Ζ΄Μθ 9,27-36
Ο συμπονετικός Ιησούς
και οι συκοφάντες του
του αρχιμ. Αθανασιου Σιαμακη
Θεραπεία δύο τυφλών και ενός κωφού δαιμονισμένου έγινε από τον Ιησού στην Καπερναούμ εξιστορεί η ευαγγελική περικοπή. Αλλά και θεραπεία κάθε αρρώστιας που συνάντησε στην περιοδεία του στην ύπαιθρο χώρα, καθώς και έκφραση συμπόνιας προς τον παραμελημένο λαό και διαπίστωση πολλού έργου και λίγων εργατών. Ας μπούμε στις λεπτομέρειες.
Οι δύο τυφλοί, που προφανώς είχαν συνάψει τις τύχες τους σαν ομοιοπαθείς, για να αλληλοβοηθιούνται, μπήκαν στην ακολουθία του Ιησού. Είχαν την αίσθηση προφανώς ότι δεν θα μπορέσουν να βαδίσουν πίσω του με το ρυθμό που βάδιζαν οι άλλοι, και φοβούμενοι μήπως μείνουν πίσω και χάσουν τη μοναδική ευκαιρία να ζητήσουν από τον Κύριο αυτό που δεν μπορούσε να τους το δώσει άλλος, το πολυπόθητο φως, αρπάζουν την προτεραιότητα βγάζοντας δυνατή φωνή· «Ιησού, απόγονε του ένδοξου Δαυΐδ, σπλαχνίσου μας και γιάτρεψέ μας».
Η προσφώνηση προδίδει ότι οι δύο τυφλοί ήταν ενήμεροι για το ποιος είναι ο Ιησούς και ποιό το έργο του, κι ότι είναι σπλαχνικός προς όλους. Πίστεψαν ότι αυτός που έχει και τη δύναμη και τη θέληση να εκπληρώσει την επιθυμία τους, και γενικά τις ανάγκες των ανθρώπων, θα καμφθεί από το αίτημά τους. Πράγματι, τους άκουσε ο Κύριος και σαν μπήκε στο σπίτι, άγνωστο ποιο, τους πλησιάζει και τους ρωτάει· «Πιστεύετε ότι μπορώ να κάνω αυτό που με ζητάτε;», κι εκείνοι αδίστακτα του απάντησαν «Ναι, Κύριε». Ψηλαφάει τότε με το χέρι του τα μάτια τους λέγοντας· «Ας γίνει σύμφωνα με την πίστη σας». Και ανοίγουν τα μάτια τους αυτοστιγμεί. Τους λέει τότε αυστηρά ο Κύριος· «Προσέχετε· κανένας να μη μάθει αυτό που σας έκανα». Εκείνοι όμως από τη χαρά τους το διέδωσαν παντού.
Ο Ιησούς ήθελε πρώτα όσοι ήταν εκεί κοντά στους τυφλούς ν’ ακούσουν την πίστη τους. Ήθελε να περάσει το μήνυμα ότι απαραίτητος όρος, για να δεχτούν τη δωρεά, είναι η πίστη τους στη θεία δύναμή του. Ο ίδιος ως καρδιογνώστης γνώριζε την πίστη των δύο τυφλών, αλλ’ οι μαθηταί του έπρεπε ν’ ακούσουν την ομολογία τους.
Καθώς βγαίνει τώρα από το σπίτι ο Ιησούς, του φέρνουν ένα δαιμονισμένο, που το δαιμόνιο είχε ακυρώσει την ακοή του και τη λαλιά του και ο άνθρωπος ήταν κωφός και άλαλος. Οι άδολοι άνθρωποι που είδαν το σημείο αυτό και τα δύο άλλα, καθώς και την ευκολία με την οποία τα έκανε ο Ιησούς, εξέφρασαν το θαυμασμό τους ότι τέτοιο φαινόμενο δεν είχε εμφανιστεί ποτέ στον Ισραήλ.
Δεν έλεγαν όμως το ίδιο και οι φθονεροί φαρισαίοι· αντιθέτως το στόμα τους έσταζε δηλητήριο και έλεγαν ότι με τον άρχοντα των δαιμονίων βγάζει τα δαιμόνια. Λίγο-πολύ έλεγαν δηλαδή ότι ο Ιησούς ήταν δαιμονισμένος και είχε συνεργασία με τον αρχηγό των δαιμονίων, του οποίου χρησιμοποιούσε τη δύναμη στην εκδίωξή τους! Η φαρμακερή κακία τους δεν τους επέτρεπε να σκεφθούν κάτι πολύ απλό, ότι ο διάβολος δεν βγάζει διάβολο, διότι, αν ήταν έτσι, θα είχαν αλληλοεξοντωθεί· αντιθέτως ο αρχηγός των δαιμονίων υποστηρίζει τα δαιμόνια, όπως απάντησε ο Ιησούς λίγο αργότερα (12,25-30). Φυσικά ο Χριστός τους διεμήνυσε ότι αυτή τους η συκοφαντία κατά του προσώπου του δεν πρόκειται να τους συγχωρηθεί, ούτε στον παρόντα ούτε στον μέλλοντα αιώνα. Είναι η μοναδική αμαρτία που δεν συγχωρείται από το Θεό, όχι διότι του λείπει η διάθεση, αλλά διότι αυτοί δεν θέλουν να λάβουν συγχώρηση. Είναι αρνητικοί στην καλή διάθεση του Γιατρού και στο φάρμακο της σωτηρίας.
Τέλος η ευαγγελική περικοπή αναφέρει ότι ο Ιησούς πήρε με την αράδα όλες τις πόλεις και τα χωριά και έκανε δύο πράγματα· Μιλούσε στις συναγωγές και θεράπευε όλες τις αρρώστιες, βαρειές και ελαφρές. Έβλεπε τους ανθρώπους με μεγάλη συμπόνια να είναι παρατημένοι από τους ποιμένες του Ισραήλ σαν κοπάδι χωρίς τσομπάνο. Και έλεγε στους μαθητάς του τη διαπίστωσή του, ότι τα προς θερισμόν χωράφια είναι πολλά, αλλά οι θερισταί είναι λίγοι, δηλαδή πολλοί άνθρωποι δέχονται ευχαρίστως το ευαγγέλιο και τη σωτηρία, αλλ’ οι κήρυκες που θα τους κηρύξουν το ευαγγέλιο και θα τους οδηγήσουν στη σωτηρία είναι λίγοι.
Ίδια διαπίστωση σ’ όλες τις εποχές, και στη σημερινή. Η ευθύνη, που οι πολλοί σήμερα αγνοούν το ευαγγέλιο και δεν έχουν πάρει στα σοβαρά τη σωτηρία τους, δεν βαρύνει τόσο τους ίδιους, όσο τους ποιμένες που αδιαφορούν ή και δρουν αρνητικά, και μόνο ποιμένες δεν είναι. Οι άνθρωποι συνήθως έχουν καλή διάθεση, εύκολα δείχνουν ενδιαφέρον για τα ζητήματα της σωτηρίας τους, αλλ’ οι ποιμένες μας στην πλειονότητά τους είναι χαλασμένοι και δεν βοηθούν. Για άλλα ενδιαφέρονται. Είναι παραπάνω από σίγουρο ότι αν ο προφήτης Ιεζεκιήλ έβλεπε τη σημερινή κατάσταση, τα ίδια εκείνα που έλεγε στους τότε θα έλεγε και στους τώρα· «Ω ποιμένες, βόσκετε τον εαυτό σας κι όχι τα πρόβατα. Το γάλα το τρώτε, το μαλλί το ντύνεστε, το παχύ το σφάζετε, αλλά τα πρόβατά μου δεν τα βόσκετε».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου