Συνολικα 2393 Θεοφοροι Πατερες
θεμελιωσαν τα δογματα και
θεσμοθετησαν τους Ιερους Κανονες.
θεμελιωσαν τα δογματα και
θεσμοθετησαν τους Ιερους Κανονες.
Σήμερα,
ημέρα εορτής των Αγίων Πάντων, εορτής πάντων των αγίων γνωστών και αγνώστων,
μαρτύρων του πνεύματος και μαρτύρων του αίματος, εορτάζουν και άπαντες οι άγιοι
και θεοφόροι Πατέρες των Οικουμενικών Συνόδων, 318 και 150 και 200 και 636 και
165 και 174 και 367 και 383, σύνολο 2393 και στις 8 Συνόδους, ανεξάρτητα από
τους επι μέρους εορτασμούς των Συνόδων αυτών. Αυτοί έθεσαν τα θεμέλια του
Δόγματος και εξέδωσαν τους σχετικούς Κανόνες και τις Αποφάσεις, πράγματα που
ακολουθεί μέχρι σήμερα η Ορθόδοξη Εκκλησία.
Δεν θα
πρέπει όμως να ξεχνάμε, ότι αν και είναι άγιοι και είναι και θεοφόροι και όπως
όλοι οι άγιοι, δεν είναι όμως ούτε αλάνθαστοι, ούτε αναμάρτητοι, αλλά οι
πλέον θεραπευμένοι μέσα στο Θεραπευτήριο, που ονομάζεται «Εκκλησία του Χριστού»
και όποιος νομίζει το αντίθετο, απλά ενστερνίζεται την παπική νοοτροπία περί
αγιότητας.
Η Β΄
Σύνοδος, την οποίαν εν προκειμένω εξετάζουμε, ξεκίνησε ως γενική και κατέληξε,
ως Οικουμενική. Καταδίκασε πλήθος αιρέσεων παλαιών και νέων, όπως τα κατάλοιπα
του Αρειανισμού, τους Μακεδονιανούς, τους Απολλιναριστές, τους Σαβελλιανούς,
τους Ευνομιανούς, τους Σαμοσατείς, τους Φωτεινιανούς, Μαρκελλιανούς,
Σαββατιανούς, Ναυατιανούς ή Καθαρούς, τους Αριστερούς, δηλ. Αρίστους, τους
Τεσσερεσκαιδεκατίτες και τους Πνευματομάχους, που υποστήριζαν την κτιστότητα του
αγίου Πνεύματος.
Η Σύνοδος
πρόσθεσε διευκρινιστικές προτάσεις και φράσεις στο Σύμβολο της Α΄ Οικουμενικής,
αφαίρεσε δε στρεβλές δογματικές διατυπώσεις του Όρου αυτής.
Όλοι οι
Κανόνες της Συνόδου αναφέρονται κυρίως στη συμπεριφορά των πιστών και της
Εκκλησίας, έναντι των αιρέσεων αυτών, ένας δε Κανόνας αναβιβάζει την Επισκοπή
του Βυζαντίου σε Αρχιεπισκοπή ΚΠόλεως και την τοποθετεί μετά την Αρχιεπισκοπή
της Ρώμης, δια το είναι η Νέα Ρώμη πλέον, η νέα πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής
αυτοκρατορίας.
Η Σύνοδος
αναγνωρίστηκε από Ανατολή και Δύση και συναριθμείται στις Οικουμενικές Συνόδους
της Εκκλησίας, τις έχουσες καθολικό κύρος καθ’ άπασα την οικουμενική Εκκλησία.
Εορτάζεται
στις 22 Μαΐου, πλην όμως αναλύεται εδώ, μετά εκείνην της Α΄ Οικουμενικής, καθότι
μετέβαλε και βελτίωσε τις θέσεις αυτής.
Β΄
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ
Η
Β΄ Οικουμενική Σύνοδος συνεκλήθη από τον αυτοκράτορα Μ. Θεοδόσιο στην ΚΠολη
από τις 22 Μαΐου έως τις 30 Ιουλίου 381.
Στην αρχή ήταν κυρίως μια Γενική Σύνοδος, μόνο της Ανατολής, αργότερα όμως
αναγνωρίσθηκε ως Οικουμενική και από τη Δύση και από την Δ΄ Οικουμενική, όπως
και από την καθόλου εκκλησιαστική συνείδηση. Στη Σύνοδο μετείχαν 150 Επίσκοποι της Ανατολής και ουδείς
από τη Δύση (εκτός των Επισκόπων του Ιλλυρικού, που υπήγοντο στη Ρώμη).
Διακρίθηκαν οι: Αντιοχείας Μελέτιος,
ΚΠόλεως Γρηγόριος Θεολόγος, ΚΠόλεως Νεκτάριος, Αλεξανδρείας Τιμόθεος, Ιεροσολύμων Κύριλλος, Ικονίου Αμφιλόχιος, Νύσσης Γρηγόριος, Καισαρείας
Παλαιστίνης Γελάσιος, Θεσσαλονίκης Ασχόλιος, Καισαρείας Καππαδοκίας Ελλάδιος,
Ταρσού Διόδωρος, Σεβαστείας Πέτρος, Λαοδικείας Πελάγιος, Εδέσσης Ευλόγιος και
άλλοι.
Πρόεδροι της Συνόδου κατά σειράν
ήταν: ο Αντιοχείας Μελέτιος, κατόπιν ο ΚΠόλεως Γρηγόριος και τέλος ο ΚΠόλεως
Νεκτάριος. Και τούτο, διότι κατά τη διάρκεια των εργασιών απεβίωσεν ο Αντιοχείας
Μελέτιος και κατόπιν ο ΚΠόλεως Γρηγόριος παρητήθη, καθότι οι Επίσκοποι
Αλεξανδρείας και Ιλλυρικού αντέδρασαν, για τη μετάθεσή του από την επαρχία
Σασίμων στην ΚΠολη.
Αιτία της σύγκλισης της Συνόδου ήταν
η αναταραχή στους κόλπους της Εκκλησίας, όπου οι καταδικασθέντες Αρειανοί
έκαναν συνεχώς σκληρούς αγώνες, για την επικράτησή τους. Παράλληλα εμφανίσθηκαν
και νέοι αιρετικοί Πνευματομάχοι, Ημιαρειανοί και Μακεδονιανοί από τον ΚΠόλεως Μακεδόνιο, ο Λαοδικείας Απολλινάριος, ο
Πτολεμαϊδος Σαβέλλιος, ο Αγκύρας Μάρκελλος, ο Σιρμίου Φωτεινός, ο Κυζίκου
Ευνόμιος με το δάσκαλό του Αέτιο, ο ΚΠόλεως Ευδόξιος, ο Παύλος Σαμοσατέας και
άλλοι.
Στην αρειανική παράταξη υπήρχαν
τρεις ομάδες: Οι ανόμοιοι, οι όμοιοι και οι ομοιούσιοι. Η Σύνοδος της
Αλεξάνδρειας του 362 είχε δεχθεί τους ομοιουσιανούς, που είχαν υπογράψει το
σύμβολο Νικαίας. Οι μη υπογράψαντες ονομάστηκαν Πνευματομάχοι και είχαν
καταδικαστεί από τη Σύνοδο της Αντιόχειας του 379 υπό τον Αντιοχείας Μελέτιο.
Ο Σιρμίου Φωτεινός υποστήριζε, ότι ο
Λόγος είναι αιώνια δύναμη του Θεού, ο δε Υιός ήταν άνθρωπος που γεννήθηκε από
την Παρθένο Μαρία, με τον οποίον ενώθηκε ο Λόγος, ο οποίος μετά τη συντέλεια θα
απέβαλε την ισχύ και τη βασιλεία. Ο Λαοδικείας Απολλινάριος υποστήριζε, ότι ο
Χριστός με τη σάρκωσή του πήρε σώμα και ψυχή, αλλά όχι τον νου, ο δε ΚΠόλεως
Μακεδόνιος, ότι το άγιο Πνεύμα είναι κτίσμα του Θεού.
Η Σύνοδος εξάλειψε αυτές τις
κακοδοξίες, που ήταν λείψανα του αρειανισμού και συμπλήρωσε το σύμβολο της Α΄
Οικουμενικής.
Οι αρειανοί επίσκοποι δεν προσήλθαν
στη Σύνοδο, αν και προσκλήθηκαν, ενώ οι Μακεδονιανοί ήταν παρόντες. Η Σύνοδος
αναγνώρισε επίσης τους επισκόπους ΚΠόλεως, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων, ως
κανονικούς. Οι Πατέρες συνέταξαν Τόμο με την Ορθόδοξη δογματική διδασκαλία περί
αγίας Τριάδος και τον απέστειλαν στη Δύση. Πρακτικά ίσως δεν κρατήθηκαν. Με τη δογματική
απόφαση της Β΄ Οικουμενικής ολοκληρώθηκε και έληξε το όλο Τριαδολογικό δόγμα
και συμπληρώθηκε το θεμέλιο που έθεσε η Α΄ Οικουμενική, πάνω στο οποίο
στηρίχθηκε όλο το δογματικό οικοδόμημα της Εκκλησίας.
Η Σύνοδος αυτή καταδίκασε όλες τις
μέχρι τότε αιρέσεις, δηλ. τους Ευνομοιανούς, Ανόμοιους, Αρειανούς, Ευδοξιανούς,
Ημιαρείους, Πνευματομάχους, Σαβελλιανούς, Μαρκελλιανούς, Φωτεινιανούς και
Απολλιναριστές.
Ασχολήθηκε με την κανονική πλήρωση
των θρόνων ΚΠόλεως, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων και την αποκατάσταση της
ομόνοιας στην Εκκλησία. Η Σύνοδος ξεκίνησε με την προεδρία του Αντιοχείας
Μελέτιου. Κατά την πορεία απεβίωσε ο Μελέτιος και η Σύνοδος εξέλεξε τον
Γρηγόριο Θεολόγο, ως Αρχιεπίσκοπο ΚΠόλεως και πρόεδρο της Συνόδου. Ο Γρηγόριος
πρότεινε για το θρόνο της Αντιόχειας τον Παυλίνο, πλην όμως δεν το δέχτηκαν οι
Αιγύπτιοι Επίσκοποι (του Πατριαρχείαου Αλεξανδρείας) και οι Μακεδόνες Επίσκοποι
του Ιλλυρικού (του Πατριαρχείου Ρώμης), οι οποίοι έφθασαν αργότερα στη Σύνοδο
και επί πλέον κατηγόρησαν τον Γρηγόριο, ότι κέρδισε το θρόνο με νοθεία και ότι
μετετέθη από Επισκοπή σε Επισκοπή. Κατόπιν τούτων ο Γρηγόριος παρητήθη της
προεδρίας της Συνόδου και του θρόνου της ΚΠόλεως και επέστρεψε στην Επισκοπή
Νανζιανζού. Η Σύνοδος εξέλεξε τον Νεκτάριο, ως Αρχιεπίσκοπο ΚΠόλεως και πρόεδρο
της Συνόδου.
Μεταξύ των επτά Κανόνων, που εξέδωσε
έχουμε τον γ΄ κανόνα, που προσδιορίζει την θέση του Επισκόπου ΚΠόλεως και
αναβιβάζει τον θρόνο της ΚΠόλεως μετά τον θρόνο της Ρώμης: «Τον μεν τοι Κωνσταντινουπόλεως Επίσκοπον
έχειν τα πρεσβεία της τιμής μετά τον
της Ρώμης Επίσκοπον, δια το είναι αυτήν Νέαν Ρώμην». Πριν από τον
προβιβασμό αυτό, ο Επίσκοπος του Βυζαντίου υπήγετο στη Μητρόπολη Ηρακλείας της
Θράκης.
Η Σύνοδος διασκεύασε, συμπλήρωσε,
αλλά και αφαίρεσε τμήματα του όρου
της Α΄ Συνόδου, ως εξής:
1/ «ποιητήν ουρανού και γης» (κατά
Μαρκιωνιτών και Μανιχαίων)
2/ «προ πάντων των αιώνων» (κατά
Φωτεινιανών).
3/ «κατελθόντα εκ των ουρανών και σαρκωθέντα εκ
Πνεύματος αγίου και Μαρίας της Παρθένου και ενανθρωπήσαντα» (κατά
Απολλιναριστών)
4/ «σταυρωθέντα τε υπέρ ημών επί Ποντίου Πιλάτου
και παθόντα και ταφέντα».
5/ «και καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός….. ου
της βασιλείας ουκ έσται τέλος» (κατά Φωτεινιανών).
6/ «Και εις το Πνεύμα το άγιον το Κύριον το
ζωοποιόν, το εκ του πατρός εκπορευόμενον…..» (κατά των Πνευματομάχων).
7/ «τουτέστιν εκ της ουσίας του Πατρός»
αφαιρέθηκε με τη συνέργεια των Καππαδοκών Πατέρων, καθότι υπήρξε λανθασμένη δογματική
διατύπωση. Ο Υιός εγεννήθη εκ του προσώπου του Πατρός και όχι εκ της ουσίας του,
καθότι έτσι η ουσία τίθεται προ του προσώπου και καθιστά ακόμη και τον Πατέρα
δέσμιο αυτής.
8/ Ο τελικός
αφορισμός αφαιρέθηκε εξ ολοκλήρου, καθότι υπήρχε λανθασμένη δογματική
διατύπωση, διότι ταύτιζε την υπόσταση με την ουσία, ενώ είναι δυο τελείως
διαφορετικές έννοιες.
Η αναιμική δήλωση της Α΄ Συνόδου,
περί του αγίου Πνεύματος μετετράπη σε μια υποβαθμισμένη δήλωση στην Β΄ Οικουμενική, όπου
το άγιο Πνεύμα ουδαμού αναφέρεται, ως φως εκ φωτός, ως Θεός αληθινός εκ Θεού
αληθινού και ως ομοούσιον τω Πατρί. Έπρεπε να περάσουν πολλοί αιώνες για να
τολμήσει η Εκκλησία να χαρακτηρίσει το άγιο Πνεύμα με αυτές τις εκφράσεις, λόγω
της συνεχιζόμενης πολεμικής κατ’ Αυτού. Πρέπει να φθάσουμε στην ΣΤ΄ Οικουμενική
Σύνοδο, το 680, όπου στη συνοδική επιστολή του Ιεροσολύμων Σωφρόνιου, που
απεδέχθη και κατακύρωσε η Σύνοδος, αναγράφεται: «Εις εν Πνεύμα άγιον, το εκ Θεού Πατρός εκπορευόμενον, το φως και Θεόν και αυτώ γνωριζόμενον,
και ον αληθώς Πατρί και Υιώ συναϊδιον, ομοούσιόν
τε και ομόφυλον, και της αυτής ουσίας και φύσεως, και ωσαύτως δε και θεότητος».
Το τελικό κείμενο του Συμβόλου της
Πίστεως έχει ως εξής:
«Πιστεύομεν
εις ένα Θεόν, Πατέρα, παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού και γης, ορατών τε πάντων
και αοράτων.
Και εις ένα
Κύριον Ιησούν Χριστόν τον Υιόν του Θεού τον μονογενή, τον εκ του Πατρός
γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων. Φως εκ φωτός Θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού,
γεννηθέντα, ου ποιηθέντα, ομοούσιον τω Πατρί, δι’ ου τα πάντα εγένετο.
Τον δι’ ημάς
τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα εκ των ουρανών και
σαρκωθέντα εκ Πνεύματος αγίου και Μαρίας της Παρθένου και ενανθρωπήσαντα.
Σταυρωθέντα
τε υπέρ ημών επί Ποντίου Πιλάτου και παθόντα και ταφέντα.
Και
αναστάντα τη Τρίτη ημέρα κατά τας Γραφάς.
Και
ανελθόντα εις τους ουρανούς και καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός.
Και πάλιν
ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς ου της βασιλείας ουκ έσται
τέλος.
Και εις το
Πνεύμα το άγιον, το κύριον, το ζωοποιόν, το εκ του Πατρός εκπορευόμενον, το συν
Πατρί και Υιώ συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον, το λαλήσαν δια των
προφητών.
Εις μίαν,
αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν εκκλησίαν.
Ομολογώ εν
βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών.
Προσδοκώ
ανάστασιν νεκρών.
Και ζωήν
του μέλλοντος αιώνος. Αμήν».
Μετά το τέλος των εργασιών, Ο Μ.
Θεοδόσιος κύρωσε τις αποφάσεις της Συνόδου και τους 7 κανόνες της με νόμο και
έλαβε μέτρα κατά των αιρετικών.
Η Εκκλησία εορτάζει την Β΄ Οικουμενική
στις 22 Μαΐου.
Παρατηρήσεις
1/ Η Σύνοδος
ξεκίνησε ως γενική και κατέληξε Οικουμενική
2/ Είχε τρεις
προέδρους, εξ ων ένας απεβίωσε και έτερος παρητήθη
3/ Καταδίκασε
πλήθος αιρέσεων και αιρετικών
4/ Αναβίβασε
τον θρόνο της ΚΠόλεως από την ανυπαρξία στη 2η θέση μετά τον θρόνο
του Ρώμης.
5/ Πρόσθεσε
όρους, που έλειπαν από το Σύμβολο της Α΄ Συνόδου
6/ Αφαίρεσε
όρους, που υπήρχαν στο Σύμβολο της Α΄ Συνόδου, οι οποίοι θεωρήθηκαν, ότι δεν
ανταποκρίνονται στις ορθές έννοιες των όρων «ουσία», «φύση» και «υπόσταση».
7/ Η δήλωση
για το άγιο Πνεύμα το παρουσιάζει ως υποβιβασμένο, ως προς τα άλλα δυο πρόσωπα
της αγίας Τριάδος.
8/ Το Σύμβολο
ΚΠόλεως αναφέρεται, ως σύμβολο Νικαίας – ΚΠόλεως και έτσι γεφυρώνει και τα δυο
σύμβολα.
15.6.2014
Ι.
ΚΑΡΔΑΣΗΣ
2393 αγιοι πατερες εθεμελιωσαν τα δογματα της εκκλησιας μας και ελαχιστοι πατερες αρκουν να ξεθεμελιωσουν τα ιερα και τα οσια βλεπε αρχιερατικον συλλειτουργον εν μηλω σημερον ΣΤΙΣ ΑΓΙΕΣ ΚΑΤΑΚΟΜΒΕΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΌλοι αυτοί οι άγιοι Πατέρες υπήρξαν μέλη της "Εκκλησίας του Χριστού", ενώ οι σημερινοί "πατέρες" είναι μέλη της "εκκλησίας του Χριστόδουλου και "λοιπών δημοκρατικών δυνάμεων" Σεραφείμ, Ιερώνυμου, κ.ά."
ΔιαγραφήΙΚ
Πως γίνεται το συν Πατρί και Υιώ συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον Πνεύμα να παρουσιάζεται, κατά τον κ. Καρδάση, ως υποβιβασμένο ως προς τα άλλα δύο πρόσωπα, μόνο εκείνος το γνωρίζει.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓνωρίζεις, ότι η Εκκλησία είναι πολύ προσεκτική στα δογματικά της κείμενα και ειδικά στη διατύπωση των Όρων Πίστεως. Εκεί παίζουν ρόλο το "ι", το κόμμα και η τελεία ακόμη.
ΔιαγραφήΈτσι, το "συμπροσκυνούμενο, συνδοξαζόμενο και λαλήσαν δια των Προφητών" είναι περιφραστικές εκφράσεις και όχι απόλυτες για τον χαρακτηρισμό της θεότητας του αγίου Πνεύματος και έγιναν κατά παραχώρηση, επειδή υπήρχε σφοδρή πολεμική κατά του αγίου Πνεύματος και το να πεις "συνδοξαζόμενον", ενώ εθεωρείτο "κτίσμα" είναι τεράστια η απόσταση και υπήρχε κίνδυνος δημιουργίας Σχισμάτων.
Εξ άλλου ένας δεύτερος λόγος, που παρητήθη ο άγιος Γρηγόριος Θεολόγος ήταν το ότι δεν "πέρασε" η γραμμή του στη διατύπωση, ως "φως εκ φωτός", "θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού" και ομοούσιον τω Πατρί".
Αυτή την έλλειψη ήρθε να διορθώσει η Εκκλησία 300 χρόνια μετά, στην ΣΤ΄ Οικουμενική, όπου στον Όρο της πρόσθεσε την πρόταση του Ιεροσολύμων Σωφρονίου: "Εις εν Πνεύμα άγιον, το εκ Θεού Πατρός εκπορευόμενον, το Φως και Θεόν και αυτώ γνωριζόμενον, και ον αληθώς Πατρί και Υιώ συναϊδιον, ομοούσιόν τε και ομόφυλον, και της αυτής ουσίας και φύσεως, και ωσαύτως δε και θεότητος", πράγμα που αποκαθιστά πλήρως την ταυτότητα του αγίου Πνεύματος.
Αν το Σύμβολο της Β΄ Συνόδου ήταν πλήρες δεν θα υπήρχε ανάγκη διορθώσεως και αποκαταστάσεως από την ΣΤ΄ Οικουμενική το 680.
Αυτή η παρερμηνεία του Συμβόλου της Β΄ ήταν μια από τις αιτίες της προσθήκης του "Φιλιόκβε", όπου είναι σαφής η υποβάθμιση του αγίου Πνεύματος, ως εκπορευομένου "εκ Πατρός και Υιού", η οποία ξεκίνησε 100 χρόνια πριν την ΣΤ΄ και γι' αυτό η Σύνοδος αυτή ήρθε να βάλει τα πράγματα στην πραγματική τους θέση.
Επομένως, τα αναγραφόμενα από τον Καρδάση δεν είναι από την "κοιλιά" του, αλλά αναφορές και αναλύσεις άλλων μελετητών θεολόγων.
ΙΚ
Δεν είναι έτσι. Το ότι οι Πατέρες δεν έβαλαν όλες τις εκφράσεις που ήθελαν, δε σημαίνει πως αυτές που έβαλαν υποβιβάζουν το Άγιο Πνεύμα. Γιατί αν οι εκφράσεις που επέλεξαν τελικά να βάλουν υποβίβαζαν το Άγιο Πνεύμα δε θα γίνονταν δεκτές από τους Πατέρες που θα γνώριζαν πως και την αλήθεια σχετικά με το Άγιο Πνεύμα δεν εκφράζουν και κακό προηγούμενο δημιουργούν.
ΔιαγραφήΟι Πατέρες γνώριζαν πως εάν ισχυρίζονταν πως προσκυνούν κάτι που δεν είναι θεός αυτό θα σήμαινε αυτομάτως πως είναι ειδωλολάτρες. Πώς λοιπόν θα υπήρχε η υποψία πως αυτό που προσκυνούν δεν είναι θεός χωρίς να βλάπτεται η αξιοπιστία τους? Γνώριζαν επίσης πως το πρόσωπο που συμπροσκυνείται μετά του Πατρός και του Υιού δεν μπορεί παρά να είναι ομότιμο. Αυτό σημαίνει η μία προσκύνησις. Αφού λοιπόν είναι ομότιμο τότε πως γίνεται να θεωρηθεί υποβιβασμένο?
Και το παραδέχεσαι κι ο ίδιος ότι δεν στέκει αυτό που έγραψες όταν λες πως στον υποβιβασμό του Αγίου Πνεύματος δεν οδήγησαν οι εκφράσεις αυτές καθεαυτές, αφού άλλωστε η Εκκλησία, όπως πάλι εσύ γράφεις, είναι πολύ προσεκτική στα δογματικά της κείμενα, αλλά η παρερμηνεία τους. Όταν παρερμηνεύει κάποιος ένα κείμενο δε φταίει το κείμενο.
Ίσως πέρασαν απαρατήρητες κάποιες επισημάνσεις:
Διαγραφήα/ ο άγιος Γρηγόριος Θεολόγος παρητήθη, διότι δεν πέρασε η γραμμή του για την θεότητα και την ομοουσιότητα του αγίου Πνεύματος και η αναγραφή τους στο Σύμβολο.
β/ αν το Σύμβολο ήταν πλήρες και απόλυτο, τότε δεν θα ανάγκαζε τους Πατέρες της ΣΤ΄ να προσθέσουν στο δικό του τους Σύμβολο την θεότητα και ομοουσιότητα του αγίου Πνεύματος.
γ/ δεν θίγεται το άγιο Πνεύμα από την απουσία των ανωτέρω εκφράσεων, πλην όμως, επισημαίνεται μια παράλειψη.
δ/ αν οι Πατέρες έκαναν το ίδιο και για τον Υιό, και έλεγαν συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον, άραγε πως θα το βλέπαμε τότε;
ε/ η Εκκλησία διορθώνει τα λάθη της και τούτο έπραξε διορθώνοντας το Σύμβολο της Α΄. Το αυτό λοιπόν έπραξε και στην ΣΤ΄ Οικουμενική διορθώνοντας τις εκφράσεις περί αγίου Πνεύματος της Β΄.
ΙΚ
Σίγουρα δεν πέρασε απαρατήρητο το μπέρδεμα που έκανες. Από τη μια έγραψες πως υποβιβάζεται το Άγιο Πνεύμα, από την άλλη τώρα γράφεις πως δεν θίγεται από τις επιλεγμένες εκφράσεις. Τώρα είσαι πιο σωστός. Αν μάθεις δε τι σημαίνει και το "εκ του Πατρός εκπορευόμενον" θα καταλάβεις πως εκφράζεται και η θεότητα αλλά και η ομοουσιότητα του Αγίου Πνεύματος.
ΔιαγραφήΟ άγος Γρηγόριος παραιτήθηκε επειδή αμφισβητήθηκε η κανονικότητα της εκλογής του. Επίσης ότι δεν είναι πλήρες, δε σημαίνει ότι είναι λάθος. Όπως είπαν και οι ίδιοι οι Πατέρες, στη Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως ανέπτυξαν "πλατύτερον την πίστιν".
Όχι, δεν είναι έτσι:
ΔιαγραφήΆλλη η αιτία και άλλη η αφορμή της παραίτησης του αγίου Γρηγορίου:
Η αιτία ήταν η μη αποδοχή των θέσεών του για το άγιο Πνεύμα.
Η αφορμή ήταν η αμφισβήτηση της μετάθεσής του.
Το "εκπορευόμενον" δεν σημαίνει αυτομάτως και θεότητα.
Αν ήταν πλήρης η έκφραση για το άγιο Πνεύμα, τότε δεν θα υπήρχε ανάγκη προσθηκών από τους Πατέρες της ΣΤ΄ Συνόδου.
ΙΚ
Γιατί ξέρεις κάτι εκπορευόμενον εκ του Πατρός που είναι κτίσμα?
ΔιαγραφήΤο "εκπορευόμενον" δεν σημαίνει αυτόματα και θεότητα.
ΔιαγραφήΑν σήμαινε, τότε οι Πατέρες της ΣΤ΄ δεν θα ασχολούντο με το άγιο Πνεύμα και δεν θα κατέγραφαν γι' αυτό, ότι είναι: "συναϊδιον, ομοούσιόν τε και ομόφυλον..... και ωσαύτως δε και ΘΕΟΤΗΤΟΣ".
Αλλά φαίνεται, ότι ή δεν ήξεραν τι τους γινότανε ή δεν τους ικανοποιούσε απλώς το "εκπορευόμενον".
ΙΚ
Θεότητα σημαίνει. Και είναι ομοούσιο με τα άλλα δύο πρόσωπα ακριβώς επειδή είναι εκ του Πατρός εκπορευόμενον. Δεν έγινε ομοούσιο επειδή μπήκε η λέξη "ομοούσιο". Όπως ακριβώς ο Υιός είναι θεός και ομοούσιος του Πατρός επειδή είναι εκ του Πατρός γεννηθείς. Κι όχι επειδή μπήκε η έκφραση "ομοούσιος του Πατρός". Και άκου και τον ίδιο τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο να στο λέει στον Περί του Αγίου Πνεύματος λόγο του: "Το πνεύμα το άγιον, ο παρά του πατρός εκπορεύεται. ο καθ' όσον μεν εκείθεν εκπορεύεται, ου κτίσμα". "Ου κτίσμα" δε θα πει τίποτα άλλο παρά θεός. Αυτό λοιπόν σήμαινε για τους Πατέρες της Β Οικουμενικής Σύνόδου το "εκ του Πατρός εκπορευόμενον". Το αν επεξηγήθηκε και πάλι η σημασία του στην ΣΤ ήταν για αυτούς που δεν καταλάβαιναν. Εάν κάποιοι όμως δεν καταλαβαίνουν τι σημαίνει μια έκφραση αυτό δε σημαίνει πως η έκφραση δε σημαίνει αυτό που σημαίνει. Ίσα ίσα η ίδια επεξήγηση αποδεικνύει πως ακριβώς αυτή ήταν η σημασία της έκφρασης. Αλλιώς πες μας εσύ τι είναι αυτό που κάνει το Άγιο Πνεύμα ομοούσιο του Πατρός αν όχι το ότι είναι εκ του Πατρός εκπορευόμενον. Και δε θα το κάνεις βέβαια γιατί θα γίνεις καταγέλαστος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈχεις δίκαιο. Δεν ήμον αρκούντως κατατοπειστικός και περιέπλεξα τα πράγματα.
ΔιαγραφήΌταν έγραφα, ότι το "εκπορευόμενον" δεν σημαίνει αυτόματα και θεότητα, ήθελα να πω, ότι δεν ήταν πλήρως διατυπωμένο και τούτο καταφαίνεται, στις εξής περιπτώσεις:
α/ Όταν οι Πατέρες της Α΄ δεν έγραψαν τίποτε δηλωτικό για το άγιο Πνεύμα, ούτε καν το "εκπορευόμενον", αυτό δεν σήμαινε, ότι δεν ήταν Θεός.
β/ Όταν οι Πατέρες της Β΄ έγραψαν μεν το "εκπορευόμενον", αλλά όχι το "ομοούσιον", αυτό δεν σημαίνει, ότι δεν αναγνωριζόταν η θεότητά του.
γ/ Η μη λεπτομερής καταγραφή της "θεότητας" και της "ομοουσιότητας" οφείλετο στη σφοδρή πολεμική κατά του αγίου Πνεύματος, που ανάγκαζε ακόμη και τον Μ. Βασίλειο να μην το διακηρύττει δημοσίως.
δ/ Η πολεμική κατά του αγίου Πνεύματος ήταν τέτοια, που παρ' όλον ότι θεσπίστηκε στη Β΄ Σύνοδο, όμως δεν διαβαζόταν το Σύμβολο στους Ναούς, κατά την θ. λειτουργία, παρά μόνον μετά την Ε΄ Οικουμενική, με εντολή του Ιουστιανιανού και αρχικά μόνο μια φορά το χρόνο.
ε/ Η ΣΤ΄ ήλθε να βάλει τα πράγματα στη σωστή τους θέση με τη "συναϊδιότητα", την "ομουσιότητα" και την "θεότητα" και αυτό το έκανε όχι για τους μη γνωρίζοντες (που ούτως ή άλλως δεν καταλαβαίνουν τι τους γίνεται), αλλά για τους γνωρίζοντες και θέλοντες επακριβείς διατυπώσεις.
ς/ Η πολεμική κατά του αγίου Πνεύματος συνεχίστηκε από τους Λατίνους, που έδωσαν τη χαριστική βολή και το "εκπόρευσαν" και από τον Υιό, οπότε πράγματι υπάρχει ένας υποβιβασμός.
ζ/ Εξ άλλου η "εκπόρευση" είναι ένας άλλος τρόπος γέννησης και έτσι ο 2ος Παράκλητος είναι και αυτός Υιός του Θεού, όπως και ο 1ος, αλλά με διαφορετικό τρόπο "ύπαρξης".
Δεν γνωρίζω, αν οι επεξηγήσεις ήταν αρκούντως ικανοποιητικές ή χρειάζονται περαιτέτρω διευκρινήσεις.
Πάντως, ούτως ή άλλως, ζητώ συγγνώμη για την ταλαιπωρία.
ΙΚ
Μπράβο σου που μια φορά παραδέχτηκες ότι έκανες λάθος.
Διαγραφή