Η Αυτοκεφαλία της Εκκλησίας της Σερβίας, η Ιερά Μονή Χιλανδαρίου και ο τίτλος «Οικουμενικός»
Γράφει
ὁ Δρ. Μίοντραγκ М. Πέτροβιτς
Ὁ Ἅγιος Σάββας τῆς Σερβίας εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἱεροκήρυκες τῆς ἀποστολικῆς καὶ ἁγιοπατερικὴς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ θείου λόγου τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Τὴν αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία τῆς Σερβίας βασισμένη στὰ θεμέλια τῶν οἰκουμενικῶν καὶ τοπικῶν Συνόδων τῆς διδασκαλίας τῆς Ὀρθοδοξίας, τὴν ἵδρυσε ὁ Ἅγιος Σάββας.
Ὅπως κηρύσσανε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ οἱ Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ ἔτσι ὅπως τοὺς ἦταν δοσμένο (Λουκ. 1, 2; Πράξ. 16, 4; Α Κορ. 11, 2 καὶ 23; 15, 3) ἔτσι καὶ ὁ Ἅγιος Σάββας κήρυξε στοὺς Σέρβους τὴν πίστη καὶ τὴν ὀρθοπραξία μέσα ἀπὸ τὴν Αὐτοκέφαλη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Σερβίας. Τὸ ἐπιβεβαίωσε στὸ γνωστό του βιβλίο «Νομοκανόνας τοῦ Ἁγίου Σάββα /Ζακονοπράβιλο» στὴ Σύνοδο τῆς Ζίτσα τὸ ἔτος 1221. Ὅλες οἱ πράξεις του ἦταν στὸ πνεῦμα τῶν λόγων τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: σπουδάζοντες τηρεῖν τὴν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης (Ἐφ 4,3 ).
Στοὺς Ἀποστολικοὺς Κανόνες – Κανὼν ΛΔ’ ἐνῷ ὁμιλεῖ γιὰ τοὺς «ἐπισκόπους ἑκάστου ἔθνους», οἱ Σέρβοι πρὸ τοῦ Ἁγίου Σάββα δὲν εἶχαν τὸν ποιμένα νὰ τοὺς ποιμάνει στὴν κατανοητὴ μητρική τους γλῶσσα. Σὲ ἐκεῖνα τὰ χρόνια ἡ Σερβία ὑπαγόταν στὴ δικαιοδοσία τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς τῆς Ἀχρίδας καὶ οἱ ἐπίσκοποι ἦταν Ἕλληνες. Οἱ ἐπιγραφὲς στὶς τοιχογραφίες στοὺς ναοὺς ἦταν στὰ ἑλληνικὰ γραμμένες καὶ οἱ Σέρβοι δὲν μποροῦσαν νὰ καταλάβουν τί γράφει. Γιὰ αὐτὸ τὸ λόγο ὁ Ἅγιος Σάββας πρῶτος ἄρχισε νὰ ἀναρτᾶ ἐπιγραφὲς στὰ κυριλλικὰ ἀντὶ στὰ ἑλληνικά, στὴ Μονὴ Στουντένιτσα.
Οἱ Σέρβοι χωρὶς κατανόηση τοῦ λόγου τοῦ Χριστοῦ στὴ μητρική τους γλῶσσα δὲν μποροῦσαν νὰ ἔχουν ὁλοκληρωμένη συνείδηση γιὰ τὴν σημασία τῆς ἔννοιας τῆς Ἐκκλησίας, τῆς συνόδου καὶ τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἐν λόγῳ Κανὼν ΛΔ’ τῶν Ἀποστολικῶν Κανόνων συνδέει τὴν συνοδικὴ ζωή καὶ τὴν συνοδικὴ ὀργάνωση τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὴν μίμηση τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἁγίας Τριάδος, δηλαδὴ τὴν ἑνότητα τοῦ ἐπικεφαλῆς τῆς Ἐκκλησίας, τῶν ἐπαρχιακῶν ἀρχιερέων καὶ τῶν πιστῶν.
Στὴν Σύνοδο τῆς Καρθαγένης ποὺ συνῆλθε τὸ ἔτος 419 στὸν Κανόνα Β’ ἐκφράζεται ἐπίσης ἡ ἑνότητα τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἐπισημαίνοντας, μεταξὺ ἄλλων ὅτι «καθὼς ἔμαθομεν, οὕτω τοὺς λαοὺς τοῦ Θεοῦ διδάσκομεν». Αὐτὴ ἡ διδασκαλία δείχνει καὶ ἐπιβεβαιώνει τὴν ἑνότητα καὶ τὴν σύνοδο στὴν ὀρθοδοξία καὶ ἐκκλησιαστικὴ τάξη. Ὁ Κωνσταντινουπολίτης Κανονολόγος Ἰωάννης Ζωναρᾶς (12ος Αἰώνας) ὑπενθυμίζει πὼς ὁ 34ος Κανόνας ἐντέλλεται εἰς τοὺς ἐπισκόπους, ὅπως κανεὶς νὰ μὴ ἐνεργεῖ ἀνεξάρτητα ἐν σχέσει πρὸς «τὴν κοινὴν τῆς Ἐκκλησίας κατάστασιν».
Γιὰ νὰ μὴ ζεῖ ὁ σερβικὸς λαὸς κάτω ἀπὸ «τὸ σύννεφο τῆς σοφίας τῆς ἀρχαίας γλώσσας», ὅπως γράφει στὸ «Νομοκανόνες» (ἐπίσης ἀναφέρει ὅτι «ἡ γλῶσσα εἶναι φῶς τοῦ νοῦ»), ὁ Ἅγιος Σάββας τὸ ἔτος 1219 χειροτονήθηκε ὡς ὁ πρῶτος Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ παραχωρήθηκε τὸ αὐτοκέφαλο ἀπὸ τὸν Πατριάρχη τῆς Κωνσταντινουπόλεως, στὴν Νίκαια, καὶ μὲ τὴν ὑποστήριξη τοῦ Αὐτοκράτορα τῆς Νικαίας. Ἀπὸ τότε σύμφωνα μὲ τὸν Ἀποστολικὸ κανόνα 34, οἱ ἐπίσκοποι ἐκλέγονται ἀπὸ τὸν σερβικό λαὸ καὶ κηρύττουν στὸν λαὸ τὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ στὴν κατανοητή, μητρική τους γλῶσσα.
Μὲ αὐτὴν τὴν σχέση καὶ σύνδεση Ὀρθοδοξίας καὶ γλώσσας, ὁ Ἅγιος Σάββας ἐνδυνάμωσε τὴν ἐθνικὴ συνείδηση τῶν Σέρβων, δηλαδή, ὅτι εἶναι ἀνεξάρτητοι καὶ ξεχωριστοὶ ἀπὸ τοὺς γύρω λαοὺς – Βυζαντινούς, Βούλγαρους, Οὕγγρους, Λατίνους.
Σήμερα, πολλοὶ καὶ διάφοροι μέσα καὶ ἔξω ἀπὸ τὴ Σερβία, μεταξὺ αὐτῶν καὶ τὸ Πατριαρχεῖο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, κατηγοροῦν τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Σερβίας (καὶ ὄχι μόνο τὴν Ἐκκλησία) γιὰ ἐθνικισμό, κάποιο εἶδος «ἐθνοφυλετισμοῦ». Δὲν εἶναι τυχαῖο ποὺ ταυτόχρονα μὲ τὸν Πατριαρχεῖο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐπιτέθηκαν ἐνορχηστρωμένα Οὐάσιγκτον, Βρυξέλλες καὶ Ρώμη ἐναντίον τῶν σλαβόφωνων ὀρθοδόξων λαῶν. Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ ἐπίθεση ἐναντίον τῶν Ρώσων καὶ τῶν δικαιοδοσιῶν τοῦ Πατριαρχείου τῆς Μόσχας. Μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἡ Ἀμερικὴ ἔχει τὸ πρῶτο λόγο γιὰ τὴν ὑλοποίηση τῶν γεωπολιτικῶν στρατηγικῶν σχεδίων της.
Μὲ τὴν μὴ Κανονικὴ ἵδρυση τῆς σχισματικῆς «Ὀρθόδοξη ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας» ὁ Πατριάρχης τῆς Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαῖος ἐπιπλέον διέσπασε τὴν ἑνότητα καὶ τὴν συνοδικὴ πολιτικὴ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ ὁ ἴδιος ἔγινε σχισματικός.
Ὁ Βαρθολομαῖος μὲ αὐτὴν τὴν πράξη του παραγνωρίζει πολλὰ ἱστορικὰ γεγονότα καὶ τοὺς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας. Ἀκόμα παραγνωρίζει καὶ τὴν Μητρόπολη Κιέβου καὶ πασῶν τῶν Ρωσιῶν, ἡ ὁποία ἱδρύθηκε τὸ ἔτος 988 μὲ τὸν ἐκχριστιανισμὸ τοῦ ρωσικοῦ λαοῦ. Παρόλο ποὺ τὸ Κίεβο καὶ ἡ Μόσχα χωρίστηκαν μερικὲς φορὲς ἐξαιτίας ἱστορικῶν γεγονότων, ἀπὸ τὸ ἔτος 1686 καὶ μετὰ ἡ Μητρόπολη Κιέβου ὑπάγεται ἐπίσημα στὸ Πατριαρχεῖο τῆς Μόσχας.
Δημιουργώντας τὴν σημερινὴ «Ὀρθόδοξη ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας» ὁ Βαρθολομαῖος ἀφαίρεσε, μὴ κανονικά, μέρος τῆς δικαιοδοσίας τοῦ Πατριαρχείου τῆς Μόσχας καὶ προκάλεσε στὴν Οὐκρανία πολὺ βία καὶ αἱματοχυσία. Αὐτὴ ἡ βίαιη ἐνέργεια τοῦ Βαρθολομαίου ἔχει πολλὲς ὁμοιότητες μὲ τὴν ἀφαίρεση τοῦ Κοσσόβου καὶ Μετόχια ἀπὸ τὴ Σερβία, ἀπὸ τοὺς Ἀμερικανούς. Ὁ στόχος τους εἶναι ἴδιος, δηλαδή, νὰ προκαλέσουν ζημιὰ στοὺς ὀρθόδοξους Ρώσους καὶ Σέρβους. Τὸ μόνο ποὺ διαφέρει εἶναι τὸ μέσον: οἱ Ἀμερικανοὶ μαζὶ μὲ τοὺς συμμάχους τους χρησιμοποιοῦσαν δολοφονικὲς βόμβες μὲ ἀπεμπλουτισμένο οὐράνιο καὶ βόμβες διασπορᾶς καὶ ὁ Βαρθολομαῖος χρησιμοποίησε τὸ ψευδές, ἀντικανονικὸ καὶ ἀντιεκκλησιαστικὸ «ὅπλο» ποὺ φέρει τὸν τίτλο «οἰκουμενικὸς» καὶ τὸ «δικαίωμα ἀπόδοσης αὐτοκεφαλίας». Μετὰ ἀπὸ αὐτὲς τὶς αὐθαιρεσίες εἶναι παρόμοιοι καὶ στὸ ἑξῆς: ἡ ἀμερικανικὴ κυβέρνηση πιέζει ὅλα τὰ κράτη τοῦ κόσμου νὰ ἀναγνωρίσουν τὸ λεγόμενο κράτος τοῦ Κοσσόβου, καὶ ὁ Βαρθολομαῖος πιέζει τοὺς ἑλληνόφωνους ἀντιπροσώπους τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας νὰ ἀναγνωρίσουν τὸ σχισματικὸ δημιούργημα, τὸ λεγόμενο «Ὀρθόδοξη ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας».
Ἀντὶ νὰ προκαλοῦν τέτοιο κακό, οἱ Ἀμερικανοὶ θὰ ἔπρεπε νὰ θυμηθοῦν καὶ νὰ εὐχαριστήσουν τοὺς Σέρβους ποὺ τοὺς ἔδωσαν ἐπιστήμονες, ὅπως τὸν Τέσλα καὶ τὸν Πούπιν , ἢ ποὺ ἔσωσαν πολλοὺς Ἀμερικανοὺς πιλότους στὸ Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ἀλλὰ καὶ ὁ Βαρθολομαῖος ὀφείλει νὰ αἰσθάνεται εὐγνώμων πρὸς τοὺς Ρώσους γιὰ τὶς πολλὲς δωρεὲς τῶν τελευταίων, ἰδιαίτερα πρὸς τὸν Πατριάρχη Ἰερεμία Β’ Τρανὸ (1572-1579; 1580-1584).
Γιατί τὸ «ὅπλο» ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ Βαρθολομαῖος στὴν ἀνομία του (καὶ ὄχι μόνο σὲ αὐτὴν τὴν περίπτωση) εἶναι ψευδές; Εἶναι ψευδὲς διότι τὸ ὅπλο ποὺ χρησιμοποιεῖ εἶναι ἄρνηση τοῦ Συνοδικοῦ συστήματος καὶ τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ. Πουθενὰ δὲν ἀναφέρεται στοὺς ἐκκλησιακοὺς κανόνες ὅτι ὁ ἐπίσκοπος τῆς Κωνσταντινουπόλεως εἶναι «Οἰκουμενικός». Ἐκτὸς αὐτοῦ, κανένας «Οἰκουμενικὸς ἐπίσκοπος» οὔτε «Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο » δὲν ἀναφέρεται πουθενὰ στὶς λεγόμενες λίστες Notitiae episcopattuum.
Παρόλο ποὺ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀποτελεῖται ἀπὸ (συνολικὰ 14) αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες, τὸ δογματικὸ καὶ κανονικὸ σύστημά της εἶναι ἕνα καὶ μοναδικό, διότι «καὶ ἡ Ἐκκλησία αὐτὴ εἶναι στῦλος καὶ τὸ στερεὸν θεμέλιον τῆς ἀλήθειας» ( Α’ Τίμ. 3,15). Ἡ μοναδικότητα καὶ τὸ ἀδιαίρετο αὐτῆς ἐκφράζεται στὴν “ἐπισκοπικότητα” τοῦ ἑνὸς σὲ σχέση μὲ τοὺς ἄλλους, καὶ τῶν ἄλλων σὲ σχέση μὲ τὸν ἕναν. Ἔτσι κανεὶς ἐκ τῶν ἐπισκόπων δὲν μπορεῖ νὰ ξεχωρίσει ἀπὸ τοὺς ὑπολοίπους καὶ νὰ ὀνομάσει τὸν ἑαυτό του ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἀνεξαρτήτως τοῦ μεγέθους τοῦ ποιμνίου, τὸ ὁποῖο ποιμαίνει. Ὁ ἐπικεφαλῆς μιᾶς αὐτοκέφαλης Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, σὲ σχέση μὲ τοὺς ἄλλους ἐπικεφαλῆς τῶν ἐκκλησιῶν τοῦ τόπου, εἶναι μόνο ἐπικεφαλῆς τοῦ καθεδρικοῦ Ναοῦ, ἀλλὰ στὴν οὐσία εἶναι ἴσος μὲ ὅλους τούς ἄλλους Ἐπισκόπους, γιατί στὴν χειροτονία ὅλοι ἔλαβαν τὴν ἴδια δωρεὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐφόσον ὅλοι λαμβάνουν τὴν ἴδια δωρεὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁ κάθε Ἐπίσκοπος εἶναι μόνο στὴν ἐπισκοπή του ἰσχυρότερος ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Πάνω ἀπὸ ὅλους εἶναι ἡ Πανορθόδοξη Σύνοδος καὶ τὴν Σύνοδο τὴν κυβερνάει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ὅλα αὐτὰ δείχνουν πὼς ὁ Βαρθολομαῖος ἔχασε τὸ προσανατολισμὸ του ἀφαιρώντας τὴν δικαιοδοσία τοῦ Πατριαρχείου τῆς Μόσχας. Ἀφοῦ τὸ κακὸ εἶναι πολὺ μεγάλο πρέπει νὰ πῶ καὶ ἄλλα γιὰ τὸ ἐπίθετο – τίτλο «Οἰκουμενικός».
Στὴν ἱστορία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἀρκετὲς φορὲς τὸ ἐπίθετο «Οἰκουμενικὸς» ὑπῆρξε ἀντικείμενο ἐκμετάλλευσης, συνήθως λόγο ἐκκλησιαστικοπολιτικῶν συνθηκῶν. Γιὰ πολὺ καιρὸ οἱ Ἐπίσκοποι τῆς Νέας Ρώμης – Κωνσταντινούπολης δὲν χρησιμοποίησαν προσωπικὰ αὐτὸ τὸ ἐπίθετο, ἀλλὰ ἐπέτρεπαν στοὺς ἄλλους, διὰ λόγους τιμῆς, νὰ τοὺς προσφωνοῦν μὲ τὸν τίτλο «Οἰκουμενικός». Ὁ πρῶτος ποὺ συνέβη νὰ τὸν ἀποκαλέσουν «Οἰκουμενικὸς» ἦταν ὁ Πατριάρχης τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὁ Ἀκάκιος (471 – 489). Ὁ ἑπόμενος ποὺ τὸν ἀποκάλεσαν μὲ τὸ τίτλο «Οἰκουμενικὸς» ἦταν ὁ Ἰωάννης Β’ Καππαδόκης (518 – 520) ἀπὸ τοὺς κληρικοὺς τῆς Ἀντιοχείας. Ὁ Ἰωάννης Δ’ ὁ Νηστευτὴς (585 – 595) ἦταν ὁ πρῶτος ποὺ συμπλήρωσε τὸν τίτλο του μὲ τὸ ἐπίθετο «Οἰκουμενικός». Ἀπὸ τότε ποὺ οἱ Λατῖνοι ἅλωσαν τὸ 1204 τὴν Κωνσταντινούπολη, πλέον ἔγινε συνήθης πρακτική τοῦ ὅρου «Οἰκουμενικὸς» ἀπὸ τοὺς Πατριάρχες τῆς Νικαίας. Ὁ Ἕλληνας ἱστορικὸς Β.Στεφανίδης (Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, Ἀθήνα 1959, σελ. 439-440) εἶναι τῆς γνώμης ὅτι οἱ Πατριάρχες τῆς Νικαίας λόγῳ τῆς ἀπώλειας τῆς αὐτοκρατορικῆς πόλης ἄρχισαν νὰ ὑπογράφουν μὲ τὸν τίτλο «Οἰκουμενικὸς» καὶ ἔτσι προσπάθησαν μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο νὰ ἀναπληρώσουν ὅ,τι χάσανε, χάνοντας τὴν Κωνσταντινούπολη.
Ἀπὸ τότε μὲ τὸν τίτλο «Οἰκουμενικὸς» οἱ Πατριάρχες προσπάθησαν νὰ ἐνισχύσουν καὶ νὰ διευρύνουν τὴν ἐπιρροὴ τοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινουπόλεως πρὸς τὶς Ἐκκλησίες ποὺ ἦταν ἐκτός τῆς δικαιοδοσίας τους. Αὐτὸ γινόταν καὶ πρὶν τὴν πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ μετά, κάτω ἀπὸ τὸν Ὀθωμανικὸ ζυγὸ καὶ συμβαίνει ἀκόμα καὶ σήμερα.
Κατὰ τῆς ἐπίσημης ὑπογραφῆς τῶν Πατριαρχῶν μὲ τὸν τίτλο «οἰκουμενικὸς» διαμαρτυρήθηκε ἔντονα καὶ δίκαια ὁ Ἰωάννης Ἀποκαυκὸς ἕνας πολὺ μορφωμένος ἱεράρχης τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς τῆς Ἀχρίδας.
Καλυπτόμενοι μὲ τίτλο καὶ ἐπηρεαζόμενοι ἀπὸ πολιτικὰ γεγονότα στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ μὲ τοὺς λάθος συμβούλους, οἱ Πατριάρχες ἦταν ἀσυνεπεῖς στὶς ἀποφάσεις ποὺ παίρνανε σχετικὰ μὲ τὴν ἀπόδοση καὶ τὴν ἀφαίρεση αὐτοκεφαλίας.
Ἔτσι, γιὰ παράδειγμα, στὴν ἐποχὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα ἐνεργήσανε ἐναντίον τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀχρίδας (ἱδρύθηκε τὸ ἔτος 535) ἐξαιτίας τοῦ ἀνταγωνισμοῦ μεταξύ τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Νικαίας καὶ τοῦ δεσποτάτου τῆς Ἠπείρου. Μετὰ ὅμως στράφηκαν ἐναντίον τῆς αὐτοκεφαλίας τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας καὶ τότε, ἀντίθετα, ὑποστήριξαν τὴν ἴδια τὴν Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀχρίδας. Ἔχω γράψει γιὰ αὐτὸ τὸ θέμα στὸ βιβλίο μου «Τυπικό τῆς Στουδένιτσα καὶ ἡ ἀνεξαρτησία τῆς Σερβικῆς ὀρθόδοξης ἐκκλησίας». Ἐπαναλαμβάνεται ἐπίσης στὰ «Ἐπιλεγμένα ἔργα σὲ ἕξι βιβλία».
Τὸν τελευταῖο καιρὸ ὁ Βαρθολομαῖος δὲν ἐμπαίζει μόνο τὸ Πατριαρχεῖο τῆς Μόσχας διημιουργώντας τὴν σχισματικὴ «Ὀρθόδοξη ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας», ἀλλὰ ἐμπαίζει καὶ τὴν Σερβικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μὲ τὸ νὰ δίνει σπουδαιότερη σημασία στὸ γεγονὸς τῆς χειροτονίας τοῦ Ἁγίου Σάββα ἀπὸ τὴν ἀπόδοση τῆς αὐτοκεφαλίας στὴν Σερβικὴ Ἐκκλησία. Ἔτσι μὲ διαφορετικοὺς τρόπους μειώνει τὴν ἀξία τῆς Σερβικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἐνῷ παράλληλα ἐξυψώνει τὴν Ἀρχιεπισκοπὴ τῆς Ἀχρίδας καὶ μελλοντικὲς «ὀρθόδοξες ἐκκλησιὲς» τῆς Μακεδονίας, τοῦ Μαυροβουνίου, τῆς Βοσνίας καὶ τῆς Κροατίας. Ταυτόχρονα προσπαθεῖ νὰ ἀποδώσει τὰ ἐδάφη ποὺ ἀφαιρέθηκαν διὰ τῆς βίας ἀπὸ τὴν Σερβία – Κόσσοβο καὶ Μετόχια, στὴν δικαιοδοσία τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς τῆς Ἀλβανίας. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο προτάσσει τὴν «ἐξουσία» ἑνὸς παρηκμασμένου πατριαρχικοῦ θρόνου τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ αὐτὸ ἀποδεικνύεται ὡς ἑξῆς:
Ἡ Κωνσταντινούπολη δὲν εἶναι πλέον ἡ Βασιλίδα πόλη.
Τὸ ποίμνιο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπαρτίζεται ἀπὸ ἐλάχιστους πιστοὺς σὲ σχέση μὲ τοὺς πιστοὺς ἄλλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στὸν κόσμο. Γιὰ αὐτὸ καὶ προσπαθεῖ νὰ θέσει ὅλη τὴν διασπορὰ ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στὴν δικαιοδοσία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως.
Ὑποστηρίζει τὸν Πάπα τῆς Ρώμης καὶ προωθεῖ τὸ λεγόμενο «ἀνατολικὸ παπισμό», ὁ ὁποῖος συμφέρει ἀποκλειστικὰ μόνο καὶ μόνο τὸν Πάπα καὶ γιὰ αὐτὸ τὸ λόγο ὁ Πάπας ὑποστηρίζει τὸν Βαρθολομαῖο.
Ὁ Βαρθολομαῖος ἔχει παρακούσει τὰ λόγια τῶν λογίων ἁγιορειτῶν μοναχῶν Νικόδημο Ἁγιορείτη καὶ Ἀγάπιο στὸ βιβλίο «Πηδάλιον»(Ἀθήνα 1886, σελ.161), ποὺ ἀναφέρονται στοὺς παπικούς.
Ὁ Βαρθολομαῖος ἐπιδιώκει τὴν ἕνωση μὲ τοὺς λατίνους, ἐνάντια στοὺς ἐκκλησιαστικοὺς κανόνες, συμπροσευχόμενος μαζί τους.
Ἐξαιτίας τῆς χαμένης κάποτε ἐξουσίας τοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὅλο καὶ πιὸ ἔντονα ὁ ἴδιος παρουσιάζεται σὰν «Οἰκουμενικὸς» Πατριάρχης, σὰν ἀρχηγὸς ὅλων τῶν ἀρχηγῶν τῶν τοπικῶν Ὀρθόδοξων Ἐκκλησιῶν.
Κατηγορεῖ τοὺς ὀρθόδοξους σλαβόφωνους λαοὺς γιὰ ἐθνοφυλετισμό, ὅμως ὁ ἴδιος ἐκδηλώνει ἐθνοφυλετισμό, σίγουρος πὼς αὐτὸ θὰ ἐξυπηρετεῖ τοὺς ἑλληνόφωνους. Πρόσφατα ἔχει πεῖ στὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο πὼς «τὸ αἷμα νερὸ δὲν γίνεται» καὶ μᾶλλον πιστεύοντας πὼς αὐτὴ ἡ παροιμία θὰ κάνει τοὺς ἑλληνόφωνους ἐκκλησιαστικοὺς ἀξιωματούχους νὰ ἀναγνωρίσουν τὴν νέα δημιουργία, τὴν σχισματικὴ «Ὀρθόδοξη ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας».
Μὲ τὴν συμπεριφορά του, ἐξυπηρετεῖ τοὺς ἐχθρούς τῆς Ὀρθοδοξίας, προκαλώντας σχίσματα μεταξὺ τῶν πατριαρχῶν, τῶν ἀρχιεπισκόπων καὶ τῶν ἐπισκόπων, τῶν ἡγουμένων τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τῶν μοναχῶν καὶ ὅλων τῶν ὀρθόδοξων πιστῶν.
Μὲ ἄλλα λόγια, ὁ Βαρθολομαῖος διέρρηξε τὴν ἑνότητα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, καὶ γιά νὰ ἀποκατασταθεῖ αὐτὴ πρέπει ὅλοι νὰ ξεπεράσουν τὸν ὁποιοδήποτε ἐθνοφυλετισμό, νὰ καταδικαστεῖ ὁ οἰκουμενισμὸς καὶ νὰ σταματήσει ὁ μάταιος διαθρησκειακὸς διάλογος. Μόνο ἔτσι ἐπιστρέφουμε στὸ συνοδικὸ πνεῦμα ποὺ ἀπὸ παλιά μᾶς διδάσκει ἡ Ἐκκλησία καὶ τὰ λόγια τῶν Ἀποστόλων: « Ὅ,τι, δηλαδὴ ἀπεφασίσθη ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ ἀπὸ ἐμᾶς» (Πράξ. 15,28) καὶ ὄχι ὅπως κάποιοι ἐπιβάλλουν μὲ προειλημμένες ἀποφάσεις στὴν δῆθεν « Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο στὴν Κρήτη» (2016) καὶ μὲ τὴν δημιουργία τῆς σχισματικῆς «Ὀρθόδοξης ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας».
Αὐταπατᾶται ὁ Βαρθολομαῖος ἂν πιστεύει πὼς μπορεῖ μὲ τέτοιες λάθος παρεμβάσεις νὰ ἰσχυροποιήσει τὴν θέση καὶ τὰ δικαιώματα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Στὴν οὐσία ἡ ὑποστήριξη τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ θρόνου τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τὶς σλαβόφωνες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ὁδηγεῖ τὴν Ὀρθοδοξία στὴν ἑνότητα, ὅμως ἡ ὑποστήριξη τῆς ἀμερικάνικης κυβέρνησης διαρρηγνύει αὐτὴ τὴν ἑνότητα. Ποιὸς φταίει γιὰ αὐτό; Τὸ φταίξιμο εἶναι τοῦ Πατριάρχη τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐπειδὴ στάθηκε δίπλα σὲ ἐκείνους ποὺ ἔχουν τὴν πολιτικὴ καὶ οἰκονομικὴ ἐξουσία καὶ ὄχι σὲ ἐκείνους ποὺ ἔχουν δυνατὴ ὀρθόδοξη πίστη καὶ ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς πίστης ἔχουν ἀπέραντη πνευματικὴ δύναμη. Ἡ βοήθεια τῆς Ἀμερικῆς πρὸς τὸ Πατριαρχεῖο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, στὴν οὐσία εἶναι μὴ εὐαγγελική, μὴ κανονική, μὴ ὀρθόδοξη καὶ θυμίζει τὸ σκάψιμο τοῦ τάφου.
Ὁ Βαρθολομαῖος, ἰδιαίτερα στὸ Ἅγιον Ὄρος, συνεχίζει νὰ ἐμβαθύνει τὰ σχίσματα. Ἐπέβαλε στοὺς ἡγουμένους τῶν ἑλληνικῶν Ἱερῶν Μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους νὰ δέχονται καὶ νὰ συμπροσεύχονται μὲ τοὺς σχισματικούς τῆς μὴ κανονικῆς, καινούργιας «Ὀρθόδοξης ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας». Ἐπίσης, ὁ Βαρθολομαῖος εὐλόγησε τὴν χειροτονία τοῦ Ἁγίου Σάββα, παρόλο ποὺ ὁ τελευταῖος δὲν χειροτονήθηκε στὸ Ἅγιο Ὄρος , καὶ δὲν εὐλόγησε τὰ 800 χρόνια τῆς αὐτοκεφαλίας τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας. Ἆραγε, τί θὰ ἔλεγε σήμερα ὁ Ἅγιος Σάββας γιὰ αὐτὰ τὰ γεγονότα; Θὰ δεχόταν τὴν εὐλογία τοῦ Πατριάρχη γνωρίζοντας τὰ σχέδιά του; Τί θὰ ἔλεγε στὸν ἡγούμενο τῆς Μονῆς Χιλανδαρίου Μεθόδιο γνωστὸ ὡς «Σέρβο Ἰούδα», ποὺ ἐπέτρεψε στὸν Βαρθολομαῖο νὰ διώξει κάποιους μοναχοὺς ἀπὸ τὸ μοναστήρι, παραβιάζοντας ἔτσι τὴν αὐτονομία τῆς μονῆς, μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ οἱ τελευταῖοι δὲν συμφώνησαν μὲ κάποιες μὴ ὀρθόδοξες πράξεις τοῦ Πατριάρχη.
Ἀναφορικὰ μὲ τὴν χειροτονία τοῦ Ἁγίου Σάββα, ὑπάρχει ἑλληνικὸ χειρόγραφο στὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης στὸ Ὄρος Σινᾶ, τὸ ὁποῖο μαρτυρεῖ πὼς τὸ ἔτος 1210 ὁ Ἅγιος Σάββας χειροτονήθηκε ὡς ἐπίσκοπος ἀπὸ τὸν Πατριάρχη τῆς Κωνσταντινουπόλεως (τότε στὴν Νίκαια) τὸν Μιχαὴλ Δ’ Αὐτωρειανὸ (1207-1213). Ἔχω γράψει γιὰ αὐτὸ στὸ κείμενο μὲ τίτλο: Ἀνάπτυξη τοῦ Ἀρχιμανδρείου Στουδένιτσα στὴν Ἀρχιεπισκοπὴ τῆς Ζίτσα. Μᾶλλον, ὁ Ἅγιος Σάββας τὸ ἔτος 1217 ἦταν ὁ ἐπίσκοπος ποὺ σύμφωνα μὲ τὸ Τυπικό τῆς Στουδένιτσα (κεφάλαιο 13) ὁρίζει τὸν Ἡγούμενο τῆς Στουδένιτσα.
Δὲν ὑπάρχουν ἱστορικὰ στοιχεῖα, δηλαδὴ ἀπόδειξη ὅτι ἡ ἀπόδοση τῆς αὐτοκεφαλίας τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας ἔγινε τὸ ἔτος 1219. Μερικοὶ ἐπιστήμονες ἰσχυρίζονται πὼς ἡ ἀπόδοση ἔγινε τὸ 1220 καὶ ἡ γνώμη τους βασίζεται στὴν ἡμερομηνία τοῦ πικροῦ γράμματος (Μάιος τὸ 1220) τοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἀχρίδας τοῦ Δημητρίου Χωματιανοῦ πρὸς τὸν Ἅγιο Σάββα καὶ στὴν ἡμερομηνία τῆς Συνόδου τῆς Ζίτσα ποὺ ἔγινε τὸ 1221. Γνωρίζοντας πὼς ὁ Ἅγιος Σάββας δὲν διέκοψε ποτὲ τὸ ἐκκλησιαστικό του ἔργο καὶ πάντα ἦταν ἕνα βῆμα μπροστὰ ἀπὸ τὰ γεγονότα, εἶναι δύσκολο νὰ πιστέψει κανεὶς πὼς στὴν Σερβικὴ Ἐκκλησία ἀπὸ τὸ 1219 μέχρι τὸ 1221, δὲν συνέβαινε ἀπολύτως τίποτα.
Στὸ Ἅγιον Ὄρος ἀγνόησαν τὰ 800 χρόνια τῆς ἵδρυσης τῆς Σερβικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ τὴν ἀπόδοση τῆς αὐτοκεφαλίας, τὴν ὁποία τὴν ἀπέκτησε ἐξαιτίας τοῦ Ἁγίου Σάββα καὶ ὁ Μεθόδιος ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς Χιλανδαρίου μαζὶ μὲ ὁρισμένους Ἐπισκόπους τῆς Σερβίας (πολλοί τούς ξέρουν) εἶναι συνένοχοι στὴν προσπάθεια τοῦ Βαρθολομαίου νὰ ἀμφισβητήσει τὴν νομιμότητα τῆς αὐτοκεφαλίας. Εἶναι κατανοητὸ ποιός, ποῦ καὶ γιατί καθοδηγεῖ αὐτὸ τὸ ζήτημα, ἐφόσον ἡ καινούργια «Πρόταση Διοικητικοῦ Κανονισμοῦ (τοῦ Συντάγματος) τῆς Σερβικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας» ἐπιτρέπει στοὺς Ἐπισκόπους τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς τῆς Ἀχρίδας νὰ εἶναι ὑποψήφιοι γιὰ ἐκλογὴ τοῦ Πατριάρχη τῆς Σερβικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Πολὺς κόσμος γνωρίζει τὴν δική μου γραπτὴ κριτικὴ ἐπισκόπηση γιὰ τὴν ἀπαράδεκτη αὐτὴ «Πρόταση».
Ὁ Ἡγούμενος Μεθόδιος μὲ τὴν συνενοχή του στὶς πράξεις τοῦ Βαρθολομαίου εἶχε ὑποτιμήσει τὸ θεάρεστο ἔργο τοῦ Ἁγίου Σάββα, μὲ τὸ ὁποῖο ἡ Μονὴ Χιλανδαρίου καὶ ἡ Σερβική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀποκτήσανε ἀνεξαρτησία. Ὁ Ἅγιος Σάββας ἀναφορικὰ μὲ τὴν Μονὴ Χιλανδαρίου κατάφερε τὰ ἑξῆς:
Τὸ ἔτος 1198 ὁ Βυζαντινὸς Αὐτοκράτορας Ἀλέξιος Γ’ ὁ Ἄγγελος ἐξέδωσε τὴν ἀπόφαση ἐπικυρωμένη μὲ αὐτοκρατορικὸ χρυσόβουλο καὶ παραχώρησε τὴν Μονὴ Χιλανδαρίου «ὡς αἰώνιο δῶρο στοὺς Σέρβους» καὶ «ὡς καταφύγιο γιὰ τοὺς Σέρβους μοναχοὺς» καὶ ἀπὸ τότε τὸ μοναστήρι εἶναι «ἀνεξάρτητο καὶ αὐτοδιοίκητο».
Σύμφωνα μὲ τὸ «Χιλανδαρινὸ τυπικό» τοῦ Ἁγίου Σάββα οἱ νεοεκλεγμένοι Ἡγούμενοι τῆς Μονῆς δὲν πηγαίνουν πιὰ στὸν Αὐτοκράτορα γιὰ τὴν χειροτονία. Ἡ χειροτονία τους σὲ Ἡγουμένους πλέον γίνεται στὴ Μονή. Ὁ Ἅγ Σάββας γράφει στὸ «Χιλανδαρινὸ τυπικὸ» πὼς παρακάλεσε τοὺς βασιλιεῖς νὰ μὴ ταξιδεύουν οἱ ἐκλεγμένοι ἡγούμενοι στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ αὐτοὶ τὸ ἀποδέχτηκαν. Ὁ Θεοδόσιος ἔγραψε πόσο ἰδιαίτερα τιμητικὸ γιὰ τοὺς Σέρβους ἦταν αὐτό:
«…Ὁ Βυζαντινὸς Αὐτοκράτορας ὀνόμασε τὸ μοναστήρι βασιλικὸ καὶ γιὰ νὰ μὴ ἐξουσιάζεται ἀπὸ ἄλλους, παρέδωσε τὸ βασιλικὸ ἔγγραφο μὲ χρυσόβουλο, καὶ μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια ἔδωσε στὸν Ἅγιο Σάββα τὴν ἡγουμενική ράβδο μὲ τὴν ἐντολὴ νὰ τὴν φυλᾶνε στὴν ἐκκλησία καὶ κατὰ τὴν ἐνθρόνιση κάθε νέου ἡγουμένου νὰ τὴν ἔχουν δίπλα τους ὡσὰν νὰ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ αὐτοκράτορας μαζί τους καὶ ἔτσι νὰ τελεῖται ἡ χειροτονία τοῦ ἡγουμένου». (Θεοδόσιος, Βίος τοῦ Ἁγίου Σάββα, Βελιγράδι 1973,52)
Ἀπὸ ποιὸν καὶ ἀπὸ πότε ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς Λαύρας πῆρε τὸ δικαίωμα τοῦ Αὐτοκράτορα νὰ παραδίδει τὴν ράβδο στοὺς νεοεκλεγέντες ἡγουμένους τοῦ Χιλανδαρίου; Δὲν ὑπάρχει καμία βάση γιὰ μία τέτια ἐπιβληθεῖσα πρακτική. Πρέπει νὰ καταργηθεῖ αὐτὴ ἡ πρακτικὴ, γιατί θέτει σὲ κίνδυνο τὴν ἀνεξαρτησία τῆς Μονῆς.
Τί ἀπέμεινε ἀπὸ τὴν ἀνεξαρτησία καὶ τὸ αὐτοδιοίκητο τῆς Μονῆς; Πῶς εἶναι ἡ πνευματικὴ κατάσταση στὴ Μονὴ Χιλανδαρίου; Σίγουρα δὲν εἶναι ὅπως ἦταν στὰ παλιὰ χρονιὰ, ὅταν «τὰ μοναστήρια τοῦ Ἄθωνα, ἐκκλησιαστικὰ ἦταν ἀνεξάρτητα, καὶ μόνο πολιτικὰ ὑπάγονταν στὸν αὐτοκράτορα» (Β.Στεφανίδης, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, σελ.460). Ὁ Νικηφόρος B’ Φωκᾶς (963-969) ἦταν ὁ πρῶτος αὐτοκράτορας, ὁ ὁποῖος ἔδωσε μὲ διάταγμά του στὴ μονὴ τῆς Λαύρας τὴν πλήρη «ἀνεξαρτησία καὶ αὐτοδιοίκηση» . Ὁ αὐτοκράτορας Ἀλέξιος Α΄ Κομνηνὸς(1081-1118) ἀναφέρει τρία εἴδη μονῆς στὸ Ἅγιον Ὄρος: σταυροπηγιακὲς μονὲς ποὺ ὑπάγονται ἀπευθείας στὸ Πατριαρχεῖο, ἡγουμενικὲς ἢ ἀρχιμανδριτικὲς (ἐλεύθερες καὶ ἀνεξάρτητες) καὶ αὐτοκρατορικὲς(βασιλικὲς) μονές. Στὰ «ἐλεύθερα καὶ ἀνεξάρτητα» μοναστήρια ὁ Πατριάρχης τῆς Κωνσταντινοπόλεως ἔμπαινε μέσα μόνο κατόπιν προσκλήσεως. Ἔτσι ἦταν στὴν ἐποχὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα. Μετὰ ἀπὸ πολλὲς δεκαετίες, ἀφοῦ χειροτονήθηκε ὁ Ἅγιος Σάββας, ἐπὶ τῆς ἐποχῆς τοῦ αὐτοκράτορα Ἀνδρόνικου Β΄ Παλαιολόγου (1282-1328) ὁ «Πρῶτος» τοῦ Ἁγίου Ὄρος ἀσκοῦσε τὶς ἁρμοδιότητές του, τὸν ἐκλέγανε οἱ ἁγιορεῖτες ἐπίσκοποι, ἀλλὰ ὑπήγετο στὸν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Μέχρι τὸν 14ο αἰῶνα στὰ ἁγιορείτικα αὐτοκρατορικὰ μοναστήρια μνημόνευαν στὶς Λειτουργίες τὸν γειτονικὸ ἐπίσκοπο Ἱερισσοῦ, ἀλλὰ μόνο καὶ μόνο σὲ ὅ,τι ἀφοροῦσε τὴν Λειτουργία. Ὁ ἱερομόναχος Σάββας ἔλαβε τὸ βαθμὸ τοῦ ἀρχιμανδρίτη τὸ 1204. Χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Ἱερισσοῦ Νικόλαο καὶ ἀπὸ ἄλλους τρεῖς ἐπισκόπους, στὸ Ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας στὴν Θεσσαλονίκη.
Ἡ πλήρης αὐτονομία τῶν ἁγιορείτικων μοναστηρίων διατηρήθηκε γιὰ πολὺ καιρό. Ἀργότερα, ὅταν οἱ Βυζαντινοὶ αὐτοκράτορες δὲν ὑπῆρχαν πιά, οἱ Πατριάρχες ἐπωμίστηκαν τὰ βασιλικὰ προνόμια καὶ ἄρχισαν νὰ ἀπειλοῦν τὴν ἀνεξαρτησία καὶ αὐτονομία τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὄχι ὅμως τὴν Ὀρθοδοξία. Ὁ σημερινὸς Πατριάρχης τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὁ Βαρθολομαῖος οὐσιαστικὰ ἀπειλεῖ καὶ τὴν Ὀρθοδοξία δηλώνωντας στοὺς ἁγιορεῖτες πὼς «ἡ ἕνωση μὲ τοὺς ρωμαιοκαθολικοὺς εἶναι ἀναπόφευκτη». Στὰ μάτια τοῦ Βαρθολομαίου εἶναι προνομιοῦχοι αὐτοὶ ποὺ στὴν πραγματικότητα προσκυνοῦν τὴν παρανομία καὶ καταστρέφουν τὴν Ὀρθοδοξία μὲ τὸν οἰκουμενισμὸ καὶ τὸν φιλοπαπισμό. Ἀναμεταξύ τους συγκαταλέγονται καὶ ἐκεῖνοι ποὺ συλλειτουργοῦν μὲ τοὺς σχισματικούς τῆς μὴ κανονικῆς «Ὀρθόδοξης ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας». Ὁ κάθε ἁγιορείτης ποὺ δὲν συμφωνεῖ μὲ τὸν Βαρθολομαῖο εἶναι ἐκκλησιαστικὰ ἐξόριστος. Πέραν ὅλων αὐτῶν ὁ Βαρθολομαῖος ἀπαγορεύει σὲ κάποιους Ἐπισκόπους νὰ πᾶνε στὸ Ἅγιον Ὄρος, γιὰ νὰ προσκυνήσουν. Ἀναρωτιέμαι, τί μέλλον θὰ ἔχουν οἱ ἁγιορεῖτες, ἰδιαίτερα οἱ σλαβόφωνοι ἁγιορεῖτες;
Ἡ διαρρήξη τῶν πατροπαράδοτων θεσμῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο εἶναι ἀκόμη πιὸ ἐπικίνδυνη ἀπὸ τὴν εἰσπήδηση τοῦ Βαρθολομαίου στὴν δικαιοδοσία τοῦ Πατριαρχείου τῆς Μόσχας. Αὐτὲς οἱ ἐνέργειες τοῦ Βαρθολομαίου εἶναι πιὸ καταστροφικὲς καὶ ἀπὸ τὶς εἰσβολὲς τῶν Λατίνων, ὅταν ἐπὶ 19 χρόνια λεηλατοῦσαν, κακοποιοῦσαν καὶ δολοφονοῦσαν τοὺς μοναχοὺς στὸ Ἅγιον Ὄρος. Τότε ἡ ἁγιορεῖτες ἀντιδροῦσαν στὴν βαρβαρότητα τῶν Λατίνων ἐκδηλώνοντας πιὸ ἰσχυρὴ ὀρθόδοξη πίστη.
Πῶς θὰ ἀντιδροῦσε ὁ Ἅγιος Σάββας στὶς κακόδοξες ἐνέργειες τοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου σήμερα; Θὰ μποροῦσε ἆραγε νὰ προφυλάξει τὴν πλήρη αὐτονομία τοῦ βασιλικοῦ μοναστηρίου τοῦ Χιλανδαρίου; Σίγουρα θὰ ἐπικαλεῖτο τὴν πλήρη καὶ αἰώνια σημασία τοῦ αὐτοκρατορικοῦ χρυσόβουλου τοῦ Ἀλεξίου Γ’ Ἀγγέλου, καὶ μετὰ θὰ ἔκανε βαθειὰ τομὴ καὶ στὴ Μονὴ Χιλανδαρίου. Θὰ τὴν ἐπέστρεφε στὴν παλιὰ πνευματική της λάμψη ὠφελώντας ἔτσι τὴν ἀδελφότητα τοῦ μοναστηρίου καὶ ὅλο τὸ Σερβικὸ λαό. Θὰ ἐλάμβανε τὰ ἑξῆς μέτρα: Θὰ ζητοῦσε τὴν παραίτηση τοῦ ἡγουμένου Μεθοδίου, ἐπειδὴ ὑπακούει στὶς ὁδηγίες τοῦ «Ἱδρύματος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χιλανδαρίου στὸ Βελιγράδι»,
• ἐπειδὴ δέχτηκε τὴν θέση τοῦ προέδρου τοῦ Συμβουλίου τοῦ ἱδρύματος,
• ἐπειδὴ ἔχει ἀγνοήσει τὴν σημασία τῶν 800ων χρόνων τῆς αὐτοκεφαλίας τῆς Σερβικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας,
• ἐπειδὴ στὴν τελευταία πυρκαγιὰ στὴ Μονὴ Χιλανδαρίου δυνατὰ εἶπε: «θὰ ἔχουμε χρήματα καὶ γιὰ αὐτοκίνητα»!, ἐπειδὴ συχνὰ κάπου ταξιδεύει,
• ἐπειδὴ ὑπάρχουν στὴ μονὴ Χιλανδαρίου πολλοὶ ποὺ εἶναι ἱκανότεροι ἀπὸ αὐτόν,
• ἐπειδὴ ἀνάγκαζε τοὺς ἀδελφούς, ὡσὰν νὰ εἶναι ὑπάλληλοι ξενοδοχείου, καθημερινὰ νὰ δέχονται ποτάμια ἀπὸ ἐπισκέπτες χωρὶς κανένα προσκυνηματικὸ ἐνδιαφέρον, δηλαδὴ ἁπλοὶ τουρίστες ποὺ βρίζουν καὶ χρησιμοποιοῦν ἀκατάλληλη γλώσσα,
• ἐπειδὴ δὲν φρόντισε νὰ ὀργανώσει μαθήματα τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας στὸ μοναστήρι
• ἐπειδὴ ἀντὶ νὰ ὀργανώσει μαθήματα σερβικῶν ἐκκλησιαστικῶν ψαλμῶν μὲ μουσικὸ σύστημα τὴν Ὀκτώηχο ἐπέτρεψε γκροτέτσκο ψαλμὸ μὲ ὑβριδικὴ βυζαντινοαραβικὴ μελῳδία, ἀπὸ τὴν ὁποία πονᾶνε τὰ αὐτιά.
Θὰ καθοδηγοῦσε τὴν ἀδελφότητα στὴν πνευματικὴ ζωή, νὰ ὑπηρετοῦν τὸν Θεό, χωρὶς οἱ μοναχοὶ νὰ φοβοῦνται τὴν δίωξη τοῦ Βαρθολομαίου ἢ τοῦ ἡγουμένου τῆς Μονῆς.
Θὰ ἔκλεινε τὸ «Ἵδρυμα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χιλανδαρίου στὸ Βελιγράδι»:
• ἐπειδὴ ἱδρύθηκε ἀπὸ τοὺς πολιτικοὺς σφετεριζόμενοι τὴν περιουσία τῆς Μονῆς,
• ἐπειδὴ εἶναι τὸ Ἵδρυμα ποὺ στὴν πραγματικότητα διοικεῖ τὸ μοναστήρι,
• ἐπειδὴ ἔχει τὴν σφραγῖδα καὶ περίπου 15 ὑπαλλήλους καὶ μερικὰ αὐτοκίνητα καὶ ὅλα αὐτὰ εἰς βάρους τοῦ μονῆς,
• ἐπειδὴ ἐπιβάλλει καὶ δίνει προτεραιότητα στὴν οἰκονομία καὶ στὸ κέρδος, καὶ ὄχι στὴν πνευματικότητα,
• ἐπειδὴ ἐπηρεάζει καὶ ἀνακατεύεται στὶς ἐκλογὲς τοῦ ἡγουμένου,
• ἐπειδὴ μὲ τὶς ἐνέργειές του ἄλλαξε τὴν προσωπικότητα τοῦ Χιλανδαρίου.
Τὸ «Ἵδρυμα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χιλανδαρίου στὸ Βελιγράδι» ἱδρύθηκε στὸ Βελιγράδι τὸ ἔτος 2002. καὶ ἀντιπροσωπεύει:
• Τὴν ἄρνηση τῆς πρωταρχικῆς ἀποστολῆς τῆς Μονῆς Χιλανδαρίου, γιατί μὲ τὸ πρόγραμμά του τὸ Ἵδρυμα ἀναλαμβάνει τὴν «φροντίδα» τῆς μονῆς «στὶς σύγχρονες συνθῆκες», δηλαδὴ «ἐνθάρρυνση καὶ καθοδήγηση τῆς οἰκονομικῆς φροντίδας καὶ ἐνίσχυση τῆς ἀνάπτυξης τῆς οἰκονομίας τῆς μονῆς στὶς σύγχρονες συνθῆκες» καὶ «ἐκκίνηση ἔργων γιὰ τὴν παραγωγὴ ὑγιεινῶν τροφίμων καὶ ποτῶν»!,
• Τὰ ψέματα, γιατί ὅπως ἀναφέρει «ἡ ἔκκληση γιὰ τὴν στήριξη ὅσο μὲ τὴν προσευχὴ τόσο καὶ μὲ τὶς δωρεές, ἐνθάρρυναν τὴ μονὴ νὰ ὑλοποιήσει τὶς δραστηριότητές της στὴν πατρίδα»,
• Τὴν ἀντίφαση, γιατί, ἀπὸ μία πλευρά, τονίζουν πὼς «Τὰ προγράμματα καὶ οἱ δραστηριότητες ποὺ ἀνέπτυξε ἡ Κυβέρνηση, καθώς ἐπίσης καὶ ἡ στελέχωση ἀπὸ τὸ 2000 μέχρι τὸ 2002., βοήθησαν στὴν ἵδρυση τοῦ Ἱδρύματος», ἐνῷ ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, διευκρινίζουν πὼς « Ἡ συμμετοχὴ τῆς Χιλανδαρίου στὴν ἵδρυση τοῦ Ἱδρύματος εἶναι τὰ ἀκίνητα ἀξίας 3ων ἑκατομμυρίων εὐρώ….» Ἡ ἐρώτηση εἶναι, ἆραγε, ποιὸς βοηθάει ποιόν; Τὸ Κράτος βοηθάει τὴν Μονὴ Χιλανδαρίου, ἢ ἡ Μονὴ Χιλανδαρίου βοηθάει τὸ Κράτος, ἤ μήπως καὶ οἱ δυό τους χρηματοδοτοῦν τὸ Ἵδρυμα;! Εἶναι λογικὴ αὐτὴ ἡ ἐρώτηση ἐφόσον τὸ Ἵδρυμα τονίζει πὼς «ἡ Μονὴ Χιλανδαρίου εἶναι ὁ ποιὸ μεγάλος δωρητής». Ἐφόσον εἶναι ἔτσι γιατί διακηρύσσουν κάτι ποὺ δὲν εἶναι ἀλήθεια πώς δῆθεν τὸ Ἵδρυμα βοηθάει τὴν Μονὴ Χιλανδαρίου;
• Τὴν μετατόπιση τοῦ Σώματος τῆς Γεροντικῆς Σύναξης ἀπὸ τὸ Χιλανδάρι στὸ Βελιγράδι, ἐπειδὴ στὴ «Διοικητικὴ δομὴ» τοῦ Ἱδρύματος γράφει πὼς «τὸ Συμβούλιο ἀποτελεῖται ἀπὸ τὸ Σῶμα τῆς Γεροντικῆς Σύναξης τῆς Μονῆς Χιλανδαρίου μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν καθηγούμενο»! Ἐφ’ὅσον εἶναι ἔτσι ἔχουμε τὴν ἑξῆς ἐρώτηση: Ποῦ εἶναι τώρα ἡ Μονὴ Χιλανδαρίου καὶ ἡ διοίκησή της – στὸ Ἅγιον Ὄρος ἢ στὸ Βελιγράδι; Οἱ ἐφευρέτες τοῦ Ἱδρύματος λοιπόν, ἑνώσανε κάτι ποὺ δὲν ἑνώνεται καὶ ἔτσι πλήρως ἔσβησαν τὸν πρωτότυπο χαρακτῆρα τῆς Μονῆς Χιλανδαρίου στὸ Ἅγιον Ὄρος. Μήπως μὲ τὶς ἐνέργειές τους αὐτὲς προκάλεσαν τὴν κατάρα τῶν κτητόρων τῆς Μονῆς Χιλανδαρίου – τοῦ Ὁσίου Συμεὼν τοῦ Μυροβλύτου καὶ τοῦ Ἁγίου Σάββα; Μήπως ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς κατάρας, ἡ οἰκονομία στὸ μοναστήρι εἶναι πιὸ σημαντικὴ ἀπὸ τὴν πνευματικότητα; Δὲν πρέπει οἱ μοναχοί καὶ οἱ πιστοὶ στὴν Σερβία νὰ παραπλανηθοῦν γιὰ τὸ – ποιὸς ὠφελεῖται καὶ ποιὸς ζημιώνεται ἀπὸ ὅλη αὐτὴ τὴν κατάσταση.
Ἐξαιτίας ὅλου αὐτοῦ, μία ἀπὸ τὶς σημαντικότερες ὑποχρεώσεις τοῦ μελλοντικοῦ ἡγουμένου τῆς Χιλανδαρίου πρέπει νὰ εἶναι τὸ κλείσιμο τοῦ Ἱδρύματος στὸ Βελιγράδι. Τὴν εὐθύνη γιὰ αὐτὸ τὴν ἔχει τὸ Σῶμα τῆς Γεροντικῆς Σύναξης τῆς Χιλανδαρίου.
* * *
Οἱ Βυζαντινοὶ Πατριάρχες ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Μελετίου Μεταξάκη μέχρι τὸν Βαρθολομαῖο σήμερα, προσπαθοῦν μὲ διάφορους τρόπους νὰ καταργήσουν τὴν ἁγιορείτικη αὐτοδιοίκηση στὰ μοναστήρια καὶ νὰ ἀναιρέσουν τὴν εὐαγγελική, ἀποστολικὴ καὶ ἁγιοπατερικὴ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὁ μὴ εὐαγγελικός, μὴ ἐκκλησιαστικὸς καὶ μὴ κανονικὸς τίτλος τοῦ «οἰκουμενικοῦ» προκαλεῖ στὸν Πατριάρχη τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀλαζονικά, νὰ βλέπει τὸν ἑαυτό του σὰν «ἐπικεφαλῆς ὅλων τῶν ἐπικεφαλῶν». Νομίζει ὁ Πατριάρχης ὅτι εἶναι ἐπικεφαλῆς ὅλων τῶν ἄλλων τοπικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ ἡ ματαιοδοξία του τὸν ὁδηγεῖ στὴν ἀνομία. Ὅταν ὁ Πατριάρχης τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὁ Ἰωάννης Δ΄ ὁ Νηστευτὴς (585-595) παρουσιάστηκε ἐπίσημα μὲ τὸν τίτλο «οἰκουμενικὸς» ἀντέδρασαν δυνατὰ οἱ ὀρθόδοξοι ἐπίσκοποι τῆς Ρώμης – ὁ Πάπας Πελάγιος Β΄ (579-590) καὶ ὁ Πάπας Γρηγόριος Α΄(590-604), γνωστὸς στὸ ὀρθόδοξο ἡμερολόγιο ὡς Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Διάλογος. Τὸν τίτλο «οἰκουμενικὸς» τὸν χαρακτήρισαν ὡς «βλάσφημο καὶ διαβολικὸ» ἐπισημαίνοντας «ὅτι αὐτὸς ποὺ θέλει νὰ ὀνομάζεται οἰκουμενικὸς εἶναι ὁ πρόδρομος τοῦ Ἀντιχρίστου».
Ὁ σημερινὸς Πατριάρχης τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὁ Βαρθολομαῖος εἶναι ἡ τελευταία ἐπιβεβαίωση αὐτῆς τῆς ἐπισήμανσης. Συμπεριφέρεται σὰν νὰ εἶναι ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, στὴ θέση τοῦ Χριστοῦ, τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ μόνη κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας. Παρόλο ποὺ ἐδῶ καὶ καιρὸ δὲν ὑπάρχουν οἱ αὐτοκράτορες τοῦ Βυζαντίου, ὁ Βαρθολομαῖος συγκαλώντας τὴν Οἰκουμενικὴ Σύνοδο (Πανορθόδοξη Σύνοδος) παίρνει τὸ ρόλο καὶ τὴν ἁρμοδιότητα τοῦ Βυζαντινοῦ αὐτοκράτορα. Ἔτσι συγκάλεσε τὴν δῆθεν «Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας» (Πανορθόδοξη Σύνοδος), ἡ ὁποία πραγματοποιήθηκε τὸν Ἰουνίου τὸ 2016 στὴν Κρήτη. Ἡ Σύνοδος αὐτὴ ἀντιπροσωπεύει τὴν προδοσία τῆς διδασκαλίας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἐπειδή, μεταξὺ ἄλλων, ἀποφασίστηκε πὼς ὅλες οἱ αἱρετικὲς κοινότητες πλέον ἀναγνωρίζονται σὰν «χριστιανικὲς ἐκκλησίες»! Γιὰ αὐτὸ τὸ λόγο γιὰ τοὺς συμμετέχοντες τῆς Συνόδου ἰσχύουν τὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «προδόται, παράφοροι καὶ αὐθάδεις, φουσκωμένοι καὶ σκοτισμένοι ἀπὸ οἴησιν, θὰ ἀγαποῦν περισσότερον τὰς ἡδονάς παρὰ τὸν Θεὸν» (Β Τιμ. 3,4).
Πουθενὰ στοὺς ἐκκλησιαστικοὺς κανόνες δὲν ἀναφέρεται πὼς – ὁ ἐπίσκοπος τῆς Κωνσταντινουπόλεως παρουσιάζεται ὡς «οἰκουμενικὸς» οὔτε ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ συγκαλεῖ τὶς Πανορθόδοξες Συνόδους. Μὲ τὴν ἀπολυταρχικὴ συμπεριφορὰ του ὁ Βαρθολομαῖος ἔχει ἐξοστρακίσει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Εἰς βάρος τῆς ἐθνικῆς συνείδησης τῶν ὀρθοδόξων μὴ ἑλληνόφωνων λαῶν ὁ Βαρθολομαῖος βοηθάει τὶς παγκόσμιες δυνάμεις καὶ τὴν παγκοσμοποίηση.
Κάνει τὰ πάντα ὁ Βαρθολομαῖος, γιὰ νὰ ἔχει τὴν δικαιοδοσία ἐπὶ τῆς λεγόμενης διασπορᾶς τῶν ἄλλων τοπικῶν Ὀρθόδοξων Ἐκκλησιῶν, ἡ ὁποία ὅμως, δὲν βασίζεται στοὺς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπειδὴ σήμερα εἶναι μικρὸ τὸ ποίμνιο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως προσπαθεῖ ὁ Βαρθολομαῖος νὰ προβάλλει τὴν λατρεία τῆς προσωπικότητάς του σὲ ὅλες τὶς ἠπείρους καὶ ἔτσι νὰ ἀποκτήσει τὴν κεντρικὴ ἐξουσία.
Ἐξαιτίας ὅλων αὐτῶν, εἶναι ἀπαραίτητο, ὅσο πιὸ γρήγορα, νὰ συγκληθεῖ Πανορθόδοξος Σύνοδος, γιὰ νὰ σταματήσει ἡ διάρρηξη τῆς Μιᾶς Ἁγίας Συνοδικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Ποιὸς πρέπει νὰ συγκαλεῖ τέτοια Σύνοδο; Σίγουρα ὄχι ὁ ὑπαίτιος τοῦ κακοῦ ποὺ εἶναι ὁ Βαρθολομαῖος, ὁ ὁποῖος ἐπιπλέον ἔχει τὴν τουρκικὴ ὑπηκοότητα, ἔχει τὴν ἕδρα σὲ μία ἰσλαμιστικὴ χώρα καὶ ἔχει μικρὸ ποίμνιο. Ὁ Βυζαντινὸς αὐτοκράτορας μὲ ἀποκλειστικὸ δικαίωμα νὰ συγκαλεῖ τὴν Πανορθόδοξο Σύνοδο δὲν ὑπάρχει πιά. Ὅμως, ὑπάρχουν οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες μὲ πολυάριθμα ποίμνια καὶ οἱ εὐσεβεῖς ἀρχηγοὶ τους εἶναι ἕτοιμοι νὰ ἐξασφαλίσουν ὅ,τι χρειάζεται, γιὰ νὰ πραγματοποιηθεῖ μία τέτοια Σύνοδος. Πρῶτα χρειάζεται, μὲ συνοδικὸ πνεῦμα, νὰ συνεννοηθοῦν ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι εὐσεβεῖς Πατριάρχες, οἱ Ἀρχιεπίσκοποι, οἱ Μητροπολίτες, οἱ Ἐπίσκοποι καὶ οἱ πιστοὶ λαοί, ποῦ καὶ πότε θὰ πραγματοποιηθεῖ ἡ Σύνοδος. Ἐπίσης, πρὶν ἀπὸ ὅλα αὐτὰ πρέπει νὰ ἐπιτευχθεῖ ἡ συμφωνία γιὰ τὰ θέματα, τὰ ὁποῖα θὰ συζητηθοῦν καὶ θὰ ἀποφασισθοῦν. Οἱ συμμετέχοντες, ἀνεξαρτήτως τοῦ ἔθνους, τῆς γλώσσας, τοῦ χαρακτήρα καὶ τῆς παράδοσης, μὲ τὴν ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος θὰ βροῦν τὴν ὁμόψυχη συγκατάθεση σὲ θέματα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ καθεστῶτος καὶ πίστης. Μόνο ἔτσι θὰ ἐπιτευχθεῖ ἡ εἰρήνη. Ἀντίθετα, ἂν οἱ ὀρθόδοξοι λαοὶ δὲν εἶναι ἑνωμένοι θὰ ὑποταχθοῦν στὴν προσχεδιασμένη ἑνοποίηση καὶ τὴν παγκοσμιοποίηση τῆς πίστης καὶ τῆς ζωῆς γενικότερα. Ὅμως σὲ αὐτὴ τὴν ἀπέραντη ἑνοποίηση θὰ παραμείνει ἕνα ἀτρόμητο «μικρὸ ποίμνιο» (Λουκ. 12,32) καὶ θὰ μαρτυρεῖ πὼς τὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ δὲν θὰ τὴν κατανικήσουν οἱ δυνάμεις τοῦ Ἅδη (Ματθ. 16,18).
Οἱ ὀρθόδοξοι πιστοὶ ἀπέχουν πολὺ ἀπὸ τὸ νὰ γίνουν τὸ εὐαγγελικὸ «μικρὸ ποίμνιο». Ἡ ἀλήθεια εἶναι πὼς προστὰ στὴν γιγάντια πνευματικὴ καὶ ἐκκλησιαστικὴ δύναμη τῆς Ἁγίας Ρωσσίας, ἡ Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἐξαιτίας τοῦ Βαρθολομαίου φαίνεται σὰν ἕνα νησάκι ἔρημο. Καὶ ὁ Βαρθολομαῖος, ἔτσι ὅπως εἶναι, θυμίζει αὐτὸν ποὺ πνίγεται στὴ θάλασσα, καὶ ζητώντας τὴν βοήθεια γιὰ νὰ μὴ πνιγεῖ πιάνεται μὲ τὸ ἕνα χέρι ἀπὸ τὴν ἀντιορθόδοξη ἀμερικάνικη κυβέρνηση καὶ μὲ τὸ ἄλλο τὸν Πάπα τῆς Ρώμης. Καθώς βυθίζεται βαθιά, τραβάει μαζί του ὅλους ὅσους ἀναγνώρισαν τὴν λεγόμενη «Ὀρθόδοξη ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας». Μεταξὺ αὐτῶν εἶναι ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν, ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας, ἀρκετοὶ Ἐπίσκοποι καὶ μερικοὶ ἁγιορεῖτες ἡγούμενοι. Ὁ Βαρθολομαῖος ἔκανε ἀμέτρητη ζημιὰ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ γενικῶς καὶ στοὺς Ἕλληνες μὲ τὴν κατάχρηση τοῦ ἱεροῦ κανόνος «πρεσβεῖα τιμῆς» μετατρέποντάς τον σὲ «πρεσβεῖα ἐξουσίας». Ἐκεῖ ποὺ ὁ θρόνος τοῦ Πατριάρχη τῆς Κωνσταντινουπόλεως θυμίζει ἕνα σοβαρὸ ἀσθενῆ, σχεδιάζουν νὰ καταργήσουν τὶς προαιώνιες αὐτοκεφαλίες ὁρισμένων τοπικῶν Ὀρθόδοξων Ἐκκλησιῶν. Ταυτόχρονα προσπαθοῦν νὰ δημιουργήσουν τὸ καινούριο ἐκκλησιαστικὸ καθεστὼς ποὺ νὰ εἶναι στὰ μέτρα τοῦ Πατριάρχη τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἡ Πανορθόδοξη Σύνοδος πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ τὸ ἀνατρέψει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου