επιμέλεια έρευνας: πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου (χημικού)
Το Ουκρανικό είναι θέμα και διοικητικό, κανονικό, εκκλησιαστικό,
εκκλησιολογικό – δογματικό, οικουμενιστικό, γεωπολιτικό και σωτηριολογικό.
Το Ουκρανικό είναι θέμα Οικουμενισμού, διότι η νέα ψευδοεκκλησία
του Επιφανίου είναι, εκτός των άλλων, και οικουμενιστική, αφού έχει κοινούς στόχους
με τους Ουνίτες της Ουκρανίας, οι οποίοι καθιστούν δυνατή την ένωση μεταξύ τους,
συμπροσεύχεται αντικανονικώς με κατεγνωσμένους αιρετικούς Παπικούς, με τους οποίους
τελεί κοινές ακολουθίες, και αποδέχεται την ψευδοσύνοδο της Κρήτης.
Το Ουκρανικό είναι θέμα σωτηριολογικό, διότι η αίρεση και
το σχίσμα, και ιδιαίτερα ο Οικουμενισμός και η ψευδοσύνοδος της Κρήτης δεν σώζουν
τον άνθρωπο, αλλά τον οδηγούν, όχι στην σωτηρία, αλλά στην απώλεια της ψυχής.
Επι πλέον το Ουκρανικό ζήτημα απέδειξε ότι .
Η υπερόριος επέμβαση-εισπήδηση ακόμα και για την αντιμετώπιση
σοβαρού προβλήματος σε ξένη δικαιοδοσία χωρίς τη σύμφωνη γνώμη, πολλώ δε μάλλον
αντίθετα στην ομοφωνία, των άλλων τοπικών Εκκλησιών δεν μπορεί να θεμελιωθεί στην
Ορθόδοξη ερμηνεία των πρεσβείων τιμής (του Φαναρίου), αλλά αποτελεί αλλοίωση και παρερμηνεία τους. Τυχόν απόπειρα
επιβολής τέτοιας ερμηνείας θα έχει, δυστυχώς, σοβαρότατες εκκλησιολογικές συνέπειες
με άμεσο αποτέλεσμα την απώλεια της τιμητικής προκαθεδρίας.
Το παράδειγμα της περιάκουστης Πρεσβυτέρας Ρώμης της εχούσης
την πρωτοκαθεδρία στην αρχαία Εκκλησία καταδεικνύει τη σοβαρότητα του ζητήματος
αυτού. Η παρερμηνεία και η απόπειρα μετατροπής των πρεσβείων τιμής σε πρωτείο εξουσίας
αλλοιώνει την Ορθόδοξη εκκλησιολογία και την οδηγεί σε παπισμό με ολέθριες συνέπειες.
-Η περιοχή της Ουκρανίας (στις εκκλησιαστικές πηγές αναφέρεται
κυρίως ως Μικρά Ρωσία) από το 988 μ.Χ. μέχρι
το 1686 μ.Χ. υπαγόταν στον Οικουμενικό Θρόνο. Με την Πατριαρχική Πράξη του Πατριάρχου
Διονυσίου Δ΄ υπήχθη κανονικώς στο Πατριαρχείο Μόσχας. Ως πλήρη υπαγωγή στην Εκκλησία
της Ρωσίας ερμήνευε την Πατριαρχική Πράξη το ίδιο το Οικουμενικό Πατριαρχείο επί
332 χρόνια! Η βεβαιότητα αυτή έχει γίνει αποδεκτή πολυτρόπως από το ίδιο το Οικουμενικό
Πατριαρχείο και έχει καταγραφεί με τον επισημότερο τρόπο στα Τυπικά του 17ου αι.,
στα Συνταγμάτια 1797 (Αγ. Γρηγορίου Ε΄), 1829, 1855, 1896, 1902, που έχουν εκδοθεί
«εν Κωνσταντινουπόλει εκ του Πατριαρχικού Τυπογραφείου» και στα Πατριαρχικά Ημερολόγια
- Επετηρίδες μέχρι και το 2018! Στις επίσημες αυτές Πατριαρχικές εκδόσεις ο Οικουμενικός
Θρόνος δεχόταν χωρίς καμία επιφύλαξη ότι η Ουκρανία υπάγεται κανονικώς στο Πατριαρχείο
της Ρωσίας! Την ίδια βεβαιότητα έχουν καταγράψει
και τα στελέχη του Οικουμενικού Θρόνου (Αρχειοφύλακας Κ. Δελικάνης, οι καθηγητές
Μητροπολίτης Διοκλείας Κάλλιστος (Ware) (Οξφόρδη), πρωτ. Θεοδ. Ζήσης (Θεσ/νίκη),
Βασ. Σταυρίδης (Χάλκη), Γρ. Λαρεντζάκης (Βιέννη), Βλ. Φειδάς (Αθήνα-Σαμπεζύ), καθώς
και ο ίδιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος και εγγράφως και σε επίσημη ομιλία
Του στο Κίεβο. Έτσι ερμήνευε την Πατριαρχική Πράξη του 1686 το ίδιο το Οικουμενικό
Πατριαρχείο επί 332 χρόνια!
Έτσι ερμηνεύει την
Πατριαρχική Πράξη επί 332 χρόνια η πανορθόδοξη εκκλησιαστική συνείδηση! Από το περίφημο
Συνταγμάτιο του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Χρυσάνθου (Νοταρά) του 1715 μέχρι και το
2019 όλα τα Τυπικά-Ημερολόγια-Επετηρίδες όλων των Τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών θεωρούσαν
την Ουκρανία τμήμα της Εκκλησίας της Ρωσίας. Ποιος μπορεί να περιφρονήσει ελαφρά
τη καρδία την πανορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση και εμπειρία; Ποιος δικαιούται
να σταθεί υπεράνω της πανορθοδόξου συνειδήσεως;
-Δεν έχουν απαντηθεί πειστικά οι ανησυχίες για το κανονικώς
ανυπόστατο της «ιερωσύνης» της νέας εκκλησίας (του Επιφανίου). Ασφαλώς, υπό αυστηρές
προϋποθέσεις, η Εκκλησία μπορεί να οικονομήσει τις εν σχίσματι και αιρέσει χειροτονίες.
Πως όμως εκφράζεται η Ορθόδοξη Εκκλησία μας επ’ αυτού;
Στην Ανατολή δεν έχουμε παπικό θρόνο που να αποφαίνεται και
οι άλλοι να υπακούουν! Αλλά οι τοπικές Εκκλησίες
εν Συνόδω υπό την προεδρία του Κωνσταντινουπόλεως αποφασίζουν τη θεραπεία του σχίσματος
και οικονομούν τις χειροτονίες! Όταν όμως όλες οι τοπικές Εκκλησίες έχουν αρνηθεί
να αναγνωρίσουν τέτοια «ιερωσύνη», με ποιο κανονικό δικαίωμα ο Κωνσταντινουπόλεως
μπορεί να ισχυριστεί ότι ως Πρώτος εκφράζει την Εκκλησία και οικονομεί τις εν σχίσματι
χειροτονίες; Δεν είναι ο Κωνσταντινουπόλεως υπεράνω της κοινής απάντων των τοπικών
Εκκλησιών γνώμης. Δεν είναι ο πάπας που εκφράζει ex cathedra την Ορθόδοξη Εκκλησία
δίχα γνώμης των άλλων ομοταγών του.
Δυστυχώς όμως οι χειροτονίες της νέας εκκλησίας δεν προέρχονται
μόνο από τον καθηρημένο και αναθεματισμένο Φιλάρετο, την καθαίρεση και τον αναθεματισμό
του οποίου επί 26 χρόνια είχε αναγνωρίσει
σύμπασα η Ορθοδοξία (ακόμα και αυτός ο Οικουμενικός Πατριάρχης), αλλά προέρχονται
και από τον αυτοχειροτόνητο πρώην διάκονο, ουδέποτε χειροτονηθέντα πρεσβύτερο και
επίσκοπο, απατεώνα του κοινού ποινικού δικαίου Βίκτωρα Τσεκάλιν. Για το Όνομα του
Θεού, πως είναι δυνατόν να αναγνωρίσουμε ως Εκκλησία Ελλάδος αυτοχειροτόνητους;
Καυχόμαστε εν Κυρίω μέχρι τώρα για την αποστολική διαδοχή
της Ορθοδόξου Αρχιερωσύνης. Είναι δυνατόν και μετά την αναγνώριση των «χειροτονιών»
του Τσεκάλιν να συνεχίζουμε να κηρύττουμε για την αποστολική διαδοχή των Ορθοδόξων
Αρχιερέων;
Για το θέμα αυτό υπάρχουν οι εξής απορίες:
Πως «θεραπεύθηκε» η «ιερωσύνη» των αυτοχειροτόνητων; Μπορεί
μόνος του ο Κωνσταντινουπόλεως με μία πράξη να θεραπεύσει την έλλειψη αποστολικής
διαδοχής;
Πιστεύω ότι οι δικαιολογίες που έχουν επιστρατεύσει οι υποστηρικτές της αυτοκεφαλίας είναι τόσο αντιφατικές και αυτοαναιρούμενες ώστε όχι μόνο δεν πείθουν για την ύπαρξη κανονικής χειροτονίας των αυτοχειροτόνητων, αλλά επιβεβαιώνουν την ανυπαρξία εγκύρου αποστολικής διαδοχής. Κατόπιν αυτών, με ποια εσωτερική αρχιερατική συνείδηση μπορεί κάποιος επίσκοπος να προβεί σε αναγνώριση τέτοιων «χειροτονιών»; Δεν πρόκειται περί αμφισβήτησης της ηθικής καθαρότητας κάποιων προσώπων, αλλά για την οντολογική ανυπαρξία του ίδιου του εσωτάτου πυρήνα της Αρχιερωσύνης . δεν έχουμε ηθικό αλλά οντολογικό «μολυσμό» του επισκοπικού Σώματος σε πανορθόδοξο επίπεδο.
-Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε πως, χωρίς την κοινή απόφαση όλων
των Τοπικών Εκκλησιών, ένα συνονθύλευμα καθηρημένων, αναθεματισμένων, αυτοχειροτόνητων,
σχισματικών χωρίς να επιδείξουν μετάνοια με μία πράξη αποκαταστάθηκε, συγκροτήθηκε
σε «ενωτική σύνοδο» και ταυτόχρονα έλαβε «αυτοκεφαλία», ενώ οι κανονικοί επίσκοποι,
οι οποίοι συγκροτούν κανονική Σύνοδο η οποία εκφράζει την κανονική Εκκλησία περιφρονούνται
παντελώς.
-το πλέον ανησυχητικό είναι ότι το εκκλησιαστικό πρόβλημα
της Ουκρανίας εξελίσσεται από πρόβλημα κανονικής υφής σε μείζον εκκλησιολογικό πρόβλημα
με την επίμονη προσπάθεια μεταλλαγής των τιμητικών πρεσβείων του Οικουμενικού Πατριαρχείου
σε εξουσιαστικό πρωτείο παπικού τύπου:
Η προσεκτική μελέτη του Ουκρανικού ζητήματος μας οδηγεί στα
εξής συμπεράσματα.
α. Η άρση του Πατριαρχικού Γράμματος του 1686 και η οικειοποίηση
από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως του δικαιοδοσιακού δικαιώματος
επί του εκκλησιαστικού εδάφους της Ουκρανίας είναι πράξη μονόπλευρη, αυθαίρετη και
αντικανονική . Τόσο η εκκλησιαστική συνείδηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και
της Ρωσικής Εκκλησίας, όσο και η Πανορθόδοξη Οικουμενική συνείδηση (όλες, δηλαδή,
οι κατά τόπους Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες) δέχονταν, χωρίς δισταγμούς και αμφιταλαντεύσεις,
ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας βρισκόταν, κατά τα τελευταία συνεχόμενα χρόνια (1686- 2018), κάτω από την εκκλησιαστική
δικαιοδοσία του Ορθοδόξου Πατριαρχείου Μόσχας και αποτελούσε κανονικό έδαφος αυτού.
Η πανορθόδοξη αυτή εκκλησιαστική εμπειρία εκδηλωνόταν συνεχώς, χωρίς καμία ένσταση
ή επιφύλαξη σε πανορθόδοξα συλλείτουργα και διασκέψεις, σε ειρηνικές επισκέψεις,
σε διεθνή συνέδρια και σε πολλές άλλες ευκαιρίες.
β. Η χορήγηση της ψευδοαυτοκεφαλίας στις σχισματικές ομάδες
της Ουκρανίας, χωρίς την προηγούμενη ενημέρωση και συγκατάθεση των υπολοίπων Ορθοδόξων
Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, ούτε καν της Μητέρας Εκκλησίας, που, στην προκειμένη περίπτωση,
είναι η Εκκλησία της Ρωσίας, είναι ενέργεια εντελώς αντίθετη προς τη μακραίωνη κανονική
παράδοση και διαχρονική εκκλησιαστική Πράξη και δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ιεροκανονικά.
γ. Η άρση της καθαιρέσεως
των καθηρημένων και αναθεματισμένων, αφενός μεν χωρίς να προηγηθεί ειλικρινής και
εκ βαθέων μετάνοια, αφετέρου δε με τον αντικανονικό ισχυρισμό, ότι ανέκαθεν ο Οικουμενικός
Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως είχε και εξακολουθεί να έχει το προνόμιο αποδοχής
και εκδικάσεως εκκλήτων προσφυγών κληρικών όχι μόνο από τις Εκκλησίες της δικής
του δικαιοδοσίας, αλλά και από τα άλλα Ορθόδοξα Πατριαρχεία και τις Αυτοκέφαλες
Εκκλησίες, όλα αυτά ευρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με τους ιερούς Κανόνες, τους οποίους
και κατάφωρα παραβιάζουν. Γι’ αυτό και η παραχώρηση του καθεστώτος Αυτοκεφαλίας
στην Ουκρανία δεν μπορεί να έχει πραγματικές κανονικές συνέπειες και ούτε πρέπει
να γίνουν αποδεκτές από τις κατά τόπους Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες.
δ. Η αντικανονική χορήγηση της ψευδοαυτοκεφαλίας στις σχισματικές
δομές της Ουκρανίας ουδόλως επανέφερε τον ουκρανικό λαό στην κανονικότητα, αφού
η τεράστια πλειοψηφία του ορθοδόξου ουκρανικού λαού παραμένει πιστή στην υπό τον
Μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Ονούφριο κανονική Εκκλησία. Αντίθετα, οι
ενέργειες του Φαναρίου είχαν ως οδυνηρό αποτέλεσμα την καταστροφική διάσπαση της
Ουκρανικής Εκκλησίας και τον επώδυνο διχασμό του χριστεπωνύμου πληρώματός της, με
επακόλουθο σχίσμα ολέθριο να απειλεί το Σώμα της Οικουμενικής, Παγκόσμιας Ορθοδοξίας.
ε. Η μονομερής, αυθαίρετη και αντικανονική απόφαση του Οικουμενικού
Πατριαρχείου να χορηγήσει καθεστώς Αυτοκεφάλου
Εκκλησίας στις σχισματικές δομές της Ουκρανίας, εκτός του ότι δημιουργεί μεγάλο
εκκλησιαστικό πρόβλημα και απειλεί την πανορθόδοξη ενότητα με το επάρατο σχίσμα,
ταυτόχρονα κλονίζει αθεράπευτα το πανορθόδοξο κύρος του Οικουμενικού Πατριαρχείου,
ως συντονιστικού Κέντρου των Ορθοδόξων Πατριαρχείων και Αυτοκεφάλων Εκκλησιών.
στ. Η διακοπή της Ευχαριστιακής Κοινωνίας μεταξύ δύο Εκκλησιών,
όταν οφείλεται σε λόγους δογματικούς ή παραβιάσεις των θείων και ιερών Κανόνων,
τότε όχι μόνο επιτρέπεται, αλλά και επιβάλλεται, τόσο από αυτούς τους ιδίους τους
ιερούς Κανόνες, όσο και από τη διαχρονική εκκλησιαστική Πράξη. Ορθώς, επομένως,
το Ορθόδοξο Πατριαρχείο Μόσχας, εφαρμόζοντας τους ιερούς Κανόνες (ι΄ και ια΄ Αποστολικούς,
και ε΄ της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, όπως και τον β΄ της Συνόδου της Αντιοχείας)
προχώρησε σε διακοπή της Ευχαριστιακής Κοινωνίας με το Οικουμενικό Πατριαρχείο,
με την ελπίδα, βεβαίως, να αρθούν σύντομα οι λόγοι, που επέβαλαν την ακοινωνησία
αυτή και να αποκατασταθούν και πάλι οι σχέσεις των δύο Εκκλησιών «εν πίστει και
αγάπη», με φυσικό συνεπακόλουθο και τη μεταξύ τους αποκατάσταση της Ευχαριστιακής
Κοινωνίας.
ζ. Μέσα από όλη αυτή την εξέλιξη γύρω από το Ουκρανικό Ζήτημα,
ξεπήδησε και μία νέα αντικανονική αξίωση, ότι, δηλαδή, ο Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως
και Οικουμενικός Πατριάρχης στην Παγκόσμια Ορθοδοξία δεν είναι «πρώτος μεταξύ ίσων»,
αλλά «πρώτος άνευ ίσων», γεγονός, που αντικαθιστά το «πρωτείο διακονίας» του σε
«πρωτείο εξουσίας», με αποτέλεσμα την παραβίαση της Αρχής της Συνοδικότητας, που
διαχρονικά ισχύει στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Επίσης βγήκε ένα νέο δόγμα, ότι, δηλαδή,
ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως είναι η Κεφαλή της Ορθοδόξου Καθολικής
Εκκλησίας. Στενοί συνεργάτες του Οικουμενικού Θρόνου, παρερμηνεύοντας τον λδ΄ Κανόνα
των Αγίων Αποστόλων, υποστηρίζουν, ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης πρέπει να θεωρείται
ως Πρώτος και Κεφαλή των υπολοίπων Προκαθημένων. Οφείλουν, δηλαδή, όλοι, Πατριάρχες,
Προκαθήμενοι και γενικά όλοι οι Επίσκοποι, να αναγνωρίζουν ως Κεφαλή της Οικουμενικής
Ορθοδόξου Εκκλησίας τον εκάστοτε Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Η καινοφανής,
όμως, αυτή θεωρία, ούτε ιστορικά, ούτε ιεροκανονικά, ούτε δογματικά, ούτε εκκλησιολογικά,
μπορεί να σταθεί, γιατί η Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία δεν έχει άλλη Κεφαλή εκτός
από τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν. Μόνος αιώνιος Αρχηγός και Κεφαλή αθάνατη της
Εκκλησίας είναι ο Δομήτορας αυτής Σωτήρας και Λυτρωτής Χριστός. θ. Ουδεμία αμφιβολία
υπάρχει και καμία αντίρρηση μπορεί να προβληθεί, ότι στην Ουκρανία η αρχή της Συνοδικότητας,
η οποία αποτελεί θεμελειώδες κεφάλαιο της διοικήσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υποχώρησε
έναντι της αρχής της αυθαίρετης και αυταρχικής εξουσίας του ενός, του Οικουμενικού
Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου, ο οποίος, κατά ειρωνεία των ιστορικών γεγονότων, μόλις
προ τετραετίας είχε συγκαλέσει και προεδρεύσει και συντονίσει τις εργασίες της Αγίας
και Μεγάλης Συνόδου της Κρήτης (18-25 Ιουνίου 2016), η οποία και διακήρυττε στο
μήνυμά της, ότι: «Η Ορθόδοξος Εκκλησία εκφράζει την ενότητα και καθολικότητά της
εν Συνόδω. Η Συνοδικότητα διαπνέει την οργάνωση, τον τρόπο, που λαμβάνονται οι αποφάσεις,
και καθορίζεται η πορεία της»
η. Τέλος, επισημαίνουμε και εμείς, ότι «οι ελληνόφωνες Εκκλησίες,
με βάση την ιστορική αλήθεια και την κανονική παράδοση, για να αποφευχθεί το οριστικό
σχίσμα, πρέπει να υποστηρίζουν τα ιστορικά και ιεροκανονικά δίκαια της Εκκλησίας
της Ρωσίας και να μη στηρίζουν είτε εμφανώς είτε διά της σιωπής των την αντικανονική
εισπήδηση της Κωνσταντινούπολης σε ξένη δικαιοδοσία. Αν πράξουν το αντίθετο, υποστηρίζοντας,
λόγω φιλογενείας και πατριωτισμού, τον Έλληνα Πατριάρχη, περιπίπτουν στην αίρεση
του Εθνοφυλετισμού, τον οποίον κατεδίκασε συνοδικά η ίδια η Κωνσταντινούπολη το
1872»
Το Φανάρι στην περίπτωση
του Ουκρανικού αυτοκεφάλου αρνείται τον αναγνωρισμένο από την παράδοση συντονιστικό
Του ρόλο και την έκφραση και υλοποίηση συνοδικών αποφάσεων των τοπικών Ορθοδόξων
Εκκλησιών, συγκαλώντας Πανορθόδοξη Σύνοδο η Σύνοδο Προκαθημένων.
Αντίθετα, όπως ο πάπας:
i) ενεργεί υπερορίως, σε ξένη δικαιοδοσία, η οποία υπάγεται
στην Εκκλησία
της Ρωσίας, όπως ο
Ίδιος μέχρι πρόσφατα αναγνώριζε,
ii) αποφασίζει κυριαρχικά και ανεξάρτητα η και αντίθετα με
τη γνώμη όχι μόνο της ίδιας της Εκκλησίας της Ουκρανίας αλλά και των κατά τόπους
Ορθοδόξων Εκκλησιών,
iii) ισχυρίζεται ότι οι λοιποί ανά τον κόσμο Ορθόδοξοι επίσκοποι
υποχρεούνται να αποδεχθούν την όποια απόφασή Του,
iv) θεωρεί ότι η απόφασή Του δεν χρήζει εγκρίσεως από τις
άλλες Εκκλησίες, αλλά ούτε προσβάλλεται ούτε
αναιρείται, και
v) απαιτεί να επεμβαίνει υπερορίως, στην ανά την Οικουμένη
Ορθόδοξη Εκκλησία ακόμα και «αυτεπαγγέλτως και ως εκ καθήκοντος» «ου μόνον ένθα
περί Δογμάτων και ιερών Παραδόσεων και Κανονικών Εκκλησιαστικών Διατάξεων η περί
γενικών ζητημάτων αφορώντων εις ολόκληρον το σώμα της Εκκλησίας αλλά και εν πάσι
τοις σχετικώς σπουδαίοις επί μέρους ζητήμασι τοις ενδιαφέρουσι ταύτην η εκείνην
την Τοπικήν Εκκλησίαν» (Επιστολή του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου προς τον Αρχιεπίσκοπον
Αλβανίας Αναστάσιον, 20.2.2019). Η Πατριαρχική αυτή φρασεολογία θυμίζει το περίφημο
Dictatus Papae (1075) του πάπα Γρηγορίου
Ζ΄, ο οποίος είχε την απαίτηση να υποβάλλονται στον πάπα προς λύση όλες οι “causae
majores” (μείζονες υποθέσεις) των ανά την οικουμένη Εκκλησιών!
Είναι περισσότερο από προφανές ότι αν, ο μη γένοιτο, επικρατήσει
αυτή η προσέγγιση θα υπάρξουν σοβαρότατες και θλιβερές εξελίξεις στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΠΗΓΕΣ
1.ΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΟΥΚΡΑΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΘΕΙΟΥΣ ΚΑΙ ΙΕΡΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΠΙΛΥΣΗ ΤΟΥ-ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΚΥΚΚΟΥ ΚΑΙ ΤΗΛΛΥΡΙΑΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ
2.Η ΟΡΘΌΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΊΑ ΤΗΣ ΟΥΚΡΑΝΊΑΣ ΣΕ ΠΑΓΚΌΣΜΙΟ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΌ ΠΛΑΊΣΙΟ.
3.π.ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ ΤΟ ΟΥΚΡΑΝΙΚΟ ΑΥΤΟΚΕΦΑΛΟ-
4.π.ΑΝΑΣΤΑΣ.ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΥ- ΟΥΚΡΑΝΙΚΟ ΑΥΤΟΚΕΦΑΛΟ.ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΟΝ ΔΙΑΛΟΓΟ
5.“Το Ουκρανικό Αυτοκέφαλο και η νέα Εκκλησιολογία του Φαναρίου” – 2019-ΠΟΡΙΣΜΑ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου