Ἀναδημοσιεύουμε μιὰ μνημειώδη Ἐπιστολὴ Ἁγιορειτῶν καὶ Λαϊκῶν, καὶ σημειώνουμε τὰ ἑξῆς:
Στὴν Ἐπιστολὴ τονίζεται ὅτι ἡ ἀντίδραση τῶν Ἱ. Μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους στὸ προκλητικὸ «συλλείτουργο» τοῦ Πατριάρχη μὲ τὸν Πάπα τὸ 2006 «εἶναι ὕποπτος καὶ ἀνουσία» καὶ ἀποκαλύπτει τὴν «δειλία τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος νὰ ἐλέγξη τοὺς αὐτουργούς τοῦ ἐγκλήματος, Πατριάρχην κ. Βαρθολομαῖον καὶ (τὸν τότε) Ἀρχιεπίσκοπον κ. Χριστόδουλον».
Ἡ «Ἀνακοίνωσις τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος» (λέγει συγκεκριμένα ἡ Ἐπιστολή) «εἶναι «ὕποπτος μὲν διότι, ἐνῶ θὰ ἔπρεπε νὰ ἀπευθύνεται εἰς τοὺς πρωτεργάτες τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀπηυθύνετο εἰς τὰ μέσα ἐνημερώσεως... Ἐδῶ προσέτι διαφαίνεται καὶ ἡ δειλία τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος νὰ ἐλέγξη τοὺς αὐτουργοὺς τοῦ ἐγκλήματος, αὐτοὺς δηλαδή, ποὺ ὡς κακοὶ ἐκπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας προδίδουν τὴν Πίστιν, καὶ ἐστράφη εἰς τὰ μέσα ἐνημερώσεως, διακηρύσσουσα θεωρητικὰ καὶ ἀνώδυνα τὴν ὀρθοδοξότητά της».
Δυστυχῶς, ἀποδείχτηκε τραγικὰ ἡ ἀλήθεια τῶν συγγραψάντων τὴν Ἐπιστολή. Ἀπὸ τότε (2006) ἕως σήμερα, πράγματι ἡ δειλία τῶν Ἡγουμένων τῶν Ἱ. Μονῶν συνεχίζεται ἐπὶ «προδοσίᾳ τῆς Πίστεως»· καὶ ἡ ὑποψία ὅτι οἱ Ἡγούμενοι προτίμησαν τὸ Μοναστήρι τους καὶ τὴν πατερίτσα τους, ἀντὶ τῆς Ὁμολογίας διὰ τῆς Διακοπῆς Μνημοσύνου, ὅπως εἶχαν κάνει ὅταν ὁ Οἰκουμενισμὸς ἦταν στὰ πρῶτα του βήματα, ἐπὶ Πατρ. Ἀθηναγόρα, ἐπιβεβαιώθηκε!
Καὶ τὸ ἐρώτημα ποὺ προκύπτει εἶναι τὸ ἑξῆς:
Τί κάνουν σήμερα (ποὺ ὁ Οἰκουμενισμὸς καλπάζει) οἱ ὑπογράψαντες Μοναχοί;
Τί κάνει ἡ γνωστὴ «Σύναξη» καὶ ὅσοι ἀκολουθοῦν;
Δὲν ἐκτίθενται μὲ τέτοιες δημοσιεύσεις;
Δὲν ἀποδεικνύεται ὅτι ὁ Οἰκουμενισμὸς ἔχει ἀλλοιώσει τὴν συνείδηση καὶ ἔχει συμπαρασύρει καὶ τοὺς ἄλλοτε ὁδηγούς μας;
Ἀλλά, «μὴ πεποίθατε ἐπ’ ἄρχοντας...», «Κύριος ἡμῖν βοηθός»!
Επιστολή Αγιορειτών στην Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους για τις συμπεριφορές του Οικουμ. Πατριάρχου Βαρθολομαίου και του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, πριν 7 χρόνια περίπου.
Προτείνουν διακοπή μνημοσύνου του Βαρθολομαίου και λήψη αυστηρών μέτρων
Την επιστολή υπογράφουν αρκετοί αγιορείτες και άλλοι μοναχοί και 2 λαϊκοί. Ο ένας λαϊκός είναι ο αείμνηστος καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Αθηνών Ιωάννης Κορναράκης και ο άλλος λαϊκός είναι ο κ. Νικόλαος Σωτηρόπουλος.
Β’ Ανοικτή επιστολή Προς τους αγίους Καθηγουμένους και τους αγίους αντιπροσώπους των είκοσιν Ιερών Μονών εις την Ι. Κοινότητα του Αγίου Όρους Άθω.
Ενταύθα.
Κοινοποίησις: Οικουμενικόν Πατριαρχείον.
Άγιοι Καθηγούμενοι και Άγιοι Πατέρες, Ευλογείτε.Αισθανόμεθα την ανάγκην δια της παρούσης Β’ Επιστολής να δευτερολογήσωμεν και να εκφράσωμεν την βαθύτατην λύπην μας δια τας δύο προσφάτους Ανακοινώσεις της ιεράς Κοινότητος Αγ. Όρους, αι οποίαι απηυθύνοντο προς τον εκκλησιαστικόν αφ’ ενός και προς τον ημερήσιον αφ’ ετέρου τύπον και τα Μ.Μ.Ε. Θεωρούμε δε εκ των προτέρων, ότι αι δύο αυταί Ανακοινώσεις έγιναν προς καθησυχασμόν και εξαπάτησιν ημών των ανησυχούντων και αντιδρώντων δια τα εν τοις καιροίς μας συμβαίνοντα αντορθόδοξα και αιρετικά διαβήματα του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου.
Κατ’ αρχάς η Ανακοίνωσις της ιεράς Κοινότητος είναι ύποπτος και ανουσία. Ύποπτος μεν διότι, ενώ θα έπρεπε να απευθύνεται εις τους δύο πρωτεργάτες της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, δηλαδή εις τον Πατριάρχην κ. Βαρθολομαίον και εις τον Αρχιεπίσκοπον κ. Χριστόδουλον, απηυθύνετο εις τα μέσα ενημερώσεως, ωσάν τα μέσα ενημερώσεως να διέπραξαν τας εν λόγω ατασθαλίας. Εδώ προσέτι διαφαίνεται και η δειλία της Ιεράς Κοινότητος να ελέγξη τους αυτουργούς του εγκλήματος, αυτούς δηλαδή, που ως κακοί εκπρόσωποι της Εκκλησίας προδίδουν την Πίστιν, και εστράφη εις τα μέσα ενημερώσεως, διακηρύσσουσα θεωρητικά και ανώδυνα την ορθοδοξότητά της, η οποία βεβαίως δύναται από ορθοδόξου πλευράς να αμφισβητηθή δια τους λόγους, τους οποίους θα εκθέσωμεν κατωτέρω. Σημειωθήτω δε, ότι ημείς οι αποστείλαντες και την Α’ επιστολήν δεν ελάβαμεν μέχρι τούδε καμμίαν απάντησιν.
Είναι δε και ανουσία η ανακοίνωσις αυτή, διότι εις τοιούτου είδους ανακοινώσεις και ομολογίας, έχει προβή η Ιερά Κοινότης και κατά το παρελθόν, όπως αυτή της 9 /22-4-1980, την οποίαν μνημονεύετε εις την προς τον εκκλησιαστικόν τύπον ανακοίνωσι, χωρίς βεβαίως ουσιαστικόν αποτέλεσμα. Ως εκ τούτου δε, δεν δυνάμεθα να κατανοήσωμεν ποίον άλλον σκοπόν
είχαν αι εν λόγω ανακοινώσεις, πέραν του ιδικού μας εφησυχασμού και της δημιουργίας εντυπώσεων.
Επιθυμούμεν λοιπόν εξομολογητικώς να σας αναφέρωμεν τί δεν μας ανέπαυσεν από τας δύο αυτάς ανακοινώσεις και ποίαι ενέργειαι της Ιεράς Κοινότητος κατά την γνώμην μας θα ήσαν ενδεδειγμέναι εις την παρούσαν κατάστασιν.
Προκειμένου να επαινέσετε τον Οικουμενικόν Πατριάρχην, και επειδή δεν ευρήκατε να έχη κάνει κάποιον αγώνα υπέρ της πίστεως, ή κάποιαν ομολογίαν, η οποία να έχη συνεπείας, ή έστω να εβάδισεν εις κάποιον σημείον εις τα ίχνη των Πατέρων, αναφέρετε την υπεράσπισιν των δικαίων του Πατριαρχείου, την στήριξιν των Ορθοδόξων Εκκλησιών και την προβολήν του μηνύματος του Ορθοδόξου Εκκλησίας εις τον κόσμον. Αυτά όλα, συγχωρέστε μας, είναι ευσεβείς φλυαρίαι. Ως προς την προβολήν δε του Ορθοδόξου μηνύματος εις τον κόσμον, αυτό που αναφέρετε νομίζομεν είναι απάτη και ψεύδος. Εκτός βεβαίως, αν θεωρείτε προβολήν του Ορθοδόξου μηνύματος τας συμπροσευχάς και τας κοινάς δηλώσεις με τους αιρετικούς, την αναγνώρισιν των μυστηρίων των αιρετικών ή ακόμη την οικολογικήν μέριμναν δια το περιβάλλον.
Αναφέρετε, εν συνεχεία ότι ζήτε το μυστήριον της Εκκλησίας και περιφρουρείτε ως κόρην οφθαλμού την δογματικήν σας συνείδησιν. Επικαλείσθε δε εις το σημείον αυτό τους αγώνας των ομολογητών Πατέρων και ιδίως του αγιορείτου Αγ. Γρηγορίου Παλαμά και των αγιορειτών οσιομαρτύρων, που εθανατώθησαν από τον λατινόφρονα Πατριάρχην Ιωάννην τον Βέκκον. Είναι, άγιοι πατέρες, εις το σημείον αυτό άξιον απορίας, πως μπορείτε να ζήτε το μυστήριον της Εκκλησίας μνημονεύοντες ένα αιρετικόν Πατριάρχην και πως επικαλείσθε τους επί Βέκκου αθλήσαντας αγίους Πατέρας οι οποίοι δι’ αυτόν ακριβώς τον λόγον εθανατώθησαν, επειδή δεν εμνημόνευαν και δεν ανεγμώριζαν ως Πατριάρχην τον εκπέσοντα εις τον Παπισμόν Πατριάρχην Ιωάννην τον Βέκκον.
Ο αγιορείτης επίσης μέγας Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς θεωρεί ότι δεν ανήκει εις την Εκκλησίαν του Χριστού όποιος δεν έχει την αλήθειαν και δεν την ομολογεί με λόγια και έργα, έστω και αν είναι μοναχός, ηγούμενος, Επίσκοπος ή Πατριάρχης: «Και γαρ οι της του Χριστού εκκλησίας της αληθείας εισί και οι μή της αληθείας όντες, ουδέ της του Χριστού εκκλησίας εισί, και τοσούτο μάλλον, όσον αν και σφών αυτών καταψεύδοιντο, ποιμένας και αρχιποιμένας εαυτούς καλούντες και υπ’ αλλήλων καλούμενοι, μηδέ γάρ προσώποις τον χριστιανισμόν, αλλ’ αληθεία και ακριβεία πίστεως χαρακτηρίζεσθαι μεμυήμεθα» (Ε.Π.Ε. 3, σελ. 608).
Πώς λοιπόν είναι δυνατόν να ανήκη εις την αληθινήν Ορθόδοξον Εκκλησίαν ο Πατριάρχης, ο οποίος έπαιξε με τον Πάπαν αυτό το θέατρον προσφάτως εις την εορτήν του Αγ. Αποστόλου Ανδρέου εις την Κων/πολιν, ο οποίος θεωρεί, ότι επλανήθησαν οι προπάτορές μας, οι οποίοι εδημιούργησαν το σχίσμα με τους παπικούς; Διότι ο Πατριάρχης δήλωσεν: «…οι κληροδοτήσαντες εις ημάς την διάσπασιν προπάτορες ημών υπήρξαν ατυχή θύματα του αρχεκάκου όφεως και ευρίσκονται ήδη εις χείρας του δικαιουκρίτου Θεού, αλλ’ οφείλομεν ενώπιον Αυτού, όπως επανορθώσωμεν τα σφάλματα εκείνων» (Επίσκεψις, αρ. 563-30.11.98 σελ. 6).
Πώς είναι ορθόδοξος αυτός ο οποίος συμμετέχει εις το Π.Σ.Ε. και κοντολογίς είναι υπέρμαχος και πρωτοπόρος της αιρέσεως του Οικουμενισμού; Πρέπει επίσης να σημειωθή, ότι η έκφρασίς σας, «Περιφρουρούμε ως κόρην οφθαλμού την δογματικήν μας συνείδησι», δεν είναι ορθή, διότι η δογματική συνείδησις ενός εκάστου ή και πολλών εν συνόλω ημπορεί να αφίσταται από της αληθείας, έστω και αν, όπως λέγετε, εντρυφά εις Ορθόδοξα πατερικά κείμενα, πράγμα το οποίον συχνάκις συμβαίνει. Θα έπρεπε να λεχθή, ότι «περιφρουρούμε ως κόρην οφθαλμού την δογματικήν συνείδησιν της Ορθοδόξου Εκκλησίας»¨, η οποία βεβαίως εκφράζεται με την Αγ. Γραφήν, τας Αγ. Συνόδους και τους Αγ. Πατέρας.
Αναφέρετε ότι : «φοβούμεθα να σιωπήσωμε, οσάκις τίθενται ζητήματα που αφορούν στην παρακαταθήκη των Πατέρων». Εδώ πάλιν πρέπει να υποβάλωμεν ένστασιν. Τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια, και όταν ομιλή και όταν σιωπά η Ιερά Κοινότης, είναι ένα και το αυτό, διότι, όταν ομιλή ομιλεί εκ του ασφαλούς, χλιαρά και απρόσωπα, με δουλικήν υποταγήν εις τα πρόσωπα και όχι απλώς με σεβασμόν εις τους θεσμούς. Κυρίως ομιλεί με πάγιον μέτρον και κριτήριον, να μη εκπέση εις την συνείδησιν των εκκλησιαστικων και πολιτικών αρχόντων και των ισχυρών της γης, εις τρόπον ώστε να μη υπάρχουν συνέπειαι από τα λεγόμενα. με ένα λόγον κτυπά με άσφαιρα πυρά, σαν κι αυτά που ακούονται την Πρωτοχρονιάν, τα οποία δημιουργούν εξωτερικάς εντυπώσεις, αλλά κανείς δεν τα φοβάται. Περιττόν να αναφέρωμεν, ότι δεν ωμιλούσαν κατ’ αυτόν τον τρόπον οι άγιοι Πατέρες, ούτε υπερήσπιζαν ούτω τας αληθείας της πίστεως.
Αναφέρετε ακόμη ότι: «η υποδοχή του Πάπα έγινεν ωσάν να επρόκειτο περί κανονικού επισκόπου Ρώμης». Νομίζομεν εις αυτό το σημείον, ότι ο Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος είναι πιο ειλικρινής από την Ιεράν Κοινότητα. Διότι αυτό, που πιστεύει δια τον Πάπαν, αυτό και έπραξε κατά την επισημοτέραν θείαν Λειτουργίαν και υπό τα όμματα ολοκλήρου του κόσμου. Αγαπητόν εν Χριστώ αδελφόν προσφωνεί τον Πάπαν, αναγνωρίζει τα μυστήριά του, θεωρεί ατυχή θύματα του Διαβόλου αυτούς, οι οποίοι μας επροστάτευσαν από την παπικήν αίρεσιν, τον ετοποθέτησε εις θρόνον υψηλόν κατά την Θ. Λειτουργίαν της θρονικής εορτής κλπ. Τί άλλο, άγιοι πατέρες, έπρεπε να πράξη, δια να τον θεωρήση κανονικόν Επίσκοπον Ρώμης;
Το πρόβλημα, όμως, είναι άλλο και εδώ έγκειται η έλλειψις ειλικρινείας εκ μέρους της Ιεράς Κοινότητος. Την πίστιν δηλαδή, που έχει ο Πατριάρχης, κατ’ ουσίαν έχουν και όσοι τον μνημονεύουν, σύμφωνα με την διδασκαλίων των αγίων Πατέρων και την Παράδοσιν της Εκκλησίας. Σας υπενθυμίζομεν προς τού τα λόγια των αγιορειτών οσιομαρτύρων, τους οποίους λέγετε, ότι ιδιαιτέρως σέβεσθε και τιμάτε, οι οποίοι αναφέρουν προς τον λατινόφρονα βασιλέα Μιχαήλ τον Η’: «Άνωθεν γάρ η του Θεού Ορθόδοξος Εκκλησία• την επί των αδύτων αναφοράν του ονόματος του αρχιερέως, συγκοινωνίαν τελείαν εδέξατο τούτο. Γέγραπται γάρ εν τη εξηγήσει της Θείας Λειτουργίας, ότι αναφέρει ο ιερουργών το του αρχιερέως όνομα, δεικνύων και την προς το υπερέχον υποταγήν, και ότι κοινωνός εστιν αυτού, και Πίστεως και των Θείων Μυστηρίων διάδοχος».
Εκ της άνω λοιπόν ομολογίας των αγιορειτών οσιομαρτύρων και της όλης λειτουργικής παραδόσεως της Εκκλησίας γίνεται αντιληπτόν, ότι η Ιερά Κοινότης ως προς την πίστιν ταυτίζεται με τον Πατριάρχην, όσον αφορά εις τον Πάπαν, το Π.Σ.Ε., τον Οικουμενισμόν κλπ. Κατ’ επέκτασιν προβαίνοντες εις αυτήν την χλιαράν διαμαρτυρίαν εις τα Μ.Μ.Ε. πατέρες, επιχειρείτε να κατασβέσετε την πυρκαϊάν της αιρέσεως με το ποτιστήρι του κήπου.
Αναφέρετε εις την συνέχειαν της Ανακοινώσεως, ότι τα τροπάρια, που εψάλησαν εις τον Πάπαν, δεν συνετάχθησαν από αγιορείτην μοναχόν. Αυτό το ισχυρίζεσθε βεβαίως, δια να διαψεύσετε την πληροφορίαν των μέσων ενημερώσεως. Πρέπει και εδώ να επισημάνωμεν τα εξής: όλοι παρακολούθησαν εις την τηλεόρασιν, ότι εις την απ’ ευθείας μετάδοσιν των γεγονότων υπήρχε και αντιπρόσωπος του Πατριαρχείου, ο Μ. Πρωτοπρεσβύτερος δρ. Γεώργιος Τσέτσης, ο οποίος εξηγούσε και εσχολίαζε αυτά τα οποία ετελούντο. Άρα, αν επρόκειτο δια μία παραπληροφόρησιν των μέσων ενημερώσεως, ο εν λόγω ιερεύς θα έπρεπε να την διορθώση και πρώτος αυτός να προβή εις την διάψευσίν της, την στιγμήν μάλιστα, κατά την οποίαν θεωρείται γνώστης όλων όσων συμβαίνουν εις το Πατριαρχείον.
Έπειτα πως είναι τόσον βεβαία η Ιερά Κοινότης ότι δεν συνετάχθησαν τα τροπάρια αυτά από αγιορείτην μοναχόν, αφού φαίνεται από τα γραφόμενά της, ότι ομιλεί κατ’ εικασίαν: «Δραττόμεθα της ευκαιρίας να πληροφορήσουμε υπευθύνως τους ευλαβείς χριστιανούς ότι συντάκτης τους (εννοείται των τροπαρίων) δεν είναι και δεν μπορούσε να είναι αγιορείτης μοναχός». Και εδώ φαίνεται καθαρά η δειλία της Ιεράς Κοινότητος να ελέγξη τους ανωτέρους της, ώστε να φανή η αλήθεια, να καταδειχθή δηλαδή ο συντάκτης και να μη χρειάζωνται αι διαψεύσεις. Είναι όμως, πατέρες, απορίας άξιον, πως ενοχληθήκατε τόσο δια τον συντάκτην των τροπαρίων, θεωρώντας ότι είναι προσβολή δια το Άγιο Όρος να είναι ο συντάκτης αγιορείτης μοναχός, και δεν ενοχλήθητε από το περιεχόμενον των τροπαρίων και από το ότι απεδόθησαν εις τον Πάπαν τιμαί αγίου; Διότι μόνον εις αγίους, ψάλλονται τροπάρια και ποτέ εις ζώντας, έστω και αν είναι κατά πάντα Ορθόδοξοι και άγιοι.
Πως λοιπόν κρίνετε το «ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου» της προσφωνήσεως του Πατριάρχου προς τον Πάπα, το οποίον αναφέρεται εις τον Χριστόν, και πως κρίνετε τα τροπάρια, που του έψαλαν; «Κωνσταντίνου η πόλις Πρωτοκλήτου λυχνία τε άγει εορτήν λαμπροφόρον δεχομένη τον Πρόεδρον Ρωμαίων Εκκλησίας της σεπτής, καθέδρας Κορυφαίου μαθητού φιλαδέλφω διαθέσει τε εκ ψυχής, ευξώμεθα γηθοσύνης: Μείνον, Παράκλητε, εν ημίν, άγων ημάς προς σην αλήθειαν, ιν’ ομοφώνως στόματι ενί καρδία Σε δοξάζωμεν» και «Ναύς, η πάντιμος Ορθοδοξίας αγλαΐζεται νυν δεχομένη εκ Δυσμών σεπτόν Ποιμένα και Πρόεδρον, καλλιερούσα δ’ ευσήμως ευφραίνεται εν ευσεβεία Χριστόν ικετεύουσα: Τη δυνάμει σου τον κόσμον σου περιφούρησον εν ομονοία συντηρών ως υπεράγαθος».
Πρόκειται δια απλάς λεκτικάς παρατυπίας ή καταδεικνύουν το βάθος της διαβρώσεως του Πατριάρχου και της δίκην οδοστρωτήρος ισοπεδώσεως των πάντων εν τη Ορθοδοξία; Εμείς προσωπικά οι προσυπογράφοντες πιστεύομεν το δεύτερον. Εδραιώνεται δε αυτή η αποψίς μας από το ότι όλα αυτά ειπώθησαν εις μίαν τόσον ιεράν στιγμήν, υπό τα όμματα όλου του κόσμου, εις τον μεγαλύτερον εχθρόν της Ορθοδοξίας δια μέσου των αιώνων. Εις αυτόν, ο οποίος επί δέκα αιώνας πολεμεί την Ορθοδοξίαν. Εις αυτόν, που δια της Ουνίας εφράγκεψεν αμέτρητα πλήθη ορθοδόξων. Εις αυτόν, ο οποίος εφιλοδόξησε να γίνη ο επί γης θεός.
Η Ιερά Κοινότης αρκείσθε εις διαψεύσεις ως προς τον συντάκτην των τροπαρίων, χωρίς να συνειδητοποιήτε, όμως λέγοντες ότι ζήτε το μυστήριον της Εκκλησίας, ότι εμείς οι Ορθόδοξοι ομοθυμαδόν εψάλαμεν τα τροπάρια αυτά εις τον Πάπαν και δια μέσου του Πατριάρχου εξεφωνήσαμεν το «ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου» και εδώσαμεν τον λειτουργικόν ασπασμόν της ειρήνης εις αυτόν, τον οποίον ο Άγ. Κοσμάς ο Αιτωλός είπε να καταρώμεθα ως αντίχριστον και αιτίαν του κακού, και του εψάλαμεν και πολυχρόνιον, δια να έχη πολλά τα έτη, προς εκπλήρωσιν των κοσμοκρατορικών σχεδίων του και εν τέλει τον προετρέψαμεν να ευλογήση το χριστεπώνυμον πλήρωμα, δια να δείξη την εξουσίαν του πάνω εις αυτό και εμείς την πλήρη υποταγήν μας, εις τον ερχόμενον εν «τω ιδίω ονόματι»; Σημειωθήτω ενταύθα, ότι τα εν λόγω τροπάρια είχαν δημοσιευθή εις τον τύπον πρίν από την θρονικήν εορτήν, κατά την οποίαν εψάλησαν (βλ. Βήμα Κυριακής 26.11.06), πράγμα το οποίον καταδεικνύει αφ’ ενός μεν τον πόθον και τον ζήλον του Πατριαρχείου να βαδίση τον δρόμον της αποστασίας, αφ’ ετέρου δε το ότι έχει εκλείψει πλέον η στοιχειώδης αιδώς και συστολή, εις τρόπον ώστε τα πλέον παράνομα και αντίχριστα να τα διαφημίζωμεν με κάθε ευχέρειαν.
Και κάτι άλλο πριν τελειώσωμεν με τα υμνολογικά κατορθώματα και τας λεκτικάς φιλοφρονήσεις. Γνωρίζει ασφαλώς η Ιερά Κοινότης, ότι εις την μονήν Καρακάλλου κατά την επίσκεψιν του Πατριάρχου, ολίγας ημέρας πρίν από το θέατρον της θρονικής εορτής της Κων/πόλεως, έψαλαν οι πατέρες της μονής εις τον μεγάλον τους επισκέπτην μεγαλυνάρια ειδικώς συγγραφέντα δι’ αυτόν, προφανώς από αγιορείτην μοναχόν. Θα θέλαμε να μάθωμεν πως η δογματική σας συνείδησις, την οποίαν, όπως λέγετε, περιφρουρείτε ως κόρην οφθαλμού, κρίνει αυτό το γεγονός.
Είναι αλήθεια, ότι εις τα σημεία, που αναφέρεσθε εις τας παπικάς πλάνας και εκτροπάς, ομιλείτε με το στόμα της αληθείας. Αυτά και άλλα πολλά δυστυχώς θα μπορούσε να αναφέρη κάθε πιστός δια το κατάντημα και τον ξεπεσμόν του Παπισμού. Εκείνο, το οποίον είναι ακατανόητον, είναι τούτο: πως δικαιολογείται ο συναγελασμός των Ορθοδόξων με τους Παπικούς εις εκκλησιαστικόν και λειτουργικόν επίπεδον και η συνοδοιπορία με τους εκπεσόντας και αποστατήσαντας από το σώμα του Χριστού; Είναι χαρακτηριστικά εν προκειμένω τα λόγια του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου: «ο τοις εχθροίς του βασιλέως φίλος είναι, αλλ’ ουδέ ζωής αξιούται, αλλά σύν τοις εχθροίς απολείται».
Πρέπει επίσης εις το σημείον αυτό να επισημάνωμεν μετά λύπης τα λόγια αυτά της Ιεράς Κοινότητος, τα οποία νομίζομεν, ότι καταδεικνύουν όλον τον σκοπόν της συνταχθείσης ανακοινώσεως: «Επί πλέον δε (εννοούνται αυτά που κάνουν ο Πατριάρχης και ο Αρχιεπίσκοπος ) να εξωθήσουν μερικούς από τους πιστούς και ευλαβείς Ορθοδόξους, που ανησυχούν για όσα ακαίρως και παρά τους ιερούς κανόνας γίνονται, σε αποκοπήν τους από το σώμα της εκκλησίας και την δημιουργίαν νέων σχισμάτων».
Πώς αλήθεια, πατέρες, την αποκοπήν από τον αιρετικώς φρονούντα Επίσκοπον ή Μητροπολίτην ή Πατριάρχην εννοείτε ως αποκοπήν από το σώμα της Εκκλησίας και δημιουργία νέων σχισμάτων; Αν μεν ούτω θεωρείτε αυτήν την αποκοπήν, τότε πρέπει να σας τονίσωμεν, ότι η δογματική σας συνείδησις πάσχει από την παπικήν νόσον. Πρέπει επίσης, αν βεβαίως ούτω πιστεύετε, να αποκηρύξετε πλειάδα αγίων και ομολογητών, οι οποίοι απεκόπησαν από αιρετικούς Επισκόπους και Πατριάρχας, και κυρίως να αποκηρύξετε τους αγιορείτας οσιομάρτυρας, οι οποίοι απεκόπησαν από τον λατινόφρονα Πατριάρχην Ιωάννην τον Βέκκον. Αυτούς δηλαδή, τους οποίους εις την Ανακοίνωσιν ομολογείτε ότι τιμάτε και ευλαβείσθε. Και βεβαίως να αποκηρύξετε, όσους προσφάτως διέκοψαν το μνημόσυνον του Πατριάρχου Αθηναγόρα, λόγω της γνωστής άρσεως των αναθεμάτων. Πρέπει επίσης να διαγράψετε από το «Πηδάλιον» τους δύο Ιερούς Κανόνας, τον 31ον Αποστολικόν και τον 15ον Πρωτοδευτέρας Συνόδου επί Αγ. Φωτίου.
Ώστε λοιπόν κατά την νεοεποχίτικην θεολογίαν, η οποία βεβαίως εις ουδέν διαφέρει από την παπικήν, δια να μη αποσκοπούμεν από την Εκκλησίαν και δημιουργήσωμεν σχίσματα, πρέπει να υποτασσώμεθα εις αιρετικούς και να μνημονεύωμεν τον Ιωάννην τον Βέκκο, τον Αθηναγόραν, τον Βαρθολομαίον, τον Χριστόδουλον, τον…., τον…. τον….
Αν, πατέρες, αυτό ήταν η διδασκαλία της Εκκλησίας, τότε η Εκκλησία θα ήταν ανθρωποκεντρική και κριτήριον της δεν θα είχε την αλήθειαν, αλλά την γνώμην του Επισκόπου όπως συμβαίνει εις τον Παπισμόν. Τότε δεν θα εχρειάζοντο οι μέχρις αίματος αγώνες των Πατέρων δια την πίστιν, επειδή αυτή θα εξεφράζετο από το στόμα του Πρώτου, εις τον οποίον όλοι έπρεπε να υποτάσσωνται. Και εν τέλει, αν υπήρχεν αυτή η θεολογία, τότε δεν θα υπήρχε προ πολλού η Ορθοδοξία, διότι θα είχεν εξοστρακισθή από τας πλάνας των Επισκόπων και τον εφησυχασμόν των Ορθοδόξων.
Είναι προφανές, ότι με τα όσα λέγετε εις την ανακοίνωσιν σας, δικαιολογείτε πλήρως την στάσιν της Ι. Κοινότητος απέναντι εις τους διωκομένους πατέρας της Ι. Μονής Εσφιγμένου. Πώς αλήθεια η δογματική σας συνείδησις επιτρέπει να συντάσσεσθε με τους διώκτας, την στιγμήν που γνωρίζετε, ότι διά λόγους πίστεως οι πατέρες αυτοί διέκοψαν την εκκλησιαστικήν επικοινωνίαν και την μνημόνευσιν του αιρετικώς φρονούντος Πατριάρχου;
Είναι όμως γεγονός ότι, εφ’ όσον ενετάχθη το Άγ. Όρος εις τα ευρωπαϊκά προγράμματα και απομυζείτε τα οικονομικά πακέτα της Ευρώπης και έχετε ευρωπαϊκούς προσανατολισμούς, είναι αδύνατον να αρθρώσετε λέξιν Ορθοδόξου διαμαρτυρίας και ενστάσεως, αλλά πάντοτε θα σύρεσθε και θα υποτάσσεσθε εις τους χορηγούς σας. Είναι λυπηρόν, το ότι προκειμένου να επιδιορθώσωμεν και να αναστηλώσωμεν τας μονάς, αφήσαμεν την προστάτιδα των την Παναγίαν και ετρέξαμεν εις τα αμαρτωλά και εύκολα χρήματα της Ευρώπης, κατακρημνίζοντες τα όρια, ά έθεσαν οι Άγιοι Πατέρες. όλοι μας όμως γνωρίζομεν, ότι δεν δίδει κανείς τίποτε χωρίς ανταλλάγματα. Και ήδη το Άγ. Όρος πληρώνει την ολιγοπιστίαν εις τον Θεόν και την προσάρτησίν του εις τα ευρωπαϊκά σχέδια.
Εις το τέλος της ανακοινώσεως σας μεταξύ των άλλων διακηρύσσετε και τα εξής: «Ο μετά των ετεροδόξων διάλογος, εφ’ όσον αποβλέπει να πληροφορήση αυτούς περί της Ορθοδόξου Πίστεως, ώστε όταν ούτοι καταστούν δεκτικοί του θείου φωτισμού και διανοιχθούν οι οφθαλμοί των να επανέλθουν εις την Ορθόδοξον Πίστιν, δεν είναι καταδικαστέος».
Είναι εξ ίσου λυπηρόν, πατέρες, το ότι, ενώ ο διάλογος με τους αιρετικούς διεξάγεται εδώ και σαράντα περίπου χρόνια, δεν κατενοήσατε τον σκοπόν του. Κι αν εσείς δεν τον κατενοήσατε, τί να αναμένωμεν από τους απλούς λαϊκούς χριστιανούς; Δεν διεπιστώσατε άρα γε ότι, επί τόσα χρόνια αφ’ ενός μεν οι Παπικοί ουδόλως μετεκινήθησαν από τας πλάνας των, ουδέ βήμα ποδός, αφ’ ετέρου δε εμείς καθημερινώς ενδίδομεν και συμπνιγόμεθα από το σφιγκταγκάλιασμα του παπικού θηρίου; Δεν κατενοήσατε ότι το μόνον, που επέτυχαν οι διάλογοι με τους αιρετικούς, είναι το να διχάσουν τους Ορθοδόξους, όπως κάποτε εις την Φλωρεντίαν και Φερράραν, εις ενωτικούς και ανθενωτικούς, ή ορθότερα εις ορθοδόξους και λατινόφρονας;
Αναφέρετε ακόμη εις το τέλος ότι, «….ενδέχεται να δώσουν την εντύπωσιν ότι η ημετέρα Ορθόδοξος Εκκλησία δέχεται τους Ρωμαιοκαθολικούς ως πλήρη Εκκλησία και τον Πάπα ως κανονικό Επίσκοπο Ρώμης». Τι άραγε εννοείτε με τον όρον «πλήρη εκκλησία»; Μήπως δηλαδή δεχόμεθα τους Παπικούς ως Εκκλησία, αλλά όχι πλήρη; Εμείς γνωρίζομεν, ότι η Ρώμη ήταν Εκκλησία πριν από το σχίσμα και μετά το σχίσμα εξέπεσε και δεν είναι Εκκλησία. Αι εκφράσεις σας, «πλήρης Εκκλησία» και «κανονικός Επίσκοπος Ρώμης», θεωρούμεν ότι εισάγουν καινά δαιμόνια.
Εν κατακλείδι αναφέρετε ότι: «Το Άγιον Όρος χάριτι Θεού μένει πιστόν εις την Πίστιν των Αγίων Αποστόλων και των Αγίων Πατέρων». Πιστεύομεν, ότι έπειτα από όσα ελέχθησαν προκειμένου το Άγ. Όρος να μείνη πιστόν εις τους Αγ. Αποστόλους και τους Α. Πατέρας, πρέπει να απομακρυνθή από τον αιρετικά φρονούντα και πράττοντα σημερινόν Πατριάρχην. Και η οδός, την οποίαν οι Πατέρες υπέδειξαν, εις αυτήν την περίπτωσιν είναι η διακοπή του μνημοσύνου. Μένοντες όμως ενωμένοι δια του μνημοσύνου με τον σημερινόν Πατριάρχην είναι αστείον να ισχυρίζεσθε ότι αγωνίζεσθε δια την Πίστιν των Αγ. Αποστόλων και των Αγ. Πατέρων.
Θέλομεν, εν συνεχεία, να αναφερθώμεν, εις ενδεδειγμένας ενεργείας, εις τας οποίας κατά την γνώμην μας έπρεπε να προβή η Ιερά Κοινότης, δια να είναι όντως η στάσις της ομολογιακή και σύμφωνος με την πατερικήν Παράδοσιν.
α) Θα έπρεπε προ πολλού να είχε ασκηθή εκ μέρους της Ι. Κοινότητος δριμύτατος έλεγχος εις τον παραπαίοντα ως προς την πίστιν Πατριάρχην, την στιγμήν κατά την οποίαν είμεθα άπαντες, δια της εκκλησιαστικής ενότητος, συναυτουργοί των έργων του. Διότι σύμφωνα με την ομολογίαν των Αγίων, που ευλαβείσθε και επικαλείσθε εις την επιστολήν σας, των Αγιορειτών Οσιομαρτύρων των αθλησάντων επί Βέκκου, «δια τούτο και μείζονα των αμαρτημάτων επεισήλθεν, ότι τα ελάττονα της προσηκούσης ου τυγχάνει διορθώσεως, και καθάπερ εν τοις σώμασιν οι των τραυμάτων καταφρονήσαντες, πυρετούς έτεκον, και σηπεδόνας και θάνατον, ούτω και επί των ψυχών• οι των μικρών υπερορώντες, τα μείζονα επεισάγουσιν• ει γάρ περί την αρχήν αποπηδάν των θείων θεσμών επιχειρούντες, και μικρόν τι παρακινείν της προσηκούσης ετύγχανον επιτιμήσεως, ουκ αν ο παρών ετέχθη λοιμός, ουκ’ άν ο τοσούτος χειμών την Εκκλησίαν κατέλαβεν• ο γάρ της υγιούς πίστεως και το βραχύ ανατρέπων, τω παντί λυμαίνεται».
Το κακόν εξεκίνησεν από την αιρετικήν Εγκύκλιον του Οικουμενικού Πατριαρχείου του 1920, συνεχίσθη με την αλλαγήν του ημερολογίου επεδεινώθη με την εισαγωγήν εις την Βαβέλ του Π.Σ.Ε. κατήντησε καρκίνωμα με την άρσιν των αναθεμάτων, μετηλλάχθη δια των θεολογικών διαλόγων εις θέατρον σκιών, εξειλίχθη εις γάγγραιναν δια της αναγνωρίσεως των αιρετικών μυστηρίων των Μονοφυσιτών εις Σαμπεζύ το 1990, των Παπικών εις Μπαλαμάντ το 1993 και προσφάτως των Λουθηρανών εις Κων/πολιν, και τελικώς κατέληξεν εις μεγαλοπρεπείς λειτουργικάς συνευρέσεις των αιρετικών κεφαλών, δια να καταδειχθή επισήμως η υποταγή της Ορθοδοξίας εις τας αρχάς της Ν. Εποχής. Τοιουτοτρόπως επέρχεται ο πνευματικός θάνατος, δηλαδή η αποκοπή από το διαχρονικόν σώμα της Εκκλησίας, όλων όσων συμμετέχουν είτε ενεργώς, είτε σιωπηρώς, εις την μεθοδευμένην αντίχριστον αποστασίαν.
β) Εν συνεχεία θα έπρεπεν η Ι. Κοινότης, εφ’ όσον το Οικουμενικόν Πατριαρχείον συνέχιζε την πνευματικήν διολίσθησιν, να είχε προ πολλού αποστασιοποηθή εκκλησιαστικώς δια της διακοπής του μνημοσύνου, εις τρόπον ώστε να ευρίσκεται εν ασφαλεία και εν διαρκεί κοινωνία με την διαχρονικήν Εκκλησίαν, όπως τούτο έπραξαν οι επί Βέκκου αθλήσαντες και προσφάτως οι επί Πατριάρχου Αθηναγόρου πλείστοι Αγιορείται Πατέρες, οι διακόψαντες την μνημόνευσίν του, λόγω της άρσεως των αναθεμάτων.
γ) Θα έπρεπε να μη είχε πέσει το Άγ. Όρος εις την παγίδα των Ευρωπαϊκών οικονομικών επιχορηγήσεων, ώστε αφ’ ενός μεν να ζουν οι μοναχοί εν πτωχεία και απλότητι, αφ’ ετέρου δε να ομιλούν ελεύθερα ελέχοντες με παρρησίαν τα εντός και εκτός κακώς κείμενα. Η οικονομική αυτή υποδούλωσις του Αγ. Όρους είναι η χαριστική βολή εις την δογματικήν διολίσθησιν.
δ) Θα έπρεπε ολόκληρον το Άγ. Όρος να έχη ενιαίαν αντίστασιν εις την αίρεσιν, ώστε να μη γίνεται περίγελως και σκάνδαλον εις τα μάτια του κόσμου, δια της διαιρέσεως και του αλληλοσπαραγμού των μοναχών.
ε) Εθεωρήσαμεν εμείς οι υπογράψαντες, ότι εδόθη εις την Ι. Κοινότητα η ευκαιρία αφυπνίσεως και παύσεως της μέχρι τούδε αδρανείας σας, εξ αφορμής της προκλητικής θεατρικής παραστάσεως, η οποία έλαβε χώραν εις την παρελθούσαν θρονικήν εορτήν εις το Φανάρι. Όμως διεψεύσθημεν δια μίαν εισέτι φοράν, όταν ανεγνώσαμεν τας χλιαράς και ανουσίας ανακοινώσεις, αι οποίαι προφανώς έγιναν, δια να καθησυχάσουν οι ανησυχούντες δια την πορείαν του Αγ. Όρους μοναχοί. Σας κατεστήσαμεν σαφές ήδη από την Α (επιστολήν μας, ότι αν εσείς αδρανήσετε να ακολουθήσετε την γραμμήν των Αγίων Αποστόλων, των Αγίων Πατέρων και των Οικουμενικών Συνόδων εμείς θα πράξωμεν τα θεάρεστα και όχι τα ευάρεστα. Σας γνωστοποιούμεν ότι αν δεν δώσετε Ορθόδοξον πρέπουσαν απάντησιν εις τον παρεκτραπέντα και καταλύσαντα Ι. Κανόνας Πατριάρχην, εμείς θα σκεφθώμεν, εάν πρέπει να έχωμεν εκκλησιαστικήν επικοινωνίαν με την Ι. Κοινότητα και με το Οικουμενικόν Πατριαρχείον.
Ευελπιστούντες ότι η παρούσα θα συμβάλη εις την αναθεώρησιν των εκκλησιαστικών και δογματικών τοποθετήσεών σας απέναντι των οικουμενιστών και εν τέλει εις την συστοίχισίν σας με την γραμμήν των Αγ. Πατέρων, διατελούμεν μετά προσδοκίας.
Επειδή η συλλογή των υπογραφών από όλον το Άγ. Όρος δεν είναι εφικτή, ακολουθούν ενδεικτικώς αι πρώται υπογραφαί. Πιστεύομεν ότι οι ομολογούντες την Ορθοδοξίαν συνυπογράφουν.
Οι υπογράφοντες
Γέρων Ιλαρίων Μοναχός, Ξεροκάλυβο Πλατάνι, Ι. Μονή Δοχειαρίου. Γαβριήλ Μοναχός, Ι. Κουτλουμουσιανόν Κελλίον Οσίου Χριστοδούλου. Γέρων Μελέτιος, Γενέθλιον της Θεοτόκου. Γέρων Νικόδημος, Μοναχός, Κελλίον Αγ. Νεκταρίου Καψάλα, Ι. Μονή Σταυροκινήτα. Δοσίθεος Μοναχός, Κουτλουμουσιανόν κάθισμα (Λειβάδι). Γέρων Σάββας, Ι. Κελλίον Αγ. Αρχαγγέλων Σαββαίων Ι.Μ. Χιλανδαρίου. Γέρων Ισαάκ, Ι. Κελλίον Γεννήσεως Θεοτόκου Ι.Μ. Σταυρονικήτα. Γέρων Βλάσιος Μοναχός, Ξεροκάλυβον Βίγλας, Ι.Μ.Μ. Λαύρας. Γέρων Ησαΐας Μοναχός, Ι. Κελλίον Γεννήσεως Θεοτόκου Μ.Μ. Λαύρας. Γεώργιος Μοναχός, Ι. Κελλίον Κοιμήσεως Θεοτόκου. Γέρων Κοσμάς Μοναχός, Ι. Καλύβιον Αγ. Δημητρίου Ι.Σκ. Αγ. Άννης, Ι.Μ.Μ. Λαύρας. Μάρκελλος Μοναχός, Ι. Καλύβιον Αγ. Δημητρίου Ι. Σκ. Αγ. Άννης, Ι. Μ.Μ. Λαύρας. Αθανάσιος Μοναχός, Ι. Καλύβιον Αγ. Δημητρίου Ι. Σκ. Αγ. Άννης, Ι. Μ. Μ. Λαύρας. Γέρων Σπυρίδων Μοναχός, Ι. Κελλίον Αγ. Νικολάου Ι.Μ. Κουτλουμουσίου. Γέρων Ονούφριος Μοναχός, Ι. Κελ. Κοιμήσεως Θεοτόκου, Καρυαί. Παρθένιος Μοναχός, Ι. Καλύβιον Αγ. Αντωνίου, Ι. Σκ. Αγ. Άννης, Ι. Μ.Μ. Λαύρας. Γέρων Νικόλαος Μοναχός, Ι. Κελλίον Αγ. Νικολάου, Καρυές. Γέρων Αντώνιος Μοναχός Ι. Κελλίον Κοιμήσεως Θεοτόκου, Ι. Μονή Παντοκράτορος. Γέρων Παύλος Μοναχός, Ι. Κελλίον Αγ. Αποστόλων, Ξενοφωντινή Σκήτη. Χριστόφορος Μοναχός, Ι. Κελλίον Αγ. Αποστόλων Ξενοφωντινή Σκήητ. Αρχιμανδρίτης Κύριλλος, Ηγούμενος Ι. Ης. Παντοκράτορος Μελισσοχώριον. Ευστράτιος Μοναχός, Ι. Ησυχασ. Παντοκράτορος Μελισοχ. Θεσσαλονίκης. Αρσένιος Μοναχός, Ι. Ησυχασ. Παντοκράτορος Μελισσοχ. Θεσσαλονίκης. Νεκτάριος Μοναχός, Ι. Ησυχασ. Παντοκράτορος Μελισσοχ. Θεσσαλονίκης Ιγνάτιος Μοναχός, Ι. Ησυχασ. Παντοκράτορος Μελισσοχ. Θεσσαλονίκης. Ραφαήλ Μοναχός, Ι. Ησυχσ. Παντοκράτορος Μελισσοχ. Θεσσαλονίκης. Μιχαήλ Μοναχος, Ι. Ησυχασ. ΠαντοκράτοροςΜελισσοχ. Θεσσαλονίκης. Μαρδάριος Μοναχός, Ι. Ησυχασ. Παντοκράτορος Μελισσοχ. Θεσσαλονίκης. Αντώνιος μοναχός, Ι. Ησυχασ. Παντοκράτορος Μελισσοχ. Θεσσαλονίκης. Τύχων Ιερομόναχος, Ι. Ησυχασ. Παντοκράτορος Μελισσοχ. Θεσσαλονίκης. Παχώμιος Μοναχός, Ι. Ησυχασ. Παντοκράτορος Μελισσοχ. Θεσσαλονίκης . Λουκάς Μοναχός, Ι. Ησυχασ. Παντοκράτορος Μελισσοχ. Θεσσαλονίκης Αρχιμανδρίτης Ευθύμιος, Αμπελάκια Λαρίσης. Αρχιμανδρίτης Εμμανουήλ Καλύβας, Ιεροκήρυξ Ι. Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Νικόλαος Ι. Σωτηρόπουλος, Θεολόγος. Ιωάννης Κορναράκης, Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ενταύθα.
Κοινοποίησις: Οικουμενικόν Πατριαρχείον.
Άγιοι Καθηγούμενοι και Άγιοι Πατέρες, Ευλογείτε.Αισθανόμεθα την ανάγκην δια της παρούσης Β’ Επιστολής να δευτερολογήσωμεν και να εκφράσωμεν την βαθύτατην λύπην μας δια τας δύο προσφάτους Ανακοινώσεις της ιεράς Κοινότητος Αγ. Όρους, αι οποίαι απηυθύνοντο προς τον εκκλησιαστικόν αφ’ ενός και προς τον ημερήσιον αφ’ ετέρου τύπον και τα Μ.Μ.Ε. Θεωρούμε δε εκ των προτέρων, ότι αι δύο αυταί Ανακοινώσεις έγιναν προς καθησυχασμόν και εξαπάτησιν ημών των ανησυχούντων και αντιδρώντων δια τα εν τοις καιροίς μας συμβαίνοντα αντορθόδοξα και αιρετικά διαβήματα του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου.
Κατ’ αρχάς η Ανακοίνωσις της ιεράς Κοινότητος είναι ύποπτος και ανουσία. Ύποπτος μεν διότι, ενώ θα έπρεπε να απευθύνεται εις τους δύο πρωτεργάτες της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, δηλαδή εις τον Πατριάρχην κ. Βαρθολομαίον και εις τον Αρχιεπίσκοπον κ. Χριστόδουλον, απηυθύνετο εις τα μέσα ενημερώσεως, ωσάν τα μέσα ενημερώσεως να διέπραξαν τας εν λόγω ατασθαλίας. Εδώ προσέτι διαφαίνεται και η δειλία της Ιεράς Κοινότητος να ελέγξη τους αυτουργούς του εγκλήματος, αυτούς δηλαδή, που ως κακοί εκπρόσωποι της Εκκλησίας προδίδουν την Πίστιν, και εστράφη εις τα μέσα ενημερώσεως, διακηρύσσουσα θεωρητικά και ανώδυνα την ορθοδοξότητά της, η οποία βεβαίως δύναται από ορθοδόξου πλευράς να αμφισβητηθή δια τους λόγους, τους οποίους θα εκθέσωμεν κατωτέρω. Σημειωθήτω δε, ότι ημείς οι αποστείλαντες και την Α’ επιστολήν δεν ελάβαμεν μέχρι τούδε καμμίαν απάντησιν.
Είναι δε και ανουσία η ανακοίνωσις αυτή, διότι εις τοιούτου είδους ανακοινώσεις και ομολογίας, έχει προβή η Ιερά Κοινότης και κατά το παρελθόν, όπως αυτή της 9 /22-4-1980, την οποίαν μνημονεύετε εις την προς τον εκκλησιαστικόν τύπον ανακοίνωσι, χωρίς βεβαίως ουσιαστικόν αποτέλεσμα. Ως εκ τούτου δε, δεν δυνάμεθα να κατανοήσωμεν ποίον άλλον σκοπόν
είχαν αι εν λόγω ανακοινώσεις, πέραν του ιδικού μας εφησυχασμού και της δημιουργίας εντυπώσεων.
Επιθυμούμεν λοιπόν εξομολογητικώς να σας αναφέρωμεν τί δεν μας ανέπαυσεν από τας δύο αυτάς ανακοινώσεις και ποίαι ενέργειαι της Ιεράς Κοινότητος κατά την γνώμην μας θα ήσαν ενδεδειγμέναι εις την παρούσαν κατάστασιν.
Προκειμένου να επαινέσετε τον Οικουμενικόν Πατριάρχην, και επειδή δεν ευρήκατε να έχη κάνει κάποιον αγώνα υπέρ της πίστεως, ή κάποιαν ομολογίαν, η οποία να έχη συνεπείας, ή έστω να εβάδισεν εις κάποιον σημείον εις τα ίχνη των Πατέρων, αναφέρετε την υπεράσπισιν των δικαίων του Πατριαρχείου, την στήριξιν των Ορθοδόξων Εκκλησιών και την προβολήν του μηνύματος του Ορθοδόξου Εκκλησίας εις τον κόσμον. Αυτά όλα, συγχωρέστε μας, είναι ευσεβείς φλυαρίαι. Ως προς την προβολήν δε του Ορθοδόξου μηνύματος εις τον κόσμον, αυτό που αναφέρετε νομίζομεν είναι απάτη και ψεύδος. Εκτός βεβαίως, αν θεωρείτε προβολήν του Ορθοδόξου μηνύματος τας συμπροσευχάς και τας κοινάς δηλώσεις με τους αιρετικούς, την αναγνώρισιν των μυστηρίων των αιρετικών ή ακόμη την οικολογικήν μέριμναν δια το περιβάλλον.
Αναφέρετε, εν συνεχεία ότι ζήτε το μυστήριον της Εκκλησίας και περιφρουρείτε ως κόρην οφθαλμού την δογματικήν σας συνείδησιν. Επικαλείσθε δε εις το σημείον αυτό τους αγώνας των ομολογητών Πατέρων και ιδίως του αγιορείτου Αγ. Γρηγορίου Παλαμά και των αγιορειτών οσιομαρτύρων, που εθανατώθησαν από τον λατινόφρονα Πατριάρχην Ιωάννην τον Βέκκον. Είναι, άγιοι πατέρες, εις το σημείον αυτό άξιον απορίας, πως μπορείτε να ζήτε το μυστήριον της Εκκλησίας μνημονεύοντες ένα αιρετικόν Πατριάρχην και πως επικαλείσθε τους επί Βέκκου αθλήσαντας αγίους Πατέρας οι οποίοι δι’ αυτόν ακριβώς τον λόγον εθανατώθησαν, επειδή δεν εμνημόνευαν και δεν ανεγμώριζαν ως Πατριάρχην τον εκπέσοντα εις τον Παπισμόν Πατριάρχην Ιωάννην τον Βέκκον.
Ο αγιορείτης επίσης μέγας Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς θεωρεί ότι δεν ανήκει εις την Εκκλησίαν του Χριστού όποιος δεν έχει την αλήθειαν και δεν την ομολογεί με λόγια και έργα, έστω και αν είναι μοναχός, ηγούμενος, Επίσκοπος ή Πατριάρχης: «Και γαρ οι της του Χριστού εκκλησίας της αληθείας εισί και οι μή της αληθείας όντες, ουδέ της του Χριστού εκκλησίας εισί, και τοσούτο μάλλον, όσον αν και σφών αυτών καταψεύδοιντο, ποιμένας και αρχιποιμένας εαυτούς καλούντες και υπ’ αλλήλων καλούμενοι, μηδέ γάρ προσώποις τον χριστιανισμόν, αλλ’ αληθεία και ακριβεία πίστεως χαρακτηρίζεσθαι μεμυήμεθα» (Ε.Π.Ε. 3, σελ. 608).
Πώς λοιπόν είναι δυνατόν να ανήκη εις την αληθινήν Ορθόδοξον Εκκλησίαν ο Πατριάρχης, ο οποίος έπαιξε με τον Πάπαν αυτό το θέατρον προσφάτως εις την εορτήν του Αγ. Αποστόλου Ανδρέου εις την Κων/πολιν, ο οποίος θεωρεί, ότι επλανήθησαν οι προπάτορές μας, οι οποίοι εδημιούργησαν το σχίσμα με τους παπικούς; Διότι ο Πατριάρχης δήλωσεν: «…οι κληροδοτήσαντες εις ημάς την διάσπασιν προπάτορες ημών υπήρξαν ατυχή θύματα του αρχεκάκου όφεως και ευρίσκονται ήδη εις χείρας του δικαιουκρίτου Θεού, αλλ’ οφείλομεν ενώπιον Αυτού, όπως επανορθώσωμεν τα σφάλματα εκείνων» (Επίσκεψις, αρ. 563-30.11.98 σελ. 6).
Πώς είναι ορθόδοξος αυτός ο οποίος συμμετέχει εις το Π.Σ.Ε. και κοντολογίς είναι υπέρμαχος και πρωτοπόρος της αιρέσεως του Οικουμενισμού; Πρέπει επίσης να σημειωθή, ότι η έκφρασίς σας, «Περιφρουρούμε ως κόρην οφθαλμού την δογματικήν μας συνείδησι», δεν είναι ορθή, διότι η δογματική συνείδησις ενός εκάστου ή και πολλών εν συνόλω ημπορεί να αφίσταται από της αληθείας, έστω και αν, όπως λέγετε, εντρυφά εις Ορθόδοξα πατερικά κείμενα, πράγμα το οποίον συχνάκις συμβαίνει. Θα έπρεπε να λεχθή, ότι «περιφρουρούμε ως κόρην οφθαλμού την δογματικήν συνείδησιν της Ορθοδόξου Εκκλησίας»¨, η οποία βεβαίως εκφράζεται με την Αγ. Γραφήν, τας Αγ. Συνόδους και τους Αγ. Πατέρας.
Αναφέρετε ότι : «φοβούμεθα να σιωπήσωμε, οσάκις τίθενται ζητήματα που αφορούν στην παρακαταθήκη των Πατέρων». Εδώ πάλιν πρέπει να υποβάλωμεν ένστασιν. Τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια, και όταν ομιλή και όταν σιωπά η Ιερά Κοινότης, είναι ένα και το αυτό, διότι, όταν ομιλή ομιλεί εκ του ασφαλούς, χλιαρά και απρόσωπα, με δουλικήν υποταγήν εις τα πρόσωπα και όχι απλώς με σεβασμόν εις τους θεσμούς. Κυρίως ομιλεί με πάγιον μέτρον και κριτήριον, να μη εκπέση εις την συνείδησιν των εκκλησιαστικων και πολιτικών αρχόντων και των ισχυρών της γης, εις τρόπον ώστε να μη υπάρχουν συνέπειαι από τα λεγόμενα. με ένα λόγον κτυπά με άσφαιρα πυρά, σαν κι αυτά που ακούονται την Πρωτοχρονιάν, τα οποία δημιουργούν εξωτερικάς εντυπώσεις, αλλά κανείς δεν τα φοβάται. Περιττόν να αναφέρωμεν, ότι δεν ωμιλούσαν κατ’ αυτόν τον τρόπον οι άγιοι Πατέρες, ούτε υπερήσπιζαν ούτω τας αληθείας της πίστεως.
Αναφέρετε ακόμη ότι: «η υποδοχή του Πάπα έγινεν ωσάν να επρόκειτο περί κανονικού επισκόπου Ρώμης». Νομίζομεν εις αυτό το σημείον, ότι ο Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος είναι πιο ειλικρινής από την Ιεράν Κοινότητα. Διότι αυτό, που πιστεύει δια τον Πάπαν, αυτό και έπραξε κατά την επισημοτέραν θείαν Λειτουργίαν και υπό τα όμματα ολοκλήρου του κόσμου. Αγαπητόν εν Χριστώ αδελφόν προσφωνεί τον Πάπαν, αναγνωρίζει τα μυστήριά του, θεωρεί ατυχή θύματα του Διαβόλου αυτούς, οι οποίοι μας επροστάτευσαν από την παπικήν αίρεσιν, τον ετοποθέτησε εις θρόνον υψηλόν κατά την Θ. Λειτουργίαν της θρονικής εορτής κλπ. Τί άλλο, άγιοι πατέρες, έπρεπε να πράξη, δια να τον θεωρήση κανονικόν Επίσκοπον Ρώμης;
Το πρόβλημα, όμως, είναι άλλο και εδώ έγκειται η έλλειψις ειλικρινείας εκ μέρους της Ιεράς Κοινότητος. Την πίστιν δηλαδή, που έχει ο Πατριάρχης, κατ’ ουσίαν έχουν και όσοι τον μνημονεύουν, σύμφωνα με την διδασκαλίων των αγίων Πατέρων και την Παράδοσιν της Εκκλησίας. Σας υπενθυμίζομεν προς τού τα λόγια των αγιορειτών οσιομαρτύρων, τους οποίους λέγετε, ότι ιδιαιτέρως σέβεσθε και τιμάτε, οι οποίοι αναφέρουν προς τον λατινόφρονα βασιλέα Μιχαήλ τον Η’: «Άνωθεν γάρ η του Θεού Ορθόδοξος Εκκλησία• την επί των αδύτων αναφοράν του ονόματος του αρχιερέως, συγκοινωνίαν τελείαν εδέξατο τούτο. Γέγραπται γάρ εν τη εξηγήσει της Θείας Λειτουργίας, ότι αναφέρει ο ιερουργών το του αρχιερέως όνομα, δεικνύων και την προς το υπερέχον υποταγήν, και ότι κοινωνός εστιν αυτού, και Πίστεως και των Θείων Μυστηρίων διάδοχος».
Εκ της άνω λοιπόν ομολογίας των αγιορειτών οσιομαρτύρων και της όλης λειτουργικής παραδόσεως της Εκκλησίας γίνεται αντιληπτόν, ότι η Ιερά Κοινότης ως προς την πίστιν ταυτίζεται με τον Πατριάρχην, όσον αφορά εις τον Πάπαν, το Π.Σ.Ε., τον Οικουμενισμόν κλπ. Κατ’ επέκτασιν προβαίνοντες εις αυτήν την χλιαράν διαμαρτυρίαν εις τα Μ.Μ.Ε. πατέρες, επιχειρείτε να κατασβέσετε την πυρκαϊάν της αιρέσεως με το ποτιστήρι του κήπου.
Αναφέρετε εις την συνέχειαν της Ανακοινώσεως, ότι τα τροπάρια, που εψάλησαν εις τον Πάπαν, δεν συνετάχθησαν από αγιορείτην μοναχόν. Αυτό το ισχυρίζεσθε βεβαίως, δια να διαψεύσετε την πληροφορίαν των μέσων ενημερώσεως. Πρέπει και εδώ να επισημάνωμεν τα εξής: όλοι παρακολούθησαν εις την τηλεόρασιν, ότι εις την απ’ ευθείας μετάδοσιν των γεγονότων υπήρχε και αντιπρόσωπος του Πατριαρχείου, ο Μ. Πρωτοπρεσβύτερος δρ. Γεώργιος Τσέτσης, ο οποίος εξηγούσε και εσχολίαζε αυτά τα οποία ετελούντο. Άρα, αν επρόκειτο δια μία παραπληροφόρησιν των μέσων ενημερώσεως, ο εν λόγω ιερεύς θα έπρεπε να την διορθώση και πρώτος αυτός να προβή εις την διάψευσίν της, την στιγμήν μάλιστα, κατά την οποίαν θεωρείται γνώστης όλων όσων συμβαίνουν εις το Πατριαρχείον.
Έπειτα πως είναι τόσον βεβαία η Ιερά Κοινότης ότι δεν συνετάχθησαν τα τροπάρια αυτά από αγιορείτην μοναχόν, αφού φαίνεται από τα γραφόμενά της, ότι ομιλεί κατ’ εικασίαν: «Δραττόμεθα της ευκαιρίας να πληροφορήσουμε υπευθύνως τους ευλαβείς χριστιανούς ότι συντάκτης τους (εννοείται των τροπαρίων) δεν είναι και δεν μπορούσε να είναι αγιορείτης μοναχός». Και εδώ φαίνεται καθαρά η δειλία της Ιεράς Κοινότητος να ελέγξη τους ανωτέρους της, ώστε να φανή η αλήθεια, να καταδειχθή δηλαδή ο συντάκτης και να μη χρειάζωνται αι διαψεύσεις. Είναι όμως, πατέρες, απορίας άξιον, πως ενοχληθήκατε τόσο δια τον συντάκτην των τροπαρίων, θεωρώντας ότι είναι προσβολή δια το Άγιο Όρος να είναι ο συντάκτης αγιορείτης μοναχός, και δεν ενοχλήθητε από το περιεχόμενον των τροπαρίων και από το ότι απεδόθησαν εις τον Πάπαν τιμαί αγίου; Διότι μόνον εις αγίους, ψάλλονται τροπάρια και ποτέ εις ζώντας, έστω και αν είναι κατά πάντα Ορθόδοξοι και άγιοι.
Πως λοιπόν κρίνετε το «ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου» της προσφωνήσεως του Πατριάρχου προς τον Πάπα, το οποίον αναφέρεται εις τον Χριστόν, και πως κρίνετε τα τροπάρια, που του έψαλαν; «Κωνσταντίνου η πόλις Πρωτοκλήτου λυχνία τε άγει εορτήν λαμπροφόρον δεχομένη τον Πρόεδρον Ρωμαίων Εκκλησίας της σεπτής, καθέδρας Κορυφαίου μαθητού φιλαδέλφω διαθέσει τε εκ ψυχής, ευξώμεθα γηθοσύνης: Μείνον, Παράκλητε, εν ημίν, άγων ημάς προς σην αλήθειαν, ιν’ ομοφώνως στόματι ενί καρδία Σε δοξάζωμεν» και «Ναύς, η πάντιμος Ορθοδοξίας αγλαΐζεται νυν δεχομένη εκ Δυσμών σεπτόν Ποιμένα και Πρόεδρον, καλλιερούσα δ’ ευσήμως ευφραίνεται εν ευσεβεία Χριστόν ικετεύουσα: Τη δυνάμει σου τον κόσμον σου περιφούρησον εν ομονοία συντηρών ως υπεράγαθος».
Πρόκειται δια απλάς λεκτικάς παρατυπίας ή καταδεικνύουν το βάθος της διαβρώσεως του Πατριάρχου και της δίκην οδοστρωτήρος ισοπεδώσεως των πάντων εν τη Ορθοδοξία; Εμείς προσωπικά οι προσυπογράφοντες πιστεύομεν το δεύτερον. Εδραιώνεται δε αυτή η αποψίς μας από το ότι όλα αυτά ειπώθησαν εις μίαν τόσον ιεράν στιγμήν, υπό τα όμματα όλου του κόσμου, εις τον μεγαλύτερον εχθρόν της Ορθοδοξίας δια μέσου των αιώνων. Εις αυτόν, ο οποίος επί δέκα αιώνας πολεμεί την Ορθοδοξίαν. Εις αυτόν, που δια της Ουνίας εφράγκεψεν αμέτρητα πλήθη ορθοδόξων. Εις αυτόν, ο οποίος εφιλοδόξησε να γίνη ο επί γης θεός.
Η Ιερά Κοινότης αρκείσθε εις διαψεύσεις ως προς τον συντάκτην των τροπαρίων, χωρίς να συνειδητοποιήτε, όμως λέγοντες ότι ζήτε το μυστήριον της Εκκλησίας, ότι εμείς οι Ορθόδοξοι ομοθυμαδόν εψάλαμεν τα τροπάρια αυτά εις τον Πάπαν και δια μέσου του Πατριάρχου εξεφωνήσαμεν το «ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου» και εδώσαμεν τον λειτουργικόν ασπασμόν της ειρήνης εις αυτόν, τον οποίον ο Άγ. Κοσμάς ο Αιτωλός είπε να καταρώμεθα ως αντίχριστον και αιτίαν του κακού, και του εψάλαμεν και πολυχρόνιον, δια να έχη πολλά τα έτη, προς εκπλήρωσιν των κοσμοκρατορικών σχεδίων του και εν τέλει τον προετρέψαμεν να ευλογήση το χριστεπώνυμον πλήρωμα, δια να δείξη την εξουσίαν του πάνω εις αυτό και εμείς την πλήρη υποταγήν μας, εις τον ερχόμενον εν «τω ιδίω ονόματι»; Σημειωθήτω ενταύθα, ότι τα εν λόγω τροπάρια είχαν δημοσιευθή εις τον τύπον πρίν από την θρονικήν εορτήν, κατά την οποίαν εψάλησαν (βλ. Βήμα Κυριακής 26.11.06), πράγμα το οποίον καταδεικνύει αφ’ ενός μεν τον πόθον και τον ζήλον του Πατριαρχείου να βαδίση τον δρόμον της αποστασίας, αφ’ ετέρου δε το ότι έχει εκλείψει πλέον η στοιχειώδης αιδώς και συστολή, εις τρόπον ώστε τα πλέον παράνομα και αντίχριστα να τα διαφημίζωμεν με κάθε ευχέρειαν.
Και κάτι άλλο πριν τελειώσωμεν με τα υμνολογικά κατορθώματα και τας λεκτικάς φιλοφρονήσεις. Γνωρίζει ασφαλώς η Ιερά Κοινότης, ότι εις την μονήν Καρακάλλου κατά την επίσκεψιν του Πατριάρχου, ολίγας ημέρας πρίν από το θέατρον της θρονικής εορτής της Κων/πόλεως, έψαλαν οι πατέρες της μονής εις τον μεγάλον τους επισκέπτην μεγαλυνάρια ειδικώς συγγραφέντα δι’ αυτόν, προφανώς από αγιορείτην μοναχόν. Θα θέλαμε να μάθωμεν πως η δογματική σας συνείδησις, την οποίαν, όπως λέγετε, περιφρουρείτε ως κόρην οφθαλμού, κρίνει αυτό το γεγονός.
Είναι αλήθεια, ότι εις τα σημεία, που αναφέρεσθε εις τας παπικάς πλάνας και εκτροπάς, ομιλείτε με το στόμα της αληθείας. Αυτά και άλλα πολλά δυστυχώς θα μπορούσε να αναφέρη κάθε πιστός δια το κατάντημα και τον ξεπεσμόν του Παπισμού. Εκείνο, το οποίον είναι ακατανόητον, είναι τούτο: πως δικαιολογείται ο συναγελασμός των Ορθοδόξων με τους Παπικούς εις εκκλησιαστικόν και λειτουργικόν επίπεδον και η συνοδοιπορία με τους εκπεσόντας και αποστατήσαντας από το σώμα του Χριστού; Είναι χαρακτηριστικά εν προκειμένω τα λόγια του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου: «ο τοις εχθροίς του βασιλέως φίλος είναι, αλλ’ ουδέ ζωής αξιούται, αλλά σύν τοις εχθροίς απολείται».
Πρέπει επίσης εις το σημείον αυτό να επισημάνωμεν μετά λύπης τα λόγια αυτά της Ιεράς Κοινότητος, τα οποία νομίζομεν, ότι καταδεικνύουν όλον τον σκοπόν της συνταχθείσης ανακοινώσεως: «Επί πλέον δε (εννοούνται αυτά που κάνουν ο Πατριάρχης και ο Αρχιεπίσκοπος ) να εξωθήσουν μερικούς από τους πιστούς και ευλαβείς Ορθοδόξους, που ανησυχούν για όσα ακαίρως και παρά τους ιερούς κανόνας γίνονται, σε αποκοπήν τους από το σώμα της εκκλησίας και την δημιουργίαν νέων σχισμάτων».
Πώς αλήθεια, πατέρες, την αποκοπήν από τον αιρετικώς φρονούντα Επίσκοπον ή Μητροπολίτην ή Πατριάρχην εννοείτε ως αποκοπήν από το σώμα της Εκκλησίας και δημιουργία νέων σχισμάτων; Αν μεν ούτω θεωρείτε αυτήν την αποκοπήν, τότε πρέπει να σας τονίσωμεν, ότι η δογματική σας συνείδησις πάσχει από την παπικήν νόσον. Πρέπει επίσης, αν βεβαίως ούτω πιστεύετε, να αποκηρύξετε πλειάδα αγίων και ομολογητών, οι οποίοι απεκόπησαν από αιρετικούς Επισκόπους και Πατριάρχας, και κυρίως να αποκηρύξετε τους αγιορείτας οσιομάρτυρας, οι οποίοι απεκόπησαν από τον λατινόφρονα Πατριάρχην Ιωάννην τον Βέκκον. Αυτούς δηλαδή, τους οποίους εις την Ανακοίνωσιν ομολογείτε ότι τιμάτε και ευλαβείσθε. Και βεβαίως να αποκηρύξετε, όσους προσφάτως διέκοψαν το μνημόσυνον του Πατριάρχου Αθηναγόρα, λόγω της γνωστής άρσεως των αναθεμάτων. Πρέπει επίσης να διαγράψετε από το «Πηδάλιον» τους δύο Ιερούς Κανόνας, τον 31ον Αποστολικόν και τον 15ον Πρωτοδευτέρας Συνόδου επί Αγ. Φωτίου.
Ώστε λοιπόν κατά την νεοεποχίτικην θεολογίαν, η οποία βεβαίως εις ουδέν διαφέρει από την παπικήν, δια να μη αποσκοπούμεν από την Εκκλησίαν και δημιουργήσωμεν σχίσματα, πρέπει να υποτασσώμεθα εις αιρετικούς και να μνημονεύωμεν τον Ιωάννην τον Βέκκο, τον Αθηναγόραν, τον Βαρθολομαίον, τον Χριστόδουλον, τον…., τον…. τον….
Αν, πατέρες, αυτό ήταν η διδασκαλία της Εκκλησίας, τότε η Εκκλησία θα ήταν ανθρωποκεντρική και κριτήριον της δεν θα είχε την αλήθειαν, αλλά την γνώμην του Επισκόπου όπως συμβαίνει εις τον Παπισμόν. Τότε δεν θα εχρειάζοντο οι μέχρις αίματος αγώνες των Πατέρων δια την πίστιν, επειδή αυτή θα εξεφράζετο από το στόμα του Πρώτου, εις τον οποίον όλοι έπρεπε να υποτάσσωνται. Και εν τέλει, αν υπήρχεν αυτή η θεολογία, τότε δεν θα υπήρχε προ πολλού η Ορθοδοξία, διότι θα είχεν εξοστρακισθή από τας πλάνας των Επισκόπων και τον εφησυχασμόν των Ορθοδόξων.
Είναι προφανές, ότι με τα όσα λέγετε εις την ανακοίνωσιν σας, δικαιολογείτε πλήρως την στάσιν της Ι. Κοινότητος απέναντι εις τους διωκομένους πατέρας της Ι. Μονής Εσφιγμένου. Πώς αλήθεια η δογματική σας συνείδησις επιτρέπει να συντάσσεσθε με τους διώκτας, την στιγμήν που γνωρίζετε, ότι διά λόγους πίστεως οι πατέρες αυτοί διέκοψαν την εκκλησιαστικήν επικοινωνίαν και την μνημόνευσιν του αιρετικώς φρονούντος Πατριάρχου;
Είναι όμως γεγονός ότι, εφ’ όσον ενετάχθη το Άγ. Όρος εις τα ευρωπαϊκά προγράμματα και απομυζείτε τα οικονομικά πακέτα της Ευρώπης και έχετε ευρωπαϊκούς προσανατολισμούς, είναι αδύνατον να αρθρώσετε λέξιν Ορθοδόξου διαμαρτυρίας και ενστάσεως, αλλά πάντοτε θα σύρεσθε και θα υποτάσσεσθε εις τους χορηγούς σας. Είναι λυπηρόν, το ότι προκειμένου να επιδιορθώσωμεν και να αναστηλώσωμεν τας μονάς, αφήσαμεν την προστάτιδα των την Παναγίαν και ετρέξαμεν εις τα αμαρτωλά και εύκολα χρήματα της Ευρώπης, κατακρημνίζοντες τα όρια, ά έθεσαν οι Άγιοι Πατέρες. όλοι μας όμως γνωρίζομεν, ότι δεν δίδει κανείς τίποτε χωρίς ανταλλάγματα. Και ήδη το Άγ. Όρος πληρώνει την ολιγοπιστίαν εις τον Θεόν και την προσάρτησίν του εις τα ευρωπαϊκά σχέδια.
Εις το τέλος της ανακοινώσεως σας μεταξύ των άλλων διακηρύσσετε και τα εξής: «Ο μετά των ετεροδόξων διάλογος, εφ’ όσον αποβλέπει να πληροφορήση αυτούς περί της Ορθοδόξου Πίστεως, ώστε όταν ούτοι καταστούν δεκτικοί του θείου φωτισμού και διανοιχθούν οι οφθαλμοί των να επανέλθουν εις την Ορθόδοξον Πίστιν, δεν είναι καταδικαστέος».
Είναι εξ ίσου λυπηρόν, πατέρες, το ότι, ενώ ο διάλογος με τους αιρετικούς διεξάγεται εδώ και σαράντα περίπου χρόνια, δεν κατενοήσατε τον σκοπόν του. Κι αν εσείς δεν τον κατενοήσατε, τί να αναμένωμεν από τους απλούς λαϊκούς χριστιανούς; Δεν διεπιστώσατε άρα γε ότι, επί τόσα χρόνια αφ’ ενός μεν οι Παπικοί ουδόλως μετεκινήθησαν από τας πλάνας των, ουδέ βήμα ποδός, αφ’ ετέρου δε εμείς καθημερινώς ενδίδομεν και συμπνιγόμεθα από το σφιγκταγκάλιασμα του παπικού θηρίου; Δεν κατενοήσατε ότι το μόνον, που επέτυχαν οι διάλογοι με τους αιρετικούς, είναι το να διχάσουν τους Ορθοδόξους, όπως κάποτε εις την Φλωρεντίαν και Φερράραν, εις ενωτικούς και ανθενωτικούς, ή ορθότερα εις ορθοδόξους και λατινόφρονας;
Αναφέρετε ακόμη εις το τέλος ότι, «….ενδέχεται να δώσουν την εντύπωσιν ότι η ημετέρα Ορθόδοξος Εκκλησία δέχεται τους Ρωμαιοκαθολικούς ως πλήρη Εκκλησία και τον Πάπα ως κανονικό Επίσκοπο Ρώμης». Τι άραγε εννοείτε με τον όρον «πλήρη εκκλησία»; Μήπως δηλαδή δεχόμεθα τους Παπικούς ως Εκκλησία, αλλά όχι πλήρη; Εμείς γνωρίζομεν, ότι η Ρώμη ήταν Εκκλησία πριν από το σχίσμα και μετά το σχίσμα εξέπεσε και δεν είναι Εκκλησία. Αι εκφράσεις σας, «πλήρης Εκκλησία» και «κανονικός Επίσκοπος Ρώμης», θεωρούμεν ότι εισάγουν καινά δαιμόνια.
Εν κατακλείδι αναφέρετε ότι: «Το Άγιον Όρος χάριτι Θεού μένει πιστόν εις την Πίστιν των Αγίων Αποστόλων και των Αγίων Πατέρων». Πιστεύομεν, ότι έπειτα από όσα ελέχθησαν προκειμένου το Άγ. Όρος να μείνη πιστόν εις τους Αγ. Αποστόλους και τους Α. Πατέρας, πρέπει να απομακρυνθή από τον αιρετικά φρονούντα και πράττοντα σημερινόν Πατριάρχην. Και η οδός, την οποίαν οι Πατέρες υπέδειξαν, εις αυτήν την περίπτωσιν είναι η διακοπή του μνημοσύνου. Μένοντες όμως ενωμένοι δια του μνημοσύνου με τον σημερινόν Πατριάρχην είναι αστείον να ισχυρίζεσθε ότι αγωνίζεσθε δια την Πίστιν των Αγ. Αποστόλων και των Αγ. Πατέρων.
Θέλομεν, εν συνεχεία, να αναφερθώμεν, εις ενδεδειγμένας ενεργείας, εις τας οποίας κατά την γνώμην μας έπρεπε να προβή η Ιερά Κοινότης, δια να είναι όντως η στάσις της ομολογιακή και σύμφωνος με την πατερικήν Παράδοσιν.
α) Θα έπρεπε προ πολλού να είχε ασκηθή εκ μέρους της Ι. Κοινότητος δριμύτατος έλεγχος εις τον παραπαίοντα ως προς την πίστιν Πατριάρχην, την στιγμήν κατά την οποίαν είμεθα άπαντες, δια της εκκλησιαστικής ενότητος, συναυτουργοί των έργων του. Διότι σύμφωνα με την ομολογίαν των Αγίων, που ευλαβείσθε και επικαλείσθε εις την επιστολήν σας, των Αγιορειτών Οσιομαρτύρων των αθλησάντων επί Βέκκου, «δια τούτο και μείζονα των αμαρτημάτων επεισήλθεν, ότι τα ελάττονα της προσηκούσης ου τυγχάνει διορθώσεως, και καθάπερ εν τοις σώμασιν οι των τραυμάτων καταφρονήσαντες, πυρετούς έτεκον, και σηπεδόνας και θάνατον, ούτω και επί των ψυχών• οι των μικρών υπερορώντες, τα μείζονα επεισάγουσιν• ει γάρ περί την αρχήν αποπηδάν των θείων θεσμών επιχειρούντες, και μικρόν τι παρακινείν της προσηκούσης ετύγχανον επιτιμήσεως, ουκ αν ο παρών ετέχθη λοιμός, ουκ’ άν ο τοσούτος χειμών την Εκκλησίαν κατέλαβεν• ο γάρ της υγιούς πίστεως και το βραχύ ανατρέπων, τω παντί λυμαίνεται».
Το κακόν εξεκίνησεν από την αιρετικήν Εγκύκλιον του Οικουμενικού Πατριαρχείου του 1920, συνεχίσθη με την αλλαγήν του ημερολογίου επεδεινώθη με την εισαγωγήν εις την Βαβέλ του Π.Σ.Ε. κατήντησε καρκίνωμα με την άρσιν των αναθεμάτων, μετηλλάχθη δια των θεολογικών διαλόγων εις θέατρον σκιών, εξειλίχθη εις γάγγραιναν δια της αναγνωρίσεως των αιρετικών μυστηρίων των Μονοφυσιτών εις Σαμπεζύ το 1990, των Παπικών εις Μπαλαμάντ το 1993 και προσφάτως των Λουθηρανών εις Κων/πολιν, και τελικώς κατέληξεν εις μεγαλοπρεπείς λειτουργικάς συνευρέσεις των αιρετικών κεφαλών, δια να καταδειχθή επισήμως η υποταγή της Ορθοδοξίας εις τας αρχάς της Ν. Εποχής. Τοιουτοτρόπως επέρχεται ο πνευματικός θάνατος, δηλαδή η αποκοπή από το διαχρονικόν σώμα της Εκκλησίας, όλων όσων συμμετέχουν είτε ενεργώς, είτε σιωπηρώς, εις την μεθοδευμένην αντίχριστον αποστασίαν.
β) Εν συνεχεία θα έπρεπεν η Ι. Κοινότης, εφ’ όσον το Οικουμενικόν Πατριαρχείον συνέχιζε την πνευματικήν διολίσθησιν, να είχε προ πολλού αποστασιοποηθή εκκλησιαστικώς δια της διακοπής του μνημοσύνου, εις τρόπον ώστε να ευρίσκεται εν ασφαλεία και εν διαρκεί κοινωνία με την διαχρονικήν Εκκλησίαν, όπως τούτο έπραξαν οι επί Βέκκου αθλήσαντες και προσφάτως οι επί Πατριάρχου Αθηναγόρου πλείστοι Αγιορείται Πατέρες, οι διακόψαντες την μνημόνευσίν του, λόγω της άρσεως των αναθεμάτων.
γ) Θα έπρεπε να μη είχε πέσει το Άγ. Όρος εις την παγίδα των Ευρωπαϊκών οικονομικών επιχορηγήσεων, ώστε αφ’ ενός μεν να ζουν οι μοναχοί εν πτωχεία και απλότητι, αφ’ ετέρου δε να ομιλούν ελεύθερα ελέχοντες με παρρησίαν τα εντός και εκτός κακώς κείμενα. Η οικονομική αυτή υποδούλωσις του Αγ. Όρους είναι η χαριστική βολή εις την δογματικήν διολίσθησιν.
δ) Θα έπρεπε ολόκληρον το Άγ. Όρος να έχη ενιαίαν αντίστασιν εις την αίρεσιν, ώστε να μη γίνεται περίγελως και σκάνδαλον εις τα μάτια του κόσμου, δια της διαιρέσεως και του αλληλοσπαραγμού των μοναχών.
ε) Εθεωρήσαμεν εμείς οι υπογράψαντες, ότι εδόθη εις την Ι. Κοινότητα η ευκαιρία αφυπνίσεως και παύσεως της μέχρι τούδε αδρανείας σας, εξ αφορμής της προκλητικής θεατρικής παραστάσεως, η οποία έλαβε χώραν εις την παρελθούσαν θρονικήν εορτήν εις το Φανάρι. Όμως διεψεύσθημεν δια μίαν εισέτι φοράν, όταν ανεγνώσαμεν τας χλιαράς και ανουσίας ανακοινώσεις, αι οποίαι προφανώς έγιναν, δια να καθησυχάσουν οι ανησυχούντες δια την πορείαν του Αγ. Όρους μοναχοί. Σας κατεστήσαμεν σαφές ήδη από την Α (επιστολήν μας, ότι αν εσείς αδρανήσετε να ακολουθήσετε την γραμμήν των Αγίων Αποστόλων, των Αγίων Πατέρων και των Οικουμενικών Συνόδων εμείς θα πράξωμεν τα θεάρεστα και όχι τα ευάρεστα. Σας γνωστοποιούμεν ότι αν δεν δώσετε Ορθόδοξον πρέπουσαν απάντησιν εις τον παρεκτραπέντα και καταλύσαντα Ι. Κανόνας Πατριάρχην, εμείς θα σκεφθώμεν, εάν πρέπει να έχωμεν εκκλησιαστικήν επικοινωνίαν με την Ι. Κοινότητα και με το Οικουμενικόν Πατριαρχείον.
Ευελπιστούντες ότι η παρούσα θα συμβάλη εις την αναθεώρησιν των εκκλησιαστικών και δογματικών τοποθετήσεών σας απέναντι των οικουμενιστών και εν τέλει εις την συστοίχισίν σας με την γραμμήν των Αγ. Πατέρων, διατελούμεν μετά προσδοκίας.
Επειδή η συλλογή των υπογραφών από όλον το Άγ. Όρος δεν είναι εφικτή, ακολουθούν ενδεικτικώς αι πρώται υπογραφαί. Πιστεύομεν ότι οι ομολογούντες την Ορθοδοξίαν συνυπογράφουν.
Οι υπογράφοντες
Γέρων Ιλαρίων Μοναχός, Ξεροκάλυβο Πλατάνι, Ι. Μονή Δοχειαρίου. Γαβριήλ Μοναχός, Ι. Κουτλουμουσιανόν Κελλίον Οσίου Χριστοδούλου. Γέρων Μελέτιος, Γενέθλιον της Θεοτόκου. Γέρων Νικόδημος, Μοναχός, Κελλίον Αγ. Νεκταρίου Καψάλα, Ι. Μονή Σταυροκινήτα. Δοσίθεος Μοναχός, Κουτλουμουσιανόν κάθισμα (Λειβάδι). Γέρων Σάββας, Ι. Κελλίον Αγ. Αρχαγγέλων Σαββαίων Ι.Μ. Χιλανδαρίου. Γέρων Ισαάκ, Ι. Κελλίον Γεννήσεως Θεοτόκου Ι.Μ. Σταυρονικήτα. Γέρων Βλάσιος Μοναχός, Ξεροκάλυβον Βίγλας, Ι.Μ.Μ. Λαύρας. Γέρων Ησαΐας Μοναχός, Ι. Κελλίον Γεννήσεως Θεοτόκου Μ.Μ. Λαύρας. Γεώργιος Μοναχός, Ι. Κελλίον Κοιμήσεως Θεοτόκου. Γέρων Κοσμάς Μοναχός, Ι. Καλύβιον Αγ. Δημητρίου Ι.Σκ. Αγ. Άννης, Ι.Μ.Μ. Λαύρας. Μάρκελλος Μοναχός, Ι. Καλύβιον Αγ. Δημητρίου Ι. Σκ. Αγ. Άννης, Ι. Μ.Μ. Λαύρας. Αθανάσιος Μοναχός, Ι. Καλύβιον Αγ. Δημητρίου Ι. Σκ. Αγ. Άννης, Ι. Μ. Μ. Λαύρας. Γέρων Σπυρίδων Μοναχός, Ι. Κελλίον Αγ. Νικολάου Ι.Μ. Κουτλουμουσίου. Γέρων Ονούφριος Μοναχός, Ι. Κελ. Κοιμήσεως Θεοτόκου, Καρυαί. Παρθένιος Μοναχός, Ι. Καλύβιον Αγ. Αντωνίου, Ι. Σκ. Αγ. Άννης, Ι. Μ.Μ. Λαύρας. Γέρων Νικόλαος Μοναχός, Ι. Κελλίον Αγ. Νικολάου, Καρυές. Γέρων Αντώνιος Μοναχός Ι. Κελλίον Κοιμήσεως Θεοτόκου, Ι. Μονή Παντοκράτορος. Γέρων Παύλος Μοναχός, Ι. Κελλίον Αγ. Αποστόλων, Ξενοφωντινή Σκήτη. Χριστόφορος Μοναχός, Ι. Κελλίον Αγ. Αποστόλων Ξενοφωντινή Σκήητ. Αρχιμανδρίτης Κύριλλος, Ηγούμενος Ι. Ης. Παντοκράτορος Μελισσοχώριον. Ευστράτιος Μοναχός, Ι. Ησυχασ. Παντοκράτορος Μελισοχ. Θεσσαλονίκης. Αρσένιος Μοναχός, Ι. Ησυχασ. Παντοκράτορος Μελισσοχ. Θεσσαλονίκης. Νεκτάριος Μοναχός, Ι. Ησυχασ. Παντοκράτορος Μελισσοχ. Θεσσαλονίκης Ιγνάτιος Μοναχός, Ι. Ησυχασ. Παντοκράτορος Μελισσοχ. Θεσσαλονίκης. Ραφαήλ Μοναχός, Ι. Ησυχσ. Παντοκράτορος Μελισσοχ. Θεσσαλονίκης. Μιχαήλ Μοναχος, Ι. Ησυχασ. ΠαντοκράτοροςΜελισσοχ. Θεσσαλονίκης. Μαρδάριος Μοναχός, Ι. Ησυχασ. Παντοκράτορος Μελισσοχ. Θεσσαλονίκης. Αντώνιος μοναχός, Ι. Ησυχασ. Παντοκράτορος Μελισσοχ. Θεσσαλονίκης. Τύχων Ιερομόναχος, Ι. Ησυχασ. Παντοκράτορος Μελισσοχ. Θεσσαλονίκης. Παχώμιος Μοναχός, Ι. Ησυχασ. Παντοκράτορος Μελισσοχ. Θεσσαλονίκης . Λουκάς Μοναχός, Ι. Ησυχασ. Παντοκράτορος Μελισσοχ. Θεσσαλονίκης Αρχιμανδρίτης Ευθύμιος, Αμπελάκια Λαρίσης. Αρχιμανδρίτης Εμμανουήλ Καλύβας, Ιεροκήρυξ Ι. Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Νικόλαος Ι. Σωτηρόπουλος, Θεολόγος. Ιωάννης Κορναράκης, Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου