Γράφει ο Επίσκοπος Σβορνικίου και Τούζλας Φώτιος
Η Αγιά Σοφιά κατέληξε τζαμί,
κι ενώ σύσσωμος ο κόσμος ακούει και βλέπει
από την πρώτη και την τελευταία σειρά,
εκείνη κραυγάζει:
πού ‘ναι, άραγε, τα τέκνα μου;
κι ενώ σύσσωμος ο κόσμος ακούει και βλέπει
από την πρώτη και την τελευταία σειρά,
εκείνη κραυγάζει:
πού ‘ναι, άραγε, τα τέκνα μου;
Πού ‘ναι οι ηγέτες που ανέθρεψα,
πού ‘ναι ο κλήρος
που με μεγαλυνάρια με διακοσμούσε,
πού ‘ναι οι στρατιώτες που με προστάτευαν,
πού ‘ναι οι προσευχές Αγίων
που με κατέστησαν Ουρανό;
πού ‘ναι ο κλήρος
που με μεγαλυνάρια με διακοσμούσε,
πού ‘ναι οι στρατιώτες που με προστάτευαν,
πού ‘ναι οι προσευχές Αγίων
που με κατέστησαν Ουρανό;
Πού ‘ναι οι κωφοί κι τυφλοί,
που θεραπεύθηκαν εντός μου,
οι χωλοί που ανορθώθηκαν,
οι άλαλοι που ελάλησαν;
που θεραπεύθηκαν εντός μου,
οι χωλοί που ανορθώθηκαν,
οι άλαλοι που ελάλησαν;
Ω τέκνα μου, Γένος Χριστιανών και Ορθοδόξων,
δίχως το πνευματικό Φανάρι
απομείνατε τανάπαλιν,
μονάχη κι έρημη με εγκαταλείψατε.
δίχως το πνευματικό Φανάρι
απομείνατε τανάπαλιν,
μονάχη κι έρημη με εγκαταλείψατε.
Πού ‘ναι οι Πασχαλινές και Χριστουγεννιάτικες Λειτουργίες μου,
τα ψηφιδωτά,
που τη γη ανύψωναν στον ουρανό;
Όλα αφανίστηκαν εν ριπή οφθαλμού
κι εγώ εχήρεψα.
τα ψηφιδωτά,
που τη γη ανύψωναν στον ουρανό;
Όλα αφανίστηκαν εν ριπή οφθαλμού
κι εγώ εχήρεψα.
Πού ‘ναι οι Άγιοι Πατριάρχες,
να προμηνύουν την Ευλογημένη Βασιλεία;
Πού ‘ναι οι αναρίθμητες χορωδίες,
που υπερτερούσαν των αγγελικών;
Πού ‘ναι οι μετανοούμενοι, οι ασκητές
και έχοντες ταπεινή καρδιά
που εδώ έβρισκαν παρηγοριά;
να προμηνύουν την Ευλογημένη Βασιλεία;
Πού ‘ναι οι αναρίθμητες χορωδίες,
που υπερτερούσαν των αγγελικών;
Πού ‘ναι οι μετανοούμενοι, οι ασκητές
και έχοντες ταπεινή καρδιά
που εδώ έβρισκαν παρηγοριά;
Ω θλίψη, που την καρδιά μου πλημμύρισες,
γιατί δεν υπάρχουν αναζητούντες τον Θεό.
Εντός μου πλέον
δεν μεγαλύνεται η Αγία του Θεού Σοφία,
που δίχως αυτήν η αφροσύνη τον κόσμο κυβερνά,
πλέον, προς τα πού και πώς;
γιατί δεν υπάρχουν αναζητούντες τον Θεό.
Εντός μου πλέον
δεν μεγαλύνεται η Αγία του Θεού Σοφία,
που δίχως αυτήν η αφροσύνη τον κόσμο κυβερνά,
πλέον, προς τα πού και πώς;
Εγώ στέκομαι έρημη και μονάχη,
ενδεδυμένη στα βαθύχρωμα άμφια,
θρηνώντας τα τέκνα μου, που δεν υπάρχουν πια,
αχ να διέβαιναν ποικίλα μονοπάτια
και θάλασσες ως εδώ,
οι μεγαλοπρεπείς μου θόλοι να τους ανύψωναν στον Ουρανό.
ενδεδυμένη στα βαθύχρωμα άμφια,
θρηνώντας τα τέκνα μου, που δεν υπάρχουν πια,
αχ να διέβαιναν ποικίλα μονοπάτια
και θάλασσες ως εδώ,
οι μεγαλοπρεπείς μου θόλοι να τους ανύψωναν στον Ουρανό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου