ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ
ΗΡΩΪΚΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ
του αλησμόνητου ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ
ΣΗΜΕΡΑ 26 Ὀκτωβρίου εἶνε ἑορτὴ μεγάλη. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ὄχι μόνο στὴν Ἑλλάδα ἀλλὰ παντοῦ, τὴν τιμᾷ. Διότι παντοῦ ὑπάρχουν Δημήτριοι, ἀκόμη καὶ γυναῖκες Δήμητρες, καὶ ἑορτάζουν τὸν μεγαλομάρτυρα ἅγιο Δημήτριο.
* * *
Τί ἦταν ὁ ἅγιος Δημήτριος; Ἄνθρωπος ἦταν καὶ αὐτὸς ὅπως ἐμεῖς, δὲν διέφερε. Κάθε ἄνθρωπος ὅμως ἔχει θέλησι. Καὶ ἂν κάνῃ καλὴ χρῆσι τῆς θελήσεώς του, μπορεῖ νὰ φτάσῃ μέχρι τὰ οὐράνια· ἂν κάνῃ κακὴ χρῆσι, μπορεῖ νὰ κατρακυλίσῃ μέχρι τὸν ᾅδη. Ἂν θέλῃ γίνεται ἄγγελος, ἂν θέλῃ γίνεται σατανᾶς. Κ’ εἶνε στιγμὲς ποὺ φτάνει πολὺ ψηλά, εἶνε στιγμὲς ποὺ πέφτει πολὺ χαμηλά, ἀηδιάζει τὸν ἑαυτό του, γίνεται χειρότερος ἀπὸ τὸ δαίμονα. Γι’ αὐτὸ γέμισε ὁ κόσμος τώρα ἀπὸ δαιμονιζομένους.
Ὁ ἅγιος Δημήτριος γεννήθηκε στὴ Θεσσαλονίκη ἀπὸ ἐκλεκτὴ οἰκογένεια περὶ τὸ 300 μ.Χ., ὅταν στὴν αὐτοκρατορία βασίλευε ἕνας τύραννος, ὁ Διοκλητιανός. Τὸ ἐπάγγελμά του ἦταν στρατιωτικός, γενναῖος ἀξιωματικός. Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ τὸν διέκρινε ἀπὸ τοὺς συναδέλφους του ἦταν – ποιό· ὅτι πίστευε στὸ Χριστό, ὅτι αὐτὸς βασιλεύει, εἶνε ὁ κυβερνήτης τοῦ σύμπαντος. Πίστευε μὲ ὅλη τὴν καρδιά του, κι αὐτὸ ποὺ πίστευε δὲν τὸ ἔκρυβε.
Τώρα σπάνια θὰ συναντήσῃς Χριστιανὸ νὰ ὁμολογῇ τὸ Χριστό. Ἔρχονται στὴν ἐκκλησία, προσκυνοῦν, ἀνάβουν κεριά, κ.λπ., ἀλλὰ μετὰ ἔξω τίποτα. Πουθενὰ δὲν ἐκδηλώνονται. Φοβοῦνται καὶ τὸ σταυρό τους ἀκόμη νὰ κάνουν, ντρέπονται καὶ νὰ ποῦν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτοὶ εἶνε ἀνάξιοι νὰ λέγωνται Χριστιανοί. Τέτοια δειλία καὶ ἀνανδρία ἐπικρατεῖ. Ἢ πιστεύεις, κύριε, ἢ δὲν πιστεύεις! Ἐὰν δὲν πιστεύῃς, τότε ἑνώσου μὲ τοὺς ἀπίστους καὶ ἀθέους καὶ πολέμησε ὅ,τι ὑψηλὸ καὶ ὡραῖο ὑπάρχει. Ἂν πιστεύῃς ὅμως, αὐτὸ ποὺ πιστεύεις νὰ τὸ καμαρώνῃς καὶ νὰ τὸ διακηρύττῃς.
Αὐτὸ ποὺ πίστευε λοιπὸν ὁ ἅγιος Δημήτριος τὸ ἐκήρυττε φανερά, παντοῦ, καὶ προσπαθοῦσε νὰ ἑλκύσῃ κι ἄλλους στὸ Χριστό. Κάθε πρωῒ παρακαλοῦσε· Κύριε, κάνε νὰ γίνουν κι ἄλλοι Χριστιανοί! Λένε μάλιστα, ὅτι δὲν ἡσύχαζε ἐὰν δὲν ἔκανε τοὐλάχιστον ἕνα καινούργιο Χριστιανὸ τὴν κάθε ἡμέρα. Πρὸ παντὸς προσπαθοῦσε νὰ φέρῃ στὸ Χριστὸ παιδιὰ καὶ νέους. Καὶ μεταξὺ τῶν νέων ποὺ ἐκέρδισε εἰς Χριστὸν ἦταν καὶ ἕνας ποὺ ὠνομάζετο Νέστωρ.
Αὐτὴ ἦταν ἡ δρᾶσι του ὅταν κηρύχθηκε διωγμός. Ὅποιος ἐκήρυττε Ἰησοῦν Χριστὸν κατεδιώκετο· καὶ μεταξὺ τῶν πρώτων ποὺ συνελήφθησαν ἦταν ὁ ἅγιος Δημήτριος. Τοῦ εἶπαν· ―Ἀρνήσου τὸ Χριστό, βλαστήμησέ τον. ―Ὄχι. ―Βλαστήμησε τὸ Χριστό. ―Ὄχι. ―Βλαστήμησε τὸ Χριστό. ―Ὄχι. Ἐπειδὴ δὲν πειθαρχοῦσε, τὸν καθαίρεσαν ἀπὸ τὸ στρατιωτικό του ἀξίωμα, τὸν ἔκαναν ἁπλὸ πολίτη, καὶ τὸν ἔβαλαν στὴ φυλακή.
Ἐνῷ ὅμως βρισκόταν στὸ κελλί, δέχθηκε μία ἐπίσκεψι. Ἀνοίγει ἡ πόρτα καὶ μπαίνει ὁ Νέστωρ. ―Δάσκαλε, φέρνω δυσάρεστα νέα. ―Τί συμβαίνει, παιδί μου; ―Ἡ Θεσσαλονίκη εἶνε ἀνάστατος. Ἄντρες γυναῖκες παιδιὰ συγκεντρώνονται στὸ στάδιο καὶ βλέπουν ἀγῶνες. Ἐκεῖ παρουσιάστηκε ἕνας γιγαντιαῖος σιδηρόφρακτος εἰδωλολάτρης ποὺ λέγεται Λυαῖος. Εἶνε τὸ καύχημα καὶ καμάρι τῶν ἐχθρῶν τοῦ Χριστοῦ. Κάθε μέρα ὁ κήρυκας φωνάζει· Ὅποιος Χριστιανὸς θέλει, ἂς ἔρθῃ νὰ παλέψῃ μὲ τὸ Λυαῖο!… Τόσες μέρες τώρα κανείς δὲν παρουσιάζεται, καὶ ὅλοι μᾶς χλευάζουν. Δὲν τὸ ἀνέχομαι. Θέλω νὰ ξεπλύνω τὸ ὄνειδος αὐτό, θέλω νὰ μονομαχήσω μὲ τὸ Λυαῖο, καὶ ζητῶ τὴν εὐχή σου. Ὁ ἅγιος Δημήτριος δὲν τὸν ἀπέτρεψε. Τὸν εὐλόγησε καὶ τοῦ εἶπε· ―«Ὕπαγε· καὶ Λυαῖον νικήσεις καὶ ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρήσεις»· καὶ τὸ Λυαῖο θὰ νικήσῃς, ἀλλὰ καὶ θὰ μαρτυρήσῃς γιὰ τὸ Χριστό.
Ὡπλισμένος ὁ Νέστωρ μὲ τὴν εὐχὴ τοῦ ἁγίου διδασκάλου του, νάτος τώρα κατεβαίνει στὸ στίβο φτερωτός. Ὁ κῆρυξ φωνάζει· ―Ποιός Χριστιανὸς θέλει νὰ μονομαχήσῃ μὲ τὸ Λυαῖο; ―Ἐγώ, φωνάζει ὁ νέος. Στρέφονται ὅλοι καὶ βλέπουν ἕνα παιδάριο. ―Ἐσύ, τοῦ λένε, θὰ τὰ βάλῃς μὲ τὸ γίγαντα; Δὲ λυπᾶσαι τὰ νιᾶτα σου; Μ᾽ ἕνα χτύπημα θὰ σὲ ξαπλώσῃ κατὰ γῆς. Λυπήσου τὴ ζωή σου… Αὐτὸς ὅμως εἶνε ἀποφασισμένος, καὶ ἔτσι οἱ δύο ἀντίπαλοι παρατάσσονται. Καὶ ἐνῷ ὅλοι, τὸ πλῆθος τῶν εἰδωλολατρῶν καὶ οἱ λίγοι Χριστιανοί, κρατοῦν τὴν ἀναπνοή τους, ὁ Νέστωρ ὁρμᾷ καὶ φωνάζοντας «Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει μοι», δίνει ἕνα καίριο πλῆγμα στὸ γίγαντα καὶ τὸν ῥίχνει κάτω μὲ γδοῦπο. Αὐτὸ ἦταν ἕνας θρίαμβος τοῦ χριστιανισμοῦ τὴν ἡμέρα ἐκείνη.
Ἐν συνεχείᾳ ὅμως ὁ Νέστωρ μαρτύρησε. Τὸν συλλαμβάνουν, τοῦ ζητοῦν νὰ βλαστημήσῃ τὸ Χριστό. Δὲν βλαστημᾷ, κ’ ἔτσι τὸν θανατώνουν.
Μετὰ πηγαίνουν στὴ φυλακή, στὸ κελλὶ τοῦ διδασκάλου. Μὲ τὶς λόγχες τρυποῦν τὸν Δημήτριο στὴν πλευρά, καὶ τελειώνει μαρτυρικῶς τὸν δρόμο του. Ὁ τάφος του ἀνέβλυσε μύρο· γι᾽ αὐτὸ λέγεται μυροβλήτης. Πάνω στὸν τάφο του κτίστηκε ἔπειτα μεγαλοπρεπὴς ναός, ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης, ποὺ ἑορτάζει σήμερα.
Πολλὰ καὶ μεγάλα θαύματα ἔκανε ὁ ἅγιος Δημήτριος. Ἕνα μόνο σᾶς θυμίζω. Ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, δικαίωμά τους· ἐμεῖς πιστεύουμε. Διότι τέτοια ἅγια ἡμέρα, 26 Ὀκτωβρίου τοῦ 1912, ὁ ἅγιος Δημήτριος ἔκανε τὸ θαῦμα του. Τὰ παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος φώναζαν στὶς μεραρχίες καὶ στὰ τάγματα· Ἅγιε Δημήτριε, κάνε τὸ θαῦμα σου! Καὶ πράγματι τὴν ἡμέρα τοῦ ἁγίου Δημητρίου μπῆκαν στὴ Θεσσαλονίκη καὶ ὕψωσαν τὴ σημαία μας ἐπάνω στὸ Λευκὸ Πύργο! Δὲν εἶνε θαῦμα αὐτό;
* * *
Τὸ συμπέρασμα ποιό εἶνε; Οἱ ἅγιοι εἶνε ὑποδείγματα. Τόσο ὁ ἅγιος Δημήτριος ὅσο καὶ ὁ ἅγιος Νέστωρ εἶνε ὑποδείγματα πίστεως, ποὺ πρέπει κ’ ἐμεῖς νὰ μιμηθοῦμε ὅσο ζοῦμε σ’ αὐτὴ τὴ ζωή, νὰ τοὺς ἀκολουθήσουμε.
Γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· πιστεύουμε; Μὲ τὰ λόγια πιστεύουμε, τὰ πράγματα ὅμως ἀποδεικνύουν ὅτι δὲν ἔχουμε οὔτε λίγη ἀπὸ τὴν πίστι ποὺ εἶχαν οἱ ἅγιοι ἐκεῖνοι. Ἂν γίνῃ διωγμὸς ―καὶ θὰ γίνῃ διωγμός― ὅπως ἔγινε ἐπὶ Διοκλητιανοῦ, δὲν ξέρω πόσοι ἀπὸ τοὺς λεγομένους Χριστιανοὺς θὰ μείνουν πιστοὶ στὸ Χριστό.
Εἶνε ὑπερβολικὸς ὁ λόγος μου; Δὲν εἶνε. Διότι πόση ἀντίστασι δείχνουν οἱ σημερινοὶ Χριστιανοὶ ἐν συγκρίσει μὲ τοὺς Χριστιανοὺς τῶν πρώτων αἰώνων; Σ’ ἐκείνους τὸ μαχαίρι ἔβαζαν στὸ λαιμὸ γιὰ νὰ βλαστημήσουν, καὶ δὲ βλαστημοῦσαν· οἱ σημερινοὶ βλαστημοῦν χωρὶς νὰ τοὺς ἀναγκάζῃ κανείς. Ποιός τοῦ βάζει τὸ μαχαίρι στὸ λαιμὸ τοῦ ψευδοχριστιανοῦ καὶ βλαστημᾷ; Ἐὰν λοιπὸν τώρα χωρὶς μαχαίρι, χωρὶς διωγμό, βλαστημοῦν, φαντάσου τί θὰ γίνῃ ὅταν ἔλθῃ ὁ ἀντίχριστος…
Ἐμεῖς τί πρέπει νὰ κάνουμε; Νὰ πιστέψουμε. Ἂς παρακαλέσουμε· Δός μας, Κύριε, τὴν πίστι! τὴν πίστι ποὺ εἶχε ὁ ἅγιος Δημήτριος καὶ ὁ ἅγιος Νέστωρ, τὴν πίστι ποὺ εἶχαν οἱ πρόγονοί μας· τετρακόσα χρόνια ἔζησαν κάτω ἀπ’ τὴν Τουρκιά, μὲ τὸ μαχαίρι στὸ λαιμό, καὶ δὲν ἀρνήθηκαν τὸ Χριστό. Κ’ ἐμεῖς, ἂν γίνῃ διωγμός, νὰ μείνουμε ὅλοι πιστοὶ καὶ ἀφωσιωμένοι. Τὰ λεφτά μας ἂς τὰ πάρουν οἱ ἀντίχριστοι, τὰ σπίτια μας ἂς τὰ πάρουν, τὰ χωράφια μας ἂς τὰ πάρουν, τὰ ζῷα μας ἂς τὰ πάρουν, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός· τὴν πίστι μας ὅμως στὸ Χριστὸ ὄχι! Νά τὰ λόγια τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ· «Ψυχὴ καὶ Χριστὸς σᾶς χρειάζονται. Αὐτὰ τὰ δύο ὅλος ὁ κόσμος νὰ πέσῃ, δὲν ἠμπορεῖ νὰ σᾶς τὰ πάρῃ, ἐκτὸς καὶ τὰ δώσετε μὲ τὸ θέλημά σας. Αὐτὰ τὰ δύο νὰ τὰ φυλάγετε νὰ μὴ τὰ χάσετε».
Εἴθε, ἀγαπητοί μου, ὅσοι ἀκοῦτε τὰ λόγια αὐτά, παιδιὰ γυναῖκες καὶ ἄντρες ποὺ τιμᾶτε σήμερα τὸν ἅγιο Δημήτριο, εἴθε κανείς νὰ μὴ γίνῃ προδότης. Νὰ μείνουμε ὅλοι πιστοί. Κι ἂν ἀκόμη ἔρθουν χρόνια κατηραμένα ―καὶ θὰ ἔρθουν―, καὶ πάνω στὴ γῆ μείνῃ ἕνας Χριστιανός, ἕνας μόνο νὰ μείνῃ, φτάνει αὐτός. Αὐτὸς ὁ ἕνας θὰ νικήσῃ. Θὰ νικήσῃ ὁ ἕνας, δὲ θὰ νικήσουν οἱ πολλοί. Δὲ θὰ νικήσουν οἱ ἀντίχριστοι, δὲ θὰ νικήσουν οἱ ἄθεοι, ἀλλὰ θὰ νικήσῃ ὁ Θεὸς τοῦ ἁγίου Δημητρίου.
«Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει» μας· ἀμήν.
Ο Μεγαλομάρτυρας και μυροβλύτης άγιος Δημήτριος, ένας από τους ενδοξότερους και λαοφιλέστερους αγίους της Ορθόδοξης Εκκλησίας, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 280 επί Μαξιμιανού (τετράρχη και κατόπιν αυτοκράτορα) και καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια (ο πατέρας του υπήρξε Μακεδόνας στρατηγός του ρωμαϊκού στρατού). Νεαρός ακόμη, 22 ετών, έγινε αξιωματικός του ρωμαϊκού στρατού και έφθασε στο υψηλό αξίωμα του ανθύπατου του θέματος της Ελλάδας και μάλιστα με το υψηλότατο βαθμό του Δούκα. Είχε ευρυμάθεια, σωματική ωραιότητα, καθαρότητα καρδιάς και γλυκύτητα στον χαρακτήρα. Τα προτερήματα αυτά τον βοήθησαν στην πνευματική του ανέλιξη και τον οδήγησαν στη χριστιανική πίστη, της οποίας έγινε διαπρύσιος κήρυκας στη Θεσσαλονίκη. Είχε σχηματίσει ευρύ κύκλο νέων, στους οποίους μετείχε και ο Νέστωρας και τους οποίους δίδασκε στις υπόγειες στοές της λεγόμενης Χαλκευτικής Στοάς, κοντά στα δημόσια λουτρά. Στη διάρκεια μιας τέτοιας συνάθροισης, οι ειδωλολάτρες συνέλαβαν τον Δημήτριο να διδάσκει και τον οδήγησαν στον παρεπιδημούντα στη Θεσσαλονίκη Μαξιμιανό.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Δημήτριος αρνήθηκε να αποκηρύξει τον Χριστό, δηλώνοντας: «τω Χριστώ μου πιστεύω μόνον». Μετά την ομολογία αυτή φυλακίστηκε και στη φυλακή δέχτηκε το μαθητή του Νέστωρα, τον οποίον ευλόγησε, ώστε να νικήσει σε αγώνα πάλης στο στάδιο. Ο Νέστωρας, με τη βοήθεια του Θεού πάλεψε και νίκησε τον τρομερό Λυαίο από το Σίρμιο. Ο Μαξιμιανός οργίστηκε με τη νίκη του Χριστιανού Νέστωρα επί του ειδωλολάτρη Λυαίου και διέταξε την αποκεφάλιση του Νέστωρα και το θάνατο του Δημητρίου με λογχισμούς, το 305. Το σώμα του αγίου ρίχτηκε σ’ ένα πηγάδι. Ο άγιος τάφηκε στον τόπο του μαρτυρίου και από τον τάφο του ανέβλυζε μύρο. Το μύρο αυτό θεράπευσε πολλούς ασθενείς. Από το λείψανο του αγίου αποπειράθηκαν να αποσπάσουν τμήμα οι αυτοκράτορες Ιουστινιανός Α΄ και Μαυρίκιος, αλλά μάταια, γιατί εμποδίστηκαν από τον άγιο.
Η εορτή του αγίου έκτοτε εορταζόταν με μεγάλη λαμπρότητα με διάρκεια 6 ημέρες πριν και 8 ημέρες μετά, κατά δε τον 14ο αι. διαρκούσε συνολικά 1 μήνα! Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους, το 1913, συνέπεσε με την εορτή του αγίου στις 26 Οκτωβρίου. Στην εικονογραφία απεικονίζεται ιππεύοντας κόκκινο άλογο και λογχίζοντας ειδωλολάτρη (τον Λυαίο), σε αντιδιαστολή με το λευκό άλογο του αγίου Γεωργίου, που λογχίζει τον δράκοντα.
IK