Δευτέρα 9 Οκτωβρίου 2017

                                 Α Ι Ρ Ε Σ Ι Σ


         του μοναχου Μακαριου Κουτλουμουσιανου


"Ο Οικουμενισμός, πραγματικά έτσι όπως έχει επικρατήσει να σηματοδοτείται ο όρος αυτός, βεβαίως είναι αίρεση, γιατί σημαίνει απάρνηση βασικών γνωρισμάτων της Ορθοδόξου πίστεως, όπως είναι φερ' ειπείν η αποδοχή της θεωρίας των κλάδων, ότι δηλαδή η κάθε Εκκλησία έχει ένα τμήμα της αλήθειας και πρέπει να ενωθούμε όλες οι "εκκλησίες", να βάλουμε στο τραπέζι τα τμήματα της αληθείας για να απαρτισθεί το όλον.
Εμείς πιστεύουμε ότι η Ορθοδοξία είναι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία.
Τέρμα, σ' αυτό δεν γίνεται συζήτηση, και επομένως, οποιοσδήποτε πρεσβεύει τα αντίθετα μπορεί να λέγεται οικουμενιστής και επομένως να είναι αιρετικός".
(Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος
Συνέντευξη στον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Εκκλησίας, 24/5/1998) .

"Αρνούμαι επίσης να αποδεχθώ την ονομασίαν και τον χαρακτηρισμόν «Εκκλησία», υφ’ οιανδήποτε έννοιαν και παραλλαγήν του όρου δια τε την Ρωμαιοκαθολικήν ως και την Προτεσταντικήν χριστιανικήν Κοινότητα και Ομολογίαν!
Η κατά Μάϊον μήνα του τρέχοντος έτους 2016 συνελθούσα ημετέρα Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας ομοφώνως και άνευ τινος δισταγμού είχεν απορρίψει τον όρον τούτον".
(Μητρ. Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου Ιερόθεου Βλάχου).

"Για να στοιχειοθετηθεί το αδίκημα της αιρέσεως, απαιτείται η άρνησις ή διαστροφή των κανόνων, ήτοι:

1) να εκδηλωθή εξωτερικώς, είτε εγγράφως (δια συγγράμματος κ. λ. π. ), είτε προφορικώς (δια κηρύγματος κ. λ. π. ), είτε εμπράκτως (δια παραλείψεως ή προσθήκης φράσεων ή συμβολικών κινήσεων εις το τελετουργικόν της Θ. Λειτουργίας κ. λ. π. ),

2) να γίνη από σκοπού και εκ προθέσεως, διότι εκ παραδρομής ή εκ συγγνωστής πλάνης δεν διαπράττεται αίρεσις... "
( Εκκλησιαστικόν Δίκαιον της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας).

"Αίρεση είναι η απόκλιση από την ορθή διδασκαλία της Εκκλησίας, η οποία περιέχεται στην Αγ. Γραφή και στην (σ.τ.κ.: λοιπή) Ιερά Παράδοση, όπως διατυπώθηκε στις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων, και η εμμονή σ' αυτήν, ή η προσχώρηση σε μία ήδη καταδικασμένη αιρετική ομολογία.
Δεν είναι απαραίτητο η απόκλιση να αφορά οπωσδήποτε θεμελιώδες δόγμα, καθ' όσον δεν είναι ορθή ούτε εφικτή η διάκριση των δογμάτων σε θεμελιώδη και μη".
(Ο Παναγιώτης Ι. Μπούμης, στο "Κανονικόν Δίκαιον").

Συγκεκριμένα οι Άγιοι Πατέρες ορίζουν ότι:
Αίρεση είναι, "το εν τινι παρεκκλίναι των κειμένων ημιν δογμάτων, περί της ορθής ημών πίστεως " (Αγ. Συμεών του Νέου Θεολόγου ),
"τινά διδαχήν, αντικείμενην προς την Ορθοδοξίαν", (Επισκόπου Νικόδημου Μίλας ερμηνεία ΙΕ'Κανών της ΑΒ' Συνόδου).




"Αιρετικός είναι ο της αυτού δόξης στερρώς εχόμενος και ενσυνειδήτως κατά της αλήθειας λαλών άνευ ελπίδα διορθώσεως",
(Οσίου Μαξίμου του Γραικού),
"διότι δεν θεωρείται αιρετικός εκείνος όστις πρεσβεύει μεν πεπλανημένος, νουθετούμενος όμως ανακαλεί και απαρνείται τας κακοδοξίας του.
Καθ' όσον το πλανάσθαι ανθρώπινον, το εμμένειν όμως εις την πλάνην και μη απορρίπτειν ταύτην μετά γενομένην υπόδειξιν, εφάμαρτον και δαιμονικόν, ως εμφαίνον υπεροψίαν και ύβριν κατά του Αγίου Πνεύματος".
( Εκκλησιαστικόν Δίκαιον της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας).

Επειδή στην εν Χριστό πνευματική ζωή η επανάληψη είναι η μητέρα της μαθήσεως, θα τονίσουμε για μια ακόμη φορά, ότι κατά την Ορθόδοξη Ιερά Διδασκαλία της Εκκλησίας είναι άλλο η Συνοδική καταδίκη-αναθεματισμός της Αιρέσεως  και άλλο η Συνοδική καταδίκη-αναθεματισμός των Αιρετικών.
Η Συνοδική όμως επίσημη καταδίκη - αναθεματισμός της Αιρέσεως είναι συγχρόνως και η Συνοδική επίσημη καταδίκη - αναθεματισμός των Αιρετικών.

" Ἀρκεῖ νά διαβάσει κανείς τό «Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας», ὅπου κατονομάζονται καί ἀναθεματίζονται ὅλοι οἱ αἱρετικοί.
Γιά νά μή μείνει δέ καμμία αἵρεση χωρίς καταδίκη, στό τέλος ἀναθεματίζει ἡ Ἐκκλησία γενικῶς ὅλους τούς αἱρετικούς: «Πᾶσι τοῖς αἱρετικοῖς ἀνάθεμα»".
(Π. Θεόδωρος Ζήσης)

"Στο επιπολάζον ερώτημα της εποχής των συγγραφέων, πότε καταδικάστηκαν από την Ορθόδοξη Εκκλησία οι Λατίνοι, (βλ. Οικουμενιστές) ως αιρετικοί, απαντά ο Νεόφυτος, ότι «το των Λατίνων περί Θεού φρόνημα, είτ’ ουν δόγμα, αιρετικόν ον, και σύνοδοι ήλεγξαν...».
Η συνοδική έτσι καταδίκη του «Φιλιόκβε» υπήρξε για τον Νεόφυτο συγχρόνως καταδίκη και των ίδιων των Λατίνων, ώστε να μη κρίνεται αναγκαία άλλη, ειδική καταδίκη των".
(Πρωτ.Γεώργιος Μεταληνός, " Ομολογώ εν βάπτισμα ").

Η μόνη διαφορά υφίσταται, ότι άλλο είναι καταδικασμένοι - αναθεματισμένοι - αιρετικοί και άλλο είναι καθηρημένοι-αιρετικοί.
Δηλαδή, υπάρχουν καταδικασμένοι-αναθεματισμένοι-αιρετικοί, Συνοδικά-τυπικά καθηρημένοι, (βλέπε, Άρειο, Νεστόριο) και υπάρχουν καταδικασμένοι-αναθεματισμένοι-αιρετικοί, που δεν είναι τυπικά - Συνοδικά καθηρημένοι, (βλ. Πάπα Ρώμης, Οικουμενιστές Συν. Κρήτης).

Οι τρόποι επίσημης προσχώρησης κάποιου μέλους, σε καταδικασμένη-αναθεματισμένη Αίρεση και συγχρόνως η επίσημη αποκοπή του Αιρετικού πλέον, ξένου και μολυσμένου μέλους από το Θεανθρώπινο Σώμα της Εκκλησίας, είναι η εξής τρεις:
Ο πρώτος είναι να αποκοπεί, καταδικάζοντας-αναθεματίζοντας τον επίσημα ως Αιρετικό και καθαιρώντας τον, κάποια μεγάλη Τοπική Σύνοδος ή Οικουμενική, (βλ. Άρειο, Νεστόριο).

Ο δεύτερος να αυτοαποκοπεί καταδικάζοντας-αναθεματίζοντας οι ίδιος τον εαυτό του επίσημα ως Αιρετικό, δια της επίσημης διακήρυξης και νομικής κατοχύρωσης της Αιρέσεως από κάποια μεγάλη Τοπική Σύνοδο ή Οικουμενική,
(βλ. Ρωμαιοκαθολικισμό και Αιρετικούς Οικουμενιστές της Ληστρικής Συνόδου της Κρήτης),
"ώστε να μη κρίνεται αναγκαία άλλη, ειδική καταδίκη των".
(Πρωτ.Γεώργιος Μεταληνός, " Ομολογώ εν βάπτισμα ").

Και ο τρίτος είναι επίσης να αυτοαποκοπεί καταδικάζοντας-αναθεματίζοντας οι ίδιος τον εαυτό του προσχωρώντας επίσημα σε κάποια Αιρετική κοινότητα-ομολογία, (βλ. Παπισμό, Αγγλικανισμό κλπ.)

Ο Αιρετικός που προσχώρησε  επίσημα σε Αίρεση με ένα από τους παραπάνω τρεις τρόπους, υπόκειται στα επιτίμια για Αιρετικούς των, "αεί υφίστασθαι και ες αεί έχειν κύρος... άτινα διαμένουσιν εις τον αιώνα" (Αγ. Νεκταρίου) και των "αείζωος και ανεκλείπτως"(Αγ.Νικόδημου ),
Οικουμενικών Συνόδων που είναι ο μεγάλος αφορισμός δηλ. το ανάθεμα, ανεξαρτήτως αν θα μπορέσει να τον καταδικάσει-καθαιρέσει-τυπικα Συνοδικα ποτέ έως την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου κάποια Ορθόδοξος Σύνοδος(βλ. δεύτερο και τρίτο τρόπο) και να του αποδώσει και νομικοκανονικά - τυπικά αυτό που ουσιαστικά είναι, δηλαδή Αιρετικός - Αναθεματισμένος , δηλ. καταδικασμένος.

"Διότι είναι αναντίρρητον, ότι ο αποδειχθείς ασεβής έχει οπωσδήποτε χωρισθή απο τον Θεόν, όπως έχει (οπουδήποτε) χωρισθή και όποιος αναθεματίζεται ως ασεβής.

Διότι το ανάθεμα δεν δηλοί άλλο τι, ει μη τον απο Θεού χωρισμόν" .
(Μητρ. Νικοπόλεως Μελετίου, "Η Πέμπτη Οικουμενική Σύνοδος").

Όλοι και ανεξαιρέτως όσοι κηρύττουν ή πράττουν αντίθετα προς την Ορθή και Σωτήρια Ομολογία της Πίστεως όπως αυτή διατυπώθηκε δια των Αγίων Πατέρων των Οικουμενικών Συνόδων, ως Αιρετικοί λογίζονται, χωρίζοντας οι ίδιοι τους εαυτούς τους από την Αλήθεια της Ορθοδόξου Πίστεως , εκπίπτοντας της Κοινωνίας με την Καθολική Εκκλησία είτε αυτοί είναι μεμονωμένα πρόσωπα είτε κοινότητες και ομάδες έστω και αν αυτοί συνεχίζουν να λειτουργούν τυπικά - θεσμικά ως "ιερείς" και να αυτοχαρακτηρίζονται "εκκλησία".

Δηλαδή, πρώτα οι Αιρετικοί με τη επιλογή που κάνουν, καταλήγουν στη Αίρεση και στην διαφοροποίηση από τη διδασκαλία της Εκκλησίας.
Με αυτόν τον τρόπο δείχνουν ότι στην πραγματικότητα απεκόπηκαν από το Σώμα της Εκκλησίας.
Έπειτα ο μεγάλος αφορισμός δηλ. το ανάθεμα έχει την έννοια της επισημοποιήσεως του αποχωρισμού του Αιρετικού από του Θεανθρώπινο Σώμα της Εκκλησίας.
Οι Άγιοι Πατέρες με τη πράξη τους αυτή κατά πρώτον επιβεβαιώνουν την ήδη υπάρχουσα κατάσταση και κατά δεύτερον βοηθούν τους Χριστιανούς να προφυλάσσονται από την ολέθρια Αίρεση.

"Μέ πολλή αὐστηρότητα οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καί οἱ Ἅγιοι Πατέρες καταπολεμοῦν τίς αἱρέσεις καί τίς καταδικάζουν, διότι ὅσοι ἐμπλέκονται εἰς αὐτές χάνουν τήν σωτηρία τους, στερούμενοι τῆς σωτηριώδους Χάριτος, ἡ ὁποία ἐνεργεῖ μόνον ἐντός τῆς Ἐκκλησίας· ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας δέν ὑπάρχει σωτηρία (extra Ecclesiam nulla salus), κατά τήν ἀποφθεγματική καί κοινά παραδεκτή ρήση τοῦ Ἁγίου Κυπριανοῦ..."
(Π. Θεόδωρος Ζήσης).

Αυτό σημαίνει ότι οι Συνοδικές καταδίκες των Αιρετικών δεν προκαλούν ουσιαστικά την έκπτωση των Αιρετικών από το Σώμα της Εκκλησίας, αλλά διαπιστώνουν και επικυρώνουν και τυπικά μια ουσιαστικά προϋπάρχουσα κατάσταση, δηλαδή πιστοποιούν την ήδη υφιστάμενη έκπτωση των Αιρετικών από το Σώμα της Εκκλησίας.

"Μήπως αγνοούν, ότι η ποινή του αναθέματος δεν είναι τίποτε άλλο, ειμή χωρισμός από τον Θεόν;
Όμως ο ασεβής δεν λαμβάνει το ανάθεμα με τα λόγια κάποιου άλλου, αλλά τον επιφέρει εις τον εαυτόν του με τα ίδια του τα έργα, αφού με την ασέβειαν του αποχωρίζει τον εαυτό του από την αληθινήν ζωήν.
Και τι τάχα θα ειπούν εις τον Απόστολον, όστις λέγει :
«αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού, ειδώς ότι εξέστραπται ο τοιούτος και αμαρτάνει ων αυτοκατάκριτος » ". ( Μητρ. Νικουπόλεως Μελετίου "Η Πέμπτη Οικουμενικη Σύνοδος" ).

Οι Οικουμενικές Συνοδικές Αποφάσεις "Ως «οικεία δυνάμει εις το διηνεκές» μενούσας, δηλ. μη εξαρτωμένας απο την αναγνώρισιν του πάπα ή άλλου ιεράρχου ή της οιασδήποτε Συνόδου",
( Μητρ. Νικουπόλεως Μελετίου "Η Ε'Οικουμενικη Σύνοδος"),
δεσμεύουν και υποχρεώνουν όλους τους Χριστιανούς να περιφρουρείται η Ορθόδοξη Πίστη απαράλλαχτη και ανόθευτη .

"Όταν όμως αποστασιοποιείται (ο Αιρετικός) όχι μόνον περιστασιακώς ,αλλά και θεσμικώς , τότε η Εκκλησία του βεβαιώνει, με ένα θεσμικό τρόπο, αυτό, που έχει πάθει.
Η Εκκλησία, λοιπόν, όταν λέει σε κάποιον «ανάθεμα» ουσιαστικά του πιστοποιεί, του δίνει την ληξιαρχική πράξη, την πιστοποίηση αυτού του γεγονότος, που έχει υποστεί...
Γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι, όταν παραβιάζεται η αγαπητική σχέση, τότε υπάρχει ο αφορισμός, με τον οποίο η Εκκλησία επικυρώνει την προϋπάρχουσα κατάσταση...
Αυτά τα πράγματα τα εξέφρασε η Εκκλησία με τον ίδιο δυναμισμό, όταν θέλησε να εκφράσει την ακοινωνησία, με την οποία δίνει την ληξιαρχική πράξη ότι κάποιος έχει πεθάνει από πλευράς αγαπητικής ". (Ι.Μ. Πειραιώς "Συνοδικό της Ορθοδοξίας").

"Τοις επιμένουσι τη εικονομάχω αιρέση, μάλλον δε τη χριστομάχω αποστασία, κ' μήτε ο δια της Μωσαϊκής νομοθεσίας προς την σωτηρίαν αυτής αναχθήναι βουλομένοις, μήτε ταις αποστολικές διδασκαλίαις συναναστραφήναι την ευσέβειαν προαιρουμένοις, μήτε ταις πατριαρχικές παραινέσεσι και εισηγήσεσι της πλάνης αυτών επιστραφήναι βουλομένοις, μήτε τη συμφωνία των ανά πάσαν την οικουμενικήν εκκλησίαν του Θεού δυσωπουμένοις· αλλ' εφάπαξ εαυτούς τη των Ιουδαίων κ' Ελλήνων μερίδι καθυποβαλλομένοις· τοίς ουν ανεπιστρόφως τη πλάνη ταύτη κατεχομένοις, κ' προς πάντα ψόγον θείον κ' πνευματικήν διδασκαλίαν τα ώτα βεβυσμένοις, ως ήδη λοιπόν σεσηπόσι, και του κοινού σώματος της εκκλησίας αποτεμούσιν εαυτούς ανάθεμα ".
(Ζ' Οικουμενική Σύνοδος,  Συνοδικόν της Ορθοδοξίας ).

Ερμηνεία.

Σε αυτούς που επιμένουν στην αίρεση της εικονομαχίας-Οικουμενισμού - και μάλλον σε αυτήν την αποστασία που μάχεται το Χριστό και δεν θέλουν τη σωτηρία τους και δεν αποδέχονται τη διδασκαλία των αποστόλων, αλλά προτιμούν την ασέβεια, ούτε ακολουθούν τις συμβουλές των πατριαρχών και τις υποδείξεις τους, προκειμένου να βγουν από την πλάνη, ούτε δέχονται αυτό το δόγμα της οικουμενικής εκκλησίας του Θεού, αλλά τάσσονται στο πλευρό των Ιουδαίων και των Ελλήνων, (των ειδωλολατρών).
Σε αυτούς που έχουν πέσει σε αυτήν την πλάνη χωρίς επιστροφή και έχουν κλειστά τα αυτιά τους στην καταδίκη του Θεού και στην  πνευματική του διδασκαλία, επειδή είναι ήδη σάπιοι και έχουν αποσχιστεί από το κοινό σώμα της εκκλησίας, ανάθεμα .

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου