Του πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου
(χημικού)
Η σταύρωση στον αρχαίο κόσµο
Η σταύρωση χρησιμοποιείτο ευρέως στον αρχαίο κόσµο ως τρόπος εκτέλεσης. Ήταν
συνήθης στην Ελλάδα από τον 4ο αιώνα π.Χ. και αναφέρεται για πρώτη φορά σε
ρωµαϊκές πηγές γύρω στο 200 π.Χ.
Στη διάρκεια της ρωµαϊκής κυριαρχίας, το έθιµο της σταύρωσης επεκτάθηκε στην
Παλαιστίνη, τον 1ο αιώνα π.Χ.:
Ο Ρωµαίος κυβερνήτης της Συρίας σταύρωσε 2.000
Ιουδαίους το 4 π.Χ. Υπάρχουν στοιχεία από τα Χειρόγραφα της Νεκράς θαλάσσης ότι
µερικοί Ιουδαίοι χρησιµοποιούσαν περιστασιακά τη σταύρωση, το 11QΤ, το
Χειρόγραφο του Ναού, θεωρεί τη σταύρωση τµήµα του Μωσαϊκού Νόµου. Στο 40169, το
Υπόµνηµα στον Ναούµ, ο «απαγ- χονισµός» είναι κατά πάσα πιθανότητα συνώνυµος της σταύρωσης.
Οι Ρωμαίοι τηνχρησιμοποιούσαν για να ελέγχουν τους υπηκόους τους. Αυτή η μέθοδος εκτέλεσης χρησιμοποιείτο για τις χαμηλότερες τάξεις, ιδιαίτερα τους
δούλους, τους εγκληματίες και τους ξένους, αν και υπάρχουν κάποια στοιχεία ότι,
σε σπάνιες περιπτώσεις, Ρωμαίοι πολίτες που θεωρούνταν ένοχοι εσχάτης προδοσίας
σταυρώνονταν.
Η σταύρωση αποδείχθηκε αποτελεσματικό όπλο κατά της αντίστασης εναντίον των
Ρωμαίων και στην Παλαιστίνη χρησιμοποιήθηκε για να κρατήσει υπό έλεγχο τον
ιουδαϊκό εθνικισμό. Περιγραφές σταυρώσεων είναι σπάνιες, γεγονός που δεν
προξενεί έκπληξη λόγω της ευρείας αποστροφής για τη συγκεκριμένη µμέθοδο.
Σε σύγκριση µε άλλες σύγχρονες αναφορές, οι σύντομές
και περιορισμένες αφηγήσεις για τη Σταύρωση του Ιησού στα Ευαγγέλια είναι
σχετικά πλήρεις και παρέχουν σημαντικά ιστορικά στοιχεία για µμερικές από τις
λεπτομέρειες της εκτέλεσης της ποινής. Οι Ρωμαίοι έγδυναν και μαστίγωναν τα
θύματα τους πριν τα σταυρώσουν σε δημόσιο χώρο, όπου τα περιγελούσαν οι θεατές.
Επειδή η σταύρωση δεν είχε ως αποτέλεσμα βλάβη των εσωτερικών οργάνων ή
υπερβολική αιμορραγία, ο θάνατος ήταν αργός και οδυνηρός. Η αναπνοή γινόταν όλο
και πιο δύσκολη και τα θύματα πέθαιναν από ένα συνδυασμό ασφυξίας, σοκ, πείνας
και δίψας. Μερικές φορές έµεναν άταφα και τα σώµατα τους γίνονταν βορά των
πουλιών και των ζώων.
Οι Ιουδαίοι θεωρούσαν τη σταύρωση ιδιαίτερα απεχθή,
όπως φαίνεται από το ∆ευτερονόµιο 21:23: «Οποιος κρεµιέται είναι καταραµένος
από τον Θεό». Παρότι αυτό αρχικά αναφερόταν στο έθιμο της ανάρτησης του νεκρού
εγκληματία από ένα δέντρο, τον 1ο αιώνα µ.Χ. ίσχυσε και για τα θύµατα της
σταύρωσης, όπως ανέφερε ο Παύλος στην Προς Γαλατάς Επιστολή 3:13. Η σταύρωση
ήταν τόσο απεχθής που ποτέ δεν έγινε σύμβολο µμαρτυρικού θανάτου και αντίστασης
ανάμεσα στους Ιουδαίους.
Ωστόσο από τις πρώτες αναφορές στην Καινή ∆ιαθήκη και µετά, ο θάνατος του Ιησού
πάνω στον σταυρό δεν θεωρήθηκε ατιµωτικός, αλλά ως ο σκοπός και η κατεύθυνση
της ζωής Του. Ερμηνεύτηκε ως θυσία η οποία συµφιλίωσε τους ανθρώπους µε τον
Θεό. Όσα έκανε ο Ιησούς κατά τη διάρκεια της ζωής Του, µε το έργο της
συµφιλίωσης Του, γίνονται τώρα δυνατά για όλους.
Τα τελευταία λόγια που ψιθυρίζει πάνω στον σταυρό
είναι γνωστά:
«Ηλί, ηλί, λάµασαβαχβανί;» δηλαδή, «Θεέ µου, Θεέ µου, γιατί µε εγκατέλειψες;».
(Μτ27:46=Μκ15:34)
«Πατέρα, συγχώρησε τους, δεν ξέρουν τι κάνουν». (Λκ 23:34)
«Σε βεβαιώνω πως σήµερα κιόλας θα είσαι µαζί µου στον Παράδεισο». (Λκ 23:43)
«Πατέρα, στα χέρια σου παραδίδω το πνεύµα µου». (Λκ 23:46)
«Αυτός τώρα είναι ο γιος σου», ύστερα λέει στον µαθητή: «Αυτή τώρα είναι η
µητέρα σού». (Ιω. 19:26) «∆ιψώ… Τετέλεσται». (Ιω. 19:28,30)
Υπήρχαν πολλοί διαφορετικοί τρόποι σταύρωσης. Τα
θύµατα ανασκολοπίζονταν ή κρέµονταν από έναν ξύλινο πάσσαλο. Στις οµαδικές
εκτελέσεις, πολλές οριζόντιες σανίδες καρφώνονταν πάνω σ’ ένα ικρίωµα από
κάθετα ξύλινα µαδέρια. Συχνά οι κατάδικοι δένονταν και καρφώνονταν πάνω στα
ξύλα, µε τα χέρια τους σε έκταση πάνω από το κεφάλι. Οι κατάδικοι εκείνοι δεν
σταυρώνονταν πάντοτε σε όρθια θέση.
Στις περιπτώσεις που συνέβαινε κάτι τέτοιο, η οριζόντια σανίδα υψωνόταν µε
ξύλινες διχάλες και εφάρµοζε σε µια εγκοπή, η οποία βρισκόταν είτε στην κορυφή
του κάθετου πασσάλου, οπότε σχηματιζόταν ένα σχήµα Τ, είτε σε κάποιο σημείο
χαμηλότερα, οπότε σχηµατιζόταν ένας σταυρός. Κατά τη σταύρωση τα πόδια του
θύµατος δεν θα πρέπει να απείχαν από το έδαφος πάνω από 30 εκατοστά. Το κατά
Ιωάννη Ευαγγέλιο αναφέρει ότι οι Ρωµαίοι µερικές φορές έσπαζαν τα πόδια του
θύµατος µετά την πάροδο κάποιου χρόνου, ώστε να δυσκολέψουν ακόµη περισσότερο
την αναπνοή του και να επισπεύσουν τον θάνατο του (Ιω. 19:31-32).
Σε ορισμένες περιπτώσεις, προσάρμοζαν στον κάθετο
πάσσαλο ένα µικρό ξύλινο µμαδέρι, για να µπορεί ο σταυρωµένος να καθίσει σ’
αυτό. Ο τρόπος αυτός αν και στήριζε το θύμα βοηθώντας το να αναπνέει, ωστόσο
παρέτεινε την αγωνία του, καθώς απέτρεπε την κατάρρευση των πνευµόνων του.
Το 1968, σε µια λειψανοθήκη στην Ιερουσαλήµ, βρέθηκαν τα οστά ενός άνδρα γύρω
στα τριάντα, που σταυρώθηκε πριν το 70 µ,Χ. να σιδερένιο καρφί βρισκόταν ακόµη
στη δεξιά του φτέρνα και, παρότι τα δεδοµένα δεν είναι εύκολο να αξιολογηθούν,
φαίνεται ότι τα πόδια του ήταν καρφωµένα στις πλευρές του κάθετου πασσάλου.
Ο ακαδηµαϊκός Γεώργιος Λάββας επιβεβαιώνει µέσα από την επιστηµονική έρευνα τον
τόπο του µαρτυρίου του Ιησού.
«…Και η γη εσχίσθη και αϊπέτραιεσχίσθησαν…», λέει ο
ευαγγελιστής Ματθαίος αναφερόµενος στη δοκιµασία του Ιησού πάνω στον Σταυρό και
στη στιγµή του θανάτου του, όταν η φύση µίλησε µε τον δικό της τρόπο αντιµέτωπη
µε το µέγα γεγονός. Οι πέτρες πράγµατισχίσθηκαν, ο βράχος του Γολγοθά διερράγη
και η ρωγµή αυτή, αδιάψευστος µάρτυρας όχι πλέον του υπερφυσικού, αλλά ενός
αδιαµφισβήτητου φυσικού φαινοµένου, υπάρχει πάντα εκεί για να επιβεβαιώνει την
αλήθεια.
Το σκοτάδι της Σταύρωσης
Διηγείται ο ιστορικός Ευσέβιος Καισαρείας, ότι ο χρονογράφος Φλέγων
περιγράφοντας στα ” Χρονικά ” του, την έκλειψη τού ηλίου και τον γενόμενο
σεισμό στην ώρα τής σταυρώσεως, σημειώνει χαρακτηριστικά:
« τώέτει ΣΒ΄ Ολυμπιάδος( δηλαδή το 33μ.χ.), εγένετο έκλειψις ηλίου μεγίστη των εγνωσμένων
πρότερον, και νύξ ώρα πέμπτη της ημέρας εγένετο, ώστε και αστέρες εν
ουρανώφανήναι, σεισμός τε μέγας κατά Βιθυνίαν γενόμενος, τα πολλά Νικαίας
κατέστρεψε».
Επίσης, ο ιστορικός Ιούλιος ο Αφρικανός (221 μ.Χ.)
αναφέρει τρείς φορές στα έργα του, τμήματα της Ιστορίας της Ελλάδος παρμένα από
τον ειδωλολάτρη ιστορικό Θαλλό ( περί το 52 μ.Χ. , τον οποίον αναφέρει και ο
Εβραίος ιστορικός Ιώσηπος).
Αυτός λοιπόν ό Ιούλιος, γράφει σχετικά, για την παράξενη αυτή έκλειψη ηλίου :
« Τούτο το σκότος έκλειψη ηλίου Θαλλός αποκαλεί εν τρίτη των Ιστοριών του, ως
εμοί δοκεί αλόγως» (καθώς εμένα μού φαίνεται, δηλαδή, παραλόγως ότι είναι
φυσική μόνο έκλειψη, προσθέτει ο Ιουλιανός).
Από την πλευρά των προφητειών για το παγκόσμιο αυτό
σκοτάδι, έχουμε μια παλαιά αναφορά του προφήτου Αμώς, 750 χρόνια προ Χριστού.
Βλέποντας στα βάθη των επερχομένων αιώνων τα γεγονότα τής Σταυρώσεως, γράφει
σχετικά:
« Και έσται εν τή ημέρα εκείνη, λέγει Κύριος ο Θεός, και δύσεται ο ήλιος
μεσημβρίας και συσκοτάσει επί τής γής εν ημέρα τόφώς». (Αμώς κεφ.Η΄9).
Από την πλευρά της Επιστήμης και μάλιστα της Αστρονομίας υπάρχουν 3 βασικοί
λόγοι πού δείχνουν ότι το φαινόμενο ήταν υπερφυσικό.
1) Μία ολική έκλειψη ηλίου διαρκεί γύρω στα 7 λεπτά.
Στην σταύρωση όμως, σύμφωνα με την αψευδή διήγηση των Ευαγγελιστών, διήρκεσε 3
ώρες! (από 12 – 3 μ.μ.)
2) Κάθε ολική έκλειψη είναι ορατή σε στενή ζώνη της γής, ενώ στην σταύρωση το
«σκότος ήν επί πάσαν την γήν», και μάλιστα σε αντίθετες ζώνες-ατράκτους της
γής.
3) Οι Εβραίοι σταύρωσαν τον Χριστό τήν Μεγάλη Παρασκευή, παραμονή δηλαδή τού
Εβραϊκού τους Πάσχα το οποίο γίνεται πάντα με πανσέληνο. Όμως, έκλειψη ηλίου
ποτέ δεν μπορεί να γίνη με πανσέληνο, κι΄αυτό, γιατί τότε η γή βρίσκεται μεταξύ
ηλίου και σελήνης. (Δεν παρεμβάλλεται δηλαδή η σελήνη για να κρύψη τον ήλιο και
να δημιουργήσει έκλειψη).
Και τέλος, από την πλευρά της Χριστιανικής Θρησκείας (από την Εκκλησιαστική
Ιστορία, από τον Μέγα Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας, και από τά
συγγράμματα τού Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου, πρώτου επισκόπου Αθηνών).
Στα χρόνια λοιπόν τής σταυρώσεως, ο Αθηναίος
φιλόσοφος Διονύσιος Αρεοπαγίτης (ειδωλολάτρης τότε), βρισκόταν στην Ηλιούπολη
της Αιγύπτου μαζί με τον σοφιστή Απολλοφάνη. Είδε το υπερφυσικό αυτό σκοτάδι
ενάντια στα Αστρονομικά δεδομένα και σημείωσε την ημερομηνία, γράφοντας τά
περίφημα εκείνα ιστορικά λόγια για το φαινόμενο πού έβλεπε, « ή Θεός πάσχει, ή
το πάν απόλλυται…» ( δηλαδή: ή ο Θεός υποφέρει, ή το πάν χάνεται…). Καί
γνωρίζουμε τώρα ότι αυτός πού υπέφερε πάνω στόν Σταυρό ήταν ο Ιησούς Χριστός !
Λίγα χρόνια αργότερα, όταν ο Απόστολος Παύλος ήλθε στην Αθήνα, και μίλησε στον
Άρειο Πάγο, αναφέρθηκε στο φοβερό αυτό σκοτάδι την ώρα της σταυρώσεως του
Χριστού.
Τό γεγονός αυτό και η αντιπαραβολή των ημερομηνιών με το σκοτάδι της Αιγύπτου,
έγινε αφορμή να πιστέψει ο Διονύσιος μαζί με την φιλόσοφο Δάμαρι και μάλιστα να
αποκεφαλιστεί αργότερα επί Δομετιανού στην Γαλλία ( συγκεκριμένα στο Παρίσι),
γι΄αυτή του την πίστη.
Χρονολογία της Σταύρωσης
Πότε έγινε η Σταύρωση του Χριστού; Η ερώτηση αυτή απασχολεί εδώ και αιώνες τους
επιστήμονες και ειδικά τον 19ο και τον 20ό αιώνα, όταν νέα εργαλεία προστέθηκαν
στη φαρέτρα των ειδικών, που με οδηγό τα Ευαγγέλια προσπαθούν να λύσουν το
μεγάλο μυστήριο.
Τώρα μια νέα έρευνα έρχεται να συνηγορήσει στην ερμηνεία της Παρασκευής 3
Απριλίου του έτους 33 μ.Χ., εστιάζοντας στον σεισμό που περιλαμβάνεται μεταξύ
των γεγονότων της σταύρωσης του θεανθρώπου.
Ο γεωλόγος Τζέφερσον Ουίλιαμς από το Supersonic Geophysical μαζί με συναδέλφους του από το
γερμανικό Research Center for Geosciences μελέτησαν δείγματα του εδάφους από
την παραλία EinGediSpa, η οποία βρίσκεται δίπλα στη Νεκρά Θάλασσα, και
κατέληξαν σε αυτό το ενδιαφέρον συμπέρασμα. Η έρευνα για το πότε ακριβώς πέθανε
ο Ιησούς, η οποία διεξήχθη από το International Geology Review, εξέτασε τη
σεισμική δραστηριότητα γύρω από τη Νεκρά Θάλασσα, η οποία απέχει περίπου 20
χλμ. από την πόλη της Ιερουσαλήμ.
Σύμφωνα με το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, στο κεφάλαιο 27, καθώς ο Ιησούς
ξεψυχούσε επάνω στον σταυρό, ένας δυνατός σεισμός έπληξε την περιοχή, κάνοντας
τάφους να σπάσουν και τον ουρανό να σκοτεινιάσει
Σύμφωνα με το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, στο κεφάλαιο 27, καθώς ο Ιησούς ξεψυχούσε επάνω στον σταυρό, ένας δυνατός σεισμός έπληξε την περιοχή, κάνοντας τάφους να σπάσουν και τον ουρανό να σκοτεινιάσει. Θέλοντας να βρουν την ακριβή ημερομηνία θανάτου του Ιησού, οι ερευνητές εξέτασαν αναφορές από κείμενα, καθώς και γεωλογικά και αστρονομικά αρχεία. Ο γεωλόγος Τζέφερσον Ουίλιαμς μελέτησε, μαζί με συναδέλφους του από το γερμανικό Research Center for Geosciences, δείγματα του εδάφους από την παραλία Ein Gedi Spa, τα οποία αποδείχτηκαν πολύτιμα. Ερευνώντας τα βαθύτερα στρώματα του εδάφους, διαπίστωσαν ότι είχαν συμβεί δύο σεισμοί, εκ των οποίων ο ένας είναι γνωστό ότι σημειώθηκε το 31 π.Χ., ενώ ο δεύτερος χρονολογείται μεταξύ του 26 μ.Χ. και του 36 μ.Χ. Σύμφωνα με τα όσα δήλωσε ο Ουίλιαμς στο “Discovery”, ο τελευταίος σεισμός σημειώθηκε κατά τη διάρκεια της περιόδου που αναφέρει και το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο.
Πρόσθεσε, επίσης, ότι η ημέρα και η ημερομηνία της
σταύρωσης του Ιησού είναι γνωστές με έναν εύλογο βαθμό ακρίβειας, ωστόσο η
χρονολογία αμφισβητείται. Ωστόσο, ενώνοντας τα κομμάτια του παζλ, ο Ουίλιαμς
είπε ότι τα στοιχεία που οδήγησαν στον ακριβή καθορισμό της ημερομηνίας θανάτου
του Ιησού είναι:
– Και τα τέσσερα Ευαγγέλια συμφωνούν ότι η σταύρωση έγινε όταν ο Πόντιος
Πιλάτος ήταν ο Ρωμαίος ηγεμόνας της Ιουδαίας, μεταξύ 26 και 36 μ.Χ.
– Και τα τέσσερα Ευαγγέλια συμφωνούν ότι η σταύρωση
έγινε την Παρασκευή.
– Και τα τέσσερα Ευαγγέλια συμφωνούν ότι ο Ιησούς πέθανε λίγες ώρες πριν την
έναρξη του εβραϊκού Σαββάτου, συνεπώς σούρουπο της Παρασκευής.
– Τα συνοπτικά Ευαγγέλια, του Ματθαίου, του Μάρκου και του Λουκά, υποδεικνύουν
ότι ο Ιησούς πέθανε πριν νυχτώσει, τη 14η ημέρα του μήνα Νισάν.
– Το Ευαγγέλιο του Ιωάννη διαφέρει από τα “Συνοπτικά Ευαγγέλια”, καθώς
υποδεικνύει ότι ο Ιησούς πέθανε πριν νυχτώσει, τη 15η ημέρα του μήνα Νισάν.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι αυτά τα στοιχεία, σε συνδυασμό με το Εβραϊκό
Ημερολόγιο και διάφορα αστρονομικά στοιχεία, υποδεικνύουν ότι η πιο πιθανή
ημερομηνία θανάτου του Ιησού είναι η Παρασκευή 3 Απριλίου του 33 μ.Χ.
Η Σταύρωση του Χριστού από ιατρική άποψη
Ας περάσουμε τώρα στο θέμα της ηλώσεως (του
καρφώματος) των άκρων επάνω στο Σταυρό. Από μία κοινή εντύπωση, πιστεύεται ότι
τα καρφιά διαπέρασαν τις παλάμες του Χριστού. Από πειράματα που έκανε ο Γάλλος
χειρουργός και διδάκτορας της Ανατομίας Pierre Barbet πάνω σε πτώματα,
παρατήρησε ότι είναι αδύνατον ένα καρφί που περνάει ανάμεσα από τα οστά της
παλάμης, να συγκρατήσει το ανθρώπινο σώμα, ακόμη και εάν αυτό στηρίζεται στα
πόδια με καρφιά. Αντίθετα. Εάν τα καρφιά διαπερνούσαν τις παλάμες, κάτω από το
βάρος του εξαρτημένου σώματος, θα έσχιζαν το δέρμα της πρόσθιας και οπίσθιας
επιφάνειας της παλάμης, θα την έτεμναν διαμπερώς στο ύψος των δακτύλων, και ο
Εσταυρωμένος θα έπεφτε με το κεφάλι κάτω προς τη γη, ενώ θα των συγκρατούσαν
μόνο τα καρφιά με τα οποία ήταν καρφωμένα τα πόδια του.
Ο ίδιος χειρουργός, έδειξε, ότι το μόνο σημείο που
μπορεί να στηρίξει τα χέρια του σταυρωμένου ανθρώπου, εάν τα διαπεράσει ένα
καρφί, είναι ο καρπός. Σε επανειλημμένα πειράματά του έδειξε, ότι σε όποιο
σημείο του καρπού και αν βάλουμε ένα καρφί, αυτό οδηγούμενο από τα οστά και
τους συνδέσμους, θα περάσει από έναν ανατομικό χώρο, γνωστό ως ο χώρος του
destot, ανάμεσα σε δύο οστάρια του καρπού. Εκείνο που είναι χαρακτηριστικό από
μία σειρά δώδεκα παρόμοιων πειραμάτων που πραγματοποίησε ο Barbet, είναι δύο
παρατηρήσεις του:
Πρώτη, ότι και στα δώδεκα χέρια κανένα οστούν δεν
τραυματίσθηκε και πολλώ μάλλον δεν έσπασε κατά την ήλωση του χεριού. Αυτό το
πόρισμα, βεβαιώνει και αυτό που είχε γραφτεί για τον Κύριο: «καίὀστοῦνοὐσυντριβήσεταιαὐτοῦ».
Δεύτερη παρατήρηση του Barbet, ότι στο χώρο του
destot, ακριβώς σε επαφή με το καρφί το οποίο τον έχει διαπεράσει, βρίσκεται
ένα μεγάλο νεύρο του χεριού, το μέσο νεύρο. Αυτό, σε όλες τις κακώσεις που θα
υποστεί το χέρι του σταυρωμένου ανθρώπου επάνω στο σταυρό, θα υφίσταται την
αδιάκοπη επαφή, τριβή και τον τραυματισμό από το καρφί. Τώρα, το τι σημαίνει να
δέχεται κι ένα απλό, ελαφρό ερέθισμα ένα νεύρο, το έχουμε όλοι δοκιμάσει, όταν
συνέβη να δεχθούμε σ’ ένα σημείο, εδώ στον αγκώνα, ένα χτύπημα. Είναι εκείνο το
αφόρητο αίσθημα της ηλεκτρικής εκκένωσης και της στιγμιαίας παράλυσης που
δοκιμάζουμε και που κάνει να επαναστατεί όλο μας το είναι. Ας συμπεράνουμε
λοιπόν, τι συνέβαινε όταν ένα πολλαπλάσιο και διαρκές ερέθισμα τέτοιας φύσεως
πόνου, συνοδεύει το μαρτύριο του σταυρωμένου. Ας σκεφτούμε λοιπόν ότι όλη την
ώρα της σταυρώσεως ένα πολλαπλάσιο ερέθισμα πόνου συνόδευε το μαρτύριο της
σταυρώσεως.
Όσον αφορά το καρφί που διαπερνούσε τα πόδια του
σταυρωμένου ανθρώπου, βρέθηκε από σειρά πειραμάτων που επίσης πραγματοποίησε ο
χειρουργός Barbet τον οποίο προαναφέραμε, ότι από ένα μόνο σημείο των πελμάτων
πρέπει να περάσει και δεν μπορεί παρά εκεί να βρει αδιέξοδο. Αυτό είναι το
σημείο ανάμεσα στο δεύτερο και το τρίτο, μετατάρσιο.
Όσα είπαμε μέχρι τώρα δεν είναι παρά ένα
προανάκρουσμα· δεν είναι παρά η αρχή του μαρτυρίου της σταύρωσης, και ακόμη δεν
περάσαμε καν στο αίτιο που επιφέρει το θάνατο.
Το αίτιο που επιφέρει το θάνατο έχει ασφαλώς
θεμελιώδη σημασία για τη συζήτησή μας: για το αν δηλαδή ο Σταυρωμένος Χριστός
πέθανε επάνω στο Σταυρό.
Για να αντιληφθούμε το μηχανισμό του θανάτου, θα
πρέπει να υπενθυμίσουμε μερικά πράγματα. Σε κάποιες τοιχογραφίες παρουσιάζονται
οι δύο ληστές που σταυρώθηκαν μαζί με τον Χριστό, όχι καρφωμένοι, αλλά με τα
χέρια δεμένα με σχοινί στους σταυρούς τους. Καμία παράδοση δεν υποστηρίζει ότι
συνέβη κάτι τέτοιο. Το ότι όμως αυτό απεικονίζεται, μαρτυρεί κάτι που πολλοί
ιστορικοί της Ρωμαϊκής περιόδου περιγράφουν: ότι δηλαδή, μπορεί να πεθάνει ένας
άνθρωπος, εάν έχει εξαρτηθεί από τον σταυρό, όχι με καρφιά, αλλά εάν απλώς
έχουν δεθεί τα χέρια του επάνω στο σταυρό. Για να αποδείξουμε σήμερα το θέμα
αυτό, δεν έχουμε παρά να ανατρέξουμε σε μια πειθαρχική ποινή, που συνηθιζόταν
να εφαρμόζεται κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, στο γερμανικό
στρατό. Η ποινή αυτή ονομαζόταν Aufbinden και συνίστατο στο ότι έδεναν τα χέρια
αυτού, που είχε καταδικαστεί, ψηλά από έναν πάσαλο έτσι, ώστε να μην ακουμπούν
τα πόδια του στη γη. Σύντομα το άτομο αυτό παρουσίαζε φαινόμενα ασφυξίας.
Οι αναπνευστικές του κινήσεις γινόταν εξαιρετικά
δύσκολες και εργώδεις. Το αίμα του συγκεντρωνόταν με μεγάλη πίεση στο κεφάλι
του· οι φλέβες του πρηζόταν, το κεφάλι γινόταν υπεραιμικό και λίγο μετά, το
άτομο αυτό, έφθανε στη λιποθυμία. Αν δεν προλάβαιναν να κόψουν το σχοινί,
μπορούσε να πεθάνει. Ας σημειώσουμε και το τραγικότατο, ότι καθώς μαρτυρείται
από το Χρονικό του Dachau (Νταχάου), θυμήθηκαν εκεί οι Nazi αυτό το μαρτύριο
και αναφέρονται αρκετές περιπτώσεις, φρικιαστικές, όπου άνθρωποι θανατώθηκαν με
το μαρτύριο του Aufbinden. Αναφέρεται επίσης, ότι σε περιπτώσεις που το
απόσπασμα ήθελε να επισπεύσει την εκτέλεση του θύματος, κρεμούσε ένα μικρό
βάρος στα πόδια του. Όπως περιέγραψαν κατάδικοι, οι οποίοι σύμφωνα με την
τακτική του «παραδειγματισμού» και του «εκφοβισμού» του φοβερού εκείνου
στρατοπέδου, ήταν παρόντες την τρομερή εκείνη ώρα, όταν το μαρτύριο του
Aufbinden φθάσει στα τελικά του στάδια είναι αποτρόπαιο.
Το πρόσωπο του θύματος κυριολεκτικά παραμορφώνεται,
όπως του απαγχονισμένου. Ο θώρακάς του διατείνεται σε αφάνταστο σημείο. Το
κοιλιακό τοίχωμα δημιουργεί μία βαθειά κοιλότητα. Ο άνθρωπος περιβρέχεται από
ιδρώτα τόσο, που, όπως διηγούνται οι αυτόπτες μάρτυρες, δημιουργείται ολόκληρη
λίμνη από ιδρώτα κάτω από τα πόδια του δυστυχισμένου αυτού ανθρώπου.
Ήδη από όσα ειπώθηκαν μόλις, συμπεραίνουμε ότι η
έλξη που επιβάλλεται στο εξαρτημένο από το σταυρό σώμα είναι τόσο μεγάλη,
εξαιτίας του βάρους αυτού του ίδιου του σώματος, που το τραβάει διαρκώς προς τα
κάτω.
Ο σταυρωμένος, καθώς ο Κύριος, άνθρωπος, υφίσταται
μία μεγάλη έλξη των χεριών, των βραχιόνων, των μυών, της ωμικής ζώνης και του
θωρακικού τοιχώματος. Η έλξη αυτή, κρατάει το θώρακα σε μία αναγκαστική θέση
εισπνοής, καίτοι ο άνθρωπος δε μπορεί να εκτελέσει εκπνευστικές κινήσεις.
Ξέρουμε, ότι οι εκπνευστικές κινήσεις γίνονται παθητικά από το θώρακά μας,
χωρίς καμία απολύτως προσπάθεια, σαν μια αυτόματη επάνοδο του μεταμορφωμένου
από την εισπνοή θώρακα, με την οποία γεμίζει ο θώρακας με αέρα και έτσι μπορούμε
αν ανανεώνουμε τον αέρα στις κυψελίδες μας, να οξυγονώνεται το αίμα μας και να
συνεχίζουμε να επιβιώνουμε. Στην κατάσταση όμως της εξάρτησης από τα χέρια,
στην κατάσταση της σταύρωσης, ο άνθρωπος υφίσταται έναν πολύ μεγάλο περιορισμό
της αναπνοής του· σαν εκείνον που θα υφίστατο εάν είχε δεθεί με έναν πολύ στενό
θώρακα ή αν είχε πλακώσει τον θώρακά του ένα πολύ μεγάλο βάρος. Δεν μπορεί να
γεμίσει τον θώρακά του με αέρα, ώστε ο θάνατος από τη σταύρωση οφείλεται, κατά
κύριο λόγο στην ασφυξία.
Κατά δεύτερο λόγο, επειδή δημιουργείται αυτή η
μεγάλη πίεση μέσα στον θώρακα, είναι αδύνατο να παροχετευτεί, να κατεβεί, το
αίμα που βρίσκεται στο κεφάλι προς την καρδιά· γι’ αυτό και η μεγάλη συμφόρηση
αίματος στο κεφάλι των σταυρωμένων ανθρώπων. Εάν ο σταυρωμένος δεν εύρισκε
κάποια διέξοδο, προκειμένου να απαλλάξει το κεφάλι του από την πληθώρα αυτή του
αίματος, θα πέθαινε πάρα πολύ σύντομα πάνω στο σταυρό. Όμως, βρίσκει μία
διέξοδο. Και αυτή είναι να στηρίξει το σώμα του, πιέζοντας τα πόδια του στα καρφιά.
Έτσι, ανυψώνεται λίγο ο θώρακας, σταματάει η εξάρτηση του βάρους από τα χέρια
και από τους ώμους, ανακουφίζεται το θωρακικό τοίχωμα, μπορεί και αναπνέει
πάλι, κατεβαίνει πάλι το αίμα από το κεφάλι προς την καρδιά, και ο άνθρωπος
συνέρχεται για λίγο. Η κούραση, η εξάντληση στην οποία έχει περιέλθει, δεν του
επιτρέπει να καταβάλει τη μυϊκή αυτή προσπάθεια, ώστε να στηρίξει για πολύ όλο
το βάρος του σώματός του στο καρφί, το οποίο έχει διαπεράσει τα πόδια του.
Εξαντλημένος λοιπόν, ξαναπέφτει στην πρώτη θέση, για να ξαναρχίσει η διαδικασία
της ασφυξίας, μέχρις ότου, ύστερα από μία διαδοχική σειρά τέτοιων προσπαθειών,
εξαντληθεί τελείως, μείνει στη στάση της εξάρτησης και πεθάνει από ασφυξία.
Πραγματικά είναι ένα στανικό σχέδιο θανάτωσης ο
σταυρός. Γι’ αυτό, επειδή ήταν τόσο άθλιος θάνατος, οριζόταν από τη Ρωμαϊκή
νομοθεσία να εφαρμόζεται μόνο σε δούλους και προδότες. Ο Κικέρωνας, ο οποίος
είχε παρακολουθήσει θάνατο καταδικασμένου σε σταύρωση, τον ονομάζει: «Crudelis simumet
deterimum Supplicium», δηλαδή, το σκληρότερο και τρομερότερο βασανιστήριο.
Σε περιπτώσεις όπου για κάποιους λόγους, ήθελε ο
επικεφαλής του εκτελεστικού αποσπάσματος να συντομεύσει την επέλευση του
θανάτου, τι έκανε;
Διέταζε να σπάσουν τις κνήμες του σταυρωμένου μ’ ένα
ισχυρό χτύπημα, ούτως ώστε, αφού ο σταυρωμένος άνθρωπος δε μπορούσε πια να
στηρίξει το βάρος στα πόδια του και να αναπνεύσει, να πεθάνει με τη διαδικασία
που προ ολίγου αναφέρθηκε, από ασφυξία. Αυτή ήταν η χαριστική βολή την οποία
επεφύλασσαν οι έμπειροι Ρωμαίοι εκτελεστές στους καταδικασμένους σε σταύρωση.
Γι’ αυτό, όπως γνωρίζουμε από τα Ευαγγέλια, στους δύο ληστές που ζούσαν ακόμη
μετά το θάνατο του Χριστού, εφάρμοσαν τη χαριστική βολή: δηλαδή τους έσπασαν τα
σκέλη.
Όταν πλησίασαν οι στρατιώτες του εκτελεστικού
αποσπάσματος τον Χριστό, είδαν πως είχε ήδη πεθάνει. Εδώ πρέπει να προσέξουμε
πολύ.
Είναι δυνατόν εκείνην τη στιγμή να βρισκόταν ο
Χριστός σε κατάσταση νεκροφάνειας; Είναι σε όλους γνωστό, ότι η νεκροφάνεια δε
συνοδεύεται από άπνοια, αλλά από φαινομενική άπνοια. Εάν πραγματικά δεν
γίνονται αναπνευστικές κινήσεις είναι αδύνατον να ζήσει ο άνθρωπος για
περισσότερο από τρία με έξι λεπτά, αφού το αίμα δεν οξυγονώνεται στους
πνεύμονες. Είναι όμως δυνατόν να γίνονται ανεπαίσθητες αναπνευστικές κινήσεις
στο σταυρό, τη στιγμή που για να αναπνεύσει ο σταυρωμένος άνθρωπος πρέπει να
κάνει μία τόσο εργώδη προσπάθεια ώστε να κινήσει λίγα εκατοστά αέρα μέσα και
έξω από τους πνεύμονές του;
Είναι δυνατόν ένας αξιωματικός, επικεφαλής του
εκτελεστικού αποσπάσματος, που ασφαλώς είχε δει και επιβλέψει πολλές θανατώσεις
καταδικασμένων σε σταύρωση να απατηθεί; Είναι δυνατόν αυτήν την αναπόφευκτα
εργωδέστατη περίπτωση, να μην αντιληφθεί εκείνος, ο οποίος θα πλήρωνε με την
ίδια τη ζωή του, σε περίπτωση που δήλωνε ότι ένας κατάδικος είχε πεθάνει, ενώ
θα αποδεικνυόταν ότι ζούσε;
Ίσως κάποιος να εμμένει στην αμφιβολία, σε μία
πεισματώδη άρνηση. Είναι δυνατόν. Προεκτείνουμε την έρευνά μας.
Ο Κεντυρίωνας, ο εκατόνταρχος στην ελληνική γλώσσα,
δεν αρκέσθηκε στην πειστική γι’ αυτόν απόδειξη, αλλά εκτέλεσε πάνω στο
σταυρωμένο σώμα του Χριστού την κλασσική μορφή της χαριστικής βολής, που
εφάρμοζαν οι Ρωμαίοι, σε όλους τους καταδίκους, άσχετα από τον τρόπο με τον
οποίον θα εκτελείτο η θανάτωσή τους: τη λόγχιση της πλευράς. Η λόγχιση είναι
πραγματικά ένα θανάσιμο τραύμα. Με όλη τη δύναμη που ένας γυμνασμένος
στρατιώτης μπορούσε να χτυπήσει σχεδόν εξ επαφής, με την κοφτερή λόγχη που
βρισκόταν στην άκρη του δόρατός του, ένα σώμα, ο Ρωμαίος στρατιώτης βύθισε
βαθειά στο θώρακα του Χριστού τη λόγχη του. «Εὐθέως
ἔρρευσε ὕδωρ καί αἷμα».
Το ποια είναι η μεγάλη δογματική σημασία αυτού του ύδατος και αίματος δεν θα το
συζητήσουμε εδώ. Δεν είναι θέμα που αρμόζει σε μένα, σαν επιστήμονα των θετικών
επιστημών να το αναλύσω. Οφείλουμε όμως να επισημάνουμε, ότι για να τρέξει
αίμα, θα πρέπει η λόγχη να έτρωσε ή την καρδιά ή κάποιο μεγάλο αγγείο.
Εάν ο Χριστός ζούσε, απ’ όπου και αν προερχόταν αυτό
το αίμα, θα υπήρχε μια συνεχής ροή, ροή με σφύξεις, η οποία θα μαρτυρούσε την
παρουσία της ζωής. Όμως μετά από εκείνην την ροή ύδατος και αίματος δεν
παρουσιάστηκε πλέον τίποτε άλλο. Ένα τόσο μεγάλο τραύμα δεν προκάλεσε καμία
αντίδραση. Αντίθετα, η έλλειψη αντίδρασης, επικύρωσε στον Κεντυρίωνα την ήδη
υπάρχουσα βεβαιότητα, ότι ο Χριστός είχε πεθάνει.
Δεν είναι λοιπόν δυνατή η νεκροφάνεια πάνω στον
σταυρό. Δεν είναι δυνατή ούτε όταν προκαλείται στο σώμα ένα τόσο μεγάλο τραύμα.
Πρέπει να σημειώσουμε, ότι η είσοδος της λόγχης μέσα στον θώρακα δεν προκάλεσε
μονάχα την τρώση μεγάλων οργάνων της κυκλοφορίας, όπως της καρδιάς ή των
μεγάλων αγγείων, καθώς προαναφέρθηκε. Προκάλεσε εξάπαντος μία κατάσταση που την
γνωρίζουν όσοι έχουν κάποια σχέση με την Ιατρική: τον πνευμοθώρακα. Την είσοδο
δηλαδή ατμοσφαιρικού αέρα, όχι από τη φυσική αναπνευστική οδό, αλλά έξω από
τους πνεύμονες. Ένα φαινόμενο που όπως γνωρίζουμε είναι ασυμβίβαστο με την
επιβίωση.
Ένας ανοιχτός πνευμοθώρακας δεν επιτρέπει την
αναπνοή, ακόμη και αν ο άνθρωπος βρίσκεται στο κρεββάτι του. Έτσι, ακόμη και αν
δεν υπήρχε κανένας άλλος επιβαρυντικός παράγοντας για την αναπνοή του
Εσταυρωμένου Χριστού -που όπως είδαμε ήταν πλέον ανύπαρκτη- ένα τέτοιο μεγάλο
τραύμα στο θώρακα θα είχε καταργήσει την ικανότητα του αναπνευστικού Του
συστήματος να εκτελεί το έργο του και θα τον είχε θανατώσει μέσα σε λίγα λεπτά.
Εάν, πράγμα λογικά αδύνατο και θετικά απαράδεκτο, οι
μηχανισμοί του θανάτου που μόλις αναπτύξαμε, δεν είχαν προκαλέσει ακόμη τον
θάνατο του Χριστού, το γεγονός ότι δεν έγινε η αποκαθήλωσή Του αμέσως μετά τη
διαπίστωση του Κεντυρίωνα, αλλά μεσολάβησε αρκετό χρονικό διάστημα, όπως θα
δούμε αμέσως, δίνει αρκετό χρόνο στους μηχανισμούς αυτούς να επιφέρουν το
θάνατο.
Το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε, οφείλεται στις
ενέργειες που έγιναν από μέρους των παρισταμένων προς τις Ρωμαϊκές αρχές. Για
τη διεκπεραίωση των ενεργειών αυτών χρειάστηκαν τέσσερις διαδρομές. Όπως
γνωρίζουμε από τα Ευαγγέλια, ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας κατέβηκε από το Γολγοθά
στο Πραιτώριο, όπου βρήκε τον Πιλάτο και του ζήτησε το σώμα του Χριστού. Ο
Πιλάτος «ἐθαύμασε
εἰ ἤδη ἀπέθανε»,
για να μας έχει κι εμάς πληροφορημένους ότι «ἀπέθανε».
Αμέσως κάλεσε με αγγελιοφόρο των Κεντυρίωνα.
Ο Κεντυρίωνας με τη σειρά του, την πεποίθησή του για
το τετελεσμένο γεγονός του θανάτου του Χριστού, δεν την επισφράγισε μόνον με το
ότι έφυγε αφήνοντας πίσω του τον Χριστό νεκρό -δεν είχε το δικαίωμα να
αποχωρήσει από το χώρο της εκτέλεσης της ποινής εάν ο καταδικασμένος δεν είχε
πεθάνει. Την πεποίθησή του για το θάνατο του Χριστού, την επισφράγισε και με το
ότι διαβεβαίωσε τον ίδιο τον ηγεμόνα ότι όντως ο Χριστός είχε πεθάνει.
(Απόσπασμα από ανέκδοτη εργασία μας )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου