Παρασκευή 18 Απριλίου 2025

Ο Χριστός στα δεσμωτήρια του Άδη (Αγ.Επιφανίου).

 


ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΠΙΦΑΝΙΟΥ "ΕΙΣ ΤΗΝ ΘΕΟΣΩΜΟ ΤΑΦΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ"

....Μόλις, λοιπόν, ο Κύριος με τη θεϊκή Του συνοδεία παρουσιάστηκε λαμπροφόρος στα κατάκλειστα, στ’ ανήλια, στα κατασκότεινα δεσμωτήρια και κατοικητήρια και υπόγεια και σπήλαια του άδη, ο αρχιστράτηγος Γαβριήλ, όντας από παράδοση εκείνος που φέρνει στους ανθρώπους τις καλές και χαρμόσυνες αγγελίες, τους προφταίνει όλους και, με φωνή δυνατή, αρχαγγελικότατη και στρατηγικότατη, επιβλητική και λιονταρίσια, λέει στις εχθρικές δυνάμεις: 

«Σηκώστε, άρχοντες, τις πύλες! [ἄρατε πύλας οἱ ἄρχοντες ὑμῶν] ». Μετά απ’ αυτόν φωνάζει και ο Μιχαήλ: «Και γκρεμιστείτε, πύλες αιώνιες!».

Ύστερα και οι Δυνάμεις λένε: “Παραμερίστε, παράνομοι πορτάρηδες!”.

Μετά και οι Εξουσίες με εξουσία: “Σπάστε, αλυσίδες άλυτες!”. Κι ένας άλλος άγγελος: “Ντροπή σας, αντίθεοι εχθροί!”. Και άλλος: “Φοβηθείτε, ανελέητοι τύραννοι!”.

Και όπως ακριβώς όταν εμφανιστεί μια φοβερή, μια ανίκητη, μια παντοδύναμη, μια νικηφόρα βασιλική στρατιωτική παράταξη, φρίκη και τρόμος και ταραχή και οδυνηρός φόβος κυριεύει τους εχθρούς του ακαταγώνιστου στρατηλάτη, έτσι δα έγινε ξαφνικά και στον άδη μ’ εκείνη την παράδοξη παρουσία του Χριστού στα καταχθόνια. Μια δυνατή λάμψη από πάνω τύφλωνε και σκότιζε τα πρόσωπα των εχθρικών δυνάμεων του άδη, ενώ ακούγονταν και κάποιες βροντερές φωνές, σαν από στρατιωτικούς, που πρόσταζαν: 

«Σηκώστε, άρχοντες, τις πύλες! Σηκώστε τις πύλες – όχι δηλαδή να τις ανοίξετε, αλλά να τις ξεθεμελιώσετε, να τις ξεριζώσετε, να τις πετάξετε μακριά, έτσι που να μην ξανακλείσουν πια. Σηκώστε, άρχοντες, τις πύλες, όχι γιατί δεν μπορεί ο Κύριος, που είν’ εδώ, να περάσει και κλεισμένες πόρτες, όταν το ορίζει, αλλά γιατί διατάζει εσάς, τους δραπέτες δούλους, να βγάλετε τις αιώνιες πύλες και να τις πετάξετε μακριά και να τις συντρίψετε. Γι’ αυτό και δεν διατάζει τους όχλους σας, μα εσάς τους ίδιους, που θεωρείστε αρχηγοί τους: Σηκώστε τις πύλες, άρχοντες αυτών εδώ!» (Ψαλμ. 23, 7-10)

Αυτών εδώ, όχι άλλων άρχοντες. Μα κι αν μέχρι τώρα κακώς κυριαρχήσατε πάνω σ’ όσους έχουν πεθάνει απ’ την αρχή των αιώνων, από δω κι εμπρός δεν θα ορίζετε πια ούτε αυτούς, ούτε άλλους, ούτε και τους εαυτούς σας ακόμα. Βγάλτε τις πύλες, γιατί παρουσιάστηκε ο Χριστός, η ουράνια θύρα. Ανοίξτε δρόμο σ’ Αυτόν που πάτησε το πόδι Του στη φυλακή του άδη. Το όνομα Του είναι Κύριος, και σαν Κύριος μπορεί να περάσει τις πύλες του θανάτου. Εσείς φτιάξατε τις πόρτες του θανάτου, Αυτός όμως ήρθε για να τις διαβεί. Γι’ αυτό, βγάλτε τις πύλες, άρχοντες! Βγάλτε τις, μην αργείτε! Βγάλτε τις γρήγορα!

Βγάλτε τις χωρίς αναβολή! Κι αν νομίζετε πως θα σας περιμένουμε, (κάνετε λάθος). Θα προστάξουμε τις ίδιες τις πύλες να σηκωθούν αυτόματα, χωρίς να βάλουμε χέρι: Γκρεμιστείτε, πύλες αιώνιες!”.

Και μόλις οι αγγελικές δυνάμεις κραύγασαν αυτά τα λόγια), στη στιγμή οι πύλες γκρεμίστηκαν, οι αλυσίδες έσπασαν, οι αμπάρες κομματιάστηκαν, οι κλειδαριές ξεχαρβαλώθηκαν, τα θεμέλια της φυλακής σείστηκαν και οι εχθρικές δυνάμεις τράπηκαν σε φυγή. Ο ένας έσπρωχνε τον άλλο. Ο ένας μπερδευόταν στα πόδια του άλλου. Ο ένας φώναζε στον άλλο να φύγει. Έφριξαν, αναστατώθηκαν, ξαφνιάστηκαν, ταράχτηκαν, άλλαξαν χρώμα, συγκλονίστηκαν, στάθηκαν και συνάμα σάστισαν, απόρησαν και συνάμα τρόμαξαν. Και ο ένας στεκόταν μ’ ανοιχτό το στόμα, ο άλλος έκρυβε το πρόσωπο μέσα στα γόνατα του, άλλος έπεφτε μπρούμυτα ξερός, άλλος κοκάλωνε σαν νεκρός, άλλος τα έχανε απ’ το θάμπος και άλλος έτρεχε (να κρυφτεί) πιο βαθιά.

Εκεί, λοιπόν, τότε έκοψε ο Χριστός τα κεφάλια των σαστισμένων τυράννων, που συγκλονίστηκαν από την παρουσία Του, άνοιξαν δειλά τα στόματά τους, σαν να ’χαν χαλινάρια, και τραύλιζαν: 

“«Ποιος είναι τούτος ο δοξασμένος Βασιλιάς;». Ποιος είναι Τούτος, που ήρθε εδώ μαζί με τόσους και κάνει τέτοια θαύματα; Ποιος είναι Τούτος, που στον άδη τώρα κάνει όσα στον άδη ποτέ δεν έχουν γίνει ; Ποιος είναι Τούτος, που βγάζει από δω τους φυλακισμένους απ’ την αρχή των αιώνων; Ποιος είναι Τούτος, που κατέβαλε και αχρήστεψε την ακατάβλητη δύναμη και αντρειοσύνη μας;”.

 Σ’ αυτούς απαντούσαν οι αγγελικές δυνάμεις του Κυρίου κι έλεγαν: “Θέλετε να μάθετε, παράνομοι τύραννοι, ποιος είναι τούτος ο δοξασμένος Βασιλιάς; Είναι ο Κύριος, ο κραταιός και δυνατός, ο Κύριος, ο δυνατός και ισχυρός και αήττητος στον πόλεμο. Είν’ Εκείνος, άθλιοι και παράνομοι τύραννοι, που σας εξόρισε και σας έριξε κάτω απ’ το ουράνιο στερέωμα. Είν’ Εκείνος που έσπασε τα κεφάλια των (νοητών) δρακόντων σας στα νερά του Ιορδάνη. Είν’ Εκείνος που με τον Σταυρό σας ρεζίλεψε, σας διαπόμπευσε, σας παρέλυσε.

 Είν’ Εκείνος που σας έδεσε, σας τύλιξε στο σκοτάδι και σας πέταξε στην άβυσσο. Είν’ Εκείνος που θα σας ρίξει μέσα στην αιώνια φωτιά και τη γέεννα, Εκείνος που θα σας εξοντώσει. Μην αργείτε άλλο ! Μη στέκεστε! Τρέξτε και βγάλτε τους φυλακισμένους, αυτούς που μέχρι τώρα κακώς καταπίνατε. Γιατί το κράτος σας έχει πια καταλυθεί, η τυραννία σας έχει πια καταργηθεί, η αλαζονεία σας έχει οικτρά εκμηδενιστεί, η καύχηση σας έχει ολότελα χαθεί, η δύναμή σας έχει πατηθεί και αφανιστεί”.

 Αυτά έλεγαν οι νικήτριες δυνάμεις του Κυρίου στις ενάντιες δυνάμεις και συνάμα γοργοκινούνταν – άλλοι γκρέμιζαν συθέμελα τη φυλακή, άλλοι καταδίωκαν τους εχθρούς που έφευγαν (να σωθούν) από τα εξωτερικά μέρη (του άδη) στα βαθύτερα, άλλοι έτρεχαν κι έψαχναν στα υπόγεια και τα φρούρια και τα σπήλαια, άλλοι έφερναν από διάφορα σημεία δεμένους (τους εχθρούς) στον Κύριο, άλλοι έδεναν τον τύραννο με άλυτα δεσμά, άλλοι ελευθέρωναν τους απ’ την αρχή των αιώνων φυλακισμένους, άλλοι έδιναν διαταγές, άλλοι τις εκτελούσαν χωρίς καθυστέρηση, άλλοι έτρεχαν μπροστά από τον Κύριο, καθώς προχωρούσε βαθύτερα, και άλλοι Τον ακολουθούσαν σαν Θεό και Βασιλιά νικηφόρο.

 Καθώς, λοιπόν, αυτά γίνονταν και λέγονταν στον άδη και όλα σείονταν και ο Κύριος κόντευε να φτάσει πια στα έσχατα βάθη, Ο Αδάμ εκείνος ο πρωτοδημιούργητος και πρωτόπλαστος και πρωτόθνητος, που βρισκόταν σφιχτοδεμένος πιο βαθιά απ’ όλους, άκουσε τα βήματα του Κυρίου, που πλησίαζε τους φυλακισμένους, και αναγνώρισε τη φωνή Του, καθώς περπατούσε μέσα στη φυλακή.

 Στράφηκε τότε σ’ όλους, όσοι ήταν μαζί του δέσμιοι για αιώνες, και τους είπε: “Κρότο βημάτων ακούω Κάποιου που μας ζυγώνει. Κι αν πραγματικά αξιωθήκαμε να φτάσει Εκείνος ως εδώ, τότε είμαστε ελεύθεροι! Αν στ’ αλήθεια Τον δούμε ανάμεσα μας, τότε σωθήκαμε απ’ τον άδη!”.

 Και καθώς αυτά και άλλα τέτοια έλεγε ο Αδάμ σ’ όλους τους συγκαταδίκους του, μπήκε ο Κύριος κρατώντας το νικηφόρο όπλο του Σταυρού. Μόλις Τον αντίκρυσε ο πρωτόπλαστος Αδάμ, χτύπησε το στήθος του από την έκπληξη και φώναξε: “Ο Κύριος μου ας είναι μαζί με όλους!”. Και αποκρίθηκε ο Χριστός στον Αδάμ: “Και μαζί με το δικό σου πνεύμα” [Καί μετά το πνεύματός σου]. Ύστερα τον έπιασε απ’ το χέρι, τον σήκωσε και του είπε: “ «Ξύπνα εσύ που κοιμάσαι, αναστήσου απ’ τους νεκρούς, και ο Χριστός θα σε φωτίσει!» (Εφ. 5, 14).

 Εγώ, ο Θεός σου, που για χάρη σου έγινα γιος σου, για χάρη σου και για χάρη των απογόνων σου, τώρα, με την εξουσία που έχω, λέω και προστάζω τους φυλακισμένους: Βγείτε έξω ! Κι αυτούς που βρίσκονται στο σκοτάδι: Ελάτε στο φως! Κι εκείνους που έχουν πεθάνει: Αναστηθείτε! Κι εσένα, (Αδάμ), σε διατάζω: Σήκω απ’ τον (αιώνιο) ύπνο σου! Δεν σ’ έπλασα γι’ αυτό, για να μένεις φυλακισμένος στον άδη. Αναστήσου απ’ τους νεκρούς! Εγώ είμαι η ζωή των ανθρώπων. Σήκω, πλάσμα δικό μου ! Σήκω, μορφή δική μου, φτιαγμένη σύμφωνα με την εικόνα μου! Σήκω να φύγουμε από δω.

Γιατί εσύ είσαι ενωμένος μ’ εμένα κι εγώ μ’ εσένα. Για σένα έγινα γιος σου εγώ, ο Θεός σου. Για σένα πήρα τη δική σου μορφή του δούλου εγώ, ο Κύριος. Για σένα κατέβηκα στη γη και πιο κάτω απ’ τη γη εγώ, που βρίσκομαι πιο πάνω απ’ τους ουρανούς. Για σένα, τον άνθρωπο, έγινα σαν άνθρωπος αβοήθητος, αφημένος ανάμεσα στους νεκρούς. Για σένα, που βγήκες μέσ’ από τον κήπο (του παραδείσου), παραδόθηκα στους Ιουδαίους μέσα σε κήπο και σταυρώθηκα μέσα σε κήπο.

Κοίτα στο πρόσωπο μου τα φτυσίματα τα καταδέχτηκα για χάρη σου, για να σε αποκαταστήσω όπως ήσουν τότε, που σου είχα δώσει το φύσημα μου. Κοίτα στα μάγουλα μου τα ραπίσματα τα καταδέχτηκα, για να ξαναδώσω στη διεστραμμένη μορφή σου την όψη που είχε σαν εικόνα μου. Κοίτα στη ράχη μου το μαστίγωμα το καταδέχτηκα, για να σκορπίσω το φορτίο των αμαρτημάτων σου. Κοίτα τα τρυπημένα χέρια μου καλά καρφώθηκαν πάνω στο ξύλο (του Σταυρού) για σένα, που κακώς άπλωσες το χέρι σου στο (απαγορευμένο) δέντρο. Κοίτα τα τρυπημένα πόδια μου καλά καρφώθηκαν στο ξύλο (του Σταυρού) εξαιτίας των δικών σου ποδιών, που όχι καλά έτρεξαν στο δέντρο της παρακοής. Την έκτη μέρα βγήκε η (καταδικαστική) από φάση (για σένα), την έκτη μέρα πάλι πραγματοποιώ την ανάπλαση σου και σου ανοίγω τον παράδεισο.

 Γεύτηκα χολή για χάρη σου, για να γιατρέψω την πικρή ηδονή που γεύτηκες απ’ τον γλυκό εκείνο καρπό. Γεύτηκα ξύδι, για να βγάλω οριστικά απ’ τη ζωή σου το καυστικό και αφύσικο ποτήρι του θανάτου. Δέχτηκα σφουγγάρι, για να σβήσω το χρεόγραφο των αμαρτιών σου. Δέχτηκα καλάμι, για να υπογράψω την απελευθέρωση του ανθρώπινου γένους. Κοιμήθηκα πάνω στον Σταυρό και τρυπήθηκα με λόγχη στην πλευρά για σένα, που σε κοίμισα στον παράδεισο και από την πλευρά σου έβγαλα την Εύα. Η πλευρά μου γιάτρεψε τον πόνο της πλευράς σου. Ο ύπνος μου θα σε βγάλει απ’ τον ύπνο σου στον άδη. Η λόγχη, που με τρύπησε, σταμάτησε τη ρομφαία που στρεφόταν εναντίον σου (και σου απαγόρευε την είσοδο στον παράδεισο).

Σήκω, λοιπόν, να φύγουμε από δω. Κάποτε σ’ έδιωξα απ’ τον γήινο παράδεισο τώρα σε αποκαθιστώ όχι στον παράδεισο (εκείνο), αλλά σε θρόνο ουράνιο. Σ’ εμπόδισα να φας από το δέντρο της ζωής· να που τώρα ενώθηκα μαζί σου εγώ, η Ζωή. Έταξα τα Χερουβείμ να σε φρουρούν σαν δούλο τώρα κάνω τα Χερουβείμ να σε προσκυνήσουν σαν Θεό. Κρύφτηκες απ’ τον Θεό γιατί ήσουν γυμνός στο σώμα· να που έκρυψες μέσα σου γυμνό τον Θεό. Ντύθηκες τον δερμάτινο χιτώνα της ντροπής· να που ντύθηκα εγώ, μολονότι Θεός, τον αιμάτινο χιτώνα της σάρκας σου.

Γι’ αυτό, σηκωθείτε ! Ας φύγουμε από δω, (Ας πάμε) απ’ το θάνατο στη ζωή, απ’ τη φθορά στην αφθαρσία, απ’ το σκοτάδι στο αιώνιο φως. Σηκωθείτε! Ας φύγουμε από δω. (Ας πάμε) απ’ την οδύνη στην ευφροσύνη, απ’ τη δουλεία στην ελευθερία, απ’ τη φυλακή (του άδη) στην επουράνια Ιερουσαλήμ, απ’ τα δεσμά στην άνεση, απ’ τη σκλαβιά στην τρυφή του παραδείσου, απ’ τη γη στον ουρανό.

 Γι’ αυτό, άλλωστε, πέθανα και αναστήθηκα, για να γίνω Κύριος και νεκρών και ζωντανών. Σηκωθείτε, λοιπόν! Ας φύγουμε από δω. Ο ουράνιος Πατέρας μου περιμένει το χαμένο πρόβατο. Τα ενενήντα εννέα πρόβατα των αγγέλων περιμένουν τον σύνδουλο τους Αδάμ πότε θ’ αναστηθεί, πότε θ’ ανέβει και πότε θα επιστρέψει στο Θεό. Ο χερουβικός θρόνος έχει ευτρεπιστεί. Αυτοί που θα σας ανεβάσουν είναι γρήγοροι και πρόθυμοι. Το νυφικό δωμάτιο έχει ετοιμαστεί. Το τραπέζι του δείπνου είναι στρωμένο. Οι αιώνιες κατοικίες και διαμονές είναι έτοιμες. Οι θησαυροί των αγαθών έχουν ανοιχτεί. Η βασιλεία των ουρανών έχει ετοιμαστεί προαιώνια. Μάτι δεν έχει δει κι αυτί δεν έχει ακούσει κι ανθρώπου λογισμός δεν έχει βάλει τ’ αγαθά που περιμένουν τον άνθρωπο”.

Αυτά και άλλα τέτοια καθώς έλεγε ο Κύριος, αναστήθηκε. Την ίδια στιγμή αναστήθηκαν και ο ενωμένος μαζί Του Αδάμ και η Εύα. Μα κι άλλα πολλά σώματα αγίων, που είχαν πεθάνει απ’ την αρχή των αιώνων, αναστήθηκαν κι αυτά, κηρύσσοντας την τριήμερη ανάσταση του Κυρίου. Ας την υποδεχθούμε κι εμείς, οι πιστοί, κι ας την αγκαλιάσουμε με χαρά, χορεύοντας μαζί με τους αγγέλους, γιορτάζοντας μαζί με τους αρχαγγέλους και συνάμα δοξάζοντας τον Χριστό, που μας ανέστησε από τη φθορά και μας χάρισε τη ζωή. Σ’ Αυτόν ανήκει η δόξα και η δύναμη, μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό Πνεύμα Του στους ατέλειωτους αιώνες. Αμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου