ΕΛΛΗΝΕΣ,
ΠΑΛΙΑ ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
του αρχιμανδριτου Αθανασιου Σιαμακη
Οἱ Ἕλληνες γιὰ τὸ
Θεὸ ἀποτελοῦν ἐξαιρετικὰ ἐνδιαφέρουσα περίπτωσι, καθὼς ἡ ἀγάπη του γι᾿ αὐτοὺς καὶ γιὰ τὸ ἔθνος τους ἐκδηλώνεται
ζωηρὰ ἀπὸ τὴν ἀρχαϊκὴ ἱστορία τους (11 π.Χ. αἰ.), ὅπως θὰ δοῦμε. Ὁ ἐκλεγμένος περιούσιος
λαός, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἔμελλε νὰ προέλθῃ τὸ κατὰ σάρκα ὁ Χριστός, εἶναι βέβαια ὁ Ἰσραήλ, μὲ τὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς ἔχει
κάνει εἰδικὲς συμφωνίες (διαθῆκες), γιὰ τὸ πῶς πρέπει νὰ πορευθῇ, προκειμένου νὰ
παραμείνῃ στὴν εὐαρέσκειά του αἰωνίως.
Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ὁ Θεὸς ἤξερε τὴ δυστροπία καὶ ἀσυνέπεια ποὺ
θὰ ἐκδηλώσῃ ὁ Ἰσραὴλ στὸ μέλλον, καθὼς καὶ τὴν ἀθέτησι τῶν συμφωνηθέντων, ἑτοιμάζει
ἀπὸ νωρὶς τὴν ἐναλλακτικὴ συνέχισι τοῦ σχεδίου του μὲ τὸ ἔθνος τῶν Ἑλλήνων, παρ᾿
ὅλο ὅτι ἐκεῖνο δὲν τὸν γνωρίζει ἀκόμη, οὔτε κἂν ὑποπτεύεται μιὰ τέτοια τιμὴ ἐκ
μέρους του, γι᾿ αὐτὸ καὶ συνεχίζει νὰ ζῇ στὸ βαθὺ σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρίας. Ὁ
Θεὸς ὅμως, θ᾿ ἀξιοποιήσῃ ἐν καιρῷ τὸ ἔθνος αὐτὸ σὰν νέο περιούσιο λαό. Στὶς
περιπτώσεις ποὺ θ᾿ ἀναφερθοῦν στὴ συνέχεια φαίνεται σαφῶς ὅτι δείχνει πρὸς τοὺς
Ἕλληνες καὶ τὴν Ἑλλάδα τὴν προτίμησί του, τοὺς προειδοποιεῖ καὶ τοὺς
προετοιμάζει.
Ἀπὸ ποῦ πληροφορούμαστε τὴν εὔνοια τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς Ἕλληνες
καὶ τὴν ἑτοιμασία τους γιὰ τὸν ὑψηλὸ προορισμό τους; Ὄχι πάντως ἀπὸ τοὺς ἴδιους. Διότι, ὅπως εἴπαμε,
εἶναι ἄσχετοι μὲ τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ δὲν ἔχουν καμμιὰ ἐπικοινωνία μαζί του, οὔτε
γνωρίζουν τὸ σχέδιό του γιὰ τὴ λύτρωσι τῶν ἀνθρώπων[1]. Ἀντλοῦμε λοιπὸν ἀπὸ τοὺς προφῆτες τοῦ Ἰσραήλ, στοὺς ὁποίους
μιλάει ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς καὶ τῶν ὁποίων οἱ προρρήσεις εἶναι καταγραμμένες στὴ
θεόπνευστη καὶ ἀδιαφιλονίκητη Βίβλο.
Οἱ Ἕλληνες λοιπὸν ἀναφέρονται στὴν Παλαιὰ Διαθήκη
περίπου 30 φορές, τὶς περισσότερες ἀπ᾿ αὐτὲς μὲ εὔφημο τρόπο. Ἡ μνεία τους
γίνεται ἀπὸ τοὺς προφῆτες Ἠσαΐα,
Σοφονία, Ἰερεμία, Ἰωήλ, Ἰεζεκιήλ, Δανιήλ, Ζαχαρία, καὶ ἀπὸ τὸν 71ο
Ψαλμό, ποὺ εἶναι ἀρχαιότερος ἀπ᾿ αὐτούς. Οἱ ἀναφερθέντες ἔζησαν σὲ μιὰ περίοδο
6 αἰώνων, ἀπὸ τὸν ΙΑ΄μέχρι τὸν Ε΄π.Χ. αἰῶνα. Σ᾿ αὐτὲς τὶς 30 ἀναφορὲς οἱ Ἕλληνες
καὶ ἡ χώρα τους ἀναφέρονται μὲ δυὸ ὀνόματα,
Νῆσοι καὶ Ἕλληνες[2]. Ὁ Ὅμηρος
(Θ΄π.Χ. αἰ.) τοὺς λέει Ἴωνες [3] καὶ ὁ Ἀριστοτέλης (Δ΄π.Χ. αἰ.) Γραικούς [4].
Οἱ τρεῖς ἀρχαιότεροι ἀπὸ τοὺς προαναφερθέντες 8 προφῆτες
(Ψαλμῳδὸς Ἠσαΐας καὶ Σοφονίας) ὀνομάζουν τὴν ἑνιαία Ἑλλάδα καὶ τοὺς κατοίκους
της Νήσους, ἐνῷ οἱ ὑπόλοιποι πέντε τὴν
ὀνομάζουν ἄλλοτε Νήσους καὶ ἄλλοτε Ἰωνίμ (= Ἴωνες, Ἕλληνες).
Γιατί τοὺς ἀποκαλοῦν Νήσους; Γιὰ τὸν εὐνόητο λόγο ὅτι ἡ
Ἑλλάδα εἶναι νησιωτικὴ χώρα. Κύπρος, Κρήτη, Πελοπόννησος, Σικελία, Δωδεκάνησα,
Κυκλάδες, Ἑπτάνησα, ὅλα ἑλληνικὰ νησιὰ τῆς Μεσογείου. Αὐτὰ γνωρίζει ὁ ἀνατολικῶς
τῆς Μεσογείου βιβλικὸς Ἰσραὴλ καὶ ὅλοι οἱ ἄλλοι ἀρχαῖοι παραμεσόγειοι λαοί. Ἐξ ἄλλου
ἡ ἴδια ἡ μητροπολιτικὴ Ἑλλάδα εἶναι χερσό-νησος.
Ἂς περάσουμε στὶς κυριώτερες προφητεῖες.
Ὁ 71ος Ψαλμὸς (ΙΑ΄π.Χ. αἰ.) εἶναι γραμμένος ἀπὸ ἄγνωστο
ποιητή, ἄνθρωπο τοῦ ἀμέσου περιβάλλοντος τοῦ Δαυῒδ. Εἶναι τὸ ἀρχαιότερο κείμενο
στὴν παγκόσμια γραμματεία, ποὺ ἀναφέρει
τὴν Ἑλλάδα ὡς Νήσους, ἀρχαιότερο καὶ ἀπὸ
τὰ ὁμηρικὰ ἔπη. Λέει·
Βασιλεῖς Θαρσὶς καὶ Νῆσοι δῶρα
προσοίσουσιν (στ. 10).
Ὁ ποιητὴς
προφητεύει τὴν προσέλευσι τῆς Ἑλλάδος στὸ Χριστό. Θὰ ἔρθουν, λέει, οἱ Ἕλληνες θὰ
τὸν προσκυνήσουν καὶ θὰ τοῦ προσφέρουν δῶρα. Ἡ εἰκόνα ἔχει ὁμοιότητες μὲ τὴ
γνωστὴ ἐκείνη τῶν μάγων ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὴν ἀνατολή, προσκυνοῦν τὸ παιδίον, καὶ προσφέρουν δῶρα χρυσὸν καὶ
λίβανον καὶ σμύρναν (Μθ 2,11) γιὰ λογαριασμὸ τῶν λαῶν τῆς ἀνατολῆς. Ἂν σήμερα ἡ Ἑλλάδα εἶναι ὁ ὀμφαλὸς τοῦ
Χριστιανισμοῦ, ὁ Θεὸς τὸ δηλώνει τόσο νωρὶς ὅτι ἡ χώρα αὐτὴ θ᾿ ἀσπαστῇ μὲ χαρὰ καὶ εὐγνωμοσύνη τὴν ἀποκαλυμμένη
ἀλήθεια καὶ θὰ συνεισφέρῃ στὴν ἐξάπλωσί της. Ὁ Θεὸς ἐμφανίζεται στὸ στίχο σὰν ἀφ᾿
ὑψηλοῦ παρατηρητὴς καὶ ἐκφωνητὴς τοῦ γεγονὀτος, ἀλλὰ βέβαια δὲν εἶναι μόνο
παρατηρητής· εἶναι καὶ ῥυθμιστὴς τοῦ μέλλοντος, εἶναι αὐτὸς ποὺ προβλέπει τὴν
παρευδοκίμησι τοῦ Ἰσραὴλ καὶ στὴ θέσι ἐκείνου τὴν ἀνάδειξι τοῦ νέου ἀγαπητοῦ
λαοῦ τῶν Ἑλλήνων, ποὺ θὰ ὑποκαταστήσῃ ἐκεῖνον. Θαρσὶς εἶναι ἡ πόλι Ταρτησσὸς τῆς ΝΑ Ἱσπανίας, ποὺ ἦταν περίφημη γιὰ
τὰ μεγάλα πλοῖα, τὰ ναυπηγούμενα στὸ λιμάνι της, καὶ τὴν ἀκμαία ναυτιλία της
(Ψα 47,8· Ἠσ 60,9). Ὁ Ψαλμὸς προβλέπει καὶ γιὰ τὴν πόλι αὐτὴ παράλληλη ἱστορία.
Κι᾿ ἐρχόμαστε στὸν Ἠσαΐα
(810-750) π.Χ. Οἱ προφητικὲς ἐξαγγελίες του ἀναφέρουν τὴν Ἑλλάδα πάλι ὡς Νήσους δέκα φορές [5], καὶ πάντοτε μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ἡ χώρα αὐτὴ εἶναι ἡ ἀγάπη καὶ ἡ νοσταλγία
τοῦ μνηστῆρος Θεοῦ πρὸς τὴ μνηστή του Ἑλλάδα. Σ᾿ αὐτὲς τὶς ἐξαγγελίες ὁ Κύριος
σχεδιάζει καὶ ἑτοιμάζει πολὺ λαμπρὲς σχέσεις μὲ τὴν Ἑλλάδα καὶ τοὺς Ἕλληνες ἀπὸ
τὴν ἀρχαϊκὴ ἐποχή, τὴ λεγομένη γεωμετρική (Θ΄-Η΄π.Χ. αἰ). «Ἀρχίστε μαζί μου μιὰ
νέα σχέσι», λέει στοὺς Ἕλληνες, ἀφήνοντας νὰ νοηθῇ ὅτι ἡ σχέσι τῶν Ἰουδαίων
μαζί του ἔχει φθαρῆ καὶ ψυχρανθῆ. Φλερτάρει τοὺς Ἕλληνες. Τοὺς στέλνει σύσσημον, δηλαδὴ μήνυμα, καὶ σημεῖα, δηλαδὴ κοσμήματα ποὺ στέλνει ὁ μνηστήρας στὴ μνηστή του κατὰ τὸν
ἀρραβῶνα. Τοὺς ὑπόσχεται ὅτι θὰ τοὺς στείλῃ προξενητάδες, ἐννοώντας προφανῶς τὸν
ἀπόστολο Παῦλο καὶ τοὺς συνεργάτες του, ποὺ θὰ συντελέσουν στὴ γνωριμία τους
μαζί του. Δηλώνει ὅτι τοὺς ἀγαπάει ἰδιαίτερα σὰν τὸν πλησιέστερο λαὸ στὸν εὐρύτερο
ὑπερεθνικὸ λαὸ τῆς χριστιανωσύνης, ἡ ὁποία ὁσονούπω ἔρχεται.
Λέει ἀκόμη στὰ παραπάνω χωρία ὁ Ἠσαΐας καὶ γιὰ τὸ πῶς ἀκοῦν
τὰ λόγια αὐτὰ οἱ Ἕλληνες καὶ πῶς αἰσθάνονται. Οἱ Ἕλληνες, λέει, «τὸν περιμένουν» μὲ ἀγάπη καὶ
χαρά. «Θὰ τὸν δεχτοῦν», «θὰ στηρίξουν τὴν ἐλπίδα τους στὸ ῥωμαλέο μπράτσο του»,
ὅπως ἡ μνηστὴ στηρίζεται (ἀγκαζὲ) στὸ μπράτσο τοῦ μνηστῆρος της κι αἰσθάνεται ἀσφάλεια,
καμάρι καὶ ἀποκλειστικότητα. «Θὰ τὸν προσέχουν» στὰ μάτια καὶ θὰ «ὑπακοῦν» στὸ
λόγο του. «Θὰ ἔχουν νὰ λὲν γιὰ τὶς ἀρετές του», τὴν ἀντρειά του καὶ τὴν παλληκαριά
του. Θὰ τὸν «δοξάζουν» καὶ θὰ τὸν ὑμνοῦν μὲ «ὕμνον καινόν», δηλαδὴ σὰν μὲ ἄλλο ῥομαντικὸ
τραγούδι τῶν ἐρωτευμένων. «Ἡ δόξα Κυρίου» θὰ θρονιαστῇ στὴν Ἑλλάδα, ὅπως ὁ κάθε
μνηστήρας λαχταράει νὰ θρονιαστῇ στὸ σπίτι τῆς μνηστῆς του, γιατὶ ἐκεῖ περνάει ὄμορφα.
Ὅλ᾿ αὐτὰ τὰ κολακευτικὰ λόγια δὲν εἶναι ἐθνικιστικὰ ὄνειρα
δικά μου, ἀγαπητοί μου, ἀλλὰ λόγια τοῦ Θεοῦ ποὺ λέγονται διὰ στόματος τοῦ
προφήτου Ἠσαΐου, καὶ δὲν μπορῶ νὰ τ᾿ ἀποσιωπήσω σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ οἱ ἐνδιαφερόμενοι
Ἕλληνες δὲν τὰ γνωρίζουν. Ὁ Ἠσαΐας, ὅπως εἶναι ὁ κυριώτερος πρὸ Χριστοῦ εὐαγγελιστὴς
γενικῶς, εἶναι καὶ εἰδικὰ γιὰ τοὺς Ἕλληνες ὁ κυριώτερος τέτοιος εὐαγγελιστής
των. Τὰ λόγια του γιὰ τοὺς Ἕλληνες θὰ τὰ ζήλευε κάθε ἔθνος, ἀλλὰ λέγονται μόνο
γι᾿ αὐτούς. Κανένα ἄλλο ἔθνος δὲν ἐξυμνεῖται τόσο ὡς τὸ καινούργιο «φλέρτ» τοῦ
Κυρίου, ὅσο οἱ Ἕλληνες. Τὸ ἔθνος τῶν Ἑβραίων ἀκούγοντας τὰ λόγια τοῦ Ἠσαΐου
κατσουφιάζει, διότι βλέπει ὅτι τὴ θέσι του τὴ διεκδικεῖ καὶ τὴν παίρνει ἄλλος
λαός. Καὶ φυσικὰ φθονεῖ [6] ποὺ ἄλλοι
κερδίζουν τὴν πρώτη ἀγάπη τοῦ Κυρίου, ἐνῷ αὐτοὶ παραμερίζονται.
Ὁ Σοφονίας προφητεύει
ὅτι οἱ Ἕλληνες «θὰ προσκυνήσουν τὸν Κύριο ἀπὸ τὸν τόπο τους» (2,11). Θὰ τὸν προσκυνήσουν
δηλαδή, ὄχι πηγαίνοντας στὴ χώρα τοῦ Ἰσραήλ, ὅπως ἔκαναν οἱ μέχρι τώρα
προσήλυτοι τοῦ Ἰσραήλ, ἀλλὰ ἡ νέα πίστι θὰ ἔχῃ ἐξαπλωθῆ καὶ στὴν Ἑλλάδα καὶ ὁ
Κύριος θὰ προσκυνῆται καὶ ἐκεῖ, διότι οἱ Ἕλληνες θὰ ἔχουν δεχθῆ τὴν πίστι στὸ
Χριστό. Ὁ Κύριος δὲν θὰ ἑδρεύῃ πλέον μόνο στὴν Ἰερουσαλήμ, ὅπως πίστευαν οἱ Ἰουδαῖοι.
Ἀνησυχητικὴ ἡ προφητεία γιὰ τὸν ἑβραϊκὸ ἐθνικισμό, σῆμα κινδύνου ὅτι
μετατοπίζεται τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ Θεοῦ. Ἡ Ἑλλάδα ὡς ἄλλη ἀντεράστρια ἀρχίζει νὰ
κάνῃ πέρα τὴν πρώην.
Ἀπὸ τὶς τέσσερες [7]
προφητεῖες τοῦ Ἰερεμίου, ποὺ εἶναι καὶ
αὐτὸς τοῦ Ζ΄ π.Χ. αἰῶνος, περίπου σύγχρονος τοῦ Σοφονίου, στὶς δύο οἱ Ἕλληνες ὀνομάζονται
Νῆσοι καὶ στὶς δύο Ἴωνες, δηλαδὴ Ἕλληνες. Σ᾿ αὐτὲς μιλάει
γιὰ μάχαιραν ἑλληνικήν, ποὺ θὰ
συντρίψῃ, κατατροπώσῃ, ἐξολοθρεύσῃ τοὺς Αἰγυπτίους καὶ τοὺς Βαβυλωνίους, τὶς δυὸ
μεγάλες δυνάμεις, ποὺ στὶς ἡμέρες του ἀπειλοῦν τὴν Ἰερουσαλήμ. Οἱ Αἰγύπτιοι
φέρονται νὰ προαισθάνωνται τὸν κίνδυνο τῆς ἑλληνικῆς μαχαίρας, καὶ τρεπόμενοι σὲ
φυγή, λένε μεταξύ τους· «Τρέξτε νὰ
καταφύγουμε στὴν πατρίδα μας», γιὰ νὰ σωθοῦμε. Στὶς δύο ἄλλες μαρτυρίες πάλι ὁ
Κύριος φέρεται νὰ δίνῃ ἐντολὴ νὰ ἐξολοθρευθοῦν οἱ Βαβυλώνιοι ἀπὸ προσώπου ἑλληνικῆς μαχαίρας. Εἶναι
πρόδηλο ὅτι αὐτὲς οἱ μαρτυρίες ἀποτελοῦν τὸ ἀρχαιότερο ντοκουμέντο γιὰ τὴν ἑλληνικότητα
τῶν Μακεδόνων, διότι «σπαθὶ Ἕλληνος» ἢ «σπαθὶ Ἰωνος» ἢ «σπαθὶ ἑλληνικόν», ποὺ
συνέτριψε τοὺς Αἰγυπτίους καὶ τοὺς Βαβυλωνίους, δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὸ σπαθὶ τοῦ
Μακεδόνος Μ. Ἀλεξάνδρου. Πανάρχαιη μαρτυρία τῆς προκλασσικῆς ἐποχῆς, σὲ ἀνύποπτο
χρόνο, ξένη (ὄχι ἑλληνικὴ ἀλλὰ ἑβραϊκή), ὑψηλῆς ἀξιοπιστίας, κατατεθειμένη ἀπὸ ἄνθρωπο
ἀδιάφορο γιὰ τὰ ἐθνικὰ προβλήματα τῶν Μακεδόνων Ἑλλήνων καὶ τοῦ Ἕλληνος Ἀλεξάνδρου.
Οὔτε στ᾿ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ κείμενα τῆς ἐποχῆς τοῦ Ἰερεμίου δὲν ἀναφέρονται ἀκόμη οἱ Μακεδόνες. Τόσο ἀρχαία εἶναι. Εἶναι δέ,
ὄχι ἁπλῶς ἱστορικὸ ἀλλὰ καὶ θεόπνευστο ντοκουμέντο, προερχόμενο ἀπὸ θεόπνευστο ἄντρα,
καταχωρισμένη στὸ ὁμώνυμο θεόπνευστο βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης.
Ὁ προφήτης Ἰωὴλ
(4,6) (Ζ΄ π.Χ. αἰ.) ἀναφέρει τοὺς Ἕλληνες ἱστορικά, ὄχι προφητικά. Ἐλέγχοντας
τοὺς φαύλους Ἰουδαίους γιὰ δουλεμπορία, τοὺς λέει᾿ «Πουλᾶτε φτωχοὺς Ἰουδαίους
καὶ Ἰεροσολυμῖτες στοὺς Ἕλληνες, γιὰ νὰ τοὺς πετάξετε ἔξω ἀπὸ τὰ οἰκόπεδά
τους καὶ τὰ χωράφια τους», ὥστε νὰ τοὺς τ᾿ ἁρπάξετε. Τί ἐννοεῖ ὁ Θεὸς σ᾿ αὐτήν;
Ὅτι οἱ πλούσιοι τοκογλύφοι Ἑβραῖοι ἔδιναν δάνεια σὲ ἀπόρους ὁμοεθνεῖς των, κι ἐπειδὴ
ἐκεῖνοι δὲν μποροῦσαν νὰ τὰ ἐπιστρέψουν, καὶ τὰ δάνεια διωγκώνονταν μὲ τόκους
καὶ ἐπιτόκια, οἱ ἄσπλαχνοι δανεισταὶ πωλοῦσαν τοὺς ἴδιους καὶ τὶς οἰκογένειές
τους σὲ Ἕλληνες ποὺ ἀσκοῦσαν δουλεμπορία
καὶ πειρατία στὰ παράλια τῆς Παλαιστίνης. Οἱ Ἕλληνες ἀγόραζαν αὐτοὺς καὶ τὶς
περιουσίες τους καὶ στὴ συνέχεια τοὺς
μεταπωλοῦσαν σὲ ἄλλους μὲ τὸ ἀζημίωτο.
Σὰν σὲ παρένθεσι νὰ πῶ ὅτι ἡ ἄσκησι πειρατίας καὶ δουλεμπορίας ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες στὴ Μεσόγειο καὶ μάλιστα στ᾿ ἀνατολικὰ
παράλια μαρτυρεῖται καὶ ἀπὸ τὸν Ὅμηρο. Μάλιστα ὁ ποιητὴς μιλάει γιὰ τὸ ἔργο αὐτὸ
σὰ νὰ εἶναι κοινωνικῶς ἀνεκτό [8].
Λέει λ.χ. ὅτι, ὅταν ὁ πολυμήχανος Ὀδυσσεὺς ἐπέστρεψε στὴν Ἰθάκη ταλαιπωρημένος
καὶ ἀγνώριστος, συστήνεται στὸ δοῦλο του Εὔμαιο, χοιροβοσκὸ τοῦ παλατιοῦ, ποὺ δὲν
τὸν ἀναγνώρισε, ὡς τάχα Κρητικὸς πειρατὴς σὲ ξένα παράλια. Καὶ ὁ Εὔμαιος πῆρε
θάρρος καὶ τοῦ ἐκμυστερεύεται ὅτι καὶ αὐτὸς ἦταν θῦμα πειρατίας. Ἐνῷ ἦταν,
λέει, βασιλόπουλο στὴ Συρία, ἁρπάχθηκε ἀπὸ πειρατὰς καὶ πουλήθηκε σὲ Ἕλληνες,
κι ἔτσι κατέληξε χοιροβοσκὸς τοῦ Ὀδυσσέως[9].
Παραλείπω τὸν ἑπόμενο προφήτη Ἰεζεκιὴλ
[10] (ἀκμὴ 635 π.Χ.) καὶ τὸν τελευταῖο
Ζαχαρία (9,13-16) (F΄π.Χ. αἰ.) καὶ ἔρχομαι
στὸν προφήτη Δανιήλ (600 π.Χ.). Σ᾿ αὐτὸν
γίνονται 6 ἀναφορὲς στοὺς Ἕλληνες, πολὺ ἀποκαλυπτικὲς καὶ ἄκρως ἐνδιαφέρουσες. Ἀναφέρονται
δὲ στὸν ἀνεπανάληπτο βασιλέα καὶ ἡγέτη τῶν Ἑλλήνων Μ. Ἀλέξανδρο. Ἀναφέρω μόνο τὶς
τρεῖς.
Στὴν πρώτη ἀναφορὰ
(2,32) ὁ Δανιὴλ ἐξηγεῖ τὸ ὄνειρο τοῦ Ναβουχοδονόσορ ὅτι τὰ 4 μέρη τοῦ ἀνδριάντος
(χρυσὸ ἀσημένιο χάλκινο καὶ σιδερένιο, ἤτοι κεφάλι, μέση, γόνατα, πέλματα) εἶναι
διαδοχικὰ οἱ 4 αὐτοκρατορίες βαβυλωνιακή, περσική, μακεδονική, καὶ ῥωμαϊκή, ποὺ
ἐπικρατοῦν στὴ Μεσόγειο καὶ Ἀσία. Γιὰ τὴν τρίτη, τὴ Μακεδονική, ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρει,
λέει· «Ἡ τρίτη βασιλεία, ἡ χάλκινη, θὰ κατακτήσῃ ὅλη τὴ γῆ (Δα 2,39)». Εἶναι
σεφέστερο τοῦ σαφοῦς ὅτι ἐννοεῖ τὸ κράτος τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου καὶ τῶν διαδόχων
του, ὁ ὁποῖος, ὡς γνωστόν, ὑποτάσσει ὅλη τὴ γνωστὴ τότε γῆ ἀπὸ τὸν Ἑλλήσποντο
μέχρι τὴν Ἰνδία.
Στὴ δεύτερη ἀναφορὰ
ὁ Δανιὴλ σὲ προφητικό, ἐκστασιακό, ἀποκαλυπτικὸ ὅραμά του βλέπει φτερωτὴ τετραπτέρυγη πάρδαλι μὲ
ἕνα καὶ μετὰ μὲ 4 κεφάλια, κεραυνοβόλου ὁρμητικότητος (Δα 7,6), ποὺ σαφῶς ὡς
πάρδαλις ἐννοεῖται πάλι ὁ Μ. Ἀλέξανδρος.
Στὴν τρίτη ἀναφορὰ οἱ Ἕλληνες λέγονται μὲ τ᾿
ὄνομά τους. Ὁ Δανιὴλ βλέπει στὸ ὅραμα δύο ζῷα, τὸν κριὸ ποὺ κερατίζει πρὸς ὅλα
τὰ σημεῖα τοῦ ὁρίζοντος καὶ ποδοπατεῖ ὅλα τὰ ζῷα, καὶ τὸν τράγο ποὺ ἐξοντώνει τὸν
κριὸ καὶ κυριαρχεῖ στὴ θέσι του αὐτός. Στὸ ὅραμα ὁ Δανιὴλ εἶδε καὶ ἄλλες
λεπτομέρειες ἀπὸ τὴν πορεία τοῦ τράγου, στὶς ὁποῖες ζωγραφίζεται νοητῶς ὁ Μ. Ἀλέξανδρος.
Ὁ τράγος, λέει, εἶχε πολὺ μεγάλο κέρατο κι ἐρχόταν ἀπὸ τὴ δύσι διατρέχοντας ὅλες
τὶς χῶρες τῆς ἀνατολῆς, κι ἀπὸ τὴν ταχύτητα τὰ πόδια του δὲν ἄγγιζαν τὸ ἔδαφος.
Ὥρμησε μὲ σφοδρότητα ἐναντίον τοῦ κριοῦ, τὸν χτύπησε, τοῦ ἔσπασε τὰ κέρατα, τὸν
ἔρριξε κάτω στὴ γῆ, καὶ τὸν ποδοπάτησε· καὶ δὲν ὑπῆρχε κανεὶς ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ
τὸν γλυτώσῃ ἀπὸ τὸν ἐξαγριωμένο τράγο. Ἔπειτα ὁ τράγος ἔγινε πολὺ μεγάλος, ἀλλὰ
πάνω στὸ κορύφωμα τῆς δυνάμεώς του τὸ μεγάλο κέρατό του κομματιάστηκε, καὶ στὴ
θέσι του φύτρωσαν 4 ἄλλα κέρατα. Τὸ ὅραμα ἐξηγεῖ στὸ Δανιὴλ ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ
λέγοντας ὅτι ὁ κριὸς εἶναι ὁ βασιλεὺς τῶν Μήδων καὶ τῶν Περσῶν, καὶ ὁ τράγος ὁ
βασιλεὺς τῶν Ἑλλήνων. Ἐπὶ λέξει λέει· «Ὁ τράγος τῶν αἰγῶν βασιλεὺς Ἑλλήνων· καὶ
τὸ κέρας τὸ μέγα, ὃ ἦν ἀναμέσον τῶν ὀφθαλφῶν αὐτοῦ, αὐτός ἐστιν ὁ βασιλεὺς ὁ πρῶτος»
(ὁ Μ. Ἀλέξανδρος). Ὁ Ἀλέξανδρος λοιπὸν εἶναι βασιλεὺς τῶν Ἑλλήνων. Ἄρα ἡ
Μακεδονία εἶναι Ἑλλάς. Εὐνόητο ὅτι τὰ 4 κέρατα ποὺ φύτρωσαν σημαίνουν τὰ 4
κράτη τῶν διαδόχων τοῦ Ἀλεξάνδρου ἀνατολικὰ δυτικὰ βόρεια καὶ νότια. Τὸ ἀνατολικὸ
κέρατο, τὸ ἰσχυρὸ κράτος τῶν Σελευκιδῶν, κακοποίησε τὸ λαὸ τοῦ Κυρίου (Δα 8,1-21).
Ἂς σημειωθῇ ὅτι οἱ ἀρχικὲς πηγὲς γιὰ τὸν Ἀλέξανδρο καὶ
τὴν ἐκστρατεία του, στὶς ὁποῖες στηρίζονται οἱ ἱστορικοί, ἔχουν χαθῆ. Κάποιες ἀποσπασματικὲς
πληροφορίες μεταγενέστερες καὶ μικρότερης ἀξιοπιστίας ἀντλοῦν ἀπὸ τὸν Διόδωρο
Σικελιώτη (35 π.Χ.),[11], τὸν Πλούταρχο
(50-120 μ.Χ.),[12] τὸν Ἀρριανό
(95-175 μ.Χ. [13], τὸ βιβλίο Μακκαβαίων
Α΄, ποὺ εἶναι νόθο ἀνιαρὸ καὶ φλύαρο μεταχριστιανικό
φιλοσόφημα (1,1-10), κι ἀπὸ ἄλλες περιστασιακὲς καὶ ἀβέβαιες ἀναφορές.
Εἶναι περίεργο ὅμως πὼς οἱ ἱστορικοί, παλαιότεροι καὶ
νεώτεροι, ἀγνοοῦν τὸ γεγονός, -ἴσως θέλουν καὶ τὸ ἀγνοοῦν- ὅτι ὁ Ἀλέξανδρος ταυτισμένος
μὲ τὴν Ἑλλάδα, εἶναι πολυπροφητευμένη προσωπικότητα, 400 ἕως 700 χρόνια πρὶν
γεννηθῇ, ἀπὸ ἀληθέστατους ἄνδρες, τοὺς προφῆτες τοῦ Ἰσραήλ, ὅπως εἴδαμε. Διότι
πρόκειται γιὰ ἀδιαμφισβητήτου κύρους προφητεῖες, ποὺ δίνουν μοναδικὴ ἀξία στὴν ἱστορία
καὶ στὸ ῥόλο του, ἀσύγκριτα ἀνώτερη ἀπὸ ὅλες. Σύμφωνα μὲ αὐτές, τὸ πέρασμά του ἀπὸ
τὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος ὑφαίνεται μὲ τὴν ἱστορία τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία
τοῦ κόσμου. Ὁ Ἀλέξανδρος ἀποδεικνύεται ἀντάξιος τῶν προσδοκιῶν τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς
τὸν χρησιμοποίησε χωρὶς ὁ ἴδιος νὰ τὸ καταλάβῃ ὅτι δουλεύει γιὰ λογαριασμό του.
Ἐπιτρέψτε μου, παρακαλῶ, νὰ πῶ ὅτι τὰ πιὸ πάνω νέα
στοιχεῖα, ποὺ προκύπτουν ἀπὸ τὴ θεόπνευστη Βίβλο γιὰ τὸν ἄντρα, καὶ τὰς Νήσους, μὲ ὤθησαν νὰ ταξιδέψω μέχρι τὴν ἀντρειωμένη
μεγαλόνησο Κρήτη, ὑπείκοντας στὴν πρόσκλησί σας μέσῳ τοῦ ἀγαπητοῦ σας καὶ ἀγαπητοῦ
μου Ἰωάννου Δαμαρλάκη. Ἡ ἱστορία τοῦ Ἀλεξάνδρου, ἂν δὲν συνδυασθῇ μὲ τὸ σχέδιο
τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἀντληθῇ μόνο ἀπὸ τὰ πενιχρὰ ἱστορικὰ στοιχεῖα τῶν θύραθεν ἱστορικῶν,
ἀδικεῖται κατάφωρα.
2
Οἱ ἱστορικοί, κρίνοντας ὡς ἕναν ἀσυνήθιστο στρατηλάτη
καὶ πολιτισμικὸ κατακτητὴ καὶ εὐεργέτη τῆς ἀνθρωπότητος, χαρακτηρίζουν τὸν Ἀλέξανδρο
«προσωπικὴ ἰδιοφυία», τὸ ἔργο του «κοινοπολιτεία παιδείας» καὶ «κόσμο τοῦ ἑλληνικοῦ
πολιτισμοῦ» καὶ «ἠθικὸ πολιτισμό» ποὺ συνετέλεσε στὴ «διεύρυνσι σὲ μέγα βαθμὸ τῶν
ὁρίων τῆς γνώσεως» [14]. Τὸν
χαρακτηρίζουν καὶ μὲ πολλοὺς ἄλλους ἐγκωμιαστικοὺς χαρακτηρισμούς, ποὺ τοῦ ἀξίζουν.
Ἀλλ᾿ αὐτὰ εἶναι πολὺ λίγα γιὰ τὸν ἄντρα, καὶ λέγονται μὲ
τὴν περιωρισμένη ἀνθρώπινη ὀπτική, ποὺ ἀδικεῖ τὴν ὑπερκόσμια διάστασι τῆς
προσφορᾶς του. Πρέπει νὰ ποῦμε λοιπὸν ὅτι ἡ μεγαλύτερη προσφορά του εἶναι ἐκείνη
ποὺ ἔχει σχέσι μὲ τὴν μεγαλειώδη ὀπτική, ὅτι ἔγινε ὄργανο τοῦ Θεοῦ. Πῶς; Συντελώντας
μὲ τὶς κατακτήσεις του στὴν εὐρύτατη ἐπικράτησι τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης, αὐτῆς ποὺ
ἔμελλε νὰ γίνῃ τὸ ἐφαλτήριο ἐκτινάξεως τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ σὲ ὅλο τὸ γνωστὸ τότε
κόσμο, γκρεμίζοντας τὰ κατὰ τόπους ἐθνικὰ καὶ γλωσσικὰ θριγκώματα, καὶ
καθιστώντας ὁμόγλωσσα τὰ ἔθνη τῆς στεφάνης τῆς Μεσογείου, καθὼς καὶ τὰ τῆς ἐγγὺς
καὶ ἄπω ἀνατολῆς.
Οἱ κατακτώμενοι βάρβαροι ἀπὸ τὴ Σικελία μέχρι τὴ
Βακτριανὴ καὶ ἀπὸ τὸ Δούναβι μέχρι τὴν Αἴγυπτο καὶ τὴν Κυρήνη, ὅπως ἀγάπησαν τὸν
Ἀλέξανδρο καὶ τὸν περίμεναν, ὄχι σὰν κατακτητή, ἀλλὰ σὰν ἐλευθερωτὴ ἀπὸ τὴ
δυναστεία τῶν δικῶν τους ἡγετῶν, ἔτσι ἀγάπησαν καὶ τὴ γλῶσσα του. Ὁ Κικέρων, ὁ
γνωστὸς Λατῖνος ποιητής (Α᾿ π.Χ. αἰ.), ἀναγκάζεται
νὰ ὁμολογήσῃ· «Τὰ ἑλληνικὰ διαβάζονται ἀπὸ ὅλα σχεδὸν τὰ ἔθνη, ἐνῷ τὰ λατινικὰ
περιορίζονται στὰ σύνορά τους». Ὁ δὲ Πλούταρχος μαρτυρεῖ ὅτι «Ἀλεξάνδρου τὴν Ἀσἰαν
ἐξημεροῦντος, Ὅμηρος ἦν τὸ ἀνάγνωσμα, καὶ Περσῶν καὶ Σουσιανῶν καὶ Γεδρωσίων παῖδες
τῆς Εὐριπίδου καὶ Σοφοκλέους τραγῳδίας ᾖδον» [15].
Κατὰ τὴν περίοδο αὐτὴ μὲ τὴν ἀνύψωσι τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους
στὴ μέγιστη δόξα καὶ πολιτικὴ δύναμι καὶ στὸ κορύφωμα τῆς ἐπιστημοσύνης του, ἡ ἑλληνικὴ
γλῶσσα ἔγινε οἰκουμενική, ὅπως εἶναι τώρα ἡ ἀγγλική. Χαρακτηριστικὰ κείμενα τῆς
περιόδου εἶναι ἡ μετάφρασι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἡ γνωστὴ ὡς μετάφρασι τῶν Ἑβδομήκοντα. Γιὰ τὴν
ἐποχὴ ἐκείνη ἡ μετάφρασι τῶν Ο΄εἶναι ὁλόκληρη βιβλιοθήκη ποὺ διαβάζεται ἀπὸ τοὺς
Ἑβραίους καὶ τοὺς Χριστιανοὺς ὅλων τῶν ἐθνοτήτων, ἀσκώντας βαθειὰ ἐπίδρασι στὸ ἦθος,
στὶς νομοθεσίες, στὴ δικονομία, στὴν πολιτικὴ καὶ κοινωνικὴ ζωή, καὶ σὲ
πλείστους ἄλλους θεσμούς.
Παράλληλα οἱ Ἑβραῖοι, ὁ πρώην ἀγαπημένος λαὸς τοῦ Θεοῦ,
φαίνεται νὰ ἐγκαταλείπονται. Ὁ Θεὸς ποὺ τοὺς διάλεξε καὶ τοὺς ἔδωσε τὸ νόμο, τοὺς
προφῆτες, τοὺς ἡγήτορες, ὁ Θεὸς ποὺ τοὺς καθωδηγοῦσε βῆμα πρὸς βῆμα ἀπὸ τὸν Ἀβραὰμ
μέχρι τὸ Σολομῶντα καὶ μέχρι τὴν ἔλευσι τοῦ Υἱοῦ του Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι τώρα δυσαρεστημένος
ἀπὸ τὴ σκληροκαρδία τους, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἔπαυσε νὰ τοὺς μιλάῃ. Ἀπὸ τὸν προφήτη
Μαλαχία (440-400), ποὺ εἶναι ὁ τελευταῖος προφήτης, μέχρι καὶ τὸν Ἰωάννη τὸ
βαπτιστὴ σίγησε.
Τὸ 322 π.Χ. οἱ Ἑβραῖοι περιῆλθαν κάτω ἀπὸ τὴν κυριαρχία
τῶν Μακεδόνων, τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου στὴν ἀρχή, καὶ τῶν Σελευκιδῶν στὴ συνέχεια, στὴ
νέα τότε μακεδονικὴ πόλι τῆς Αἰγύπτου, τὴν Ἀλεξάνδρεια, ποὺ πολὺ γρήγορα ἔγινε ἡ μεγαλύτερη πόλι τῆς Μεσογείου κι ὅλου τοῦ
κόσμου. Σ᾿ αὐτὴν ἀναπτύχθηκε ἡ μεγαλύτερη ἐξωπαλαιστινὴ παροικία τῶν Ἑβραίων τῆς
παραμεσογείου διασπορᾶς. Οἱ Ἑβραῖοι τῆς Ἀλεξανδρείας κατὰ τὴ δεύτερη γενιά
τους, ὅπως συμβαίνει πάντοτε, μιλοῦσαν ὅλοι γενικῶς τὴν ἑλληνική, καὶ χρόνο μὲ
τὸ χρόνο ξεχνοῦσαν τὴν ἑβραϊκή. Δὲν ἤξεραν οὔτε νὰ τὴ μιλοῦν οὔτε νὰ τὴ
γράφουν. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ἀνάμεσα στὰ ἔτη 285-246 π.Χ., ἐπὶ Πτολεμαίου Β΄, ἔγινε
στὴν Ἀλεξάνδρεια ἡ μετάφρασι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἡ λεγομένη τῶν Ἑβδομήκοντα
δύο (ΟΒ΄) ἢ ἁπλούστερα τῶν Ἑβδομήκοντα (Ο΄), στὴν ἑλληνική.
Ἡ Μετάφρασι ἐκπονήθηκε μὲ ἐντολὴ καὶ φροντίδα τοῦ
μεγάλου ἰσραηλιτικοῦ συνεδρίου. Τὸ μέγα συνέδριο εἶχε ἕδρα τὰ Ἰεροσόλυμα καὶ ἦταν
ἀνώτατη πνευματικὴ ἡγεσία τοῦ Ἰσραήλ, μὲ πρόεδρο τὸν ἑκάστοτε ἀρχιερέα. Ἦταν
κατὰ κάποιο τρόπο ἡ βουλὴ τῶν Ἑβραίων καὶ ἡ ἀνωτάτη δικαστικὴ ἀρχή, ὅπως σ᾿ ἐμᾶς
ὁ Ἄρειος πάγος, καὶ ἡ ἱερὰ σύνοδος. Ἀποτελοῦνταν ἀπὸ 72 μἐλη. Ἡ Μετάφρασι τῶν
Ο΄ ἐκ τῶν ὑστέρων πῆρε τὴν ἔγκρισι τοῦ μεγάλου συνεδρίου, ἐπειδὴ τότε διατηροῦσε
ἀκόμη στοιχεῖα δικαιοσύνης, σὰν ἡ καλύτερη, ποὺ διαφέρει σὲ κῦρος ἀπὸ τὶς ἄλλες.
Αὐτὴν χρησιμοποιοῦν καὶ ὁ Χριστὸς καὶ οἱ συγγραφεῖς τῆς Κ. Διαθήκης. Ἀξιόπιστη ἔρευνα
ἀπέδειξε πρόσφατα ὅτι ἡ μετάφρασι τῶν Ο᾿ ἔγινε ἀπὸ 10 περίπου φερέγγυους ἑλληνογλώσσους Ἑβραίους στὴν Παλαιστίνη, ποὺ μοιράστηκαν τὰ
βιβλία[16].
Μετὰ τὴ Μετάφρασι τὸ ἑβραϊκὸ πρωτότυπό της ἔπεσε σὲ ἀχρηστία
καὶ χάθηκε, ἀφοῦ οἱ Ἰσραηλῖτες μιλοῦσαν τὴν ἑλληνικὴ καὶ τὸ ἐνδιαφέρον τους γιὰ
τὸν ἐρχομὸ τοῦ Μεσσία σχεδὸν εἶχε ξεθωριάσει. Ἡ Μετάφρασι τῶν Ο΄ ἀποτελεῖ ἕνα ἀπέραντο
καὶ σπουδαιότατο γλωσσικὸ μνημεῖο τῆς κοινῆς ἑλληνικῆς. Ὡς Π. Διαθήκη ἐννοεῖται
πλέον αὐτή. Αὐτὴ εἶναι τὸ ἀρχαιότερο σῳζόμενο κείμενο τῆς ἱστορίας τοῦ Ἰσραήλ. Ἰδοὺ ἀπόδειξι ἀναντίρρητη τῆς εὐνοίας τοῦ Θεοῦ
πρὸς τοὺς Ἕλληνες καὶ τὴν Ἑλλάδα. Ὁ Θεὸς ὕπνωσε τοὺς Ἑβραίους καὶ χάϊδεψε τοὺς Ἕλληνες.
Ἔθαψε τὴ γλῶσσα τους καὶ ἀνέστησε τὴν ἑλληνική.
3
Καὶ βέβαια ἀπόδειξι τῆς στροφῆς τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ ἑλληνικὸ
Ἔθνος δὲν εἶναι μόνο οἱ προφητεῖες καὶ ἡ μετάφρασι τῆς Π. Διαθήκης. Εἶναι καὶ ἡ
συγγραφὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης στὴν κοινὴ ἑλληνικὴ στὰ πρῶτα 70 χρόνια μετὰ Χριστόν.
Τὰ 27 βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης, μιᾶς δεύτερης μεγάλης βιβλιοθήκης γιὰ τὴν ἐποχὴ
ποὺ γράφτηκε, μὲ τὴν ἀσύγκριτη καὶ ἀξεπέραστη πρωτιὰ στὴν κυκλοφορία της ἀνὰ τὴν
ὑφήλιο, καὶ στὴν ἀναγνωσιμότητά της, τόσο κατὰ τὰ 1500 χρόνια τῆς χειρογράφου
παραδόσεώς της, ὅσο καὶ κατὰ τὰ 500 τῆς ἐντύπου κυκλοφορίας της, ἔχουν γραφῆ καὶ
αὐτὰ ἀπὸ Ἑβραίους συγγραφεῖς στὴν κοινὴ ἑλληνική. Ἑφτὰ ἀπὸ τοὺς ὀκτὼ συγγραφεῖς
της (Ματθαῖος, Μάρκος, Ἰωάννης, Παῦλος, Ἰάκωβος, Πέτρος, καὶ Ἰούδας), εἶναι Ἑβραῖοι.
Ἀλλὰ καὶ ἡ προφορικὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ[17]
καὶ τῶν ἀποστόλων γινόταν στὴ ἴδια γλῶσσα.
Εἶναι ὁλοφάνερη ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς Ἕλληνες, οἱ ὁποῖοι καὶ μὲ τὸν
φιλότιμο χαρακτῆρα τους καὶ τὴν προσφιλέστατη γλῶσσα τους θὰ συντελέσουν στὸ νὰ
γίνῃ τὸ εὐαγγέλιο οἰκουμενικό.
Τέλος δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος καὶ οἱ
πολυπληθεῖς μαθηταί του, κυρίως ὅμως τέσσερις, ὁ Λουκᾶς ὁ Σιλουανὸς ὁ Τίτος καὶ
ὁ Τιμόθεος, κηρύττουν στὴν Ἑλλάδα. Ὁ ἴδιος ὁ Παῦλος στὴν Τρῳάδα σκέφτεται νὰ
συνεχίσῃ τὸ κήρυγμα πρὸς τὴν Άσία, ἀλλ᾿ ὁ Θεὸς
μὲ ὅραμα τοῦ ἀλλάζει τὸ δρομολόγιο καὶ τὸν στρέφει πρὸς τὴ Μακεδονία, Ἀθήνα,
Πελοπόννησο, Νησιά. Ἐπὶ λέξει λένε οἱ Πράξεις· «Ὅραμα διὰ τῆς νυκτὸς ὤφθη τῷ Παύλῳ· ἀνήρ τις ἦν Μακεδὼν ἑστώς, παρακαλῶν
αὐτὸν καὶ λέγων· διαβὰς εἰς Μακεδονίαν βοήθησον ἡμῖν. ὡς δὲ τὸ ὅραμα εἶδεν, εὐθέως
ἐζητήσαμεν ἐξελθεῖν εἰς τὴν Μακεδονίαν, συμβιβάζοντες (=συμπεραίνοντας) ὅτι προσκέκληται ἡμᾶς ὁ Κύριος εὐαγγελίσασθαι
αὐτούς (Πρξ 16,8-10).
Καὶ ὁ Παῦλος εὐθυγραμμίζει τὸ πρόγραμμά του μὲ τὸ θεῖο
θέλημα. Ἀφοῦ ὁ Θεός, ὡς ἄλλος οἰκοδεσπότης τῆς Μακεδονίας, τὸν προσκάλεσε, πέρασε
στὴν Ἑλλάδα, γιὰ νὰ κηρύξῃ τὸ λόγο. Ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα καὶ τὴ Ῥώμη ἔστειλε
παραλλήλως σχεδὸν ὅλες τὶς Ἐπιστολές του
(Πρὸς Θεσσαλονικεῖς, Κορινθίους, Γαλάτας, Ῥωμαίους, Ἐφεσίους, Φιλιππησίους, Φιλήμονα,
Κολοσσαεῖς, Τίτον καὶ Τιμόθεον) πρὸς Ἕλληνες Χριστιανοὺς ἑλληνικῶν πόλεων στὴν ἑλληνική. Καὶ τὴν πρὸς Ἐβραίους
στὴν ἑλληνική. Ἀλλὰ καὶ οἱ ὑπόλοιποι (Ἰάκωβος, Πέτρος, Ἰωάννης καὶ Ἰούδας),
γράφουν πρὸς Ἕλληνες στὴν ἑλληνική [18].
Ἡ διάσωσι τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης σὲ τόσο μακρὰ περίοδο αἰώνων
ἐπειδὴ δι᾿ αὐτῆς διαδίδονταν ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, τί ἄλλο δείχνει παρὰ τὴν εὔνοια
τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ ἑλληνικὸ ἔθνος; Θὰ μποροῦσε ὁ Θεὸς νὰ διαλέξῃ κάποιο ἄλλο, ἀλλὰ
διάλεξε τὸ δικό μας.
Κατὰ τὴν ἑλληνορρωμαϊκὴ περίοδο (30 π.Χ.-284 μ.Χ.) ἡ
κοινὴ ἑλληνικὴ παραμένει ἐπίσημη κρατικὴ γλῶσσα γιὰ τὴν ἀνατολικὴ αὐτοκρατορία.
Χαρακτηριστικὰ κείμενα πολυδιαβαζόμενα εἶναι τὰ βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης, οἱ ἀποστολικοὶ
πατέρες Ἰγνάτιος Ἀντιοχείας, Πολύκαρπος
Σμύρνης, Μελίτων Σάρδεων, καὶ ἄλλοι, καθὼς καὶ ἰδιωτικοὶ αὐτόγραφοι πάπυροι.
Κατὰ τὴν περίοδο αὐτὴ οἱ Ἕλληνες ἔγιναν ὅλοι σχεδὸν Χριστιανοί, ἡ δὲ ἑλληνικὴ
γλῶσσα εἶναι τὸ κύριο ὄργανο τῆς
διδασκαλίας τῆς χριστιανικῆς ἐκκλησίας. Στὰ πρωτοβυζαντινὰ χρόνια (284-610), ποὺ
ἡ λατινικὴ ἔπεσε βαρειὰ πάνω στὴν ἑλληνικὴ καὶ ἀπείλησε νὰ τὴν ἀπορροφήσῃ, τὴν ἑλληνικὴ
γλῶσσα διέσωσαν οἱ Χριστιανοί, ποὺ ἐπέμεναν νὰ γράφουν σ᾿ αὐτήν. Ἡ τύχη τῶν
κειμένων τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γραμματείας περιῆλθε στὰ χέρια τῶν Χριστιανῶν, οἱ
ὁποῖοι τὰ ἀντέγραφαν γιὰ 11 αἰῶνες μέχρι τὴν ἐμφάνισι τῆς τυπογραφίας,
παρουσιάζοντας μιὰ ἀπὸ τὶς πρῶτες στὸν κόσμο σὲ ὄγκο γραμματεῖες μὲ τὰ
προχριστιανικὰ καὶ χριστιανικὰ ἑλληνικὰ βιβλία. Ἀλλὰ καὶ στὶς μετέπειτα ἱστορικὲς
περιόδους, ἀπὸ τὴ μέση βυζαντινὴ περίοδο μέχρι τὴν τυπογραφία, καθὼς καὶ ἀπὸ αὐτὴν
μέχρι τὴν ἀπελευθέρωσι τοῦ ἔθνους τὸ 1821 καὶ μέχρι σήμερα (2000 μ.Χ.), σώθηκε ἡ
ἑλληνικὴ ἀπὸ τοὺς Λατίνους, τὴ φραγκοκρατία, τὴν τουρκοκρατία, καὶ τὶς
σύγχρονες διεθνεῖς σκοπιμότητες. Ἂν ἐξακολουθῇ
νὰ ὁμιλῆται μὲ τὴ σφιχτότερη ὁμοιογένεια καὶ τὴν μακροχρονιώτερη ἱστορία, ὀφείλεται
στὴ συμβολὴ κυρίως τῆς ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ, τόσο μὲ τὴν ἐπίμονη χρῆσι τῆς ἀρχαϊζούσης
γλώσσης στὴ λειτουργία, ὅσο καὶ μὲ τὸ συγγραφικὸ καὶ κηρυκτικὸ ἔργο της [19] .
Συνοψίζω.
Ὁ Θεὸς μίλησε μὲ τοὺς προφῆτες γιὰ τοὺς Ἕλληνες καὶ τὴν
Ἑλλάδα. Οἱ προφῆτες ἐπικεντρώνουν τὶς προφητεῖες τους στὴν Ἑλλάδα τοῦ Ἀλεξάνδρου.
Ὁ Ἀλέξανδρος γίνεται αἰτία ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα νὰ γίνῃ οἰκουμενική. Σ᾿ αὐτὴν
μεταφράζεται ἡ Παλαιὰ καὶ γράφεται ἡ Καινὴ Διαθήκη. Ἐξ αἰτίας τῶν δύο διαθηκῶν
καὶ τῶν σχολιαστῶν τους ἡ Ἑλλάδα καὶ ἡ ἑλληνικὴ σῴζονται μέχρι σήμερα.
Κατὰ τὴ μεγάλη χρονικὴ περίοδο τῶν 2.000 ἐτῶν τοῦ
Χριστιανισμοῦ οἱ εἰδωλολάτρες ἐγκατέλειπαν τὰ ξόανα καὶ γίνονταν Χριστιανοί· ἄφηναν
τὴν ἀσφἀλεια τῆς εἰδωλολατρίας καὶ ἐπέλεγαν τὴν ἀνασφάλεια τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ἐγκατέλειπαν
τὴν ἠθικὴ ἀκαθαρσία καὶ ἐνδύονταν τὸν ἐν Χριστῷ ἁγιασμό.
Ἐπιτρέψτε μου, παρακαλῶ, νὰ περατώσω τὴν ὁμιλία μου
σήμερα, λέγοντας ὅτι ἐδῶ καὶ κάποιες δεκαετίες, καὶ κυρίως ἀπὸ τὴν ἐμφάνισι τῆς
ἠλεκτρονικῆς ὀθόνης καὶ τὴν ὑποταγὴ τῆς Ἑλλάδος στὴν ἀντίχριστη Εὐρώπη, τὰ
πράγματα ἀντιστρέφονται. Οἱ Χριστιανοὶ γίνονται εἰδωλολάτρες. Οἱ ἄνθρωποι τοῦ
Θεοῦ ἀποχριστιανίζονται, ἀπαρνοῦνται τὴν οἰκογένεια, τὴν καθαρότητα, τὰ παιδιά,
ἐνῷ τρέφουν σκυλιά. Μοιχεῖες, πορνεῖες, ἐγκατάλειψι παιδιῶν, διαζύγια, ἀνέντιμα
θεάματα, ἄσεμνη ἐνδυμασία, σπατάλες, στὸ ἔπακρο. Οἱ κυβερνῶντες νομοθετοῦν ὑπὲρ
τῆς ἀκατονόμαστης διαστροφικῆς συμβιώσεως ἀνδρῶν μὲ ἄντρες καὶ γυναικῶν μὲ γυναῖκες,
ἐμπαίζοντας τὴν ἔννοια τοῦ γάμου, τῆς τεκνογονίας, καὶ τῆς ἀνδρικῆς καὶ
γυναικείας ἀξιοπρέπειας. Παραπείθουν τὸ λαό, καὶ ἰδιαίτερα τοὺς νέους, νὰ
πιστεύσῃ τὰ ἀφύσικα ὡς φυσικά, τὰ ἔκνομα ὡς νόμιμα. Οἱ Ἕλληνες μισοῦν τὴ γλῶσσα
τους, τὴν ἱστορία τους, τὰ ἤθη τους, τὴν πίστι τους. Δὲν θέλουν ν᾿ ἀκούσουν γιὰ
Θεό, εὐαγγέλιο, ἀλήθεια. Προτιμοῦν τὴν κόλασι τοῦ μίσους, τῆς ἰδιοτέλειας, τῶν ἐκτρώσεων,
τοῦ σοδομιτισμοῦ, τῆς κτηνοβασίας, τῆς ζῳοφιλίας, τῆς ἀπανθρωπιᾶς, τῶν αἱρέσεων,
τῶν ὕποπτων φιλοσοφιῶν, τοῦ ἐγκλήματος, τῆς αὐτοκτονίας, τῆς σχιζοφρένειας. Νοσταλγοῦν
τὴν εἰδωλολατρία, τὸ δωδεκαθεϊσμό, τὸ βουδδισμό, ἰνδοϊσμό, μουσουλμανισμό, σιντοϊσμό,
καὶ ἀπεχθάνονται τὴ διδασκαλία τοῦ Κυρίου.
Καὶ διερωτῶμαι· Μήπως ἦρθε ἡ ὥρα ν᾿ ἀποστέψῃ ὁ Θεὸς τὸ
πρόσωπό του ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα του, ὅπως τὸ ἀπέστρεψε καὶ ἀπὸ τοὺς Ἑβραίους του; Ἀλήθεια,
ἂν δὲν ἀλλάξουμε πορεία, τί τὸν ἐμποδίζει;
1.
Οἱ στίχοι 1025-1029 τῆς τραγῳδίας τοῦ Αἰσχύλου
Προμηθεὺς δεσμώτης, τοὺς ὁποίους
κάποιοι νεώτεροι ἡττοπαθεῖς Χριστιανοὶ προβάλλουν ὡς προφητεία γιὰ τὴν ἔλευσι
τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ὡς λυτρωτοῦ στὸν κόσμο, εἶναι παρείσακτοι καὶ ἀπόβλητοι. Οἱ
φιλόλογοι γενικὰ ἀποφαίνονται ὅτι ἡ τραγῳδία αὐτὴ ἔχει ξαναδουλευθῆ ᾿ Lesky Ἀ.,Ἱστορία τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς λογοτεχνίας,
(Μετάφρασι Τσοπανάκη Ἀ.), Θεσσαλονίκη 1981, σελ. 368.
2.
Ἡ ἀνακάλυψι τῆς σημασίας τῆς λέξεως Νῆσοι ἀνήκει στὸ μεγάλο βιβλικὸ Σιαμάκη
Κωνσταντῖνο, φιλόλογο και δρα Θεολογίας, καὶ δημοσιεύεται γιὰ πρώτη φορὰ
παγκοσμίως στὸ ἄρθρο του Οἱ Ἕλληνες στὴν
Παλαιὰ Διαθήκη. Βλ. σύγγραμμά του, Μελέτες 1,70-79. Στὸ ἴδιο ἄρθρο του στηρίχθηκε ὅλη σχεδὸν ἡ παροῦσα εἰσήγησι.
3.
Ν 685 Ἰάονες.
4.
Μετεωρολογικὰ 1,14· 352 β2.
5.
Ἠσ 41,1· 42,10· 42,12· 45,16· 49,1·
49,22· 51,5· 60,9· 66,19.
6.
Διευκρινίζεται ὅτι ἡ ὀνομασία Ἕλλην ἐδῶ στὸν Ἠσαΐα( 810-750 π.Χ.) ἔχει
ἐθνικὴ σημασία. Θρησκευτικὴ σημασία θὰ πάρῃ ἀργότερα, στὰ ἑλληνορρωμαϊκὰ χρόνια
(300 π.Χ - 300 μ.Χ.). Τότε Ἕλλην θὰ
σημαίνῃ εἰδωλολάτρης ( Ἰω 7,35· Πρξ 16,1· 21,28· Ῥω 1,14· Α΄Κο 1,14· Γα 2,3). Ἕλλην στὰ χωρία αὐτὰ τῆς Κ. Διαθήκης
σημαίνει εἰδωλολάτρης ὁποιασδήποτε φυλῆς ἢ γλώσσης, καὶ Ἑλληνὶς (Μρ 7,25) εἰδωλολάτρισσα, ὅπως λ.χ. ἡ Χαναναία λέγεται Ἑλληνίς.
Σιαμάκης Κ., Λεξικὸν τῆς Κ.Δ., λ. Ἕλλην. Στὴν περίπτωσι λ.χ. ποὺ Ἕλληνες θέλουν νὰ δοῦν τὸ Χριστό, σημαίνει εἰδωλολάτρες. Τὸ «Ἐλήλυθεν ἡ ὥρα
ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου» (Ἰω 12,20), τὸ εἶπε ὁ Χριστὸς μὲ τὴν ἔννοια ὅτι
οἱ εἰδωλολάτρες ξύπνησαν καὶ ἐξεδήλωσαν ἐνδιαφέρον νὰ πιστεύσουν στὴ διδασκαλία
του καὶ νὰ συντελέσουν στὴν διεύρυνσι τῆς δόξης του. Εἶναι ἔνδειξι ἀμαθείας καὶ
ἄκρου σωβινισμοῦ, ἂν κάποιοι νομίζουν ὅτι ἐννοοῦνται οἱ Ἕλληνες ὡς λαός.
7.
2,10· 38,10· 26,16· 27,16.
8.
Ὅμηρος ξ 199· 229-234.
9.
Ὅμηρος ο 403-484.
10.
Ἰζ 26,15· 18· 27,7· 13· 15.
11.
Βιβλοθήκη ἱστορική,ἔκδ. F. Vogel, BT. κεφ.. 17
12.
Βίοι παράλληλοι᾿ Ἀλέξανδρος, ἔκδ. K. Ziegler, BT.,
13.
Ἀλεξάνδρου
ἀνάβασις, ἔκδ. A,G.Roos. G.Wirth, BT.)
14.
P.
Jouguet,
P. Bamm, Κανελλόπουλος Π., στὴν
Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, 4,232-235.
15.
Di
Alexandri magni, στὸ F. Cole Babbitt (ad), Plutarch, Moralia,Cambridge-
London, HUP, 1936, pp I 5, 328d. (διαδίκτυο).
16.
Σιαμάκης Κ., Τὸ Ἀλφάβητο, 2,356-358.
17.
Ὁ διάλογος τοῦ Χριστοῦ μὲ τὸν Πιλάτο (Ἰω
18,28-40) ἔγινε στὴν ἑλληνική, διότι ὁ μὲν Πιλάτος δὲν ἤξερε τὴν ἑβραϊκή, ὁ δὲ
Χριστὸς δὲν μιλοῦσε ποτὲ τὴ ῥωμαϊκή, ἡ δὲ ἑλληνικὴ ἦταν γνωστὴ σὲ ὅλους᾿ Βλ.
Σιαμάκη Κ., Μελέτες 12,146,33.
18.
Βλ. Σιαμάκη Κ., Μαθήματα εἰσαγωγῆς στὴν
Κ.Δ., Θεσσαλονίκη 1972, σελ. 139-164.
19.
Σιαμάκης Κ., Μελέτες, 6,16-20.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου