχο της Γερµανίας, διότι λείπανε αρκετά µέλη Ορθοδόξων Εκκλησιών και ελλόχευε ο κίνδυνος να ανατραπεί η απόφαση που είχε παρθεί για καταδίκη της “Ουνίας”.

Ο αρθρογράφος µας πληροφορεί: «Το Βατικανό έγινε άνω-κάτω … και ο αντιπρόεδρος του Διαλόγου Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας Στυλιανός πήγε στο σπίτι του π. Θεοδώρου και τον παρακάλεσε να αποσύρουν και να κρύψουν το υπογραφέν κείµενο – επειδή το Βατικανό δεν δέχεται αυτό το κείµενο – και η απάντηση του π. Θεοδώρου ήταν: “Και τι είµαστε ηµείς. Υπάλληλοι του Βατικανού;… δεν µπορώ να συµφωνήσω και να συµµαχήσω σε µια τέτοια πράξη…”». (και ενώ όλα αυτά διαδραµατίζονται το έτος 1990!)

Στις αρχές του 1991 αντί άλλου είχαµε και άλλη έκπληξη. Ο Πατριάρχης κ. Βαρθολοµαίος του ανακοίνωσε: «Πρέπει να σας πω – π. Θεόδωρε – ότι του χρόνου, το 1992, υπάρχει ένα ταξίδι µου πατριαρχικό στη Δυτική Γερµανία και για να σας τιµήσω για όσα προσφέρατε στο Οικουµενικό Πατριαρχείο, θα σας κάνω µέλος της Πατριαρχικής µου συνοδείας».

Όπως και έγινε µέλος της Πατριαρχικής συνοδείας. (Πως γίνεται να διαφωνεί, να έχει άλλες απόψεις και µάλιστα επίσηµα µε τη γραµµή του Πατριαρχείου και να τον εντάσουν ως επίσηµο µέλος στη διαπραγµατευτική τους οµάδα; Δεν χρειάζεται µυαλό!!!). Την επόµενη όµως χρονιά (1993) στην Ολοµέλεια συνεδρία του Π.Σ.Ε. στο Balamand του Λιβάνου, κάτι δεν πήγε και απουσίαζαν έξι εκκλησίες Ορθόδοξες, διαµαρτυρόµενες, “δεν πήγαν εκεί,-είπαν- όπου αθώωσαν την Ουνία” (πώς γνώριζαν από πριν για την αθώωση;).

Ο πατήρ Θεόδωρος  για την αθωωτική αυτή απόφαση της Ουνίας, “έγραψε άρθρο, µε το οποίο έκρινε αρνητικά το κείµενο του Balamand”. Ψάχνοντας για σχετικό δηµοσίευµα στα αρχεία των εφηµερίδων εκείνων των χρόνων τέτοιο άρθρο δε βρήκα. Βρήκα όµως στην εφηµερίδα “Ορθόδοξος τύπος” 23 Απριλίου 1994 πρωτοσέλιδο άρθρο του καθηγητή Δογµατικής π. Ιωάν. Ρωµανίδη που καταγγέλλει τη συµφωνία “ΑΠΟΔΟΚΙΜΑΖΕΤΑΙ Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΑΘΟΛΙΚΩΝ” – προς πλήρη µυστηριακήν κοινωνίαν µε τους Παπικούς;». Βρήκα στο περιοδικό “Εποπτεία”, Μάιος 1994 τη δήλωση του Πατριάρχη κ. Βαρθολοµαίο προς τον αρχισυντάκτη κ. Γ. Παπαθανασόπουλο. και επίσης στον “Ορθόδοξο Τύπο” 29 Ιουλίου 1974 “Η Ουνία πρωταρχικόν θέµα συναντήσεων µεταξύ Ορθοδοξίας και Παπισµού” κ.ά.

Απορηµένος και προβληµατισµένος προσπαθούσα να ανακαλύψω πού γράφτηκε το άρθρο αυτό του πατήρ Θεόδωρου! Προχωρώντας µας το αποκαλύπτει ο αρθρογράφος του: «Τα κείµενα αυτά όλα, και για την πρώτη καταδίκη και για την αθώωση της Ουνίας, υπάρχουν στο βιβλίο του π. Θεοδώρου “Ουνία ή καταδίκη και η αθώωση” εκδ. Βρυέννιος, σειρά “φίλη Ορθοδοξίας 4΄, Θεσ/νίκη 2002”. Δηλαδή µας λέει, ότι αν θέλετε να µάθετε για την επιστολή και τι έγραφε, αυτά όλα τα κείµενα υπάρχουν στο ως άνω βιβλίο, πληρώστε να το αγοράσετε, για να µάθετε… και µάλιστα “άµεσα”, αφού τα γεγονότα εξελίχθηκαν το έτος 1993 στο Balamand και το βιβλίο κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 2002, τόσο άµεσα! Και πάλι αγοράζοντας το βιβλίο ψάχνεις, για να βρεις ηµεροµηνία της επιστολής του πότε γράφτηκε, όπως συµβαίνει µε άλλες που δηµοσιεύτηκαν στον τότε Τύπο, δυστυχώς δεν υπάρχει. Και για να µας προλάβει µην ψάχνουµε άσκοπα, συνεχίζει: «το όποιο – βιβλίο δηλαδή – κι αυτό είναι καταδικασµένο σε αφάνεια από τους οικουµενιστές…». Όταν λοιπόν δηµοσιεύθηκε η κριτική αυτή – που δηµοσιεύτηκε; – του π. Θεοδώρου… και επειδή προηγουµένως -όπως οµολογεί ο ίδιος- είχε αρνηθεί κάθε συνεργασία µαζί τους, ήρθε η πρώτη τιµωρία από το Πατριαρχείο. “Του λοιπού ούκ επιτρέποµεν εις τον εµέτερον κληρικόν πρωτοπρεσβύτερον π. Θεόδωρον Ζήσην να χρησιµοποιείται εις τον διάλογον µε τους Ρωµαιοκαθολικούς”. (τέτοιο έγγραφο δε βρήκαµε)

Έχουµε παρέµβαση αρχιεπ. Σεραφείµ υπέρ του π. Θεοδώρου ότι “είναι απαραίτητος και πολύτιµος”, το Πατριαρχείο επιµένει: “Δεν επιτρέπω να χρησιµοποιείτε τον π. Θεόδωρον Ζήσην”. (Ούτε τέτοιο πάλι βρέθηκε.)

«Σε λίγο ήρθε κι άλλη τιµωρία», το Πατριαρχείο µε επιστολή του ανακοίνωσε την εκδίωξή του και ότι δεν είναι πλέον κληρικός της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως και συνεχίζει:

«Πού θέλετε να στείλουµε το απολυτήριό σας και να µας απαντήσετε γρήγορα». Όλα αυτά εξελίσσοντας το 1992-1994. Ο αρθρογράφος για να µη µείνει κάποια σκιά, διευκρινίζει: “Την περίοδο εκείνη που εστάλη το έγγραφο αυτό (δηλαδή το 1993) στον π. Θεόδωρο, εκοιµήθη ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Παντελεήµων Χρυσαφάκης. Ο π. Θεόδωρος απάντησε, επειδή µεσολάβησε ο θάνατος του Θεσ/νίκης (Ο Θες/νίκης εκοιµήθη 9 Ιουλίου 2003, τίποτα 10 χρόνια µετά!), πρέπει να περιµένει την εκλογή του νέου Μητροπολίτη Θεσ/νίκης… Ως γνωστόν Μητροπολίτης µετατέθηκε ο από Αλεξανδρουπόλεως Άνθιµος Ρούσας. Στη συνέχεια µεσολάβησαν κι άλλα γεγονότα, όπως η σύγκρουση του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου µε το Φανάρι και ξεχάστηκε το θέµα” ( Πατριαρχικό έγγραφο πότε στάλθηκε δεν έχουµε ηµεροµηνία, είναι όµως το 1993) ο θάνατος του Θεσ/νίκης Παντελεήµονα επήλθε στις 9/7/2003, ο κ. Άνθιµος ενθρονίστηκε ως Θεσ/νίκης στις 18 Ιουνίου 2004. Η σύγκρουση µεταξύ Χριστοδούλου & Βαρθολοµαίου ξεκίνησε ένα χρόνο νωρίτερα (Στα µέσα του 2003 και τελείωσε τέλος Μαΐου 2004).Είναι κανείς να απορεί µε τέτοιες και Τόσες αλήθειες (!).

 Στο βιβλίο «ΟΥΝΙΑ ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΚΑΙ Η ΑΘΩΩΣΗ», στη σελίδα 188 υπάρχει έγγραφο του Πατριαρχείου προς τον ίδιο τον π. Θεόδωρο, όπου γράφει:‘’γνωρίζω τη υµετέρα αγαπητή Αιδεσιµολογιότητι ότι αίρεται η έν καιρώ παρασχεθείσα συγκατάθεσις του Οικουµενικού Πατριαρχείου όπως εκπροσωπή την Αγιωτάτην Εκκλησίαν της Ελλάδος έν τη Διορθοδόξω Επιτροπή…’’ (αριθ. Πρωτ. 425/ 27η Μαίου 1994) 

 Η εκκλησία της Ελλάδος -και όχι ο Αρχιεπ. Σεραφείµ, όπως γράφουν- µε έγγραφό της απάντησε στο Οικουµενικό Πατριαρχείο ( οι ηµεροµηνίες και τα έγγραφα λένε πολλά, διότι του Πατριαρχείου έχει ηµεροµηνία 27/5/1994 και απάντηση της ελλαδικής Εκκλησίας έχει 1/3/1995-µετά δέκα µήνες). Το φερόµενο αυτό ως έγγραφο ( φωτ Α΄) δε φέρνει τα εχέγγυα ενός επίσηµου εγγράφου,( είναι ωσάν ένα µπακαλόχαρτο) Διότι δεν υπάρχουν τίποτα απ΄όλα αυτά: Στην προµετωπίδα δεν υπάρχει ο επίσηµος φορέας που το στέλνει, όπως: Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΆΔΟΣ ή Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΘΗΝΩΝ & ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ούτε από κάτω ο Αριθ. Πρωτ…& Διεκπ.στη συνέχεια την ηµεροµηνία αποστολής, η οποία είναι κάτω-κάτω και ακολουθεί το Θέµα που αναφέρεται και αφού τελειώσει το αναπτυσσόµενο θέµα, πρέπει να υπάρχουν τα ονόµατα των Συνοδικών µε τις Μητροπόλεις τους και να τελειώνει µε την υπογραφή του Αρχιεπισκόπου και του Αρχιγραµµατέα της Ι. Συνόδου. 

 Το υποτιθέµενο αυτό έγγραφο δεν έχει σχεδόν τίποτα απ΄όλα αυτά, έχει µόνο εννέα µονογραφές από τα δέκα τρία Συνοδικά µέλη, του δε Αρχιεπισκόπου Σεραφείµ συγκρίνατε την υπογραφή του.( φωτ Β΄ ) και το έγγραφο (ντοκουµέντο (!)) αναφέρει προς το τέλος: ‘’Οθεν οµοφώνω Συνοδική διαγνώµη και αποφάσει υποβάλλοµεν την παράκλησιν όπως αγαθοµένη η Υµετέρα Θειοτάτη φίλη ηµίν Παναγιότης, επανέλθη επί του θέµατος της συµµετοχής του εξονοµασθέντος Αιδεσιµολογιωτάτου Πρωτ/τέρου κ. Θεοδώρου Ζήση ως εκπροσώπου της καθ΄ηµάς Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ελλάδος, εις τον περί ού ο λόγος θεολογικόν διάλογον.’’(σελ. βιβλίου 191).



 Το έγγραφο αυτό αν είναι της Ιεράς Συνόδου, περιέχει κάτι πολύ αποκαλυπτικό. Τι γράφει: «…δι΄ου κοινοποιείται ηµίν η άρσις της δια του υπ΄αριθµ. 64 και από 13ης Αυγούστου 1991 Τιµίου Υµών Γράµµατος παρασχεθείσης συγκαταθέσεως όπως ο Αιδεσ/τος Πρωτοπ/ρος κ. Θεόδωρος Ζήσης,… µετέχη του θεολογικού Διαλόγου µετά της Ρωµαιοκαθολικής Εκκλησίας ως εκπρόσωπος της καθ΄υµάς Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ελλάδος» (φώτ.Β΄υπογραµµισµένο). Ερώτηµα: Στους διαλόγους που συµµετείχε τον Ιανουάριο του 1990, τον Ιούνιο του 1990, και τον Δεκέµβριο του 1990 για ποιους και µε ποια ιδιότητα συµµετείχε; 

  Η ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ π. ΘΕΟΔΩΡΟΥ.

 Ο πατήρ Θεόδωρος Ζήσης στην επιστολή του (1ης Φεβρουαρίου 2017) προς το Μητροπολίτη Θεσ/νίκης κ. Άνθιµο, έγραφε:

«Η οργή του οικουµενικού πατριάρχου κ. Βαρθολοµαίου εναντίον µου, που τελικά τον οδήγησε στην απόλυσή µου, κορυφώθηκε, όταν οργανώσαµε, το “Τµήµα Ποιµαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας” και την “Εταιρεία Ορθοδόξων Σπουδών”, από 20-24 Σεπτεµβρίου του 2004, το “Διορθόδοξο Θεολογικό Συνέδριο” µε τίτλο “Οικουµενισµός. Γένεση-προσδοκίες-Διαψεύσεις”». Στο ιστορικό αυτό συνέδριο έλαβαν µέρος µε εισηγήσεις περί τους πενήντα (50) εισηγητές… Και συνέχιζε:

»Το θυσιαστήριο του Αγίου Αντωνίου δε µου το παραχωρήσατε σεις, Παναγιώτατε, το 2008. Μου το παραχώρησε από το 1993, ένδεκα έτη πριν να έλθετε στην Θεσσαλονίκη µε µετάθεση από την Αλεξανδρούπολη, ο µακαριστός και ορθοδοξότατος  προκάτοχός σας κυρός Παντελεήµων Β΄…., “µε ειδική τελετή µου απένειµε το οφίκιο του Μεγάλου Πρωτοπρεσβυτέρου της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης”.» (Όλα τούτα τα αναφέρω, για να συγκρίνετε γεγονότα και ηµεροµηνίες και να βγάλετε συµπεράσµατα για την “αλήθεια”).

Εννέα µήνες µετά – Ιούνιος 2005 – µαθαίνουµε από τον Τύπο ότι ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος προσέφυγε στο Εκκλησιαστικό Δικαστήριο εναντίον του “Οµολογητού” Θεοδώρου Ζήση για δηµοσίευµά του σε εφηµερίδα (16ης Μαΐου 2005) µε τίτλο: «Οι Αγιοταφίτες υποδεικνύουν το δρόµο στους Ελλαδίτες αρχιερείς», βάσει του οποίου ο Αρχιεπίσκοπος τον κατηγορεί για εξύβριση και συκοφαντική δυσφήµιση στο πρόσωπό του, καταφρόνησή του ως προέδρου της Ιεράς Συνόδου, ενώ του καταλογίζει, “υποκίνηση, εχθροπάθεια και απόπειρα διασάλευσης της εκκλησιαστικής τάξης, καθώς και για δεινότητα σκανδαλισµό των συνειδήσεων των πιστών”».

Συνεχίζει η εφηµερίδα: «Υπόµνηµα προς το Οικουµενικό Πατριαρχείο, στην αρµόδια εκκλησιαστική αρχή, όπου ανήκει (αφού το Πατριαρχείο τον έχει διώξει, όπως ο ίδιος δήλωσε παραπάνω), υπέβαλε την Τρίτη ο καθηγητής του Τµήµατος Ποιµαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας, πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης, µετά την “άδικη και αντικανονική,” όπως τη χαρακτηρίζει ο ίδιος απόφαση του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, να τον παραπέµψει στο Εκκλησιαστικό Δικαστήριο… ωστόσο, θα αναφερθεί στο Οικουµενικό Πατριαρχείο, ενώ ταυτόχρονα θα υποβάλει υπόµνηµα στο µητροπολίτη Θεσσαλονίκης, Άνθιµο, ο οποίος επικύρωσε την απόφαση του Αρχιεπισκόπου, όπως επίσης και ένσταση αναρµοδιότητος προς τον Αρχιεπίσκοπο» (εφ. “ΕΓΝΑΤΙΑ”, 15/6/2005).

Διαβάζοντας τα παραπάνω, ακόµα και άσχετος πέφτει από τα σύννεφα. Όταν σε µία παράγραφο της επιστολής του προς το Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Άνθιµο τρεις φορές επικαλείται ότι ο Πατριάρχης Βαρθολοµαίος τον απόλυσε – έδιωξε – από την εκλεκτή χορεία του Πατριαρχείου (για τον ιστορικό του µέλλοντος τις αναφέρω): Ιδού τι έγραφε:

1) «Είναι όµως σε όλους γνωστό και βεβαιωµένο από αψευδείς πηγές, και απορώ πως δεν το γνωρίζετε, ότι η απόλυσή µου από το Οικουµενικό Πατριαρχείο, το οποίο µε αφοσίωση και αγάπη υπηρέτησα επί πολλά έτη, και διαθέτω επ’ αυτού πλήθος ευχαριστηρίων επιστολών».

2) «… Η απόφαση του πατριάρχου κ. Βαρθολοµαίου για την απόλυσή µου ενισχύθηκε και από άλλους λόγους· εν πρώτοις, διότι διεµήνυσα ότι στο εξής δεν θα συντάσσω πατριαρχικούς λόγους», και

3) Αυτό αναφέρθηκα παραπάνω: «Η οργή του Οικουµενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολοµαίου εναντίον µου, που τελικά τον οδήγησε στην απόλυσή µου, κορυφώθηκε».

Και όταν ο ίδιος µιλούσε για τον Πατριάρχη κ. Βαρθολοµαίο (όπως µας περιγράφει ο αρθρογράφος του), από το 1992, προς αγγελιαφόρο του Πατριάρχου α) «Εγώ δεν έρχοµαι εκεί που πάτε εσείς. Και στο εξής µη µ’ ενοχλήσεις να ’ρθω σε συµπροσευχές», β) «Εγώ δεν µπορώ να είµαι εργάτης και στέλεχος σε µία Εκκλησία, η οποία δεν τηρεί τους Ιερούς Κανόνες και συµπροσεύχεται µ’ αιρετικούς και κάνει τα ανοίγµατα αυτά», γ) «Έληξε η συνεργασία µας. Από το 1992 του π. Θεοδώρου µε το Οικουµενικό Πατριαρχείο», δ) «Άγιε Αυστραλίας, δεν µπορώ να συµφωνήσω και να συµµαχήσω σε µια τέτοια πράξη…».

Και µετά τι έγινε, όταν ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος τον κάλεσε σε απολογία [πιθανόν να φαντάστηκε ότι του είχαν ετοιµάσει και κάποιο µηχανισµό βασανιστηρίων για οµολογητάς όπως την εποχή των διωγµών (!)] γι’ αυτά που είχε δηµοσιεύσει στον Τύπο και τότε βγήκε και είπε: Κάνω ένσταση αναρµοδιότητας, κ. Χριστόδουλε, διότι αρµόδια εκκλησιαστική αρχή που ανήκω, είναι το Οικουµενικό Πατριαρχείο! (Ποιό Πατριαρχείο; Αυυτό πρίν 10 χρόνια τον είχε απολύσει;) Αυτό όντως είναι Οµολογια! από µεγάλους Οµολογητάς! Τι ωραία! Τι θαυµάσια Θεέ µου!. Τέτοιες κωλοτούµπες φαίνεται τις έκαναν και οι µυριάδες οµολογητές της πίστεως µέσα στους αιώνες! Γιαυτό. « …¨αλλοι δε ετυµπανίσθηκαν, ου προσδεξάµενοι την απολύτρωσιν…έτεροι δε εµπαιγµών και µαστίγων πείραν έλαβον, έτι δε δεσµών και φυλακής» (Εβρ. 11, 35-36). 

 ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

Ο ιερός Ιάκωβος Αδελφόθεος από 50 µ.Χ. φωνάζει: «γινωσκέτω ότι ο επιστρέψας αµαρτωλόν εκ πλάνης οδού αυτού σώσαι ψυχήν εκ θανάτου και καλύψει πλήθος αµαρτιών» (Ιακώβου 5, 20) (ας γνωρίζει ότι εκείνος, που επιστρέψει αµαρτωλό από την πλάνην στον ίσιο δρόµο, αυτός γλυτώνει τον θάνατο και ξοφλά πλήθος αµαρτιών).

 Α) Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος (Γιαννουλάτος) ήταν άνθρωπος “φαινόµενο”, από όπου πέρασε, άφησε ανεξίτηλο το αποτύπωµά του. Στο Δηµοτικό Σχολείο ήταν πάντα πρώτος, στο οκτατάξιο γυµνάσιο πρώτος, ο άριστος, κάποιος καθηγητής φιλόλογος που τον βαθµολόγησε µε 19 – ενώ του είχαν 20 & άριστα όλοι οι άλλοι – σε στιγµή προβληµατισµού είπε σε συµµαθητή του Αναστασίου: «… Ο Τάσος δεν είχε ποτέ ανάγκη βαθµού για να είναι πρώτος, θα είναι όπου κι αν βρεθεί πρώτος».

Σε φοιτητές στο πανεπιστήµιο πρώτος, στους αγώνες ακόµα και στην εξέγερση του Πολυτεχνείου πρώτος, στις συγγραφικές επιστηµονικές εργασίες πρώτος, πρωτότυπες και πρωτόγνωρες, διότι δε δανείστηκε από βιβλιοθήκες ούτε “έκλεψε” σηµεία από παλαιότερους συγγραφείς, παρουσιάζοντας µε κάποιες τροποποιήσεις ως δική του εργασιακή µελέτη – όπως συµβαίνει επί το πλείστον –, αλλά ταξίδευσε ο ίδιος σε διάφορες χώρες, για να γνωρίσει τις διάφορες δοξασίες, όπως στη Βόρεια Ινδία (Μπενάρες, Βαρανάσι, Καλκούτα), για να περιεργαστεί “ιδίοις όµµασι” τον Ινδουισµό. Στην Κεϋλάνη (Σρι Λάνκα) και Ταϊλάνδη, για να συναντήσει το Μαχαγιάνα και Τεραβόντα Βουδισµό. Στην Ιαπωνία το συντοϊσµό. Στην Κίνα τον Ταοϊσµό. Στη Σιγκαπούρη & Χονγκ Κονγκ τον Κοµφουκισµό. Σε αρκετές ισλαµικές χώρες (Αίγυπτο, Πακιστάν, Συρία, Τουρκία, Δυτ. Αφρική ακόµα και το Ιράν), για να έχει αντίληψη περί του Σιϊτικού Ισλάµ και του Σουνιτικού.

Έτσι κάλυψε ένα τεράστιο κενό γνώσεων σε πανεπιστηµιακό επίπεδο που ήταν άγνωστα για κάθε ενδιαφερόµενο και κυρίως σε φοιτητές που δεν έχουν ευχέρεια και οικονοµική άνεση ακόµα να επισκεφθούν χώρες, για να γνωρίσουν τις θρησκείες τους και το πιο δύσκολο ήταν η γλώσσα τους.

Έχει συγγράψει 24 βιβλία µε θρησκευτικές έρευνες και τα δοκίµια µεταφράστηκαν σε 17 γλώσσες και πολλά διδάσκονται σε διάφορα πανεπιστήµια του κόσµου.

 ΕΦΕΡΕ ΦΩΣ

 Β) Στο κατάστιχο καµβά της δισχιλιετούς εκκλησιαστικής ιστορίας, µετά την Αποστολική περίοδο υπήρξαν άπειρες ιεραποστολές. Του Αναστασίου Γιαννουλάτου είναι η µοναδική, είναι αυτό που λέµε “φαινόµενο”, διότι δεν κήρυξε µόνο από όπου πέρασε, δε κατήχησε, δεν βάπτισε, δεν έκτισε Ναούς, για να θεµελιώσει την Εκκλησία του Χριστού. Αλλά διαµόρφωσε λαούς (επηρέασε σηµαντικά στην ανάπτυξη, στην πρόοδο και στην εξέλιξή τους). Αναµόρφωσε κοινωνίες (έδωσε νέα µορφή αλλά και ριζική αλλαγή σε συµπεριφορές), είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του Αλβανού Πρωθυπουργού Έντι Ράµα: «Έφερε το φως στην Αλβανία µετά το σκότος» και µε το πέρασµά του «Άλλαξε τη ζωή». Αυτά από µόνα τους µιλούν για τα πάντα.

Ο επίσκοπος – µετά Αρχιεπίσκοπος – Αναστάσιος είχε ανήσυχη ευρηµατικότητα, φωτισµένη µεθοδικότητα, έδινε πνοή στους σχεδιασµούς των θυσιαστικών του εξορµήσεων και έρχονταν δίπλα εκεί, που έσταζε ο ιδρώτας και που κυλούσε το δάκρυ, δίνοντας ανάσα στις καρδιές και ατέρµονη έµπνευση στην ευσυνείδητη πιστότητα των θεϊκών εντολών, ήταν φίλος µε την εν Χριστώ αγάπη. Από την Αφρική µέχρι την Αλβανία µαγνήτιζε τον κόσµο µε την αγάπη που την ζούσε ο ίδιος και το εξωτερίκευε, ανεξάρτητα φυλής, γλώσσας και θρησκείας. Αναφέρει σε δηµοσιογράφο το εξής (ως ένα ενδεικτικό παράδειγµα). Τα πρώτα χρόνια στην Αλβανία, θέριζε τον πληθυσµό η φτώχεια. Η ανθρωπιστική βοήθεια που έφθανε στην Αλβανία από την Ελλάδα, διανέµονταιν από διάφορα οµογενειακά και εκκλησιαστικά σωµατεία στους Βορειοηπειρώτες χριστιανούς. Τα περιστατικάαυτά να πως µας τα µεταφέρει ο δηµοσιογράφος: «Υπήρξαν κρούσµατα, όπου τα ελληνικής καταγωγής παιδάκια ή τα χριστιανόπουλα να έχουν τρία ζευγάρια παπούτσια και τα Αλβανόπουλα κανένα, τα οποία εξόργισαν τον Αναστάσιο, που αξίωσε και πέτυχε να έχει λόγο στην διανοµή της βοήθειας σε πολίτες ανεξαρτήτως θρησκεύµατος και εθνικής ταυτότητας».

Ο Αναστάσιος (Τάσος) είχε γεννηθεί µε τον «ύµνο της αγάπης», “Η αγάπη µακροθυµεί, χρηστεύεται, η αγάπη ου ζηλοί, η αγάπη ου περπερεύεται, ου φυσιούται…” – η αγάπη – πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υποµένει» (Α΄ Κορινθ. 13, 4-7).

Και ο Αλβανός Πρωθυπουργός τον αποχαιρέτησε µε ένα απόσπασµα περί αγάπης, του Όσκαρ Γουάιλντ από το De Profundus:

«Οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν για την αγάπη και τον θαυµασµό των άλλων. Αλλά εµείς πρέπει να ζούµε και να αγαπάµε και να θαυµάζουµε τους άλλους. Αν κάποιος µας δίνει αγάπη, πρέπει να δεχτούµε ότι εµείς είµαστε ανάξιοι γι’ αυτήν. Κανείς δεν είναι άξιος να αγαπηθεί. Το ίδιο το γεγονός ότι ο Θεός αγαπάει τον άνθρωπο µας λέει ότι στη θεία τάξη πραγµάτων, η αιώνια αγάπη δίνεται ακριβώς σε εκείνους που είναι αιώνια ανάξιοι γι’ αυτήν. Αν αυτό φαίνεται πολύ πικρό, ας το αντιστρέψουµε και ας πούµε ότι όλοι οι άνθρωποι αξίζουν να αγαπηθούν, εκτός από αυτούς που πραγµατικά το αξίζουν».

Ο ιεραπόστολος Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος σε όσα µέρη περπάτησε, άφησε ένα τεράστιο κοινωνικό, αναπτυξιακό, φιλανθρωπικό, εκπαιδευτικό υγειονοµικό, εκδοτικό, κατασκευαστικό… έργο, ανασταίνντας ολόκληρη την Αλβανία. Οι δε κυβερνήσεις ήταν αδύνατον να το πραγµατοποιήσουν σε τόσο µάλιστα µικρό χρονικό διάστηµα και χωρίς οικονοµικούς πόρους, παρά µόνο µε τη ζητιανιά, όπως έλεγε ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος: «Όλα αυτά τα χρόνια έγινα διεθνής ζητιάνος της αγάπης, για να ανασυγκροτηθεί η Εκκλησία της Αλβανίας από τα ερείπια του ανελέητου διωγµού».

Με τη ζητιανιά, άνοιξε ακόµα και σε δύσβατα µέρη χιλιόµετρα δρόµους και τους ασφαλτόστρωσε, έφτιαξε γεφύρια, διαµόρφωσε πλατείες, παιδικές χαρές, έκτισε σχολεία όλων των βαθµίδων, κλινικές, ιατρεία, φαρµακεία, γηροκοµεία, ορφανοτροφεία, οικοτροφεία, πολιτιστικά κέντρα, ξενώνες, υδραγωγείο, νοσοκοµείο, πανεπιστήµιο, κατασκηνώσεις, Ακαδηµία επιµόρφωσης των ιερέων, σύγχρονα τυπογραφεία καλύπτοντας όλες τις τυπογραφικές ανάγκες, σχολή αγιογραφίας και βυζαντινής µουσικής. Πραγµατοποίησε γεωτρήσεις και µετέφερε το νερό σε περιοχές που το στερούνταν χιλιόµετρα µακριά. Έστησε τέσσερις υδροηλεκτρικούς σταθµούς ρεύµατος ισχύος 19 MW και τα έσοδα διατίθενται για τις µισθοδοσίες των ιερέων και των ανθρώπων που εργάζονται στην Εκκλησία και θα ενισχύσουν ιεραποστολικές δραστηριότητες ακόµα και στην Αφρική.

Γι’ αυτό το ασύλληπτο εργοτάξιο εργάζονταν περί τους 500.000 εργάτες παντός θρησκεύµατος και γλώσσας, αρκεί να ήταν Αλβανοί υπήκοοι, κανείς ξένος!

Θα σταµατήσω εδώ τη σύντοµη ιεραποστολική χαρτογράφηση του π. Αναστασίου, διότι δεν έχει τελειωµό (θα επανέλθω κάποια στιγµή, για να προσθέσω µε αδρές γραµµές τον κατάλογο των ασύλληπτων έργων, το είδος, το µέγεθος και περιοχές, όπου πάτησε και ευλόγησε ο ταπεινός εργάτης του Χριστού, Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος Γιαννουλάτος).

 Ο ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΟΡΕΥΟΜΕΝΟΣ

Η περίπτωση Αναστασίου ίσως είναι η µοναδική, διότι άφησε την πανεπιστηµιακή καριέρα, αρνήθηκε και απέρριψε µε δυναµική κίνηση ψυχής την πολυτέλεια και τη χλιδή, περιβλήθηκε το σχήµα του απλού ιεραπόστολου την πρώτη περίοδο υιοθετώντας ως ποιότητα ζωής την απόλυτη λιτότητα. Τη δεύτερη περίοδο άκουσε τη φωνή “Διαβάς εις Αφρική συµφιλίωσε την Εκκλησία” αυτό και έπραξε, θυσιάζοντας την επισκοπική και καθηγητική του άνεση, για να µεταφέρει τη δάδα της ορθόδοξης πίστης και οµολογίας εκεί: «Ευαγγελίζεσθαι ουχ όπου ωνοµάσθη Χριστός… οίς ουκ ανηγγέλη περί αυτού όψονται, και οι ουκ ακηκόασι συνήσουσι» (Ρωµ. 15, 20-21).

Η τρίτη ήρθε κάλεσµα από τη Μητέρα Εκκλησία (Πατριαρχείο) να αναστήσει την απανθρακωµένη Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας.

Στο κάλεσµα ανταποκρίθηκε ακολουθώντας πιστά στα Αποστολικά προστάγµατα.

19. Ελεύθερος γαρ ών εκ πάντων πάσιν εµαυτόν εδούλωσα, ίνα τους πλείονας κερδήσω·






20. και εγενόµην τοις Ιουδαίοις ως Ιουδαίος, ίνα Ιουδαίους κερδήσω· τοις υπό νόµον ως υπό νόµον, ίνα τους υπό νόµον κερδήσω·


21. τοις ανόµοις ως άνοµος, µη ών άνοµος Θεώ, αλλ’ έννοµος Χριστώ, ίνα κερδήσω ανόµους·





22. εγενόµην τοις ασθενέσιν ως ασθενής, ίνα τους ασθενείς κερδήσω· τοις πάσι γέγονα τα πάντα, ίνα πάντως τινάς σώσω.





23. Τούτο δε ποιώ δια το ευαγγέλιον, ίνα συγκοινωνός αυτού γένωµαι. 19. Αλλά και όλα µου σχεδόν τα δικαιώµατα τα εθυσίασα χάριν του ευαγγελίου. Διότι, καίτοι ήµην ελεύθερος από όλους, και δεν ήµην υφιστάµενος εις κανένα άνθρωπον, εν τούτοις εις όλους υπεδούλωσα τον εαυτόν µου θεληµατικώς, δια να κερδίσω τους περισσότερους.

 20. και έγινα εις τους Ιουδαίους σαν Ιουδαίος, δια να κερδίσω Ιουδαίους· εις εκείνους που ευρίσκονται κάτω από τον Μωσαϊκόν νόµον, έγινα σαν να ήµην και εγώ υπό νόµον, δια να κερδίσω τους υπό νόµον.

 21. Εις τους εθνικούς, που δεν είχαν όπως οι Ιουδαίοι νόµον, δια να κερδίσω αυτούς που δεν είχαν νόµον, έγινα σαν άνοµος – µολονότι δεν διέπραξα καµµίαν ανοµίαν ενώπιον του Θεού, αλλά ζω σύµφωνα µε τον νόµον ενώπιον του Χριστού.

22. Έγινα εις τους ασθενείς κατά την πίστιν και την γνώσιν Χριστιανούς σαν ασθενής, δια να κερδίσω εις Χριστόν τους ασθενείς. Εις όλους έχω γίνει τα πάντα και συγκατέβην προς όλους τους χαρακτήρας, ώστε µε κάθε τρόπον ανένοχον να σώσω µερικούς.

 23. Πράττω δε τούτο χάριν του Ευαγγελίου, δια να γίνω µαζί µε τους άλλους πιστούς σαν ένας από τους πολλούς και εγώ συµµέτοχος εις τα αγαθά, τα οποία τούτο υπόσχεται.


(Α΄ Κορ. 9, 19-23) 

 (Μετάφραση Παν. Τρεµπέλα, εκδόσεις “ΣΩΤΗΡ”)

Η πρώτη “καυτή” εµπειρία του π. Αναστασίου ήταν το Δεκέµβριο του 1963, όταν ο τότε “αντιοικουµενιστής” Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστοµος Χατζησταύρου τον κάλεσε και του ανακοίνωσε την οµόφωνη απόφαση της Ιεράς Συνόδου να εκπροσωπήσει την Εκκλησία της Ελλάδος στη συνεδρίαση του Παγκοσµίου Συµβουλίου Εκκλησιών που θα συνεδρίαζε στο Μεξικό.

Στην αυθόρµητη αντίδραση του ιεροδιακόνου Αναστασίου, “πώς να πάω εγώ, Μακαριώτατε, ένας διάκος να εκπροσωπήσω την Εκκλησία της Ελλάδος;”, η απάντηση του αρχιεπ. Χρυσοστόµου ήταν αφοπλιστική: «… Είστε ο µόνος που µπορεί να παλέψει µέσα “στ’ άγρια θηρία”».

Ο ίδιος περιγράφει: «Η συνάντηση αυτή µου άνοιξε έναν νέο οικουµενικό ορίζοντα, εισάγοντάς µε σε µια πολύ σύνθετη προβληµατική για την ορθόδοξη µαρτυρία στον σύγχρονο κόσµο… γεγονός που µας έδωσε τη δυνατότητα να γνωρίσω, ως νεαρός ακόµα θεολόγος, επιφανείς ειδικούς ερευνητές της χριστιανικής ανά τον κόσµον ιεραποστολής και να συνεργασθώ µαζί τους» (Βιβλίο “Αναστάσιος Πορευόµενος”, εκδόσεις Πατάκη, σελ. 77).

Παρακολουθεί το έργο και το ξεκίνηµα των αγίων Αποστόλων που το άρχισαν µέσα από τις Συναγωγές των Εβραίων. Αυτοί εκεί συναντούσαν τους πιστούς Εβραίους που ήταν προσκολληµένοι µε ζήλο στις παραδόσεις και προφητείες αρνούµενοι τη λατρεία των ειδώλων και είχαν γίνει µέλη της Συναγωγής. Σε αυτούς µιλούσαν, ερµηνεύοντας τις προφητείες που αναφέρονται στο πρόσωπο του Μεσσία και παρουσίαζαν µε παρρησία τα γεγονότα, ότι οι προφητείες εκπληρώθηκαν, όταν σαρκώθηκε ο Υιός του Θεού και περπάτησε στη γη µας: «Πολλοί δε των ακουσάντων τον λόγον επίστευσαν, και εγεννήθη ο αριθµός των ανδρών ωσεί χιλιάδες πέντε» (Πράξ. 4, 4). (Πολλοί από εκείνους που άκουσαν τον λόγο, επίστευσαν στο Χριστό στην Ιερουσαλήµ, άνδρες περίπου πέντε χιλιάδες εκτός γυναικών και παιδιών).

Με τη σκέψη στραµµένη στα αποστολικά χνάρια – µε απόφαση της Εκκλησίας – βρέθηκε σε συνελεύσεις, συνέδρια, επιτροπές του Π.Σ.Ε. και εδώ µέσα έδωσε την Ορθόδοξη µαρτυρία και την Τριαδικότητα του Θεού σε ένα θρησκευτικό συνονθυλευτικό περιβάλλον. Αργότερα ως µέλος του Παγκοσµίου Συµβουλίου Εκκλησιών (Π.Σ.Ε.) µπορούσε µε άνεση να βρίσκεται παντού και έτσι αλίευε χιλιάδες άθεους, αλλόθρησκους και αιρετικούς στην Ορθόδοξη πίστη.

Κάποιοι (υπέρ ελάχιστοι) προσπάθησαν να συκοφαντήσουν τον Αναστάσιο, επειδή συµµετείχε στο Π.Σ.Ε., ξεχνώντας ή αµνηστεύοντας τον πρωτοστάτη (Αρχιεπίσκοπο Δαµασκηνό Παπανδρέου 1943, µασόνο και όρκισε την προδοτική κυβέρνηση Τσολάκογλου) στην ίδρυση του Παγκόσµιου Συµβουλίου και δίχως τη σύµφωνη γνώµη της Ιεραρχίας και για την ‘’Ευεργεσία’’ του αυτή του έστησαν το τεράστιο άγαλµα και στέκει αγέρωχα µέχρι σήµερα στην πλατεία του µητροπολιτικού ναού των Αθηνών.

Αυτοί οι κάποιοι έβαλαν στο στόχαστρο τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυµο Α΄ (Κοτσώνη), γιατί δεν απέσυρε την Εκκλησία από τα Π.Σ.Ε. Ω! της υποκρισίας (ενώ και µέχρι σήµερα παραµένει), ενώ γνώριζαν το τι είχε πεί γιαυτό στη συνέλευση (19-30 Νοεµ. 1972) στην Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυµας Α΄. «και η Εκκλησία της Ελλάδος µετέχει κατ’ απόφασιν της Ιεραρχίας (1947). Παρά τας πολλάς πολλαχόθεν φωνάς… Ούτω λοιπόν, παρ’ ότι πολλάκις µας εδόθησαν αφορµαί εκ µέρους του Π.Σ.Ε. δι’ ας και εξεφράσαµεν µετ’ οξύτητας την αγανάκτησίν µας, δεν ηθελήσαµεν να εισηγηθώµεν ουδεµίαν µεταβολήν της ισχυούσης καταστάσεως, ίνα µη υπερβαίνωµεν τα εσκεµµένα… η Ορθόδοξος Εκκλησία έδωσε (Αυγ. 1971) την µαρτυρίαν της µε δύναµιν και παρρησία; Ό,τι είναι η µία και µόνη “µία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία” του Χριστού. Τούτο ετονίσθη µετ’ άλως ιδιαιτέρως µεγάλης επιµονής υπό των ηµετέρων Αντιπροσώπων καθηγητών κ.κ. Ανδ. Θεοδώρου και Γ. Αγουρίδη».

Αυτοί οι κάποιοι, έπαθαν αµνησία (αλτσχάιµερ) ότι από το Π.Σ.Ε. δεν πέρασε µόνο ο Αναστάσιος Γιαννουλάτος, αλλά δεκάδες πέρασαν και περνούν καθηγητές πανεπιστηµίου, λαϊκοί και κληρικοί, όπως: Παν. Μπρατσιώτης, Ιωάν. Καρµίρης, Ιωάν. Καλογήρου, Δηµ. Μωραΐτης, Παν. Τρεµπέλας, Βασ. Βέλλας, Βασ. Ιωαννίδης, Σάββας Αγουρίδης, Αµ. Αλιβιζάτος, Γερ. Κονιδάρης, Νικ. Νησιώτης, Βασ. Σταυρίδης, αρκετοί επίσκοποι και κληρικοί, όπως ο Γεώργιος Μεταλληνός, ο π. Θεοδ. Ζήσης…

Θα αναφερθώ µε πολλή συντοµία και στο δεύτερο “ΟΜΟΛΟΓΗΤΗ” τον π. Γεώργιο Μεταλληνό που δε συµµετείχε µόνο ως σύνεδρος, αλλά υπέβαλλε και έκθεση πεπραγµένων στην οποία µόνος του, να τι “Οµολογεί!”:

«Μακαριώτατε Άγιε Πρόεδρε,

Ο υπογεγραµµένος πρεσβ. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός αντιπρόσωπος της εκκλησίας της Ελλάδος εις την εν Nyhong της Δανίας συνελθούσαν από 26ης Απριλίου µέχρι 3ης Μαΐου ε.έ. Γενικήν Συνέλευσιν της Κ.Ε.Κ., προάγαµαι ευσεβάστως, όπως εκθέσω προς την Αγίαν και Ιεράν Σύνοδον της Εκκλησίας της Ελλάδος τα λαβόντα χώραν εν τη Γενική Συνελεύσει τούτη.

1) » … ο αριθµός των µετασχόντων της Γεν. Συνελεύσεως µελών ανήρχετο την 30ην Απριλίου εν συνόλω εις 365 πρόσωπα, εξ ών 154 ήσαν οι έχοντες δικαιώµατα ψήφου αντιπρόσωποι των υπερεκατόν Εκκλησιών – Μελών της Κ.Ε.Κ. και τεσσάρων Διεθνών Οργανισµών, οι δε λοιποί φιλοξενούµενοι, Σύµβουλοι, «Fraternal Delegates», αντιπρόσωποι Τύπου, ως και το Προσωπικόν της Κ.Ε.Κ. (διερµηνείς, βοηθοί κ.ά.).

» β) Πλην των ως άνω βασικών ενεργειών της Γεν. Συνελεύσεως έλαβον χώραν και τινες άλλαι εκδηλώσεις, αίτινες συνέβαλον σπουδαίως εις την αµοιβαίαν γνωριµίαν των Αντιπροσώπων των Ευρωπαϊκών Εκκλησιών.

» Δέον δε να σηµειωθή, ότι κατ’ αυτές επεκράτησεν απόλυτος εγκαρδιότης και πνεύµα χριστιανικής αγάπης και κατανοήσεως. Εκδηλώσεις, άξιαι µνείας ενταύθα, είναι:

» Λατρευτικού χαρακτήρος τοιαύται, ήτοι: Λειτουργία των Λουθηρανών, την πρωίαν της Τετάρτης, 28.4.71, των Αγγλικανών, την πρωίαν του Σαββάτου 1.5.71 και των Ορθοδόξων, την πρωίαν της Κυριακής, 2.5.71. Την τελευταίαν παρακολούθησαν τα πλείστα των µελών της Συνελεύσεως µετά του κ. Γεν. Γραµµατέως της Κ.Ε.Κ.. Την Θ. Λειτουργίαν ετέλεσαν ο Βούλγαρος πρωτοπρ. Δρ. Χιβάρωφ, έψαλε δε η Ρωσική Αντιπροσωπεία και ο υπογράφων.

» Ταύτα αναφέρων τη Αγία και Ιερά Συνόδω, προάγοµαι ευλαβώς, όπως εκφράσω Αυτή την βαθυτάτην ευγνωµοσύνην µου δια την προσγενοµένην µοι τιµήν της εκπροσωπήσεως της Εκκλησίας της Ελλάδος εις την ως άνω Γενικήν Συνέλευσιν και την επιδειχθείσαν εµπιστοσύνην. 

 Πρεσβ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ Δ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ

(περιοδικόν “ΕΚΚΛΗΣΙΑ”, σελ. 42-45, 201-202/72)

 Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυµος Α΄ τον κατσάδιασε για ενέργειες του και από τότε έγινε πολέµιος όχι µόνο του Ιερωνύµου Α΄ αλλά και τον 12α αδίκως διωχθέντων ‘’Ιερωνυµικών’’ µητροπολιτών και προχώρησε στη µόδα της εποχής ως “αντιστασιακός” και µετά έγινε “Οµολογητής” παρέα µε τον άλλο παπά “Οµολογητή” έφτιαξαν και τη Χάρτα της “ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΠΙΣΤΕΩΣ” και κατά θαυµαστό τρόπο τους ακολούθησαν περί που 50 Ηγούµενοι Μονών, 200 ιερείς και µοναχοί και την υπέγραψαν χιλιάδες ανησυχούντες πιστοί χριστιανοί.

Οι συναντήσεις ήταν απανωτές και στο Πατριαρχείο έφθαναν τα µαντάτα «φόβος και τρόµος ήλθεν» (Ψαλ. 54, 6) και µία ωραία πρωία, ο “Οµολογητής” π. Γεώργιος, έκανε πηδηµατάκια (άλµα επί κοντώ), πιεζόµενος ή τακτοποιούµενος “ο Θεός οίδεν”, τους εγκατέλειψε.

Δε βράδυνε και πολύ και τον ακολούθησε και ο έτερος πρωτοστάτης “Οµολογητής” π. Θεόδωρος, χωρίς να πει τίποτα και ούτε σεβάστηκε τις χιλιάδες που έτρεξαν να βοηθήσουν και να βοηθηθούν και έτσι διαλύθηκε η “ΟΜΟΛΟΓΙΑ…” και κατά τα’ άλλα τους βάπτισαν και “Οµολογητάς!”, κακοποιώντας για µια ακόµα φορά τους γνήσιους Ορθόδοξους Οµολογητάς (τούτα ως προοίµιο).

 Ο ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΗΤΑΝ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ;

Θεωρώ χρέος να καταθέσω το σεβασµό µου στην ιερά µνήµη αυτού του Μεγάλου Ιεραποστόλου και το ιδρυτή Εκκλησιών και να υπογραµµίσω στους ελάχιστους κακόβουλους επικριτές του που εµφανίστηκαν µετά την κοίµησή του (ποιος να απαντήσει;) να του φορτώσουν το “Οικουµενιστής”, ενώ απάντησε σ’ όλους, όταν ήταν εν ζωή: «δεν θεώρησε ποτέ τον εαυτό του αλάνθαστο. Από τα νεανικά του πάντως, χρόνια σε οποιαδήποτε θέση διακόνησε, ως λαϊκός ή κληρικός, προσπάθησε µε τη ζωή, τον λόγο και το έργο του να καταθέσει τις Ορθόδοξες πεποιθήσεις, να εκφράζει την ολόψυχη αγάπη του στο χριστό και στην προσήλωσή του στο Ευαγγέλιο…

» … δεν έχει καµία σχέση µε το προσβλητικό, παραπλανητικό, κατασκεύασµα “οικουµενιστής”. Είναι “οικουµενικός”, σύµφωνα µε τη δισχιλιετή Ορθόδοξη παράδοση.

» … µε αποφάσεις πάντοτε της Εκκλησίας συµµετείχε σε διάφορες επιτροπές, συνέδρια, συνελεύσεις. Όχι βέβαια για να συµβάλει στη δηµιουργία µιας παγκόσµιας θρησκείας! Ή για να προδώσει την Ορθοδοξία, αλλά για να δώσει την Ορθόδοξη µαρτυρία σε κάθε ξένο θρησκευτικό περιβάλλον» (απάντηση στο υβριστικό δηµοσίευµα της Ι. Μ. Πειραιώς).

Η µεγαλύτερη απάντηση δεν µπορεί να υπάρξει από το Μητροπολίτη και Δήµαρχον Πειραιώς µετά που τον καλούσαν να τον βραβεύσουν: «Η ναύλοχος πόλις του Πειραιώς, έχουσα την ιδιωτάτην τιµήν… όπως τιµήση την Υµετέραν Θεοτίµητον και Γεράραν Μακαριότητα, την κλείζουσα την Ορθόδοξον Καθολικήν του Χριστού Εκκλησίαν και χάριτι Θεού αναγεννήσασα εκ τέφρας την κατά Αλβανίαν Εκκλησιαστικήν ολκάδα Αυτής.

» γνωρίζοµεν Υµίν ότι θα απονείµωµεν εις Υµάς εκ µέρους µεν της Ι. Μητροπόλεως την ανωτέραν τιµητικήν διάκρισιν Αυτής, τον χρυσούν Σταυρόν µετ’ αστέρος του πολιούχου ηµών Αγίου Σπυρίδωνος, εκ µέρους δε του Δήµου Πειραιώς την ανακήρυξιν ως επιτίµου δηµότου της Υµετέρας Μακαριότητας µετά της χρυσής κλειδός της Υµετέρας γενέτειρας πόλεως Πειραιώς».

Η Εκκλησία, κύριοι, δεν είναι ένα εποχιακό θεσµικό συγκρότηµα. Είναι θείο καθίδρυµα που ιδρύθηκε από τον ίδιο το Χριστό και κηρύχθηκε από τους Αποστόλους σε όλο τον κόσµο. Έχει χρονικό άνοιγµα δύο ολόκληρων χιλιετιών. Πρέπει να είναι ως µία κοινή στέγη όλων των ορθοδόξων χριστιανών και να µαζεύει στοργικά τα “εκ Βορρά και θαλάσσης και εώας τα τέκνα Της”, στον πραγµατικό οικουµενικό χώρο.

Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος µια προσωπικότητα αυθεντική και δυναµική, κινήθηκε συνετά και προσεκτικά µέσα στα γρανάζια του Π.Σ.Ε. µε προσήνεια και οµολογία Ορθόδοξο και αδιαπραγµάτευτη χωρίς ποτέ να υποθηκεύσει την ελευθερία του και το ιερό του λειτούργηµα, έµεινε ως αποστολικός κρίκος που εκδαπανούνταν στη “µέριµνα πασών των Εκκλησιών” (Β΄ Κορ. 11, 23). Ήταν ένας ιερουργός της αγάπης και χειραγωγός των υπάρξεων στην ανοικτή αγκαλιά του Θεού. Έσκυψε µε αγάπη, όπου πέρασε στο πονεµένο λαό του Θεού. Ήταν ο επίσκοπος της προσευχής και της αγάπης σχοινοβατώντας για δεκαετίες ανάµεσα στα άθεα κοσµικά καθεστώτα και στο εκκλησιαστικό κατεστηµένο της ασυδοσίας που δεν ορρωδούσε προ ουδενός, µέσα από αυτές τις συνθήκες, κατάφερε να κάνει το θαύµα όλων των αιώνων και όλων των εποχών από την ίδρυση της Εκκλησίας.

Τη συµµετοχή του στο Παγκόσµιο Συµβούλιο Εκκλησιών τη χρησιµοποίησε µε τέτοιο τρόπο που βλάστησε και καρποφόρησε φέρνον τας εκατοντάδες χιλιάδες αιρετικούς, αλλόθρησκους άθεους στην Ορθοδοξία. Αρκετές φορές χρειάστηκε να χρησιµοποιήσει τακτικισµούς και ελιγµούς ακολουθώντας παραδείγµατα αγίων Πατέρων της Εκκλησίας. Θα αναφερθώ σε ένα µόνο γεγονός λόγω χώρου και χρόνου, το οποίο αναφέρει ο Άγιος Νικόδηµος ο Αγιορείτης στις ηµέρες του Μεγάλου Βασιλείου που είχε ξεσπάσει η αρειανή διαµάχη του λεγόµενου “Οµοιανισµού” µε πρωταγωνιστές τον Καππαδόκη καταγωγής Ευνόµιο φίλο του Αυτοκράτορα Ουάλη, ο οποίος ισχυρίζονταν ότι το Άγιο Πνεύµα δεν είναι Θεός, µε τον άγιο Βασίλειο που αντιστέκονταν στην ορθή διατύπωση ότι είναι “τρεις υποστάσεις, µία ουσία”. Τι έγινε! Μας το περιγράφει ο Άγιος Νικόδηµος ο Αγιορείτης: «Ο µεν γαρ Μ. Βασίλειος, φοβούµενος τας Βασιλικάς και αρχοντικάς δυνάµεις των πνευµατοµάχων και υποστελλόµενος µήπως εφορµήσουν κατά της Εκκλησίας της Καισαρείας, ήτοι τότε ήτο ο µονοφυής φοίνιξ της Ορθοδοξίας, εµεταχειρίσθη την οικονοµίαν και µέχρι ικανού καιρού δεν ωνόµαζε φανερά Θεόν το Άγιον Πνεύµα…» (Μελέται – Επιστολαί, επιφ. Θεοδωρόπουλου, Τόµος Α΄, Αθήνα 1981, σελ. 244-245).

Το ίδιο περίπου έχουµε και µε το Γρηγόριο το Θεολόγο, όταν τελείωσε τις σπουδές του στην Αθήνα, παρέµεινε περί τα δύο χρόνια και δίδασκε στην Ειδωλολατρική Σχολή (Πανεπιστήµιο) φιλοσοφία των Στωικών και τη διδασκαλία του Νεοπλατωνισµού ( του Πλωτίνου). .

Μπορούµε να φανταστούµε τι θα είχε συµβεί ή ποια θα ήταν η τύχη του αρχιεπισκόπου Αναστασίου αν αποποιούνταν (έστω ικανού καιρού) την Θεότητα του Αγίου Πνεύµατος, όπως συνέβη µε το Μέγα Βασίλειο; Ή αν ο π. Αναστάσιος δίδασκε Ισλαµισµό, Κοµφουκισµό σε αντίστοιχα Πανεπιστήµια, όπως δίδαξε ο αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος;

Είναι φοβερό ή σωστότερα τραγικό η στρατευµένη πολεµική στο µετά την κοίµηση του αρχιεπισκόπου Αναστασίου από έναν άνθρωπο που υπήρξε βασικό µέλος στους διαθρησκευτικούς διαλόγους και µάλιστα στο ευαίσθητο θέµα της ΟΥΝΙΑΣ αντικαθιστώντας τον πεπειραµένο καθηγητή Θεολόγο Μέγα Φαράντο, ο οποίος αγανάκτησε µε τις πατριαρχικές µηχανορραφίες και τα δόλια παπικά σχέδια, τα βρόντηξε και µε ωµό τρόπο δήλωσε: «Η Ορθοδοξία θα “ενωθεί” στο µοντέλο της Ουνίας… δηλαδή θα διασώζει τα κατ’ αυτήν, αλλά θα υπακούει στα δυτικά – χριστιανικά κέντρα…» (Μ. Φαράντος, Αντίφωνο, σελ. 40). Τώρα την ‘’τιµητική’’ αυτή θέση την κατέλαβε ο Θεόδωρος Ζήσης (λαϊκός Θεολόγος) ο οποίος, «δεν ήταν µόνο εκλεκτό στέλεχος, ήταν και εργάτης πιστός και ακάµατος του Οικουµενικού Θρόνου» (από την έξοδο του π. Θ. Ζήση, 31/7/2015). Που επί των ηµερών του ως µέλος δεν έλαβαν µέρος – γιατί; Ο Θεός γνωρίζει – στη διαθρησκευτική συνεδρία στο Balamand του Λιβάνου το 1993 και εδώ νοµιµοποίησαν την ΟΥΝΙΑ ως “µέθοδο ενώσεως της πλήρους κοινωνίας”.

Αντίθετα ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος µε δυναµικές του παρεµβάσεις κατόρθωσε να αποτρέψει να επανεγκαθιδρυθεί η Ουνία στην Αλβανία. «Η ενεργός συµµετοχή µας – έγραφε – στην οικουµενική κίνηση, είχε µία σηµαντική πρακτική συνέπεια στην εκκλησιαστική ζωή της Αλβανίας. Όταν κατέρρευσε το αθεϊστικό καθεστώς, δόθηκαν δυνατότητες για ιεραποστολικές δραστηριότητες… µε µακρά εµπειρία και µέσα…, εµπιστευόµενοι τη γνώριµή τους ηγεσία… δεν ανέπτυξαν ιεραποστολική δράση… Επίσης οι αρµόδιοι παράγοντες του Βατικανού συµφώνησαν µε την πρότασή µας να µην αναβιώσει η Ουνιτική κοινότητα της Αλβανίας 

που είχε αναπτυχθεί παλαιότερα, αν και ο Ουνικός ναός στο Ελµπασάν είχε µείνει ανέπαφος» (“Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ Ο.Α. ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ”, σελ. 85).

Εκτός των άλλων ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος δεν υπήρξε µόνο ο µεγαλύτερος ιεραπόστολος από της ιδρύσεως της Εκκλησίας. Δεν ήταν µόνο συµφιλιωτής σε διχασµένες Εκκλησίες που µετάγγιζε “πνεύµα σοφίας” και “πνεύµα συνέσεως”. Δεν ήταν µόνο “ένας αποφασισµένος ξυλουργός, για την ανοικοδόµηση των απανθρακωµένων ερειπίων της Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας… ο οποίος δεν ήρθε να χτίσει µια αποικία, ήρθε να ιδρύσει µια αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας, µια από τις 14 αυτοκέφαλες ορθόδοξες Εκκλησίες του κόσµου. Τί άνθρωπος, τί ποιµένας, τί συµφιλιωτής και ειρηνοποιός, τί Έλληνας από εθνικότητα και Αλβανός στην κρατική υπόσταση!” (από την επικήδειο οµιλία του Αλβανού Πρωθυπουργό (Μπεκτασή) Έντι Ράµα).

Δεν ήταν µόνο «ένας καλός διπλωµάτης που οικοδόµησε γέφυρες συνεργασίας µεταξύ λαών και θρησκειών» (επικήδειο πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη). Αλλά ένας πνευµατικός διπλωµάτης που ακολούθησε στα ίχνη των µαθητών του Χριστού, για να µεταδώσει µε θυσιαστικό τρόπο στους εγγύς και τους µακράν το µήνυµα της Αναστάσεως.

Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος υπήρξε και ένας γνήσιος Οµολογητής, που θα στέκεται εκφραστικός και επιβλητικός στο βάθος της ιστορίας, είναι ένας βράχος δίχως να µπορούν να τον µετακινήσουν τα µανιώδη κύµατα, δίχως να τον µεταλλάσσουν οι ρύποι. Έγινε οδηγός σε κείνους που λαχταρούσαν να βρίσκονται σταθερά ενσωµατωµένοι στη λιτανεία της Ορθόδοξης παράδοσης. Η διαδροµή του ήταν ένας ανύσταχτος ιερουργός του Μυστηρίου της υπέρτατης Αγάπης. Την παρουσία του τη ζωογονούσαν έργω και λόγω µε τις σοφές διδαχές του και η διάφανη αγιότητά του. Πριν από κάθε απόφαση είχε ως ατίµητο οδηγητικό άξονα συµβουλές αγίων γερόντων, είχε αυτοσυγκέντρωση και πολλή προσευχή. Αυτό το άρχισε από τα µαθητικά του χρόνια και κορυφώθηκε µε τη µεγάλη απόφαση να πορευθεί προς την Αφρική µεταφέροντας το ιεραποστολικό µήνυµα του Ευαγγελίου στους Αφρικανούς αδελφούς.

Ακολουθώντας την εν Χριστώ πορεία “Ιησούς δε πλήρης Πνεύµατος Αγίου… και ήγετο, εν τω Πνεύµατι εις την έρηµον” (Λουκ. 4, 1). Ως νέος ιεροδιάκονος αποσύρεται για προσευχή και περισυλλογή στο νησί της Αποκαλύψεως για κάποιους µήνες, για να αποφασίσει τί πορεία θα ακολουθήσει κοντά στο φωτισµένο γέροντα π. Αµφιλόχιο Μακρή, το γνωστό για το ορθόδοξο και αποστολικό του φρόνηµα που η Εκκλησία τώρα τον έχει κατατάξει στο αγιολόγιό της. Εδώ από το Σπήλαιο της Αποκαλύψεως, της προσευχής του αγίου Ιωάννου του θεολόγου. µέχρι στο µικρό ασκητήριό του και τις συνεχείς συζητήσεις µε τον άγιο Γέροντα Αµφιλόχιο πήρε τη µεγάλη απόφαση να αναχωρήσει για την Αφρική, έχοντας ως βασική παρηγοριά και εγγύηση την προτροπή του Αναστάντος Χριστού: «και ιδού εγώ µεθ’ υµών είµι πάσας τας ηµέρας έως της συντελείας του αιώνος, Αµήν» (Ματθ. 28, 20). Από αυτό αντλούσε δύναµη και αντοχή σε δεκάδες κρίσιµες ώρες της ζωής του µέχρι τα 95 του χρόνια που ως πιστός οικονόµος ο Κύριος τον κάλεσε κοντά του.

Κατά θαυµαστό τρόπο γνώρισε και έγινε πνευµατικός καθοδηγητής του ο π. Πορφύριος µε διαφορετικό χάρισµα από τους νέους αγίους της Εκκλησίας µας. Τη γνωριµία την περιγράφει ο ίδιος: «Το Νοέµβριο του 1973 παραβρέθηκα στην κηδεία του προκατόχου µου, καθηγητή στην έδρα Λεωνίδα Φιλιππίδη, βγαίνοντας από το Α΄ Νεκροταφείο, βλέπω ένα γεροντάκι που περίµενε. Οδηγούσα ένα παλαιό Peugeot 204 που είχα φέρει από τη Γερµανία. Τον ρώτησα: “Πού πηγαίνετε γέροντα;…”. Μου απάντησε: “Εκεί που πηγαίνετε κι εσείς. Δεν πηγαίνετε στην παρηγοριά για τον καθηγητή;”. “Εκεί πηγαίνω, περάστε µέσα”. Έτσι συνδεθήκαµε. Μέχρι που εκοιµήθη, ήταν ο άνθρωπος στον οποίο πήγαινα για εξοµολόγηση και για να συζητήσω µε…» (“Αναστάσιος πορευόµενος”, εκδόσεις Πατάκη, σελ. 102).

Ένας πανεπιστηµιακός καθηγητής Θεολογίας, Επίσκοπος, αρχιεπίσκοπος ήταν κάτω από πετραχήλι για συµβουλές σε όλη τη ζωή του από απλούς αλλά αγίους πνευµατικούς.

Ως Οµολογητής ακολουθούσε στα αποστολικά και πατερικά χνάρια. Στο Κολυµπάρι κράτησε µια στάση παρόµοια µε το µεγάλο πατέρα άγιο Βασίλειο στον Αυτοκράτορα Ουάλη.

Η πίεση που έγινε στον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο (όπως διέρρευσε τότε) ήταν αφόρητη από Πατριαρχικής πλευράς και πολιτικής – ιδιαίτερα από ξένους παράγοντες – που τα είχαν όλα έτοιµα να τον εξοβελίσουν, δηµιουργώντας το Αλβανικό πριν το Ουκρανικό! Αυτές οι δυνάµεις δεν “ορρωδούν προ ουδενός”. Το έδειξαν στην επίσηµη Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας, αναγνωρισµένη από το ίδιο το Πατριαρχείο µε πάνω από 100 µητροπόλεις, µε αρχιεπίσκοπο τον Ονούφριο µε 14.000 ενορίες και 11.500 κληρικούς και στις 5 Ιανουαρίου 2019 έστησαν µια Εκκλησία πολιτική από αντικανονικούς, αχειροτόνητους “κληρικούς” έβγαλαν και κάποιον Επιφάνιο για µητροπολίτη Κιέβου και για να πετύχουν την υποδούλωση, άρχισαν τους διωγµούς, προπηλακισµούς, ξυλοδαρµούς, φυλακισµούς, αρπαγή ναών και περιουσιών, λεηλασίες προσκυνηµάτων, βεβήλωση µοναστηριών, χειρότερα από τους διωγµούς του Νέρωνα και Διοκλητιανούς.

“Η θέση µου ήταν τραγική – εξοµολογούµενος ο Αναστάσιος – όλο το έργο που µε τόσες θυσίες πραγµατοποιήσαµε, θα κατέρρεε. Όταν το θυµάµαι, µε κυριεύει οδύνη, και έτσι αποφασίσαµε να πάµε, κρατώντας µια αξιοπρεπή στάση µέχρι να ξεπεστεί η κρίση” (σχετικά γράψαµε και στον “ΑΓΩΝΑ”, φ. 383/4-2025, σελ. 20).

Όταν όµως είδε τον πατριαρχικό οίκο να προσπαθεί µε πολιτική δύναµη να επιβάλλει την αντικανονικότητα στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας, ως άλλος πατέρας Μέγας Βασίλειος που άφησε αβρόντητο το Μόδεστο µε τη σταθερότητα και την αποφασιστικότητα, ώστε να αναφωνήσει: «Δεν άκουσα άλλον επίσκοπο, να µου µιλάει έτσι!» και ο Βασίλειος του απάντησε: «Ίσως να µη συνάντησες στη ζωή σου άλλον επίσκοπο». Μέσα στην Πατριαρχική τροµοκρατία που όλα “τα σκίαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά”, που τότε άλλοι λούφαξαν, άλλοι κρύφτηκαν, άλλοι λιποτάκτησαν και κάποιοι ως Γούσιδες λέρωσαν τα χέρια τους και µόνος, που ήταν και εµπερίστατος αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος όρθωσε το ανάστηµά του: «Δεν συµφωνώ… Δεν µπορώ να παραθεωρήσω τις αρχές της Ορθοδοξίας…». «Αισθάνοµαι ότι παραβιάστηκαν τρεις θεµελιώδεις αρχές της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Η Αποστολική Διαδοχή, η Θεία Ευχαριστία και η συναλληλία…». «Αυτό που συµβαίνει στην Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία το βιώνω ως προσωπική τραγωδία». «Ο Πατριάρχης Βαρθολοµαίος επέλεξε να ενεργήσει µε απερίσκεπτο και µονοµερή χρόνο, για να χορηγήσει Αυτοκεφαλία στη σχισµατική “Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας”». Η Τριµελής Επιτροπή του Πατριαρχείου από τους µητροπολίτες Περγάµου, Γαλλίας και Σµύρνης που τον επισκέφθηκαν µε πατριαρχική εντολή να τον πείσουν (καλύτερα εκβιάσουν) η απάντησή του είχε µια προφητική πρόβλεψη: «Εσείς βλέπετε – τους είπε – ένα πεδίο στρωµένο µε δάφνες. Εγώ το βλέπω να έχει παντού νάρκες. Βιάζεστε…» και δεν άργησαν, Αυγ. 2024: Παναγιώτατε, «υπό την ηγεσία του Μητροπολίτη Ονουφρίου, διώκονται εκατοµµύρια Ουκρανοί Ορθόδοξοι πιστοί, πολυάριθµοι επίσκοποι, ιερείς µοναχοί και µοναχές – όλοι µέλη της Μίας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας».

Στο ίδιο πνεύµα ήταν και στις απαντήσεις προς τον Πατριάρχη Αλεξάνδρειας που συνηγόρησε στη πατριαρχική απόφαση και όταν τα βρήκε σκούρα µε τις ρωσικές ιεραποστολές, στην Αφρική άρχισε να ζητά από τον Αναστάσιο βοήθεια…

Το ίδιο έγινε και στο Πατριαρχείο Ιεροσολύµων, αλλά για άλλους λόγους, και το Πατριαρχείο Μόσχας… (σχετικά έχει γράψει ο “ΑΓΩΝΑΣ” στο 333 και στις σελ. 20 έως 24).

Αυτή είναι Οµολογία µε πιστότητα στην αλήθεια και στην αφοσίωση και µια γενναία άρνηση σε µια “πανίσχυρη” εξουσία που τα έβαλε ακόµα και µε την παντοδύναµη Ρωσία.

Οµολογία δεν είναι µόνο ένας κηρυκτικός λόγος που µπορεί να συγκλονίζει, προ στιγµής, στην πραγµατικότητα είναι µια φούσκα µε αέρα ή ένα τσίριγµα που χάνεται µετά από λίγο. Για να διατηρηθεί η κληρονοµιά, όπως την παραλάβαµε από τους αγίους Πατέρες και για να µπορούµε να την παραδώσουµε αλώβητη στις γενεές που θα ακολουθήσουν, θα πρέπει να υπάρχουν έµπρακτα δείγµατα λόγων και πράξεων.

Δεν µπορεί να είχε δύναµη και κύρος, ώστε να δώσει µήνυµα στους αδύνατους ή να επαναφέρει τους εκτροχιασµένους, όταν τα αλλάζεις, όπως το στικάκι στον υπολογιστή, ή όταν στριµώχνεσαι να γίνεσαι πότε Πατριαρχικός και πότε Αρχιεπισκοπικός! Ή χωρίς λόγο να εγκαταλείπεις έναν Οµολογιακό αγώνα, αφήνοντας χιλιάδες πιστούς “ξεκρέµαστους!”.

Η γενναία Οµολογιακή στάση, λόγου και πράξεων του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστασίου προς τα Πατριαρχεία και πολιτικές ηγεσίες, αποτελούν µία αγωνιστική οµολογία που θα διατηρηθεί στο θησαυροφυλάκιο της Εκκλησίας ως αναπαλλοτρίωτη κληρονοµιά και ως παράδειγµα προς µίµηση.

 Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΑ

Πατήρ Θεόδωρε Ζήση, δεν µπορώ και ούτε δύναµαι να γνωρίζω, πόσους αµαρτωλούς και πλανηµένους επέστρεψες στον ίσιο δρόµο, µπορώ όµως – µε βάσει τα µηνύµατα που έλαβα – να υπολογίσω πόσους σκανδάλισες το να βάζεις στο στόχαστρο έναν τεραστίων διαστάσεων Ιεραπόστολο που δεν αναπαύθηκε σε πανεπιστηµιακή έδρα, ούτε διευθυντικά υπουργείου, ούτε σε βερµπαλιστικές οµολογίες, αλλά, αυτός αφιέρωσε όλη τη ζωή του, εκτελώντας ακέραια την προσταγή του Χριστού «Πορευθέντες µαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς… διδάσκοντες αυτούς…» τη διδασκαλία του Χριστού για την Ορθόδοξο πίστη, βαπτίζοντας πάνω από 500.οοο χιλ. άθεους, αιρετικούς, ισλαµιστές, βουδιστές, βραχµανιστές, ινδουιστές… Έκτισε εκατοντάδες Εκκλησίες, κατασκεύασε εκατοντάδες έργα κοινωνικής πρόνοιας για την ανακούφιση συνανθρώπων ανεξάρτητων φυλής, γλώσσας και θρησκείας. Έτσι µπόρεσε και πλησίασε τον κάθε ‘’καχύποπτο’’.

Η ‘’Βασιλειάδα’’ του Μεγάλου Βασιλείου ωχριά µπροστά στην ‘’ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΑ ‘’ του Αναστασίου Γιαννουλάτου, Αυτά θα τα καταγράψει ο ιστορικός του µέλλοντος, όσο και αν προσπαθείτε να τον συκοφαντήσετε!

Τροµάζω µόνο µε την ιδέα µην ακούσετε – όχι ως προτροπή – αλλά αυστηρή τη φωνή του: «Ζήσηδες, Ζήσηδες, τι µε διώκετε, σκληρόν σοι προς κέντρα λακτίζειν».

Εφημεριδα ΑΓΩΝΑΣ Λαρισας. Τριανταφυλλος Τασιοπουλος


 

 

 


 





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου