Έρευνα: Αθανάσιος-Νεκτάριος Γκ.
ΕΡΩΤΗΣΗ. Πότε απαιτείται (και πότε δεν απαιτείται) επίσημη ενέργεια της Εκκλησίας
για την καθαίρεση αιρετικών;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΠΗΓΗΣ 1 (=πλατφόρμα τεχνητής νοημοσύνης)
α) Διάκριση μεταξύ «αὐτομάτου»
(πνευματικής) έκπτωσης και «συνοδικής-κανονικής» καθαίρεσης
1. Αυτόματη (πνευματική) έκπτωση
o
Όταν κάποιος (ιδίως κληρικός) κηρύττει ανοιχτά
και συνειδητά νέα αίρεση, ο ίδιος πνευματικά
αποκόπτεται «αὐτομάτως»
από το Σώμα της Εκκλησίας. Η χάρη της ιερωσύνης δεν μπορεί να παραμένει ενεργή σε
κάποιον που πολεμά την ορθή πίστη «γυμνῇ
τῇ κεφαλῇ».
o
Αυτή η «αυτοκαθαίρεση» έχει να κάνει με την ουσιαστική (ontological) διάσταση της ένταξης
στο Σώμα του Χριστού. Από τη στιγμή που παραχαράσσεται η πίστη και δεν υπάρχει
μετάνοια, ο συγκεκριμένος κληρικός δεν δύναται
να τελέσει έγκυρα μυστήρια.
2. Συνοδική-κανονική
καθαίρεση
o
Πρόκειται για την επίσημη ανακήρυξη (θεσμική-κανονική) πως ο συγκεκριμένος
«αιρετικός» κληρικός καθαιρείται και παύει να λογίζεται ως ιερεύς
ή επίσκοπος της Εκκλησίας.
o
Η Εκκλησία, δια των αρμοδίων οργάνων της (Σύνοδος,
τοπική ή οικουμενική),
επιβεβαιώνει ενώπιον
όλων το ήδη συντελεσθέν πνευματικό γεγονός. Δηλαδή, η συνοδική πράξη «σφραγίζει»
ή «κάνει εμφανές και δεσμευτικό για όλους» ό,τι ήδη έχει γίνει σε πνευματικό
επίπεδο.
β) Πρακτικός λόγος ύπαρξης και ανάγκης της συνοδικής απόφασης
·
Οι Πατέρες της Εκκλησίας ανέκαθεν τόνιζαν πως πρέπει
να αποφεύγονται σύγχυση και αντικρουόμενες απόψεις εντός του εκκλησιαστικού
σώματος.
·
Επομένως, η συνοδική
διαδικασία ρυθμίζει:
1. Την
αποσαφήνιση της Ορθής Πίστης.
2. Την
προστασία του ποιμνίου από την πλάνη.
3. Την
αποτροπή περαιτέρω σχισματικών καταστάσεων.
4. Τη
διασφάλιση της (οπτικής, “κανονικής”)
ενότητας της Εκκλησίας.
Με άλλα λόγια, παρότι ο αιρετικός (κληρικός) χάνει τη σωστική χάρη «αυτόματα» όταν επισήμως διακηρύσσει και εμμένει σε αίρεση, η καταδίκη/καθαίρεση διά συνόδου ή διά της αρμοδίας επισκοπικής αρχής καθίσταται απαραίτητη προκειμένου να διακρίνεται τυπικά και ξεκάθαρα στους οφθαλμούς όλων το ποιος είναι σε κοινωνία με την Εκκλησία και ποιος όχι.
![]() |
2. Θεολογικός,
δογματικός, σωτηριολογικός, εσχατολογικός λόγος πίσω από αυτήν την ανάγκη
1. Θεολογικός - δογματικός λόγος
o
Η Εκκλησία είναι η «Κιβωτός της αλήθειας» (βλ. 1
Τιμ. 3:15) και «Σώμα Χριστού» (Εφεσ. 1:22–23). Όταν κάποιος διαστρέφει την
πίστη και εμμένει πεισματικά σε αυτήν τη διαστροφή, τάσσεται εκτός του αληθινού
Δόγματος, άρα εκτός Εκκλησίας.
o
Η συνοδική
καταδίκη ενός κληρικού ως αιρετικού φανερώνει έμπρακτα ότι η διδασκαλία του
βρίσκεται εκτός της παραδομένης αποστολικής
πίστης.
2. Σωτηριολογικός
λόγος
o
«Εκτός Εκκλησίας δεν υπάρχει σωτηρία», κατά τους
Πατέρες (π.χ. Μέγας Κυπριανός, Μέγας Βασίλειος). Η ακρίβεια της πίστεως
συνδέεται άρρηκτα με τη θεραπεία του
ανθρώπου και την κοινωνία με τον Θεό.
o
Η κανονική ανακήρυξη της αίρεσης διασφαλίζει πως
οι πιστοί θα γνωρίζουν ότι η
συγκεκριμένη διδασκαλία οδηγεί σε απομάκρυνση από τη Χάρη, άρα σε απώλεια της
σωτηρίας.
3. Εσχατολογικός
λόγος
o
Η Εκκλησία βιώνει ήδη από τώρα το μυστήριο της
«Βασιλείας του Θεού». Όποιος εισάγει ψεύδος για την πηγή της Αλήθειας (Χριστό) και
γκρεμίζει το ορθό φρόνημα, βάλλει στην
πράξη κατά του ίδιου του Σώματος του Χριστού.
o
Η επίσημη συνοδική πράξη θέτει ξεκάθαρα την οριοθέτηση:
ποιος βαδίζει με τον Χριστό και ποιος «εξέρχεται» εκουσίως της αληθινής Εκκλησίας
– αυτό θα κριθεί οριστικά και εσχατολογικά,
όμως η Εκκλησία ήδη από την παρούσα ζωή κάνει διακριτή (φαινομενικά) την
αλήθεια της από την πλάνη.
![]() |
ΕΡΩΤΗΣΗ. Πριν την επίσημη καθαίρεση,
ο αιρετικός (κληρικός) είναι ή δεν είναι μέλος της Εκκλησίας;
α) Θεολογική (πνευματική)
διάσταση
·
Στην πνευματική–οντολογική
του διάσταση, ο κληρικός που κηρύττει αίρεση ήδη αποκόπτεται από τη χάρη και καθίσταται «εκτός Εκκλησίας» προτού
καν συγκληθεί Σύνοδος ή εκδοθεί επίσημη απόφαση.
·
Οι Πατέρες (π.χ. Μέγας Φώτιος, Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς)
μιλούν ξεκάθαρα για αυτομάτως έκπτωτους αιρετικούς.
β) Κανονική–ορατή διάσταση
·
Ενώ αυτό πνευματικά
ισχύει, η ορατή–κανονική αναγνώριση
λαμβάνει χώρα με την επίσημη καταδίκη/καθαίρεση από τη Σύνοδο (ή τον αρμόδιο επίσκοπο,
εφόσον είναι κατώτερος κληρικός).
·
Επομένως,
πριν από την επίσημη καθαίρεση ένας αιρετικός κληρικός:
o
Πνευματικά
δεν είναι μέλος της Εκκλησίας (δεν μετέχει στη χάρη).
o
Τυπικά–εξωτερικά
ενδέχεται ακόμα να φέρει τον τίτλο «επίσκοπος/πρεσβύτερος» μέχρι να
καταδικαστεί συνοδικώς.
o
Ωστόσο, οι πιστοί δικαιούνται (και οφείλουν) να διακόψουν την εκκλησιαστική κοινωνία
μαζί του, όταν αυτός «γυμνῇ
τῇ κεφαλῇ» κηρύττει αίρεση (βλ. 15ο Κανόνα
της Πρωτοδευτέρας Συνόδου).
![]() |
Συνοψίζοντας
1. Από τη στιγμή που κάποιος κηρύττει νέα
αίρεση και εμμένει σε αυτή, πνευματικά– ενεργειακά δεν μετέχει πια στη Χάρη
της Ιερωσύνης, άρα δεν έχει έγκυρα Μυστήρια.
2. Επίσημα–κανονικά, όμως, η Εκκλησία (μέσω
Τοπικής ή Οικουμενικής Συνόδου) προβαίνει σε καθαίρεση, για να διατρανώσει
δημοσίως και αναμφιβόλως ότι ο συγκεκριμένος κληρικός
έχει εκπέσει. Με αυτόν
τον τρόπο προστατεύεται το ποίμνιο και αποφεύγονται σύγχυση και σκάνδαλα.
3. Πριν από την επίσημη συνοδική καθαίρεση,
ο κηρύττων αίρεση είναι ήδη
(πνευματικά/οντολογικά) εκτός Εκκλησίας, όμως τυπικώς/εξωτερικά
μπορεί να εξακολουθεί να φέρει τον «τίτλο» — γι’ αυτό και είναι αναγκαία η κανονική
απόφαση που επιβεβαιώνει και φανερώνει σε όλους την πτώση του.
Κοντολογίς, αυτό που
συντελείται «εν δυνάμει» και αοράτως (η
αποκοπή από τη Χάρη), η Εκκλησία το διακηρύσσει «εν ενεργεία» και ορατά δια των συνοδικών και κανονικών
διαδικασιών προς σωτηρία των πιστών και διαφύλαξη της Εκκλησίας από τη σύγχυση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου