Άγιε Ιωάννη Χρυσόστομε, έλα να μας διδάξεις και να μας ποιμάνεις.
Πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου
Εισαγωγικά.
Δημοσιεύτηκε η Εγκύκλιος που εξέδωσε η η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος και απέστειλε προς την Ιερά Αρχιεπισκοπή και τις Ιερές Μητροπόλεις στην οποία παραθέτει συνοπτικά τις θέσεις της για το ζήτημα της τεκνοθεσίας και τον λεγόμενο γάμο ομόφυλων ζευγαριών. Μελετώντας την Εγκύκλιο αυτή διαπιστώνουμε τα εξής:
Α. Περιλαμβάνει έξι (6) παραγράφους στις οποίες αναπτύσσονται οι θέσεις της Κρατικής Εκκλησίας για το ζήτημα. Τα θέματα των παραγράφων αυτών είναι τα εξής:
· Θεώρηση του γάμου από την Εκκλησία της Ελλάδος
· Θέση της Εκκλησίας της Ελλάδος απέναντι σε ομοερωτικές τάσεις και πράξεις
· «Ισότητα» στον γάμο και στην υιοθεσία (Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου – Ενωσιακό Δίκαιο)
· Σύμφωνο συμβίωσης στην Ελλάδα
· Ανέφικτη η επέκταση του γάμου σε ομόφυλα ζευγάρια χωρίς δικαίωμα υιοθεσίας
· Θέση της Εκκλησίας της Ελλάδος για την ομόφυλη γονεϊκότητα
Β. Σε όλο το κείμενο υπάρχει πληθώρα νομικών επιχειρημάτων, απουσιάζει όμως ο θεολογικός λόγος και η παραπομπή σε ευαγγελικά χωρία και πατερικές θέσεις. Είναι δηλαδή ένα κείμενο της μεταπατερικής θεολογίας, στο οποίο οι λέξεις «αμαρτία», «διαστροφή», «ανατροπή της ανθρώπινης οντολογίας και φυσιολογίας», «χριστιανική άσκηση», «πάθος» κ.α, που είναι διάχυτες και στον Απόστολο Παύλο και σε Πατέρες της Εκκλησίας, δεν υπάρχουν.
Τον χριστιανό δεν τον διακρίνει από τον εκτός της Εκκλησίας κόσμο μόνον η χριστιανική πίστη, αλλά και η χριστιανική άσκηση προς αποφυγή «παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος» (Β’ Κορ. 7, 1). Τα σώματα των χριστιανών είναι ενώπιον του Θεού «θυσία ζώσα, αγία τω Θεώ ευάρεστος», διότι ο νους αυτών δεν «συσχηματίζεται τω αιώνι τούτω», αλλά διακρίνει «τι το θέλημα του Θεού το αγαθόν και ευάρεστον και τέλειον» (Ρωμ. 12, 1-2).
Γ. Το κείμενο παραπέμπει σε σύλλογο, που αγωνίζεται για τα ανθρώπινα δικαιώματα και όχι στην ανώτατη Εκκλησιαστική Αρχή της Εκκλησίας της Ελλάδος. Μην ξεχνάμε ότι η Ιερά Σύνοδος «μεριμνά διά την τήρησιν των Δογμάτων της Ορθοδόξου Πίστεως, των Ιερών Κανόνων και των Ιερών Παραδόσεων…… Μελετά και αποφασίζει περί των ληπτέων μέτρων διά την πραγμάτωσιν της κατά Χριστόν ζωής του ιερού Κλήρου και του Χριστεπωνύμου λαού».
Απάντηση στο κείμενο της Ελλαδικής Εκκλησίας για το θέμα της ομοφυλοφιλίας δίνει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μέσα από τα συγγράμματά του. Μας λέει λοιπόν ο Χρυσορρήμων Άγιος τα εξής:
-Τα ποικίλα ερεθίσματα της σαρκός του άνδρα και της γυναίκας έχουν μόνον μια διέξοδο, τον γάμο. «Διά δε τας πορνείας έκαστος την εαυτού γυναίκα εχέτω και έκαστη τον ίδιον άνδρα εχέτω» (Α’ Κορ. 7, 2), «ουχ ίνα ασελγώμεν, ουδ’ ίνα πορνεύωμεν, αλλ’ ίνα σωφρονώμεν» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις το αποστολικόν ρητόν Διά δε τας πορνείας έκαστος την εαυτού γυναίκα εχέτω].
-Ο γάμος μεταξύ του άνδρα και της γυναίκας είναι, μεταξύ άλλων, και «πορνείας αναιρετικόν φάρμακον», «την αμετρίαν εκκόπτων» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις το αποστολικόν ρητόν Διά δε τας πορνείας έκαστος την εαυτού γυναίκα εχέτω].
-Κάθε σεξουαλική σχέση εκτός του γάμου ονομάζεται πορνεία και είναι θανάσιμο αμάρτημα. Με την παράνομη μείξη ο πορνεύων αμαρτάνει επάνω στο ίδιο του το σώμα (Α’ Κορ. 6, 18), ώστε ο όλος άνθρωπος να αμαρτάνει: και ο νους, με την αθέμιτη επιθυμία, και το σώμα, ως αποδέκτης αυτής. Η εντολή του Θεού είναι σαφής και ρητή: «φεύγετε την πορνείαν» (Α’ Κορ. 6, 18)· «δοξάσατε δη τον θεόν εν τω σώματι υμών» (Α’ Κορ. 6, 20)· «ο νυν ζώμεν εν σαρκί, εν πίστειζώμεν τη του Υιού του Θεού» (Γαλ. 2, 20). Δηλαδή, το σώμα «ου διά τούτο κατεσκευάσθη, ίνα ασώτως ζη και πορνεύη, αλλ’ ίνα τω Χριστώ έπηται ως κεφαλή» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Α’ Προς Κορινθίους Επιστολήν].
-Σε μία τέτοια θεοδίδακτη αντίληψη και νομοθέτηση περί του σώματος και της γενετήσιας συμπεριφοράς του, η ομοφυλοφιλία αποτελεί αισχύνη της φύσεως και καταπάτηση του θείου νόμου [«Και την φύσιν ήσχυναν και τους νόμους επάτησαν», Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Προς Ρωμαίους Επιστολήν], την εσχάτη και βδελυρωτάτη μορφή πορνείας, μάλιστα δε «τοσούτον πορνείας χείρων» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Γένεσιν, Ομιλία ΜΓ’, όπου εισάγει τον Λωτ να προκρίνει την ασέλγεια των Σοδομιτών επί των θυγατέρων του, ως μικρότερη, έναντι της επί των δύο φιλοξενουμένων του ανδρών απειλουμένης ασελγείας, όχι βεβαίως μόνον λόγω των κρατούντων περί φιλοξενίας: «μηδέ αθέσμουςεπινοήσητε μίξεις· αλλ’ εί και βούλεσθε της μανίας υμών (της ομοφυλοφιλικής) τον οίστρον παραμυθήσασθαι. εγώ τούτο παρέξω, ώστε κουφότερον υμών γενέσθαι το τόλμημα»].
- Στην πορνεία, «ει και παράνομος, αλλά κατά φύσιν η μίξις», ενώ στην ομοφυλοφιλία «και παράνομος και παρά φύσιν». Στην Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) αναφέρεται ως παροιμιώδης η τιμωρία των πόλεων Σοδόμων και Γομόρρας, των οποίων «αι αμαρτίαι αυτών μεγάλαι σφόδρα» υπήρξαν (Γεν. 18, 20) και «ουχ αι τυχούσαι, αλλά και μεγάλαι, και σφόδρα μεγάλαι. Ξένον γαρ τρόπον παρανομίας επενόησαν και αλλοκότους και αθέσμους των μίξεων νόμους εφεύρον», δηλαδή, «ανέτρεψαν τους της φύσεως νόμους και ξένας και παρανόμους επενόησαν μίξεις» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Γένεσιν, Ομιλία ΜΒ’].
- Η τιμωρία τους υπήρξε παραδειγματική, επειδή τα ομοφυλοφιλικά τους πάθη είχαν πλέον καταστή καθολικά, «ως άπαντας της λύμηςαναπλησθήναι πάσης», και «ανίατα» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Γένεσιν, Ομιλία ΜΒ’], ως «μηδεμίαν θεραπείαν επιδέξασθαι βουλομένους» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Γένεσιν, Ομιλία ΜΓ’].
Η σοδομική τιμωρία αποτέλεσε και «υπόμνημα διηνεκές ταις μετά ταύτα γενεαίς, ώστε μη τοις αυτοίς επιχειρείν, ίνα μη τοις αυτοίς περιπέσωσι» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Γένεσιν, Ομιλία ΜΒ’, Στις μεγάλες αμαρτίες των Σοδομιτών συμπεριλαμβάνονται ασφαλώς και άλλες, όπως η καταδυνάστευση των «ασθενεστέρων» από τους δυνατωτέρους και των «πενήτων» από τους πλουσίους (Ομιλία MB’), η αναφερομένη όμως έκτοτε ως «σοδομική» αμαρτία της ομοφυλοφιλίας υπήρξε «η άφατος και πάσης συγγνώμης απεστερημένη» (αυτόθι), ώστε «αφανισμού δείσθαι παντελούς» (αυτόθι). Σε αυτήν αποκλειστικά αναφέρεται το κείμενο της Γενέσεως με το παράδειγμα, το οποίο παρατίθεται προ της αποφασισμένης και ήδη επικειμένης καταστροφής, της προσπαθείας των Σοδομιτών, «από νεανίσκου έως πρεσβυτέρου, άπας ο λαός άμα» (Γεν. 19, 4), να αποσπάσουν από τον Λωτ τους δύο ανθρώπους (Αγγέλους), λέγοντας «τα της ασελγείας εκείνα ρήματα» (αυτόθι, Ομιλία ΜΓ’): «εξάγαγε αυτούς προς ημάς, ίνα συγγενώμεθα αυτοίς» (Γεν. 19, 5). Τις ασελγείς προθέσεις τους διευκρινίζει πλήρως η ανωτέρω απάντηση του Λωτ, να τους εκδώσει τις δύο θυγατέρες του αντ’ αυτών προς απόλαυση (Γεν. 19, 7-8), και αποσαφηνίζει δεόντως ο ιερός Χρυσόστομος ως «άφατον της παρανομίας υπερβολήν», «ασύγγνωστον επιχείρησιν», «τόλμαν αναιδή και αναίσχυντον» (αυτόθι), «πονηράν πράξιν», «παραδειγματισμόν (διαπόμπευση) της φύσεως», «αθέσμους μίξεις», «μανίας οίστρον», «παρανομίαν», «ύβριν» (αυτόθι), «πονηράν και ακόλαστον επιθυμίαν» (αυτόθι).
Στο Λευιτικό αναφέρεται δύο φορές στο «βδέλυγμα» της αρσενοκοιτίας: «και μετά άρσενος ου κοιμηθήση κοίτην γυναικείαν (δεν θα συνευρεθείς με άρρενα, όπως με γυναίκα), βδέλυγμα γαρ εστιν» (18, 22)· «και ος αν κοιμηθή μετά άρσενος κοίτην γυναικός, βδέλυγμα εποίησαν αμφότεροι» (20, 13). Στην απαγόρευση αυτή του θείου Νόμου αναφερόμενες οι Αποστολικές Διαταγές εντέλλονται: «Ουκέτι δε και η παρά φύσιν βδελυκτή μίξις… εχθρά γαρ Θεού υπάρχουσα· και γαρ παρά φύσιν εστίν η Σοδόμων αμαρτία», την οποία δεν ονομάζουν απλώς αμαρτία, αλλά «ασέβημα», οι φορείς του οποίου «διάλυσιν κόσμου μηχανώνται, τα κατά φύσιν παρά φύσιν επιχειρούντεςποιείν» [Βιβλ. IV, κεφ. κη’, PG 1.984Α.
-Ο Απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του, απευθυνόμενος σε χριστιανούς προερχομένους κατά πλειοψηφία από τον εθνικό κόσμο, είναι ιδιαιτέρως σαφής και κατηγορηματικός με το ομοφυλοφιλικό βδέλυγμα της ειδωλολατρικής πλάνης, το οποίο ως εκ προοιμίου αφορίζει από την Εκκλησία της Ρώμης: Αυτοί, οι οποίοι «ήλλαξαν την δόξαν του αφθάρτου Θεού εν ομοιώματι εικόνος φθαρτού ανθρώπου», παραδόθηκαν (εγκαταλείφθηκαν) «εν ταις επιθυμίαις των καρδιών αυτών εις ακαθαρσίαν του ατιμάζεσθαι τα σώματα αυτών εν εαυτοίς» (1, 23-24). Αυτοί, οι οποίοι «μετήλλαξαν την αλήθειαν του Θεού εν τω ψεύδει και εσεβάσθησαν και ελάτρευσαν τη κτίσει παρά τον κτίσαντα» (1, 25), παραδόθηκαν «εις πάθη ατιμίας· αι τε γαρ θήλειαι αυτών μετήλλαξαν την φυσικήν χρήσιν εις την παρά φύσιν, ομοίως τε και οι άρσενες αφέντες την φυσικήνχρήσιν της θηλείας εξεκαύθησαν εν τη ορέξει αυτών εις αλλήλους, άρσενες εν άρσεσι την ασχημοσύνην κατεργαζόμενοι και την αντιμισθίαν, ην έδει της πλάνης αυτών, εν εαυτοίς απολαμβάνοντες» (1, 26-27), δηλαδή, «εν αυτή τη ηδονή ταύτην την κόλασιν ούσαν» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Προς Ρωμαίους Επιστολήν]
-Στην επικρατούσα σήμερα πλάνη γύρω από το θέμα αυτό και στην προσπάθεια να αποδειχθεί ότι ο Θεός δεν ασχολείται με τα γενετήσια προβλήματα των ανθρώπων, η φωνή του Παύλου, επίκαιρη και αποκαλυπτική, αποκαθιστά την αλήθεια: «μη πλανάσθε· ούτε πόρνοι, ούτε ειδωλολάτραι, ούτε μοιχοί, ούτε μαλακοί, ούτε αρσενοκοίται… βασιλείαν θεού κληρονομήσουσι» (Α’ Κορ. 6, 9- 10). Και οι μαλακοί, δηλαδή οι παθητικοί στην ομοφυλοφιλική πράξη, οι «αισχροπαθούντες» [Θεοφύλακτου Βουλγαρίας, Προς Κορινθίους Πρώτης Επιστολής Εξήγησις], οι εκθηλυσμένοι και οι κίναιδοι, οι «ηταιρηκότες» [Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις την Α’ Προς Κορινθίους Επιστολήν].
Επίλογος
Στον χώρο του Θεού, στην Εκκλησία «ο χθές και σήμερον, ο αυτός και εις τους αιώνας» θείος Νόμος του Χριστού είναι ο Κώδικας, ο οποίος ρυθμίζει τη γενετήσια συμπεριφορά του ανθρώπου του Θεού, χωρίς να αναγνωρίζει ανθρώπινα δικαιώματα στην αμαρτία, και ο οποίος είναι αδύνατο να υποκατασταθεί από την ψυχιατρική επιστήμη, η οποία μετατρέπει το αμάρτημα σε ανωμαλία ή παρέκκλιση ή παραλλαγή από κάποιο κανόνα [Ντ. Μουστερή, «Ψυχολογική άποψη της ομοφυλοφιλίας», Σεμινάριο «Η Ομοφυλοφιλία» της Παγκύπριας Εταιρείας Ψυχικής Υγιεινής, Λευκωσία 1982]. Η ομοφυλοφιλία είναι ανθρώπινο δικαίωμα όντως, εφ όσον το άτομο που τη διεκδικεί δεν είναι «συντεταγμένο στον Χριστό». Με την ελεύθερη σύνταξή του σε αυτόν επαναλαμβάνει το «ουχ ως εγώ θέλω, αλλ’ ως συ» (Ματθ. 26, 39), «αλλ’ ου τι εγώ θέλω, αλλά τι συ» (Μάρκ. 14, 36).
Το αντιχριστιανικό, ως αντιβιβλικό αλλά κι αντιεπιστημονικό ατόπημα της Ιεράς Συνόδου είναι το ότι διδάσκει στους Χριστανούς κάτι που δέν ισχύει επιστημονικώς και έρχεται σε αντίθεση με την Καινή Διαθήκη και την Παλαιά Διαθήκη. Στην παράγραφο Β'3 γράφει η εγκύκλιος της Εκκλησίας: "Δέν μπορεί να κατακριθεί κανένας για τα χαρακτηριστικά και τις τάσεις μέ τις οποίες γεννήθηκε"....!!! Άν ίσχυε αυτό, θα έφταιγε ο Δημιουργός και Πλάστης μας, που κατά την εγκύκλιο της Εκκλησίας "μας έπλασε" τοιούτους. Δέν ισχύει. Θέτουν εαυτούς εκτός Εκκλησίας, δέν θα ήταν τόσο απόλυτη η Αγία Γραφή, τα παρά φύσιν αμαρτήματα είναι επίκτητα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔυστυχως η αληθεια ειναι πικρη, πικροτατη. Αυτοι δεν ειναι πλεον ορθοδοξοι αρχιερεις αλλα τσουρμο ακεφων και αδιαφορων ρασοφορων. Ο Καθε πιστος θα πρεπει να σκεφτει καλυτερα τη θεσι του στην "εκκλησια τους" . Μετα την ΛΗΣΤΡΙΚΗ συνοδο που ταυτισαν τις Αιρεσεις με την Ορθοδοξια, επαψαν πλεον να ορθοδοξουν και στην Πιστι και στο Ηθος. Ακου οι τασεις που γεννηθηκε; Ξαναγραψαν και οικειοποιηθσαν τις θεσεις του υπο καθαιρεσι Γαβριηλ Παπανικολαου. Και δεν ντραπηκαν οι αχρειοι ρασοφοροι. ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΘΕΙΤΕ απο αυτους τους αρχιερεις το ταχυτερο δυνατον. ΦΕΥΓΕΤΕ ΑΥΤΟΥΣ ΩΣ ΑΠΟ ΟΦΕΩΣ.
Διαγραφή