Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2011



ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΕ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΓΙΑ

ΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ


του π. Βασίλειου Βολουδάκη




Αναγνώστες που διάβασαν τα αποσπάσματα της Εισηγήσεως μου στο Πολεμικό Μουσείο θέλησαν επιπλέον εξηγήσεις πάνω σε διατυπωθείσες απόψεις μου, γι' αυτό, θα προσπαθήσω να εξηγήσω περισσό­τερο τις διατυπώσεις μου:

1.
Ερώτηση:

Η φράση η Εκκλησία είναι το περιέ­χον και όχι το περιεχόμενο του Κράτους, σημαίνει ότι η Εκκλησία διεκδικεί Κρατική εξουσία;

Δεν εννοώ με την διατύπωση μου αυτή ότι ή Εκκλησία διεκδικεί την κρατική εξουσία, αλλά ότι έχει η Εκκλησία την ύψιστη Εξουσία, που είναι ή Πνευματική Εξουσία. Και η Πνευματική Εξουσία «τα πάντα ανακρίνει και υπό ουδενός ανακρίνεται».
Αυτός πού αρνείται να συμμορφωθεί με τις οδηγίες της Εκκλησίας, πού είναι οδηγίες του Χριστού, και υπακούει στις αντιχριστιανικές οδηγίες των πολιτικών, παύει να είναι χριστιανός και πρέπει να το γνωρίζει καλά. Γιατί δεν πρόκειται για μια οποιαδήποτε πτώση του, μια οποιαδήποτε αμαρτία, που από αδυναμία όλοι μπορεί να διαπράξουμε, αλλά πρόκειται για ενσυνείδητη αντίδραση στις οδηγίες του Θεού και υιοθέτηση άλλων οδηγιών, εντάλματα και επινοήματα ανθρώπων.

Ή Εκκλησία οφείλει, λοιπόν, λόγω της Πνευματικής Της εξου­σίας, δηλαδή της ευθύνης Της, να ειδοποιεί τους ανθρώπους, ότι με την τακτική τους αυτή, έχουν αλλοιώσει στην ζωή τους τον Χριστιανισμό και γι' αυτό τους αποκόπτει.
Οι πολιτικοί μας, όμως, θεωρούν ότι αυτοί ως Κράτος πρέπει να προσδιορίζουν και την Εκκλη­σία, ότι ή Εκκλησία είναι ένας επιπλέον φορέας της δικαιοδοσίας τους, και γι' αυτό Της απαγορεύουν να πληροφορεί τον λαό για την αντιχριστιανικότητα της πολιτικής τους, κάνοντας τους κριτική στο νο­μοθετικό τους έργο. Αυτό είναι ωμή καθυπόταξη της Εκκλησίας.

Η Εκκλησία μας ποτέ δεν επεθύμησε πολιτική εξουσία αλλά και ουδέποτε εγκατέλειψε την πνευ­ματική της εξουσία για να υποκύψει στον αυταρχισμό του κράτους, παρά μόνο όταν οι Κληρικοί Της ήσαν σε πνευματική παρακμή.

Είναι, επίσης, έξω από την Θεανθρώπινη Φύση Της να θελήσει να επιβάλει δια της βίας την Πίστη στους ανθρώπους.
Πρέπει, όμως, και το Κράτος να σεβασθεί την πλειοψηφία και όχι να πλαστογραφεί την μειοψηφία ανυψώνοντας την πάνω από την πλειοψηφία.

Στην Πατρίδα μας αυτό γίνεται συστηματικά μετά τον Καποδίστρια και μέχρι και σήμερα.
Η πλειοψη­φία των πολιτικών -κυρίως αυτών που κυβερνούν-επειδή στην πράξη είναι άθεοι ή αδιάφοροι περί την Πίστη, προσπαθούν με κάθε τρόπο εδώ και χρό­νια να γκρεμίσουν οτιδήποτε χριστιανικό σ' αυτό τον τόπο, παρουσιάζοντας μια πλαστή κοινή γνώμη ώστε η Ελληνική κοινωνία να εμφανίζεται αποχριστιανισμένη.

Αυτό το κατορθώνουν εκτός της νομοθεσίας τους, και με το να τοποθετούν σε καίριες θέσεις, κυρίως στα Μ.Μ.Ε. ότι πιο σάπιο σε πνευματική ποιότητα έχει να παρουσιάσει η σύγχρονη Ελληνική Κοινωνία.
Γι' αυτό είναι καιρός να μετρηθούμε.
Πόσοι είμαστε και πόσοι είναι.
Και τότε τα λέμε καλύτερα.

2. Ερώτηση:


Πώς η Εκκλησία μπορεί να ευλογεί πιστούς να εισέλθουν στη πολιτική;


Είναι εντολή της Εκκλησίας να «προΐστανται κα­λών έργων οι πεπιστευκότες τω Θεώ».
Και είναι υποχρέωση των Ποιμένων της Εκκλησίας να ευλο­γούν και να ενθαρρύνουν και να συμπράττουν με τούς πιστούς στα καλά έργα.
Δεν υποκαθιστούμε την Εκκλησία δίδοντες ευλογία σε πιστούς ανθρώ­πους να πολιτευθούν.
Είμαστε υποχρεωμένοι από την Εκκλησία να το κάνουμε, γιατί ή πολιτική, όταν εμπνέεται και πηγάζει από την Εκκλησία, δεν είναι μια βρώμικη ενασχόληση, αλλά έργο Θεού.
Ενεργοποίηση της Παλαιάς Διαθήκης με το Φως της Καινής.

Δεν είναι άλλο πράγμα η πνευματική ζωή και άλλο η πολιτική.
Εδώ βρίσκεται η πλάνη πού έχουν πολ­λοί και γι' αυτό νομίζουν πως εμείς καινοτομούμε.
Όμως πρέπει να ξέρουν ότι διαφωνούν όχι μ' εμένα άλλά με τον Μακρυγιάννη, τον Κολοκοτρώνη, τον Καποδίστρια, τον Παπαδιαμάντη.

Είναι, άραγε, τυχαίο ότι αυτοί, πού ανέφερα, ήσαν Ρωσόφιλοι;
Και ήσαν Ρωσόφιλοι, γιατί πίστευαν ότι τα ομόθρησκα κράτη θα μας ενίσχυαν την πνευ­ματικότητα μας, όπως πεντακάθαρα διακήρυξε ο Καποδίστριας (ο οποίος, σημειωτέον, με τον φωτισμό του από την Ορθόδοξη Πίστη, έκανε κράτος όχι μό­νο την Ελλάδα αλλά και την Ελβετία και εν πολλοίς τη Γερμανία και την Ολλανδία) στην μέχρι πρότινος ανέκδοτη Εγκύκλιο Επιστολή του, γραμμένη τό 1819 στην Κέρκυρα:

«Τό καλλιώτερον δι' ημάς Σχολείον είναι εκείνο, το οποίον μας προοφέρουοι τα ομό­θρησκα μας χριστιανικά Έθνη και τα Έθνη τα ελευθέρα.
Εις την Ρωσσίαν μεν εμπορούμεν ημείς να ίδωμεν πώς εκ της Εκκλησίας πηγάζουσιν η του Έθνους ευδαιμονία και αι πρόοδοι του πολι­τισμού.
Εις δε την Ελβετίαν, την Αγγλίαν και την Αμερικήν δυνάμεθα να μάθωμεν με το ελκυστικόν των παραδειγμάτων την επιστήμην και την τέχνην της ελευθερίας».

Κοντολογίς, για να ύπαρξη πραγματική αναγέν­νηση στον τόπο μας, πρέπει να ξεχάσουμε όσα περί πολιτικής μάθαμε μετά τον Καποδίστρια και να επανασυνδεθούμε με τους Πατέρες μας, που έκαμαν την Πατρίδα μας να μεγαλουργήσει.
Πρέπει να μας γίνει συνείδηση, ότι, η πολιτική για την Ελλάδα, δεν είναι κομματικό ζήτημα, ούτε καν εθνικό.
Είναι καθαρά πνευματικό!
Διότι ή πολιτική ρυθμίζει το πρόγραμμα, το περιεχόμενο και το ήθος της καθημερινής μας ζωής.

Κακά τα ψέματα!
Αν δεν αλλάξει ριζικά η πολιτική ζωή του τόπου μας ή Λειτουργική ζωή δεν θα κρατήσει για πολύ τον λαό μας.
Και το λέω αυτό, όχι γιατί αμφισβητώ την Θεία και Ουράνια Δύναμή Της, αλλά γιατί ο αγώνας είναι συντριπτικά άνισος και μόνο οι ήρωες της πίστεως θα αντέξουν μέχρι τέλους.
Οι υπόλοιποι, όμως, δεν μας ενδιαφέρουν;
Πρέπει να τους αφήσουμε αβοήθητους, χωρίς καμμία προσπάθεια να αλλάξουμε τις πνευ­ματικές συνθήκες της Πατρίδος μας;

(από το βιβλίο του π.Βασιλείου Βολουδάκη ,"Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΙΝΑΙ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου