O Θωμᾶς, ἀπὸ ἄπιστος ἔγινε πιστὸς καὶ σήμερα ἑορτάζουμε τὴν ψηλάφησί του. Στὶς μέρες μας ὑπάρχουν πολλοὶ ἄπιστοι. Ψέμα, σοῦ λένε, εἶνε ἡ θρησκεία· οἱ παπᾶδες κοροϊδεύουν τὸν κόσμο, ἐκμεταλλεύονται τὸ λαό… Νομίζουν πὼς ἔτσι θὰ σβήσουν τὴν πίστι. Ἐμεῖς τί ν’ ἀπαντήσουμε; Θὰ ὑπενθυμίσουμε μερικὰ ἁπλᾶ πράγματα.
1. Τὸ νερό. Ἄνθρωπε ἀχάριστε, πίνεις νεράκι· σκέφτηκες ποιός χαρίζει τὸ νερό; Ἂν στερέψουν οἱ πηγές, θὰ ποῦμε τὸ νερὸ νεράκι. Στὰ παλιὰ τὰ χρόνια οἱ ἄνθρωποι πίστευαν. Παρατηροῦσα· προτοῦ νὰ πιοῦν νερὸ ἔκαναν τὸ σταυρό τους. Εἴδατε τώρα πίνοντας νὰ κάνῃ κανεὶς σταυρό; Τίποτα! Τὴ γουλιὰ ἔχουν στὸ στόμα, καὶ τὸ Χριστὸ βλαστημᾶνε. Ἐνῷ τὸ πουλάκι· πίνει νερὸ καὶ ὑψώνει τὸ κεφαλάκι του στὸν οὐρανό, σὰ νὰ λέῃ «Χριστέ, σ’ εὐχαριστῶ». Ἐσὺ γιατί δὲν πιστεύεις;
2. Ὁ ἥλιος. Ἄκου ἐκεῖ, λένε μερικοί, «κεκλεισμένων τῶν θυρῶν» νὰ μπῇ ὁ Χριστός; Αὐτὸ εἶν’ ἀπίστευτο, ἀπαράδεκτο… Ἀπίστευτο; Ὅταν ἤμουν στὸ σχολειό, ὁ καλός μας δάσκαλος μᾶς ἔλεγε· Λῦστε μου τὸ αἴνιγμα «Κλείνω τὸ σπιτάκι μου, κι ὁ κλέφτης εἶνε μέσα». Ποιός εἶν’ ὁ κλέφτης; ρωτούσαμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο καὶ στὸ σπίτι τοὺς γονεῖς. Ποιά ἦταν ἡ λύσις· ὁ ἥλιος! Αὐτὸς περνάει τὰ τζάμια χωρὶς νὰ τὰ σπάσῃ καὶ εἶνε μέσα στὸ σπίτι. Καὶ ὁ ἥλιος λοιπὸν φωνάζει «Χριστὸς ἀνέστη».
3. Ὁ ἀέρας. Κλειστὸ εἶνε τὸ σπίτι, κι ὅμως ὁ ἀέρας μπαίνει. Πῶς; Ἀπὸ μιὰ χαραμάδα. Μιὰ μικρὴ τρυπίτσα νὰ βρῇ, περνάει καὶ φτάνει μέχρι τὰ ἔγκατα τῆς γῆς. Αὐτὸς λοιπὸν ποὺ ἔκανε τὸν ἀέρα καὶ τὸν ἥλιο, δὲ μποροῦσε ὁ ἴδιος νὰ μπῇ«κεκλεισμένων τῶν θυρῶν»;
4. Τὰ δέντρα. Τὸ χειμῶνα εἶνε γυμνὰ – ξερά, ἀλλὰ τὴν ἄνοιξι; «Σήμερον ἔαρ μυρίζει» (ἐξαπ. Θωμ.). Κάθε φύλλο ποὺ βγαίνει, κάθε λουλούδι, κάθε καρπός, ὅλα φωνάζουν «Χριστὸς ἀνέστη».
5. Νά καὶ ὁ σπόρος. Ὁ γεωργὸς τὸν θάβει στ’ αὐλάκι ὅπως ὁ νεκροθάφτης τὸ νεκρό. Ὁ σπόρος σαπίζει, καὶ μετὰ ζωντανεύει καὶ βγαίνει. Καὶ κάθε φορὰ ποὺ φυτρώνει ἕνα στάχυ – ἕνας βλαστός, λέει «Χριστὸς ἀνέστη». Ἐσὺ ἀμφιβάλλεις;
6. Τὸ ἀβγὸ ποὺ μοιράζουμε τὸ Πάσχα. Ἔχει σημασία. Γιατί; Μέσα στὸ ἀβγὸ εἶνε θαμμένο, κλεισμένο σὰν σὲ τάφο μὲ μαρμάρινη πλάκα, ἕνα πουλάκι. Ἡ κλῶσσα τὸ θερμαίνει καὶ ὕστερα ἀπὸ 40 μέρες νάτο, μὲ τὴ μυτίτσα του σπάει τὴ φλούδα· καὶ μόλις βγῇ ἔξω, εἶνε σὰν νὰ κελαϊδῇ «Χριστὸς ἀνέστη».
7. Τὸ ῥαδιόφωνο καὶ ἡ τηλεοράσι τέλος. Ὅλα εἶνε κλειστά, ἀλλὰ μ’ ἕνα κουμπὶ τὸ σπίτι γεμίζει φωνὲς καὶ εἰκόνες ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς γῆς. Πῶς γίνεται, τί λέει ἡ ἐπιστήμη; Ὑπάρχουν τὰ λεγόμενα ἑρτζιανὰ κύματα, ποὺ τοὺς ἔδωσε ὁ Θεὸς δύναμι νὰ μεταφέρουν ὅλα αὐτὰ μέσα στὸ σπίτι. Τὰ κτίσματα λοιπὸν μποροῦν νὰ κινοῦνται ἔτσι, ὁ Κτίστης δὲν μπορεῖ;
1. Τὸ νερό. Ἄνθρωπε ἀχάριστε, πίνεις νεράκι· σκέφτηκες ποιός χαρίζει τὸ νερό; Ἂν στερέψουν οἱ πηγές, θὰ ποῦμε τὸ νερὸ νεράκι. Στὰ παλιὰ τὰ χρόνια οἱ ἄνθρωποι πίστευαν. Παρατηροῦσα· προτοῦ νὰ πιοῦν νερὸ ἔκαναν τὸ σταυρό τους. Εἴδατε τώρα πίνοντας νὰ κάνῃ κανεὶς σταυρό; Τίποτα! Τὴ γουλιὰ ἔχουν στὸ στόμα, καὶ τὸ Χριστὸ βλαστημᾶνε. Ἐνῷ τὸ πουλάκι· πίνει νερὸ καὶ ὑψώνει τὸ κεφαλάκι του στὸν οὐρανό, σὰ νὰ λέῃ «Χριστέ, σ’ εὐχαριστῶ». Ἐσὺ γιατί δὲν πιστεύεις;
2. Ὁ ἥλιος. Ἄκου ἐκεῖ, λένε μερικοί, «κεκλεισμένων τῶν θυρῶν» νὰ μπῇ ὁ Χριστός; Αὐτὸ εἶν’ ἀπίστευτο, ἀπαράδεκτο… Ἀπίστευτο; Ὅταν ἤμουν στὸ σχολειό, ὁ καλός μας δάσκαλος μᾶς ἔλεγε· Λῦστε μου τὸ αἴνιγμα «Κλείνω τὸ σπιτάκι μου, κι ὁ κλέφτης εἶνε μέσα». Ποιός εἶν’ ὁ κλέφτης; ρωτούσαμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο καὶ στὸ σπίτι τοὺς γονεῖς. Ποιά ἦταν ἡ λύσις· ὁ ἥλιος! Αὐτὸς περνάει τὰ τζάμια χωρὶς νὰ τὰ σπάσῃ καὶ εἶνε μέσα στὸ σπίτι. Καὶ ὁ ἥλιος λοιπὸν φωνάζει «Χριστὸς ἀνέστη».
3. Ὁ ἀέρας. Κλειστὸ εἶνε τὸ σπίτι, κι ὅμως ὁ ἀέρας μπαίνει. Πῶς; Ἀπὸ μιὰ χαραμάδα. Μιὰ μικρὴ τρυπίτσα νὰ βρῇ, περνάει καὶ φτάνει μέχρι τὰ ἔγκατα τῆς γῆς. Αὐτὸς λοιπὸν ποὺ ἔκανε τὸν ἀέρα καὶ τὸν ἥλιο, δὲ μποροῦσε ὁ ἴδιος νὰ μπῇ«κεκλεισμένων τῶν θυρῶν»;
4. Τὰ δέντρα. Τὸ χειμῶνα εἶνε γυμνὰ – ξερά, ἀλλὰ τὴν ἄνοιξι; «Σήμερον ἔαρ μυρίζει» (ἐξαπ. Θωμ.). Κάθε φύλλο ποὺ βγαίνει, κάθε λουλούδι, κάθε καρπός, ὅλα φωνάζουν «Χριστὸς ἀνέστη».
5. Νά καὶ ὁ σπόρος. Ὁ γεωργὸς τὸν θάβει στ’ αὐλάκι ὅπως ὁ νεκροθάφτης τὸ νεκρό. Ὁ σπόρος σαπίζει, καὶ μετὰ ζωντανεύει καὶ βγαίνει. Καὶ κάθε φορὰ ποὺ φυτρώνει ἕνα στάχυ – ἕνας βλαστός, λέει «Χριστὸς ἀνέστη». Ἐσὺ ἀμφιβάλλεις;
6. Τὸ ἀβγὸ ποὺ μοιράζουμε τὸ Πάσχα. Ἔχει σημασία. Γιατί; Μέσα στὸ ἀβγὸ εἶνε θαμμένο, κλεισμένο σὰν σὲ τάφο μὲ μαρμάρινη πλάκα, ἕνα πουλάκι. Ἡ κλῶσσα τὸ θερμαίνει καὶ ὕστερα ἀπὸ 40 μέρες νάτο, μὲ τὴ μυτίτσα του σπάει τὴ φλούδα· καὶ μόλις βγῇ ἔξω, εἶνε σὰν νὰ κελαϊδῇ «Χριστὸς ἀνέστη».
7. Τὸ ῥαδιόφωνο καὶ ἡ τηλεοράσι τέλος. Ὅλα εἶνε κλειστά, ἀλλὰ μ’ ἕνα κουμπὶ τὸ σπίτι γεμίζει φωνὲς καὶ εἰκόνες ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς γῆς. Πῶς γίνεται, τί λέει ἡ ἐπιστήμη; Ὑπάρχουν τὰ λεγόμενα ἑρτζιανὰ κύματα, ποὺ τοὺς ἔδωσε ὁ Θεὸς δύναμι νὰ μεταφέρουν ὅλα αὐτὰ μέσα στὸ σπίτι. Τὰ κτίσματα λοιπὸν μποροῦν νὰ κινοῦνται ἔτσι, ὁ Κτίστης δὲν μπορεῖ;
* * *
Μὴν ἀκοῦτε, ἀδελφοί μου, τὶς φλυαρίες ἡμιμαθῶν καὶ ἀγραμμάτων. Νὰ πιστεύετε στὸ Χριστὸ ὅπως οἱ πρόγονοί μας, μὲ πίστι βαθειά. Κλεῖστε τ’ αὐτιά σας στὴν ἀθεΐα καὶ ἀπιστία. Κρατῆστε βαθειὰ μέσα σας τὴν πίστι. Νὰ λέτε κ’ ἐσεῖς ὅπως ὁ Θωμᾶς «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου». Καθόλου μὴ δειλιάζετε.
Ἀλλὰ ἡ πίστι σας νὰ μὴν εἶνε νεκρά. Ἡ ἁγία Γραφὴ λέει· «ἡ πίστις, ἐὰν μὴ ἔργα ἔχῃ, νεκρά ἐστι» (Ἰακ. 2,17). Ἡ πίστι σας νά ’νε ζωντανή. Νὰ φανερώνετε παντοῦ ὅτι πιστεύετε. Νὰ τὸ δείχνετε μὲ ἔργα. Αὐτὸ σημαίνει· στὴ ζωή σας καμμιά βλαστήμια, καμμιά κλοπή, καμμιά μοιχεία, καμμιά πορνεία, κανένα διαζύγιο. Νὰ βασιλεύῃ ὁ Χριστὸς στὰ σπίτια σας, στὶς οἰκογένειές σας, στὰ παιδιά σας, παντοῦ.
Θὰ σᾶς πῶ ἕνα λόγο, ἀκοῦστε με. Πιστεύω. Ἂν δὲν πίστευα, θὰ ἔσπαζα τὴ ῥάβδο αὐτὴ ποὺ κρατῶ καὶ θὰ γινόμουν ἕνας ἐπαγγελματίας. Ἀλλὰ πιστεύω στὸ Χριστό. Ὅλα εἶνε ψέματα, ἕνα εἶνε ἀληθινό. Κάτω ἀπὸ τὰ ἄστρα δὲν ὑπάρχει ἄλλο, παρὰ ὁ Ἰησοῦς Χριστός· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
Ἀλλὰ ἡ πίστι σας νὰ μὴν εἶνε νεκρά. Ἡ ἁγία Γραφὴ λέει· «ἡ πίστις, ἐὰν μὴ ἔργα ἔχῃ, νεκρά ἐστι» (Ἰακ. 2,17). Ἡ πίστι σας νά ’νε ζωντανή. Νὰ φανερώνετε παντοῦ ὅτι πιστεύετε. Νὰ τὸ δείχνετε μὲ ἔργα. Αὐτὸ σημαίνει· στὴ ζωή σας καμμιά βλαστήμια, καμμιά κλοπή, καμμιά μοιχεία, καμμιά πορνεία, κανένα διαζύγιο. Νὰ βασιλεύῃ ὁ Χριστὸς στὰ σπίτια σας, στὶς οἰκογένειές σας, στὰ παιδιά σας, παντοῦ.
Θὰ σᾶς πῶ ἕνα λόγο, ἀκοῦστε με. Πιστεύω. Ἂν δὲν πίστευα, θὰ ἔσπαζα τὴ ῥάβδο αὐτὴ ποὺ κρατῶ καὶ θὰ γινόμουν ἕνας ἐπαγγελματίας. Ἀλλὰ πιστεύω στὸ Χριστό. Ὅλα εἶνε ψέματα, ἕνα εἶνε ἀληθινό. Κάτω ἀπὸ τὰ ἄστρα δὲν ὑπάρχει ἄλλο, παρὰ ὁ Ἰησοῦς Χριστός· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Ομιλία του μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναὸ του Ἁγίου Θωμᾶ Ζέρβης – Ἐδέσσης 7-5-1989)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου