«Ὅσα προεγράφη, εἰς τήν ἡμετέραν διδασκαλίαν
προεγράφη»
ΙΝΑΤΙ ΕΓΕΝΝΗΘΗΝ
ΙΔΕΙΝ ΤΟ ΣΥΝΤΡΙΜΜΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΜΟΥ;
«Οἴµοι, ἱνατί τοῦτο ἐγενήθην ἰδεῖν τό σύντριµµα τοῦ λαοῦ µου
καί τό σύντριµµα τῆς πόλεως τῆς ἁγίας
καί καθῆσαι ἐκεῖ ἐν τῷ δοθῆναι αὐτήν ἐν χειρί ἐχθρῶν
καί τό ἁγίασµα ἐν χειρί ἀλλοτρίων;
Ἐγένετο ὁ Ναός αὐτῆς ὡς ἀνήρ ἄδοξος…
πᾶς ὁ κόσµος αὐτῆς ἀφηρέθη,
ἀντί ἐλευθέρας ἐγένετο εἰς δούλην.
Καί ἰδού τά ἅγια ἡµῶν καί ἡ καλλονή ἡµῶν
καί ἡ δόξα ἡµῶν ἠρηµώθη,
καί ἐβεβήλωσαν αὐτά τά ἔθνη.
Ἱνατί ἡµῖν ἔτι ζῆν;»
του Αιδεσιμολογιωτατου
πατρος Βασιλειου Βολουδακη
Πολλοί θά ἔχετε διαβάσει, δέν γνωρίζω, ὅμως, πόσοι θυμᾶσθε τήν ἱστορία τοῦ Ματταθία καί τῶν υἱῶν του, ἰδιαιτέρως τοῦ Ἰούδα, τοῦ ἐπωνομαζομένου Μακκαβαίου.
Ἡ ἱστορία αὐτή ἔχει καταπληκτική ὁμοιότητα μέ τήν σημερινή πολιτική καί πνευματική πραγματικότητα τοῦ κόσμου καί ἰδίως τῆς πατρίδος μας.
Μετά τόν θάνατο τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου (323 π. Χ.) ἄρχισε νά διασαλεύεται σταδιακά ἡ εἰρήνη τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τῶν Ἰουδαίων, οἱ ὁποῖοι κατά τήν διάρκεια τῆς βασιλείας τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου ἔζησαν «ἤρεμον καί ἡσύχιον βίον ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καί σεμνότητι» καί μέ κάθε διευκόλυνση γιά τήν ἐπιτέλεση τῆς Λατρείας τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ἰδιαιτέρως, ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ βασιλέως Ἀντιόχου Δ΄ τοῦ Ἐπιφανοῦς, σαλεύθηκε ἐκ βάθρων ἡ Ἰουδαϊκή εὐσέβεια, ἀφοῦ ὁ Ἀντίοχος θέλησε νά ξερριζώση τήν Ἰουδαϊκή Θρησκεία καί νά ἐπιβάλη θρησκευτική ὁμοιογένεια στό Κράτος.
Βρισκόμαστε στό ἔτος 175 π.Χ. καί οἱ ὁμοιότητες μέ τήν σημερινή πραγματικότητα ἐντοπίζονται στήν προσπάθεια τοῦ Ἀντιόχου νά ἐξελληνίση τούς Ἰουδαίους, κάνοντάς τους εἰδωλολάτρες καί διά τοῦ ἐξελληνισμοῦ νά ἐπιφέρη τήν εἰδωλολατρική ὁμοιογένεια, ἡ ὁποία ἦταν (καί ἐξακολουθεῖ νά εἶναι, γι’ αὐτό καί τήν ἔχει ἐναγκαλισθεῖ ἡ παγκοσμίως κυβερνῶσα Μασωνία) ἐντελῶς ἀκίνδυνη γιά τήν κρατική ἐξουσία, ἀφοῦ τά εἴδωλα δέν ἐλέγχουν, οὔτε ὑπαγορεύουν ὁδηγίες σωφρωνισμοῦ στούς κοσμοκράτορες.
Ὅσοι δυσκολεύονται ἀκόμη νά προσαρμόσουν τά τότε στό σήμερα, ἀρκεῖ νά ἀντικαταστήσουν τά ἄγνωστα χ καί ψ (ὅπως ἀκριβῶς στά μαθηματικά) καί στό χ, ἀντί τοῦ ἐξελληνισμοῦ νά βάλουν τόν ἐξευρωπαϊσμό καί στό ψ ἀντί τῆς ὁμοιογένειας νά βάλουν τήν παγκοσμιοποίηση. Ἀντί τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἀντιόχου, ἄς βάλουν ὀνόματα ἀρχόντων, οἱ ὁποῖοι μέ τήν κατεδάφιση τῆς Πίστεως μέσῳ τῆς Κρατικῆς τους ἰσχύος, ἔχουν τήν ψευδαίσθηση ὅτι θά γίνουν ἐπιφανεῖς!
Γιά νά γίνη πιό ἁπτή ἡ ὁμοιότητα τῆς τότε ἐποχῆς μέ τό σήμερα θά ἑστιάσουμε στό κείμενο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, στό βιβλίο τῶν Μακκαβαίων, στό ὁποῖο μέ δημοσιογραφική ἐπικαιρότητα περιγράφεται ὁ ἀθεϊσμός, πού θέλησε νά ἐπιβάλη ὁ Ἀντίοχος μέ πρόσχημα τόν… ἐκσυγχρονισμό(!), τόν ὁποῖο στήν πράξη –τώρα πιά
μετά ἀπό τόσους ἀποδεικτικούς αἰῶνες– μποροῦμε νά τόν ταυτίσουμε μέ τόν ἐκχυδαϊσμό καί τήν ἀποκτήνωση τοῦ ἀνθρώπου.
Διαβάζουμε:«Καί ἐπέστρεψεν Ἀντίοχος …καί ἀνέβη ἐπί Ἰσραήλ καί ἀνέβη εἰς Ἱερουσαλήμ ἐν ὄχλω βαρεῖ (μέ πολύ στρατό). Καί εἰσῆλθεν εἰς τό ἁγίασμα ἐν ὑπερηφανεία καί ἔλαβε τό θυσιαστήριον τό χρυσοῦν καί τήν
λυχνίαν τοῦ φωτός καί πάντα τά σκεύη αὐτῆς καί τήν τράπεζαν τῆς προθέσεως καί τά σπονδεία καί τάς φιάλας …καί ἐλέπισε (κομμάτιασε) πάντα. Καί ἔλαβε τό ἀργύριον καί τό χρυσίον καί τά σκεύη
τά ἐπιθυμητά καί ἔλαβε τούς θησαυρούς τούς ἀποκρύφους οὖς εὗρε καί λαβῶν πάντα ἀπῆλθε εἰς τήν γῆν αὐτοῦ. Καί ἐποίησεν φονοκτονίαν καί ἐλάλησεν ὑπερηφανίαν μεγάλην.» (Α΄
Μακ. 1, 20-24)
Οἱ σημερινοί ἄρχοντες, μέ τήν ἔπαρση τῆς ἐξουσίας τους, εἰσῆλθον εἰς τήν ἁγιασμένη Πατρίδα μας, μέ ὑπερηφάνεια διεκήρυξαν τήν ἀθεΐαν τους, ἀρνήθηκαν νά ὑποσχεθοῦν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὅτι θά κυβερνήσουν θεοπρεπῶς, ἀλλά ἀνηγόρευσαν τόν ἑαυτόν τους θεόν καί ὁρκίσθηκαν στήν …συνείδησή
τους, δηλαδή, στόν ἑαυτόν τους, χωρίς νά τούς ἀντισταθῆ κανείς ἐκ τῶν «ἐξουσίαις ὑπερεχούσαις εὑρισκομένων», οὔτε νά τούς ἀντείπη.
Ἐν συνεχείᾳ, ἀφήρεσαν κάθε ἱερό καί σέβασμα ἀπό τούς χώρους ἀγωγῆς τῆς νεότητος, ἐξόρισαν τούς Πνευματικούς Πατέρες ἀπό τούς χώρους πού τελεσιουργεῖται τό Μυστήριον τῆς Παιδείας καί
καταπιάσθηκαν μέ τήν Ἐκκλησιαστική Περιουσία,
τήν ὁποία, μέ τό πρόσχημα τῆς ...ἀξιοποιήσεώς της(!), μεθοδεύουν τό πῶς θά τήν ἁρπάσουν, ὥστε πολύ σύντομα νά ἀφήσουν τήν Ἐκκλησία «γυμνοτέραν ὑπέρου» καί “σάν στυμμένη λεμονόκουπα “σχεδιάζουν νά
τήν ἐγκαταλείψουν στόν –ὅπως μέ τήν ἀλαζονεία τους νομίζουν– ἀφανισμό της.
Ἀλήθεια, τί γυρεύουν οἱ Ἀρχιερεῖς μας σέ συμβούλια καί ἑταιρεῖες γιά τήν ἀξιοποίηση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Περιουσίας; Δέν ἔχουμε ἐμεῖς πιστούς οἰκονομολόγους καί ἐπιστήμονες γιά νά μᾶς κατευθύνουν ὑπό τήν πνευματική μας κρίση καί ποιμαντική διάκριση; Ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στούς κρατικούς λειτουργούς, πού ἀφάνισαν τήν Κρατική Περιουσία καί ἀπέδειξαν ὅτι εἶναι παντελῶς ἀκατάλληλοι γιά ὁποιαδήποτε κοινωφελῆ ἀξιοποίηση, ἀφοῦ λογαριάζουν μόνο τό πῶς θά λεηλατήσουν τά πάντα
πρός ἴδιόν τους ὄφελος;
Οἱ ἄρχοντες, ὅμως, ἔχουν γιά κυβερνητική τους πυξίδα τήν δολιότητα. Ὅταν δροῦν βιαίως καί δημιουργεῖται ἀντίδραση στόν λαό, τότε παίρνουν τό “ἄκακο”, τό δόλιο προσωπεῖο καί παραπλανοῦν. Τότε, ὅταν ὁ Ἀντιοχος ἐπέφερε «θρῆνον καί πένθος μέγα ἐπί Ἰσραήλ ἐν παντί τόπῳ αὐτῶν», ἡσύχασε γιά δύο ἔτη, καί κατόπιν «ἀπέστειλεν ἄρχοντα φορολογίας εἰς τάς πόλεις Ἰούδα καί ἦλθεν εἰς Ἱερουσαλήμ» μέ πολύ στρατό «καί ἐλάλησεν αὐτοῖς λόγους εἰρηνικούς ἐν δόλῳ καί ἐνεπίστευσαν αὐτῶ»! Καί, κατόπιν, ἐπετέθη ξαφνικά, μετά τά
ψεύτικα λόγια, πού τά πίστεψαν ὅσοι Ἰουδαῖοι –μέ τήν χαλαρότητα τῆς πίστεώς τους καί τήν ἐκφυλισμένη ζωή τους– ἔγιναν ἀφελεῖς, καί ἔσφαξε «λαόν πολύν ἐξ Ἰσραήλ» (Α΄ Μακ. 1, 25-30).
Γκρέμισε
τό τεῖχος τοῦ Δαυΐδ καί ἄλλαξε ὅλο τό τοπίο τῆς Ἱερουσαλήμ, καίγοντας τά
σπίτια τῶν Ἰουδαίων, οἱ ὁποῖοι ἔφευγαν ἔντρομοι, ἕως ὅτου ἐγκατεστάθη στήν Πόλη «ἔθνος ἁμαρτωλόν», «ἄνδρες παράνομοι», ἀλλά καί Ἰουδαῖοι, πού ἀρνήθηκαν τόν ἀληθινό Θεό καί ἀκολούθησαν τά εἰδωλολατρικά ἤθη τῶν κατακτητῶν!
Ποιός δέν ἀντιλαμβάνεται τήν φωτοτυπική ὁμοιότητά τοῦ τότε μέ τό σήμερα; Ἡ διαφορά ἔγκειται στό ὅτι ἡ διαφθορά τοῦ λαοῦ μας, πνευματική-ἠθική καί βιοτική δέν
γίνεται σήμερα μέ ὁπλισμένο στρατό, οὔτε μέ εἰσβολέα ἀλλοεθνῆ, ἀλλά μέ ὁπλισμένα μέ ἀπίστευτη ἰσχύ ΜΜΕ, χρυσοπληρωμένα γιά τήν δικτατορική “ἐνημέρωση” (διάβαζε ἐξαθλίωση) τοῦ λαοῦ καί μέ ἄρχοντες μέ Ἑλληνική ὑπηκοότητα στά χαρτιά, ἀλλά μέ ἐξανδραποδισμένη ἐθνική συνείδηση, πού ἐξαγοράζεται μέ χρήματα. Ἔτσι ἐξηγεῖται καί τό πῶς νομοθέτησαν τήν ἐξαγορά τῆς Ἑλληνικῆς ὑπηκοότητος ἀπό ὁποιονδήποτε ἀλλοεθνῆ, μέ μοναδική προϋπόθεση νά ἐπενδύση ἐκεῖνος 400.000 εὐρώ! Μόνο πολιτικοί πού ἐξαγοράζονται μέ χρήματα μποροῦν νά νομοθετοῦν μέ τέτοιον αἰσχρό τρόπο!
Ὁ Ἀντίοχος συνέχισε τότε. Ἔβγαλε διάταγμα, μέ τό ὁποῖο προσέταξε ὅλους τούς λαούς τῆς βασιλείας του, νά γίνουν
ἕνας λαός, ἐγκαταλείποντας ὁ καθένας τά δικά του «πιστεύω» καί τήν δική του νομοθεσία: «καί ἔγραψεν ὁ βασιλεύς Ἀντίοχος πάσῃ τῇ βασιλείᾳ αὐτοῦ εἶναι πάντας εἰς λαόν ἕνα. Καί ἐγκαταλειπεῖν ἕκαστον τά νόμιμα αὐτοῦ. Καί ἐπεδέξαντο πάντα τα ἔθνη κατά τόν
λόγον τοῦ βασιλέως. Καί πολλοί ἀπό Ἰσραήλ εὐδόκησαν τῇ λατρείᾳ αὐτοῦ καί ἔθυσαν τοῖς εἰδώλοις καί ἐβεβήλωσαν τό Σάββατον... καί ἀπέστειλεν ὁ βασιλεύς βιβλία (=διατάγματα) εἰς Ἱερουσαλήμ καί τάς πόλεις Ἰούδα πορευθῆναι ὀπίσω νομίμων ἀλλοτρίων τῆς γῆς… καί ἀφιέναι τούς υἱούς αὐτῶν ἀπεριτμήτους,
βδελύξαι τάς ψυχάς αὐτῶν ἐν παντί ἀκαθάρτῳ καί βεβηλώσει, ὥστε ἐπιλαθέσθαι τοῦ νόμου καί ἀλλάξαι πάντα τάς δικαιώματα»!
Καί οἱ δικοί μας οἱ ἄρχοντες συνεχίζουν αὐτό πού δέν πέτυχε ὁ Ἀντίοχος, γιατί τότε μίλησε ὁ Θεός καί μέ τούς ἀνθρώπους Του, ἀλλά, κυρίως, μέ τήν Ἐνσάρκωσή Του.
Συνεχίζουν οἱ δικοί μας νεοαντιοχίσκοι, νομίζοντας ὅτι κάνουν κάτι καινούριο, γιατί φρόντισε ὁ πατέρας τους ὁ διάβολος (μέ τόν ὁποῖο, κατά τήν ὁμολογία τους,
συνεργάζονται) νά κάνη τίς ἰδεολογίες του ἰδεολογικά πολιτικά προγράμματα μέ σύγχρονο “ρετούς”, ὥστε νά φαίνονται στούς ἀδαεῖς καινούρια!
Συνεχίζουν οἱ πολιτικοί μας μέ τό νά προστάζουν πώς, ἐν ὀνόματι τῆς ἑνότητος καί τῆς εἰρήνης, πρέπει ὁ καθένας νά φυλάσση τήν
πίστη του γιά τόν ἑαυτό του καί νά μήν τό κάνη φανερά, γιατί τάχα
προσβάλλονται οἱ ἀλλοεθνεῖς, πού μέ κάθε τρόπο –πάλι οἱ πολιτικοί μας– φροντίζουν
νά τούς πληθαίνουν καθημερινά στή χώρα μας.
Μᾶς προστάζουν νά ἀφήσουμε τόν νόμο τοῦ Θεοῦ μας καί νά ἐφαρμόζουμε σάν θεϊκούς, τούς νόμους τοῦ Κράτους(!), ἀφοῦ, ἄν κρίνουμε κάποιον κρατικό νόμο μέ τήν Ἁγία Γραφή, καταδικαζόμεθα πλέον ὡς “ρατσιστές”!
Τά ξένα ἔθνη, πού συγκέντρωσαν οἱ νεοαντιοχίσκοι τῆς Ἑλλάδος, δέν ἔχουν κανένα πρόβλημα ἀπό τήν ἀλλαγή τῶν νόμων τῆς πατρίδος μας, ἀφοῦ ὅλοι συμφωνοῦν στήν ἀπόρριψη τοῦ ΜΟΝΟΥ Ἀληθινοῦ Θεοῦ μας καί τοῦ Νόμου Του. Ὅπως τότε «ἐπεδέξατο πάντα τά ἔθνη κατά τόν νόμον τοῦ βασιλέως», ἔτσι ἔγινε καί τώρα. Καί τό χειρότερο: ὅπως τότε, «πολλοί ἀπό Ἰσραήλ εὐδόκησαν τῇ λατρείᾳ αὐτοῦ καί ἔθυσαν τοῖς εἰδώλοις καί ἐβεβήλωσαν τό Σάββατον», ἔτσι καί τώρα πολλοί Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες, συγκατετέθησαν καί ζοῦν ὅπως τά ἔθνη «ὡς ἄθεοι ἐν τῷ κόσμῳ» καί βεβήλωσαν τήν Κυριακή, ὄχι μόνο μή ἐκκλησιαζόμενοι, ἀλλά καί ἐμπορευόμενοι καί μετατρέποντάς την σέ μιά κοινή ἡμέρα.
Μέ ἕνα λόγο, ὅπως τότε ἄφηναν οἱ ἀρνηταί τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ Ἰουδαῖοι «τούς υἱούς αὐτῶν ἀπεριτμήτους, βδελύξαι τάς ψυχάς αὐτῶν ἐν παντί ἀκαθάρτῳ καί βεβηλώσει, ὥστε ἐπιλαθέσθαι τοῦ νόμου καί ἀλλάξαι πάντα τά δικαιώματα», ἔτσι καί τώρα οἱ ἀδιάφοροι ὀρθοδοξώνυμοι νεοέλληνες, ἀστεφάνωτοι οἱ ἴδιοι, ἀφήνουν καί τά παιδιά τους ἀβάπτιστα, τά ἀνατρέφουν σάν νά μήν ἦλθε ποτέ ὁ Θεός στή γῆ, ἀφήνοντάς τα νά συμμετέχουν
καί νά συναναστρέφονται μέ κάθε ἀκαθαρσία καί διαστροφή, μέ
ἀποτέλεσμα νά λησμονοῦν σιγά-σιγά, ὁ,τιδήποτε ἔχει διδάξει ὁ Οὐρανός καί νά δέχονται σάν
φυσικό καί ἀληθές τήν ἀνατροπή τῆς παγκοσμίου Οὐρανίου Ἀληθείας καί τήν ἐπικράτηση τῆς διαστροφῆς καί τῆς παράνοιας, πού ἤδη ἀπό τώρα τείνει νά ἀποδιοργανώση παντελῶς τό ὄν, πού κάποτε ἐκλήθη ἀπό τόν Θεό μας «ἄνθρωπος»!
Τότε, ἔντρομοι οἱ πιστοί στόν Θεό «οἱ κάτοικοι Ἱερουσαλήμ ἔφυγον καί ἐγένετο (ἡ Ἱερουσαλήμ)
κατοικία ἀλλοτρίων· καί ἐγένετο ἀλλοτρία τοῖς γενήμασιν αὐτοῖς καί τά τέκνα αὐτῆς ἐγκατέλιπον αὐτήν. Τό ἁγίασμα αὐτῆς ἠρημώθη ὡς ἔρημος, αἱ ἑορταί αὐτῆς ἐστράφησαν εἰς πένθος, τά σάββατα αὐτῆς εἰς ὀνειδισμόν, ἡ τιμή αὐτῆς εἰς ἐξουδένωσιν». (Α΄
Μακ. 1, 38-39)
Αὐτή εἶναι καί ἡ φιλοδοξία τῶν νεοαντιοχίσκων πρακτόρων τῶν Ἀντιόχων τῆς Δύσεως. Νά ἀναγκάσουν μέ τά
νομοθετήματά τους τούς Ὀρθοδόξους Ἕλληνες νά ζοῦν ὡς ἄθρησκοι ἀμοραλιστές, ἤ νά ἐγκαταλείψουν τήν πατρίδα
μας γιά νά γίνη αὐτή “Δοχεῖον νυκτός” ἀκολάστων ἐθνῶν!
Ποιά, ἄραγε, ἦταν τότε ἡ σθεναρή ἀντίδραση τῶν Ἰουδαίων; Μόνον οἱ οἰμωγές, οἱ θρῆνοι καί οἱ διαπιστώσεις ἦταν ἡ ἀντίδρασή τους; Δυστυχῶς, ναί! Καί τότε καί τώρα, στούς πολλούς, ὅταν ἀνατρέπεται ἡ κατά Θεόν τάξις, ἐπικρατεῖ ἡ παγωνιά, ἡ ἀμηχανία. Μπροστά στήν σαρωτική λαίλαπα τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας, σιγεῖ ἡ βροτεία σάρξ, ἀντί νά ὁπλίζεται μέ «δύναμιν ἐξ ὕψους» καί νά ζῆ καί νά ἐνεργῆ μέ τό «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις». Σ’ αὐτές τίς μέρες, ὁ χλιαρός ἄνθρωπος ἀφήνει ὅλες τίς εὐθῦνες στόν Θεό. “Ἔχει ὁ Θεός” λέει. Δικός Του ὁ Νόμος, ἡ Ἐκκλησία Του, Ἐκεῖνος θά φροντίση! Ἐμεῖς νά μή φροντίσουμε. Τή νέκρωσή μας αὐτή τήν λέμε διάκριση καί πίστη!
Γι’ αὐτό καί τότε, «ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις», δέν ὑπῆρξε ἀντίδραση δυναμική, οὔτε ἀπό τούς ποιμαίνοντας, οὔτε ἀπό τούς ποιμαινομένους, πλήν ἑνός: τοῦ Ματταθία. Τοῦ Ἱερέως Ματταθία! «Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἀνέστη Ματταθίας, υἱός Ἰωάννου τοῦ Συμεών, ἱερεύς ἀπό Ἱερουσαλήμ καί αὐτῷ υἱοί πέντε, Ἰωάννης ὁ καλούμενος Γαδδίς, Σίμων ὁ καλούμενος Θασσί, Ἰούδας ὁ καλούμενος Μακκαβαῖος, Ἐλεάζαρ ὁ καλούμενος Ἀθαρᾶν καί Ἰωνάθαν ὁ καλούμενος Ἀπφοῦς. Καί εἶδε τάς βλασφημίας, τάς γενομένας ἐν Ἰούδᾳ καί ἐν Ἱερουσαλήμ καί εἶπεν: οἴμοι, ἱνατί τοῦτο ἐγενήθην ἰδεῖν τό σύντριμμα τοῦ λαοῦ μου καί τό σύντριμμα τῆς πόλεως τῆς ἁγίας καί καθῆσαι ἐκεῖ ἐν τῷ δοθῆναι αὐτήν ἐν χειρί ἐχθρῶν καί τό ἁγίασμα ἐν χειρί ἀλλοτρίων; Ἐγένετο ὁ Ναός αὐτῆς ὡς ἀνήρ ἄδοξος… πᾶς ὁ κόσμος αὐτῆς ἀφηρέθη, ἀντί ἐλευθέρας ἐγένετο εἰς δούλην. Καί ἰδού τά ἅγια ἡμῶν καί ἡ καλλονή ἡμῶν καί ἡ δόξα ἡμῶν ἠρημώθη, καί ἐβεβήλωσαν αὐτά τά ἔθνη. Ἱνατί ἡμῖν ἔτι ζῆν; Καί διέρρηξεν Ματταθίας καί οἱ υἱοί αὐτοῦ τά ἱμάτια αὐτῶν καί
περιεβάλλοντο σάκκους καί ἐπένθησαν
σφόδρα». (Α΄ Μακ. 2, 1-14)
Ποιός
σημερινός δημοσιογράφος θά περιέγραφε μέ τέτοια ἀκρίβεια, αὐτά πού συμβαίνουν ἐπί τῶν ἡμερῶν μας στήν πατρίδα μας, ὅπως τά ἐξιστορεῖ ὁ Ματταθίας; Ἀκριβῶς αὐτά τά ἴδια συμβαίνουν, μέ τή
διαφορά ὅτι λείπει στίς μέρες μας ὁ Ματταθίας καί τό πνεῦμα του.
Τό πνεῦμα τοῦ Ματταθία, πνεῦμα Θεοῦ, ἐπλήρωσε τήν ὕπαρξή του μέ Ζωή καί Ἀλήθεια καί ΜΟΝΟΣ αὐτός ἀντέστη καί φώναξε «φωνῇ μεγάλῃ», πρός τούς ἀπεσταλμένους τοῦ βασιλέως Ἀντιόχου, ὅταν ἐκεῖνοι μέ κολακευτικά λόγια τόν καλοῦσαν νά ἀρνηθῆ τό Νόμο τοῦ Θεοῦ καί νά δώση, ὡς ἐπιφανής ἄνδρας, παράδειγμα ὑπακοῆς στούς ἀντιθέους βασιλικούς
νόμους.
Τότε, «ἀπεκρίθη Ματταθίας καί εἶπε φωνῇ μεγάλῃ∙ εἰ πάντα τα ἔθνη τά ἐν οἴκῳ τῆς βασιλείας τοῦ βασιλέως ἀκούουσιν αὐτοῦ τοῦ ἀποστῆναι ἕκαστος ἀπό λατρείας πατέρων αὐτοῦ καί ἠρετίσαντο ἐν ταῖς ἐντολαῖς αὐτοῦ, ἀλλ’ ἐγώ καί οἱ υἱοί μου καί οἱ ἀδελφοί μου πορευσόμεθα ἐν διαθήκῃ πατέρων ἡμῶν… καί ἀνέκραξε Ματταθίας ἐν τῇ πόλει φωνή μεγάλη λέγων· πᾶς ὁ ζηλῶν τόν νόμον καί ἱστῶν διαθήκην ἐξελθέτω ὀπίσω μου. Καί ἔφυγον αὐτός καί οἱ υἱοί αὐτοῦ εἰς τά ὅρη καί ἐγκατέλιπον ὅσα εἶχον ἐν τῇ πόλει», (Μακ. 2, 19)
Καί μαζί μέ ἐκείνους συγκεντρώθηκε πλῆθος λαοῦ, πού ἀνεθάρρησε μέ τά λόγια καί τήν θερμουργό πίστη
τοῦ Ματταθία καί τῆς οἰκογενείας του, συγκρότησαν στρατό καί πολέμησαν μέ τήν δύναμη τοῦ Θεοῦ καί ἐπεκράτησαν. «Συνεκροτήσαντο δύναμιν καί ἐπάταξαν ἁμαρτωλούς ἐν ὀργῇ αὐτῶν καί ἄνδρας ἀνόμους ἐν θυμῷ αὐτῶν». Καί οἱ ἐξωμότες Ἰουδαῖοι, οἱ συμπράξαντες μέ τούς εἰδωλολάτρες «ἔφυγον εἰς τά ἔθνη σωθῆναι».
Ἕνας ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ Ματταθίας, ἀναστύλωσε τήν κατακρημνισθεῖσα πατρῶα εὐσέβεια μέ τήν δύναμη τοῦ Θεοῦ, πού τήν ζοῦσε ὡς ζωή του. Ἐξεδίωξε τούς τυράννους ἀπό τήν πατρίδα του, διέσωσε τούς συμπατριῶτες καί ὁμοθρήσκους του καί ἀπήλλαξε τήν ἱερά γῆ του ἀπό τό «βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως», κατακρημνίζοντας τά μιάσματα
τῶν εἰδώλων καί οἰκοδομῶντας θυσιαστήρια τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ματταθίας δέν ἦταν ἁπλῶς θρησκευόμενος, ἀλλά ζοῦσε τόν Θεό καί μέ τόν Θεό. Ἀνῆκε στόν Θεό, ξεχώριζε τόν Θεό μας ἀπό ὁ,τιδήποτε καί ὁποιονδήποτε. Ξεχώριζε τόν
Κτίστη ἀπό τά κτίσματα καί γι’ αὐτό δέν ἦταν δυνατόν νά ἀνεχθῆ –ἐν ὀνόματι ὁποιασδήποτε ἐξουσίας, ὁποιασδήποτε παγκόσμιας παραδοχῆς– ὅ,τι δέν προήρχετο ἀπό τόν Θεό, ὅ,τι δέν εἶχε διδάξει ὁ Θεός μας.
Εἶχε κάνει ζωή του τήν Διαθήκη τοῦ Θεοῦ μέ τούς ἀνθρώπους καί γι’ αὐτό ἔπασχε ὑπαρξιακά ὅταν ἔβλεπε νά ἐμπαίζεται καί νά ἀθετῆται τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἀνθρώπινη ἀλαζονεία. Τότε, γινόταν ζηλωτής, δηλαδή ἀγανακτοῦσε «θείῳ ζήλῳ κινούμενος» κατά τῆς ἀσεβείας, «ἐτρόμαζον οἱ νεφροί αὐτοῦ καί ἀνήνεγκε θυμόν» ὡς συμπολεμιστής τοῦ Θεοῦ καί ὑπερασπιστής τοῦ Ὀνόματος Αὐτοῦ. Ἀνῆκε στόν Θεό, καί γι’ αὐτό δέν ἦταν ἁπλός θρησκευόμενος.
Τό βίωμά του ἄφησε παρακαταθήκη στά παιδιά του καί σέ ὅλους ἐμᾶς. Τούς εἶπε καί μᾶς λέει: «Μνήσθητε τῶν πατέρων ἡμῶν τά ἔργα, ἅ ἐποίησαν ἐν ταῖς γενεαῖς αὐτῶν, καί δέξασθαι
δόξαν μεγάλην καί ὄνομα αἰώνιον. Ἀβραάμ οὐχί ἐν πειρασμῷ εὑρέθη πιστός καί ἐλογίσθη αὐτῷ εἰς δικαιοσύνην; Ἰωσήφ ἐν καιρῷ στενοχωρίας αὐτοῦ ἐφύλαξε ἐντολήν καί ἐγένετο κύριος Αἰγύπτου. Φινεές ὁ πατήρ ἡμῶν ἐν τῷ ζηλῶσαι ζῆλον ἔλαβε διαθήκην ἱερωσύνης αἰωνίας». Καί ἀφοῦ μᾶς θυμίση τόν Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ, τόν Δαυΐδ, τόν Ἠλία, τούς Τρεῖς Παίδας, τόν Δανιήλ, ἐπιλέγει: «ἐννοήθητε (=ἐξετάσατε) κατά γενεάν
καί γενεάν, ὅτι πάντες οἱ ἐλπίζοντες ἐπ’ Αὐτόν οὐκ ἀσθενήσουσιν. Καί ἀπό λόγων ἀνδρός ἁμαρτωλοῦ μή φοβηθῆτε, ὅτι ἡ δόξα αὐτοῦ εἰς κοπρίαν καί εἰς σκώληκας·
σήμερον ἐπαρθήσεται καί αὔριον οὐ μή εὑρεθῆ, ὅτι ἐπέστρεψεν εἰς τόν χοῦν αὐτοῦ καί ὁ διαλογισμός αὐτοῦ ἀπώλετο. Καί ἡμεῖς, τέκνα, ἰσχύσατε καί ἀνδρίζεσθε ἐν τῷ νόμῳ ὅτι ἐν αὐτῷ δοξασθήσεσθε». (Α΄ Μακ. 2, 51-64)
Τότε, ἕνας Ἱερεύς τοῦ Θεοῦ μέ τήν οἰκογένειά του ζωντάνεψε τήν Πίστη τῶν Πατέρων καί κράτησε τόν λαό τοῦ Θεοῦ μέ φλογερή πίστη ἕως τίς παραμονές τῆς Ἐλεύσεως τοῦ Θεοῦ ἐπί τῆς γῆς καί τῆς Ἐνανθρωπήσεώς Του. Σήμερα,
πῶς ἀπαντοῦμε στήν τελεία ἀνατροπή τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, πού συντελεῖται σέ ὅλον τόν κόσμο καί τώρα πιά καί στήν ἁγιασμένη Πατρίδα μας, μέ τήν ὑπογραφή ὅλων τῶν τάχα ἐπιστημῶν καί μέ τή σφραγίδα τῆς κρατικῆς ἐξουσίας; Δέν ἀναγνωρίζουμε, ἄραγε, τήν ἑωσφορική της ταυτότητα, ἐπειδή δέν ἔρχεται ἐν φανερᾷ μαχαίρᾳ, ἀλλά μέ “φιλάνθρωπο” καί τάχα ἀπελευθερωτικό προσωπεῖο; Δέν ἀναγνωρίζουμε τή στυγνή καί ἀνελέητη ἀντιμετώπιση τῶν κρατούντων σέ ὁ,τιδήποτε συντελεῖ στήν διατήρηση τῆς Πατρώας εὐσεβείας; Δέν ἔχουμε ἀντιληφθεῖ ὅτι ὅποια διδασκαλία ἤ στηλίτευση τῶν ἀντιτιθεμένων στίς Ὁδηγίες τοῦ Θεοῦ μας Κρατικῶν νομοθετημάτων, θεωρεῖται παρέμβαση στήν
πολιτική ἐξουσία καί ὑποκίνηση ἐθνικοῦ μίσους καί ἐχθρότητος; Δέν ἔχουμε ἀντιληφθεῖ ὅτι οἱ ποιμένες δέν μποροῦμε πλέον νά ποιμαίνουμε τόν λαό τοῦ Θεοῦ μέ τό Εὐαγγέλιο, ἀλλά μόνο μέ τόν ἀμοραλιστικό Νομικό Κώδικα; Δέν ἔχουμε ἀντιληφθεῖ ὅτι ἔχουν καταργηθεῖ πρό πολλοῦ πλέον οἱ διακριτοί ρόλοι Ἱερωσύνης καί Πολιτείας (γιά τούς ὁποίους κόπτονται διαρκῶς οἱ πολιτευτές μας) ἀφοῦ οἱ πολιτικοί μας ἔχουν ἀδιακρίτως εἰσβάλει στήν καθαρῶς περιοχή τοῦ Θεοῦ, στήν διαμόρφωση τοῦ ἤθους τῶν Ἑλλήνων, πού εἶναι ἀποκλειστικός ρόλος καί ἁρμοδιότητα τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν Λειτουργῶν Της;
Τί περιμένουμε καί δέν ἐξεγειρόμεθα; Μᾶς ἀρκοῦν οἱ κλαυθμοί καί οἱ ὀδυρμοί μας καί ἡ ἐλεεινολόγηση τῆς σημερινῆς Ἑλληνικῆς πραγματικότητος;
Ἄν δέν ἀντιδράσουμε τώρα, πού ὑπάρχει λαός τοῦ Θεοῦ στήν πατρίδα μας, ἡ αὐριανή ἀντίδρασή μας θά εἶναι χωρίς κανένα ἀποτέλεσμα, ἀκόμη καί ἄν εὑρεθῆ ἕνας νέος Ματταθίας, γιατί
δέν θά ἔχει λαό νά ἀπευθυνθῆ!
Τότε, πολέμησαν μέ ὅπλα τούς ὁπλοφοροῦντες τῆς ἐποχῆς. Τώρα χρειάζεται
πόλεμος εἰρηνικός, μέ τό νά κατακλυσθῆ ἡ Βουλή τῶν Ἑλλήνων ἀπό πολιτικούς τοῦ ἤθους τῶν πιστῶν Πατέρων μας καί ὄχι ἀπό ἀποπνευματοποιημένους ἀριστεροδέξιους ἤ ἁπλοῦς πατριῶτες καί ἐθνικιστές. Τά πνευματικά παιδιά τῆς Ἐκκλησίας, τά σαρκικά καί τά πνευματικά τέκνα τῶν Ἱερέων, πιστοί καί φλογεροί ἄνθρωποι νά εἰσέλθουν στή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, νέοι Μακκαβαῖοι γιά νά ἐκτοπίσουν μέ τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ μας τό σύγχρονο «βδέλυγμα
τῆς ἐρημώσεως» καί τόν
Ναπολεόντειον καγχασμόν τῶν ἀείποτε ἀδιδάκτων ἀπό τήν τελική συντριβή τους πολιτικῶν ἀρχόντων.
Τότε ὁ Ματταθίας καί τά παιδιά του, ἰδίως ὁ Ἰούδας ὁ Μακκαβαῖος, κράτησαν ζωντανή τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ μέχρι τῆς Ἐνσαρκώσεώς Του. Τώρα, ἄραγε, θά εὑρεθοῦν οἱ μιμηταί τους, νά κρατήσουν ζωντανή τήν Παρουσία τοῦ Χριστοῦ μας στήν ἁγιοτόκο Ἑλλάδα μας, μέχρι τῆς Δευτέρας Αὐτοῦ Παρουσίας, ἤ θά ἐφησυχάσουμε μόνο μέ τή διερώτηση «ἄρα ἐλθών ὁ Κύριος, εὕρη τήν πίστιν;».
Ἐάν σ’ αὐτό τό ἐρωτηματικό δέν δίδη ἀπάντηση ἡ Ἁγία Γραφή, πού μᾶς ἔθεσε τό ἐρώτημα, πῶς εἶναι δυνατόν νά ἀπαντήσουμε ἐμεῖς, καί, μάλιστα, ἐκ μέρους τῶν ἄλλων; Ἐμεῖς, ἐπειγόντως πρέπει νά ἀσχοληθοῦμε μέ τό προσωπικό χρέος
μας, τώρα, πού κρίνεται –μπροστά στήν αἰωνιότητα πού μᾶς περιμένει– ἡ σχέση τοῦ καθενός μας μέ τόν Δημιουργό μας. Τόν Χριστό, τόν Θεό μας καί τήν
Ἐκκλησία Του!
π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ.
Τεύχους 192-193
Αὔγουστος-Σεπτέμβριος 2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου