ΑΠΑΝΤΗΣΙ ΤΟΥ ΝΕΟΑΠΟΤΕΙΧΙΣΜΕΝΟΥ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ π. ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ ΤΣΙΟΥΤΕΑ ΣΤΟΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟ (κριμασιν οις οιδε Κυριος) ΔΗΜΗΤΡΙΟ ΜΠΕΚΙΑΡΗ.
…«με καλείτε έστω και την τελευταία τούτην ώρα να συνέλθω και να προσέλθω να ανακαλέσω την βέβηλη και βλάσφημη και αχάριστη και αχαρακτήριστη σε αναίδεια επιστολή μου»
Πρεσβύτερος Ιουστίνος Τσιουτέα
εφημέριος Ιερού Ναού Παμμεγίστων Ταξιαρχών Μικρόδασους
Τηλ. : 6987378286
E-mail : iustin2004@yahoo.gr
Πολύκαστρο 03-12-2021
Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Γουμενίσσης, Αξιουπόλεως και Πολυκάστρου κ. Δημήτριο Ιερά Μονή Παναγίας (Επισκοπείο) Γουμένισσα Τ. Κ. : 613 00
Τηλ. : 23430 43383
Fax : 23430 20535
E-mail: gimgap@gmail.com
Σεβασμιώτατε,
Έλαβα τις δύο επιστολές Σας με αρ. πρωτ. 420/02-12-2021 και 421/02-12-2021.
Στο τέλος της δεύτερης επιστολής Σας «με καλείτε έστω και την τελευταία τούτην ώρα να συνέλθω και να προσέλθω να ανακαλέσω την βέβηλη και βλάσφημη και αχάριστη και αχαρακτήριστη σε αναίδεια επιστολή μου».
Αυτό βεβαίως μπορεί να γίνει, με τους παρακάτω όρους και προϋποθέσεις:
Να δηλώσετε δημόσια, προφορικώς και γραπτώς, με κοινοποίηση στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, την Ιερά Σύνοδο και τις Ιερές Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος και δημοσίευση στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Γουμενίσσης και σε όλες τις εκκλησιαστικές ιστοσελίδες και ιστολόγια:
α) ότι ο Παπισμός είναι αίρεση, ο Πάπας Φραγκίσκος αιρεσιάρχης, ο Οικουμενισμός παναίρεση και ότι τους καταδικάζετε,
β) ότι η λεγομένη «Αγία και Μεγάλη Σύνοδος» της Κρήτης του Ιουνίου 2016 είναι ληστρική, αιρετική και οικουμενιστική ψευδοσύνοδος και δεν αποδέχεστε τις αποφάσεις της,
γ) ότι δεν αναγνωρίζετε τις αντικανονικές πράξεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Ουκρανία, ούτε την απόδοση αυτοκεφαλίας στους σχισματοαιρετικούς της Ουκρανίας, ούτε τον επί κεφαλής της Επιφάνιο Ντουμένκο, αλλά αναγνωρίζετε ως μόνη Κανονική Εκκλησία την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας με επί κεφαλής τον Κανονικό Μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ουκρανίας κ.κ. Ονούφριο,
δ) ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος είναι αιρετίζων αρχιοικουμενιστής,
ε) ότι παύετε την μνημόνευση του ονόματος Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου και της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος,
στ) ότι αντιτίθεστε και δεν εφαρμόζετε πλέον τις ΚΥΑ των «υγειονομικών μέτρων» για τον κορωναϊό στους Ιερούς Ναούς της Ιεράς Μητροπόλεως Γουμενίσσης,
ζ) ότι η μασκοφορία εντός των Ιερών Ναών είναι αίρεση, και
η) ότι το «εμβόλιο» για τον κορωναϊό είναι καθαρά θρησκευτικό-πνευματικό θέμα, αφού αποτελεί σφράγισμα και τσιπάρισμα των ανθρώπων.
Για τα όσα γράφετε στην πολυσέλιδη επιστολή Σας επιφυλάσσομαι να απαντήσω εν καιρώ.
Θα σταθώ μόνο σε ένα σημείο της, για να καταδείξω ότι πάσχετε από λεξιλογική και γραμματολογική πενία και ότι και στο συγκεκριμένο θέμα πλανάστε και αιρετίζετε. Δεν παραθέτετε καμμία πηγή ή παραπομπή, για να στηρίξετε την παρερμηνεία και διαστροφή της λέξεως «αποτειχίζομαι», πού κάνετε, αλλά στηρίζεστε μόνο στην δική Σας αυθαίρετη ερμηνεία.
Γράφετε, λοιπόν, στην σελίδα 8: «’’Αποτειχίζομαι’’ σημαίνει εξέρχομαι από το τείχος του θεσμού της Εκκλησίας, εξέρχομαι από το τείχος και οχύρωμα της Εκκλησίας, το οποίο δεν υπάρχει ερήμην του Ποιμενάρχη, που στέλλεται από τη Σύνοδο».
Σύμφωνα, όμως με το κείμενο του Αιδεσιμολογιωτάτου Πρωτοπρεσβυτέρου π. Αγγέλου Αγγελακοπούλου, με θέμα : «Ἀποτείχισις : Ἔξοδος ἀπό την Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἤ στάσις και κτίσιμο προστατευτικοῦ τείχους ἐντός Ἐκκλησίας Χριστοῦ γιά προφύλαξη ἀπό τήν αἵρεση καί τόν αἱρετίζοντα Ἐπίσκοπο»; (Πειραιεύς, 13-11-2021, https://sotiriosnavs.com/»), από το οποίο δανείζομαι τα παρακάτω, «τό ρῆμα «τειχίζω» σημαίνει «φτιάχνω, κάνω τεῖχος», ὅπως ὅλα τά ρήματα μέ τήν κατάληξη σέ –ίζω, τά πρερχόμενα ἤ συνδυαζόμενα μέ οὐσιαστικά. Γιά παράδειγμα, «βαπτίζω» σημαίνει «κάνω βάπτιση», «κανονίζω» σημαίνει «κάνω κανόνα», «δροσίζω» σημαίνει «κάνω δροσιά», «ἀποφασίζω», «ψωνίζω», «ἐμποδίζω», «γυρίζω», «βρωμίζω» κ.ο.κ. (Σχ. βλ. https://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/triantafyllides/search.html?lq=”-ίζω”)
Στήν παθητική φωνή «τειχίζομαι» σημαίνει «κάνω τεῖχος εἰδικά γύρω ἀπό τόν ἑαυτό μου», δηλαδή «προστατεύομαι μέ τεῖχος». Μέ ἄλλα λόγια, τά ρήματα «τειχίζω» καί «τειχίζομαι» δέν ἔχουν τό νόημα μιᾶς κίνησης (μπαίνω-βγαίνω) ἔξω ἀπό ἕνα προϋπάρχον τεῖχος, ἀλλά σχετίζονται μέ μιά πράξη, τήν πράξη κατασκευῆς καί πραγμάτωσης ἑνός τείχους.
Ἐρχόμαστε τώρα στήν πρόθεση «ἀπό», πού συνοδεύει τόν ὅρο «τειχίζομαι».
Στό γνωστό ἔγκυρο λεξικό τῶν Liddell-Scott (Σχ. βλ. https://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/search.html?lq=ἀπό) ἀναγράφεται σαφῶς ὅτι ἡ πρόθεση «ἀπό», ἀναφερόμενη σέ τόπο, ἔχει δύο ἔννοιες: α) μία, πού ἀναφέρεται (ἐπί λέξει ἀπό τό λεξικό) «γιά κίνηση ἀπό τόπο, ἀπό, μακριά ἀπό» ἀλλά β) καί μία δεύτερη, πού δέν ἀναφέρεται σέ κίνηση, ἀλλά σέ θέση καί στάση. Συγκεκριμένα ἀναγράφεται: «γιά θέση, στάση σέ τόπο, σέ ἀπόσταση ἀπό, χώρια ἀπό» καί δίνονται τά παραδείγματα «ἀπ’ ὀφθαλμῶν», μακριά ἀπό τό ὀπτικό πεδίο κάποιου, «ἀπό θαλάσσης» καί τά δύο ἀπό κείμενα τοῦ Θουκυδίδη. Ὅπως π.χ. στά ρήματα «ἀποβλέπω» (βλέπω ἀπό μακριά), «ἀπομένω» (μένω μακριά ἀπό ἄλλους), «ἀποκλείω», «ἀποκρούω», «ἀποσιωπῶ», «ἀπολαμβάνω», «ἀποτελειώνω» κ.ἄ., πού εἶναι ὅλα ρήματα θέσης καί στάσης, σέ ἀντίθεση μέ τα ρήματα «ἀποχωρῶ», «ἀποχαιρετῶ», «ἀποχωρίζω-ομαι», «ἀπομακρύνομαι», «ἀποδράττω» (ἀπόδραση), «ἀποβαίνω» κ.ο.κ., πού εἶναι ρήματα κίνησης ἀπό ἕναν τόπο.
Ἐπειδή, ὅπως προαναφέρθηκε, τό ρήμα «τειχίζομαι» δέν σχετίζεται μέ κίνηση, εἶναι προφανές ὅτι ἡ πρόθεση «ἀπό» στό ρήμα «ἀποτειχίζομαι» ἔχει σαφῶς τήν ἔννοια τῆς θέσεως, τῆς στάσεως σ’ ἕνα τόπο. Δηλαδή, στήν θέση ἐδῶ, πού βρίσκομαι, τουτέστιν «ἐντός Ἐκκλησίας», χτίζω τεῖχος γύρω μου, δηλαδή ὀχυρώνομαι, γιά νά προφυλαχθῶ ἀπό αὐτούς, πού, λόγῳ τῆς αἱρέσεώς τους, εἶναι ἀπό-ἔξω (ἀπ’έξω), δέν εἶναι δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας.
Ἑπομένως, τό ρήμα «ἀποτειχίζομαι» ἔχει μία καί μόνη ἔννοια˙ τήν ἔννοια «ὀχυρώνομαι, προστατεύομαι, κτίζοντας τεῖχος, ἀπό ἐναντίους». Καί γι’ αὐτό στό ἀνωτέρω λεξικό τῶν Liddell-Scott τό ρῆμα «ἀποτειχίζω» καί τό οὐσιαστικό «ἀποτειχίσις» ἔχουν συνώνυμη ἔννοια καί μέ τά ρήματα «διά-τειχίζω»(1. «διαχωρίζω καί ὀχυρώνω μέ τεῖχος», 2. «διαχωρίζω ὅπως μέ τεῖχος, κατ’ εὐθεία γραμμή»),«περί-τειχίζω»(1. «περιτειχίζω ὁλόγυρα» 2. «περιβάλλω μέ τεῖχος, ὥστε νά πολιορκήσω», 3. «χτίζω ὁλόγυρα»), «ἐκ-τειχίζω», («ὀχυρώνω πλήρως, τό ἀνεγείρω ἀπό τά θεμέλια»), «ἐπί-τείχισις»(«οἰκοδόμηση φρουρίου στά ἐχθρικά σύνορα, κατοχή συνόρων»), «ἀντί-τείχισμα» («περιτείχισμα ἀπέναντι ἀπό ἄλλο»). Ὅλα τά παραπάνω ρήματα καί οὐσιαστικά ἀναφέρονται στό «χτίσιμο τείχους» καί ἡ πρόθεση μπροστά ἀπό τό ρῆμα-οὐσιαστικό ἁπλῶς προσδιορίζει τόν τρόπο ἤ τόν τόπο τοῦ τείχους καί σέ καμμία περίπτωση δέν ἀναφέρονται σέ κίνηση ἔξω ἀπό τό τεῖχος.
Συνεπῶς, ἡ φράση στήν εὐχή πρός τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο «Ἄσπιλε, ἀμόλυντε…» τοῦ Μικροῦ καί Μεγάλου Ἀποδείπνου «τάς τῶν ἐναντίων ἐφόδους ἀποτειχίζουσα» (Σχ. βλ. Ωρολόγιον το Μέγα, ἔκδ. Ἀποστολική Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1998, σελ. 178-179, 190) ἑρμηνεύεται ὡς «αὐτή, πού ὀρθώνει τεῖχος προστασίας στίς ἐφόδους τῶν ἐναντίων» καί στόν 15ο Κανόνα τῆς ΑΒ’ Συνόδου ἐπί Μεγάλου Φωτίου (861), ἡ ἀναφορά «πρό συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτούς τῆς πρός τόν καλούμενον ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες» (Σχ. βλ. Οσίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Πηδάλιον, ἔκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 358) ἑρμηνεύεται καθαρότερα καί ὀρθότερα ὡς «ὅσοι προστατεύουν (ὀχυρώνουν) τούς ἑαυτούς τους μέ τεῖχος ἀπό τήν κοινωνία μέ αὐτόν τόν κατ’ ὄνομα ἐπίσκοπο, πρίν ἀπό τήν διάγνωση τῆς αἱρέσεως ἀπό Σύνοδο».
Εἶναι δέ ἀναρίθμητα τά παραδείγματα ἀπό τήν Ἀρχαία Ἑλληνική Γραμματεία (Σχ. βλ. Μνημοσύνη, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, ἱστοσελίδα https://www.greek-language.gr/?) γιά τήν ἔννοια τῆς ἀποτειχίσεως ὡς «ὀχυρώσεως μέ κτίσιμο τείχους». Γιά παράδειγμα:
Ἀπό τόν Ξενοφῶντα: «Ἴσως δέ πού ἤ ἀποσκάπτει τί ἤ ἀποτειχίζει ὡς ἄπορος εἴη ἡ ὁδός», δηλαδή «Ἴσως δέ κάπου φτιάνει χαντάκι ἤ τεῖχος, γιά νά εἶναι ἀδύνατη ἡ πορεία μας». (Σχ. βλ. Ξενοφών, Κύρου Ἀνάβασις, 2.4.4)
Ἀπό τόν Θουκιδίδη: «Ηὗρον καί ἐνταῦθα φυλακήν τινά τῶν Συρακοσίων ἀποτειχίζουσαν τε καί ἀποσταυροῦσαν τόν πόρον», δηλαδή «βρῆκαν κι ἐκεῖ μιά φρουρά Συρακουσίων, πού ἔχτιζαν τεῖχος κι ἔβαζαν πασσάλους στό πέρασμα τοῦ ποταμοῦ». (Σχ. βλ. Θουκιδίδης, Ἱστορίαι, 7.80.6)
Πάλι ἀπό τόν Θουκιδίδη: «Οἱ δέ Ἀκαρνᾶνες ἠξίουν Δημοσθένη τόν στρατηγόν τῶν Ἀθηναίων ἀποτειχίζειν αὐτούς», δηλαδή «οἱ Ἀκαρνάνες πίεζαν τόν Ἀθηναῖο στρατηγό Δημοσθένη ν᾽ ἀποκλείσει τήν Λευκάδα, ἀπομονώνοντάς την μέ τεῖχος». (Σχ. βλ. Θουκιδίδης, Ἱστορίαι, 3.94.2)
Ἀπό τόν Ἀρριανό: «Ἐνταῦθα δέ καταστρατοπεδεύσας ἔγνω ἀποτειχίζειν τήν εἴσω πόλιν», δηλαδή «στρατοπέδευσε ἐκεῖ καί ἀποφάσισε νά ἀποκλείσει τήν μέσα πόλη μέ τεῖχος». (Σχ. βλ. Ἀρριανός, Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις, 1.18.3)
Πάλι ἀπό τόν Ξενοφῶντα: «Οὐ δύναιντο τήν Χερρόνησον ἐργάζεσθαι· φέρεσθαι γάρ καί ἄγεσθαι ὑπό τῶν Θρᾳκῶν· εἰ δ᾽ ἀποτειχισθείη ἐκ θαλάττης εἰς θάλατταν, καί σφίσιν ἄν γῆν πολλὴν καί ἀγαθήν εἶναι ἐργάζεσθαι», δηλαδή «δέν μποροῦσαν πιά νά καλλιεργήσουν τήν Χερσόνησο, ἐπειδή τήν καταλήστευαν οἱ Θράκες — ἐνῶ, ἄν χτιζόταν ἕνα προστατευτικό τεῖχος ἀπό τή μιά θάλασσα ὡς τήν ἄλλη, θά ὑπῆρχε ἄφθονη κι εὔφορη γῆ νά καλλιεργήσουν». (Σχ. βλ. Ξενοφών, Ἑλληνικά, 3.2.8)
Ἡ ἑρμηνεία, ἑπομένως, τῆς λέξεως «ἀποτείχισις» ὡς «ἔξοδος ἀπό ἕνα χῶρο» εἶναι ἐντελῶς λανθασμένη, ἀφοῦ δέν στηρίζεται γραμματολογικά πουθενά καί, κατά συνέπεια, εἶναι παρερμηνεία ἄδολη ἤ σκόπιμη. Ὅσοι θέλουν νά προστατευθοῦν καί νά μείνουν ἐντός Ἐκκλησίας, χωρίς τήν μόλυνση τῆς αἱρέσεως τοῦ ψευδεπισκόπου, αὐτοί δέν χρειάζεται νά σηκωθοῦν, νά ἐξέλθουν καί νά πᾶνε κάπου, ἀλλά, ἀντίθετα, εὑρισκόμενοι στόν χῶρο τους, στήν θέση τους, δηλαδή ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, ὀφείλουν νά ἀποτειχιστοῦν, δηλαδή νά προστατευθοῦν καί νά ὀχυρωθοῦν μέ αὐτό τό τεῖχος, πού προβλέπεται καί ὁρίζεται ἀπό τήν Ἐκκλησία μας: Οἱ ἱερεῖς μέ τήν διακοπή μνημονεύσεως τοῦ ψευδεπισκόπου, διότι διαφορετικά ἔχουν κοινωνία ἐν Κυρίῳ μαζί του τήν ὥρα τῆς ἱερωτάτης Θείας Λειτουργίας, ὁμολογοῦντες τήν ἰδία πίστη μέ αὐτόν, καί οἱ λαϊκοί, γιά τόν ἴδιο λόγο, μέ τόν ἐκκλησιασμό τους σέ χώρους, ὅπου λειτουργοῦν «ἀποτειχισμένοι», δηλαδή προστατευμένοι ἀπό τήν αἵρεση, ἱερεῖς.
Κατακλείοντας, ἐπαναλαμβάνουμε ὅτι οἱ «ἀποτειχισμένοι» δέν φεύγουν ἀπό κάπου, ἀλλά μένουν στήν θέση τους καί κτίζουν τεῖχος προστασίας.
Ἔχουν, ὅμως, ἤδη φύγει ἀπό τήν θέση τους ἐντός τῆς Ἐκκλησίας αὐτοί, πού διδάσκουν καί πράττουν ἀντιευαγγελικά, ἀντιεκκλησιαστικά, ἀντιπατερικά, συνεπῶς, ἀντι-ἁγιοπνευματικά, πράγματα. Αὐτοί κι ἄν χρειάζονται «ἀποτείχιση», δηλαδή ὀχύρωση ἀπό τήν αἵρεση, πού τούς διαβρώνει πνευματικά, ἐπιστρέφοντας ἄμεσα στό ἀσφαλές περιβάλλον τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή ἐντός τῶν τειχῶν!
Πρέπει, τέλος, νά γίνει ἀντιληπτό ὅτι οἱ παρερμηνεῖες τοῦ ὅρου «ἀποτείχισις» δέν ἀποδεικνύουν μόνο τήν γραμματολογική καί ἐννοιολογική πενία καί ἔνδεια ὅσων τίς ἐπικαλοῦνται, ἀλλά – ἀκόμη χειρότερα – προσβάλλουν βάναυσα α) τόν ἐν ἁγίοις πατέρα ἡμῶν Φώτιο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως τόν Μεγάλο, β) τήν Ἁγία ΑΒ΄ Σύνοδο (861), γ) τό Πανάγιον Πνεῦμα, πού τούς ἐφώτισε, καί δ) ὅλους τούς Ἁγίους, πού ἀνά τούς αἰῶνες ἐφήρμοσαν τόν 15ο Ἱερό Κανόνα τῆς ΑΒ΄. Γι’ αὐτό καί ἀποτελοῦν βλασφημία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, Πνευματομαχία, Συνοδομαχία, Πατρομαχία καί Ἱεροκανονομαχία. Εἶναι ἀδύνατον ὁ Ἅγιος Φώτιος καί οἱ σύν αὐτῷ Ἅγιοι Πατέρες τῆς ΑΒ΄ Συνόδου νά συνέτασσαν Ἱερό Κανόνα, πού νά βγάζει κληρικούς καί πιστούς ἐκτός Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, δημιουργώντας σχίσμα. (Σχ. βλ. Πρωτοπρεβ. Θεοδώρου Ζήση, Δέν εἶναι σχίσμα ἡ ἀποτείχιση. Ὀφειλόμενες ἐξηγήσεις, Σειρά Καιρός, Θέματα Ἐκκλησιαστικῆς Ἐπικαιρότητος 24, ἐκδ. Τό Παλίμψηστον, Θεσσαλονίκη 2017 καί Πρωτοπρεσβ. Ἀγγέλου Ἀγγελακοπούλου, Συμβολή στό θέμα τῆς διακοπῆς μνημοσύνου, Πειραιεύς, 10-01-2018, https://sotiriosnavs.com/)
Ὁ δημοφιλής, φωτισμένος καί ἀποτειχισθείς μοναχός Γαβριήλ ὁ Ἁγιορείτης, Γέρων τοῦ Ἱεροῦ Κουτλουμουσιανοῦ Κελλίου τοῦ Ὁσίου Χριστοδούλου τοῦ ἐν Πάτμῳ, λέγει ὅτι «ὅποιος μιλᾶ ἐναντίον τῆς ἀποτείχισης εἶναι αἱρετικός». (Σχ. βλ. Γέρων Γαβριήλ Ἁγιορείτης γιά τήν ἀποτείχιση, 13-05-2020, https://www.youtube.com/watch?v=iFllIr70CDw&t=4s καί Γέροντας Γαβριήλ, Διακοπή μνημόνευσης καί Ἀποστολικοί Κανόνες, 06-07-2021, https://www.youtube.com/)».
Μετά του προσήκοντος σεβασμού και τιμής,
π. Ιουστίνος Τσιουτέα
ελάχιστος εν πρεσβυτέροις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου