«Έτοιμοι προς απολογίαν
παντί τω αιτούντι» (Α΄Πετρ.3,15).
του π. Παυλου Δημητρακοπουλου
Απαντήσεις σε επικρίσεις.
Επειδή ο απόστολος λέγει «Έτοιμοι προς απολογίαν παντί τω αιτούντι» (Α΄Πετρ.3,15) και επειδή είναι δυνατόν να σκανδαλιστούν κάποιοι αναγνώστες, αγνοούντες την αλήθειαν, από τα υπό ημερομηνίας 12 Οκτωβρίου έως 17 Οκτωβρίου 2010 έξι επικριτικά ανώνυμα σχόλια, που κατέθεσαν κάποιοι κάτω από το άρθρο μου με τίτλο «Ειπέ τη Εκκλησία» και επειδή ο δεύτερος επικριτής μου, κληρικός από τη Βέροια, με προτρέπει να γράψω επαναλαμβάνοντας επτά φορές την φράση «γιατί δεν γράφεις….;», θεώρησα χρέος μου να γράψω όσα ακολουθούν, απολογούμενος και όχι υβρίζοντας και λασπολογώντας, όπως δυστυχώς κάνουν οι εν λόγω επικριτές μου, και όπως θα φανεί στη συνέχεια.
Και μόνο το γεγονός ότι δεν έχουν το θάρρος και την παλληκαριά να γράψουν το όνομά τους, αλλά κρύβονται πίσω από την ανωνυμία, προφανώς για να εκτοξεύουν λάσπη, ευρισκόμενοι αυτοί στο απυρόβλητο, και μόνο αυτό δείχνει πόση υπευ-θυνότητα και πόση σοβαρότητα μπορεί να έχουν τα παραπάνω σχόλια. Πάντως ευθύς εξ’ αρχής τους ευχαριστώ από καρδίας γιά όσες ύβρεις και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς ξεστόμισαν εναντίον μου, (αναφέρω μερικές: «πλανεμένος», «κομπλεξικός», «νευρωτικός», «ανισόρροπος» «ψυχικά διαταραγμένος», «με ψυχωτική συμπεριφορά», «κάλπικος σπερμολόγος», «φανατισμένος» κ.α.), γιατί μου προξένησαν περισσότερο μισθό, σύμφωνα με τον λόγο του Κυρίου μας «μακάριοι εστέ όταν ονειδίσωσιν υμάς…» (Ματθ.5,11). Εάν τον Χριστό ύβρισαν δαιμονισμένο («ου καλώς λέγομεν ημείς ότι Σαμαρείτης ει συ και δαιμόνιον έχεις;»), πόσο μάλλον εμένα; Τους ευχαριστώ ακόμη και για όσα ψεύδη εχάλκευσαν εναντίον μου, στην αγχώδη και αγωνιώδη προσπάθειά τους να περισώσουν το κύρος του αφεντικού τους, γιατί μου προξενούν ακόμη περισσότερο μισθό. Λυπάμαι όμως, διότι αμαρτάνουν βαρύτατα και θα είναι αναπολόγητοι εν ημέρα κρίσεως αν δεν μετανοήσουν.
Και έρχομαι στον πρώτο επικριτή μου. Λέγεις ότι κατέβαλα αγχώδη προσπάθεια να δικαιολογήσω την αποχώρησή μου από την Μητρόπολη Βεροίας. Δεν έφυγα με την θέλησή μου αλλά εδιώχθηκα από τον Μητροπολίτη Βεροίας, σύμφωνα με όσα ο ίδιος διεκήρυξε δημοσίως: «ο π. Παύλος δεν έχει θέση στη Μητρόπολη, διότι είναι ένα ξένο σώμα». Εδιώχθηκα διότι ετόλμησα να ξεσκεπάσω την αίρεση του Οικου-μενισμού και την ένοχη σιωπή του απέναντι σ’ αυτήν. Και τούτο μάλιστα το έκαμα, αφού προηγουμένως εξάντλησα όλα τα περιθώρια οικονομίας, παρακαλώντας τον επί τριετία και πλέον με υπομνήματα, επιστολές και απολογίες, να πράξη το αυτονόητο, να καταπολεμήσει δηλαδή την αίρεση. Εάν για την τόλμη μου αυτή νομίζεις ότι χάνω «το παιχνίδι της ψυχικής ισορροπίας», πέφτεις πάρα πολύ έξω.
Τότε και οι άγιοι Πατέρες ήταν ψυχικά ανισόρροποι, επειδή τόλμησαν να καταπολεμήσουν τις αιρέσεις. Στην περίπτωση αυτή πολύ περισσότερο ανισόρροπος ήταν και ο άγιος πρωτομάρτυς Στέφανος, επειδή ετόλμησε να ελέγξει την πλάνη και την αίρεση του Ιουδαϊσμού, χρησιμοποιώντας μάλιστα βαρύτατους χαρακτηρισμούς: «Σκληροτράχηλοι και απερίτμητοι τη καρδία και τοις ωσίν…»(Πραξ. 7,51). Ο λόγος σου αδελφέ μου δεν μπορεί να ισορροπήσει, αν τον κρίνουμε με βάση την αγία Γραφή και του Πατέρες, αλλά σωριάζεται κάτω σε ερείπια. Γράφεις επίσης: «ο λόγος σας δεν είναι πνευματικός, δεν είναι λόγος πνευματικής οικο-δομής». Ποιός όμως είναι ο πνευματικός λόγος; Είναι μόνον ο λόγος των ασκητών της Φιλοκαλίας και των Γεροντικών; Ο αντιαιρετικός λόγος δεν είναι πνευματικός και δεν οικοδομεί; Και πως δεν οικοδομεί αφού αποσκοπεί να προφυλάξει το ποίμνιο από τον κίνδυνο της αιρέσεως και τελικά από την απώλεια; Ο άγιοι Πατέρες όταν έγραφαν αντιαιρετικά συγγράμματα δεν οικοδομούσαν; Αυτά που γράφεις αδελφέ μου δεν στέκουν ούτε αντέχουν σε σοβαρή κριτική. Καλά θα ήταν νομίζω να διάβαζες λίγο περισσότερο την αγία Γραφή, την Εκκλησιαστική Ιστορία και την Πατρολογία πριν πάρεις τον κονδυλοφόρο στα χέρια σου, για να γράψεις όσα έγραψες.
Όσο για το άλλο που γράφεις, ότι έχω ζήλο «ου κατ’ επίγνωση», σε παραπέμπω στον ζήλο και την παρησία του αγίου πρωτομάρτυρος Στεφάνου, για τον οποίο έγινε λόγος παρά πάνω, όπως επίσης και στον ζήλο και την παρησία του αποστόλου Παύλου, με την οποία ήλεγξε τον Ελύμα τον Μάγο: «Ω πλήρης παντός δόλου και πάσης ραδιουργίας, υιέ διαβόλου, εχθρέ πάσης δικαιοσύνης, ου παύση διαστρέφων τας οδούς Κυρίου τας ευθείας;» (Πραξ. 13,10). Σίγουρα αν ζούσαν οι άγιοι αυτοί στην εποχή μας θα τους έβγαζες και αυτούς ανισόρροπους, με ζήλο ου κατ’ επίγνωσιν, αφού μάλιστα ο άγιος Στέφανος, διάκος ων, ετόλμησε να ελέγξει τον αρχιερέα μαζί με όλο το Συνέδριο, ο δε απόστολος Παύλος δεν σεβάστηκε τα ανθρώπινα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια του Ελύμα. Τον φανατισμό, αδελφέ μου αλλού θα έπρεπε να τον αναζητήσεις. Στους κληρικούς εκείνους που δεν ανέχθηκαν να με ακούσουν στην Ιερατική Σύναξη του Μαΐου 2010. Σε εκείνους που χρησι-μοποίησαν βία κατά πάνω μου και σε εκείνους που με ύβρισαν, γιατί ετόλμησα να ξεσκεπάσω την αίρεση και την παρανομία του Δεσπότη σου.
Έρχομαι στον δεύτερο επίκριτή μου. Γράφεις ότι λυπάσαι για την πλάνη μου. Με υβρίζεις πλανεμένο, αλλά δεν κάνεις τον κόπο να παρουσιάσεις που έγκειται η πλάνη μου, ούτε να παρουσιάσεις τα «αναληθή γεγονότα», στα οποία αναφέρεσαι. Από πού συμπεραίνεις ότι η ενασχόλησή μου με τον αντιαιρετικό αγώνα είναι το μόνο μέσο που ανακάλυψα για να ικανοποιήσω το μεγάλο κενό της δίψας για προβολή και εξουσία; Αν λοιπόν κατέχομαι από δίψα για εξουσία και προβολή, πως εξηγείται το γεγονός ότι ποτέ στη ζωή μου, μάρτυς μου ο Θεός, δεν επεθύμησα επισκοπικό αξίωμα; Αυτή την σταθερή απόφασή μου την διεκήρυξα και προς τον Σεβασμιώτατο Βεροίας και προς άλλους κληρικούς και λαϊκούς της Μητροπόλεως.
Αν ήθελα, αδελφέ μου να γίνω Δεσπότης, δεν θα κρατούσα την στάση, που κράτησα μέχρι σήμερα, αλλά θα επεδίωκα να κολακεύω και να γλύφω τους δεσποτάδες, όπως τους γλύφουν πολλοί άλλοι, για να επιτύχουν τον σκοπό τους. Εάν λοιπόν απαρνήθηκα και απέρριψα το μείζον (το επισκοπικό αξίωμα), πως έγινα δούλος στο έλασσον, να επιθυμώ δηλαδή πρωτεία και προβαδίσματα και πρωτοκαθεδρίες; Την δίψα για προβολή και εξουσία κάπου αλλού θα έπρεπε να την αναζητήσεις , αδελφέ μου. Σε εκείνους τους Δεσποτάδες, που έχουν μεταβάλει τα αρχιερατικά τους μέγαρα σε ανάκτορα, παρόμοια των Τσάρων της Ρωσίας, γεμάτα χλιδή και πολύ-τέλεια. Στους Δεσποτάδες που διατηρούν δεκαπέντε και είκοσι αρχιερατικές στολές και τις αλλάζουν, όπως άλλαζε η Βουγιουκλάκη τα φορέματά της.
Στους Δεσπο-τάδες που τρέχουν συνέχεια σε πολυδάπανα ταξείδια αναψυχής στο εξωτερικό, ενώ πολύς κόσμος από το ποίμνιό τους πεινάει και στερείται ακόμη και των αναγκαίων. Στους δεσποτάδες, που από φόβο και δειλία μήπως δυσαρεστήσουν το Φανάρι και κινδυνεύσει η θέση τους, κουκουλώνουν την αίρεση και παίζουν τον καραγκιόζη. Και όταν πάνε στο Φανάρι γίνονται φίλοι των Οικουμενιστών, ενώ όταν έρχονται στην επαρχία τους γίνονται Ορθόδοξοι. Στους Δεσποτάδες που διοργανώνουν συνέδρια και φεστιβάλ, για να τιμήσουν δήθεν κάποιους αγίους, αλλά πόρω απέχουν από το να εμπνέονται από την ασκητική τους απλότητα, τους αντιαιρετικούς τους αγώνες και το ομολογιακό τους φρόνημα. Στους Δεσποτάδες που έχουν καταντήσει σατράπες και δικτάτορες. Που στερούν ακόμη και το στοιχειώδες δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου από τους παπάδες τους, όταν αυτοί δεν συμφωνούν με την γραμμή τους. Που θέλουν τους παπάδες τους άβουλα εκτελεστικά όργανα, μαριονέτες, που θα εκτελούν τα καπρίτσια και τις επιθυμίες τους.
Από την θέση του ιεροκήρυκα παραιτήθηκα και αποσύρθηκα στο Μοναστήρι μου για περισσότερη μετάνοια και κάθαρση, αφού ούτως η άλλως εκεί είναι η φυσική μου θέση ως ιερομονάχου.
Λυπάμαι πολύ, αδελφέ μου, για τους υβριστικούς χαρακτηρισμούς: κομπλεξικός, αμετροεπής, νευρωτικός, ψυχωτικός, που χρησιμοποιείς παρά κάτω. Είναι γλώσσα και ύφος αυτό, που αρμόζει σε ένα κληρικό απέναντι σ’ έναν συμπρεσβύτερό του; Λίγο φόβο Θεού δεν έχεις μέσα σου; Πως θα πάς να λειτουργήσης αύριο στο άγιο θυσιαστήριο, έχοντας κατεγνωσμένη την συνείδηση; Όλο το κείμενό σου αποπνέει οργή και πάθος εναντίον μου. Για κάνε σε παρακαλώ έναν αυτοέλεγχο μέσα σου και εξέτασε μήπως το κείμενό σου αυτό αποτελεί στο σύνολό του ένα «νευρωτικό ξέσπασμα» εναντίον μου. Για εξέτασε ακόμη, μήπως θα έπρεπε πρώτα να βγάλης κάποια δοκάρια που έχεις στα μάτια σου και μετά να διορθώσης τον συμπρεσβύτερο σου. Ποιά ήταν λοιπόν η αιτία, που έφυγε ο κόσμος από τις εβδομαδιαίες συνάξεις; Ερεύνησες το ενδεχόμενο να έφυγε ο κόσμος ακριβώς, επειδή ο Δεσπότης σου με απεμάκρυνε από τις συνάξεις, επειδή ομιλούσα κατά του Οικουμενισμού, πράγμα το οποίον προκάλεσε την αγανάκτηση πολλών αντιοικουμενιστών ακροατών;
Ποιός σε έβαλε εσένα να ασχολείσαι και να κρίνεις τον συμπρεσβύτερό σου, πως έφυγα από την Μητρόπολη Σισανίου και γιατί έφυγα από το άγιον Όρος και πως έχει το θέμα με τον πνευματικό μου π. Ιωαννίκιο; Μ’ αυτό τον τρόπο νομίζεις ότι υπερασπίζεις και συγκαλύπτεις το αφεντικό σου; Δεν ντρέπεσαι να ψεύδεσαι, ότι δήθεν με έδιωξε ο Σισανίου Αντώνιος, ή ο γέροντας μου Ιωσήφ από το άγιον Όρος; Με ποιά στοιχεία, με ποιές αποδείξεις τα λέγεις όλα αυτά; Μάθε λοιπόν, ότι με την θέλησή μου έφυγα από την Μητρόπολη Σισανίου όπως και από την Μονή Βατοπαιδίου. Μάλιστα όταν πήγα να αποχαιρετήσω τον Γέροντά μου, εκείνος μου έδωσε τις τελευταίες του νουθεσίες και εν τέλει μου έδωσε την ευχή του με τα λόγια «Να έχεις την ευχή μου και την ευχή του γέροντά μου» (δηλαδή του Ιωσήφ του Ησυχαστού). Εγώ αδελφέ μου την καλογερική δεν την διδάχθηκα στα θρανία της Οξφόρδης, ούτε στο σχολείο του Χρισοφάκη.
Την διδάχθηκα μέσα από την πράξη, σ’ ένα από τα ποιό οργανωμένα κοινόβια του αγίου Όρους, παλέβοντας κάθε μέρα επί 10 χρόνια, με αίμα και δάκρυ στο στίβο της μοναχικής ζωής και αγωνιζόμενος, παρά τα όποια λάθη και αμαρτίες μου, να φυλάξω την μοναχική υπακοή. Ο γέροντάς μου ήταν αυστηρός στο θέμα της υπακοής. Αν δεν έκαμνα υπακοή θα με έδιωχνε από την πρώτη ημέρα. Ωστόσο όχι μόνο δεν με έδιωξε αλλά αξιώθηκα να λάβω από τα αγιασμένα χέρια του και το μεγάλο σχήμα.
Γράφεις, ότι καρπώθηκα μισθούς τεσσάρων χρόνων χωρίς να προσφέρω έργο στη Μητρόπολη. Γιά κάνε σε παρακαλώ τον κόπο και πήγαινε μέχρι την Μονή Μετα-μορφώσεως Μουτσιάλης και ρίξε μια ματιά στις υπάρχουσες κτιριακές εγκα-ταστάσεις, στο Καθολικό (τέμπλα, στασίδια, παγκάρια, αναλόγια μαρμαροστρώσεις, αγία Τράπεζα κ.λ.π.) και στα άλλα έργα που έχουν γίνει (διαπλάτυνση δρόμου, πύλη εισόδου της Μονής, τσιμεντοστρώσεις, χωματουργικές εργασίες, μεταφορά ρεύματος της ΔΕΗ από απόσταση δύο χιλιομέτρων, έκδοση βιβλίου με την ιστορία της Μονής κ.λ.π.)
Από όλα αυτά ξέρεις τι υπήρχε όταν ανέλαβα το Μοναστήρι; Από τα δύο κτίρια μόνο ο σκελετός του μεγάλου και μία μικρή παράγκα. Δεν μπορούσε να μείνει άνθρωπος στο Μοναστήρι. Ξέρεις πόσο κόστησαν όλα αυτά έργα; Πάνω από 300.000 €. Και όλα αυτά με πολλούς κόπους και ιδρώτες και δαπάνες από τον προσωπικό μου μισθό. Μήπως το Μοναστήρι το πήρα μαζί μου στον Πειραιά φεύγοντας; Δεν είναι όλα αυτά προσφορά στη Μητρόπολη; Δεν ντρέπεσαι λοιπόν και τολμάς να λέγεις ότι δεν προσέφερα έργο στη Μητρόπολη;
Δεν αληθεύουν όσα λέγεις ότι δήθεν αποσκίρτησα από τον π. Ιωαννίκιο, επειδή δεν συμφωνούσε με την απρεπή στάση μου προς τον επίσκοπο. Αυτά είναι γενήματα της φαντασίας σου. Ούτε επίσης, ότι δήθεν είπα: «σας ανέχθηκα 15 χρόνια». Εκείνο που είπα ήταν: «Πως σε ανέχεται εσένα ο Θεός». Και πράγματι τον ανέχεται ο Θεός (τον Δεσπότη σου), διότι αν εφαρμόζονταν οι Ιεροί Κανόνες έπρεπε τώρα να είναι καθηρημένος. Θέλεις να σου στείλω την ηχογραφημένη κασσέτα για να πεισθείς;
Με προκάλεσες επτά φορές με την φράση «γιατί δεν γράφεις…». Επίτρεψέ μου λοιπόν και εγώ να σε ερωτήσω. Γιατί και εσύ δεν γράφεις όσα αναφέρονται στην ουσία του άρθρου μου; Και ποιό συγκεκριμένα γιατί δεν γράφεις πάνω στα παρά κάτω καυτά ερωτήματα; α) Γιατί το αφεντικό σου δεν απαντά στο ερώτημα αν ο Οικουμενισμός είναι αίρεση ή όχι και γιατί δεν βγαίνει στα κανάλια και στα ΜΜΕ να διακηρύξει την θέση του αυτή δημοσίως; β) Γιατί απαγόρευσε επισήμως κάθε προσπάθεια αντιαιρετικού αγώνος κατά του Οικουμενισμού; γ) Γιατί κατεπάτησε εν γνώσει του τους ιερούς Κανόνες που απαγορεύουν τις συμπροσευχές, επί ποινή μάλιστα καθαιρέσεως; δ) Γιατί δεν μου επέτρεψε να ομιλήσω στους κληρικούς με θέμα τον Οικουμενισμό; Αλλά δεν τολμάς ούτε εσύ ούτε το αφεντικό σου να γράψεις. Διότι σύσσωμη η αγία Γραφή, το Ιερό Πηδάλιο και η Πατερική μας Παράδοση θα σας αποστομώσουν. Πονηρέ, πονηρότατε, που μαζί με τον μανδύα της ανωνυμίας φόρεσες και τους μανδύες της ψευδολογίας και της υβρεολογίας, νομίζεις, ότι έτσι θα ξεφύγεις την οργή του Θεού; Ωστόσο μην απελπίζεσαι. Εγώ σε έχω συγχωρήσει με την καρδιά μου για όλα αυτά. Πρέπει όμως και συ να με-τανοήσεις ειλικρινά, αν θέλεις να επιτύχεις την σωτηρία σου. Κλαύσε λοιπόν και πένθησε όσο μπορείς και ο Θεός είναι εύσπλαγχνος. Δεν θα σ’ αφήσει να χαθής.
Έρχομαι στον τρίτο επικριτή μου. Γράφεις ότι είμαι ένοχος σκανδάλου. Το σκάνδαλο, αδελφέ μου δεν το προκάλεσα εγώ. Το προκάλεσε ο Δεσπότης σου και γι’ αυτόν ισχύει αυτό το «ουαί», που αποδίδεις σε μένα. Και τούτο, διότι δεν θέλει να πράξει το χρέος του απέναντι στην αίρεση. Με πολλή πονηριά την κουκουλώνει και ούτε αυτός την πολεμάει ούτε εμάς αφήνει να την καταπολεμήσουμε, καθ’ όν χρόνον αυτή έχει πάρει τρομακτικές διαστάσεις. Έτσι αθετεί τις φρικτές υποσχέσεις, που έδωσε κατά την ώρα της χειροτονίας του. Το άλλο μεγάλο σκάνδαλο, που προ-κάλεσε είναι η συμπροσευχή του πέρυσι (30-11-2009) στο Φανάρι με τους Καρδι-ναλίους του Πάπα. Γράφεις, ότι νομίζω, ότι θα σώσω την Εκκλησία. Ουδέποτε επίστευσα κάτι τέτοιο. Έχω όμως χρέος, και εγώ και εσύ και όλοι μας, να αγωνιστούμε εναντίον της αιρέσεως, μιμούμενοι κατά δύναμιν τους αγώνες των αγίων Πατέρων μας και του αποστόλου Παύλου, ο οποίος μας προτρέπει: «μιμηταί μου γίνεσθε καθώς καγώ Χριστού» (Α΄Κορ. 11,1).
Την ευθύνη για την διαφύλαξη της πίστεως δεν την έχει μόνον ο επίσκοπός σου, αλλά όλος ο κλήρος και ο λαός. (Βλέπε Πραξ. 20, 28-30. Βλέπε επίσης Βλασίου Φειδά, «Εκκλησιαστική ιστορία», τομ. Β΄ σελ. 622). Οι άγιοι Πατέρες, με πολύ καυστικότερους λόγους απ’ ότι εγώ, καυτηρίαζαν την αίρεση και τους αιρετικούς και μακάρι να μπορούσαμε να τους φθάσουμε έστω και στο ελάχιστο στο ομολογιακό τους φρόνημα. Το ότι με αξίωσε ο Θεός να διωχθώ για την αλήθεια της πίστεως δεν οφείλεται στις δικές μου δυνά-μεις αλλά στη Χάρη του Θεού.
Επομένως δεν αυτοεγκωμιάζομαι, όπως νομίζεις. Η εν Κυρίω καύχησις δεν είναι αμαρτία, αφού σ’ αυτήν μας προτρέπει ο αποστόλος Παύλος «ο καυχώμενος εν Κυρίω καυχάσθω» (Α΄Κορ. 1,31). Ο ίδιος εκαυχάτο για τις θλίψεις που αξιώθηκε να υποφέρει για την διάδοση του ευαγγελίου: «καυχώμεθα εν ταις θλίψεσιν» (Ρωμ. 5,3). Πράγματι, όπως γράφεις, ο Χριστός και η Εκκλησία δεν χρειάζονται δήθεν ομολογητές. Δεν γράφεις όμως, αν ο Χριστός και η Εκκλησία χρειάζονται επισκόπους, που κουκουλώνουν τις αιρέσεις και καταπατούν τους Ιερούς Κανόνες. Αλλά δεν τολμάς. Γιατί αν τολμούσες θα είχες φάει κλωτσιά από την Μητρόπολη.
Έρχομαι στον τέταρτο επικριτή μου. Γράφεις ότι έχω φθάσει σε μεγάλα μέτρα πλάνης. Αλλά που έγκειται η πλάνη μου; Γιατί έκανα κακό, που δημοσίευσα αυτό το άρθρο; Έπρεπε και εγώ να κουκουλώσω την αίρεση, όπως την κουκουλώνει ο Δεσπότης σου; Για πες μου ο Δεσπότης σου καλό κάνει ή κακό, που απαγορεύει τον αγώνα κατά της αιρέσεως; Λέγεις, ότι προτίμησα την ανθρώπινη δόξα και δικαίωση.
Αν αδελφέ μου προτιμούσα την ανθρώπινη δόξα, θα συμπορευόμουν με την γραμμή του Δεσπότη σου, προκειμένου να αποφύγω τις ύβρεις και τους διωγμούς, που υφίσταμαι τώρα. Μη διαστρέφεις λοιπόν την αλήθεια, γιατί αμαρτάνεις. Αν ο αγώνας κατά της αιρέσεως θεωρείται αδιακρισία, τότε ούτε οι άγιοι είχαν διάκριση, επειδή αγωνίζονταν κατά των αιρέσεων. Όσο για τα περί φανατισμού, που γράφεις σε παραπέμπω σε όσα έχω γράψει στον πρώτο επικριτή μου.
Προσπερνώ τον πέμπτο επικριτή μου, διότι τα όσα λέγει είναι παιδαριώδη και δεν αξίζει τον κόπο να ασχοληθώ μαζί του. Εξ’ άλλου τα όσα έχω γράψει μέχρι τώρα δίνουν απάντηση και στις δικές του επικρίσεις.
Έρχομαι στον έκτο επικριτή μου. Λέγεις ότι δεν έχω ιδέα τι σημαίνει συμ-προσευχή. Εσύ λοιπόν που έχεις ιδέα, άνοιξες ποτέ το Ιερό Πηδάλιο να διαβάσεις τι λέγουν οι ιεροί Κανόνες περί συμπροσευχών; Μάλλον δεν το άνοιξες, γιατί αν το άνοιγες δεν θα έγραφες ότι «συμπροσευχή δεν σημαίνει ότι βρίσκομαι και προσεύχομαι σε ένα ναό, μέσα στον οποίο εκείνη την στιγμή βρίσκονται και άλλοι ετερόδοξοι ή και αλλόθρηκοι, που μπορεί και αυτοί να προσεύχονται». Ποιός λοιπόν ιερός Κανόνας λέγει αυτά που γράφεις εδώ; Γιατί δεν παραθέτεις έστω και έναν από αυτούς για να τεκμηριώσεις την θέση σου; Αλλά όσο και αν ψάξεις δεν θα βρείς ούτε έναν. Οι ιεροί Κανόνες αδελφέ μου λέγουν το ακριβώς αντίθετο από ό,τι γράφεις. Θα σου παραθέσω δύο τρείς από αυτούς για να σε διαφωτίσω: Ο ΜΕ΄ Κανών των αγίων Αποστόλων λέγει: «Επίσκοπος, ή πρεσβύτερος, ή διάκονος αιρε-τικοίς συνευξάμενος μόνον, αφοριζέσθω, ει δε και επέτρεψεν αυτοίς ως κληρικοίς ενεργήσαι τι, καθαιρείσθω». Ο ΣΤ΄ της εν Λαοδικεία λέγει: «Περί του μη συγχωρείν τοις αιρετικοίς εισιέναι εις τον οίκον του Θεού επιμένοντας τη αιρέσει». Ο ΛΓ΄ της ιδίας Συνόδου λέγει: «Ότι ου δει αιρετικοίς ή σχισματικοίς συνεύχεσθαι». Με κατηγορείς, ότι και εγώ έπεσα στο αμάρτημα της συμπροσευχής.
Για πες μου λοιπόν, ποιοί ευθύνονται, που οι Ορθόδοξοι ναοί σήμερα κατάντησαν ξέφραγο αμπέλι και ο κάθε αιρετικός και αλλόθρησκος μπορεί να μπαίνει ελεύθερα εν ώρα ακολουθίας; Εμείς τα απλά παπαδάκια, που δεν μας πέφτει λόγος, αλλά είμαστε υποχρεωμένοι σε σιδηρά πειθαρχία και υπακοή στον επίσκοπο, ή ο ίδιος ο επίσκοπος; Να είσαι βέβαιος, ότι οι επίσκοποι γιαυτήν την αμέλειά τους, εξ’ αιτίας της οποίας δημιουργείται όλη αυτή η χαώδης ακαταστασία, όλο αυτό το μπάχαλο, και καταπατούνται οι ιεροί Κανόνες, θα είναι αναπολόγητοι εν ημέρα κρίσεως. Γιατί λοιπόν είμαι ένοχος συμπροσευχής για ένα αμάρτημα, που βαραίνει αποκλειστικά τον επίσκοπο;
Πρίν να κλείσω θα ήθελα, απευθυνόμενος προς όλους τους επικριτές μου να πώ τα εξής. Το να καταφεύγετε σε ύβρεις και ψεύδη και να καταβάλετε αγχώδη προ-σπάθεια να βρήτε στο πρόσωπό μου λάθη και σφάλματα ή συμπτώματα του παλαιού ανθρώπου, (που ούτως ή άλλως υπάρχουν σε όλους μας, αφού δεν είμαστε άγιοι αλλά αμαρτωλοί), για να συγκαλύψετε τις παρανομίες του Δεσπότη σας, για τις οποίες έγινε λόγος παρά πάνω, κανέναν δεν πρόκειται να πείσετε, αλλά μάλλον αμαρτάνετε περισσότερο. Αν εφαρμόζονταν σήμερα οι ιεροί Κανόνες, ο επίσκοπός σας θα έπρεπε να ήταν καθηρημένος. Το καλύτερο λοιπόν που έχετε να κάνετε, είναι να πάτε και να τον παρακαλέσετε να παραιτηθεί από τα επισκοπικά του καθήκοντα. Αν πράγματι έχει λίγη ταπείνωση μέσα του και αν πράγματι αγαπάει το ποίμνιό του, αυτό πρέπει να κάνει. Να πάει σε κάποιο Μοναστήρι ή ασκητήριο να κλαύσει αυτές τις αμαρτίες του και τον άδικο διωγμό που άσκησε εναντίον μου, αν θέλει να βρεί έλεος εν ημέρα κρίσεως.
Γιατί και αν ακόμη αποφύγει τα ανθρώπινα εκκλησιαστικά δικαστήρια, δεν θα ξεφύγει όμως την δικαιοσύνη του Θεού.Οι ιεροί Κανόνες, τους οποίους κατεπάτησε, θα γίνουν κανόνια που θα τον εκδικηθούν μιά μέρα. Ό,τι σπείρει κανείς αυτό και θα θερίσει. Ο πνευματικός νόμος λειτουργεί με μαθηματική ακρίβεια, και δεν κάνει εξαιρέσεις σε κανέναν, ούτε σε επισκόπους. Αν δεν μετανοήσει, όλα αυτά θα τα βρεί μπροστά του, όταν θα βγαίνει η ψυχή του και θα περνάει τα τελώνια. Και εκείνη την ώρα δεν χωρούν ούτε δεσποτιλίκια ούτε σατραπισμοί, αλλά θα τρέμει σαν το φύλο. Γιά μένα το θέμα πλέον έχει κλείσει. Ας σταματήσουμε λοιπόν τις περαιτέρω φιλονικίες, γιατί δεν ωφελούν σε τίποτα .Τον λόγο τώρα τον έχει ο Θεός. Ας περιμένουμε λοιπόν να δούμε στη συνέχεια ποιόν από τους δύο θα δικαιώσει ο Θεός. Εμένα ή τον Δεσπότη σας. Ειρηνεύετε αδελφοί και προσεύχεσθε. Η Χάρις του Θεού μαζί σας.
Σε ποιόν τα απευθύνετε όλα αυτά πάτερ;
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε ποιους αναφέρετε περί της Αγίας Γραφής, της Πατρολογίας, του Πηδαλίου και της μέλλουσας Κρίσης;
Στους οσφυοκάμπτες και παραγωγούς αφθόνου σιέλου, που η μόνη παραγωγικότητα, για την οποίαν παραπονούνται, είναι ο συνωστισμός κάθε 1η και 16η του μήνα στα λογιστήρια για την παραλαβή του μισθού;
Όλα αυτά που αναφέρετε, αγία Γραφή, Πηδάλιο, Ι. Κανόνες, μέλλουσα Κρίση, ξέρετε που τα έχουν γραμμένα; Μα στο χαρτί του αποχωρητηρίου με το οποίον σκουπίζονται.
Χάνετε τον καιρό σας συνδιαλεγόμενος με κωφούς και άλαλους και τυφλούς "τον νουν".
ΙΚ