Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2025

Η προσευχή του Αγίου Μάρκου Ευγενικού

 


(για θείον έλεος και μετάνοια)

Ο Άγιος Μάρκος ήταν άνθρωπος προσευχής. Συχνά στα κείμενά του παρεμβάλλονται αυτοσχέδιες προσευχές, δεήσεις και ικεσίες. Εδώ θα σας παραθέσουμε την προσευχή που απηύθυνε προς Κύριον πριν αναχωρήσει για την Ιταλίαν, στην οποίαν παρακαλεί να του χορηγήσει ο Κύριος μετάνοια. Η προσευχή έχει ως εξής:







Εγώ και προς την αρετήν οκνηρώς έχων και των παθών προσλήψεσι τυραννούμενος, τι ποιήσω, μακρόθυμε Κύριε; Εκπεσούμαι της τοσαύτης σου δωρεάς, και επ’ εμοί αργήσει το της αγαθοπρεπούς ευδοκίας μυστήριον; Μη μοι γένοιτο, φιλοικτίρμον Θεέ και φιλόψυχε. Μη εγκαταλειφθείην υπό σου, μη γενοίμην μερίς τω πονηρώ εις απώλειαν, αλλά τοις των προλαβόντων αγίων σου πόνοις δυσωπηθείς και τας των ιερών αγγέλων πρεσβείαις δεξάμενος, εξαιρέτως δε και της αυτών υπερκειμένης δεσποίνης ημών Θεοτόκου, δος μοι την προς σε οδόν κατευθύναι, μη τον άξιον καρπόν της μετανοίας, αλλά τον δυνατόν απαιτών, έμβαλε τη σκληρά μου καρδία τον φόβον σου και δι’ αυτού καθάρας και απαλύνας όλην εις την αγάπην συγκίνησιν. Εν τω δε του σώματος εκδημείν ανάπαυσόν με ταις των αγίων σου σκηναίς και της αϊδίου δόξης και θεωρίας εμπλησθήναι ευδόκησον, ότι ευλογητός ει εις τους αιώνας. Αμήν”.

(να διαβάζεται αυτή η προσευχή κάθε βράδυ από τους πιστούς, μετά την Παράκληση του Αγίου Μάρκου, ή το Απόδειπνον και τους Χαιρετισμούς της Υπεραγίας Θεοτόκου, την οποίαν ο Άγιος Μάρκος ιδιαιτέρως ευλαβείτο και προς τιμήν Της συνέθεσεν οκτώ Παρακλητικούς Κανόνες).

«Η γνωριμία και η σχέσις του Αγίου Ραφαήλ με τον Άγιον Μάρκον τον Ευγενικόν»

 

Γράφει ο Αρχιμ. Κύριλλος Κεφαλόπουλος, ιστορικός, Δρ. Αρχαίας Ιστορίας Παν/μίου B.I.U. Μαδρίτης

 

Οι Άγιοι Ραφαήλ, Νικόλαος και Ειρήνη συγκαταλέγονται στη χορεία των Νεοφανών Αγίων και μάλιστα εκείνων που μαρτύρησαν σχεδόν αμέσως μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως. Σχετικά με τον βίο τους γνωρίζουμε λίγα πράγματα. Οι πρώτες πληροφορίες για την ύπαρξη των Αγίων ιστορούνται με θαυματουργικό και αποκαλυπτικό τρόπο από το έτος 1959 μ.Χ. Από μία ανασκαφή που έγινε στη Θερμή της Λέσβου, ανακαλύφθηκε ο τάφος ενός αγνώστου προσώπου, που όπως αποκαλύφθηκε σε συνεχή οράματα, ανήκε στον Άγιο Ιερομάρτυρα Ραφαήλ, ο οποίος μαρτύρησε μαζί με τον Άγιο Οσιομάρτυρα Νικόλαο και την Αγία Ειρήνη. Ο τάφος και το λείψανο του Αγίου Νικολάου ανακαλύφθηκε στις 13 Ιουνίου 1960 μ.Χ.

Όσα γνωρίζουμε για το βίο τους προέρχονται από εμφανίσεις των Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης σε πιστούς της Λέσβου, οι οποίοι έλαβαν τις πληροφορίες αυτές από οράματα και ενύπνια, στα οποία οι Άγιοι γνωστοποιούσαν στοιχεία από τον βίο τους και το μαρτύριόν τους. Αυτά εν συνεχεία κατεγράφησαν σε επιστολές και σε βιβλία που εξεδόθησαν. Ταυτοχρόνως, η αρχαιολογική σκαπάνη επιβεβαίωσε με τα ευρήματά της τον τόπο του μαρτυρίου και της ταφής των Αγίων, πάντοτε σύμφωνα με τις θαυματουργικές υποδείξεις των Αγίων.

Εκείνο το στοιχείο το οποίον δεν είναι ιδιαιτέρως γνωστό και δεν έχει δοθεί η δέουσα σημασία, είναι ότι στους δύσκολους χρόνους πριν την Άλωση της Βασιλεύουσας, όταν η Βυζαντινή Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία όδευε προς το εναγώνιο τέλος της και η επικείμενη κατάκτηση από τους Οθωμανούς ήταν προ των θυρών, στις τελευταίες στιγμές της αυτοκρατορίας, όταν απειλητικά σύννεφα από Ανατολή και Δύση πύκνωναν, οι διαδρομές και τα βήματα των δύο Αγίων, Ραφαήλ και Αγίου Μάρκου του Ευγενικού, διεσταυρώθησαν και συναντήθησαν. Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι να αναδείξει αυτήν ακριβώς την διάσταση μέσα από τις υπάρχουσες πληροφορίες και με συνεκτίμηση των ιστορικών στοιχείων να καταλήξει στο συναγόμενο ιστορικό συμπέρασμα της γνωριμίας και της διασυνδέσεως των δύο Αγίων.

Ο Άγιος Ραφαήλ καταγόταν από τους Μύλους της Ιθάκης και γεννήθηκε το έτος 1410 μ.Χ. Το κοσμικό του όνομα ήταν Γεώργιος Λάσκαρης ή Λασκαρίδης και ο πατέρας του ονομαζόταν Διονύσιος και η μητέρα του Μαρία. Καταγόταν από το γένος των Λασκαραίων, από την αυτοκρατορική αυλή της Νίκαιας. Οι γονείς του ήσαν άνθρωποι ευσεβείς και έδωσαν στον Γεώργιο χριστιανική ανατροφή και μεγάλη μόρφωση.

Την εποχή εκείνη η Ιθάκη, όπως και πολλά μέρη της Δυτικής Ελλάδος, ήσαν υπό την κατοχή των Δυτικών. Η Ιθάκη και η Κεφαλονιά ήσαν υπό την κατοχή του ιταλικού οίκου του Καρόλου Τόκκου. Από νωρίς, ο νεαρός Γεώργιος Λασκαρίδης έλαβε επιμελημένη μόρφωση, ιταλική παιδεία και ορθόδοξη χριστιανική ανατροφή. Μάλιστα, πλησίον σε κάποιον ιατροφιλόσοφο παρακολούθησε και μαθήματα ιατρικής. Πάντοτε όμως διατηρούσε με υπερηφάνεια την ανάμνηση της πατρογονικής του καταγωγής από την Νίκαια της Μικράς Ασίας.

Οι ιστορικές συγκυρίες και η διπλωματική συμμαχία μεταξύ του Κάρολου Τόκκου και του Θεόδωρου Παλαιολόγου του Δεσποτάτου του Μυστρά, η οποία επισφραγίστηκε με επιγαμία, οδήγησαν τα βήματα του νεαρού Γεωργίου Λασκαρίδη στην αυλή των Παλαιολόγων. Εκεί, ευρέθη και μαθήτευσε στον φημισμένο δάσκαλο και φιλόσοφο Πλήθωνα τον Γεμιστόν. Εκεί, στην σχολή του Πλήθωνος στον Μυστρά γνωρίσθηκε και με τον Βησσαρίωνα, αλλά και τους άλλους πρίγκηπες Παλαιολόγους, τον Θωμά και τον Κωνσταντίνο, που έμελλε να στεφθεί τελευταίος αυτοκράτορας της Κων/πόλεως και να πέσει ηρωικώς μαχόμενος στα τείχη της το 1453.

Σε πολύ νέα ηλικία, αφού ολοκλήρωσε την κοσμική του μόρφωση, ενετάχθη στον αυτοκρατορικό στρατό, αρχικώς στην συνοδεία του πρίγκηπα Θωμά Παλαιολόγου, και εν συνεχεία του αδελφού του Δημητρίου Παλαιολόγου. Λόγω της υψηλής του μορφώσεως και της ανδρείας του, ανήλθε στις τάξεις του αυτοκρατορικού στρατού και έφθασε στον βαθμό του χιλιάρχου.

Όταν ο αυτοκράτωρ Ιωάννης Παλαιολόγος απεφάσισεν να μεταβεί στην Δύση για διάλογο με τον Πάπα στην Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας, με εντολή των Παλαιολόγων του Δεσποτάτου του Μυστρά, ο χιλίαρχος Γεώργιος Λασκαρίδης (ο μετέπειτα Άγιος Ραφαήλ), διετάχθη να μετάσχει στην ακολουθία του αυτοκράτορος ως επιτελής (αξιωματικός) του Δημητρίου Παλαιολόγου. Ως μέλος της πολυμελούς ελληνικής αντιπροσωπείας που θα συμμετείχε στην Φερράρα-Φλωρεντία τα έτη 1438-1439, ο χιλίαρχος Γεώργιος Λασκαρίδης είχεν την ευκαιρία να γνωρίσει εκ του σύνεγγυς και να συναναστραφεί με τους ιστορικούς πρωταγωνιστές των γεγονότων, τον Πατριάρχη Ιωσήφ, τον Βησσαρίωνα, τον Ισίδωρον Κιέβου, τον Γεώργιο Σχολάριο και τον φιλόσοφο Πλήθωνα Γεμιστό, τους οποίους εγνώριζε από τον Μυστρά. Επίσης, είχε την δυνατότητα να γνωρίσει και να εκτιμήσει την μεγάλη μορφή της Ορθοδοξίας, τον πρωταγωνιστή και υπέρμαχο της Πίστεως, τον Άγιο Μάρκο τον Ευγενικό.

Όταν τελικώς υπέγραφη ο ενωτικός όρος της Συνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας, κατόπιν των πιέσεων του Πάπα, των Δυτικών αλλά και του αυτοκράτορος, και ο Μάρκος ο Ευγενικός έμεινε μόνος του, εκτεθειμένος στις απειλές και το μένος του Πάπα, διότι δεν είχε συμβιβασθεί να υπογράψει την ψεύτικη Ένωση της Συνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας, ο ίδιος ο αυτοκράτωρ Ιωάννης Παλαιολόγος, ο οποίος εκτιμούσε την προσωπικότητα και την εντιμότητα του Μάρκου του Ευγενικού, εγγυήθηκε την ασφάλεια της ζωής του και τον επεβίβασε στην αυτοκρατορική γαλέρα για το ταξίδι της επιστροφής της ελληνικής αντιπροσωπείας. Επάνω στο ίδιο πλοίο συνταξίδεψε και προστάτεψε την ζωή του Αγίου Μάρκου ο χιλίαρχος Γεώργιος Λασκαρίδης. [Σημείωση Αδελφότητος Αγίου Ραφαήλ: Για να είμαστε πιο ακριβείς στο σημείο αυτό: Οι πληροφορίες από τις πηγές αναφέρουν ότι ο Δημήτριος Παλαιολόγος, μαζί με τον Πλήθωνα Γεμιστό και τον Γεώργιο Σχολάριο -προφανώς και με την παρουσία του Χιλίαρχου Γεώργιου Λασκαρίδη, δηλαδή του Αγίου Ραφαήλ, ο οποίος όπως προαναφέρθη ήταν ανατεθειμένος ως αξιωματικός στο επιτελείο του Δημητρίου Παλαιολόγου (και προσωπικός ιατρός του)- είχαν αναχωρήσει 2 μέρες πριν την υπογραφή του Τόμου της Συνόδου, ενώ ο Άγιος Μάρκος αναχώρησε αργότερα μαζί με τον Αυτοκράτορα -αφού ο Αυτοκράτορας και οι υπόλοιποι εκκλησιαστικοί υπέγραψαν τις αποφάσεις της Συνόδου- με την αυτοκρατορική γαλέρα, υπό την προστασία όντως του Αυτοκράτορα. Άρα: ο Άγιος Ραφαήλ δεν ήταν παρών όταν υπεγράφησαν οι Αποφάσεις της Συνόδου, αλλά και δεν είχε περεταίρω απευθείας επαφή με τον Άγιο Μάρκο τον Ευγενικό, αφού επέστρεψαν σε διαφορετική χρονική στιγμή και με διαφορετικό μέσο. Στο βιβλίο "Άγραφον - η Αποκάλυψη του Αγίου Ραφαήλ" του Φώτιου Λίτσα, ομιλώντας ο Άγιος Ραφαήλ αναφέρει για την Σύνοδο της Φερράρας-Φλωρεντίας και το εξής: «Εγώ φυσικά ήμουν στην πολιτική αντιπροσωπεία (δεν ήταν δηλαδή εκκλησιαστικό πρόσωπο ακόμα), υποστήριζα τον Αυτοκράτορα... Να πω την αλήθεια μου η ψυχή μου ήταν με τον Πλήθωνα (ήταν ο πρώην δάσκαλός του Αγίου στον Μυστρά) που παρά την πίεση του Αυτοκράτορα δεν ήθελε την Ένωση με τίποτα. Δίπλα του ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός της Εφέσου, ανθενωτική κολώνα, τί αξιοθαύμαστος άνθρωπος!»]

Ακολουθία Αγίου Μάρκου του Ευγενικού (Καλλίστου μοναχού Ζωγραφίτου)

 




ΜΙΚΡΟΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ

Εἰς τό· Κύριε ἐκέκραξα, ἱστῶμεν στίχους δ΄, καὶ ψάλλομεν Στιχηρὰ Προσόμοια. Ἦχος β΄. Ὅτε ἐκ τοῦ ξύλου.
Ὅτε, πρὸς ἀγῶνας ἀνδρικῶς, τοὺς ἀσκητικοὺς μάκαρ χαίρων ἐχώρησας, καὶ σαρκὸς καὶ αἵματος ὤφθης ἀνώτερος, καὶ Θεῷ μόνῳ ἥνωσας, σαὐτὸν θεῖε Πάτερ, διὰ καθαρότητος, καὶ ἐκτενοῦς προσευχῆς· τότε, θεοφόρος ἐγένου, καὶ προεχαλκεύθης ὡς ξίφος, ἵνα δυτικῶν συγκόψῃς φάλαγγας.

Ὅτε, ἐπινεύσει θεϊκῇ, εἰς τὸν τῆς Ἐφέσου προέβης θρόνον ᾀοίδιμε, καὶ Δύσιν κατέλαβες ὑπὲρ ἑνώσεως, καὶ προσθήκην διήλεγχες, τὴν ἐν τῷ Συμβόλῳ· τότε, οἱ ἀκούοντες σοφίαν λόγων σου, ταῦτα πρὸς ἀλλήλους ἐβόων ὄντως, διὰ στόματος τούτου, φθέγγεται τὸ Πνεῦμα τὸ πανάγιον.

Ὅτε, ἐπειθάρχησαν κακῶς, καὶ ψευδοῦς ἑνώσεως ὅρον πάντες ὑπέγραψαν, σὺ δὲ οὐκ ἐνέδωκας, Μάρκε θεόσοφε, ἀλλ’ ἀντέσχες στεῤῥότατα, ὁ μόνος πρὸς πάντας· τότε ὁ μεγάλαυχος Πάπας Εὐγένιος, λύπῃ, ἐν μεγίστῃ καὶ στένων, καὶ ἐν ἀπογνώσει τελείᾳ, οὐδὲν ἐποιήσαμεν ἐβόησεν.

Ὅτε, ἐκοιμήθη ἱερῶς, τὸν ἁγίοις πρέποντα ὕμνον, Μάρκε ἀοίδιμε, τότε θεολόγων σε δῆμοι προέπεμψαν, ὡς αὐτῶν στεῤῥῶν πρόμαχον, καὶ πάντων Ἀγγέλων Τάγματα ἐκρότησαν ἐν τῇ ἀνόδῳ σου· τότε, καὶ Τριὰς ἡ ἁγία, ὑπὲρ ἧς στεῤῥῶς ἠγωνίσω, δόξης σε στεφάνοις ἐστεφάνωσεν.

Δόξα. Ἦχος α΄.
Χρεωστικῶς ἐκτελοῦμεν τὴν μνήμην σου, Μάρκε παναοίδιμε, τῆς ἀκραιφνοῦς τῶν πατέρων δόξης ὑπέρμαχε ἀπροσμάχητε, καὶ πάντων Ὀρθοδόξων τερπνὸν ἀγαλλίαμα· τῆς γὰρ θείας πίστεως, τοῖς παραχαράκταις Λατίνοις λυμαινομένης, τῇ κιβδηλεύσει τοῦ θειοτάτου Συμβόλου καὶ πάντων ἁπλῶς τῶν ἡμετέρων, τὴν κακοδοξίαν τῆς Δύσεως παραδεξαμένων, σὺ μόνος ὤφθης ἀνένδοτος, ὦ πρᾶγμα ξενήκουστον, ταῖς παρὰ τῶν ἐναντίων ἐπιφοραῖς· καὶ μόνος τὴν Παπικὴν τιάραν κατεπάτησας· διὸ σὲ προστάτην ἄμαχον τῆς Ὀρθοδοξίας μονώτατον γινώσκοντες, εὐεργέτην ἐπιγραφόμενοι, εἰς τοὺς αἰῶνας μελῳδικῶς σε γεραίρομεν.

Καὶ νῦν... Θεοτοκίον.
Παρθενικὴ πανήγυρις σήμερον, ἀδελφοί· σκιρτάτω ἡ κτίσις, χορευέτω ἡ ἀνθρωπότης· συνεκάλεσε γὰρ ἡμᾶς ἡ ἁγία Θεοτόκος, τὸ ἀμόλυντον κειμήλιον τῆς παρθενίας, ὁ λογικὸς τοῦ δευτέρου Ἀδὰμ Παράδεισος, τὸ ἐργαστήριον τῆς ἑνώσεως τῶν δύο φύσεων, ἡ πανήγυρις τοῦ σωτηρίου συναλλάγματος, ἡ παστάς, ἐν ᾗ ὁ Λόγος ἐνυμφεύσατο τὴν σάρκα, ἡ ὄντως κούφη νεφέλη, ἡ τὸν ἐπὶ τῶν Χερουβεὶμ μετὰ σώματος βαστάσασα. Ταῖς αὐτῆς ἱκεσίαις, Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Εἰς τὸν Στίχον. Ἦχος β΄. Οἶκος τοῦ Ἐφραθᾶ.
Ἅρμα τῆς παντουργοῦ, χάριτος ἀνεδείχθης, καὶ οἶκος τῆς Τριάδος, τερπνός τε καὶ ὡραῖος, Πατρὸς Υἱοῦ καὶ Πνεύματος.

Στ.: Τὸ στόμα μου λαλήσει σοφίαν, καὶ ἡ μελέτη τῆς καρδίας μου σύνεσιν.
Χάριτας προσφωνεῖ σοι, Μάρκε Ὀρθοδόξων, ἅπασα Ἐκκλησία, ὀρθοδοξεῖν πεισθεῖσα, ἐκ σοῦ ὀρθοδοξότατε.

Στ.: Στόμα δικαίου μελετήσει σοφίαν...
Μάχαιρα τμητική, καὶ πέλεκυς ἀμφήκης, ἐγένου θεῖε Μάρκε, φυτὰ Λατίνων πλάνης, ἐκτέμνων θείᾳ χάριτι.

Δόξα. Καὶ νῦν. Θεοτοκίον.
Δέσποινα ἀγαθή, ἅμα τῷ θείῳ Μάρκῳ, καὶ πᾶσι τοῖς Ἁγίοις, τὸν Σὸν Υἱὸν δυσώπει, σωθῆναι τοὺς ὑμνοῦντάς Σε.

Νῦν ἀπολύεις. Τρισάγιον.

ἈπολυτίκιονἮχος γ’. Θείας πίστεως
Θείας πίστεως, ὁμολογία, μέγαν εὕρατο, ἡ Ἐκκλησία, ζηλωτῆν σε θεῖε Μάρκε πανεύφημε, ὑπερμαχοῦντα πατρώου φρονήματος, καὶ καθαιροῦντα τοῦ σκότους ὑψώματα· ὅθεν ἄφεσιν, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τοῖς σὲ γεραίρουσι.
Δόξα... Καὶ νῦν... Θεοτοκίον
Σὲ τὴν μεσιτεύσασαν τὴν σωτηρίαν τοῦ γένους ἡμῶν, ἀνυμνοῦμεν Θεοτόκε Παρθένε· ἐν τῇ σαρκὶ γὰρ τῇ ἐκ σοῦ προσληφθείσῃ, ὁ Υἱός σου καὶ Θεὸς ἡμῶν τὸ διὰ Σταυροῦ καταδεξάμενος πάθος, ἐλυτρώσατο ἡμᾶς, ἐκ φθορᾶς ὡς φιλάνθρωπος.

Ἀπόλυσις.

-----------------------------------------------------------

ΜΕΓΑΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ

Εὐλογήσαντος τοῦ ἱερέως, ὁ Προοιμιακός, καὶ τό· Μακάριος ἀνήρ. Εἰς δὲ τό· Κύριε ἐκέκραξα, ἱστῶμεν στίχους στ΄, καὶ ψάλλομεν Στιχηρὰ Προσόμοια. Ἦχος δ΄. Ὡς γενναῖον ἐν Μάρτυσιν.
Τὸν πυρίπνοον ῥήτορα, θεολόγον τὸν ἄριστον, στύλον τὸν ἀκράδαντον θείας πίστεως, Ὀρθοδοξίας μονώτατον, πρόμαχον καὶ φύλακα, ὁπλοθήκην τὴν καινήν, τῶν δογμάτων τοῦ Πνεύματος, δεῦτε σήμερον, τὸν ἀοίδιμον Μάρκον ἡ καθόλου, Ὀρθοδόξων Ἐκκλησία, μελῳδικῶς εὐφημήσωμεν.

Ἀστραπὴ ἡ τοῦ Πνεύματος, ἡ βροντὴ ἡ τῆς χάριτος, οὐρανὸς ὁ πάγχρυσος ἐξηγούμενος, Ὀρθοδοξίας τὰ δόγματα, φωστὴρ ὁ λαμπρότατος, Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, Ἰωάννης ὁ δεύτερος, ἐπιστήθιος· οὗ καὶ θρόνον ἐκόσμει τῆς Ἐφέσου, παρὰ πάντων εὐφημείσθω, Μάρκος ὁ θεῖος ἐν ᾄσμασιν.

Δανιὴλ μὲν τὸ πρότερον, θεοσόφῳ τεχνάσματι, δράκοντα διέῤῥηξε Βαβυλώνιον· σὺ δὲ ὦ Μάρκε τοῖς λόγοις σου, τὸν Ῥώμης Εὐγένιον, Ἰταλίας τὸν δεινόν, καταβέβληκας δράκοντα, λυμαινόμενον, τῇ προσθήκῃ τὴν πίστιν τῶν Πατέρων, καὶ Χριστοῦ τὴν Ἐκκλησίαν, τῆς αὐτοῦ λύμης διέσωσας.

Ἕτερα. Ἦχος β΄. Ποίοις εὐφημιῶν στέμμασιν.
Ποίοις, μελῳδικοῖς ᾄσμασιν, ἐπαινέσωμεν τὸν θεῖον Μάρκον, ῥήτορα ῥητόρων τὸν ἔνθεον, καὶ τὸν δημηγόρον τῆς χάριτος; Λιγυρὰν φωνὴν τῆς Ἐκκλησίας; Τὸ στόμα, τῆς εὐσεβείας τὸ θεσπέσιον; Τὰ χείλη, τὰ οὐρανόβροντα τῆς πίστεως; Γλῶσσαν τὴν ἔνδικον δόξης, ὀρθῆς τῶν Πατέρων; ὑφ’ ἧς ἄφωνοι καὶ πρηνεῖς, εἰς γῆν καταβλήθησαν, οἱ τῆς Δύσεως ὡς ἐμβρόντητοι.

Ποίοις, νικητικοῖς ἄνθεσι, στεφανώσωμεν τὸν θεῖον Μάρκον; Τῆς Ὀρθοδοξίας τὸν πρόμαχον; Καὶ κακοδοξίας ἀντίμαχον; Τὸν λαμπρὸν Χριστοῦ τρισαριστέα; Τὸν πύργον, ὀρθῶν δογμάτων τὸν ἀκλόνητον; Τὸν μέγαν, παγκρατιάρχην τὸν ἀήττητον; Τὸν ἀληθῆ μονομάχον, Ὀρθοδόξων πάντων; Τὸν δι’ οὗ ὀφρὺν δυτικῶν, Χριστὸς καταβέβληκεν, ὁ ἔχων τὸ μέγα ἔλεος.

Ποίοις, ἱεραρχῶν στέμμασιν, ἀναδήσωμεν τὸν θεῖον Μάρκον, τῆς Ἐφέσου πρώην τὸν πρόεδρον; Νῦν δὲ οἰκουμένης διδάσκαλον, τοποτηρητὴν ἑώας θρόνων; Τὸν μέγαν, ἀρχιερέα τε καὶ ὅσιον; Προβάτων, τῶν λογικὸν ποιμένα ἄριστον; Τὸν μιμητὴν τοῦ Δεσπότου; Τὴν ψυχὴν ἰδίαν ἐκτιθέντα ὑπὲρ αὐτῶν; καὶ πᾶσιν αἰτούμενον, ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.

Δόξα. Ἦχος πλ. β΄.
Σήμερον, ἀνέτειλεν ἐν τῷ στερεώματι τῆς Ἐκκλησίας, ἡ σεβάσμιος πανήγυρις τοῦ Ἱεράρχου, καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας ἡμῶν προμάχου καὶ φύλακος. Δότε οὖν φιλέορτοι πάντες, τὰ χαριστήρια τούτῳ προσάγοντες, ἐν φωναῖς ἀλαλαγμοῦ, τὴν μνήμην αὐτοῦ ἑορτάσωμεν λέγοντες· χαίροις, Μάρκε ἀοίδιμε, τῆς ἑώας φωστὴρ ὁ λαμπρότατος, καὶ τῆς δύσεως πρηστὴρ φλογερώτατος· χαίροις, τῶν Ὀρθοδόξων ἡμῶν το μέγα ἐκνίκημα, καὶ τῶν κακοδόξων Λατίνων τὸ παντέλειον ἥττημα· χαίροις, ὁ ὑπὲρ τῆς δόξης τῶν Πατέρων, μυρίους πόνους καταβαλόμενος, καὶ πρὸς τὴν αἵρεσιν μέχρις αἵματος ἀνταγωνισάμενος· αἴτησαι πρεσβείαις σου ἀσαλεύτους ἡμᾶς ἐν τῇ πίστει τηρηθῆναι, καὶ σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Καὶ νῦν. Θεοτοκίον
Τίς μὴ μακαρίσει σε, Παναγία Παρθένε; τίς μὴ ἀνυμνήσει σου τὸν ἀλόχευτον τόκον; ὁ γὰρ ἀχρόνως ἐκ Πατρὸς ἐκλάμψας Υἱὸς μονογενής, ὁ αὐτός ἐκ σοῦ τῆς Ἁγνῆς προῆλθεν, ἀφράστως σαρκωθείς, φύσει Θεὸς ὑπάρχων, καὶ φύσει γενόμενος ἄνθρωπος δι' ἡμᾶς, οὐκ εἰς δυάδα προσώπων τεμνόμενος, ἀλλ' ἐν δυάδι φύσεων, ἀσυγχύτως γνωριζόμενος. Αὐτὸν ἱκέτευε, σεμνὴ Παμμακάριστε, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Εἴσοδος. Φῶς ἱλαρόν. Προκείμενον τῆς ἡμέρας. Ἀναγνώσματα.

Γενέσεως τὸ Ἀνάγνωσμα.
Ἀκούσας Ἄβραμ, ὅτι ᾐχμαλώτευται Λὼτ ὁ ἀδελφιδοὺς αὐτοῦ, ἠρίθμησε τοὺς ἰδίους οἰκογενεῖς αὐτοῦ, τριακοσίους δέκα καὶ ὀκτώ, καὶ κατεδίωξεν ὀπίσω αὐτῶν ἕως Δάν· καὶ ἐπέπεσεν ἐπ’ αὐτοὺς τὴν νύκτα αὐτός, καὶ οἱ παῖδες αὐτοῦ μετ’ αὐτοῦ. Καὶ ἐπάταξεν αὐτούς, καὶ κατεδίωξεν αὐτοὺς ἕως Χοβάλ, ἣ ἐστιν ἐν ἀριστερᾷ Δαμασκοῦ. Καὶ ἀπέστρεψε πᾶσαν τὴν ἵππον Σοδόμων· καὶ Λὼν τὸν ἀδελφιδοὺν αὐτοῦ ἀπέστρεψε, καὶ πάντα τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ καὶ τὰς γυναῖκας καὶ τὸν λαόν. Ἐξῆλθε δὲ βασιλεὺς Σοδόμων εἰς συνάντησιν αὐτοῦ, μετὰ τὸ ὑποστρέψαι αὐτὸν ἀπὸ τῆς κοπῆς τοῦ Χοδολλογόαρ, καὶ τῶν βασιλέων τῶν μετ’ αὐτοῦ, εἰς τὴν κοιλάδα τοῦ Σαβῆ· τοῦτο ἧν πεδίον βασιλέων. Καὶ Μελχισεδὲκ βασιλεὺς Σαλήμ, ἐξήνεγκεν ἄρτους καὶ οἶνον· ἧν δὲ ἱερεὺς τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου· καὶ εὐλόγησεν τὸν Ἄβραμ, καὶ εἶπεν· Εὐλογημένος εἶ Ἄβραμ τῷ Θεῷ τῷ ὑψίστῳ, ὃς ἔκτισε τὸν οὐρανὸν καὶ τῆν γῆν· καὶ εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ὁ ὕψιστος, ὃς παρέδωκε τοὺς ἐχθρούς σου ὑποχειρίους σου.


Παροιμιῶν τὸ Ἀνάγνωσμα. (Κεφ. ι′.7)
Μνήμη δικαίου μετ’ ἐγκωμίων, καὶ εὐλογία Κυρίου ἐπὶ κεφαλὴν αὐτοῦ. Μακάριος ἄνθρωπος, ὃς εὗρε σοφίαν, καὶ θνητὸς ὃς οἶδε φρόνησιν. Κρεῖσσον γὰρ αὐτὴν ἐμπορεύεσθαι, ἢ χρυσίου καὶ ἀργυρίου θησαυρούς. Τιμιωτέρα δὲ ἐστι λίθων πολυτελῶν· πᾶν δὲ τίμιον οὐκ ἄξιον αὐτῆς ἐστιν. Ἐκ γὰρ τοῦ στόματος αὐτῆς ἐκπορεύεται δικαιοσύνη, νόμον δὲ καὶ ἔλεον ἐπὶ γλώσσης φορεῖ. Τοιγαροῦν ἀκούσατέ μου, ὦ τέκνα· σεμνὰ γὰρ ἐρῶ, καὶ μακάριος ἄνθρωπος, ὃς τὰς ἐμὰς ὁδοὺς φυλάξει. Αἱ γὰρ ἔξοδοί μου, ἔξοδοι ζωῆς, καὶ ἑτοιμάζεται θέλησις παρὰ Κυρίου. Διὰ τοῦτο παρακαλῶ ὑμᾶς, καὶ προΐεμαι ἐμὴν φωνὴν υἱοῖς ἀνθρώπων. Ὅτι ἐγὼ ἡ σοφία κατεσκεύασα βουλήν, καὶ γνῶσιν καὶ ἔννοιαν ἐγὼ ἐπεκαλεσάμην. Ἐμὴ βουλὴ καὶ ἀσφάλεια, ἐμὴ φρόνησις, ἐμὴ δὲ ἰσχύς. Ἐγὼ τοὺς ἐμὲ φιλοῦντας ἀγαπῶ, οἱ δὲ ἐμὲ ζητοῦντες εὑρήσουσι χάριν. Νοήσατε τοίνυν ἄκακοι πανουργίαν, οἱ δὲ ἀπαίδευτοι ἔνθεσθε καρδίαν. Εἰσακούσατέ μου καὶ πάλιν· σεμνὰ γὰρ ἐρῶ, καὶ ἀνοίγω ἀπὸ χειλέων ὀρθά. Ὅτι ἀλήθειαν μελετήσει ὁ λάρυγξ μου, ἐβδελυγμένα δὲ ἐναντίον ἐμοῦ χείλη ψευδῶ. Μετὰ δικαιοσύνης πάντα τὰ ῥήματα τοῦ στόματός μου, οὐδὲν ἐν αὐτοῖς σκολιόν, οὐδὲ στραγγαλιῶδες. Πάντα εὐθέα ἐστὶ τοῖς νοοῦσι, καὶ ὀρθὰ τοῖς εὑρίσκουσι γνῶσιν. Διδάσκω γὰρ ὑμῖν ἀληθῆ, ἵνα γένηται ἐν Κυρίῳ ἡ ἐλπὶς ὑμῶν, καὶ πλησθήσεσθε πνεύματος.

Σοφίας Σολομῶντος τὸ Ἀνάγνωσμα. (Κεφ. ι′.32)
Στόμα δικαίου ἀποστάζει σοφίαν, χείλη δὲ ἀνδρῶν ἐπίστανται χάριτας· Στόμα σοφῶν μελετᾷ σοφίαν, δικαιοσύνη δὲ ῥύεται αὐτοὺς ἐκ θανάτου. Τελευτήσαντος ἀνδρός δικαίου οὐκ ὄλλυται ἐλπίς· υἱὸς γὰρ δίκαιος γεννᾶται εἰς ζωήν, καὶ ἐν ἀγαθοῖς αὐτοῦ καρπὸν δικαιοσύνης τρυγήσει. Φῶς δικαίοις διαπαντός, καὶ παρὰ Κυρίου εὑρήσουσι χάριν καὶ δόξαν. Γλῶσσα σοφῶν καλὰ ἐπίσταται, καὶ ἐν καρδίᾳ αὐτῶν ἀναπαύσεται σοφία. Ἀγαπᾷ Κύριος ὁσίας καρδίας, δεκτοὶ δὲ αὐτῷ πάντες ἄμωμοι ἐν ὁδῷ. Σοφία Κυρίου φωτιεῖ πρόσωπον συνετοῦ· φθάνει γὰρ τοὺς ἐπιθυμοῦντας αὐτήν, πρὸ τοῦ γνωσθῆναι, καὶ εὐχερῶς θεωρεῖται ὑπὸ τῶν ἀγαπώντων αὐτήν. Ὁ ὀρθρίσας πρὸς αὐτὴν οὐ κοπιάσει, καὶ ὁ ἀγρυπνήσας δι' αὐτήν, ταχέως ἀμέριμνος ἔσται. Ὅτι τοὺς ἀξίους αὐτῆς αὐτὴ περιέρχεται ζητοῦσα, καὶ ἐν ταῖς τρίβοις φαντάζεται αὐτοῖς εὐμενῶς. Σοφίας οὐ κατισχύσει ποτὲ κακία. Διὰ ταῦτα καὶ ἐραστὴς ἐγενόμην τοῦ κάλλους αὐτῆς καὶ ἐφίλησα ταύτην, καὶ ἐξεζήτησα ἐκ νεότητός μου, καὶ ἐζήτησα νύμφην ἀγαγέσθαι ἐμαυτῷ. Ὅτι ὁ πάντων Δεσπότης ἠγάπησεν αὐτήν. Μύστης γὰρ ἐστι τῆς τοῦ Θεοῦ ἐπιστήμης, καὶ αἱρέτις τῶν ἔργων αὐτοῦ. Οἱ πόνοι αὐτῆς εἰσὶν ἀρεταί· σωφροσύνην δὲ καὶ φρόνησιν αὕτη διδάσκει, δικαιοσύνην καὶ ἀνδρείαν, ὧν χρησιμώτερον οὐδέν ἐστιν ἐν βίῳ ἀνθρώποις. Εἰ καὶ πολυπειρίαν ποθεῖ τις, οἶδε τὰ ἀρχαῖα καὶ τὰ μέλλοντα εἰκάζειν, ἐπίσταται στροφὰς λόγων, καὶ λύσεις αἰνιγμάτων, σημεῖα καὶ τέρατα προγινώσκει, καὶ ἐκβάσεις καιρῶν καὶ χρόνων, καὶ πᾶσι σύμβουλός ἐστιν ἀγαθή. Ὅτι ἀθανασία ἐστὶν ἐν αὐτῇ, καὶ εὔκλεια ἐν κοινωνίᾳ λόγῳ αὐτῆς. Διὰ τοῦτο ἐνέτυχον τῷ Κυρίῳ, καὶ ἐδεήθην αὐτοῦ, καὶ εἶπον ἐξ ὅλης μου τῆς καρδίας. Θεὲ Πατέρων, καὶ Κύριε τοῦ ἐλέους, ὁ ποιήσας τὰ πάντα ἐν λόγῳ σου, καὶ τῇ σοφίᾳ σου κατασκευάσας τὸν ἄνθρωπον, ἵνα δεσπόζῃ τῶν ὑπὸ σοῦ γενομένων κτισμάτων, καὶ διέπῃ τὸν κόσμον ἐν ὁσιότητι καὶ δικαιοσύνῃ, δός μοι τὴν τῶν σῶν θρόνων πάρεδρον σοφίαν, καὶ μὴ με ἀποδοκιμάσῃς ἐκ παίδων σου, ὅτι ἐγὼ δοῦλος σός, καὶ υἱὸς τῆς παιδίσκης σου. Ἐξαπόστειλον αὐτὴν ἐξ ἁγίου κατοικητηρίου σου καὶ ἀπὸ θρόνου δόξης σου, ἵνα συμπαροῦσά μοι διδάξῃ με, τὶ εὐάρεστόν ἐστι παρὰ σοί. Καὶ ὁδηγήσῃ με ἐν γνώσει, καὶ φυλάξῃ με ἐν τῇ δόξῃ αὐτῆς. Λογισμοὶ γὰρ θνητῶν πάντες δειλοὶ καὶ ἐπισφαλεῖς αἱ ἐπίνοιαι αὐτῶν.

Λιτή. Ἦχος α΄.
Εὐφραίνου ἐν Κυρίῳ πόλις ἡ Κωνσταντίνου, ἡ γόνον ἠνέγκασα, πάντας διενεγκότα Μάρκον τὸν ἀοίδιμον, ἑώας τὸν ἀήττητον ἀριστέα, ἄριστα καὶ λαμπρῶς, τὸν ὕψιστον Πάπαν καθελόντα, τῇ δυνάμει τοῦ Πνεύματος· ἀνάλαβε τῶν ᾀσμάτων, τὴν λιγυρόφθογγον κιννύραν, καὶ μέλπε τὸν αἰσχύναντα τῶν Λατίνων τὰ στίφη, περικροτοῦσα φαιδρῶς τούτου σήμερον, τὴν μνήμην τὴν ἔνδοξον.

Ὁ αὐτός.
Ὡς μέγα ὑπάρχει σου τὸ κατόρθωμα, ἁγιώτατε Μάρκε· ὡς θαυμαστή σου καὶ ξενήκουστος ἡ ἔνστασις· τῶν γὰρ ἡμετέρων, τῶν μὲν βίᾳ, τῶν δὲ πειθοῖ, ἁπλῶς ἁπαξαπάντων, τῇ τῆς πίστεως ὑπαχθέντων καινοτομίᾳ, σὺ μόνος καρτερόψυχε, ὑπὲρ τῆς πατρώας δόξης μέχρι τέλους ἀντέσχες πρὸς ἅπαντας, Λατίνους τε φημὶ καὶ Λατινόφρονας· καὶ γὰρ τοὺς ὀφείλοντάς σοι συμμαχεῖν ὡς ἀδελφούς, πολεμίους ἔσχες, καὶ δεινῶς ἀντιβαίνοντας· διὰ τοῦτο ἀπὸ ἀνατολῶν ἡλίου μέχρι δυσμῶν, αἰνετὸν τὸ ὄνομά σου, Ἱεράρχα πανθαύμαστε, ὡς μόνος σου τὴν τοῦ μονογενοῦς θεολογίαν ἀπαράτρωτον φυλάξαντος· διὸ καὶ νῦν παῤῥησίαν πρὸς Αὐτὸν κεκτημένος, δεόμεθα πρέσβευε, ὑπὲρ τοῦ φυλάττεσθαι ἡμᾶς ἀτρώτους, ἐκ παντοίας αἱρέσεως.

Ἦχος δ΄.
Τῶν Ὀρθοδόξων τὰ συστήματα, χρεωστικῶς σε μακαρίζει Μάρκε τῆς Ἐφέσου πρόεδρε, ὡς εὐσεβείας στύλον στερεόν, καὶ πρόμαχον ἀήττητον· σὺ γὰρ ἐν Φερῤῥάρᾳ καὶ Φλωρεντίᾳ, ἀναφανδρὸν ἐξήλεγξας τῶν κακοδόξων Ἰταλῶν, τὴν ἀντίχριστον καινοτομίαν τῆς θείας πίστεως, Πνευματομάχους τοῖς πᾶσι γνωρίσας, ὡς τὴν μοναρχίαν τῆς Θεότητος, εἰς διαρχίαν τέμνοντας, Γρηγόριον δὲ Βησσαρίωνα, ὡς Παπολάτρας ἀναφανέντας καὶ ἀλλοτριόφρονας, πανταχοῦ ὡς μιξοθήρας στηλιτεύσας, τὴν Ὀρθόδοξον πίστιν σαλευομένην ἐκράτυνας· ἣν καὶ ἡμᾶς διαφυλάττειν μέχρι τέλους ἀπαράτρωτον, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, ὡς ἔχων πρὸς Αὐτὸν παῤῥησίαν πολλήν, Πάτερ ἁγιώτατε.

Δόξα. Ἦχος πλ. β΄.
Ἀδαμάντινε τὴν ψυχήν, Μάρκε παναοίδιμε, φωστὴρ διαυγέστατε, τοῦ νοητοῦ τῆς Ἐκκλησίας στερεώματος· στύλε ἀπερίστρεπτε τῆς εὐσεβείας, τίς σου κατ’ ἀξίαν δυνηθήσεται παραστῆναι τοὺς ἡρωϊκοὺς ἀγῶνας, τούς τε πρὸς ἀλλοτρίους, ναὶ μὴν καὶ τοὺς οἰκείους τῆς πίστεως; Μεθ’ ὧν ἀνδρικώτατα συμπλεκόμενος, τῇ δυνάμει τοῦ Πνεύματος, τὸ ὑπερθαύμαστον τῆς νίκης κατὰ πάντων ἀνέστησας τρόπαιον, ὡς ἡ ἐκ τοῦ Παπικοῦ στόματος προελθοῦσα ἀπόφασις, τρανῶς ἐμαρτύρησε  λέγουσα· ἐποιήσαμεν οὐδὲν πάντων οὐδείς· ὡς νέον δὲ Ζωροβάβελ σὲ κηρύττομεν, ὅτι τὴν ἐν Ἰταλίᾳ πεπτωκυῖάν πως ὀρθόδοξον ἡμῶν πίστιν, οἴκαδε ἐπιστρέψαι ἀνώρθωσας, καὶ ἁπανταχοῦ ταῖς θεοσόφοις σου διδασκαλίαις συνέστησας· διὸ καὶ εἰς αἰῶνας εὐφημοῦμεν τὴν ἔνδοξον μνήμην σου.

Καὶ νῦν. Θεοτοκίον
Ὁ ποιητὴς καὶ λυτρωτής μου Πάναγνε, Χριστὸς ὁ Κύριος, ἐκ τῆς σῆς νηδύος προελθών, ἐμὲ ἐνδυσάμενος, τῆς πρῴην κατάρας, τὸν Ἀδὰμ ἠλευθέρωσε· διό σοι Πάναγνε, ὡς τοῦ Θεοῦ Μητρί τε καὶ Παρθένῳ ἀληθῶς, βοῶμεν ἀσιγήτως, τὸ Χαῖρε τοῦ Ἀγγέλου. Χαῖρε Δέσποινα, προστασία καὶ σκέπη, καὶ σωτηρία τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Εἰς τὸν Στίχον. Ἦχος πλ. α΄. Χαίροις ἀσκητικῶν.
Χαίροις, ὁ ἱερώτατος νοῦς, θεολογίας ὁ κανὼν ὁ εὐθύτατος, Τριάδος τῆς ὑπερθέου, ὁ συντηρήσας καλῶς, ἀσυγχύτου θεῖας ἰδιότητας· Πατρὸς μὲν τὸν αἴτιον, μόνον εἶναι θεότητος· αἰτία τὸν δέ, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Πνεύματος, θείοις δόγμασιν, θεολόγων ἑπόμενος, τὸ αἴτιον ὁ πόῤῥω βαλλόμενος, ὡς σύγχυσον ἐπεισάγων, καὶ σμῆνος ἄλλων αἱρέσεων, Χριστὸν ἐκδυσώπει, ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν δοθῆναι τὸ μέγα ἔλεος.

Στ.: Τὸ στόμα μου λαλήσει σοφίαν, καὶ ἡ μελέτη τῆς καρδίας μου σύνεσιν.
Χαίροις, ὁ ἱερὸς γραμματεύς, τῆς ὑψηλῆς θεοσοφίας τῆς χάριτος· τὸ στόμα τῶν θεολόγων, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, ὁ μέγιστος γίγας καὶ ἀήττητος· Ἐφέσου τὸ καύχημα, Ζωροβάβελ ὁ δεύτερος, ὁ ἀναστήσας, τὸ ὀρθόδοξον φρόνημα, ὃ κατέπεσεν, ἐν τῇ Δύσει τὸ πρότερον· ἄνθρωπε έπουράνιε, ἐπίγειε ἄγγελε, τῶν Ὀρθοδόξων ἡ δόξα, σκεῦος χαρίτων τοῦ Πνεύματος, Χριστὸν μὴ ἐλλίπῃς, ἱκετεύων ὑπὲρ πάντων, τῶν εὐφημούντων σε.



Στ.: Στόμα δικαίου μελετήσει σοφίαν...
Χαίροις, Ἱεραρχῶν καλλονή, τῶν ἀσκητῶν περιφανὲς σεμνολόγημα, ὁ πράξει καὶ θεωρίᾳ, κεκοσμημένος λαμπρῶς, ἀρετῶν τὸ θεῖον τὸ θησαύρισμα, πρᾳότητος σκήνωμα, προσευχῆς ἐργαστήριον, τῆς ἀεννάου, τῆς σοφίας κειμήλιον, ταπεινώσεως, τὸ τερπνὸν ἐνδιαίτημα· ἥλιε διακρίσεως, εἰρήνης τὸ τέμενος, διπλῆς ἀγάπης ὁ οἶκος, τῆς πρὸς Θεὸν καὶ τὸν ἔγγιστα, Χριστὸν ἐκδυσώπει, ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν δοθῆναι τὸ μέγα ἔλεος.

Δόξα. Ἦχος δ΄.
Δεῦτε, οἱ Ὀρθόδοξοι πάντες καὶ εὐσεβείας ζηλωταί, δεῦτε καὶ θεάσασθε τοῦ θείου Μάρκου, πάλην καὶ νίκην ξενήκουστον, τοὺς ὅρους ὑπερβαίνουσαν τῆς ἀνθρωπίνης δυνάμεως. Ὦ τοῦ θαύματος, εἷς ἀνὴρ μονώτατος, τὴν πανοπλίαν ἐνδεδυμένος τοῦ ὀρθοδόξου φρονήματος, ἐν τῇ καρδίᾳ ἵσταται τῆς Ἰταλίας, Ἰουλιανὸν καὶ Ἰωάννην, καὶ πάντας τοὺς ἐναντίους, ἀλλοτρίους τε καὶ τοὺς ἡμετέρους, γενναίως ἐλέγχων καὶ κατὰ κράτος νικῶν· ὄντως αὕτη ἐστὶν ἡ νίκη, ἡ τον κόσμον νικήσασα, ἡ ὀρθόδοξος πίστις ἡμῶν, καὶ ὁ ἐν αὐτῇ καὶ κατ’ αὐτὴν πιστευόμενος, Χριστὸς ὁ Θεός, καὶ Σωτὴρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Καὶ νῦν. Θεοτοκίον
Νεῦσον παρακλήσει σῶν οἰκετῶν Πανάμωμε, παύουσα δεινῶν ἡμῶν ἐπαναστάσεις, πάσης θλίψεως ἡμᾶς ἀπαλλάττουσα· σὲ γὰρ μόνην ἀσφαλῆ, καὶ βεβαίαν ἄγκυραν ἔχομεν, καὶ τὴν σὴν προστασίαν κεκτήμεθα. Μὴ αἰσχυνθῶμεν Δέσποινα, σὲ προσκαλούμενοι, σπεῦσον εἰς ἱκεσίαν, τῶν σοὶ πιστῶς βοώντων· Χαῖρε Δέσποινα, ἡ πάντων βοήθεια, χαρὰ καὶ σκέπη, καὶ σωτηρία τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Νῦν ἀπολύεις. Τρισάγιον.

ἈπολυτίκιονἮχος γ’. Θείας πίστεως
Θείας πίστεως, ὁμολογία, μέγαν εὕρατο, ἡ Ἐκκλησία, ζηλωτῆν σε θεῖε Μάρκε πανεύφημε, ὑπερμαχοῦντα πατρώου φρονήματος, καὶ καθαιροῦντα τοῦ σκότους ὑψώματα· ὅθεν ἄφεσιν, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τοῖς σὲ γεραίρουσι.
Δόξα... Καὶ νῦν... Θεοτοκίον
Σὲ τὴν μεσιτεύσασαν τὴν σωτηρίαν τοῦ γένους ἡμῶν, ἀνυμνοῦμεν Θεοτόκε Παρθένε· ἐν τῇ σαρκὶ γὰρ τῇ ἐκ σοῦ προσληφθείσῃ, ὁ Υἱός σου καὶ Θεὸς ἡμῶν τὸ διὰ Σταυροῦ καταδεξάμενος πάθος, ἐλυτρώσατο ἡμᾶς, ἐκ φθορᾶς ὡς φιλάνθρωπος.

Ἀπόλυσις.
---------------------------------------------------------

ΟΡΘΡΟΣ

Μετὰ τὴν α’ Στιχολογίαν, Κάθισμα. Ἦχος α΄. Τὸν τάφον Σου Σωτήρ.
Πυξίον μυστικόν, καὶ θεόγραφον πλάκα, καὶ βίβλον νοητήν, σὲ κηρύττομεν Μάρκε· ἐν αἷς ἀναγινώσκομεν, τὸ τῆς πίστεως σύμβολον, ἀπαράτρωτον, καὶ τῶν Λατίνων προσθήκην, ἀποβάλλομεν, τῶν Ὀρθοδόξων οἱ δῆμοι, οἱ σὲ μακαρίζοντες.
Δόξα. Καὶ νῦν. Θεοτοκίον.
Μαρία ἡ τὰ τρεῖς, ἀνηκούστους ἑνώσεις, ἑνώσασα φρικτῶς, παρθενίαν καὶ τόκον, Θεὸν καὶ τὸν ἄνθρωπον, πίστιν τε καὶ πιστεύουσαν, τοῖς ξενίζουσι, τούτοις καρδίαν ἀνθρώπου· ἡμᾶς ἕνωσον, τῇ τοῦ Υἱοῦ Σου ἀγάπῃ, καὶ σῶσον πανύμνητε.


Μετὰ τὴν β’ Στιχολογίαν, Κάθισμα. Ἦχος δ΄. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Κατεπλάγησαν ὁμοῦ, πάντες οἱ Δύσεως σοφοί, καὶ ἑώας τὴν ἰσχύν, τῶν διαλέξεων τῶν σῶν, παρισταμένου ἐν μέσῳ τοῦ συνεδρίου, ὅπως ἐξ ἑτοίμου, πρὸς ἅπαντας ἐδίδου ἀποκρίσεις, θεόσοφε, ἐξ ὁπλοθήκης θείας τῶν Πατέρων, καὶ γραφικῶν παραστάσεων· δι’ ὧν τὴν τούτων ἔξω σοφίαν, ἔδειξας μωρανθεῖσαν.
 Δόξα. Καὶ νῦν. Θεοτοκίον.
Ἀπειρόγαμε ἁγνή, πῶς συλλαμβάνεις ἐν γαστρί, τῶν ἁπάντων τὴν πνοήν, περικρατοῦντα ἐν χερσί; Φράσον ἡμῖν τὸν λόγον τοῦ μυστηρίου Σου· παναληθές ἐστι τοῦτο, ὦ ἄνθρωπε· καὶ παῦσε ἐρευνῶν τὸ δυσθεώρητον, ὕψος καὶ βάθος, μῆκος καὶ πλάτος, τῆς ἀποῤῥήτου λοχείας μου· νικᾷ γὰρ ὄντως, ἔννοιαν πᾶσαν ἀνθρώπων τε καὶ Ἀγγέλων.

Η διδασκαλία του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού για το Καθαρτήριο πυρ στην ενωτική Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας

 


Εισήγηση στο Διεθνή επιστημονικό συνέδριο «Η Ένωση της Φλωρεντίας σε ιστορικό, πολιτικό και θρησκευτικό πλαίσιο» (25 Ιουνίου 2019, Μόσχα).

Σκοπός του συνεδρίου ήταν να κατανοήσει τα αίτια και τις συνέπειες της Ένωσης της Φλωρεντίας στο πλαίσιο των σύγχρονων πολιτικών και θρησκευτικών διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένης της σχέσης της Ορθόδοξης Εκκλησίας με το Βατικανό.

Το συνέδριο διοργάνωσε το Αναλυτικό Κέντρο του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου (Ρωσία).

Σεβαστοί Πατέρες, Κυρίες και Κύριοι

Ευχαριστώ πολύ τη συντονιστική επιτροπή του Συνεδρίου για την ευκαιρία που μου δίνει να παρουσιάσω εδώ την Εισήγησή μου με τίτλο: «Η διδασκαλία του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού για το Καθαρτήριο πυρ στην ενωτική Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας».

Το ζήτημα του καθαρτηρίου πυρός[1] απετέλεσε το πρώτο θέμα συζήτησης στην ενωτική Σύνοδο Φερράρας – Φλωρεντίας (1438-39)[2]. Εμφανίζεται, βέβαια, ήδη αρκετά πριν από αυτή τη σύνοδο στη Δύση. Ήδη τον 12ο αιώνα η πίστη στην ύπαρξη του καθαρτηρίου πυρός ήταν διαδεδομένη στη λαϊκή ευσέβεια των Παπικών. Ο όρος πουργατόριο συναντάται για πρώτη φορά στον Αρχιεπίσκοπο της Τουρ Χίλδεμπερτ του Λαβαρτίν († 1133)[3] και ως θεολογική πεποίθηση απαντάται ευρύτατα στον 13ο αιώνα. Για πρώτη φορά αντιμετωπίσθηκε και πολεμήθηκε από τους Ορθοδόξους η περί καθαρτηρίου πυρός λατινική διδασκαλία στη Σύνοδο του Νυμφαίου επί Αυτοκράτορα Ιωάννου Γ΄ του Βατάτζη και Πατριάρχη Κων/πόλεως Γερμανού Β΄[4]. Η δε πλήρης θεολογική διαμόρφωση αυτής της διδασκαλίας βρίσκεται στον Θωμά Ακινάτη. Μέσα στη δικανική κατανόηση του Θεού και της δικαίωσης του ανθρώπου, ότι δηλ. η ικανοποίηση της δικαιοσύνης του Θεού απαιτεί την εξιλέωση – τιμωρία της κάθε αμαρτίας, ώστε τίποτε το ακάθαρτο να εισέρχεται στον ουρανό, οι Παπικοί είχαν δογματίσει το καθαρτήριο πυρ ως μια αναγκαία ενδιάμεση κατάσταση ανάμεσα στην κόλαση και στον παράδεισο. Η βούλα του πάπα Βενεδίκτου ΙΒ΄ με τίτλο Benedictus Deus – Ο Θεός ο Ευλογημένος (1336), που έχει δογματική ισχύ στους Παπικούς, ορίζει τη λεγόμενη visio beatifica, ότι δηλ. οι ψυχές των αγίων αμέσως μετά το θάνατό τους περνάνε στη μακαριότητα της θέας της ουσίας του Θεού. Όσοι, βέβαια, πέθαναν αμετανόητοι σε θανάσιμες αμαρτίες κολάζονται, όχι όμως τελείως ακόμα. Τελείως και αιωνίως θα κολάζονται μετά τη γενική ανάσταση και τη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού. Ανάμεσα σε αυτές τις δύο ομάδες παρεμβάλλεται η μεγάλη κατηγορία εκείνων που πέθαναν χωρίς να έχουν εξιλεωθεί και εκτίσει τις τιμωρίες για τις συγγνωστές αμαρτίες ή για τις εξομολογημένες θανάσιμες αμαρτίες. Οι άνθρωποι αυτοί πρέπει, όπως τονίζει η παραπάνω βούλα, να περάσουν από το καθαρτήριο πυρ για να φύγουν όλες οι συνέπειες των αμαρτιών, ώστε και αυτοί να καθαριστούν τελείως και έπειτα να απολαύσουν τη θέα της ουσίας του Θεού[5]. Ο χρόνος της παραμονής τους σε αυτό το πυρ που ως πυρ του νυν αιώνος διακρίνεται σαφώς από το πυρ το αιώνιο του μέλλοντος αιώνος, είναι ακριβώς ανάλογος με τις συνέπειες των αμαρτιών, για την εξιλέωση των οποίων δεν έχουν φροντίσει πριν από το θάνατό τους.

Οι Παπικοί στήριξαν τη διδασκαλία τους για το καθαρτήριο πυρ σε αρκετά πατερικά χωρία και από πλευράς Αγίας Γραφής: α. στο δεύτερο βιβλίο των Μακκαβαίων, όπου σύμφωνα με τους στίχους 12, 43-45 ο Ιούδας ο Μακκαβαίος συγκέντρωσε ένα ποσό και το απέστειλε στα Ιεροσόλυμα προκειμένου να προσφερθεί μια εξιλαστήριος θυσία υπέρ των νεκρών στρατιωτών, ώστε να απαλλαγούν αυτοί από τις αμαρτίες τους, και β. στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο 12, 32, όπου σύμφωνα με τα λόγια του ιδίου του Κυρίου η βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος «οὐκ ἀφεθήσεται … οὔτε ἐν τῷ νῦν αἰῶνι οὔτε ἐν τῷ μέλλοντι». Για τα δύο αυτά χωρία σημειώνει ο Άγιος Μάρκος: «Ταῦτα δὲ ὅτι τὸ καθαρτήριον πῦρ οὐδαμῶς εἰσάγουσι, καὶ ἡλίου φανότερον. τί γὰρ κοινὸν ἀφέσει τε καὶ καθάρσει διὰ πυρὸς καὶ κολάσεως;» Εάν ο Θεός παρέχει άφεση στον άνθρωπο ή μέσω των ευχών της Εκκλησίας ή από την φιλανθρωπία του, τότε ποια είναι η ανάγκη του καθαρτηρίου; Εάν πάλι το καθαρτήριο παρέχει κάθαρση, τότε γιατί να γίνουν οι ευχές και γιατί να υμνούμε τον Θεό για τη φιλανθρωπία Του; Μάλλον τα χωρία συνηγορούν εναντίον του καθαρτηρίου, επειδή τονίζουν την άφεση ως αποτέλεσμα της βασιλικής εξουσίας και της ευσπλαχνίας του Θεού και ταυτόχρονα αποκλείουν την απαλλαγή από την κόλαση ή από την κάθαρση[6].

Το τρίτο και κύριο χωρίο, στο οποίο οι Λατίνοι στήριξαν τη διδασκαλία τους περί καθαρτηρίου είναι η Α΄ προς Κορινθίους, κεφ. 3, στίχος 15: «εἴ τινος τὸ ἔργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται, αὐτὸς δὲ σωθήσεται, οὕτως δὲ ὡς διὰ πυρός». Στο χωρίο αυτό, όπως υποστηρίζουν, ο Απόστολος Παύλος υπονοεί το δικό τους καθαρτήριο πυρ, μια τρίτη προσωρινή κατάσταση για την κάθαρση των ψυχών ανάμεσα στον παράδεισο και την κόλαση. Στον ισχυρισμό αυτό παραβλέπουν όμως, ότι οι δύο στίχοι που προηγούνται αναφέρονται σαφώς στην ημέρα της κρίσεως: «ἑκάστου τὸ ἔργον φανερὸν γενήσεται· ἡ γὰρ ἡμέρα δηλώσει· ὅτι ἐν πυρὶ ἀποκαλύπτεται· καὶ ἑκάστου τὸ ἔργον ὁποῖόν ἐστι τὸ πῦρ δοκιμάσει. Εἴ τινος τὸ ἔργον μενεῖ ὃ ἐπῳκοδόμησε, μισθὸν λήψεται»[7].

Ουσιαστικός αντίπαλος των Παπικών στη Σύνοδο της Φερράρας – Φλωρεντίας τόσο στο θέμα του καθαρτηρίου πυρός όσο και γενικά στα άλλα θέματα υπήρξε ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός. Δύο ομιλίες του έχουν διασωθεί: «Αντίρρησις των Λατινικών κεφαλαίων, άπερ αυτοί προέτεινον, περί του περκατορίου πυρός» και «Απολογία προς Λατίνους δευτέρα, εν ή εκτίθησι και της των Γραικών Εκκλησίας την Αληθή δόξαν»[8]. Επίσης έχουν διασωθεί μια σειρά απαντήσεων του Αγίου Μάρκου σε απορίες των Παπικών με τίτλο: «Αποκρίσεις προς τας επενεχθείσας αυτώ απορίας και ερωτήσεις, επί ταίς ρηθήσαις ομιλίαις, παρά των καρδιναλίων και των άλλων Λατινικών διδασκάλων»[9], και μια σύντομη παρουσίαση των θέσεων των ορθοδόξων με τίτλο: «Συλλογισμοί δέκα δεικνύντες ότι ουκ εστί πυρ καθαρτήριον»[10].

Ποιες είναι εν ολίγοις οι θέσεις του Αγίου Μάρκου[11]; Πουθενά στην Αγία Γραφή και πουθενά στην πατερική παράδοση μπορεί να στηριχθεί η διδασκαλία για το καθαρτήριο πυρ[12]. Όπου οι Παπικοί χρησιμοποιούν χωρία της Αγίας Γραφής ή των πατέρων πρόκειται για παρερμηνείες, ακριβώς επειδή τους λείπουν οι προϋποθέσεις για τη σωστή ερμηνεία τόσο της Αγίας Γραφής όσο και των πατερικών κειμένων. Με την πανίσχυρη και αδιάσειστη επιχειρηματολογία του ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός αποδεικνύει τις παπικές δοξασίες ως παράλογες, ως διαστροφή των πατερικών χωρίων και εκείνων της Αγίας Γραφής.

Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η θέση του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού για τις προϋποθέσεις που πρέπει να υπάρχουν για μια γόνιμη συζήτηση δογματικών θεμάτων, ώστε να προκύπτουν ουσιαστικά αποτελέσματα, και έτσι να υπάρχει κέρδος από μια Σύνοδο. Η ειρήνη και η αρμονία που επέρχονται μετά από μια Σύνοδο, κατά την οποία και οι δύο πλευρές με την παράθεση μιας ουσιαστικής επιχειρηματολογίας αναζητούν την αλήθεια, φανερώνει την παρουσία του Παναγίου Πνεύματος. Απόδειξη αποτελεί η Αποστολική Σύνοδος. Ο Άγιος Μάρκος θίγει ακριβώς το σημείο εκείνο, που είναι κρίσιμο. Ήξερε ασφαλώς, ότι αυτές οι προϋποθέσεις δεν υπήρχαν εκ μέρους των Παπικών, αλλά αντίθετα ότι επεδίωκαν την επιβολή των δικών τους θέσεων. Η ιστορία επιβεβαίωσε την υστεροβουλία, την πονηριά των Παπικών, τις κατακτητικές τους διαθέσεις έναντι της Ορθοδοξίας τόσο στη Σύνοδο Φερράρας – Φλωρεντίας όσο και σε όλες τις μετέπειτα συνόδους τους μέχρι τις μέρες μας. Ποτέ δεν αναζητούσαν πραγματικά την αλήθεια, τόσο στο θέμα του καθαρτηρίου πυρός όσο και σε όλους τους δογματικούς τους νεωτερισμούς, ποτέ δεν διέθεταν μια ουσιαστική επιχειρηματολογία, αλλά πάντοτε μόνο πυροτεχνήματα με τελικό στόχο την καταστρατήγηση και διαστρέβλωση της Αλήθειας, που είναι το ίδιο το πρόσωπο του Χριστού.

Ποια συγκεκριμένα είναι τα επιχειρήματα στην αναζήτηση της αλήθειας σχετικά με το καθαρτήριο πυρ τα οποία προβάλλει ο Άγιος Μάρκος;

1. Η παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου, την οποία αφηγήθηκε ο ίδιος ο Χριστός, αποκλείει την ύπαρξη μίας μέσης κατάστασης μεταξύ εκείνης της ευδαιμονίας των φίλων του Θεού και εκείνης των αιωνίων βασάνων των αμαρτωλών. Μόνο χάσμα μέγα αναφέρει[13].

2. Η διδασκαλία για το καθαρτήριο πυρ, παρόμοια με τη διδασκαλία περί αποκαταστάσεως των πάντων, καλλιεργεί τη ραθυμία στους ράθυμους, βρίσκουν, με πρόφαση τη κάθαρση που αναμένουν οπωσδήποτε μετά θάνατον, ένα βασικό λόγο να μην αγωνίζονται στην παρούσα ζωή[14].

3. Είναι παράλογη η θέση ότι η άυλη, ασώματη ψυχή, αφού έχει χωρισθεί από το σώμα το οποίο φθείρεται, βασανίζεται από υλικό, σωματικό πυρ[15]. Ούτως ή άλλως η θέληση του ανθρώπου δεν μπορεί να αλλάξει μετά τον βιολογικό του θάνατο. Επομένως ένα τέτοιο πυρ δεν θα είχε τίποτε να συνεισφέρει στη μακαριότητα του ανθρώπου που προϋποθέτει την ευθύτητα της θέλησης[16].

4. Τόσο ο παράδεισος όσο και η κόλαση είναι καταστάσεις που περιμένουν οι άνθρωποι μετά τη γενική Ανάσταση και την Τελική Κρίση του Χριστού. Δηλ. δεν υπάρχει από τώρα μετά τον θάνατο των Αγίων η πλήρης μακαριότητά τους στον παράδεισο, όπως υποστηρίζουν οι Παπικοί. Εάν ήταν έτσι δεν θα υπήρχε ανάγκη της γενικής Ανάστασης των σωμάτων και της Τελικής Κρίσεως του Χριστού[17]. Και οι δίκαιοι και οι αμαρτωλοί βρίσκονται σε ανάλογους με την κατάστασή τους τόπους, οι δίκαιοι στον ουρανό με άνεση και ελευθερία, έχοντας μια πρόγευση του παραδείσου, και οι αμαρτωλοί στον άδη με στενοχώρια και λύπη, έχοντας μια πρόγευση της αιωνίου κολάσεως[18]. Μόνο έτσι γίνεται αναφορά στην κατάσταση της ψυχής μετά τον σωματικό θάνατο τόσο από την Αγία Γραφή όσο και από τους Αγίους Πατέρες. Αυτή είναι η μέση κατάσταση των ψυχών που αποδέχεται η Ορθοδοξία. Προφανώς δεν έχει καμία σχέση μ’ αυτό που οι Παπικοί προβάλλουν εντελώς αντιγραφικά και εναντίον της Παράδοσης της Εκκλησίας ως καθαρτήριο πυρ. Άλλωστε, όπου στην Αγία Γραφή γίνεται λόγος για τον άδη πουθενά δεν συνδέεται με έναν τόπο τιμωρίας και κάθαρσης, όπως περιγράφεται με την παπική διδασκαλία για το πουργατόριο. Πάντοτε, μας διευκρινίζει ο Άγιος Μάρκος, νοείται ως νοητός τόπος σαν δεσμωτήριο και φυλακή[19]. Συνεπώς, όπως στη ζωή αυτή ο άνθρωπος έχει μια πρόγευση της κατάστασης της ψυχής μετά τη λύση του δεσμού της με το σώμα[20], έτσι και η κατάσταση της ψυχής μετά θάνατον είναι πρόγευση της αιώνιας κατάστασης του ανθρώπου ως ψυχοσωματικής ύπαρξης πάλι μετά τη γενική Ανάσταση των σωμάτων και την Τελική Κρίση του Θεού.

5. «Οι καθαροί τη καρδία», όπως μας επιβεβαιώνει η Αγία Γραφή, «τον Θεόν όψονται»[21]. Όμως ο βαθμός της θεωρίας του Θεού θα εξαρτάται από την κάθαρση της καρδίας του κάθε ανθρώπου. Το γεγονός ότι θα υπάρχουν ανάλογα με την καθαρότητα των ανθρώπων διάφοροι βαθμοί θεωρίας του Θεού[22], δηλ. της άκτιστης ενέργειας του Θεού και όχι της θείας ουσίας, όπως ισχυρίζεται η πλανεμένη παπική διδασκαλία, πάλι αναιρεί κάθε λόγο ύπαρξης μιας άλλης κάθαρσης μέσω του πουργατορίου. Εάν όντως υπήρχε το καθαρτήριο, τότε δεν θα είχαν νόημα οι διαφορετικοί βαθμοί της θεωρίας της δόξας του Θεού. Άλλωστε, όπως αρμόζει στην αγαθότητα του Θεού να μη παραβλέπει το λίγο αγαθό στους αμαρτωλούς, έτσι και αρμόζει να παραβλέπει το λίγο κακό σε αυτούς που έχουν αγωνιστεί στη ζωή τους να εφαρμόσουν το θέλημα του Θεού. Και έτσι τους καθαίρει, όπως αναφέρεται και στα μνημόσυνα που γίνονται για τους νεκρούς[23]. Η κάθαρση γίνεται εδώ όχι μέσα από ένα υλικό πυρ, όπως αποδέχονται εντελώς λανθασμένα οι Λατίνοι, αλλά λόγω της ευσπλαχνίας του Θεού. Τους παρέχει τη μακαριότητα, μόνο σε διαφορετικό βαθμό από εκείνους που φθάσανε στην Αγιότητα. Επίσης όπως στη ζωή εδώ μας καθαίρει ο πόθος του Θεού, γιατί να μη συμβεί και αυτό μετά τον θάνατο. Στους αμαρτωλούς πάλι, το λίγο αγαθό που έχουν κάνει δεν θα μπορέσει να αποτρέψει την κατάσταση της αιώνιας κόλασης αλλά θα έχει αντίκρισμα στους διαφορετικούς βαθμούς της κόλασης, η οποία θα εκφράζεται με τη βίωση του ακτίστου και αιωνίου πυρός[24]. Όπου, συνεπώς, στην Αγία Γραφή και στους αγίους Πατέρες γίνεται λόγος για πυρ, εννοείται αυτό το αιώνιο πυρ της κόλασης, το οποίο όμως θα το γευθούν οι αμαρτωλοί μετά την επανένωση της ψυχής τους με το άφθαρτο πια σώμα και την Τελική Κρίση του Χριστού. Άρα κάθε έννοια ύπαρξης μιας ενδιάμεσης κατάστασης τύπου καθαρτηρίου πυρός όχι μόνο περιττεύει, αλλά είναι και παράλογη και αντίκειται στην αγαθότητα του Θεού[25].

6. Το κυριότερο χωρίο της Αγίας Γραφής, το οποίο, όπως είπαμε και παραπάνω, παραθέτουν οι Παπικοί για τη στήριξη των θέσεών τους είναι το Α' Κορ. 3 , 10-15: «Ἕκαστος δὲ βλεπέτω πῶς ἐποικοδομεῖ· θεμέλιον γὰρ ἄλλον οὐδεὶς δύναται θεῖναι παρὰ τὸν κείμενον, ὅς ἐστιν Ἰησοῦς Χριστός. Εἰ δέ τις ἐποικοδομεῖ ἐπὶ τὸν θεμέλιον τοῦτον χρυσόν, ἄργυρον, λίθους τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμην, ἑκάστου τὸ ἔργον φανερὸν γενήσεται· ἡ γὰρ ἡμέρα δηλώσει· ὅτι ἐν πυρὶ ἀποκαλύπτεται· καὶ ἑκάστου τὸ ἔργον ὁποῖόν ἐστι τὸ πῦρ δοκιμάσει. Εἴ τινος τὸ ἔργον μενεῖ ὃ ἐπῳκοδόμησε, μισθὸν λήψεται· εἴ τινος τὸ ἔργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται, αὐτὸς δὲ σωθήσεται, οὕτως δὲ ὡς διὰ πυρός».

Αυτό το χωρίο μπορεί ίσως με την πρώτη ματιά να συνηγορεί υπέρ της διδασκαλίας τους για το καθαρτήριο πυρ. Στην ουσία όμως την αναιρεί: Γιατί;

α. Εδώ το πυρ «δοκιμάζει» και δεν καθαρίζει[26].

«Εκάστου», δηλ. και των δικαίων και αγίων τα έργα δοκιμάζονται, ενώ κατά τους Παπικούς θα δουν αμέσως μετά το θάνατο την ουσία του Θεού.

β. Σύμφωνα με το βιβλικό χωρίο τα έργα των αμαρτωλών θα κατακαούν και αυτοί οι ίδιοι θα ζημιωθούν, ενώ με το καθαρτήριο πυρ, αφού καθαρίζονται οι ψυχές, «πρὸς τῷ μηδὲν ζημιοῦσθαι καὶ μεγάλα κερδαίνουσιν»[27].

γ. Όλα όσα αναφέρονται εδώ θα γίνουν κατά την Τελική Κρίση του Κυρίου[28]. Αυτό ανατρέπει απόλυτα τη λατινική διδασκαλία για το καθαρτήριο πυρ, επειδή το πουργατόριο τοποθετείται πριν από την Τελική Κρίση.

δ. Η λέξη «σωθήσεται», όπως και σε άλλα χωρία της Αγίας Γραφής έχει εδώ την έννοια της διατήρησης των αμαρτωλών στην αιώνια κόλαση και όχι την έννοια της σωτηρίας. Την ερμηνεία αυτή στηρίζει ο Άγιος Μάρκος στους αγίους Πατέρες και κυρίως στον Μέγα Βασίλειο και τον Άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο[29].

Με εκτενείς αναφορές στους Αγίους Πατέρες ο Άγιος Μάρκος αποδεικνύει λεπτομερώς τις παρερμηνείες των Παπικών στην χρήση των πατερικών χωρίων που επιλέγουν για την στήριξη των θέσεών τους. Αλλά λόγω του περιορισμένου χρόνου της εισήγησης δεν μπορούν να αναπτυχθούν όπως επίσης και η διδασκαλία των Ορθοδόξων που παραθέτει για τα ιερά μνημόσυνα.

Τελικά, μετά από αυτή την τόσο ουσιαστική, πλούσια και αληθινή επιχειρηματολογία του Αγίου Μάρκου και όλων των πριν από αυτόν Αγίων Πατέρων που συνοψίζει και εξηγεί λεπτομερώς, βλέπει κανείς τους Παπικούς, εγκλωβισμένους στις δικανικές του αντιλήψεις, να επιμένουν μέχρι σήμερα στις φαντασιώσεις τους τόσο ως προς την αμοιβή των αγίων τους, οι οποίοι αμέσως μετά θάνατον θα δουν την ουσία του Θεού, όσο και ως προς την παράλογη δοξασία τους για το καθαρτήριο πυρ[30]. Γι’ αυτό και οι Ορθόδοξοι στους μετέπειτα αιώνες καταδικάζουν τις κακοδοξίες αυτές, όπως ο Μητροπολίτης Κιέβου Πέτρος Μογίλας (1596-1647) στην ορθόδοξη ομολογία του, οι ορθόδοξοι Πατριάρχες της Ανατολής το 1718 σε απάντησή τους στις προθέσεις από τη Βρεττανία για ένωση, οι Σύνοδοι της Κωνσταντινουπόλεως του 1722 και 1727, ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος (1721-1813), ο Νικηφόρος Θεοτόκης (1731-1800), ο Ευστράτιος Αργέντης (1685-1762), ο Άγιος Νεκτάριος (1846-1920) και πολλοί άλλοι. Μεταξύ των άλλων στιγματίζουν το καθαρτήριο ως αντιγραφική και αντιπατερική διδασκαλία, ως μέσο εκμετάλλευσης και εξαπάτησης των απλοϊκών πιστών, ως μύθο, ως παράλογη διδασκαλία κ.ά.[31] Χαρακτηριστική στους Παπικούς είναι η εμμονή τους στα περιορισμένα σχήματα της εδώ ζωής μας. Διακρίνονται για μια απόλυτη προσκόλληση στο φθαρτό. Τους λείπει εντελώς η εμπειρία του ακτίστου που έχουν οι Άγιοι. Πέρα όμως από αυτή την έλλειψη ούτε επιθυμούν να γνωρίσουν τίποτε άλλο. Είναι πολύ συνειδητός ο περιορισμός τους σ’ αυτό που έχουν και γνωρίζουν, δεν επιθυμούν τη διεύρυνση του ορίζοντά τους. Μάλιστα πιστεύουν στην ανωτερότητα της δικής τους αντίληψης της πραγματικότητας. Αυτή προφανώς τους εμπνέει ασφάλεια. Δεν τους αρέσει, δεν τους εκφράζει ο πόθος του Χριστού, δεν έχουν καμία παράσταση του θείου έρωτα, διαφορετικά θα μπορούσαν και εκείνοι έστω αμυδρά να κατανοήσουν τις διαφορετικές βαθμίδες της βίωσης τόσο του παραδείσου όσο και της κολάσεως. Πώς να τους εκφράσουν, πώς έστω να αγγίξουν την καρδιά τους λόγια όπως αυτά του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου σχετικά με τον παράδεισο, ότι θέλει να είναι εκεί που είναι ο Χριστός, ακόμα και στην κόλαση. Στους Παπικούς όλα πρέπει να χωρέσουν στα διανοητικά τους σχήματα, και εάν δεν χωρούν, όπως συμβαίνει με τα διάφορα χωρία της Αγίας Γραφής και των Πατέρων, τα ακρωτηριάζουν, τα βιάζουν έτσι, ώστε να χωρούν. Απόδειξη γι’ αυτό είναι η πρακτική τους μέχρι σήμερα.

Σας ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας. Εύχομαι καλή συνέχεια στις εργασίες του Συνεδρίου σας.

Λέων Μπρανγκ
Δρ. Θεολογίας

9/10/2019


[1] Μια σχετικά σύντομη και πολύ κατατοπιστική ενημέρωση για το καθαρτήριο πυρ βλ. στο έργο του Αρχιμ. Σπυρίδωνος Μπιλάλη, Ορθοδοξία και Παπισμός, τόμ. Β΄, Αθήνα 20143, σσ. 142-153.

[2] Για μια βασική ενημέρωση σχετικά με τη Σύνοδο Φερράρας-Φλορεντίας από ορθόδοξης πλευράς βλ. Αγίου Νεκταρίου Μητροπολίτου Πενταπόλεως, Μελέτη ιστορική περί των αιτίων του Σχίσματος, τόμ. Β΄, Εν Αθήναις 1912, σσ. 198-259, Βλασίου Ιω. Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία ΙΙ. Από της εικονομαχίας μέχρι της αλώσεως (726-1453), Αθήναι 1977, σσ. 292-303 και Αρχιμ. Βασιλείου Κ. Στεφανίδου, Εκκλησιαστική Ιστορία. Απ’ αρχής μέχρι σήμερον, Αθήναι 19784, σσ. 390-396. Για επί πλέον βιβλιογραφία σχετικά με τη σύνοδο αυτή βλ. τον εξής σύνδεσμο: http://opac.regesta-imperii.de/lang_de/suche.php?qs=&ts=Konzil+Ferrara+Florenz&ps=&tags=&sprache=&objektart=alle&pagesize=20&sortierung=d&ejahr=.

[3] Βλ. Meinolf Schumacher, Sündenschmutz und Herzensreinheit. Studien zur Metaphorik der Sünde in lateinischer und deutscher Literatur des Mittelalters, München 1996, σσ. 468–470.

[4] Η σύνοδος έγινε από τον Ιανουάριο ως τον Μάιο του 1234.

[5] Χαρακτηριστικά τονίζει η βούλα τόσο για τους Αγίους της Παλαιάς Διαθήκης όσο και για τους Αγίους που ακολούθησαν το θάνατο, την ανάσταση και ανάληψη του Κυρίου, ότι «mox post mortem suam et purgationem praefatam in illis, qui purgatione in huiusmodi indigebant, etiam ante resumptionem suorum corporum et iudicium generale […] ac post Domini Iesu Christi passionem et mortem viderunt et vident divinam essentiam visione intuitiva et etiam faciali, nulla mediente creatura in ratione obiecti visi se habente, sed divina essentia immediate se nude, clare et aperte eis ostendente …» (βλ. Heinrich Denziger, Enchiridion symbolorum definitonum et declarationum de rebus fidei et morum, Freiburg 201745, σ. 379).

[6] L. Petit, Patrologia Orientalis 15, fasc. 1, Paris: Firmin-Didot et Companie, 1920, σ. 44-45.

[7] Α΄ Κορ. 3, 13-14.

[8] Βλ. L. Petit, Patrologia Orientalis 15, fasc. 1, Paris: Firmin-Didot et Companie, 1920, η πρώτη ομιλία στις σσ. 39-60, η δεύτερη στις σσ. 108-151.

[9] Στο ίδιο, σσ. 152-168.

[10] Βλ. L. Petit, Marci Eugenici Metropolitae Ephesi opera anti-unionistica, 10/2 [Concilium Florentinum documenta et scriptores A. Rome, 1977], σσ. 114-117. Όλα τα παραπάνω έργα του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού είναι ανηρτημένα ως pdf αρχεία στην ιστοσελίδα:
https://greekdownloads.wordpress.com/category/%ce%ba%ce%b5%ce%af%ce%bc%ce%b5%ce%bd%ce%b1-%ce%b1%ce%b3%ce%af%cf%89%ce%bd/%ce%ac%ce%b3%ce%b9%ce%bf%cf%82-%ce%bc%ce%ac%cf%81%ce%ba%ce%bf%cf%82-%ce%bf-%ce%b5%cf%85%ce%b3%ce%b5%ce%bd%ce%b9%ce%ba%cf%8c%cf%82/

[11] Για τη διδασκαλία του Αγίου Μάρκου σχετικά με το καθαρτήριο πυρ βλ. το πέμπτο κεφάλαιο του έργου του μητροπ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου, Η Ζωή μετά τον Θάνατο, Λιβαδειά 2009.

[12] L. Petit, Patrologia Orientali, όπ. παρ., σσ. 40-41.

[13] Στο ίδιο, σσ. 58, 111 και 147.

[14] Στο ίδιο, σ. 51.

[15] Στο ίδιο, σσ. 58-59.

[16] L. Petit, Marci Eugenici, όπ. παρ., σ.116.

[17] Βλ. πλήθος χωρίων της Αγίας Γραφής, όπως λ.χ. Ματθ. 25, 34˙ Β' Κορ. 5, 10.

[18] Το αναλύει ο Άγιος ωραία με βάση τις δύο καταστάσεις που περιγράφονται στην παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, όπου η μια κατάσταση εκφράζεται με τον κόλπο του Αβραάμ και η άλλη με τον άδη και την ύπαρξη εν βασάνοις (βλ. L. Petit, Marci Eugenici, όπ. παρ., σ. 58).

[19] «… αὐτὰς ἐν ᾅδῃ κατεχομένας, οὖχ ὡς ἐν πυρὶ καὶ κολάσει πάντως, ἀλλ’ ἐν δεσμωτηρίῳ καὶ φυλακῇ καθειργμένας» (L. Petit, Patrologia Orientali, όπ. παρ., σ. 41).

[20] Αυτό επιβεβαιώνεται με σαφήνεια από το χωρίο της Αγίας Γραφής: «εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει» (Μάρκ. 9, 1).

[21] Ματθ. 5, 8.

[22] Βλ. το χωρίο της Αγίας Γραφής: «ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ πατρός μου μοναὶ πολλαί εἰσιν» (Ἰω. 14, 2).

[23] Βλ. το απόσπασμα της Ακολουθίας του Μικρού Μνημοσύνου: «Οἰκτείρησον τὸ σὸν πλάσμα, Δέσποτα, καὶ καθάρισον σῇ εὐσπλαγχνίᾳ»

[24] L. Petit, Patrologia Orientali, όπ. παρ., σσ. 56-57.

[25] Στο ίδιο, σ. 46.

[26] Στο ίδιο, σ. 45.

[27] Στο ίδιο, σ. 45

[28] Στο ίδιο, σσ. 45-46.

[29] Στο ίδιο, σσ. 47-48. Χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Άγιος Μάρκος αναφερόμενος στον Άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο: «"σωθήσεται γὰρ", φησίν, "ὁ ἁμαρτωλός ὡς διὰ πυρός" τουτέστι διαμενεῖ κολαζόμενος ἐν τῷ πυρὶ καὶ οὐ συναπολεῖται τοῖς πονηροῖς ἔργοις καὶ διαθέσεσι» (σ. 47). Και λίγο παρακάτω προσθέτει: «σῴζονται σωτηρίαν ἀπωλείας χείρονα, διηνεκῶς ἐν τῷ πυρὶ μένοντες (τοῦτο γὰρ σημαίνει κυρίως καὶ ἡ φωνὴ τοῦ σῴζεσθαι, ἵνα μὴ δόξωσι διὰ τὸ φθαρτικὸν τοῦ πυρὸς καὶ αὐτοὶ καθάπαξ ἀπόλλυσθαι» (σ. 48).

[30] Βλ. την επίσημη «Κατήχηση της Καθολικής Εκκλησίας» (Ελληνική έκδοση από τις «Εκδόσεις Κάκτος – Libreria Editrice Vaticana», Αθήνα 1996) που εγκρίθηκε από τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β΄ στις 25 Ιουνίου 1992, αρ. 1030-1032, σ. 332-333.

[31] Αρχιμ. Σπυρίδωνος Μπιλάλη, όπ. παρ., σσ. 149-153.

πηγή:https://gr.pravoslavie.ru/

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου