Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2010

ΨΩΜΙ ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΝΑ ΦΑΜΕ,


ROLEX ΔΙΑΦΗΜΙΖΟΥΜΕ!



της κ. Νινετας Βολουδακη


Πάντοτε μου έκανε εντύπωση το ότι τα χριστουγεννιάτικα παραμύθια και τα χριστουγεννιάτικα βιβλία ή οι ιστορίες που διάβαζα, ήταν μελαγχο­λικές. Η χαρά ερχόταν στο τέλος κι όχι πάντοτε με αίσιο τρόπο –θυμηθείτε Το Κοριτσάκι Με Τα Σπίρτα!... Λες και οι συγγραφείς τους –ακόμη και οι μη ορθόδοξοι– ήθελαν να τονίσουν κάποιο νόημα πέρα από τη χαρά και την ανάπαυση των εορταστικών ημερών.


Ίσως καταλάβατε ότι το προοίμιο ήταν για να δικαιολογήσω τις δικές μου μελαγχολικές εορταστκές σκέψεις!... Και θα σας πω αμέσως τι μου τις δημιούργησε.


Αυτές τις μέρες, ήρθαν στα χέρια μου δυο εορταστικά περιοδικά, ένα ελληνικό –που κυκλοφορεί πάνω από πενήντα χρόνια, απευθύνεται στις σύγχρονες γυναίκες και θέλει να αυτοτιτλοφορείται “οικογενειακό”– και ένα αγγλικό, επίσης με πολύχρονη παράδοση, που απευθύνεται κι αυτό στο ίδιο αγοραστικό κοινό.


Ξεφυλλίζοντας το αγγλικό περιοδικό πήρα ένα σωρό ιδέες για την έξυπνη και χαρούμενη γιορταστική διακόσμηση του σπιτιού με σχεδόν μηδενικά έξοδα, αφού δείχνει πως μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει απλούστατα υλικά, όπως π.χ. τα ξερά κλαριά του κήπου.


Είδα φωτογραφίες καλόγουστων σπιτικών, που άστραφταν φιλόξενα, έτοιμα για τις οικογενειακές συγκεντρώσεις των ημερών. Διάβασα τις φιλικές ιδέες που μοιράστηκαν οι οικοδέσποινες αυτών των σπιτιών με τους ανα­γνώστες του περιοδικού για το πως έχουν προγραμματίσει τις γιορτές με τις οικογένειες και τους φίλους τους και τι μικρά «τρυκ» έχει βρει η καθεμιά, για να μην περάσει όλες τις γιορτές στην κουζίνα, αλλά να ξεκουραστεί και να χαρεί με τους καλεσμένους της.


Είδα επίσης πολλές σελίδες αφιερωμένες στο οικογενειακό γιορτινό τραπέζι, ιδέες για οικονομικά, για έξυπνα και χρήσιμα δωράκια, ακόμη και για δώρα που μπορεί να τα φτιάξει κανείς μόνος του –ποια γυναίκα δεν μπορεί να πλέξει ένα πολύχρωμο χαρούμενο κασκόλ;– με μεράκι και πολλή αγάπη για τον παραλήπτη. Δεν έλειπαν ούτε κι οι διαφημίσεις για όλα τα φρου-φρου κι αρώματα που τραβούν την προσοχή του γυναικείου πληθυ­σμού, όλα όμως λογικά και προσγειωμένα στην πικρή πραγματικότητα της οικονομικής κρίσης –που ακόμα δεν έχει αγγίξει τη Μεγάλη Βρετανία στο βαθμό που άγγιξε εμας!


Ωστόσο, μέσα στη γιορτινή ατμόσφαιρα του περιοδικού δεν έλειπαν και οι ιστορίες ανθρώπων, για τους οποίους αυτές οι μέρες είναι περισσότερο αιτία πόνου, παρά χαράς. Δηλαδή, για ανθρώπους με ανίατες αρρώστειες και τις οικογένειές τους, ή ανθρώπους σε κάποια προχωρημένα στάδια καρκίνου, ή, για τους στρατιώτες που υπηρετούν στο Αφγανιστάν και το
Ιράκ, μακριά απ’ τα σπίτια τους, τις συζύγους και τα παιδιά τους. Ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε μια γυναίκα που έχει χάσει τον άνδρα της στο Αφγανι­στάν και, αντί να αφεθεί στον πόνο και την κατάθλιψη, δημιούργησε μαζί με άλλες συζύγους στρατιωτικών –που της συμπαραστάθηκαν στη θλίψη της σαν να ήταν αδερφές της– ένα Σύλλογο που παρέχει ψυχολογική και υλική υποστήριξη στα παιδιά των στρατιωτικών που υπηρετούν στις επικίνδυνες περιοχές της γης.


Διάβασα, δηλαδή, κάθε είδους ενημερωτικά άρθρα γραμμένα από ανθρώπους που έχουν οικογένεια και ξέρουν τα προβλήματα και τη ζωή της οικογένειας, γι’ αυτό και ξέρουν πως θα γράψουν, τι θα προτείνουν, τι θα τονίσουν και πως θα διευκολύνουν την οικογενειακή ζωή και το φορτω­μένο πρόγραμμα των ημερών. Κι όλα αυτά, συνοδευμένα από ένα καλογραμ­μένο και ευγενέστατο «σημείωμα» της εκδότριας, με πληροφορίες για τις φιλανθρωπικές δραστηριότητες του περιοδικού και εγκάρδιες ευχές.


Και μετά από αυτήν όλη την πηγή της ξεκούρασης, της πληροφορίας και του προβληματισμού, πήρα στα χέρια μου το ελληνικό γυναικείο, υποτίθεται, οικογενειακό περιοδικό.


Από το εξώφυλλο μέχρι το οπισθόφυλλο ήταν γεμάτο ολοσέλιδες φωτογραφίες, όχι γυναικών, αλλά μαινάδων σε έκσταση, οι οποίες, ό,τι και να διαφήμιζαν, είτε ρούχα είτε τσάντες είτε αρώματα είτε καφέ, είχαν το ίδιο γλαρό –για να μην πω τίποτα χειρότερο– μάτι!


Δηλαδή, κατά το περιοδικό, η μέση ελληνίδα γυναίκα δεν πρέπει να έχει καμμιά άλλη φροντίδα από το να ντύνεται με «ρούχα» που φοριούνται μόνο αν έχεις ξεπέσει στο τελευταίο σκαλί του αυτοεξευτελισμού, να ισορροπεί πάνω σε παπούτσια που ίσα την κρατάνε μέχρι να σωριαστεί απ’ τη μία καρέκλα στην επόμενη, να είναι στημένη απ’ το πρωΐ μέχρι το βράδυ στον καθρέφτη μην της ξεφύγει καμμιά βλεφαρίδα απ’ τη θέση της και να διαλέγει αρώματα!...


Αλλά, ακόμη κι αν αγνοήσει κανείς τις 150 σελίδες του απόλυτου τίποτα, του απόλυτου ανεγκέφαλου κενού, τις τιμές που δεν ντράπηκαν να τις τυπώσουν, πως να τις αγνοήσει; Γιατί χρειάζεται ιδιαίτερη αδιαντροπιά για να προβάλλεις, τον καιρό του ενός εκατομμυρίου ανέργων, ολοσέλιδη διαφήμιση ρολογιού με διαμάντια στην “οικονομικότατη” τιμή των... 41.900 ευρώ!


Κι ακόμα περισσότερη αδιαντροπιά χρειάζεται για να γράψεις αυτό το «σημείωμα» της εκδότριας, και να αναλάβεις να “διαφωτίσεις” τις... ανίδεες αναγνώστριές σου, για το τι είναι η πραγματική πολυτέλεια. Και να γράφεις, μέσα στα άλλα «σοφά» ότι πραγματική πολυτέλεια είναι να μη χρωστάς και να διατάζεις όσους σε διαβάζουν –και καλά να πάθουμε– να εξοφλήσουν τα χρέη τους μέσα στο 2011! Ακούσατε; Όσοι έχουν χρέη στο τέλος του 2011 θα λογαριαστούν με την κυρία! Όσοι χάνουν το σπίτι τους και τις επιχειρήσεις τους από τις Τράπεζες, όσοι δεν μπορούν να πληρώσουν τις δόσεις για το σπίτι τους, τα φροντιστήρια και τα μαθήματα των παιδιών τους, όλοι οι μέσοι άνθρωποι, δηλαδή, θα πρέπει να ξέρουμε ότι θα ζήσουμε με την αποδοκιμασία της κυρίας εκδότριας, που θα μας μαλώσει γιατί δεν ζούμε με πολυτέλεια!


Σάς παρακαλώ, λύστε μου την απορία: η χώρα μας δεν έχει πιά οικογένειες; Οι εκστασιασμένες μαινάδες είναι αυτές που εκπροσωπούν τη μέση ελληνίδα; Ο λαός μας δεν έχει πια συζύγους, μητέρες, εργαζόμενες γυναίκες, επιστήμονες, γυναίκες με αξιοπρέπεια και ήθος και αυτοσεβασμό; Γυναίκες που να νοιώθουμε ότι μας προσβάλλει αυτή η κυρία και το περιο­δικό της; Γυναίκες που βλέπουν τα χρόνια της σκληρής δουλειάς τους να “κάνουν βουτιά” στον Καιάδα μαζί με τη σύνταξη που θα μείνει όνειρο άπιαστο, που βλέπουν το οικογενειακό εισόδημα να μειώνεται σχεδόν στο μισό και πρέπει και πάλι αυτές να βρουν τη λύση στο χάος του οικογενειακού προϋπολογισμού; Δεν υπάρχουν γυναίκες που, όχι μόνο δεν θα έχουν την πολυτέλεια να μειώσουν τα χρέη τους μέσα στο 2011, αλλά μάλλον θα τα αυξήσουν κι από πάνω, γιατί δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα;


Αυτές οι γυναίκες δεν είναι οι αναγνώστριες της κυριακάτικης εφημε­ρίδας που κυκλοφορεί αυτό το απαράδεκτο περιοδικό; Αυτές οι γυναίκες δεν έχουν τη δύναμη να σαμποτάρουν και την εφημερίδα και το περιοδικό της και να το κλείσουν; Η μέση ελληνίδα βλέπει τον εαυτό της σαν διονυσια­ζόμενη μαινάδα; Η μέση ελληνίδα διαθέτει 41.900 ευρώ για να κάνει “δωράκι” στον εαυτό της το ρολόϊ της διαφήμισης; Η μέση Ελληνίδα δεν έχει οικογένεια που να θέλει να τους μαγειρέψει γιορτινά, φίλους που θα τους καλέσει αυτές τις μέρες, σπιτικό που θα το στολίσει και θα το ανοίξει φιλόξενα στους καλεσμένους της; Δεν έχει παιδιά, γατιά, σκυλιά, κάποιους, τέλος πάντων, που να θέλει να τους κάνει χαρούμενους, μέρες που είναι; Δεν έχει Παραδόσεις; Δεν μοιάζει κάν στη μέση Ευρωπαία γυναίκα; Δεν της έχει μείνει τίποτα από τη συστολή και τη σεμνότητα και τη σωφροσύνη που ήταν τα φυσικά χαρακτηριστικά της μέχρι και μετά τα μέσα του προηγούμενου αιώνα;


Θυμάμαι ένα γαλλικό έργο που σατίριζε τις “μοντέρνες” οικογένειες της Γαλλίας, και καυτηρίαζε την “αλλόκοτη” τροπή που έχουν πάρει τα ήθη τους. Στο τέλος, λοιπόν, του έργου, ένα μικρό κοριτσάκι, κάπου δέκα χρόνων, μιλούσε σε κάποιο συμμαθητή της και του περιέγραφε την οικογένειά της. «Η μαμά της γιαγιάς μου,» έλεγε, «είναι λεσβία και συζεί με την πρώην ερωμένη του μπαμπά της γιαγιάς μου. Ο μπαμπάς της γιαγιάς μου πέθανε. Η γιαγιά μου –η μαμά της μαμας μου– συζεί με το δικό μου μπαμπά, κι η μαμά μου, αφού στην αρχή δεν ήθελε να μιλάει ούτε στον μπαμπά μου ούτε στη γιαγιά μου, τώρα τους μιλάει, γιατί συζεί με τον κύριο που της έφερνε στο σπίτι το έτοιμο φαγητό. Έτσι, λέει, έχει τουλά­χιστον κάποιον να της μαγειρεύει, αφού φεύγει για τη δουλειά της το πρωΐ και γυρίζει το βράδυ. Ο παππούς μου, που χώρισε από τη γιαγιά μου που συζεί με το μπαμπά μου, αποφάσισε να γίνει γκέϊ και συζεί τώρα με το συνέταιρο του μπαμπά μου. Έτσι έπαψαν πιά να τσακώνονται και είμαστε όλοι μια χαρούμενη οικογένεια»!


Τέτοιες “χαρούμενες” οικογένειες, ελπίζω να μη δούμε ποτέ και στη δική μας κοινωνία, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι πρόκειται να μείνουμε οπισθοδρομικοί!...


Ας ευχηθούμε, αυτή τη νέα χρονιά να προβληματιστούμε για το πως φτάσαμε εδώ που φτάσαμε και να αναθεωρήσουμε ριζικά τη νοοτροπία που μας οδήγησε στην κατάσταση που βρισκόμαστε. Ας ευχηθούμε να ξαναθυμη­θούμε ποιοί ήσαν οι Πατέρες μας και οι Μητέρες μας και να ντραπούμε για την τωρινή μας κατάντια. Αλλιώς, μας περιμένουν ακόμα πιο δύσκολες μέρες και ακόμα μεγαλύτεροι εξευτελισμοί…!



«Ενοριακή Ευλογία» Αρ. Τεύχους 103

Ιανουάριος 2011

3 σχόλια:

  1. Ποιο είναι το Ορθόδοξο όνομα της κας Νινετας;Το έχει αλλάξει;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. τι εστι Νινετα;Γιναμε προτεσταντες και θέλουμε και ιέριες;Ντροπή σας πία

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Γιατί, το Λία είναι ορθόδοξο;

    ΙΚ

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου