Κυριακή 22 Ιουνίου 2025

Σύντομα ιστορικά στοιχεία για το Ουκρανικό ζήτημα (Για να θυμηθούμε ο,τι εύκολα ξεχνάμε) (Β)

 

 


ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ:

https://apotixisi.blogspot.com/2025/06/blog-post_19.html

ΜΕΡΟΣ Β

Παράλληλα, όμως, προς την αδιάψευστη μαρτυρία των «Συνταγματίων» και την αναγνώριση από μέρους του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου των κανονικών ποινών της καθαιρέσεως και του αναθεματισμού, που είχε επιβάλει το

Πατριαρχείο Μόσχας στον πρώην Μητροπολίτη Κιέβου Φιλάρετο Ντενισένκο και, κατ’ επέκταση, την από μέρους του αναγνώριση της κανονικής δικαιοδοσίας του Πατριαρχείου Μόσχας επί της Μητροπόλεως Κιέβου, υπάρχουν και μελέτες από έγκριτους ιστορικούς και επίλεκτα στελέχη του Οικουμενικού Πα τριαρχείου, οι οποίες, σε ανύποπτο χρόνο, έχουν δημοσιευθεί και που καταδεικνύουν και αυτές εκείνο που καταμαρτυρούν τα «Συνταγμάτια», ότι, δηλαδή, τους τελευταίους τρισήμισυ σχεδόν αιώνες το Κίεβο δεν ανήκει στην κανονική δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, αλλά υπάγεται κανονικώς στο Πατριαρχείο Μόσχας.

Ως τέτοια παραδείγματα αναφέρομε:

α. Τον Αρχειοφύλακα του Οικουμενικού Πα τριαρχείου και πολύ καλό γνώστη των πατριαρχικών εγγράφων, Αρχιμανδρίτη Καλλίνικο Δελικάνη, ο οποίος στο περίφημο τρίτομο έργο του «Τα εν τοις Κώδιξι του Πατριαρχικού Αρχειοφυλακίου σωζό μενα εκκλησιαστικά έγγραφα», που εκδόθηκε στο πατριαρχικό τυπογραφείο στην Κωνσταντινούπολη το 1902-1905 και ανατυπώθηκε, με εντολή του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου, το 1999, χαρακτηρίζει την Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη του Οικουμενικού Πατριάρχη Διονυσίου Δ΄, ως «Συνοδικόν Τόμον», στον οποίο συμμετείχε, ως «συνα ποφαινόμενος», και ο Ιεροσολύμων Δοσίθεος. Δη μοσιεύει δε Συνοδικό Γράμμα του Οικουμενικού Πατριάρχη Παισίου προς τον Πατριάρχη Μόσχας Νίκωνα, στο οποίο ο Οικουμενικός Πατριάρχης απο καλεί τον Μόσχας «Πατριάρχην Μοσχοβίας μεγάλης τε και μικράς Ρωσσίας». Όπως είναι γνωστό, «Μικρά Ρωσσία» είναι η σημερινή Ουκρανία. Επίσης, σε άλλο σημείο του έργου επαναλαμβάνονται και τα ακόλουθα: «Η δε Μητρόπολις Κιέβου εξηκολού θη κυβερνωμένη διά Τοποτηρητών μέχρι της εξαρ τήσεώς της από του Πατριαρχικού Θρόνου Μόσχας τω 1686».

β. Τον Καθηγητή και Πρωτοπρεσβύτερο Θεόδωρο Ζήση (παλαιός κληρικός, συνεργάτης και συμβουλος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως), ο οποίος σε Διεθνές Σεμινάριο του εν Σαμπεζύ της Γενεύης Ορθοδόξου Κέντρου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, που έλαβε χώραν το 1988, αναφέρει, ότι: «...οι Ορθόδοξοι Ρώσοι αυτών των χωρών με κέντρον το Κίεβον εξηκολούθησαν, ως ιδιαιτέρα Μητρόπολις, να υπάγωνται υπό την δικαιοδοσίαν του Οικουμενικού Πατριαρχείου και μετά την  χειραφέτησιν της Μόσχας από την Κωνσταντινούπολιν μέχρι του έτους 1686, οπότε... συνεδέθη και πάλιν το Κίεβον με την Μόσχαν και απεκατεστάθη η ενό της με έγκρισιν του Οικουμενικού Πατριαρχείου».

 γ. Τον Καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Αρχιμανδρίτη Βασίλειο Στεφανίδη, ο οποίος στο έργο του «Εκκλησιαστική Ιστορία, απ’ αρχής μέχρι σήμερον» σημειώνει και τα εξής ενδιαφέροντα: 

«Μέσα της ιζ΄ εκατονταετηρίδος η Μικρά Ρωσσία πολιτικώς ηνώθη μετά της Μεγάλης Ρωσσίας (1654), μετά τριακονταετίαν δε περίπου ηνώθη και εκκλη σιαστικώς μετ’ αυτής (1685). Η ένωσις επεκυρώθη υπό του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (1687) και ούτως εξέλιπε πάσα εξάρτησις της Μικράς Ρωσ σίας εκ του Πατριαρχείου τούτου. Ο Κιέβου υπε τάγη εις τον Μόσχας, ο οποίος είχεν ανακηρυχθή Πατριάρχης (από του 1589)».

δ. Τον έγκριτο ιστορικό Μητροπολίτη Κίτρους Βαρνάβα Δ. Τζωρτζάτο, ο οποίος στο έργο του: «Οι Βασικοί Θεσμοί Διοικήσεως των Ορθοδόξων Πα τριαρχείων μετά ιστορικών ανασκοπήσεων», σημει ώνει: «Kατά την νέαν ταύτην περίοδον του Πατριαρ χείου Μόσχας (1589-1700), εξ επόψεως βασικών θεσμών διοικήσεως αξιόλογοι υπήρξαν... και τέλος η υπό του Οικουμενικού Πατριάρχου Διονυσίου διοικητική υπαγωγή της μητροπόλεως Κιέβου εις το Πατριαρχείον Μόσχας (1687), ως και των ιεραποστολικών περιοχών (Σιβηρίας, Ιβηρίας, Περσίας κ.λπ.)».

ε. Τον Ομότιμο Καθηγητή της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, και από τα σημαντικότερα στελέχη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Βλάσιο Φειδά, ο οποίος επί μακρό χρόνο υπηρέτησε και ως Κοσμή τορας του Ινστιτούτου Μεταπτυχιακών Σπουδών Ορθοδόξου Θεολογίας του Ορθοδόξου Κέντρου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Σαμπεζύ της Γενεύης και ο οποίος τιμήθηκε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη με το Οφφίκιο του «Άρχοντος Διδασκά λου της Εκκλησίας». Ο Καθηγητής Βλάσιος Φειδάς, σε έργο του, σημειώνει: «Ο πατριάρχης Κωνστα- ντινουπόλεως Διονύσιος υπήγαγε την Μητρόπολιν Κιέβου υπό την κανονικήν δικαιοδοσίαν του Πα τριαρχείου Μόσχας (1687)»35. Στο ίδιο έργο του υπογραμμίζει, ότι ο Μ. Πέτρος καταργεί τον Πα τριαρχικό θεσμό στη Μόσχα και εισάγει Σύνοδο. Την απόφασή του αυτή την επικυρώνει ο Οικουμενικός Πατριάρχης. Έτσι, στη Σύνοδο της Εκκλησίας της Ρωσίας ως ένα από τα τρία μόνιμα μέλη συμμε τέχει ο Μητροπολίτης Κιέβου36 (μαζί με τον Μόσχας και τον Πετρουπόλεως). Μεταξύ άλλων, ακόμη, υπογραμμίζει με έμφαση, ότι η Θεολογική Ακαδημία του Κιέβου είναι μία από τις τέσσερις σημαντικότερες Ακαδημίες του Πα τριαρχείου Μόσχας. Επίσης, πάλι, στο ίδιο έργο, μας πληροφορεί, ότι ο Μητροπολίτης Κιέβου Βλα δίμηρος διετέλεσε Πρόεδρος της Παρρωσσικής Συ νόδου του 1917, στην οποία αποκαταστάθηκε ο Πα τριαρχικός Θεσμός στη Ρωσία.

Τέλος, στο ίδιο έργο του, «Εκκλησιαστική Ιστορία της Ρωσίας», ο πολύ σεβαστός και καταξιωμένος Καθηγητής Βλάσιος Φειδάς αναφέρεται στην ιδιαιτέρως σημαντική, με Διορθόδοξη μάλιστα συμμετοχή, Σύνοδο του 1945, η οποία συνέταξε, όπως ο ίδιος μας πληροφορεί, και τον «Κανονισμόν Διοικήσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας», και με έμφαση τονίζει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 19 του Κανονισμού, στην Εξαμελή Διαρκή Σύνοδο συμμετέχει ως μόνιμο με λος και ο Μητροπολίτης Κιέβου. Πράγματι είναι απορίας άξιο, γιατί σήμερα ο κα ταξιωμένος και διαπρεπής Πανεπιστημιακός Καθη γητής της Εκκλησιαστικής Ιστορίας και επίλεκτος θεολογικός συνεργάτης του Οικουμενικού Πατριάρ χη κ.κ. Βαρθολομαίου, λίαν αγαπητός και σεβαστός Βλάσιος Φειδάς, αρνείται τα δικά του επιστημονικά δημοσιεύματα και συμπεράσματα, τα οποία καθι στούσαν απολύτως σαφή την πλήρη και κανονική δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Μόσχας επί της Ουκρανίας. 

Αν διαβάσει κανείς σήμερα την πρόσφατη με λέτη του, για τη Συνοδική Πράξη του 1686 και την Αυτοκεφαλία της Ουκρανικής Εκκλησίας, μένει αναυδος μπροστά στους νεοφανείς αντιφατικούς ισχυρισμούς του, με τους οποίους, στην προσπάθειά του να στηρίξει τις ενέργειες του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, αναιρεί τον ίδιο τον εαυτό του. 

Θα ήταν, όμως, παράλειψη, αν δεν αναφέραμε και τον διάσημο Θεολόγο της Ορθοδόξου Εκκλησίας και σεπτό Αρχιερέα του Οικουμενικού Θρόνου, Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Διοκλείας Κάλλιστο Γουέαρ, ο οποίος, σε συνέντευξή του, τον Δεκέμβριο του 2018, αναφέρθηκε και στην εκκλησιαστική κατά σταση στην Ουκρανία και επεσήμανε και τους λόγους, που δεν στηρίζει την απόφαση του Φαναρίου, ως προς την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας. Σύμφωνα με τον Σεβασμιώτατο, η αποκατάσταση των Ουκρανών σχισματικών ήταν τεράστιο λάθος του κ.κ. Πατριάρχη Βαρθολομαίου. «Παρ’ όλο, που είμαι Μητροπολίτης του Οικουμενικού Πατριαρχεί ου», τόνισε, «δεν είμαι καθόλου ικανοποιημένος με τη θέση του Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Με όλο τον προσήκοντα σεβασμό στον Πατριάρχη μου, είμαι υποχρεωμένος να πω, ότι συμφωνώ με την άποψη, την οποία εξέφρασε το Πατριαρχείο της Μόσχας, ότι η Ουκρανία ανήκει στη Ρωσική Εκκλησία». Σε άλλο σημείο ο Σεβασμιώτατος υπογράμμισε: «Τέλος πάντων, η Μητρόπολη του Κιέβου, βάσει της συμφωνίας του 1676 (sic, 1686), περιήλθε από το ωμοφόριο του Οικουμενικού Πατριαρχείου υπό εκείνο του Πατριαρχείου της Μόσχας. Επομένως, για 330 χρόνια η Ουκρανία αποτελούσε μέρος της Ρωσικής Εκκλησίας». Υπομνημάτισε ακόμα στη συνέντευξή του εκείνη ο διαπρεπής αυτός Θεολόγος και Μητροπολίτης του Οικουμενικού Θρόνου Καλλιστος Γουέαρ: «Πιστεύω, ότι δεν ήταν μία σοφή κίνηση του Πατριάρχη Βαρθολομαίου να δηλώσει μονομερώς, ότι ακυρώθηκε η συμφωνία του 1676. Εξ άλλου, κατά τον Αριστοτέλη, “ούτε ο Θεός είναι σε θέση να αλλάξει το παρελθόν”».

((ΠΗΓΉ.ΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΟΥΚΡΑΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΘΕΙΟΥΣ ΚΑΙ ΙΕΡΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΠΙΛΥΣΗ ΤΟΥ).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου